gtp logo

Πληροφορίες τοπωνυμίου

Εμφανίζονται 100 (επί συνόλου 122) τίτλοι με αναζήτηση: Βιογραφίες  στην ευρύτερη περιοχή: "ΑΡΚΑΔΙΑ Νομός ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ" .


Βιογραφίες (122)

Αγωνιστές του 1821

Σταϊκόπουλος Στάικος, ο Πορθητής του Παλαμηδίου

ΖΑΤΟΥΝΑ (Χωριό) ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ
1798 - 1835
  Ο δαφνοστεφανωμένος ήρωας του 1821 Στάϊκος Σταϊκόπουλος, "ο φουντοθειάφης" όπως τον αποκαλούσε η ηρωική Μπουμπουλίνα, γεννήθηκε στη Ζάτουνα το 1801. Μαζί με τον πατέρα του και τα αδέλφια του Αθανάσιο και Κωνσταντή, εμπορεύονταν και επεξεργάζονταν δέρματα.
  Το 1818 μεταβαίνει στην Υδρα, όπου και εκεί ασκεί το ίδιο επάγγελμα. Από τον Δημητσανίτη Νικόλαο Σπηλιωτόπουλο μυήθηκε στη Φιλική Εταιρία και στη μονή Μπίκου από τον ηγούμενό της Παχούμιο, ορκίστηκε να μάχεται υπέρ Πίστεως και Πατρίδος πλημμυρισμένος από δέος για τον ιερό σκοπό. Έτσι, ονομάστηκε "Βλάμης", αφιερωμένος και "Συστημένος", που πάει να πει στρατιωτικό μέλος, γνώστης του μυστικού σκοπού, έτοιμος για κάθε προσταγή, όταν θα δοθεί το σύνθημα της μεγάλης εξέγερσης του γένους. Μαζί με τον Σπηλιωτόπουλο, το 1821 έφθασε από την Υδρα στο Αργος φέρνοντας μαζί του αρκετά πολεμοφόδια καθώς και διάφορα άλλα αναγκαία για την Επανάσταση που μόλις άρχιζε. Στο Αργος, έκανε το πρώτο δικό του Στρατιωτικό Σώμα από συμπατριώτες του Ζατουνίτες, εφοδιάζοντάς τους πρώτα με ρόπαλα, με σούβλες και καλάμια, μέχρι που έλαβε όπλα από τις πρώτες μάχες του με τον κατακτητή πολιορκώντας τον. Μαζί του είχε τους Ζατουνίτες Γεώργιο Αντωνόπουλο (έμπιστος και γραμματικός του), τον Β. Βερροιόπουλο, τον Πάϊκο Δημητρόπουλο, τον Ηλία Ηλιόπουλο, τον Ρέγγο, τον Νικήτα Κάζαγκλη, τον Γεώργιο Λαγάνη, τον Γιώργο Μητρόπουλο, τον αδελφό του Θανάση και τα ανίψια του Αγγελο (γιό του Θανάση), και Γιωργάκη (γιό της αδελφής του Κωνσταντίνας), τον οποίο έβαλε μπαϊρακτάρη του (σημαιοφόρο).
  Στο Αργος, μαζί με τον Σπηλιωτόπουλο και άλλους συμπατριώτες του, ίδρυσαν την "Καγκελαρία", μια μορφή διοίκησης που έλαβε μέτρα για την πολιορκία του Ναυπλίου. Οι μέρες κυλούσανε και ο Σταϊκούλης, όπως τον αποκαλούσαν όλοι λόγω του μικρού του αναστήματος, με το αυστηρά πειθαρχημένο σώμα του, έτρεχε σε όλα τα πεδία των μαχών από τον Αχλαδόκαμπο και το Παρθένι μέχρι την Τριπολιτσά, πότε δίπλα στον Κολοκοτρώνη και πότε μόνος του, γεμίζοντας τα στήθια του πληγές αντί για παράσημα. Σε όλη την διάρκεια του Αγώνα, ήταν ο εμψυχωτής των δειλών αλλά και ο φροντιστής των στρατιωτών και του λαού, εξασφαλίζοντας τις τροφές τους. Η απελευθέρωση όμως του Ναυπλίου, αποτελούσε για τον Στάϊκο κορυφαίο σκοπό.
  Την παραμονή του Αγίου Ανδρέα στις 29 Νοεμβρίου του 1822, η νύχτα ήταν ασέληνη και ο θεός έριχνε ασταμάτητα. Οι Τούρκοι είχαν κατέβει από το Παλαμήδι στο Ναύπλιο για να συσκεφθούν μετά από δίχρονη πολιορκία, για την απάντηση που θα έδιναν στην επιστολή του Γέρου του Μοριά, για να φύγουν ελεύθεροι και να σωθούν. Ο Στάϊκος που βρισκόταν στην Αρια, δεν έχασε την ευκαιρία. Στήνοντας σκάλες στα βράχια του άπαρτου Κάστρου του Παλαμηδίου, άρχισε το ανέβασμα ύψους 216 μέτρων. Πρώτος φθάνει στη "Γιουρούς Τάπια" ο Μοσχονησιώτης μαζί με τον Θανάση Σταϊκόπουλο. Μαζί τους ο Αγιορίτης καλόγερος Παφούντιος, ο Αργίτης Βιολιστής Πορτοκάλης και άλλα παλικάρια. Το κάστρο πάρθηκε εκείνη τη νύχτα. Και ήταν το κάστρο αυτό, από τα πιο τρανά της ανατολικής Μεσογείου. Η φήμη του Πορθητή Σταϊκούλη φτερούγισε παντού. Η προσωρινή διοίκηση, τιμώντας τον για τα κατορθώματά του, τον προβίβασε από Χιλίαρχο, στον ανώτερο βαθμό του Στρατηγού. Ηταν κάτι που πολλούς πείραξε και ενόχλησε. Ο ίδιος ούτε σπίτι δεν δέχθηκε να πάρει από τα τόσα που άδειασαν τότε, από τη φυγή των Τούρκων.
  Τον Απρίλιο του 1823 έλαβε μέρος στην Β' Εθνική Συνέλευση του Αστρους, όπου και υπέγραψε την καταληκτήρια διακήρυξη με το νέο του αξίωμα: Στρατηγός Στάϊκος Σταϊκόπουλος. Λίγο αργότερα, με διαταγή του Εκτελεστικού, στάλθηκε στην πολιορκία του Κάστρου του Ακροκορίνθου. Σαν έμπειρος πολεμιστής που ήταν ο ένδοξος Στρατηγός, τούτο το κάστρο ήταν το δεύτερο που έπεφτε μετά την επιμονή του ήρωα Στάϊκου Σταϊκόπουλου. Στις 26 Οκτωβρίου 1823, έγινε η παράδοσή του. Τότε, υπερασπιζόμενος τα παλικάρια του, ζήτησε από τον Γέρο το μερδικό των παλικαριών του. Ο Γέρος αντέδρασε και τότε, ο "Φουντοθειάφης" Στάϊκος, πέταξε στον Γέρο τον αρραβώνα που είχε κάνει με την ανιψιά του. Ο Γέρος τον αποκάλεσε παράφρονα. Το δίκιο όμως του Στάϊκου τον έπνιγε. Λίγο αργότερα, μετά από προτροπή του φίλου και συμπατριώτη του Σπηλιωτόπουλου, παντρεύτηκε την κόρη του προέδρου της Αλωνίσταινας, Παν. Δημητρακόπουλου την Κατερίνα, όπου μαζί της απέκτησε μια κόρη, δίνοντάς της το όνομα της μητέρας του Ζαχαρούλας.
  Μετά την άφιξη του Όθωνα, παρέμεινε στο στράτευμα με τον βαθμό του Αντισυνταγματάρχου. Όμως, η αρρώστιά του προχωρά, και οι μόνοι που του συμπαραστέκονταν ήταν οι συμπατριώτες του Ζατουνίτες. Επειδή ο Στάϊκος, τούτο το "Σαΐνι" όπως τον αποκαλούσε η Μπουμπουλίνα καταφέρεται κατά των Βαυαρών, συλλαμβάνεται και φυλακίζεται στις υγρές φυλακές του "Λεονάρδου". Η θεραπεία του μέσα στη φυλακή κρατά λίγες μόνο μέρες, χωρίς να βαρύνει τον προϋπολογισμό του Κράτους. Την ημέρα της αποφυλάκισής του, στις 21 Φεβρουαρίου 1835, κλείνει για πάντα τα μάτια του σε ηλικία μόλις 35 χρόνων. Με έρανο που έκαναν οι συντοπίτες του συγκέντρωσαν τα αναγκαία για το ξόδι του. Η κηδεία που του έγινε ήταν λαμπρή. Τα μαγαζιά έκλεισαν, και τον επικήδειο εκφώνησε ο Δημητσανίτης Διάκος Ευγένιος Διογενίδης, ο οποίος έφτασε στο Ναύπλιο από την Υδρα δύο ώρες πριν από την κηδεία για τον σκοπό αυτό.
  Η επίσημη Πολιτεία ποτέ της δεν θυμήθηκε τον Ήρωα τούτο. Στο Ναύπλιο κάθε τελευταία Κυριακή του Νοεμβρίου γιορτάζεται η απελευθέρωση της πόλης καθώς επίσης και η άλωση του Κάστρου του Παλαμηδιού, από τον ήρωα Στάϊκο Σταϊκόπουλο, παρουσία συμπατριωτών του από την Ζάτουνα.
  Στις 14 Αυγούστου 1996, ύστερα από πρόταση της εφημερίδας "Ζάτουνα" στην στη γενέτειρά του πραγματοποιήθηκε από τον Δήμαρχο Ναυπλιέων και τον Πρόεδρο της τότε Κοινότητας, η Αδελφοποίηση Ναυπλίου και Ζάτουνας, για να τιμηθεί, ο Στάϊκος Σταϊκόπουλος, το ηρωϊκό παλικάρι και οι αγώνες του για την απελευθέρωση της πόλης του Ναυπλίου. Σήμερα υπάρχουν μόνο δύο ανδριάντες του Στάϊκου. Ο πρώτος στήθηκε στο Ναύπλιο το 1966, κάτω από το Κάστρο του Παλαμηδιού και έγινε με δαπάνη της δισέγγονης του αγωνιστή Ζαχαρούλας, ο δε δεύτερος στη γενέτειρά του Ζάτουνα, σε ένδειξη αιώνιας ευγνωμοσύνης, και έγινε με δαπάνες του Ζατουνίτη Αθανασίου Κομνηνού, τα αποκαλυπτήρια του οποίου έγιναν στις 13-8-1983. Στη Ζάτουνα, στο πατρικό του σπίτι έχει τοποθετηθεί αναμνηστική πλάκα.
Κείμενο: Νικόλης Παν. Φίλης.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Δημητσάνης


Οικογένεια Κατριβάνων

ΙΣΑΡΗΣ (Χωριό) ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΗ
Οικογένεια του Ισαρι με πολλά μέλη της κλεφταρματωλούς και αγωνιστές του 1821.

Δεληγιάννης Κανέλλος

ΛΑΓΚΑΔΙΑ (Χωριό) ΛΑΓΚΑΔΙΑ
1780 - 1862
(Λαγκάδια Γορτυνίας 1780 ­ Αθήνα 1862)
  Αγωνιστής του 1821, φιλικός, πολιτικός και συγγραφέας "Απομνημονευμάτων". Στις 23 Μαρτίου μαζί με τους αδελφούς του και τους Πλαπουταίους κήρυξε την Επανάσταση στη Γορτυνία και πήρε μέρος στις πολιορκίες της Καρύταινας, της Τριπολιτσάς και της Πάτρας. Αποσύρθηκε από την ενεργό πολεμική δράση μετά την ήττα των κυβερνητικών, με τους οποίους συμπαρατάχθηκε και επανήλθε όταν ο Ιμπραήμ απείλησε την Πελοπόννησο. Μετά την απελευθέρωση εντάχθηκε στο «γαλλικό κόμμα» και αναμίχθηκε στην πολιτική ζωή. Εκλέχθηκε πρώτος πρόεδρος της Ελληνικής Βουλής μετά την ψήφιση του Συντάγματος του 1844. Τα "Απομνημονεύματά" του, παρόλο το πάθος και την υπερβολή που τα διακρίνουν, είναι χρήσιμη πηγή για την κατανόηση του εσωτερικού αγώνα της Ελληνικής Επανάστασης.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Βουλής των Ελλήνων


Θεοφιλόπουλος Ιωάννης

1790 - 1885
  Mεγάλη απόσταση μεσολαβεί από τα Λαγκάδια Γορτυνίας μέχρι τα Ψαρά. Η σπουδή του Λαγκαδινού Ιωάννη Θεοφιλόπουλου να ριχτεί στο ναυτικό αγώνα εναντίον των Τούρκων πρώτος πυρπολητής το 1821, φέρνει στο νου τους θεϊκούς στίχους του Ανδρέα Κάλβου από "Τα ηφαίστεια" :
" Ω Ελληνες, ω θείαι ψυχαί, που εις τους μεγάλους κινδύνους φανερόνετε ακάμαντον ενέργειαν και υψηλήν φύσιν Πώς, πώς της ταλαιπώρου πατρίδας δεν πασχίζετε να σώσητε τον στέφανο από τα χέρια ανόσια ληστών τοσούτων..."
  Ηδη ο καπετάν Γιάννης Θεοφιλόπουλος είχε σπεύσει από την ορεινή γενέτειρά του στα πελάγη, έτοιμος να θυσιαστεί για τη λευτεριά της πατρίδας του και του γένους. Από τα Λαγκάδια που γεννήθηκε ο νεαρός το 1790, εγκαταστάθηκε στα Ψαρά. Μπαρκάρει στα εμπορικά και γρήγορα κατακτά τη ναυτοσύνη. Γρήγορος νους, σε κορμί λαμπάδα, 2.15 έτοιμος για το μεγάλο αγώνα. ...Τα Ψαρά γίνονται ο τόπος των μεγάλων εξορμήσεων. ...Μέσα σένα χρόνο η Ερεσός και η Χίος γράφονται με χρυσά γράμματα στο βιβλίο της αιωνιότητας. Δυό νίκες δυό σταθμοί. Πρώτα στην Ερεσό, στις 27 Μαίου 1821, ο Γιάννης Θεοφιλόπουλος με πλοίαρχο τον Δημήτρη Παπανικολή πυρπολούν το δίκροτο ντελίνι του Αρναούτ. Και ύστερα στη Χίο, στις 6 Ιουνίου 1822 (λίγο μετά τις φοβερές σφαγές) ο Γιάννης Θεοφιλόπουλος με διοικητή τον Κωνσταντή Μικέ Καρναρίου ανατινάζουν τη Ναυαρχίδα "Κινούμενο Όρος" του Καρά Αλή. Κοινός συντελεστής ως πηδαλιούχος ή ως δαδούχος και στις δύο αυτές νίκες ο ορεισίβιος Θεοφιλόπουλος - εξ ου και Καραβογιάννης.
  Η συμβολή του αναφέρεται στα αυθεντικά κείμενα της Βουλής των Ψαρών, που βρίσκονται στη Συλλογή Θεοφιλοπούλου στα Γενικά Αρχεία του Κράτους, ενώ επίσημα αντίγραφα φυλάσσονται στην Εθνική Βιβλιοθήκη Ελλάδος (Αρχεία Αγωνιστών)...
Οι εξορμήσεις του Καραβιγιάννη διαδέχονται η μία την άλλη, κατά μήκος του Ανατολικού Αιγαίου και προς Βορράν μέχρι τα Δαρδανέλλια και τον Ελλήσποντο, Αβυδο,Κατάστενα Κάστρων και Νίμπροτζε, καθώς και σε Κασσάνδρα, Αίνο και Τένεδο, επίσης και στη Σάμο. Το 1822 παίρνει μέρος στη Ναυμαχία των Πατρών στις 20 Φεβρουαρίου, όπως βεβαιώνει και ο Ναύαρχος Νικολής Αποστόλης. Μετά της 10 Μαρτίου, Ψαρά, δύο εκπλεύσεις Απρίλιο και Μαίο στη Χίο μέχρι 6 Ιουνίου. Σε όλες ανεξαιρέτως τις βεβαιώσεις της Βουλής των Ψαρών γίνεται μνεία των αρετών του Καραβογιάννη. Οπως αναφέρει ο Κωνσταντής Κανάριος" δεν έλαβεν ούτε οβολόν, παραμερίζοντας έτσι και τις διχόνιες..." όπως αναφέρει επί λέξει ο ο Κωνσταντής Κανάριος που τον κάλεσε κοντά του μετά την τρομερή πυρπόληση του Ντελινιιού με τον Παπανικολή στην Ερεσό, τον Μάιο του 1821....
  Ο Καραβογιάννης ξεκινά τον δεύτερο κύκλο των αγώνων του στη στεριά από εδώ και μπρος. Ηδη από τον Αύγουστο του 1822, δύο μήνες μετά την πυρπόληση της ναυαρχίδας του Καρά-Αλή μπαίνει στο χωρό των μαχών και του πολέμου παίρνοντας μαζί με συγγενείς του μέρος σ' όλες τις εντός Πελοποννήσου μάχες και Πολιορκίες (Τριπολιτσάς) αλλά και στην Α' Πολιορκία του Μεσολογγίου και στην Πολιορκία των Αθηνών...
  Η αίγλη που χαρακτήριζε τις πράξεις του έχει καταγραφεί στη ζωφόρο της Κεντρικής αίθουσας της σημερινής Βουλής των Ελλήνων. Στην Αίθουσα Ελευθέριος Βενιζέλος, όπου αποδίδονται σκηνές από τον Αγώνα, ο Ιωάννης Θεοφιλόπουλος απεικονίζεται ως σημαιοφόρος πλάι στον Κωνσταντή Κανάρη. Σε ποίημα που δημοσίευσε ο Θεόδωρος Γενναίου Κολοκοτρώνης στο Ραμπαγά (1822), όπου δημοσιογραφούσε με το ψευδώνυμο Φαλέζ, γράφει:
"Ηταν λιοντάρι της ξηράς, της θάλασσας δελφίνι τον τρέμαν σαν τον άκουγαν και Τούρκοι και Αλτζερίνοι."

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Θεόδωρος Κολοκοτρώνης

ΛΙΜΠΟΒΙΣΙ (Χωριό) ΑΡΚΑΔΙΑ
  Ο Θ. Κολοκοτρώνης είναι η σημαντικότερη στρατιωτική και πολιτική φυσιογνωμία της Επανάστασης του 1821. Για την ευφυΐα, την τόλμη, τη σύνεσή του, αλλά και για τη βαρύτητα του λόγου του, που από νέο τον χαρακτήριζαν, επονομάσθηκε "Γέρος του Μοριά". Γεννήθηκε στο Ραμoβούνι της Μεσσηνίας στις 3 Απριλίου 1770, ενώ η καταγωγή του ήταν από το χωριό Λιμποβίσι της Αρκαδίας. Η οικογένειά του - με γενάρχη τον Τσερκίνη - ανέδειξε πολλούς γενναίους κλεφταρματολούς-αγωνιστές και κατέβαλε βαρύ τίμημα στον απελευθερωτικό αγώνα κατά των Τούρκων. Μέχρι την έκρηξη της Επανάστασης περίπου εβδομήντα Κολοκοτρωναίοι είχαν βρει το θάνατο στον αγώνα κατά των Τούρκων.
  Ο πατέρας του Κωνσταντής ήταν μεγάλος κλεφταρματωλός της Μάνης και του Ταϋγέτου. Η μητέρα του καταγόταν από το σόι των Κοστακαίων της Αλωνίσταινας. Το 1769 ο Κωσταντής, μαζί με τα αδέλφια του Αποστόλη, Γιώργο και Αναγνώστη, είχε συντρίψει τους Αρβανίτες που μάστιζαν την Πελοπόννησο και το 1770 είχε συμμετάσχει στην εξέγερση του Μοριά κατά τα Ορλωφικά. Το 1771 ήλθε σε σφοδρή σύγκρουση με τους Τούρκους που είχαν στο μεταξύ εξαπολύσει ανηλεή διωγμό κατά των κλεφταρματολών και το 1779 συμμετείχε στην εξόντωση των Τουρκαλαβανών της Πελοποννήσου. Το 1780 όμως οι Τούρκοι ξεκίνησαν νέο διωγμό κατά των αρματολών. Ισχυρό στράτευμα υπό τον Καπουδάν πασά Χασάν Τζελαϊδή που ήταν Βεζύρης, Βαλεσής και Σερασκέρης της Ρούμελης, αποβιβάστηκε στο Γύθειο και κατευθύνθηκε κατά της Καστάνιτσας που ήταν ορμητήριο του Κωνσταντή. Ο Κωνσταντής μαζί με τον κλεφταρματολό Παναγιώταρο Βενετσανάκη και τις οικογένειές τους, που στο μεταξύ είχαν ταμπουρωθεί με 150 παλικάρια στους δύο πύργους τους, πρόβαλε ηρωϊκή αντίσταση για 12 μέρες. Στο τέλος όμως οι πολιορκούμενοι επεχείρησαν απεγνωσμένη έξοδο κατά την οποία σκοτώθηκε ο Κωνσταντης και δυο αδέλφια του. Ο αδελφός του Αναγνώστης και η γυναίκα του μαζί με το μικρό Θεοδωράκη και μια του αδελφή κατάφεραν να διαφύγουν. Μετά το θάνατο του πατέρα του, η μητέρα του πήρε τα παιδιά της και κατέφυγε στο πατρογονικό της στην Αλωνίσταινα. Την ένδοξη εκείνη μάχη θα διηγηθεί αργότερα ο Κολοκοτρώνης στα απομνημονεύματά του.
  Από μικρή ηλικία ο Θ. Κολοκοτρώνης εντάχτηκε στα σώματα των κλεφτών της Πελοποννήσου και ειδικότερα στο σώμα του Ζαχαριά, όπου γρήγορα διακρίθηκε και έγινε πρωτοπαλίκαρο. Στη συνέχεια συγκρότησε δικό του σώμα και ανέπτυξε πλούσια δράση. Μετά τους μεγάλους διωγμούς που εξαπέλυσαν οι Τούρκοι κατά της κλεφτουριάς κατέφυγε το 1810 στη Ζάκυνθο, όπου έμεινε με την οικογένειά του 15 χρόνια και υπηρέτησε στον αγγλικό στρατό σαν ταγματάρχης σε Σύνταγμα Ελλήνων εθελοντών. Η θητεία του αυτή του δίδαξε πολλά για τη στρατιωτική τέχνη, τα οποία και εφάρμοσε αργότερα στον πόλεμο της Ανεξαρτησίας. Μετά τη διάλυση του Συντάγματος ασχολήθηκε με το εμπόριο. Το 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από το Φιλικό Πάγκαλο. Ως απεσταλμένος της στη Μάνη σήκωσε μαζί με τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη στις 23 Μαρτίου 1821 τη σημαία της Επανάστασης στην Καλαμάτα και επικεφαλής πολλών άλλων αγωνιστών, την απελευθέρωσε.
  Ο Θ. Κολοκοτρώνης πρωταγωνίστησε σε πολλές στρατιωτικές επιχειρήσεις του Αγώνα και σε πολλές κρίσιμες καμπές του αγώνα. Χαρακτηριστικά, η νίκη στο Βαλτέτσι το Μάιο 1821 ήταν η πρώτη μεγάλη νίκη και έσφιξε τον κλοιό της πολιορκίας της Τρίπολης. Η άλωση της Τριπολιτσάς (Σεπτέμβριος 1821), ήταν η πρώτη μεγάλη επιτυχία του απελευθερωτικού αγώνα και παγίωσε τη θέση των επαναστατών. Η καταστροφή της στρατιάς των 30.000 ανδρών του Δράμαλη πασά στα Δερβενάκια (Ιούλιος 1822), όπου ο Κολοκοτρώνης κινητοποίησε ακόμα και τους χωρικούς μετατρέποντάς τους σε τρομερούς αγωνιστές, εδραίωσε την επανάσταση στο Μοριά. Στις επιχειρήσεις αυτές πρυτάνευσαν η ευφυΐα, η διορατικότητα και η τόλμη του στρατηγικού του μυαλού. Οι επιτυχίες αυτές έμελλαν να τον αναδείξουν στη συνέχεια σε αρχιστράτηγο της Πελοποννήσου. Παράλληλα ο Κολοκοτρώνης άρχισε να συμμετέχει ενεργά και στην πολιτική, αφού εκλέχτηκε μέλος της Πελοποννησιακής Γερουσίας και έγινε αντιπρόεδρος του Εκτελεστικού, με πρόεδρο το Μαυροκορδάτο.
  Στη δύσκολη περίοδο του Εμφύλιου πολέμου ο Κολοκοτρώνης πολλές φορές προσπάθησε να αμβλύνει τις αντιθέσεις ανάμεσα στους αντιπάλους, μακριά από προσωπικές φιλοδοξίες και έχοντας πάντα σαν κεντρική του επιδίωξη την ομόνοια και ενότητα μεταξύ των Ελλήνων. Παρ' όλα αυτά όμως έγινε στόχος μεθοδεύσεων και ραδιουργιών από την πλευρά μερικών κοτζαμπάσηδων και πολιτικών και τελικά δεν απέφυγε τις διώξεις και τη φυλάκιση. Ετσι, κατά την Β΄ Εθνοσυνέλευση το Μάρτιο-Απρίλιο του 1823 στο Αστρος, όπου και εκδηλώθηκαν οι πρώτες αντιθέσεις ανάμεσα στους πολιτικούς και τους στρατιωτικούς, αποφασίστηκε μεταξύ άλλων η κατάργηση της Πελοποννησιακής Γερουσίας, ψυχή της οποίας ήταν ο Κολοκοτρώνης, αλλά και του βαθμού του αρχιστρατήγου τον οποίο έφερε ο ίδιος. Το γεγονός αυτό θεωρήθηκε μείωση του φυσικού αρχηγού των στρατιωτικών σωμάτων και σηματοδότησε τη ρήξη ανάμεσα στο Μαυροκορδάτο, πρόεδρο του Εκτελεστικού, και τον Κολοκοτρώνη, ο οποίος παραιτήθηκε από αντιπρόεδρος. Στις 16 Νοεμβρίου του 1823 οπαδοί του διέλυσαν το Βουλευτικό. Στη συνέχεια πολλά μέλη του που ήταν αντίθετοι στον Κολοκοτρώνη κατέφυγαν στο Κρανίδι, όπου όρισαν νέα κυβέρνηση υπό τον Υδραίο Γεώργιο Κουντουριώτη. Ετσι, στις αρχές του 1824 υπήρχαν δύο κυβερνήσεις, μία στην Τριπολιτσά υπό τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη και η άλλη υπό το Γ. Κουντουριώτη στο Κρανίδι. Το Μάρτιο του 1824 οι κυβερνητικοί στράφηκαν εναντίον των στρατιωτικών, κατέλαβαν την Ακροκόρινθο και την Τριπολιτσά και άρχισαν να πολιορκούν το Ναύπλιο το οποίο υπεράσπιζε ο Πάνος, γιος του Κολοκοτρώνη. Ο Κολοκοτρώνης αντιλαμβανόμενος ότι οι εξελίξεις απέβαιναν σε βάρος του ήλθε σε συνδιαλλαγή με τον Κουντουριώτη και παρέδωσε το Ναύπλιο με αντάλλαγμα τη χορήγηση αμνηστίας. Ετσι τελείωσε η πρώτη φάση του εμφυλίου πολέμου.
  Η εμφύλια διαμάχη έμελλε όμως να συνεχισθεί, καθώς και οι δύο παρατάξεις (υπό τον Κουντουριώτη, από το ένα μέρος, και τον Ανδρέα Λόντο και τον Ανδρέα Ζαΐμη από το άλλο) επεδίωκαν να εξασφαλίσουν ηγετικό ρόλο στις στρατιωτικές και πολιτικές εξελίξεις. Η μία πλευρά υπό τον Κολοκοτρώνη, το Λόντο και το Ζαΐμη (που ήταν αρχικά αντίπαλοι του Γέρου) είχε την υποστήριξη πολλών Πελοποννήσιων στρατιωτικών και πολιτικών, ενώ με τον Κουντουριώτη συντάχθηκαν οι Ρουμελιώτες, Υδραίοι και Σπετσιώτες οπλαρχηγοί. Η άρνηση ορισμένων περιοχών της Πελοποννήσου να πληρώσουν στην κυβέρνηση φόρο αποτέλεσε την αφορμή για την έκρηξη της δεύτερης φάσης του εμφυλίου κατά την οποία σημειώθηκαν σφοδρές συγκρούσεις σε πολλές περιοχές της Πελοποννήσου. Η άνανδρη δολοφονία του γιου του Πάνου, κλόνισε σοβαρά τον Κολοκοτρώνη, που αποφάσισε να παραδοθεί στις αρχές του Δεκεμβρίου του 1824. Στις 6 Φεβρουαρίου του 1825 φυλακίστηκε στο μοναστήρι του Προφήτη Ηλία της Υδρας μαζί με τους Δεληγιανναίους και το Νοταρά.
  Με τη δολοφονία του Οδυσσέα Ανδρούτσου στην Ακρόπολη των Αθηνών από ανθρώπους του Γκούρα τερματίζεται η εμφύλια διαμάχη, αλλά η επανάσταση βρισκόταν σε μεγάλο κίνδυνο από την επέλαση του Ιμπραήμ πασά στην Πελοπόννησο. Μετά την ηρωική θυσία του Παπαφλέσσα στο Μανιάκι, και ενώ ο δρόμος για την Τριπολιτσά ήταν πλέον ανοιχτός για τους εισβολείς, ο Κολοκοτρώνης πήρε αμνηστία από την Κυβέρνηση. Ομως η πρωτεύουσα του Μοριά έπεσε στα χέρια του Ιμπραήμ στις 11 Ιουνίου του 1825, παρά τις προσπάθειες του Γέρου και των άλλων οπλαρχηγών να τον συγκρατήσουν. Στην κρίσιμη αυτή καμπή της επανάστασης ο Γέρος του Μοριά προσπάθησε να ανασυγκροτήσει τον αγώνα, παρενοχλώντας τον εχθρό, στρατολογώντας αγωνιστές και φροντίζοντας για την επιμελητεία.
  Επιστρέφοντας στην Πελοπόννησο μετά την επιδρομή του στην Στερεά Ελλάδα, ο Ιμπραήμ προσπάθησε να εξαφανίσει τις επαναστατικές εστίες που απέμεναν στο Μοριά. Ο Κολοκοτρώνης τότε εφάρμοσε τακτική ανταρτοπόλεμου, προξένησε μεγάλες απώλειες στο στρατό του Ιμπραήμ φέρνοντάς τον σε δύσκολη θέση. Την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1827, όταν ο Αιγύπτιος πασάς άρχισε να πυρπολεί τα χωριά και τους αγρούς αναγκάζοντας τους κατοίκους να δηλώσουν υποταγή μπροστά στον κίνδυνο του λιμού (να "προσκυνήσουν"), ο Γέρος του Μοριά εξαπέλυσε τα παλικάρια του στα χωριά που δήλωσαν υποταγή και πότε με το καλό πότε με τη βία κατάφερε να κρατήσει τη φλόγα της επανάστασης. Τα λόγια του ήχησαν τότε χαρακτηριστικά: "Φωτιά στα σπίτια και τσεκούρι στην περιουσία και το λαιμό εκείνων που κάνουν τα χατίρια των Τούρκων. Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους ! " Και στα απομνημονεύματά του μάλιστα σημειώνει χαρακτηριστικά : "Μόνον εις τον καιρόν του προσκυνήματος εφοβήθηκα διά την πατρίδα μου".
  Παρά τα ρωσόφιλά του αισθήματά ο Κολοκοτρώνης πάντα πίστευε πως οι Ελληνες έχουν χρέος να πολεμήσουν μόνοι τους για την Ανεξαρτησία τους χωρίς τη βοήθεια των ξένων. Αντιμετώπιζε με δυσπιστία την ανάμειξη των ξένων στις εσωτερικές υποθέσεις της Ελλάδος, θεωρώντας πως γινόταν πρώτιστα για την εξυπηρέτηση τα δικών τους συμφερόντων. Από την άλλη πλευρά, εμφορούμενος από μεγάλη μεγαλοψυχία, συγχώρησε τους εχθρούς του, ακόμα και εκείνους που ευθύνονταν για το θάνατο συγγενών του και του γιου του.
  Με την έλευση του Καποδίστρια ο Κολοκοτρώνης τάχθηκε ένθερμα υπέρ της πολιτικής του αν και διαφωνούσε με τον αυταρχικό τρόπο της εφαρμογής της. Επίσης πρωτοστάτησε στα γεγονότα για την εκλογή του Οθωνα. Με την έλευση όμως του τελευταίου (30-1-1832) έγινε στόχος συκοφαντιών και ραδιουργιών εκ μέρους των πολιτικών του αντιπάλων με προεξάρχοντα τον Ι. Κωλέττη και αντιμετωπίστηκε με ψυχρότητα από τους Βαυαρούς που δεν μπορούσαν να του συγχωρήσουν τη φιλοκαποδιστριακή του τοποθέτηση. Η σκευωρία που εξυφάνθη εναντίον του κατέληξε τελικά στο να κατηγορηθεί για εσχάτη προδοσία και να συλληφθεί στις 6 Σεπτεμβρίου 1833 μαζί με τον Πλαπούτα, το γιο του Γενναίο, τον Τζαβέλα, το Νικηταρά και άλλους στρατιωτικούς με την κατηγορία ότι ετοίμαζαν συνομωσία εναντίον του ανήλικου βασιλιά Οθωνα και της κυβέρνησης. Παρά τη γενναία στάση των δύο δικαστών Α. Πολυζωϊδη και Γ. Τερτσέτη, καταδικάσθηκε μαζί με τον Πλαπούτα σε θάνατο και φυλακίσθηκε στο Παλαμήδι σε ηλικία 63 ετών. Λίγο αργότερα η ποινή του μετατράπηκε σε 20ετή κάθειρξη. Το Μάιο του 1835 μετά την ενηλικίωση του Οθωνα έλαβε χάρη και αποφυλακίσθηκε, εξουθενωμένος από τις άθλιες συνθήκες της φυλακής και τις ταπεινώσεις και σχεδόν τυφλός.
  Τα μετέπειτα χρόνια ο Γέρος του Μοριά έζησε στην Αθήνα, τη νέα πρωτεύουσα της Ελλάδας, όπου ευτύχησε να γνωρίσει τη γενική αναγνώριση για την προσφορά του στον αγώνα. Ελαβε το βαθμό του στρατηγού, διορίσθηκε σύμβουλος Επικρατείας, τιμήθηκε με το Μεγαλόσταυρο του Σωτήρος, ορίσθηκε μέλος της επιτροπής για την ανέγερση του Πανεπιστημίου Αθηνών και στάθηκε πιστός σύμβουλος του Οθωνα. Φύσει ανιδιοτελής όμως, ποτέ δεν επεδίωξε προσωπικά οφέλη και ανταλλάγματα.
  Πέθανε στις 4 Φεβρουαρίου 1843 από εγκεφαλική συμφόρηση, αμέσως μετά το γάμο του μικρότερου γιου του Κολίνου και ετάφη στο Α Νεκροταφείο Αθηνών. Φτωχός από υλικά αγαθά, αλλά πλούσιος από την αγάπη του απλού λαού και ευτυχής που πρόλαβε να δει την αγαπημένη του πατρίδα ελεύθερη. Μια πατρίδα για την οποία αγωνίσθηκε σκληρά. Με αυταπάρνηση, μεγαλοψυχία, ήθος, όραμα και πίστη.
  Κατά την περίοδο αυτή γράφτηκαν τα απομνημονεύματά του από το Γεώργιο Τερτσέτη καθ' υπαγόρευση του ίδιου του Κολοκοτρώνη με τον τίτλο "Διήγησις συμβάντων της Ελληνικής φυλής από τα 1770 έως τα 1836". Τα απομνημονεύματα αυτά εκδόθηκαν το 1846 και αποτελούν πολύτιμη μαρτυρία και ιστορική πηγή για τον επαναστατικό αγώνα.
  Στις 10 Οκτ. 1930 τα οστά του μετακομίσθηκαν στο Μνημείο των Προκρίτων στην πλατεία Αρεως της Τρίπολης για να τοποθετηθούν στις 25 Σεπτεμβρίου 1993 σε ειδική κρύπτη στη βάση του ανδριάντα του που αναγέρθηκε εκεί κοντά. Σήμερα, κάτω του και γύρω του μικρά παιδιά παίζουν αμέριμνα τις Κυριακές. Αλλά υπάρχουν στιγμές που από τα περήφανα βουνά του Μαινάλου που φαίνονται αντίκρυ μια αύρα ανάλαφρη φτάνει, μαζί μ' ένα τραγούδι:

"Λάμπουν τα χιόνια στα βουνά, κι ο ήλιος στα λαγκάδια, έτσι λάμπει κι η Κλεφτουριά, οι Κολοκοτρωναίοι"

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Αναγνωστόπουλος Πάνος

ΜΕΘΥΔΡΙΟ (Οικισμός) ΒΥΤΙΝΑ
; - 1842
  Δημογέροντας από τη Νεμνίτσα της Αρκαδίας. Βοήθησε τον επίσκοπο Βρεσθένης Θεοδώρητο στη σύσταση του στρατοπέδου Βερβαίνων και διακρίθηκε κυρίως στα Δερβενάκια. Αντίπαλος του Κολοκοτρώνη στον Εμφύλιο πόλεμο. Τιμήθηκε από την κυβέρνηση με τον βαθμό του αντιστράτηγου, επειδή πρόδωσε το σχέδιο για την απαγωγή του Κολοκοτρώνη από τις φυλακές της Ύδρας.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Βουλής των Ελλήνων


Πλαπούτας (ή Κολιόπουλος) Δημήτριος

ΠΑΛΟΥΜΠΑ (Χωριό) ΗΡΑΙΑ
1786 - 1864
  Ο Δημήτριος Πλαπούτας είναι μια από τις μεγάλες, ηρωϊκές και αγνές φυσιογνωμίες της Επανάστασης του 21. Γεννήθηκε το 1876 και πέθανε το 1864. Από μικρή ηλικία συνδέθηκε με στενή φιλία με το Θ. Κολοκοτρώνη, αφού μάλιστα είχε παντρευτεί ανηψιά του, τη Στεκούλα Αναγνώστη Κολοκοτρώνη. Η σχέση αυτή έμελε να συνεχισθεί και να σφραγίσει την πορεία του στον επαναστατικό αγώνα, αλλά και στη συνέχεια, στη δύσκολη μετεπαναστατική περίοδο.
  Ηταν γιος του καπετάνιου Νικόλα-Κόλια Πλαπούτα από το χωριό Παλούμπα της Αρκαδίας. Από πολύ μικρός βγήκε στο αρματολίκι. Στο μεγάλο διωγμό των αρματωλών καταδιώχτηκε από τους Τούρκους και κατέφυγε στα Επτάνησα το 1811, όπου υπηρέτησε ως εκατόνταρχος στα ελληνικά τάγματα του Βρετανικού στρατού. Το 1819 έλαβε μέρος σε εχθροπραξίες κατά των Τούρκων στην Αλωνίσταινα και στη συνέχεια διέφυγε στη Ζάκυνθο. Εκεί μυήθηκε στη Φιλική Εταιρία το 1818.
  Κατά την επανάσταση πρωταγωνίστησε και διακρίθηκε στον αγώνα στην Πελοπόννησο σαν στρατηγός υπό το Θ. Κολοκοτρώνη. Λίγο μετά την κήρυξη της επανάστασης ίδρυσε στρατόπεδο 800 ανδρών στο χωριό Πιάνα και συμμετείχε αποφασιστικά στις επιχειρήσεις κατά την πολιορκία της Τριπολιτσάς και ιδιαίτερα στη μάχη του Βαλτετσίου. Σπουδαία επίσης ήταν η συμμετοχή του στην πολιορκία της Τριπολιτσάς. Αργότερα διορίστηκε συνταγματάρχης και διοικητής χιλιαρχίας ατάκτων.
  Στη διάρκεια του Εμφυλίου πολέμου για καθαρά προσωπικούς λόγους ο Δ. Πλαπούτας αντιπολιτεύθηκε το Γέρο του Μοριά. Στη συνέχεια όμως επανήλθε δίπλα του και πολέμησε μαζί του κατά του Ιμπραήμ. Τον ακολούθησε επίσης πιστά στους διωγμούς που υπέστη κατά την περίοδο της Αντιβασιλείας, διώχθηκε σαν ρωσόφιλος και κατηγορήθηκε για εσχάτη προδοσία, συγκεκριμένα για το ότι ετοίμαζε με το Θ. Κολοκοτρώνη επανάσταση εναντίον του ανήλικου βασιλιά Οθωνα.
  Στις 26 Απρίλη του 1823 πήγε στην Παλούμπα για να γιορτάσει το Πάσχα και να παρευρεθεί στο γάμο ενός ανιψιού του. Στο γάμο παρευρέθηκε και ο παλιός αγωνιστής Γιώργος Κοντοβουνήσιος, ο οποίος από τις ημέρες του Καποδίστρια είχε κυρηχθεί ληστής. Ο Κοντοβουνήσιος χάρισε στον Πλαπούτα μια φοράδα την οποία ο Πλαπούτας έδωσε αμέσως στο κράτος. Αυτή η μονόπλευρη και χωρίς όφελος για τον Πλαπούτα συναλλαγή, αποτέλεσε αργότερα στοιχείο κατηγορίας κατά του Πλαπούτα και του Κολοκοτρώνη, για την καταδίκη τους σε θάνατο από το στημένο δικαστήριο της αντιβασιλείας του Οθωνα. Ο Κοντοβουνήσιος καταγόμενος από το Κρυονέρι (Πάνω Κοπάνιτσα) της Ολυμπίας μαζί με τον Καπογιάννη από τη Ζούρτσα είχαν πιαστεί και είχαν καταδικαστεί σε θάνατο. Αυτοί οι μελλοθάνατοι άγνωστο με ποιες υποσχέσεις, έγιναν μάρτυρες κατηγορίας κατά των παραπάνω δύο πρωταγωνιστών της Ελληνικής Επανάστασης. Αποτέλεσμα ήταν ο Δ. Πλαπούτας να καταδικασθεί σε θάνατο μαζί με το Θ. Κολοκοτρώνη και να φυλακισθεί στο Παλαμήδι. Πρωτεργάτες στις διώξεις αυτές ήταν η Αντιβασιλεία και ο πολιτικός αντίπαλος του Κολοκοτρώνη Ι. Κωλέττης. Η ποινή τους μετατράπηκε στη συνέχεια σε 20ετή κάθειρξη αλλά λίγο αργότερα ελευθερώθηκαν μετά τη γενική αμνηστεία που δόθηκε.
  Στη συνέχεια ο Πλαπούτας συμμετείχε ενεργά στην πολιτική ζωή της μετεπαναστατικής Ελλάδας. Συμμετείχε στη Γ' Εθνοσυνέλευση ως αντιπρόσωπος Καρυταίνης, ενώ το διάστημα 1844-1847 ήταν βουλευτής Καρυταίνης και το 1847-1862 γερουσιαστής. Διετέλεσε επίσης επίτιμος υπασπιστής του Οθωνα.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Πλαπούτας Δημήτριος (Παλούμπα Γορτυνίας, 1786-1864)
  Φιλικός και οπλαρχηγός του 1821, στενός συνεργάτης του Θ. Κολοκοτρώνη. Με τους διωγμούς των Τούρκων, πήγε στη Ζάκυνθο και κατατάχθηκε στον αγγλικό στρατό ως εκατόνταρχος. Επιστρέφοντας στο Μοριά, έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στον ξεσηκωμό της Γορτυνίας. Μετά την απελευθέρωση υποστήριξε τον Ι. Καποδίστρια και πήρε το βαθμό του συνταγματάρχη. Εκλέχτηκε πληρεξούσιος Γορτυνίας στην Δ´ Εθνοσυνέλευση του ´Aργους (1824). Το 1832 ταξίδεψε στο Μόναχο μαζί με τον Κ. Μπότσαρη και Α. Μιαούλη για να υποβάλουν χαιρετισμό στον πρίγκιπα Όθωνα, μέλλοντα βασιλιά της Ελλάδας. Το έτος 1833 τον κατηγόρησαν, μαζί με το Θ. Κολοκοτρώνη ως ύποπτο συνωμοσίας εναντίον της αντιβασιλείας, πριν από την ενηλικίωση του Όθωνα. Οι δύο αγωνιστές κλείστηκαν στις φυλακές του Ναυπλίου, δικάστηκαν και καταδικάστηκαν σε θάνατο, με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας. Με την ενηλικίωση του βασιλιά, τους δόθηκε χάρη και αποφυλακίστηκαν. ´Eγινε γερουσιαστής και αποσύρθηκε στη γενέτειρά του με το βαθμό του αντιστράτηγου. Πέθανε ειρηνικά στον οικογενειακό πύργο, που σώζεται ακόμη και αποτελεί αξιοθέατο σημείο για τους επισκέπτες.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Βουλής των Ελλήνων


Γενναίος (Ιωάννης) Κολοκοτρώνης

ΣΤΕΜΝΙΤΣΑ (Χωριό) ΤΡΙΚΟΛΩΝΕΣ
Γιος του Θεόδωρου, το σπίτι του σώζεται στο χωριό.

Ηλίας Μίγκλαρης

Σπουδαίος στεμνιτσιώτης αγωνιστής του 1821 που έπεσε μαχόμενος, μαζί με δεκαεπτά Στεμνιτσιώτες, στη μάχη του Σκουλενίου, στη Μολδαβία, τον Ιούνιο του 1821. Από την οικογένεια Μίγκλαρη ονομάστηκε μια περιοχή της Στεμνίτσας "Μιγκλαρέικα", όπου και το σπίτι του.

Θεοδώρητος

1787 - 1843
Επίσκοπος Βρεσθένης και αγωνιστής, από τους επιφανέστερους ιεράρχες που πήραν μέρος στον Αγώνα.

Ρήγας Παλαμήδης

Αγωνιστής του '21 που διακρίθηκε κυρίως για τη δράση του στην πολιτική. Γενικός γραμματέας της Α' Πελοποννησιακής Γερουσίας και πληρεξούσιος όλων σχεδόν των Εθνικών Συνελεύσεων του Αγώνα κατέλαβε, μετά την Απελευθέρωση, σημαντικές θέσεις σε όλες σχεδόν τις κυβερνήσεις και συμμετείχε ενεργά στην επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 και στη σύνταξη του συντάγματος. Μία οδός του χωριού ονομάζεται Ρήγα Παλαμήδη και μία συνοικία "Παλαμηδέικα", από το όνομα της οικογενείας.

Νικήτας Σταματελόπουλος (Νικηταράς)

ΤΟΥΡΚΟΛΕΚΑΣ (Χωριό) ΦΑΛΑΙΣΙΑ
1787 - 1849
  Ο Νικηταράς (Νικήτας Σταματελόπουλος) είναι μια εξέχουσα και ηρωϊκή φυσιωγνομία του επαναστατικού αγώνα του 21. Ανηψιός του Θ.Κολοκοτρώνη ήταν ευρύτερα γνωστός σαν δεξί του χέρι. Η δημώδης μούσα μάλιστα έλεγε: "Μπροστά πάει ο Νικηταράς, πίσω ο Κολοκοτρώνης". Γεννήθηκε στη Νέδουσα Μεσσηνίας, αλλά καταγόταν από το χωριό Τουρκολέκκα Αρκαδίας. Προεπαναστατικά βγήκε και έδρασε σαν κλέφτης υπό το Ζαχαριά και το θείο του Θ. Κολοκοτρώνη.
  Η συμμετοχή του στον Αγώνα ήταν πλούσια. Πρωταγωνίστησε στις φονικές μάχες των Δολιανών, Βαλτετσίου, Τριπολιτσάς, Δερβενακίων, Αγιονόρους, Αγιο-Σώστη κ.λ.π. Πολέμισε μαζί με τον Καραϊσκάκη στη Στερεά και ήταν αδελφοποιητός του Ανδρούτσου. Για τη γενναιότητά του εθεωρείτο σαν ο δαίμονας των Τούρκων. Επίσης στη Γ' εθνοσυνέλευση ορίσθηκε επικεφαλής της φρουράς.
  Ολη του η πορεία και δράση κατά την επανάσταση αλλά και μετά την απελευθέρωση χαρακτηρίζεται από την ανιδιοτέλεια, την τόλμη τη γενναιότητα αλλά και τη μετριοφροσύνη του: "εις τους κινδύνους πρώτος, τη διανομήν των λαφύρων φεύγων". Το μοναδικό του λάφυρο από τον αγώνα ήταν ένα δαμασκηνό σπαθί που μάλιστα και αυτό το προσέφερε σε έναν έρανο. Για τις αρετές του αυτές έλαβε πολλά προσωνύμια. Η λαϊκή μούσα, μετά τις πρώτες νικηφόρες μάχες του, τον ονόμασε Τουρκοπελέκα. Τουρκοφάγος επονομάστηκε μετά τις μάχες στα Δολιανά και Δερβενάκια. Τον έλεγαν επίσης "Νέο Αχιλλέα" σαν γοργοπόδαρος που ήταν και τέλος Νικηταρά. Πέραν αυτών κέρδισε και την ποιητική καταξίωση με την επίκληση "Πού 'σαι και συ Νικηταρά, που 'χουν τα πόδια σου φτερά". Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου επέδειξε συνετή στάση κάνοντας πολλές συμφιλιωτικές παρεμβάσεις.
  Μετά την απελευθέρωση αγωνίστηκε ασταμάτητα για τη δικαίωση των αγωνιστών και τη διασφάλιση των δικαιωμάτων του λαού από ξένες επεμβάσεις. Ετσι κατά τη βαυβαροκρατία θα διωχθεί σαν συνωμότης κατά του Οθωνα, θα φυλακιστεί στο Παλαμήδι και θα εξοριστεί (1838-41), για να αμνηστευθεί και να ελευθερωθεί αργότερα. Λόγω των φυλακίσεων η υγεία του κλονίστηκε σοβαρά. Μάλιστα στη δίκη του το 1840 προσήχθη καθιστός από αδυναμία. Στη συνέχεια έλαβε μια πενιχρή σύνταξη και μετά από λίγα χρόνια πέθανε λησμονημένος.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Νικηταράς (Νικήτας Σταματελόπουλος)

(Μεγάλη Αναστάσοβα Μεσσηνίας, 1787 - Πειραιάς, 1849)
  Από τους σημαντικότερους οπλαρχηγούς του 1821, ανηψιός και στενός συνεργάτης του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Το 1805 μετά το θάνατο του αρματολού πατέρα του, ακολούθησε τον Κολοκοτρώνη στα Επτάνησα. Το 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και το Φεβρουάριο του 1821 βρισκόταν στην Καλαμάτα, έτοιμος για την κήρυξη της Επανάστασης. Μετά την απελευθέρωση της Καλαμάτας ο Νικηταράς με τον Παπαφλέσσα και τον Κολοκοτρώνη βάδισαν προς την Αρκαδία με σκοπό την άλωση της Τριπολιτσάς. Λίγες μέρες μετά τη μάχη στο Βαλτέτσι απέκρουσε στα Δολιανά την επίθεση 6000 Τούρκων που άφησαν στο πεδίο της μάχης 300 νεκρούς και το σύνολο των πυροβόλων τους. Τότε ονομάστηκε «Τουρκοφάγος». Το καλοκαίρι του 1822 μαζί με άλλους οπλαρχηγούς συνέτριψε το Δράμαλη. Η δράση του συνεχίστηκε στην Αττική και την Πελοπόννησο. Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου τάχθηκε με το μέρος του Κολοκοτρώνη. Μετά την άφιξη του Καποδίστρια υπήρξε από τους στενούς συνεργάτες του. Αν και ανήκε στη ρωσόφιλη παράταξη δεν έλαβε ενεργό μέρος στις πολιτικές διαμάχες, ήταν όμως σαφής η αντίθεσή του προς τους Βαυαρούς. Το 1839 συνελήφθη ως μέλος της «Φιλορθόδοξης Εταιρείας» που στρεφόταν εναντίον του Όθωνα, δικάστηκε, αθωώθηκε, ο βασιλιάς όμως διέταξε τον περιορισμό του στην Αίγινα. Μετά την Επανάσταση του 1843 ονομάστηκε υποστράτηγος και το 1847 γερουσιαστής. Πέθανε στον Πειραιά τυφλός και πάμφτωχος.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, της Βουλής των Ελλήνων


Αρχαιολόγοι

Ρωμαίος Κωνσταντίνος

ΒΟΥΡΒΟΥΡΑ (Χωριό) ΣΚΥΡΙΤΙΔΑ
1874 - 1966
  O Κ. Ρωμαίος ήταν αρχαιολόγος, καθηγητής Πανεπιστημίου και Ακαδημαϊκός. Γεννήθηκε στα Βούρβουρα Κυνουρίας το 1874 και πέθανε στην Αθήνα το 1966 σε ηλικία 92 ετών. Φοίτησε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1897, σε ηλικία 23 ετών, διορίστηκε σχολάρχης και παρέμεινε μέχρι το 1901. Στο διάστημα 1901 - 1904 πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές Αρχαιολογίας στα Πανεπιστήμια Βερολίνου, Μονάχου και Βόννης με τους Φούρτβαινγλερ, Κεκουλέ και Κάλκμαν.
  Το 1904 επέστρεψε στην Ελλάδα και το 1909 προσελήφθη στην Αρχαιολογική Υπηρεσία. Από το 1909 ώς το 1928 υπηρέτησε σε διάφορες αρχαιολογικές εφορίες, στην Πελοπόννησο, την Αιτωλοακαρνανία, την Ηπειρο, την Κέρκυρα και στην Αθήνα, πραγματοποιώντας σημαντικές ανασκαφές. Από το 1922 έως το 1925 ήταν Τμηματάρχης του Αρχαιολογικού Τμήματος στο Υπουργείο Παιδείας και το 1925 έως το 1928 Εφορος του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου. Το 1928 εξελέγη καθηγητής αρχαιολογίας στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, θέση στην οποία υπηρέτησε ώς το 1940. Στο Πανεπιστήμιο δίδαξε ιστορία της Αρχαίας Τέχνης. Το 1945 εξελέγη μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και το 1956 διετέλεσε πρόεδρός της. Ηταν επίσης επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Lyon και τακτικό μέλος του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου.
  Ο Ρωμαίος θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους Ελληνες αρχαιολόγους, τόσο χάρη στις πολυάριθμες και σημαντικές ανασκαφές όσο και στις μελέτες του. Η ανασκαφική του δραστηριότητα κάλυψε πολλές περιοχές της Ελλάδος, με σημαντικά αποτελέσματα. Επίσης συνέγραψε περισσότερες από 150 μελέτες αρχαιολογικού, ιστορικού και λαογραφικού περιεχομένου στα ελληνικά και στα γερμανικά. Μερικά από τα σημαντικότερα είναι "Ο έφηβος του Μαραθώνος", "Ευρήματα ανασκαφής του κέντρου της Πάρνηθος", "Ο Μακεδονικός τάφος της Βεργίνας", "Αι κόραι της Αιτολίας", κ.α.
  Στο Θέρμο, έδρα της Αιτωλικής Συμπολιτείας, απεκάλυψε το μεγάλο ιερό του Απόλλωνος Θερμίου. Στη γειτονική Καλυδώνα, απεκάλυψε το ιερό της Αρτέμιδος Λαφρίας, το Ηρώον της Καλυδώνος και άλλα σημαντικά κτίρια. Στην Κέρκυρα ανέσκαψε το ιερό της Αρτέμιδος, στο Εθνικό Μουσείο ασχολήθηκε με την μελέτη των κολοσσικών κούρων του Σουνίου και του χάλκινου αγάλματος εφήβου, που βρέθηκε στη θάλασσα του Μαραθώνος, και στη Μακεδονία, πραγματοποίσε έρευνες στο Καραμπουρνάκι Θεσσαλονίκης. Επίσης ήταν ο πρώτος Ελληνας ανασκαφέας της Βεργίνας. Το 1938 άρχισε ανασκαφές στο λεγόμενο ανάκτορο, όπου έφερε στο φως έναν μεγαλοπρεπή μακεδονικό τάφο, γνωστό σήμερα με το όνομα "Τάφος του Ρωμαίου".
  Το έργο του Κ. Ρωμαίου έχει τύχει μεγάλης διεθνούς επιστημονικής αναγνώρισης. Τα συγγράμματα του διατηρούν έως σήμερα την επιστημονική τους επικαιρότητα. Η φυσιογνωμία του και η όλη επιστημονική του δράση και αποτελούν σημείο αναφοράς και πρότυπο για την ελληνική Αρχαιολογία.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Γλύπτες

Cheirisophus

ΤΕΓΕΑ (Αρχαία πόλη) ΑΡΚΑΔΙΑ
Cheirisophus (Cheirisophos), a statuary in wood and probably in stone. A gilt wooden statue of Apollo Agyieus, made by him, stood at Tegea, and near it was a statue in stone of the artist himself, which was most probably also his own work (Paus. viii. 53.3). Pausanias knew nothing of his age or of his teacher; but front the way in which he mentions him in connexion with the Cretan school of Daedalus, and from his working both in wood and stone, he is probably to be placed with the latest of the Daedalian sculptors, such as Dipoenus and Scyllis (about B. C. 566). Bockh, considers the erection by the artist of his own statue as an indication of a later date; but his arguments are satisfactoily answered by Thiersch, who also shews that the reply of Hermann to Bockh, that Pausanias does not say that Cheirisophus made his own statue, is not satisfactory. Thiersch has also observed, that the name of Cheirisophus, like many other names of the early artists, is significant of skill in art (cheip, sophos). Other names of the same kind are, Daedalus (Daidalos) the son of Eupalamus (Eupalamos), Eucheir (Eucheir), Chersiphron (Chersiphron), and others. Now, granting that Daedalus is nothing more than a mythological personage, and that his name was merely symbolical, there can be no doubt that others of these artists really existed and bore these names, which were probably given to them in their infancy because they belonged to families in which art was hereditary. Thiersch quotes a parallel case in the names taken from navigation among the maritime people of Phaeacia (Hom. Od. viii. 112, &c.).
  Pausanias mentions also two shrines of Dionysus, an altar of Cora, and a temple of Apollo, but the way in which he speaks leaves it doubtful whether Cheirisophus erected these, as well as the statue of Apollo, or only the statue.

This text is from: A dictionary of Greek and Roman biography and mythology, 1873 (ed. William Smith). Cited Nov 2005 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks


Κόσσος Ιωάννης

ΤΡΙΠΟΛΗ (Πόλη) ΑΡΚΑΔΙΑ
1830 - 1873
Ο πρώτος ανδραντοποιός της νεότερης Ελλάδας.

Επιστήμονες

Γεώργιος Βαλκανάς

ΧΡΑΝΟΙ (Χωριό) ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΗ
  Ο Γ. Βαλκανάς γεννήθηκε στους Χράνους Αρκαδίας το 1927. Εζησε στην Αρκαδία κατά τη Γερμανική Κατοχή και 15-χρονος ακόμη (1942) μυήθηκε στην Εθνική Αντίσταση, συνειδητοποιώντας το βαθύτερο νόημα του αγώνα για την Ελευθερία.
Σπούδασε αμέσως μετά την απελευθέρωση στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, και σε ηλικία 25 ετών έλαβε Δίπλωμα Χημείας. Συνέχισε τις μεταπτυχιακές του σπουδές στο Imperial College του Λονδίνου και ακολούθως αναγορεύθηκε Διδάκτωρ της Χημείας από το Ομοσπονδιακό Πολυτεχνείο Ε.Τ.Η. της Ζυρίχης.
  Διετέλεσε Διευθυντής του Εργαστηρίου Βιομηχανικής Ερευνας της Ζυρίχης και παράλληλα επιστημονικός σύμβουλος βιομηχανικών εταιριών (RESEL A.E. , PROCOL A.E. ) που δραστηριοποιήθηκαν σε πρωτοποριακούς τομείς στην Ευρώπη, τις Η.Π.Α. και στην Ελλάδα.
  Επέστρεψε στην Ελλάδα μετά τη μεταπολίτευση του 1974 και εκλέχθηκε τακτικός Καθηγητής της Οργανικής Χημείας στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, με ιδιαίτερη ενασχόληση σε θέματα προστασίας του Περιβάλλοντος. Το σύγγραμά του για την Οικολογία θεωρείται ένα από τα πρώτα και πληρέστερα πανεπιστημιακά βιβλία στο είδος τους στην Ελλάδα, δημιουργώντας έτσι τη "σχολή Βαλκανά". Στις αρχές της δεκαετίας του '80 αναζήτησε και πάλι στην Αρκαδία ένα νέο νόημα ζωής. Το βρήκε με το νόστο στους Χράνους όπου μαζί με τους αδελφούς του έκανε την εξοχική του κατοικία-σπουδαστήριο, περνώντας εκεί έκτοτε σημαντικό μέρος του ελεύθερου χρόνου του. Την ίδια εποχή διετέλεσε Πρόεδρος της Παναρκαδικής Ομοσπονδίας Ελλάδος. Με τη σκέψη του προσηλωμένη στην οικολογική και "αειφόρο" αναδιάρθρωση και κοινωνικο-οικονομική ανάκαμψη της προβληματικής πελοποννησιακής ενδοχώρας, την οποία θεωρούσε "κλειδί" για τη διατήρηση της εθνικής ταυτότητας ολοκλήρου του Ελληνισμού, αναζήτησε πρακτικούς τρόπους επανενεργοποίησης της φθίνουσας τοπικής οικονομίας και της παραδοσιακής παραγωγικής δραστηριότητας. Μελέτησε σε βάθος το φαινόμενο και τις κοινωνικές στρεβλώσεις του εργασιακού "μονοψωνίου" της ΔΕΗ της περιοχής Μεγαλόπολης και προφητικά το 1985 διατύπωσε με έγκυρους επιστημονικούς όρους την άποψη, ότι ο τοπικός πληθυσμός θα μπορούσε να αποτελέσει ένα πανελλαδικό παράδειγμα επιτυχούς μετάβασης στην επερχόμενη "μεταβιομηχανική κοινωνία". Για το λόγο αυτό πρωτοστάτησε στην ίδρυση της πρότυπης συνεταιριστικής αγρο-βιομηχανικής επιχείρησης ΑΓΡΟΘΕΡΜ, της οποίας επί σειρά ετών διετέλεσε Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου. Εδωσε συγκεκριμένο επιστημονικό περιεχόμενο στον όρο "μεταλιγνιτική εποχή" και προδιέγραψε με σαφήνεια τις φάσεις μετεξέλιξης του ενεργειακού και περιβαλλοντικού τοπίου, τόσο σε εθνικό όσο και σε τοπικό επίπεδο.
  Σημαντικές δημιουργικές ιδέες, όπως το έργο Τηλεθέρμανσης της Μεγαλόπολης με συμπαραγωγή θερμότητας και ηλεκτρισμού από καλλιεργούμενα βιο-καύσιμα, η αξιοποίηση των αστικο-γεωργικών απορριμάτων για παραγωγή εδαφοβελτιωτικών υλικών και ενέργειας, η εκμετάλλευση της απορριπτόμενης θερμικής ενέργειας των εργοστασίων της ΔΕΗ σε καλλιεργητικές χρήσεις, θερμοκήπια και ιχθυοκαλλιέργειες, οφείλονται στις μακρές ερευνητικές εργασίες του Γιώργου Βαλκανά και των συνεργατών του, που συναποτέλεσαν την ηγετική ομάδα ΑΓΡΟΘΕΡΜ με έδρα στη Μεγαλόπολη.
  Οι μελέτες του Γ. Βαλκανά για την πυρολυτική αεριοποίηση του πτωχού λιγνιτικού κοιτάσματος της Μεγαλόπολης, ώστε να μετριασθεί δραστικά η εκτός ορίων ρύπανση της Ατμόσφαιρας και του Περιβάλλοντος, αλλά και να διπλασιασθεί ο βαθμός απόδοσης της ηλεκτροπαραγωγής, έγιναν αφορμή για την αναδιαμόρφωση σημαντικών τομέων της γενικότερης περιβαλλοντικής πολιτικής στην Ε.Ο.Κ. , όπου υποβλήθηκαν σε δύο φάσεις (1986 και 1988) με την αρωγή και ένθερμη συμπράσταση του τότε Γραμματέα της ΓΕΝΟΠ/ΔΕΗ κ. Κώστα Μανιάτη (από το Λεοντάρι Αρκαδίας) και των τέως Δημάρχων Μεγαλόπολης κ.κ. Η. Σορολή και Κ. Κακκαβά. Σήμερα, 15 χρόνια μετά, η απομονοπώληση της ηλεκτρικής ενέργειας και η θεσμική απελευθέρωση της Αγοράς Ενέργειας από τη ΔΕΗ, δικαιώνουν στο ακέραιο τον καθηγητή Γιώργο Βαλκανά και την επιστημονική ομάδα που εκείνος δημιούργησε και δίδαξε.
  Πολλές από τις δημιουργικές σκέψεις και προφητικές μελέτες του αείμνηστου Καθηγητή και Οικολόγου Γιώργου Βαλκανά, εξακολουθούν να είναι σήμερα ακόμη περισσότερο επίκαιρες και ζητούμενες, καθώς η πελοποννησιακή ενδοχώρα και η Αρκαδία ειδικότερα εισέρχονται στον 21ο αιώνα, υπό το διαρκώς επαπειλούμενο φάσμα της δημογραφικής, οικονομικής, πολιτισμικής και κοινωνικής κατάρρευσης.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Ζωγράφοι

Νέστωρ Βαρβέρης

ΛΕΩΝΙΔΙΟ (Κωμόπολη) ΚΥΝΟΥΡΙΑ
  Γεννήθηκε στο Λεωνίδιο το 1867 από γονείς Τσάκωνες και πέθανε το 1953. Ηταν κωφάλαλος εκ γενετής, γι`αυτό οι γονείς του προσπάθησαν να του βρουν μια τέχνη για να μπορέσει να ζήσει. Και αυτή ήταν του υποδηματοποιού. Ομως ο Βαρβέρης είχε άλλη επιθυμία και με την βοήθεια του τότε Μητροπολίτη Θεοκλήτου Α` πήγε να σπουδάσει στη Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα και κατόπιν στο Παρίσι, όπου απέσπασε το Α` βραβείο σε μολύβι και το Β` σε λάδι. Ταξίδεψε στη Γαλλία και στη Συρία.
  Ο Ν. Βαρβέρης με τις ελαιογραφίες του έδωσε χρώμα στις ρίζες μας. Δεν υπάρχει Τσακώνικο σπίτι που να μην έχει προσωπογραφία αγαπημένου προσώπου του, φτιαγμένη από τον Ν. Βαρβέρη.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Αντώνης Γκλινός

ΤΡΙΠΟΛΗ (Πόλη) ΑΡΚΑΔΙΑ
1936 - 1998
  Ο Αντώνης Γκλινός, Τριπολίτης ζωγράφος και συντηρητής έργων τέχνης, υπήρξε μια μεγάλη μορφή της ζωγραφικής και της συντήρησης έργων τέχνης. Γεννήθηκε το 1936 στην Τρίπολη. Σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας από όπου αποφοίτησε το 1958. Στη συνέχεια μετέβη στη Ρώμη όπου σπούδασε από το 1964 έως το 1967 στο Ινστιτούτο Παθολογίας του Βιβλίου. Συγχρόνως παρακολούθησε μαθήματα νωπογραφίας και συντήρησης τοιχογραφιών και φορητών εικόνων. Το 1979 διορίστηκε στο Υπουργείο Πολιτισμού ως ζωγράφος-συντηρητής , ειδικός στην παθολογία του βιβλίου. Το 1984 το υπουργείο Πολιτισμού τον στέλνει για μετεκπαίδευση στη Γερμανία με αντικείμενο τη συντήρηση του βιβλίου και του χαρτιού. Το 1988 γίνεται επίκουρος καθηγητής στο ΤΕΙ Αθηνών στη Σχολή Συντήρησης και Αποκατάστασης έργων Τέχνης και το 1995 εκλέγεται καθηγητής.
  Ο Αντώνης Γκλινός έχει οργανώσει δεκάδες εργαστηρίων συντήρησης χειρογράφων (όπως στην Ιερά Μονή της Αγίας Αικατερίνης στο Ορος Σινά , την Εθνική Βιβλιοθήκη , τα Κρατικά Αρχεία Αθηνών και Κέρκυρας ,τις Μονές του Αγίου Ορους και της Βόρειας Ελλάδας ). Επίσης συντέλεσε σημαντικά στη διάσωση , συντήρηση και αποκατάσταση πολλών βιβλίων και αρχείων (όπως το αρχείο Βλαχογιάννη της Ακαδημίας Αθηνών, τη Βιβλιοθήκη του Μετσοβίου Πολυτεχνείου, τα αρχεία του Κ.Κ.Ε κά).
Παράλληλα έχει παρουσιάσει το καλλιτεχνικό έργο του σε εννέα ατομικές και σε περισσότερες από 50 ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό (όπως στις πανελλήνιες εκθέσεις 1960, 1963, 1965, 1967, 1969, 1971, 1973, 1975, 1987, Η τέχνη κοντά στο παίδι, Ωδείο Αθηνών 1981, Σύγχρονη Ελληνική Τέχνη Σόφια 1987, Ελληνική Χαρακτική Βαρσοβία 1988, Στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Τριπόλεως το 1997 κλπ).
  Ο Αντώνης Γκλινός αγάπησε πολύ την Αρκαδία και μερικά από το έργα του έχουν αυτήν σαν αναφορά και έμπνευση. Πέθανε στις 11 Μαρτίου 1998 στο Νοσοκομείο Αθηνών "Ευαγγελισμός" και ετάφη στην Τρίπολη.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Ηθοποιοί

Μίμης Φωτόπουλος

ΖΑΤΟΥΝΑ (Χωριό) ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ
1913 - 1986
«Καλησπέρα μαέστρο, ήταν η φράση προς το Μίμη Φωτόπουλο, από όλους τους συντελεστές του θιάσου, όταν τον συναντούσαμε κάθε βράδυ στο θέατρο πριν από την παράσταση...» (Τάκης Παναγόπουλος, ηθοποιός)
Γιος του Νικολάου Φωτόπουλου από τη Ζάτουνα και της Αννας Παπαδοπούλου από το Αίγιο.
«...Πρωτοείδα το φως του ήλιου στη Ζάτουνα , ένα μικρό χωριό στην Ευρωπαϊκή Γορτυνία, όπως τη λέμε. 'Εγινε γνωστό στο εξωτερικο αυτό το χωριό οχι απο μένα φυσικά, αλλά το Μίκη Θεοδωράκη που στείλανε εκεί εξορία στην εφταετία. Οι σταθμοί έξω το λέγανε Ζατουνά, γαλλιστί... Γεννήθηκα την Κυριακή των Βαίων του 1913. Σημαδιακή μέρα. 'Ως τα τριάντα τρία χρόνια μου η ζωή μου δεν ήταν σπαρμένη με βάγια, αλλά με αγκάθια...»
Ο Μίμης, νωρίς ορφανός από πατέρα, τελείωσε το Γυμνάσιο στα Πευκάκια, κοντά στον Αγιο Νικόλα. Σπούδασε φιλολογία και νομικά χωρίς να πάρει πτυχίο αλλά αποφοίτησε απά τη δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Νυμφεύτηκε τη Μαργαρίτα το γένος Τσάλα από την Πάτρα και απέκτησαν δύο θυγατέρες, την Αννα και την Μαρία, και μία ευτυχισμένη οικογένεια.
Αρχισε τη θεατρική του σταδιοδρομία το 1932 στη «Λοκαντιέρα» με το θίασο Κουνελάκη. Πρωταγωνιστής πολλών θιάσων και θιασάρχης ο ίδιος από το 1952, συνεργάστηκε με πολλούς σκηνοθέτεc, όπως τον Κάρολο Κουν στα έργα «Πόθοι κάτω από τις λεύκες» του Ευγένιου Ο'Νηλ, «Παντρολογήματα» του Γκόγκολ, «Βυσινόκηπος» του Τσέχωφ, «Ταξιδιώτης χωρίς αποσκευές» του Ανουιγ, «Το παιδί με τη χρυσή βροχή» του Ουέτς, «Δον Καμίλλο» κ.α. Για τελευταία φορά εμφανίστηκε στο θέατρο το 1984 με την επιθεώρηση «Μια στο Καστρί και μια στο πέταλο»
Θα μας μείνει αξέχαστος με την κινηματογραφική του καριέρα, που υπήρξε πλούσια και μπορεί να πει κανείς ότι τον καθιέρωσε ως κωμικό πρώτου μεγέθους. 'Επαιξε συνολικά, σε 91 ταινίες, στην πλειοψηφία τους κωμωδίες. Εμφανίστηκε στη μεγάλη οθόνη στα τέλη τής δεκαετίας του 1940 και έπαιξε στίς ταινίες: «Κάλπικη λίρα», «Καημοί στη φτωχογειτονιά», "Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο», «Μαντάμ Σουσού», «Το Μεγάλο Κόλπο», «Μια Ιταλίδα στην Ελλάδα», «Ο Μισογύνης», «Ούτε γάτα ούτε ζημιά», «Ο Πατούχας», «Το σωφεράκι», «Ο Θεόδωρος και το δίκανο», «Οι απάχηδες των Αθηνών», «Βαφτιστικός», «Ο Γρουσούζης», «Ο Χαζομπαμπάς» κ.ά. Ο ίδιος έπαιξε στη μικρή οθόνη στη σειρά ο «Θείος Μίμης" και παρουσίασε τη δημοφιλή ραδιοφωνική σειρά της ΕΡΤ-2 με τίτλο «Πες μας Σωκράτη» σκορπώντας το γέλιο.
Ασχολήθηκε με την ποίηση και την πεζογραφία. Τα ποιήματά του τις περισσότερες φορές είναι εμπνευσμένα από τη ζωή των ηθοποιών και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι περισσότεροι για να εξασφαλίσουν τη ζωή τους. Το 1942 βραβεύτηκε με έπαινο σ' ένα κρατικό διαγωνισμό η ποιητική του συλλογή «ΜΠΟΥΛΟΥΚΙΑ» για την οποία ο γνωστός Γρηγ. Ξενόπουλος έγραψε: «Το βέβαιο είναι πως τα «ΜΠΟΥΛΟΥΚΙΑ» ήταν για μένα μια αποκάλυψη. Μου φανέρωσε ένα νέο ποιητή, τον κ. Μίμη Φωτόπουλο, που ξέρει να γράφει όχι μόνο με τέχνη παρά και με άκρα ειλικρίνεια, και τα ποιήματά του εκφράζουν έναν βαθύτατο πόνο, που τον αισθάνθηκε πρώτα-πρώτα ο ίδιος ο ποιητής και γιατί συγκινεί τόσο και τον αναγνώστη... Πολύ δίκαια η επιτροπή ξεχώρισε ένα ποιητικό έπαινο και τα «ΜΠΟΥΛΟΥΚΙΑ», του νέου ποιητή. Ακολούθησε την επομένη χρονιά η νέα του ποιητική συλλογή «ΣΚΛΗΡΑ ΤΡΙΟΛΕΤΑ». Το 1976 κυκλοφόρησαν τα νέα του ποιήματα «Ο θάνατος των ημερών» και τέλος το 1984 κυκλοφόρησε η ποιητική του συλλλογή «Μπαλλάντες του 'Ερωτα και του Θανάτου».
Από τα πεζογραφήματά του, στο βιβλίο του «Ελ Ταμπαι» περιγράφει την ομηρία του στο ομώνυμο στρατόπεδο στη Μέση Ανατολή κατά τη διάρκεια του πολέμου. Και το 1958 κυκλοφορεί το νέο του βιβλίο με τίτλο «25 χρονια Θεατρου». Στο αξιόλογο βιβλίο του το «Ποταμι της ζωής» που περιλαμβάνει συνεντεύξεις αλλά και αφηγήσεις και περιστατικά της ζωής του γράφει: «...Πρέπει ομως να κάνω μια διευκρίνηση. Δεν γράφω για να με πούνε λογοτέχνη. Γράφω γιατί μόνο η δημιουργία μου γεμίζει τη ζωή μου. Εγώ αντί να πηγαίνω στα καζίνα και στις κοσμικές συγκεντρώσεις, προτιμώ να γράφω και να ζωγραφίζω...»
Το πεζογραφικό του έργο διαπνέεται από ένα βαθύτατο ανθρωπισμό, με οξεία παρατηρητικότητα και φιλοσοφική ενατένιση της ζωής. 'Ηταν ένας καλλιτέχνης με πείσμα, με ιώβειο υπομονή και εργατικότητα. 'Ενας χαριτωμένος άνθρωπος ως τα γεράματά του.
Ως θιασάρχης πραγματοποίησε περιοδείες στην Αμερική, τη Γερμανία, την Αίγυπτο, την Τουρκία και την Κύπρο με μεγάλη επιτυχία και με μεγάλη ακροαματικότητα.
«...Πώς έγινα ζωγράφος. Δεν έγινα από μόνος μου. Η...χούντα με έκανε και να πώς. Στείλανε την γυναίκα μου στη Γυάρο, διότι ήταν δημοτική σύμβουλος της Αριστεράς στο Μαρούσι. 'Εμεινα με τις δυο κόρες μου, μικρές τότε, να τις φροντίζω τώρα που έλειπε η μάνα τους. Αλλά γενικά αυτή η στέρηση της ελευθερίας μου κόστισε πολύ. Τυχαία βρήκα κάτι σκάρτα γραμματόσημα κι άρχισα να κάνω, αφηρημένος, διάφορα διακοσμητικά σχήματα. Αυτό συνεχίστηκε κάμποσες μέρες. Προμηθεύτηκα κι άλλα σκάρτα γραμματόσημα και σιγά-σιγά άρχισα να φτιάχνω όλο και πιο ολοκληρωμένες παραστάσεις. Να μην τα πολυλογώ... πήραν έργα μου σε μια ομαδική έκθεση. Αρέσανε. Αγοραστήκανε και δύο. Και από εκεί και πέρα πήρα φόρα. 'Εφτασα τις δέκα εκθέσεις... 'Εχω πουλήσει πάνω απο εκατό πίνακες...»
Έργα ζωγραφικής σε λάδι καθώς και έργα ζωγραφικής απο κολάζ, της μοναδικής συλλογής γραμματοσήμων του παρουσιάστηκαν σε διάφορες εκθέσεις. Χρησιμοποίησε για τη ζωγραφική του χιλιάδες κομμάτια από γραμματόσημα, τα οποία με θαυμαστή υπομονή τοποθετούσε το ένα δίπλα στο άλλο για να δώσει τις μορφές, τα τοπία και τους κατάλληλους χρωματισμούς για να παρουσιάσει στο τέλος ολοκληρωμένα θέματα. Για την κατασκευή 50 πινάκων χρειάστηκε κάπου 100.000 γραμματόσημα! Ανάμεσα στα έργα του ξεχωρίζουν, τα αφιερώματα στη Ζάτουνα, τη Δημητσάνα και το Μαρούσι.
Απεβίωσε στις 29 Οκτωβρίου 1986 στο Μαρούσι όπου και κηδεύτηκε.
«Παίζω, γράφω, ζωγραφίζω για να εκτονώνομαι εγώ πρώτος».
Το κείμενο παρατίθεται τον Μάιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Συνδέσμου Ζατουνιτών

Θεατρικοί συγγραφείς

Συναδινός Παναγιώτης

ΤΡΙΠΟΛΗ (Πόλη) ΑΡΚΑΔΙΑ
1878 - 1959
  Ο Π. Συναδινός (1878-1959) υπήρξε λαμπρός φιλόλογος και θεατρικός συγγραφέας. Κατάγεται από την Στεμνίτσα της Αρκαδίας, ενώ γεννήθηκε στην Τρίπολη το 1878. Εργάστηκε από το 1904 έως το 1914 ως δημοσιογράφος και κατόπιν ως αρχισυντάκτης στην εφημερίδα Ακρόπολις του Βλάση Γαβριηλίδη, του οποίου παντρεύτηκε την κόρη. Κατόπιν ανέλαβε την διεύθυνση των εφημερίδων "Νέα Ελλάς" (1914), "Πρόδομος" (1919), και "Ακρόπολις" (1920-1922).
  Την δεκαετία του 1930 διετέλεσε μέλος της Καλλιτεχνικής Επιτροπής και Διευθυντής της Δημοτικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου και, μετά τον πόλεμο, Διευθυντής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Από το 1932 έως το 1946 διετέλεσε Πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων.
  Ο Π. Συναδινός είχε λαμπρή θητεία σαν θεατρικός συγγραφέας. Εγραψε θεατρικά έργα, κυρίως κωμωδίες και σατυρικά, πολλά από τα οποία γνώρισαν επιτυχία στη σκηνή με πρωταγωνιστές σημαντικούς ηθοποιούς όπως η Κοτοπούλη, η Κυβέλη, ο Αργυρόπυλος, ο Λογοθετίδης κ.ά. Οι τίτλοι τους ήταν: "Μπλόφες" (1911), "Ο Ταρταρίνος" (1912), "Ο Επιτήδειος" (1914), "Η τιμή του Γεωργίου" (1918), "Εσύ φταις" (1923), "Ο Καραγκιόζης" (1924), "Οι Πίνες"(1925), "Ο Μαικήνας" (1926), "Δεσποινίς δικηγόρος" (1932), "Εμείς τα Ζώα" (1931), "Κοσμικής κίνησις" (1932), "Γνωρίζετε ότι" (1933), "Αυτός είμαι" (1934), "Ο Παλιάτσος" (1934), "Συναγερμός" (1940), "Στην κάψα του καλοκαιριού" (1944), κ.ά.
  Διασκεύασε ακόμα για το Θέατρο την Οδύσσεια, τον "Ερωτόκριτο" (1929) και τον "Δον Κιχώτη" (1936) και έγραψε μια Ιστορία της Νεοελληνικής Μουσικής (1919).
  Το σπίτι όπου γεννήθηκε σώζεται ακόμα στην Τρίπολη, αν και σε κακή κατάσταση.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Ιατροί

Νικόλαος Χρ. Λαγοπάτης

  Ο Νικόλαος Λαγοπάτης υπήρξε Δήμαρχος της Τρίπολης την περίοδο 1899-1903. Συγκαταλέγεται μεταξύ των δημοτικών αρχόντων που είχαν στο ενεργητικό τους μία σειρά από σημαντικά δημόσια έργα που άλλαξαν την όψη του δήμου και σημάδεψαν με αυτά την όψη της πόλης για τα επόμενα χρόνια. Ο Νικόλαος Λαγοπάτης ήταν γιος του Χρήστου Δημητρίου Λαγοπάτη, γραμματέα του Επαρχείου, και της Αικατερίνης Ευγενίου Σταυροπούλου. Γεννήθηκε στην Τρίπολη και σπούδασε γιατρός στο Πανεπιστήμιο Αθηνών . Στη συνέχεια πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στο εξωτερκό. Παντρεύτηκε τη Ρόζα Μπαλάνου και εγκαταστάθηκε στην Τρίπολη όπου άσκησε με ευσυνειδησία και επιτυχία το ιατρικό επάγγελμα απολαμβάνοντας την εκτίμηση της τοπικής κοινωνίας.
  Η αγάπη του προς τα κοινά και το όραμά του για μια καλύτερη, σύγχρονη και ανθρώπινη πόλη τον ώθησε να θέσει υποψηφιότητα το 1899 για δήμαρχος της Τρίπολης. Αφού κέρδισε τις δημοτικές εκλογές έμεινε στο δημαρχιακό θώκο την περίοδο 1899-1903 και παρείγε θετικότατο έργο με μία σειρά από έργα που άλλαξαν την όψη της αρκαδικής πρωτεύουσας. Τα σημαντικότερα ήταν η ηλεκτροδότηση της πόλης και η αποπεράτωση του πάρκου της Πλατείας Aρεως, έργο που είχε ξεκινήσει ο θείος του Σωτήρης Λαγοπάτης, που ήταν υπάλληλος των φυλακών της Τρίπολης.
  Ο Νικόλαος Λαγοπάτης άφησε την τελευταία του πνοή το 1922, πιστός στον όρκο του Ιπποκράτη, αφού προσβλήθηκε από τύφο ο οποίος του μεταδόθηκε από ασθενείς του. Η προτομή του έχει τοποθετηθεί σε ένδειξη μνήμης και τιμής στην πλατεία του Aρεως, προς την πλευρά του πάρκου, για να θυμίζει στις νεότερες γενιές τον πρωτεργάτη ενός εξαίρετου έργου - ενός όμορφου πάρκου και μιας ωραίας πλατείας - που κοσμεί και κάνει περήφανη την Τρίπολη. Το όνομά του έχει δοθεί επίσης στο δρόμο της πόλης που καταλήγει στο σιδηροδρομικό σταθμό.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Ιστορικές προσωπικότητες

Παλαιών Πατρών Γερμανός

ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ (Χωριό) ΑΡΚΑΔΙΑ
27/3/1771 - 30/5/1826
  Ο μεγάλος αγωνιστής της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 μητροπολίτης Παλαιών Πατρών Γερμανός, ονομαζόταν Γεώργιος Γκόζιας και γεννήθηκε στη Δημητσάνα τη Μεγάλη Παρασκευή 25 Μαρτίου 1771. Τα παιδικά χρόνια του μικρού Γεωργίου Γκόζια ήταν χρόνια δύσκολα, αφού από το 1770 ολόκληρη η Πελοπόννησος δοκιμαζόταν από την θηριωδία των Αλβανών που εισέβαλαν στη χώρα με τα "Ορλωφικά" και που επί μία δεκαετία ανεξέλεγκτοι πραγματοποιούσαν βιαιοπραγίες κάθε μορφής, αρπαγές και εκβιασμούς, πράξεις από τις οποίες και χαρακτηρίστηκαν ως λαίλαπα του τόπου.
  Μετά την αποκατάσταση της τάξης που επήλθε το 1779, τα κτίρια της Σχολής ανακαινίστηκαν, η Σχολή άρχισε να λειτουργεί και πάλι και τη διεύθυνσή της ανέλαβε ο Αγάπιος Παπαδόπουλος ή Παπαντωνόπουλος, ο οποίος επί τριάντα δύο (32) χρόνια από τη θέση του διευθυντή της Σχολής, της έδωσε αίγλη και φήμη και την ανέδειξε σε ένα δυνατό εκπαιδευτικό ίδρυμα. Κοντά σ' αυτόν τον δάσκαλο είχε την τύχη να φοιτήσει ο Γερμανός στη Σχολή της Δημητσάνας, από την οποία αποφοίτησε το 1790 ή 1791 σε ηλικία είκοσι (20) ετών.
  Την εποχή εκείνη και ειδικότερα από το 1787, μητροπολίτης Αργολίδας ήταν ο Δημητσανίτης Ιάκωβος Πετράκης, που ήταν μορφωμένος με ανώτερες σπουδές στην Κωνσταντινούπολη. Η ιστορική έρευνα αναφέρει ότι, ο μητροπολίτης αυτός, ζήτησε από τον διευθυντή της Σχολής της πατρίδας του, Αγάπιο, ένα άτομο κατάλληλο για γραμματέα του και εκείνος του υπέδειξε τον νεαρό Γεώργιο Γκόζια. Η στενή παρουσία του νεαρού Γεωργίου Γκόζια δίπλα στο μητροπολίτη Ιάκωβο, είχε ως αποτέλεσμα τη χειροτονία του ως διάκονος και την αλλαγή του ονόματός του σε Γερμανός.
  Για την παραμονή του Γερμανού στο Αργος και την εκεί σταδιοδρομία του, οι διάφοροι βιογράφοι του Γερμανού παραθέτουν αρκετά αλλά όμως ατεκμηρίωτα στοιχεία. Ατεκμηρίωτο παραμένει επίσης και το έτος μετάβασής του στην Κωνσταντινούπολη. Εκείνο πάντως που έχει αξία και το οποίο προτάσσεται ως αναμφισβήτητο, είναι το γεγονός ότι ο Γερμανός πριν από τη χειροτονία του σε μητροπολίτη, παρακολούθησε ανώτερα μαθήματα στην περίφημη Πατριαρχική Σχολή Κουρούτσεσμε.
  Το έτος 1804, ο Γερμανός συμμετείχε σε μια ομάδα κληρικών με ανώτερη μόρφωση που ήταν μέλη της Πατριαρχικής Σχολής Κουρούτσεσμε, η οποία επιμελήθηκε και εξέδωσε ελληνικό λεξικό, το οποίο αργότερα χαρακτηρίστηκε ως "Κιβωτός της Ελληνικής Γλώσσης". Επικεφαλής της ομάδας αυτής ήταν ο μητροπολίτης Κυζίκου Ιωακείμ, ο οποίος ήταν ένας από τους αρχαιότερους δασκάλους της Πατριαρχικής Σχολής, μέλος της Πατριαρχικής Συνόδου και ο τελειότερος γνώστης των ελληνικών. Από τις ιστορικές πηγές, από τότε μαρτυρείται η ύπαρξη στενών σχέσεων του Γερμανού με τον μητροπολίτη Κυζίκου. Ο Ιωακείμ τον θεωρούσε άξιο της εμπιστοσύνης του, τον περιέλαβε με πολύ αγάπη, που αργότερα την εκδήλωσε έμπρακτα με τη στήριξή του στο πρόσωπο του Γερμανού.
  Μέσα στο δεύτερο δεκαπενθήμερο του Μαρτίου του έτους 1806, πιθανόν στις 25, ο αφοσιωμένος στον παραιτηθέντα μητροπολίτη Κυζίκου Ιωακείμ, Γερμανός, εκλέχτηκε σε ηλικία τριάντα έξι (36) ετών μητροπολίτης Παλαιών Πατρών. Η ενθρόνιση του Γερμανού στην Πάτρα έγινε τον Μάιο του 1806. Κατά τον ερχομό του Γερμανού στην Πάτρα, η υποδοχή που του επιφύλαξαν οι πιστοί ήταν μεγάλη. Στην Πάτρα ο Γερμανός άσκησε με μεγάλη επιτυχία την ποιμαντορία του στον υπόδουλο λαό, ο οποίος τον περιέλαβε με μεγάλη αγάπη, με σεβασμό, με εκτίμηση και αφοσίωση. Κατά τα έτη 1815-1817, ο Γερμανός διετέλεσε και μέλος της πατριαρχικής Συνόδου της Κωνσταντινούπολης.
  Η συμβολή του Παλαιών Πατρών Γερμανού στον αγώνα των Ελλήνων για την απελευθέρωσή τους από τον Τουρκικό ζυγό, ξεκίνησε με τη μύησή του στη Φιλική Εταιρεία, που χρονολογικά έχει τοποθετηθεί την 1η Νοεμβρίου 1818. Στα χρόνια της προετοιμασίας του αγώνα, ο Παλαιών Πατρών Γερμανός έδινε παντού το δυναμικό του παρόν.
  Επίσημα, το εναρκτήριο έναυσμα της ελληνικής επανάστασης δόθηκε από την Πάτρα, πιθανότατα στις 25 Μαρτίου 1821, όπου πραγματοποιήθηκε η τελετή υψώσεως και ευλογίας των επαναστατημένων όπλων. Στην πλατεία του Αγίου Γεωργίου, σε μια μεγαλειώδη συγκέντρωση όπου ο Γερμανός είχε το γενικό πρόσταγμα, τοποθέτησε φρουρούς, ίδρυσε έναν πρόχειρο βωμό για την τοποθέτηση του Τιμίου Σταυρού, ευλόγησε τα όπλα και την πρώτη υποτυπώδη ελληνική σημαία, έκανε δέηση για το ξεκίνημα του αγώνα της ελευθερίας, για τους αγωνιστές αλλά και για τα θύματα, κατέλυσε τη νηστεία και μέσα σε έναν έξαλλο ενθουσιασμό όπλισε με θάρρος και ηρωικό μένος τον λαό, σκορπίζοντας ιερά ρίγη με επαναστατικά συνθήματα και όρκους. Το πλήθος ασπάζονταν το Σταυρό και ορκίζονταν ζητωκραυγάζοντας "ΖΗΤΩ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ". Με τον τρόπο αυτό ο Γερμανός έδινε περιεχόμενο στον αγώνα για χάρη της πίστης και της πατρίδας και εμπότιζε την ψυχή των αγωνιστών με ιερόν θυμό, με ενθουσιασμό και δύναμη. Την επομένη, στις 26 Μαρτίου 1821, ο Γερμανός έστειλε στους πρόξενους των ξένων δυνάμεων εγκύκλιο με θέμα τον σκοπό της εξέγερσης ζητώντας την εύνοια και την προστασία των κρατών τους.
  Τον Οκτώβριο του 1822, μαζί με τον Γ. Μαυρομιχάλη, αναχώρησε για τη Ρώμη, ως απεσταλμένος του αγωνιζόμενου Έθνους για την ενημέρωση της γειτονικής Ιταλίας και του Βατικανού. Εκτός αυτού, οι δύο άνδρες είχαν επωμιστεί να έλθουν σε επαφή και να ενημερώσουν όλους τους ισχυρούς και επιφανείς πατριώτες που ζούσαν στο εξωτερικό, κάνοντας με τον τρόπο αυτό γνωστή την πρόθεση των Ελλήνων για Ελευθερία και αποκομίζοντας κάθε είδους υποστήριξη από αυτούς και από τα ξένα κράτη. Η παρουσία και η φωνή των δύο ανδρών σε διπλωματική αποστολή στο εξωτερικό, στην ουσία λειτούργησε σαν επίσημο διπλωματικό γραφείο της Ελληνικής επανάστασης στην Ευρώπη. Με τον τρόπο αυτό, ο Γερμανός έγινε η επίσημη φωνή της επαναστατημένης Ελλάδας στο εξωτερικό, ενέργεια η οποία είχε ως αποτέλεσμα να επιφέρει στην επανάσταση αρκετά οφέλη. Στη Ρώμη ο Παλαιών Πατρών Γερμανός παρέμεινε μέχρι τα μέσα Ιουνίου του 1824.
  Η επιστροφή του Γερμανού στην Ελλάδα, του επιφύλαξε απροσδόκητες ταλαιπωρίες, αφού γύρω του μαίνονταν ο εμφύλιος σπαραγμός. Ο ίδιος ανήμπορος να αντιδράσει, αφού οι παραινέσεις του δεν γίνονταν αποδεκτές, αποκαρδιωμένος αποσύρθηκε στη μονή της Χρυσοποδαρίτισσας. Εκεί, με εντολή του στρατηγού Γκούρα, οι στρατιώτες τον απήγαγαν με βία σαν κατάδικο και τον έσυραν πεζό μέχρι τη Γαστούνη, μέσα στο χειμώνα του 1825. Η ενέργεια αυτή είχε ως αποτέλεσμα να χάσει τα υπάρχοντά του, ενώ η διαπόμπευσή του αυτή του κλόνισε σοβαρά την υγεία. Αργότερα, η ιστορική έρευνα βρίσκει τον Γερμανό στο Ναύπλιο να ενεργοποιείται ως μέλος της Γ' Εθνοσυνέλευσης της Επιδαύρου.
  Στο Ναύπλιο ο Γερμανός ασθένησε από λοιμώδη νόσο από την οποία και απεβίωσε στις 30 Μαΐου 1826. Αργότερα, το λείψανό του μεταφέρθηκε στη γενέτειρά του Δημητσάνα, τοποθετήθηκε σε ορειχάλκινη λάρνακα και από τότε φυλάσσεται στη μεγάλη αίθουσα της Δημόσιας Βιβλιοθήκης της Σχολής της Δημητσάνας. Το 1930 προς τιμή του Γερμανού, οι νεότεροι Δημητσανίτες ίδρυσαν στη γενέτειρά του επιβλητικό μνημείο. Στη θέση Καλλιθέα, σε μαρμάρινο βάθρο στήθηκε ο χάλκινος ανδριάντας του, ενώ στη βάση του βάθρου τοποθετήθηκαν συμβολικά δυο μαρμάρινα αγάλματα. Το ένα με τη μορφή της θλιμμένης Ελλάδας και το άλλο του Έλληνα αγωνιστή, έργο του Ιταλού Caparelo. Αλλά και στην Πάτρα εκεί που ο Γερμανός ευλόγησε τα επαναστατημένα ελληνικά όπλα, οι Πατρινοί προς τιμήν του, του έστησαν τον ανδριάντα του στη θέση Ψηλά Αλώνια.
  Η αγάπη του Γερμανού για τη γενέτειρά του και τους συμπατριώτες του, αποδείχτηκε έμπρακτα πολλές φορές, άλλοτε ενισχύοντας ηθικά και οικονομικά τη Σχολή της Δημητσάνας και άλλοτε αναλαμβάνοντας τις δαπάνες κατασκευής του υδραγωγείου της πόλης και μιας γέφυρας στο Λούσιο.
  Στα τελευταία χρόνια του ο Παλαιών Πατρών Γερμανός έγραψε τα απομνημονεύματά του, τα οποία δημοσιεύτηκαν για πρώτη φορά το 1837. Τα απομνημονεύματα του Παλαιών Πατρών Γερμανού, καθώς επίσης και ολοκληρωμένη βιογραφία του, έχουν εκδοθεί σε τόμο από τις εκδόσεις της Δημόσιας Βιβλιοθήκης της Σχολής Δημητσάνας με τίτλο: Μητροπολίτου Παλαιών Πατρών Γερμανού, ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ, Φωτοτυπική επανέκδοσις (εκ της β' εκδόσεως), Επιμέλεια - Εισαγωγή - Ευρετήριον Ιωάννας Γιανναροπούλου Τάσου Αθ. Γριτσοπούλου, Αθήναι 1975.
Κείμενο: Γεώργιος Παν. Θεοχάρης.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Δημητσάνης


(Δημητσάνα 1771 ­ Ναύπλιο 1826)
  Ιεράρχης, φιλικός και εξέχουσα φυσιογνωμία του Αγώνα με δράση κοινωνική και πνευματική. Φοίτησε αρχικά στην περίφημη Σχολή της γενέτειράς του Δημητσάνας και μετά στο ´Aργος και τη Σχολή της Σμύρνης. Στη μυστική συνέλευση της Βοστίτσας (26 έως 30 Ιανουαρίου) τάχθηκε υπέρ της αναβολής του Αγώνα και ήρθε σε σύγκρουση με τον Παπαφλέσσα του οποίου το πάθος και τον επαναστατικό ενθουσιασμό θεωρούσε επικίνδυνα. Στις 23 Μαρτίου στην πλατεία του Αγίου Γεωργίου της Πάτρας ευλόγησε τη σημαία και τα όπλα των αγωνιστών και είχε ρόλο διαπραγματευτικό μεταξύ Τούρκων και Ελλήνων κατά την παράδοση της Τριπολιτσάς.
  Με εντολή της Α´ Εθνοσυνέλευσης ανέλαβε, χωρίς επιτυχία, διπλωματική αποστολή στην Ιταλία για να εξασφαλίσει την οικονομική βοήθεια του Πάπα προς το αγωνιζόμενο έθνος. Tην περίοδο των εμφυλίων συγκρούσεων προσπάθησε να συνδιαλλάξει τους αντιπάλους και είχε ενεργή συμμετοχή στις εργασίες της Γ´ Εθνοσυνέλευσης (1826) ως «πρόεδρος της επιτροπής της Συνελεύσεως». Η δράση του διακόπηκε από το θάνατό του, στις 30 Μαΐου 1826, μετά από ολιγοήμερη ασθένεια. Τα Απομνημονεύματά του θεωρούνται μια από τις καλύτερες ιστορικές πηγές για την Eλληνική Επανάσταση.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Βουλής των Ελλήνων


Ιστορικοί

Πολύβιος

ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΙΣ (Αρχαία πόλη) ΑΡΚΑΔΙΑ
200 - 118
Ο Πολύβιος ήταν γιος του Λυκόρτα. Υπήρχε στη Μεγαλόπολη σκαλισμένη εικόνα του και ελεγείο που έλεγε ότι είχε γυρίσει πολλά μέρη του κόσμου και πως χρησιμοποίησε τη φιλία του με τους Ρωμαίους υπέρ των Ελλήνων. Ανέφερε επίσης ότι στο ιστορικό βιβλίο του ασχολήθηκε με τον πόλεμο των Ρωμαίων κατά των Καρχηδονίων. Ο Πολύβιος ήταν φίλος και σύμβουλος του Σκιπίωνα, καθώς και ρυθμιστής του πολιτεύματος των πόλεων-μελών της Αχαϊκής Συμπολιτείας και νομοθέτης τους (Παυσ. 8,30,8-9).

  Ο ιστορικός Πολύβιος γεννήθηκε στη Μεγαλόπολη το 202 π.Χ. και είχε αριστοκρατική καταγωγή. Ο πατέρας του ήταν ο Λυκόρτας επιφανής στρατηγός της αττικής συμμαχίας, πολιτικός και ηγέτης του ιππικού της αχαϊκής συμπολιτείας. Ο ίδιος αναδείχτηκε έτσι σε ανώτατα αξιώματα της συμπολιτείας.
  Αν και αρχικά στάθηκε ουδέτερος απέναντι σους πολέμους των Ρωμαίων κατά των Μακεδόνων, στη συνέχεια έδειξε φιλορωμαϊκή στάση. Αλλά μετά τη νίκη των Ρωμαίων στην Πύδνα (168 π.Χ.), συκοφαντήθηκε από αντιπάλους ως εχθρός των Ρωμαίων και εξορίστηκετο 167 π.Χ. στη Ρώμη για 16 χρόνια, μαζί με 1000 ακόμα Έλληνες της αχαϊκής κοινωνίας. Εεκί γνωρίστηκε με το νεώτερό του Σκιπίωνα (Scipio Africanus), ο οποίος αγαπούσε πολύ τον ελληνικό πολιτισμό. Σταδιακά ο Πολύβιος εξελίχθηκε σε θαυμαστή της δύναμης και του μεγαλείου της Ρώμης.
  Η φιλία του με τον Σκιπίωνα του επέτρεψε μάλιστα να βοηθήσει τους υπόλοιπους εξόριστους συμπατριώτες του, όπως και να ακολουθήσει το φίλο του σε διάφορες πολεμικές εκστρατείες. Έτσι μεταξύ άλλων παρακολούθησε το 146 την καταστροφή της Καρχιδόνας και της Κορίνθου. Μετά την καταστροφή της Κορίνθου ο Πολύβιος εισηγήθηκε στο Σκιπίωνα ευμενή μεταχείριση των Κορινθίων, πράγμα που αυτοί του ανταπέδωσαν με ένα μαρμάρινο άγαλμα.
  Λόγω της εμπλοκής του με τα ανώτερα επίπεδα της ρωμαϊκής εξουσίας, άρχισε να συλλέγει πληροφορίες για τα γεγονότα του καιρού του από επίσημα έγγραφα, όπως και από διηγήσεις μαρτύρων. Μετά την επιστροφή του από την εξορία, άρχισε να γράφει μια σειρά από 40 βιβλία με τίτλο «Καθολική Ιστορία», όπου εξιστορεί τα γεγονότα από το έτος 264 π.Χ. σε συνολικό συσχετισμό με τις εξελίξεις στον τότε γνωστό κόσμο. Στόχος της προσπάθειάς του ήταν να παρουσιάσει την ανάδειξη της Ρώμης σε παγκόσμια δύναμη και την ιστορική της αποστολή να ανασυγκροτήσει το μεσογειακό χώρο, μετά την παρακμή των ελληνικών πόλεων.
  Τα 5 πρώτα από τα βιβλία του έχουν διασωθεί στο σύνολό τους, ενώ από τα υπόλοιπα σώζονται αποσπάσματα. Το έργο του αποτελεί πολύτιμη πηγή για την ιστορική έρευνα της εποχής του.
  Ο Πολύβιος πέθανε το 120 π.Χ. σε ηλικία 82 ετών μετά από τραυματισμό του κατά την πτώση από άλογο.

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιούνιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


   Polybious, (Polubios). One of the most important Greek historians, born about B.C. 204 at Megalopolis; the son of Lycortas, general of the Achaean League in 185-184 and after 183. Through his father, and his father's friend Philopoemen, he early acquired a deep insight into military and political affairs, and was afterwards intrusted with high federal offices, such as the commandership of the cavalry, the highest position next to the federal generalship. In this capacity he directed his efforts towards maintaining the independence of the Achaean League. As the chief representative of the policy of neutrality during the war of the Romans against Perseus of Macedonia, he attracted the suspicion of the Romans, and was one of the 1000 noble Achaeans who in 166 were transported to Rome as hostages, and detained there for seventeen years. In Rome, by virtue of his high culture, he was admitted to the most distinguished houses, in particular to that of Aemilius Paulus, the conqueror in the Macedonian War, who intrusted him with the education of his sons, Fabius and the younger Scipio. He was on terms of the most cordial friendship with the latter, whose counsellor he became. Through Scipio's intercession in 150, Polybius obtained leave to return to his home with those of the Achaeans who still survived; but in the very next year he went with his friend to Africa, and was present at the capture of Carthage, B.C. 146. After the destruction of Corinth in the same year, he returned to his native land, and made use of his credit with the Romans to lighten, as far as he could, the lot of his unfortunate countrymen. When Greece was converted into a Roman province, he was intrusted with the difficult task of organizing the new form of government in the Greek towns, and in this office gained for himself the highest recognition both from the conquerors and from the conquered, the latter rewarding his services by setting up statues to him and by other marks of honour. The pedestal of such a statue has been discovered at Olympia. The succeeding years he seems to have spent in Rome, engaged on the completion of his historical work, and occasionally undertaking long journeys through the Mediterranean countries in the interest of his history, more particularly with a view to obtaining actual ocular knowledge of historical sites. After the death of his patron he returned to Greece, and died in 122, at the age of eighty-two, in consequence of a fall from his horse.
    During his long sojourn in Rome, his study of the history and constitution of Rome, as well as his personal experiences, inspired him with the conviction that the Roman people owed the magnificent development of their power, not to fortune, but to their own fitness, and to the excellence of their political and military institutions, as compared with those of other States, and that therefore their rapid rise to world-wide dominion had been in some measure an historical necessity. In order to enlighten his countrymen on this point, and thereby to supply them with a certain consolation for their fate, he composed his history (Pragmateia) of the period between B.C. 220 and 146, in forty books. Of these the first two are in the form of an Introduction, and give a compendium of events in Italy, Africa, and Greece, from the destruction of Rome by the Gauls to the First Punic War, thus recording the rise of the Roman supremacy. The first main division (books iii.-xxx.) contained in synchronistic arrangement the occurrences from 220 to 168--that is, of the time in which Rome was founding its world-wide dominion through the Hannibalian, Macedonian, Syrian, and Spanish Wars. The second described the maintenance and consolidation of this dominion against the attempts to overthrow it in the years 168-146. Of this work only books i.-v. have been preserved in a complete form; of the rest we possess merely fragments and epitomes. This is especially to be regretted in those parts in which Polybius narrates events which came within his own experience. He is the first representative of that particular type of historical composition, which does not merely recount the several facts and phenomena in chronological order, but goes back to the causes of events, and sets forth their results. His work rests upon a knowledge of the art of war and of politics, such as few ancient historians possessed; upon a careful examination of tradition, conducted with keen criticism; partly also upon what he had himself seen, and upon the communications of eye-witnesses and actors in the events. It sets forth the course of occurrences with clearness, penetration, sound judgment, and love of truth, and, among the circumstances affecting the result, lays especial stress on the geographical conditions. It belongs, therefore, to the greatest productions of ancient historical writing, though, in respect to language and style, it does not attain the standard of Attic prose. The language is often wanting in purity, and the style is stiff and inharmonious.

This text is from: Harry Thurston Peck, Harpers Dictionary of Classical Antiquities. Cited Oct 2002 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks


Acestodorus

Acestodorus (Akestodoros), a Greek historical writer, who is cited by Plutarch (Them. 13), and whose work.contained, as it appears, an account of the battle of Salamis among other things. The time at which he lived is unknown. Stephanus (s. v. Megale polis) speaks of an Acestodorus of Megalopolis, who wrote a work on cities (peri poleon), but whether this is the same as the above-mentioned writer is not clear.

Κωμικοί ποιητές

Lysippus

ΑΡΚΑΔΙΑ (Αρχαία περιοχή) ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ
Lysippus (Lusippos). An Arcadian, a comic poet of the old Comedy. His date is fixed by the marble Didascalia, edited by Odericus, at 01. lxxxvi. 2, B. C. 434, when he gained the first prize with his Katachienai; and this agrees with Athenaeus, who mentions him in conjunction with Callias (viii.). Besides the katachenai, we have the titles of his Bakchai (Suid., Eudoc.), which is often quoted, and his Thursokomos (Suid.). Vossius de Poet. Graec. p. 227) has followed the error of Eudocia, in making Lysippus a tragic poet. Besides his comedies he wrote some beautiful verses in praise of the Athenians, which are quoted by Dicaearchus.

Phormis

ΜΑΙΝΑΛΟΣ (Αρχαία πόλη) ΦΑΛΑΝΘΟΣ
  Respecting Phormis we fortunately possess some very important facts. In the first place, like Epicharmus he was neither a born Megarian nor even a Sicilian, and was most certainly not a Dorian, for we know from Pausanias that he was a native of Maenalus in Arcadia, that from thence he emigrated to Sicily to the court of Gelon, son of Deinomenes, and that by distinguishing himself in the campaign of that king and afterwards in those of his brother Hieron, he attained to such wealth that he was able to set up certain dedications at Olympia seen there by Pausanias, and others also at Delphi. Those at Olympia were statues of two horses, each with a groom beside it. There were also three statues of Phormis himself in a row, confronting in each case a foeman. The legend on these set forth that they were dedicated by Lycortas of Syracuse, apparently a friend and admirer. Like Aeschylus, the true founder of Attic tragedy, and Cyril Tourneur, one of the most potent spirits of the Elizabethan drama, Phormis was thus a soldier as well as a dramatist. Indeed, in view of the fact that the Arcadians in every age went forth in considerable numbers from their native mountains, like the Highlanders of Scotland, to take service with any one who wanted a man who could wield a good spear and draw a good sword, it was probable in such a capacity that Phormis went to seek and found his fortune at the court of Gelon. According to Suidas he became a member of that monarch's household and tutor to his children, and wrote eight comedies--Admetus, Alcinous, The Fall of Ilium, Perseus, Cepheus or Cephaleia, Alcyones, Hippus and Atalanta. From their names it is obvious that his plays were all burlesque of familiar epic and tragic themes, not excepting that on his own national heroine, Atalanta. He was the first who arrayed a (comic) actor in a robe reaching to the feet, and employed a background (skene) adorned with skins dyed red. The use in Comedy for the first time of long dignified robes was probably, like the plot, a consequence of the burlesquing of heroic themes.

Alfred Bates, ed.
This text is cited July 2003 from the TheatreHistory URL below.


...Among them are those dedicated by the Maenalian Phormis. He crossed to Sicily from Maenalus to serve Gelon the son of Deinomenes. Distinguishing himself in the campaigns of Gelon and afterwards of his brother Hieron, he reached such a pitch of prosperity that he dedicated not only these offerings at Olympia, but also others dedicated to Apollo at Delphi. The offerings at Olympia are two horses and two charioteers, a charioteer standing by the side of each of the horses. The first horse and man are by Dionysius of Argos, the second are the work of Simon of Aegina. On the side of the first of the horses is an inscription, the first part of which is not metrical. It runs thus:
Phormis dedicated me, An Arcadian of Maenalus, now of Syracuse.
...Among these offerings is Phormis himself opposed to an enemy, and next are figures of him fighting a second and again a third. On them it is written that the soldier fighting is Phormis of Maenalus, and that he who dedicated the offerings was Lycortas of Syracuse. Clearly this Lycortas dedicated them out of friendship for Phormis. These offerings of Lycortas are also called by the Greeks offerings of Phormis. The Hermes carrying the ram under his arm, with a helmet on his head, and clad in tunic and cloak, is not one of the offerings of Phormis, but has been given to the god by the Arcadians of Pheneus. The inscription says that the artist was Onatas of Aegina helped by Calliteles, who I think was a pupil or son of Onatas.

This extract is from: Pausanias. Description of Greece (ed. W.H.S. Jones, Litt.D., & H.A. Ormerod, 1918). Cited June 2004 from The Perseus Project URL below, which contains comments & interesting hyperlinks.


Λαογράφοι

Θανάσης Κωστάκης

ΠΕΡΑ ΜΕΛΑΝΑ (Χωριό) ΑΠΟΛΛΩΝ
  Λαογράφος, ιστορικός. Γεννήθηκε στα Πέρα Μέλανα Αρκαδίας το 1907. Ως καθηγητής φιλόλογος δίδαξε σε διάφορα γυμνάσια της Αθήνας και κατέληξε στην Ακαδημία Αθηνών, ως συντάκτης του Ιστορικού Λεξικού της Ακαδημίας. Ασχολήθηκε κυρίως με τη λαογραφία της Τσακωνιάς και με την καταγραφή στοιχείων για την Τσακώνικη διάλεκτο. Τελευταία του επιστημονική εργασία είναι η έκδοση του τρίτομου Λεξικού της Τσακώνικης Διαλέκτου, για το οποίο του απονεμήθηκε βραβείο από την Ακαδημία Αθηνών. Επίσης, ασχολήθηκε με την καταγραφή ιστορικών στοιχείων από το Μιστί Καππαδοκίας.
  Συμμετείχε σε πολλά επιστημονικά συνέδρια σχετικά με τη λαογραφία, τη γλωσσολογία και τον πολιτισμό, όπου μετέφερε την εμπειρία του και τα αποτελέσματα των ερευνών του για την Τσακωνιά και την Τσακώνικη διάλεκτο. Μερικά από τα έργα του είναι : Τα τσακώνικα της Προποντίδας (1983), Τσακώνικη λαϊκή αρχιτεκτονική (1961), Βάτικα και Χαβουτσί, τα τσακωνοχώρια της Προποντίδας (1979) κ.ά.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Λογοτέχνες

Δημοσθένης Βαλαβάνης

ΚΑΡΥΤΑΙΝΑ (Χωριό) ΓΟΡΤΥΣ
1824 - 1854
Φοιτητής της Ιατρικής. Εγραψε αξιόλογα ποιήματα ενώ παράλληλα ασχολήθηκε και με τον πεζό λόγο. Πέθανε πολύ νέος σε ηλικία 33 χρονών από φυματίωση.

Γιώργος Σαραντάρης

ΛΕΩΝΙΔΙΟ (Κωμόπολη) ΚΥΝΟΥΡΙΑ
1907 - 1941
  Ποιητής. Ελκει την καταγωγή του το Λεωνίδιο. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1907 και έζησε από το 1910 ως το 1931 στην Ιταλία. Σπούδασε Νομικά στα Πανεπιστήμια της Μπολώνια και της Ματσεράτα, όπου πήρε και διδακτορικό δίπλωμα. Το 1931 εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα και πρωτοεμφανίστηκε στα Ελληνικά Γράμματα το 1933 με το διήγημα "Μάρθας Βίος". Στον πόλεμο του 1940-41 υπηρέτησε ως απλός στρατιώτης στην πρώτη γραμμή. Αρρωστος βαριά από κοιλιακό τύφο, μεταφέρθηκε από το Αλβανικό μέτωπο στην Αθήνα, όπου και πέθανε στις 26 Φεβρουαρίου 1941.
  Εξέδωσε το πεζό "Γράμματα σε μια γυναίκα" και τις ποιητικές συλλογές "Οι αγάπες του χρόνου" (1933), "Τα Ουράνια" (1934), "Αστέρια" (1935), "Στους φίλους μιας άλλης χαράς" (1940). Υπήρξε ποιητής απόλυτος και με έντονη τη συναίσθηση του προορισμού του ως δημιουργού. Ο Σαραντάρης άφησε πίσω του ένα έργο γεμάτο εικόνες αρρητόρευτου λυρισμού, που οριοθετείται από τις λέξεις- κλειδιά: Φως- θάλασσα- ουρανός- αέρας- έρωτας- γη- γυναίκα.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Ελισσάβετ Ψαρά

  Ποιήτρια, ζωγράφος και δημοσιογράφος. Γεννήθηκε στο Λεωνίδιο το 1895 και πέθανε στην Αθήνα το 1972. Ως δημοσιογράφος εργάσθηκε στην εφημερίδα "Ταχυδρόμος" της Αλεξάνδρειας. Η πρώτη της ποιητική συλλογή (κυκλοφόρησε το 1935), "Ρόδα και φλόγες", απέσπασε τον Φιλολογικό έπαινο από την Ακαδημία Αθηνών.
  Στη συνέχεια κυκλοφόρησε άλλες ποιητικές συλλογές: "Στα φτερά της νίκης"(1940), " Ή τάν ή επι τάς"(1942), " Θαλασσοπούλια"(1953), "Μυρωμένα βράδια"(1957) κ.ά., καθώς και διηγήματα, όπως "Η πολεμική Αλεξάνδρεια". Εχει μεταφράσει στα ελληνικά πολλά ξένα ποιήματα.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Κώστας Ουράνης

1890 - 1953
  Ο Κώστας Ουράνης, ποιητής και πεζογράφος, είναι ένας απ' τους πρώτους και τους πιο χαρακτηριστικούς εκπροσώπους της σχολής του νεορομαντισμού. Το πραγματικό του όνομα ήταν Κώστας Νιάρχος ή, όπως το άλλαξε ο ίδιος, Νέαρχος. Γεννήθηκε το 1890 στην Κωνσταντινούπολη. Ο πατέρας του Νικόλαος Νιάρχος καταγόταν από την Κουνουπιά της Κυνουρίας και η μητέρα του Αγγελική Γιαννούση από το Λεωνίδιο. Στο Λεωνίδιο έζησε τα παιδικά του χρόνια και τελείωσε το δημοτικό σχολείο. Στη συνέχεια φοίτησε στο Γυμνάσιο Ναυπλίου, κατόπιν πήγε στην Κωνσταντινούπολη όπου συνέχισε στη Ροβέρτειο Σχολή και στο ιδιωτικό Λύκειο Χατζηχρήστου από όπου και αποφοίτησε. Σε ηλικία 18 χρονών ήρθε στην Αθήνα όπου εργάστηκε για λίγο στην εφημερίδα "Ακρόπολη". Κατόπιν, έφυγε στο εξωτερικό για σπουδές τις οποίες παραμέλησε λόγω της μεγάλης αγάπης του στα ταξίδια.
  Ενώ βρισκόταν στο Παρίσι, αρρώστησε από φυματίωση και με συμβουλή των γιατρών παρέμεινε δύο χρόνια στο Νταβός της Ελβετίας. Εκεί γνώρισε την Πορτογαλλίδα Μανουέλα Σαντιάγκο και την παντρεύτηκε. Μετά από λίγα χρόνια χώρισε. Στη συνέχεια ξαναπαντρεύτηκε με τη συγγραφέα και κριτικό Ελένη Νεγρεπόντη (γνωστή και με το ψευδώνυμο Αλκης Θρύλος). Το 1920 διορίστηκε γενικός πρόξενος στη Λισσαβώνα και το 1924 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα εξασκώντας τη δημοσιογραφία σαν χρονογράφος, συντάκτης, ανταποκριτής ή έκτακτος απεσταλμένος. Υπήρξε διευθυντής της εφημερίδας "Ελεύθερος Λόγος" και τακτικός συνεργάτης στις εφημερίδες "Ελεύθερος Τύπος", "Ελεύθερον Βήμα" και ταυτόχρονα στον "Εθνικό Kήρυκα" της Αμερικής. Σαν ανταποκριτής και δημοσιογράφος ταξίδεψε σ' όλο τον κόσμο και με αναφορά τα ταξίδια του έγραψε ταξιδιωτικά βιβλία. Παράλληλα αντιμετώπιζε προβλήματα με την μόνιμα κλονισμένη υγεία του. Η κατάσταση της υγείας του επιδεινώθηκε μετά την κατοχή. Από τότε, χρειάστηκε να νοσηλευθεί κατά καιρούς στο σανατόριο Παπανικολάου, στα Μελίσσια Αττικής. Στο σανατόριο αυτό πέθανε στις 12 Ιουλίου 1953 από καρδιακή προσβολή.
  Ο Ουράνης ασχολήθηκε με την ποίηση και με την ταξιδιωτική κυρίως πεζογραφία. Επίσης έγραψε διηγήματα, κριτικές μελέτες, μικρές πρόζες, και δοκίμια, με ξεχωριστή επίδοση σε θέματα των εικαστικών τεχνών. Τέλος ασχολήθηκε με τη μετάφραση ξένων έργων. Το πρώτο του ποίημα (εμπνευσμένο από την καταστροφή της Αγχιάλου) το έγραψε σε ηλικία 14 χρονών, όταν φοιτούσε στη Ροβέρτειο Σχολή. Πρωτοεδημοσίευσε ποιήματά του τον Δεκέμβριο του 1908 στο περιοδικό "Ελλάς". Στη συνέχεια συνεργάστηκε με το "Ημερολόγιον Ελλάδος" και με ένα μεγάλο αριθμό περιοδικών: "Δάφνη", "Ο Νουμάς", "Καλλιτέχνης", "Γράμματα" και "Νέα Ζωή" της Αλεξάνδρειας, "Νέοι", "Μούσα", "Παναθήναια", (Αμερικής), "Μπουκέτο", "Οικογένεια", "Ημερολόγιον του Μπουκέτου", "Κυριακή του Ελεύθέρου Βήματος", "Ελληνικά Γράμματα", "Πειθαρχία", "Νέα Εστία", "Σήμερα", "Νεοελληνικά Γράμματα", "Ορίζοντες", στη "Φιλολογική Πρωτοχρονιά". Επίσης έγραψε και στις εφημερίδες: "Ακρόπολις", "Νέα Ελλάς", "Ελεύθερος Τύπος", "Ελεύθερος Λόγος", "Δημοκρατία", "Ελεύθερον Βήμα", "Πρωία", "Αθηναϊκά Νέα", "Η Καθημερινή" κ.α.
  Το έργο του Κ. Ουράνη αποτελείται κύρια από τις ποιητικές συλλογές "Σαν όνειρα" (1909), "Spleen" (1912) και "Νοσταλγίες" (1920), την κριτική μελέτη "Κάρολος Μπωντλαίρ" (Αλεξάνδρεια 1918), τα ταξιδιωτικά βιβλία "Sol y Sombra" (1934), "Σινά, το Θεοβάδιστον Ορος" (1944), "Γλαυκοί Δρόμοι" (1947), "Ταξίδια στην Ελλάδα" (1949) και τη μυθιστορηματική βιογραφία "Αχιλλεύς Παράσχος".

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Μουσικοί

Echembrotus

ΑΡΚΑΔΙΑ (Αρχαία περιοχή) ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ
Echembrotus, (Echembrotos), an Arcadian flute-player (auloidos), who gained a prize in the Pythian games about Ol. 48. 3 (B. C. 586), and dedicated a tripod to the Theban Heracles, with an inscription which is preserved in Pausanias (x. 7.3), and from which we learn that he won the prize by his melic poems and elegies, which were sung to the accompaniment of the flute.

Βασίλης Παπακωνσταντίνου

ΒΑΣΤΑΣ (Χωριό) ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΗ
  Ο μουσικός και τραγουδιστής Βασίλης Παπακωνστανίνου γεννήθηκε το 1950 στο χωριό Βάστα της Μεγαλόπολης. Το 1957 η οικογένειά του μετακόμισε στην Αθήνα, όπου αργότερα ο ίδιος θα σταδιοδρομήσει σαν μουσικός και τραγουδιστής. Αρχισε να ασχολείται με τη μουσική από τα 12 του χρόνια. Σε ηλικία 19 χρονών ασχολήθηκε με το Νέο Κύμα και συνεργάστηκε με τους Σοφία Βόσσου, Κώστα Χατζή, Μιχάλη Βιολάρη, Καίτη Χωματά και Γιώργο Ζωγράφο. Το 1973, μετά την στρατιωτική του θητεία, μεταβαίνει στην Γερμανία (Φρανκφούρτη και Μόναχο) για να λάβει μέρος και να τραγουδήσει σε αντιδικτατορικές εκδηλώσεις και σε φοιτητικά στέκια. Στη συνέχεια θα πάει στη Γαλλία, όπου θα γνωριστεί το 1974 με το Μίκη Θεοδωράκη. Η συνεργασία τους θα αρχίσει μετά από δύο χρόνια. Με την πτώση της χούντας επιστρέφει στην Ελλάδα και αρχίζει ουσιαστικά την επαγγελματική του πορεία στο τραγούδι.
  Η πρώτη του δισκογραφική συμμετοχή είναι στο δίσκο "Προδομένος Λαός" του Μίκη Θεοδωράκη το 1974. Την ίδια χρονιά συμμετέχει στο δίσκο "Τραγούδια του Δρόμου" του Μάνου Λοϊζου ("Τρίτος Παγκόσμιος" και "Στρατιώτης") . Το 1975 συμμετείχε στο δίσκο "Εχθρός Λαός" του Θεοδωράκη και στα "Αγροτικά" του Μπακαλάκου. Το 1976 ερμήνευσε τα τραγούδια της "Εξορίας" του Θεοδωράκη. Τραγούδησε επίσης στα "Νέγρικα" του Μάνου Λοΐζου και Γιάννη Νεγρεπόντη. Το 1977 μετείχε σε συναυλίες μαζί με τον Θεοδωράκη στη Γαλλία και Γερμανία και με τον Μάνο Λοΐζο στη Σουηδία και Αμερική.
  Το 1978 κυκλοφόρησε τον πρώτο προσωπικό του δίσκο ("Βασίλης Παπακωνσταντίνου"). Σε αυτόν, όπως και στον επόμενο "Φοβάμαι", αρχίζει να δείχνει τις επιρροές του απο την rock μουσική. Τα επόμενα χρόνια ακολούθησαν πολλές ακόμα δισκογραφικές του δουλειές, με τις οποίες καθιερώθηκε σαν μια σημαντική και ξεχωριστή παρουσία στο χώρο της ελληνικής μουσικής.
  Αργότερα συνεργάστηκε με τον Νικόλα Ασιμο και συμμετείχε στο πρώτο του άλμπουμ "Ξαναπές". Το 1984 ηχογράφησε το άλμπουμ "Διαίρεση" εισάγοντας το δικό του προσωπικό ήχο και ερμηνευτικό ύφος στην Ελληνική μουσική. Ηδη από τα μέσα του 80 ο Παπακωνσταντίνου έχει καθιερωθεί σαν ένας απο τους κορυφαίους Ελληνες τραγουδιστές. Στα τέλη του 80 κυκλοφορεί το δίσκος "Χορεύω". Συνεργάστηκε εκ νέου με τον Ασιμο στο άλμπουμ του τελευταίου "Φαλιμέντο του κόσμου". Αργότερα ηχογράφησε το άλμπουμ "Σφεντόνα". Το 1994 ακολούθησε το "Δεν Σηκώνει", όπου συνεργάστηκε με τους Α. Αλκαίο, Χ. Κροκίδη, Β. Γιαννόπουλο, Σ. Μεσιμέρη, Α. Μάνου, Ο. Ιωάννου και Μ. Μάτσα. Το 1997 ηχογραφεί το "Πες μου ενα ψέμα ν' αποκοιμηθώ"και το 1999 το "Να με φωνάξεις". Το 2000 ηχογραφεί σε συνεργασία με τον Θάνο Μικρούτσικο το άλμπουμ "Θάλασσα στην σκάλα". Η τελευταία του δουλειά είναι το άλμπουμ "Χαμένες Αγάπες" σε μουσική Χ. Κροκίδη και στίχους Β. Γιαννόπουλου.
  Είναι παντρεμένος με την ηθοποιό Ελένη Ράντου και έχει μια κόρη.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Δημήτρης Μητρόπουλος

ΜΕΛΙΣΣΟΠΕΤΡΑ (Χωριό) ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ
1896 - 1960
  O Δημήτρης Μητρόπουλος είναι από τους σημαντικώτερους νεώτερους Ελληνες συνθέτες και μαέστρους και κατατάσσεται σαν ένας από τους κορυφαίους μαέστρους του 20ου αιώνα. Οι ερμηνείες που έδωσε άφησαν εποχή.
  Με καταγωγή από το χωριό Μελισσόπετρα Γορτυνίας, ο Δημήτρης Μητρόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1896. Μόνο ερείπια από το πατρικό του σπίτι στην Μελισσόπετρα σώζονται σήμερα. Σπούδασε αρχικά πιάνο και σύνθεση στο Ωδείο Αθηνών και στη συνέχεια στις Βρυξέλλες και στο Βερολίνο.
  Ως αρχιμουσικός διηύθυνε την ορχήστρα του Ελληνικού ωδείου (1924-1925), την ορχήστρα του Συλλόγου Συναυλιών (1925-1927) και έως το 1939 την ορχήστρα του Ωδείου Αθηνών. Στη συνέχεια, εγκαταστάθηκε στην Αμερική. Εγινε μουσικός διευθυντής της Συμφωνικής Ορχήστρας της Μινεάπολης και από το 1949-1957 εργάστηκε ως μόνιμος διευθυντής της Φιλαρμονικής της Ν.Υόρκης. Παράλληλα, διηύθυνε και στα μεγαλύτερα μουσικά κέντρα του κόσμου.
  O Δημήτρης Μητρόπουλος έγραψε εξπρεσιονιστικά και ατονικά, αλλά σταμάτησε τη σύνθεση και αφιερώθηκε στη διεύθυνση ορχήστρας. Εκανε πρόβες με την ορχήστρα χωρίς παρτιτούρα, γιατί ήξερε απ' έξω τις φωνές όλων των οργάνων. Το συνθετικό έργο του Δ. Μητρόπουλου είναι επηρεασμένο από τις σύγχρονες μουσικές τάσεις της εποχής του. Εργα του: "Η ψυχή μου", "Η ελληνική σονάτα", "Τέσσερις Κυθηραϊκοί χοροί", η όπερα "Βεατρίκη", η οποία ανέβηκε για πρώτη φορά το 1919 στο Δημοτικό Θέατρο Αθηνών. Ο Δ. Μητρόπουλος διακρίθηκε και ως πιανίστας. Πέθανε το 1960 κατά τη διάρκεια μιας πρόβας με την ορχήστρα της Σκάλας του Μιλάνου.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Αγέλαος, 6ος αιώνας π.Χ.

ΤΕΓΕΑ (Αρχαία πόλη) ΑΡΚΑΔΙΑ
Κιθαρωδός, ο πρώτος που καθιέρωσε το σόλο κιθάρας χωρίς τραγούδι.

Clonas

Clonas (Klonas), a poet, and one of the earliest musicians of Greece, was claimed by the Arcadians as a native of Tegea, but by the Boeotians as a native of Thebes. His age is not quite certain; but he probably lived a little later than Terpander, or he was his younger contemporary (about 620 B. C.). He excelled in the music of the flute, which he is thought by some to have introduced into Greece from Asia. As might be expected from the connexion between elegiac poetry and the flute music, he is reckoned among the elegiac poets. Among the pieces of music which he composed was one called Elegos. To him are ascribed the invention of the Apothetos and Schoenium, and of Proshodiai. Mention is made of a choral song in which he used all the three ancient modes of music, so that the first strophe was Dorian, the second Phrygian, and the third Lydian. (Plut. de Mus.; Heracl. Pont.; Paus. x. 7.3).

This text is from: A dictionary of Greek and Roman biography and mythology, 1873 (ed. William Smith). Cited Nov 2005 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks


Νομοθέτες

Νικόλαος Δημητρακόπουλος

ΚΑΡΥΤΑΙΝΑ (Χωριό) ΓΟΡΤΥΣ
1864 - 1921
Γεννήθηκε το 1864 στην Καρύταινα. Θεωρείται ο 'Νομοδιδάσκαλος' του Εθνους και ο Αναμορφωτής της Ελληνικής Δικαιοσύνης. Φοίτησε στη Φιλοσοφική και στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος το 1910 του εμπιστεύθηκε το Υπουργείο Δικαιοσύνης. Κατόπιν ίδρυσε δικό του κόμμα. Οι μελέτες του έχουν ταξινομηθεί σε τρεις (3) μεγάλους τόμους 'Νομικών Ενασχολήσεων. Απεβίωσε το 1921.

Αντιφάνης, Κρίσος, Τυρωνίδας και Πυρρίας

ΤΕΓΕΑ (Αρχαία πόλη) ΑΡΚΑΔΙΑ
Νομοθέτες της Τεγέας. Ανάγλυφη παράστασή τους υπήρχε στο Ναό της Αφροδίτης "μέσα στο πλινθίον" στην αγορά της Τεγέας (Παυσ. 8,48,1).

Οικιστές

Hieronymus and Eucampidas

ΜΑΙΝΑΛΟΣ (Αρχαία πόλη) ΦΑΛΑΝΘΟΣ
Maenalians, founders of Megalopolis (Paus. 8.27.2)

Eucampidas, (Eukampidas), less properly Eucalpidas (Eukalpidas), an Arcadian of Maenalus, is mentioned by Demosthenes as one of those who, for the sake of private gain, became the instruments of Philip of Macedon in sapping the independence of their country. Polybius censures Demosthenes for his injustice in bringing so sweeping a charge against a number of distinguished men, and defends the Arcadians and Messenians in particular for their connexion with Philip At the worst, he says, they are chargeable only with an error of judgment, in not seeing what was best for their country; and he thinks that, even in this point, they were justified by the result, --as if the result might not have been different, had they taken a different course. (Dem. de Cor.; Polyb. xvii. 14.) Eucampidas is mentioned by Pausanias (viii. 27) as one of those who led the Maenalian settlers to Megalopolis, to form part of the population of the new city, B. C. 371.

This text is from: A dictionary of Greek and Roman biography and mythology, 1873 (ed. William Smith). Cited Oct 2005 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks


Οικονομολόγοι

Αγγελόπουλος Aγγελος

ΒΛΑΧΟΡΡΑΠΤΗ (Χωριό) ΓΟΡΤΥΣ
1904
  Ο Αγγελος Αγγελόπουλος γεννήθηκε στο χωριό Βλαχορράπτη Γορτυνίας το 1904. Είναι γόνος της μεγάλης οικονομικής δυναστείας των Αγγελόπουλων. Ο πατέρας του Θεόδωρος, που υπήρξε και ο γενάρχης της, ήταν ταχυδρομικός υπάλληλος και διετέλεσε πρόεδρος της κοινότητας του χωριού του. Απέκτησε εκτός από τον Αγγελο άλλους τρεις γιους. Το 1918 ξεκίνησε από το χωριό του με πενιχρά οικονομικά και σε διάστημα λίγων ετών, το 1932, ίδρυσε μαζί με τα παιδιά του τα "Ελληνικά Συρματουργεία"και τη ¨Βιομηχανία Ξύλου" και μετά την κατοχή, το 1948, την "Χαλυβουργική Α.Ε". Μάλιστα η παράδοση θέλει την οικογένειά του συγγενή με του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε'.
  Ο Αγγελος σπούδασε πολιτικές και οικονομικές επιστήμες στην ΑΣΟΕ και στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας. Στο τελευταίο πήρε διδακτορικό δίπλωμα και στη συνέχεια παρακολούθησε ανώτερες σπουδές στη Γαλλία. Ερχόμενος στην Ελλάδα διετέλεσε διευθυντής του Ανώτατου Οικονομικού Συμβουλίου από το 1931-1934. Το 1933 έγινε υφηγητής και το 1936 καθηγητής της Δημόσιας Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
  Στην κατοχή έλαβε μέρος στην Εθνική Αντίσταση και συμμετείχε σαν Γραμματέας Οικονομικών στην Κυβέρνηση ΠΕΕΑ και στο συνέδριο το Λιβάνου. Μετά την απελευθέρωση διετέλεσε υφυπουργός Οικονομικών στην πρώτη μεταπολεμική κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου, έως το Δεκέμβριο του 1944. Το 1960 ίδρυσε την Ελληνική Εταιρία Προγραμματισμού της οποίας διετέλεσε πρόεδρος έως το 1967. Το 1961 έγινε καθηγητής της Οικονομικής Πολιτικής στην Πάντειο Σχολή, όπου δίδαξε μέχρι το 1967. Στο πραξικόπημα των συνταγματαρχών παραιτήθηκε. Μετά την μεταπολίτευση, τον Αύγουστο του 1974 ανέλαβε Διοικητής της Εθνικής Τράπεζας. Σε όλη την καριέρα του ανέπτυξε σημαντική επιστημονική δράση, με συμμετοχή σε πολλά διεθνή συνέδρια, συγγρραφή επιστημονικών μελετών και άρθρων, δίνοντας διαλέξεις και μαθήματα στην Ελλάδα και σε πολλά Πανεπιστήμια του εξωτερικού.
  Υπήρξε μέλος των Διεθνούς Ιντιτούτου Στατιστικής, της Δημόσιας Οικονομίας, του Δημοσιονομικού Δικαίου, του Δημογραφικού Ινστιτούτου, της Εκτελεστικής Επιτροπής του Διεθνούς Κέντρου Ανάπτυξης κ.λ.π. Σαν επιστέγασμα της λαμπρής του σταδιοδρομίας, το 1974 εκλέχτηκε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Πεζογράφοι

Θανάσης Βαλτινός

ΚΑΡΑΤΟΥΛΑΣ (Χωριό) ΑΣΤΡΟΣ
1932
  Ο Θανάσης Βαλτινός, πεζογράφος και συγγραφέας, γεννήθηκε το 1932 στo χωριό Καράτουλα της Κυνουρίας. Στα δύσκολα χρόνια της κατοχής και του εμφυλίου η οικογένειά του αναγκάσηκε να μετακινηθεί κατά σειρά στη Σπάρτη, Γύθειο και Τρίπολη. Στην τελευταία έβγαλε το Γυμνάσιο. Το 1950 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου ζει και εργάζεται μέχρι σήμερα. Σπούδασε κινηματογράφο. Μετά το 1974 έζησε κατά διαστήματα στο εξωτερικό (Αγγλία, Δυτικό Βερολίνο και ΗΠΑ) καλεσμένος από πανεπιστήμια και άλλα πνευματικά ιδρύματα.
  Το έργο του έχει, όπως και ο ίδιος, άρρηκτη σχέση με την Αρκαδία και την Τρίπολη από όπου αντλεί πολλές από τις εμπνεύσεις του. Στα περισσότερα έργα του αναδύεται η τοπογραφία της μυθικής Τρίπολης. Ηδη, το 1947, την εποχή του εμφυλίου, όταν εφοιτούσε στην έκτη τάξη του Οκταταξίου Γυμνασίου, άρχισε να γράφει το διήγημα "Εθισμός στην νικοτίνη", όπου με δωρική γλώσσα περιγράφει και τον άλλον εθισμό, αυτόν του έρωτα, "πέρα από τις γραμμές, πάνω στην παλιά άσφαλτο προς Τεγέα", κοντά στο σιδηροδρομικό σταθμό. Οταν στην πλατεία Αρεως, μπροστά στο Δικαστικό Μέγαρο, από την καρότσα ενός καμιονιού άδειαζαν τα πτώματα των "συμμοριτών"...
  Στο έργο του κυριαρχεί η πρόθεση να αναδείξει τη φυσιογνωμία ενός κόσμου δεμένου με την πατρογονική γη, την ιστορία και την παράδοση. Ο συγγραφέας για να διομορφώσει τα αναγκαία περάσματα του συλλογικού μύθου ανάπλασε την τοπογραφία της Τρίπολης. Ενδεικτικά δείγματα είναι ο "Εθισμός στην νικοτίνη" και η "Ορθοκωστά", όπου η Τρίπολη είναι ο κύριος αφηγηματικός του χώρος. Ο Θ. Βαλτινός έχει γράψει και εκδόσει πολλά άλλα μυθιστορήματα και διηγήματα, όπως "Η Κάθοδος των Εννιά", "Συναξάρι Αντρέα Κορδοπάτη", "Στοιχεία για τη δεκαετία του '60", το Αλσος των Μυροφόρων, "Victoria A", "Μπλε βαθύ σχεδόν μαύρο", "Συναξάρι Ανδρέα Κορδοπάτη, Βιβλίο δεύτερο: Βαλκανικοί - ’22" (εκδόσεις Ωκεανίδα), "Ημερολόγιο 1836-2011" (2001) και άλλα. . Για το βιβλίο "Στοιχεία για τη δεκαετία του '60" τιμήθηκε με το Α' Κρατικό βραβείο μυθιστορήματος το 1990. Τέλος έχει προταθεί από την επιτροπή επιλογής για το βραβείο λογοτεχνίας του 2001, για το βιβλίο του "Συναξάρι Ανδρέα Κορδοπάτη, Βιβλίο δεύτερο: Βαλκανικοί - ’22".
  Παράλληλα έχει ασχοληθεί με μεταφράσεις και έχει γράψει σενάρια για τον κινηματογράφο. Εχει μεταφράσει τις Τρωάδες του Ευριπίδη και την Ορέστεια του Αισχύλου, που παίχτηκαν από το θέατρο Τέχνης στην Επίδαυρο (το 1979 και το 1980 αντιστοίχως) σε σκηνοθεσία του Καρόλου Κουν. Εγραψε επίσης το σενάριο για την ταινία «Ταξίδι στα Κύθηρα» για το οποίο βραβεύθηκε στο Φεστιβάλ των Κανών το 1984 . Τέλος έχει συμμετάσχει σε πολλές ελληνικές και διεθνείς εκθέσεις βιβλίου στην Ελλάδα και στο εξωτερικό
  Ο Θ. Βαλτινός είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Επιστημών και Τεχνών, της Εταιρείας Συγγραφέων, της οποίας υπήρξε πρόεδρος επί σειρά ετών. Βιβλία του έχουν μεταφραστεί σε αρκετές γλώσσες και έχουν κυκλοφορήσει στη Γερμανία. Γαλλία, Σουηδία. Ολλανδία, Τουρκία. Αμερική, κ.ά.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Γιάννης Πάνου

ΤΡΙΠΟΛΗ (Πόλη) ΑΡΚΑΔΙΑ
1943 - 1998
  Ο Γιάννης Πάνου, Παναγιωτόπουλος είναι το πραγματικό του επίθετο, είναι από τις πλέον διακριτικές παρουσίες στη σύγχρονη ελληνική πεζογραφία. Γεννήθηκε το 1943 στην Τρίπολη της Αρκαδίας, όπου και έκανε τις εγκύκλιες σπουδές του. Οι γονείς του ήταν από τα Δολιανά. Σπούδασε πολιτικός μηχανικός στο Πολυτεχνείο Θεσσαλονίκης, αλλά δεν πήρε ποτέ τοδίπλωμά του αφούτον κέρδισε η λογοτεχνία.
  Εζησε και συνδέθηκε δυνατά με την πόλη της Θεσσαλονίκης μέχρι το 1986. στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στην Αθήνα όπου έζησε και εργάστηκε μέχρι το θάνατό του. Το 1971 εμφανίζεται για πρώτη φορά στην ομαδική αντιδικτατορική έκδοση Νέα Κείμενα.
  Το Μάιο του 1981 κυκλοφόρησε το μυθιστόρημά του " ...από το στόμα της παλιάς Remington...". Μεγάλο μέρος του βιβλίου αναφέρεται στην Αρκαδία και ιδιαίτερα στα Δολιανά. Το μυθιστόρημα διατρέχει την Ελληνική κοινωνία για μία ολόκληρη πεντηκονταετία (1910-1960) Το έργο του αυτό δέχτηκε εγκωμιαστικές κριτικές (Μαρωνίτης κ.ά), κυκλοφόρησε σε 4 εκδόσεις μεχρι σήμερα και τείνει να περιβληθεί την αχλύ ενός μύθου.
  Ο συγγραφέας συνεργάστηκε επίσης στην τακτική στήλη "Περίπατοι στις πολιτείες" του περιοδικού "Το Τέταρτο", ξεναγώντας τους αναγνώστες στην Τρίπολη, με ένα δικό του ιδιόμορφο τρόπο με το κείμενό του "Τρίπολη, μια περιήγηση" (περ. Τέταρτο, τ. 20, 1986). Με βαθιά γνώση της πόλης του, ο Γιάννης Πάνου δίνει με το κείμενο αυτό μια έξοχη κατάδυση στο χώρο και στο χρόνο, αποτυπώνοντας τις πτυχές της ζωής και της ψυχής της.
  To 1998, μετά από παύση πολλών ετών, κυκλοφόρησε το δεύτερο βιβλίο του η "Ιστορία των Μεταμορφώσεων ", το οποίο προκάλεσε θαυμασμό και αμηχανία. Παράλληλα γνώρισε μεγάλη εκδοτική επιτυχία και είχε αλεπάλληλες επανεκδόσεις. Το βιβλίο αναφέρεται σε μια περιπλάνηση στο χρόνο, στις ιδέες , στη μορφή και στη γνώση. Οι κριτικές συγκλίνουν και είναι και πάλι εγκωμιαστικές: "από τις σημαντικές στιγμές του Ελληνικού μυθιστορήματος". Λίγο αργότερα, τον Οκτώβριο του 1998, ο Γιάννης Πάνου πέθανε σε ηλικία 55 χρονών.
  Ο κριτικός λόγος αναγνώρισε στο πρόσωπό του ένα σημαντικό Ελληνα συγγραφέα. Συγκεκριμένα, κριτικά κείμενα και σχόλια για το έργο του γράφτηκαν από τους Δ. Μαρωνίτη (Βήμα), Γ. Βέλτσο (Βήμα), Τζίνα Πολίτη (Νέα Εστία), Κώστα Βούλγαρη (Πολίτης, Αυγή, Καθημερινή), Μ. Σαββίδη (Βήμα), Πάνο Θεοδωρίδη (Θεσσαλονίκη), Παντελή Μπουκάλα (Καθημεινή) και Πέγκη Κουνενάκη. (Καθημερινή).
Πρόσφατα, (Φεβουάριος 2000) κατά την τελετή των εγκαινίων του αναπαλαιωμένου σπιτιού του Κ. Καρυωτάκη στην Τρίπολη φιλοξενήθηκε προς τιμήν του έκθεση του έργου του.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Ποιητές

Agathyllus

ΑΡΚΑΔΙΑ (Αρχαία περιοχή) ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ
(Agathullos), of Arcadia, a Greek elegiac poet, who is quoted by Dionysius in reference to the history of Aeneas and the foundation of Rome. Some of his verses are preserved by Dionysius. (i. 49, 72.)

Σωτήριος Παπαντωνίου

ΘΩΚΝΙΑ (Χωριό) ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΗ
1921
  Ο Σωτήριος Παπαντωνίου του Βασιλείου, γεννήθηκε στη Θωκνεία Μεγαλουπόλεως Αρκαδίας το έτος 1921. Την ίδια χρονιά εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στις Σέρρες. Φοίτησε στο 1ο Δημοτικό Σχολείο και εν συνέχεια στο 1ο μικτό Γυμνάσιο Σερρών στην Δικτατορία Μεταξά.
  Συμμετέχοντας σε παμμαθητική αποχή εκ των μαθημάτων, το έτος 1936 αποβλήθηκε από το Γυμνάσιο και του απαγορεύθηκε η εγγραφή του σε άλλο της ελληνικής επικράτειας. Το γεγονός αυτό ανάγκασε τον Παπαντωνίου να εγγραφεί στη Σχολή ?Ήφαιστος?, Τμήμα Μηχανολογίας στην Αθήνα (Πλατεία Βάθης). Η έκρηξη του πολέμου αποτέλεσε την αιτία διακοπής των σπουδών του. Στα χρόνια της κατοχής εντάσσεται στο ΕΑΜ και στο ΕΛΑΣ.
  Η απελευθέρωση τον βρίσκει στις Σέρρες όπου και ασχολείται με θεατρικές και κινηματογραφικές επιχειρήσεις. Στα χρόνια της δικτατορίας του Παπαδόπουλου λόγω που διώκεται από το καθεστώς ξενιτεύεται στην Αυστραλία οικογενειακώς. Με την πτώση της δικτατορίας επιστρέφει στην Ελλάδα-Σέρρες.   Ατομο καθ' ότι ανήσυχο και με καλλιτεχνικό οίστρο, αναλώνει το χρόνο του, πέρα από τις δραστηριότητες επιβίωσης, και με την σκιτσογραφία, την ποίηση και την διηγηματογραφία. Έργα του δημοσιεύθηκαν στον τοπικό τύπο στα Σερραϊκά χρονικά του Καταμανίδη και σε διάφορα άλλα έντυπα. Το έργο του, με δικά του έξοδα το εκτύπωσε σε πέντε τόμους, του οποίους διαθέτει δωρεάν. Παντρεμένος στις Σέρρες με την Πουλχερία Καρακάλη από την Νιγρίτα με την οποία απέκτησε δύο παιδιά τον Βασίλη και τη Γεωργία. Η Γεωργία τελείωσε την Φυσική στη Θεσσαλονίκη και έχει το χόμπι του πατέρα της. Σκιτσάρει και ζωγραφίζει με λάδι. Στα βιβλία υπάρχουν πολλά σκίτσα της.

Ηλίας Σιμόπουλος

ΚΑΣΤΑΝΟΧΩΡΙ (Χωριό) ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΗ
1913
  Ο ποιητής Ηλίας Σιμόπουλος γεννήθηκε στις 23 Νοέμβρη του 1923 στον Κραμποβό (σήμερα Καστανοχώρι) Αρκαδίας, από γονείς αγρότες. Εκεί φοίτησε στο δημοτικό σχολείο και στη συνέχεια στο «Ελληνικό Σχολείο» στο Ισαρι. Το 1925 πήγε στην Αθήνα όπου τέλειωσε το Γυμνάσιο, τη Nομική σχολή, και το Γαλλικό Iνστιτούτο. Μιλάει Γαλλικά, Αγγλικά και Ρώσικα.
  Σα φοιτητής πήρε ενεργό μέρος στο φοιτητικό κίνημα της εποχής και ήταν υπεύθυνος στη «Φοιτητική Φωνή», όργανο της αριστερής φοιτητικής παράταξης. Παράλληλα δούλεψε σε πολλές εφημερίδες. Από μαθητής στο γυμνάσιο είχε αρχίσει να γράφει ποιήματα και κείμενά του δημοσιεύονταν στη «Διάπλαση των Παίδων», την «Παιδική Χαρά» και άλλα έντυπα. Αργότερα με το ψευδώνυμο Παύλος Ροδής δημοσίευσε ποιήματα, μελέτες και άλλα λογοτεχνικά κείμενα σε πολλά περιοδικά και εφημερίδες. Στο διάστημα 1934 - 1936 ήταν Γραμματέας της Καλλιτεχνικής Επιτροπής στην «Ενωτική Συνομοσπονδία Ελλάδας» (με μέλη τους: Κώστα Βάρναλη, Γιάννη Ρίτσο, Μενέλαο Λουντέμη, Γιώργη Ζάρκο, Τίμο Βιτσώρη, και Πέτρο Στυλίτη) και σκηνοθέτες στο Εργατικό Θέατρο.
  Το καλοκαίρι του 1936 με την κήρυξη της δικτατορίας του Μεταξά η λογοκρισία σταμάτησε την έκδοση της πρώτης ποιητικής συλλογής του με τίτλο «Εναγώνια» που βρισκόταν στο τυπογραφείο. Αργότερα για την όλη δραστηριότητά του συνελήφθη από την ειδική ασφάλεια, βασανίστηκε και μετατάχθηκε από τη σχολή εφέδρων αξιωματικών στο 11ο σύνταγμα πεζικού σαν απλός στρατιώτης. Πιο μπροστά μετά από αλλεπάλληλες επιδρομές στο σπίτι του κατασχέθηκαν όλα του τα χειρόγραφα και καταστράφηκε όλο του το αρχείο. Πήρε μέρος στον πόλεμο της Αλβανίας και στην Εθνική Αντίσταση.
  Το 1946 κυκλοφόρησε η πρώτη του ποιητική συλλογή. Ομως με τον εμφύλιο πόλεμο και τα γεγονότα που ακολούθησαν, διώχθηκαν όλα τα μέλη της οικογένειας του και για λόγους επιβίωσης υποχρεώθηκε, όχι μόνο να αναστείλει κάθε δραστηριότητα, αλλά να σταματήσει και κάθε δημοσίευση. Ετσι, μόλις το 1958 κυκλοφόρησε η «Αρκαδική Ραψωδία» που, μαζί με πολλά έργα του, ήταν έτοιμη από το 1919.
  Με την έκδοση του τρίτου βιβλίου του, έγινε μέλος του Συνδέσμου Ελλήνων Λογοτεχνών στις 2.6.1959 και παράλληλα της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών στις 20.3.1960. Επειδή όμως η εκλογή του στο Σύνδεσμο προηγήθηκε, για λόγους ευαισθησίας παρέμεινε σ' αυτόν. Στις εκλογές Δ.Σ. που έγιναν το Μάρτη του 1961 προτάθηκε υποψήφιος και μετά την εκλογή του τιμήθηκε με τη θέση του αντιπροέδρου μέχρι τις 22.3.1967, οπότε έγινε Γενικός Γραμματέας για δύο διετίες και από 3.3.1971 ομόφωνα Πρόεδρος μέχρι τη Συγχώνευση του Συνδέσμου με την Εταιρεία στις 5 Δεκέμβρη 1982. Στις νέες αρχαιρεσίες που ακολούθησαν μετά τη συγχώνευση ήρθε πρώτος επιτυχών και διετέλεσε αντιπρόεδρος από 22.5.83 και συνέχεια πρόεδρος από 18.10.84 για δύο διετίες μέχρι τις 18 Μαρτίου 1989, οπότε αποσύρθηκε, για να επιμεληθεί το έργο του.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Νίκος Γκάτσος

ΚΑΤΩ ΑΣΕΑ (Οικισμός) ΒΑΛΤΕΤΣΙ
  Ο Νίκος Γκάτσος γεννήθηκε το 1911 στα Χάνια Φραγκόβρυσης (κάτω Ασέα) της Αρκαδίας, όπου και τελείωσε το Δημοτικό Σχολείο. Τις γυμνασιακές του σπουδές έκανε στην Τρίπολη, όπου γνώρισε τα λογοτεχνικά βιβλία, αλλά και τις μεθόδους αυτοδιδασκαλίας ξένων γλωσσών. Στη συνέχεια μετέβη στην Αθήνα όπου φοίτησε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ηξερε ήδη αρκετά καλά αγγλικά και γαλλικά και είχε μελετήσει τον Παλαμά, τον Σολωμό, το δημοτικό τραγούδι, όπως και τις νεωτεριστικές τάσεις στην ποίηση της Ευρώπης. Στην Αθήνα, όπου εγκαταταστάθηκε με την οικογένειά του, άρχισε να έρχεται σε επαφή με τους λογοτεχνικούς κύκλους της εποχής. Πρωτοδημοσίευσε ποιήματά του, μικρά σε έκταση και με κλασικό ύφος, στα περιοδικά "Νέα Εστία" το 1931 και "Ρυθμός" το 1933. Την ίδια περίοδο έγραψε κριτικά σημειώματα στα περιοδικά "Μακεδονικές Ημέρες", "Ρυθμός" και "Τα Νέα Γράμματα" (για τον ποιητή Κωστή Μπαστιά, την ποιήτρια Μυρτιδιώτισσα και τον Θ. Καστανάκη αντίστοιχα). Το 1943 εξέδωσε από τις εκδόσεις "Αετός" (σε 308 αντίτυπα) το βιβλίο του "Αμοργός" με το ομώνυμο ποίημα, που έμελε να σημαδέψει τη σύγχρονη ελληνική ποίηση. Αυτό ήταν και το μοναδικό βιβλίο του. Το έργο, που αποτελείται από μόνον 20 μόνον σελίδες,εκφράζει τις διαθέσεις της νεότερης ποίησης και θεωρείται σαν κορυφαίο ποιητικό έργο του ελληνικού υπερρεαλισμού. Στην πρώτη κυκλοφορία του μάλιστα προκάλεσε δυσμενείς κριτικές και αντιδράσεις, αλλά πολύ σύντομα,το 1947, το κλίμα αντιστράφηκε και η "Αμοργός"με τις ευμενείς ελληνικές και ξένες κριτικές κατατάχτηκε στην κορυφή της ελληνικής ποίησης. Η "Αμοργός" επανεκδόθηκε το 1963, το 1969 και το 1987. Από τότε ο ποιητής εδημοσίευσε μόνον τρία ακόμη ποιήματα: το "Ελεγείο" (1946, "Φιλολογικά Χρονικά"), το "Ο Ιππότης και ο Θάνατος" ( 1947, "Μικρό Τετράδιο") και το "Τραγούδι του παλιού καιρού" (1963, "Ο Ταχυδρόμος"), αφιερωμένο στο Γ. Σεφέρη. Εγραψε επίσης πολλές μελέτες και σχόλια πάνω στην ποίηση.
  Με το τέλος του πολέμου ο Ν. Γκάτσος συνεργάστηκε με την "Αγγλοελληνική Επιθεώρηση" ως μεταφραστής και με το Εθνικό Ιδρυμα Ραδιοφωνίας ως ραδιοσκηνοθέτης, για βιοποριστικούς λόγους. Παράλληλα άρχισε να γράφει στίχους πάνω στη μουσική του Μάνου Χατζιδάκι, ανοίγοντας έτσι μια λαμπρή θητεία στο σύγχρονο ελληνικό τραγούδι. Αργότερα θα συνεργαζόταν και με άλλους αξιόλογους συνθέτες, όπως με τον Θεοδωράκη και τον Ξαρχάκο.
  Ο Ν. Γκάτσος, εκμεταλευόμενος την εκφραστική του δεινότητα, ασχολήθηκε πολύ με τη μετάφραση έργων, κύρια για λογαριασμό του Εθνικού Θεάτρου, του Θεάτρου Τέχνης και του Λαϊκού Θεάτρου. Πολλές μεταφράσεις του θα παραμείνουν έκτοτε κλασικές με πρώτη αυτή του "Ματωμένου Γάμου". Μετέφρασε πολλούς συγγραφείς και συγκεκριμένα από τα ισπανικά τους Λόρκα, Λοπε δε Βέγα και Ραμόν δελ Βάλιε-Ινκλάν,από τα γαλλικά, τον Ζενέ και από τα αγγλικά τον Τ. Ουιλλιαμς, Ε. Ο΄Νηλ, Α.Μακ Λης, Σων Ο΄Κέιζυ, Αύγουστο Στρίντμπεργκ, Κρίστοφερ Φράυ και άλλους. Το 1944 μετέφρασε ("Φιλολογικά Χρονικά") το ποίημα "Νυχτερινό Τραγούδι" του Λόρκα. Μετέφρασε επίσης τα έργα: "Ματωμένος Γάμος" (1948), "Το σπίτι της Μπερνάντα Αλμπα" (1945) του Φ. Λόρκα, "Ο πατέρας" του Στρίνμπεργκ (1962) και "Ταξίδι μακριάς ημέρας μέσα στη νύχτα" του Ο' Νηλ (1965). Ολα τα έργα αυτά ανεβάστηκαν από το Εθνικό Θέατρο και το Θέατρο Τέχνης. Συνεργάστηκε επίσης με τα περιοδικά "Νέα Εστία", "Τράμ", "Μακεδονικές Ημέρες", "Μικρό Τετράδιο", "Τα Νέα Γράμματα", "Φιλολογικά Χρονικά", "Ρυθμός" και "Καλλιτεχνικά Νέα". Επίσης, σε συνεργασία του με την ελληνική ραδιοφωνία, σκηνοθέτησε διάφορα θεατρικά έργα.
Μεγάλη προσφορά έχει ο Νίκος Γκάτσος σαν στιχουργός στο ελληνικό τραγούδι, στο οποίο αφιερώθηκε σε μεγάλο βαθμό μετά την "Αμοργό". Συνεργάστηκε στενά με κορυφαίους Ελληνες συνθέτες. Στίχους του μελοποίησαν οι Μ. Χατζιδάκις, Μ. Θεοδωράκης, Στ. Ξαρχάκος, Δ. Μούτσης,, Λ. Κελαηδόνης, Χ. Χάλαρης κ.α. σε κορυφαίες δημιουργίες και επιτυχίες ("Αθανασία", "Της γής το χρυσάφι", "Ρεμπέτικο", "Αρχιπέλαγος", "Πήρες το μεγάλο δρόμο", "Πορνογραφία", "Λαϊκή Αγορά", "Η μικρή Ραλλού", "Μια γλώσσα μια πατρίδα", "Αν θυμηθείς τ' όνειρό μου", "Η νύχτα", "Στο Σείριο υπάρχουνε παιδιά","Αντικατοπτρισμοί", "Τα κατά Μάρκον", "America America" κ.α.). Ιδιαίτερη σχέση και συνεργασία ανέπτυξε ο ποιητής με τον Μ. Χατζιδάκι και μάλιστα για μεγάλο διάστημα μέχρι και το θανατό του ήταν επίλεκτο μέλος της ομάδας Xατζιδάκι, Eλύτη, Tσαρούχη, Mποσταντζόγλου και Αργυράκη.
  Με της υψηλής ποιότητας και μεστή ποίησή του ο Ν. Γκάτσος καθιερώθηκε σαν κορυφαίος στιχουργός της ελληνικής έντεχνης μουσικής. Χαρακτηριστικά, αξέχαστοι θα μείνουν οι στίχοι του, που μελοποιήθηκαν από τον Μ. Χατζηδάκη, από το "Ματωμένο Γάμο", "Χάρτινο το Φεγγαράκι" και "Πάει ο καιρός":
"Πάει ο καιρός πάει ο καιρός
που ήταν ο κόσμος δροσερός
και καθ' αυγή ξεκινούσε μια πληγή
για να ποτίσει όλη τη γη..."
  Μάλιστα, το γεμάτο νόημα αυτό τραγούδι, απαγορεύτηκε από τη δικτατορία. Μετά την πτώση της, το 1974, ο ποιητής συνεχίζοντας το δρόμο του, θα απαντήσει :
"Ηρθε ο καιρός ήρθε ο καιρός
πάνου στου κόσμου την πληγή
ήρθε ο καιρός ήρθε ο καιρός
να ξαναχτίσετε τη γη..."
  Ο Ν. Γκάτσος πέθανε στις 12 Μαϊου 1992 και τάφηκε στην Ασέα. Θα μείνει για πάντα σαν ο κατ' εξοχήν εκφραστής του ελληνικού ποιητικού υπερρεαλισμού και σαν μια εξέχουσα μορφή του ελληνικού ποιοτικού τραγουδιού.
Σημ.: Η ακόλουθη ιστοσελίδα περιλαμβάνει αποσπάσματα από το έργο του και ενδιαφέρουσες συνδέσεις

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Κώστας Ουράνης

ΚΟΥΝΟΥΠΙΑ (Χωριό) ΛΕΩΝΙΔΙΟΝ
1890 - 1953
Γεννήθηκε στην Πόλη το 1890. Ο πατέρας του Νικόλαος Νιάρχος καταγόταν από την Κουνουπιά της Κυνουρίας και η μητέρα του, Αγγελική Γιαννούση από το Λεωνίδιο Αρκαδίας.

Κερκίδας ο Μεγαλοπολίτης, 290-220 π.Χ.

ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΙΣ (Αρχαία πόλη) ΑΡΚΑΔΙΑ
Λυρικός ποιητής, οπαδός της κυνικής φιλοσοφίας και πρόδρομος της λατινικής σάτιρας, μαζί με τον Μένιππο. Εδρασε και ως πολιτικός και στρατιωτικός.

Ανύτη, Επιγραμματοποιός, 4ος-3ος αιώνας π.Χ.

ΤΕΓΕΑ (Αρχαία πόλη) ΑΡΚΑΔΙΑ
Anyte, of Tegea (Anute Tegeatis), the authoress of several epigrams in the Greek Anthology, is mentioned by Pollux (v. 5) and by Stephanus Byzantinus (s. v. Tegea). She is numbered among the lyric poets by Meleager (Jacobs, Anthol. i. 1, v. 5), in whose list she stands first, and by Antipater of Thessalonica (Ibid. ii. 101, no. 23), who names her with Praxilla, Myro, and Sappho, and calls her the female Homer (Thelun Homeron), an epithet which might be used either with reference to the martial spirit of some of her epigrams, or to their antique character. From the above notices and from the epigrams themselves, which are for the most part in the style of the ancient Doric choral songs, like the poems of Alcman, we should be disposed to place her much higher than the date usually assigned to her, on the authority of a passage in Tatian (adv. Graecos, 52), who says, that the statue of Anyte was made by Euthycrates and Cephisodotus, who are known to have flourished about 300 B. C. But even if the Anyte here mentioned were certainly the poetess, it would not follow that she was contemporary with these artists. On the other hand, one of [p. 220] Anyte's epigrams (15, Jacobs) is an inscription for a monument erected by a certain Damis over his horse, which had been killed in battle. Now, the only historical personage of this name is the Damis who was made leader of the Messenians after the death of Aristodemus, towards the close of the first Messenian war (Paus. iv. 10.4, 13.3). We know also from Pausanias that the Arcadians were the allies of the Messenians in that war. The conjecture of Reiske, therefore, that the Damis mentioned by Anyte of Tegea is the same as the leader of the Messenians, scarcely deserves the contempt with which it is treated by Jacobs. This conjecture places Anyte about 723 B. C. This date may be thought too high to suit the style and subjects of some of her epigrams. But one of these (17) bears the name of "Anyte of Mytilene" and the same epigram may be fixed, by internal evidence, at 279 B. C. (Jacobs, xiii.). And since it is very common in the Anthology for epigrams to be ascribed to an author simply by name, without a distinctive title, even when there was more than one epigrammatist of the same name, there is nothing to prevent the epigrams which bear traces of a later date being referred to Anyte of Mytilene.

This text is from: A dictionary of Greek and Roman biography and mythology, 1873 (ed. William Smith). Cited Oct 2005 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks


Αρίσταρχος

Aristarchus. Contemporary also with Sophocles and Euripides was Aristarchus of Tegea, who lived to be a centenarian, to compose seventy pieces and to win two tragic victories. Only the titles of two of his plays, with a single line of the text, have come down to us, though his Achilles was freely borrowed by Ennius. Among his merits seems to have been that of brevity; for, as Suidas relates, he was "the first one to make his plays of the present length."

Alfred Bates, ed.
This text is cited Sept 2003 from the TheatreHistory URL below.


Aristarchus (Aristarchos), of Tegea, a tragic poet at Athens, was contemporary with Euripides, and flourished about 454 B. C. He lived to the age of a hundred. Out of seventy tragedies which he exhibited, only two obtained the prize (Suidas, s. v.; Euseb. Chiron. Arnen.). Nothing remains of his works, except a few lines (Stobaeus, Tit. 63.9, tit. 120.2; Athen. xiii.), and the titles of three of his plays, namely, the Asklepios, which he is said to have written and named after the god in gratitude for his recovery from illness (Suidas), the Achilleus, which Ennius translated into Latin (Festus, s. v. prolato aere,) and the Tantalos (Stobaeus, ii. 1.1).

Καρυωτάκης Κώστας

ΤΡΙΠΟΛΗ (Πόλη) ΑΡΚΑΔΙΑ
1896 - 1928
O Κ. Καρυωτάκης γεννήθηκε στην Τρίπολη στις 30 Οκτωβρίου 1896. Ο πατέρας του ήταν από τη Συκιά της Κορινθίας, και η μητέρα του, η Αϊκατερίνη Σκάγιαννη από την Τρίπολη. Ο πατέρας του ήταν νομομηχανικός κι έτσι στα παιδικά του χρόνια αναγκάστηκε να αλλάζει συνέχεια τόπο διαμονής. Πέρασε από το Αργοστόλι, τη Λευκάδα, τη Λάρισα, την Καλαμάτα, την Αθήνα, τα Χανιά.   Από το 1912 δημοσιεύει ποιήματα σε διάφορα παιδικά περιοδικά. Δεκαεπτά χρονών έρχεται στην Αθήνα, και γράφεται στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Στα τέλη του 1917 πήρε το πτυχίο του. Στη συνέχεια επιχείρησε να ασκήσει το δικηγορικό επάγγελμα, αλλά η έλλειψη πελατείας τον ανάγκασε να ζητήσει δημόσιο διορισμό. Ετσι διορίστηκε υπάλληλος (υπουργικός γραμματέας Α) στη Νομαρχία Θεσσαλονίκης. Μετά την οριστική απαλλαγή του από το στρατό, τοποθετήθηκε στη Νομαρχία Σύρου κι ύστερα βρέθηκε για μερικούς μήνες να ασκεί καθήκοντα νομάρχη στην Αρτα. Στη συνέχεια μετατέθηκε στην Αθήνα και υπηρέτησε στη Νομαρχία Αττικής.   Αισθανόμενος απέχθεια για την κρατική γραφειοκρατία την καυτηριάζει συχνά. Αυτό του στοιχίζει αντιπάθεια και διώξεις από τους ανωτέρους του, με αποτέλεσμα να μετατεθεί πολλές φορές στην επαρχία. Γνωρίζει έτσι τη μιζέρια και την ανία της και αυτό του στοιχίζει και τον πληγώνει βαθιά.   To Φεβρουάριο του 1919 εκδίδει την πρώτη του ποιητική συλλογή "ο πόνος των ανθρώπων και των πραγμάτων", που δεν παίρνει καλή κριτική. Με τον φίλο του Αγη Λεβέντη εκδίδει τον ίδιο χρόνο το σατιρικό περιοδικό "Η Γάμπα". Παρά την επιτυχία του το περιοδικό κυκλοφόρησε μόνο σε έξι τεύχη γιατί η αστυνομία απαγόρευσε την έκδοσή του.   Το 1921 κυκλοφορεί τη δεύτερη συλλογή του τα "Νηπενθή". Την εποχή αυτή συνδέεται στενά με την ποιήτρια Μαρία Πολυδούρη, συνάδελφό του στη Νομαρχία Αττικής. Το 1924 ταξιδεύει στο εξωτερικό, στην Ιταλία (Ρώμη), Γερμανία και Ρουμανία. Το Δεκέμβριο του 1927 εκδίδει την τελευταία του συλλογή, "Ελεγεία και Σάτιρες".   Το Φεβρουάριο του 1928 αποσπάται στην Πάτρα και τον Ιούνιο στην Πρέβεζα. Αισθανόμενος αηδία και απόγνωση για τη ζωή αυτής της μικρής πόλης στέλνει απελπισμένα γράμματα σε συγγενείς και φίλους, περιγράφοντας την αθλιότητα και τη μικρότητα που κυριαρχεί εκεί. Στις 20 Ιουλίου αποφασίζει να βάλει τέλος στη ζωή του. Αποπειράται να αυτοκτονήσει πέφτοντας γυμνός στην θάλασσα και προσπαθόντας μάταια επί δέκα ώρες να πνιγεί. Δεν τα καταφέρνει όμως γιατί ήταν καλός κολυμβητής. Το πρωί της επομένης, απτόητος, αγοράζει ένα περίστροφο και πάει σε ένα καφενείο όπου φυτεύει μια σφαίρα στην καρδιά του. Στην τσέπη του αφήνει το τελευταίο του σημείωμα.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Πολιτικοί

Γιάννης Ταλαγάνης-Ζεύγος

ΔΟΡΙΖΑΣ (Χωριό) ΒΑΛΤΕΤΣΙ
  Ο Γιάννης Ταλαγάνης-Ζεύγος υπήρξε μια μεγάλη πολιτική Αρκαδική μορφή. Γεννήθηκε στο χωριό Δόριζα της Αρκαδίας από αγροτική οικογένεια. Τελείωσε το Γυμνάσιο Τρίπολης και στη συνέχεια αποφοίτησε από το Διδασκαλείο της Αθήνας. Υπηρέτησε σαν δάσκαλος σε πολλά χωριά της Αρκαδίας. Το 1919 γίνεται μέλος του Κ.Κ.Ε. Την περίοδο της δικτατορίας του Πάγκαλου συλλαμβάνεται και εξορίζεται στη Φολέγανδρο.
  Το 1929 παντρεύεται την αγωνίστρια του Κ.Κ.Ε. Καίτη Ζεύγου και αποκτά μαζί της μια κόρη. Οι εξορίες και οι φυλακίσεις τον αναγκάζουν να αφήσει την κόρη του δύο χρονών και να συναντηθεί μαζί της μετά δεκαπέντε χρόνια. Το 1933 αναλαμβάνει υπεύθυνος της έκδοσης "Κομουνιστική Επιθεώρηση" και το 1935 εκλέγεται μέλος της Κεντρικής Επιτροπής στο 6ο Συνέδριο του κόμματος. Το 1938 συλλαμβάνεται από τη δικτατορία του Μεταξά, βασανίζεται και εξορίζεται διαδοχικά στην Αίγινα, στην Κέρκυρα, στις αγροτικές φυλακές του Βίδο και αργότερα στην Ακροναυπλία. Εκεί μάλιστα έγραψε ένα σύντομο δοκίμιο για την Εθνικοαπελευθερωτική Επανάσταση του 21 όπως και μαθήματα φιλοσοφίας για τους κρατουμένους.
  Το 1943 μεταφέρεται άρρωστος σε νοσοκομείο της Αθήνας όπου το κόμμα οργανώνει την απόδρασή του. Αμέσως μετά την απόδραση του γίνεται μέλος της τριμελούς Γραμματείας του Πολιτικού Γραφείου της Κ.Ε. Επίσης, μέλος της Κ.Ε του ΕΑΜ και ένας από τους αντιπροσώπους του Εθνικού Συμβουλίου στις Κορυσχάδες. Με το σχηματισμό της Εθνικής Κυβέρνησης από το Γεώργο Πορφυρογένη υπέγραψε το σύμφωνο της Γκαζέρτας το 1944. Το 1945 ορίστηκε υπεύθυνος διαφώτισης του κόμματος και διευθυντής της "Σχολής Γληνού".
  Το 1946 γίνεται απόπειρα δολοφονίας του στην Κόρινθο αλλά σώζεται την τελευταία στιγμή. Το 1947, ενώ βρισκόταν στη Θεσσαλονίκη σαν αντιπρόσωπος του ΕΑΜ σε κλιμάκιο του ΟΗΕ, δολοφονείται σε κεντρικό σημείο της πόλης. Την κηδεία του η αστυνομία δεν επέτρεψε να την παρακολουθήσει κόσμος παρά μόνο η γυναίκα του και η κόρη του.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Γρηγόρης Λαμπράκης

ΚΕΡΑΣΙΤΣΑ (Χωριό) ΤΕΓΕΑ
1912 - 1963
  Ο Γρηγόρης Λαμπράκης, πολιτικός και υφηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, γεννήθηκε τo 1912 στην Κερασίτσα της Τεγέας όπου έβγαλε το Γυμνάσιο. Στη συνέχεια σπούδασε στην Ιατρική του Πανεπιστημίου Αθηνών. Από τα νεανικά του χρόνια είχε ιδιαίτερη κλίση στον κλασικό αθλητισμό και ανακηρύχτηκε πολλές φορές βαλκανιονίκης στο άλμα εις μήκος. Μάλιστα κατείχε το πανελλήνιο ρεκόρ του αθλήματος αυτού για είκοσι τρία χρόνια (1936-1959).
  Kατά την περίοδο της Γερμανοϊταλικής κατοχής έλαβε ενεργό μέρος στην Εθνική Αντίσταση . Το 1943 ίδρυσε την "Ενωση των Ελλήνων Αθλητών" και διοργάνωσε αγώνες, από τα έσοδα των οποίων ενίσχυσε τα λαϊκά συσσίτια.Μετά τις σπουδές του έκανε το διδακτορικό στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και αργότερα έγινε υφηγητής της Ιατρικής Σχολής στην έδρα της Γυναικολογίας. Δραστήριος, παράλληλα διατηρούσε κλινική στην οποία δέχεται δωρεάν τους φτωχούς.
  Με προοδευτικό προσανατολισμό και αριστερή ιδεολογία, ο Γ. Λαμπράκης δραστηριοποιήθηκε έντονα στο φιλειρηνικό κίνημα της εποχής, το κίνημα ειρήνης, που μεταξύ άλλων έβαλε κατά του πολέμου στο Βιετνάμ, και συνεργάστηκε με την ΕΔΑ. Στις εκλογές του 1961 εξελέγη βουλευτής Πειραιά με το Πανδημοκρατικό Αγροτικό Μέτωπο Ελλάδος (Π.Α.Μ.Ε.). Τον ίδιο χρόνο με πρωτοβουλία του ιδρύθηκε η "Επιτροπή για την Διεθνή Υφεση και Ειρήνη". Με την ιδιότητα του αντιπροέδρου της έλαβε μέρος σε διεθνείς ειρηνικές εκδηλώσεις. Δέχεται πολλές φορές απειλές για τη ζωή του, αλλά συνεχίζει απτόητος τη δράση του.
  Στις 21-4-63 το κίνημα ειρήνης οργανώνει την πρώτη ειρηνιστική πορεία από το Μαραθώνα. Πρωτοστατεί ο Γ. Λαμπράκης. Η αστυνομία επεμβαίνει ανακόπτοντας την πορεία και κάνει πολλές συλλήψεις. Μεταξύ άλλων συλλαμβάνεται και ο Μ. Θεοδωράκης. Ο Λαμπράκης όμως, προστατευόμενος από τη βουλευτική του ασυλία, προχωρά θαρραλέα και φθάνει μόνος του στο τέρμα της πορείας κρατώντας ένα πλακάτ με το σύνθημα της ειρήνης. Οι αστυνομικοί στο τέλος, πέφτοντας επάνω του, τον συλλαμβάνουν.
  Στις 22 Μαϊου του 1963 αμέσως μετά τη λήξη μιας συγκέντρωσης φιλειρηνιστών στη Θεσσαλονίκη, στην οποία ο Λαμπράκης ανέπτυξε τις θέσεις του για την ειρήνη, ένα τρίκυκλο με επιβαίνοντες τους παρακρατικούς Ε. Εμμανουηλίδη και Σ. Γκοτζαμάνη πέφτει επάνω του. Ο Λαμπράκης τραυματίζεται θανάσιμα και αργότερα, στις 27 Μαϊου, πεθαίνει. Την επομένη γίνεται πάνδημη κηδεία του στην Αθήνα όπου 500.000 κόσμου τον συνοδεύει με συνθήματα κατά της κυβέρνησης και του παρακράτους ("Δημοκρατία", "ο Λαμπράκης Ζεί!"). Η δολοφονία του προκαλεί σφοδρή λαϊκή αντίδραση και αποκαλύπτει τη δράση του παρακράτους με την ανοχή της κυβέρνησης της ΕΡΕ και τη κάλυψη των αρχών. Κεντρικό ρόλο στη διαλεύκανση και στις αποκαλύψεις του ρόλου των παρακρατικών παίζουν ο ανακριτής Χ. Σαρτζετάκης και ο εισαγγελέας Π. Δελαπόρτας αντιστεκόμενοι στις ασκούμενες πιέσεις.
  Στη συνέχεια σηματοδοτούνται ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις με αποκορύφωμα την παραίτηση και την αποχώρηση του πρωθυπουργού Κ. Καραμανλή στο Παρίσι. Η πορεία ειρήνης στο Μαραθώνα από τότε θεσμοθετείται και γίνεται στη μνήμη του. Πολλοί νέοι πυκνώνουν τις τάξεις της "Νεολαίας Λαμπράκη", νεολαϊστικής οργάνωσης αριστερού προσανατολισμού, που έχει πρώτο γραμματέα το Μ. Θεοδωράκη. Η οργάνωση αυτή διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στο αριστερό και δημοκρατικό κίνημα της εποχής.
  Ο Γρηγόρης Λαμπράκης μένει από τότε στη συνείδηση ενός μεγάλου τμήματος του ελληνικού λαού σαν το σύμβολο του αγώνα ενάντια στην οπισθοδρόμηση, την πολιτική φίμωση, το παλάτι και την εξάρτηση από την αμερικανοκρατία. Σαν το εθνικό σύμβολο για τη Δημοκρατία και την κοινωνική δικαιοσύνη.
  Η ζωή και ο θάνατος του Λαμπράκη ενέπνευσε το συγγραφέα Βασίλη Βασιλικό στη συγγραφή του πολιτικού μυθιστορήματος "Ζ". Το 1969 ο σκηνοθέτης Κώστας Γαβράς γυρίζει το βιβλίο στην ομώνυμη ταινία που γνώρισε μεγάλη απήχηση και επιτυχία και βραβεύτηκε στο φεστιβάλ των Καννών το 1969. Πρωταγωνιστούν ο Yves Montand στο ρόλο του Λαμπράκη, ο Jean-Louis Trintignant στο ρόλο του ανακριτή Σαρτζετάκη και η Ειρήνη Παπά στο ρόλο της συζύγου του Λαμπράκη.
  Κάθε χρόνο τον Μάϊο οργανώνεται ειρηνιστική πορεία στη μνήμη του από την πατρίδα του την Κερασίτσα στην Τρίπολη.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


  Οι άνθρωποι που κλήθηκαν δύο μέρες πριν (από τη δολοφονία του Λαμπράκη) και βοήθησαν τους "Γορίλες" της προσωπικής ασφάλειας του στρατηγού Ντε Γκολ στο έργο τους, εκαλούντο για να παίξουν το βράδυ της 22ης Μαΐου 1963 τους Ρινόκερους του Ιονέσκο, εκ του φυσικού. Και πράγματι το έπαιξαν με μεγάλη επιτυχία.
  Αποτελεί δεινή ύβρη και μείωση του Στρατού και των Σωμάτων Ασφαλείας, η καταφυγή προς ενίσχυσή τους στην ιδιωτική οργάνωση οιουδήποτε που αποτελείται από κατάλοιπα υποπροϊόντων του Χίτλερ, από γιγαντοκύτταρα δοσιλογικής λευχαιμίας που κυκλοφορούν δυστυχώς ακόμη στο ελληνικό αίμα, από κακοποιούς διαφόρων βαθμών και ειδών, από ιδεολογικούς σκηνίτες τους οποίους μνημόνευσα πιο πάνω, και από άλλους φτωχούς διαβόλους που, σε κάθε περίσταση και ευκαιρία, "ζητούν οι ταλαίπωροι να μπαλωθούν" (κατά τον ποιητή)...
  Από τέτοια κοινωνικά βυθοκορήματα αναμενόταν βοήθεια και σ' αυτά θα ανατιθόταν σε ώρα κρίσης, η ενίσχυση των Σωμάτων Ασφαλείας και η μεγάλη και άγια υπόθεση "της υπερασπίσεως της Πατρίδος και του Ελληνοχριστιανικού Πολιτισμού παντού, πάντοτε και δι' όλων των μέσων", κατά τους σκοπούς της οργάνωσης του Γιοσμά που αναγράφονται πίσω από την ταυτότητα του Γκοτζαμάνη.
  Αλλοτε, εκείνοι που καταδικάζονταν για ζωοκλοπή, στερούνταν της τιμής να υπηρετούν στο Στράτευμα, με τη σκέψη ότι η υπεράσπιση της Πατρίδας είναι έργο των αγνών, των τιμίων, των ανιδιοτελών και των ενάρετων ανθρώπων, με κορωνίδα μεταξύ αυτών των αρετών τη φιλοπατρία.
  Σήμερα, εδώ, ένα σύμφυρμα κλεφτών, βιαστών, δοσίλογων και κάθε είδους κακοποιών, εμφανίζεται -προς εθνοκαπηλεία και ανομολόγητους ιδιοτελείς σκοπούς- ως προστάτης κοινωνικών καθεστώτων, ως φύλακας ιερών και οσίων και ως Κέρβερος του νόμου και της τάξης.
  Τι άλλο έπρεπε να περιμένει κανείς απ' αυτό πλην του ότι θα εξελισσόταν σε κακοήθη νεοπλασία της κοινωνίας;
Αγόρευση στη δίκη των δολοφόνων του Λαμπράκη, του Παύλου Δελαπόρτα, αντεισαγγελέα εφετών, Δεκέμβριος 1966

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Θεόδωρος Δηλιγιάννης

ΛΑΓΚΑΔΙΑ (Χωριό) ΛΑΓΚΑΔΙΑ
1823 - 1905

Δεληγιάννης Αναγνώστης

1771 - 1856
  Πολιτικός της Ελληνικής Επανάστασης από τα Λαγκάδια της Γορτυνίας, πρώτος από τους οκτώ γιους του Ιωάννη Δεληγιάννη, προκρίτου με σημαντική επιρροή σε όλη την Πελοπόννησο. Υπήρξε μέλος της Γερουσίας που προήλθε από την "Πράξη των Καλτετζών" και αντέδρασε, μαζί με τους υπόλοιπους προκρίτους, στο σχέδιο του Δ.Υψηλάντη να θέσει την Eπανάσταση υπό ενιαία στρατιωτική και πολιτική ηγεσία, γεγονός που προκάλεσε την αρχή των εμφυλίων συγκρούσεων. Κατά την Α´ Εθνοσυνέλευση διορίστηκε μέλος του Εκτελεστικού Σώματος και αργότερα ενεπλάκη στις εμφύλιες διαμάχες. Με την επικράτηση της κυβερνητικής παράταξης υπέστη διώξεις και περιορίστηκε με τους αδελφούς του στο ´Aργος και το Ναύπλιο. Επανήλθε στην πολιτική ζωή μετά το τέλος του εμφυλίου και εκλέχτηκε μέλος της «Διοικητικής Επιτροπής της Ελλάδος» από την Γ´ Εθνοσυνέλευση. Την περίοδο του Καποδίστρια εντάχθηκε στο αντικαποδιστριακό στρατόπεδο και τελείωσε την πολιτική του ζωή ως μέλος της Γερουσίας που ιδρύθηκε με την ψήφιση του Συντάγματος του 1844.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Βουλής των Ελλήνων


Αλέξανδρος Παπαναστασίου

ΛΕΒΙΔΙ (Κωμόπολη) ΜΑΝΤΙΝΕΙΑ
1876 - 1936
  Ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου, πολιτικός και κοινωνιολόγος, είναι ένας από τους κορυφαίους πολιτικούς της νεώτερης Ελλάδας, γνωστός και ως ο "πατέρας της Δημοκρατίας".
  Ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου, γιός του Παναγιώτη και της Μαριγώς Παπαναστασίου από το Λεβίδι Αρκαδίας, γεννήθηκε στις 8 Ιουλίου 1876. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και κοινωνικές επιστήμες, φιλοσοφία και νομικά στα πανεπιστήμια Χαϊδενβέργης και Βερολίνου. Τις σπουδές του σημπλήρωσε στο Λονδίνο και στο Παρίσι.
Από την περίοδο των σπουδών του στη Γερμανία, ο Α. Παπαναστασίου έρχεται σε επαφή με τα θεωρητικά προβλήματα του σενεργατισμού μελετά διεξοδικά τα συναιτεριστικά ρεύματα της εποχή του και διαμορφώνει τις συναιτεριστικές του αντιλήψεις από οικονομική, κοινωνική και πολιτική άποψη. Οι αντιλήψεις του αυτές είναι επιρρεασμένες από την συναιτεριστική πρακτική που κυριαρχούσε στη Γερμανία στις αρχές του 20ού αιώνα. Μάλιστα πρώτος και σε πολύ πρώιμη εποχή θα υπογραμμίσει στις χειρόγραφες σημειώσεις του "Πολιτεία και Αγροτικοί συνεταιρισμοί" την πρωτοποριακή αντίληψη ότι "ο συνεταιρισμός είναι ένωση προσώπων και όχι κεφαλαίων".
  Επιστρέφοντας στην Ελλάδα το 1907 άρχισε να ασχολείται με τα κοινά. Το 1908 ίδρυσε με συνεργάτες του την "Κοινωνιολογική Εταιρία" με σκοπό την εξασφάλιση σε όλους εξίσου ευνοϊκών συνθηκών για την ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους. Επίσης ήταν ο ιδρυτής μαζί με τον Δελμούζο και τον Πετιμεζά της "Ομάδας των Κοινωνιολογων".
  Το 1910 ιδρύθηκε από τα μέλη της Κοινωνιολογικής Εταιρίας το Λαϊκό Κόμμα με πρόγραμμα μεταρρυθμιστικό και οργάνωση δημοκρατική. Την ίδια χρονιά ο Α. Παπαναστασίου εκλέχτηκε βουλευτής και έδωσε ανυποχώρητες μάχες για την επίλυση του αγροτικού ζητήματος και την παραχώρηση των τσιφλικιών στους ακτήμονες της Θεσσαλίας.
  Το 1916, ως βουλευτής του κόμματος των Φιλελευθέρων, προσχώρησε στο κίνημα της Θεσσαλονίκης και αντιπροσώπευσε την Επαναστατική Κυβέρνηση των Ιόνιων Νησιών. Το Μάρτιο του 1917 του ανατέθηκε από την προσωρινή κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης η Γενική Διοίκηση των Ιόνιων Νήσων όπου είχε την ευκαιρία να επιδείξει τη διορατικότητά του στο χειρισμό των εθνικών θεμάτων.
  Το 1922 ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου προχώρησε σε ανασυγκρότηση του Λαϊκου Κόμματος , το οποίο απέκτησε οργάνωση κοινοβουλευτικού δημοκρατικού κόμματος αρχών και ονομάστηκε "Δημοκρατική Ενωση". Από το 1926 πήρε τον υπότιτλο "Αγροτικόν και Εργατικόν Κόμμα", ο οποίος από το 1928 και μετά έγινε ο οριστικός του τίτλος.
  Ο Παπαναστασίου εξελέγη πολλές φορές βουλευτής (1910,1915,1923,1926,1928,1932,1933 -σε επαναληπτική εκλογή- και 1936) με αδιάλειπτη και ενεργό συμμετοχή στη Βουλή και προτάσεις πρωτοποριακές για όλους τους τομείς και ιδιαίτερα για τα κοινωνικά και τον αγροτικά θέματα. Ηταν ο σημαντικότερος υποστηρικτής του συναιτεριστικού ζητήματος και εξέφρασε την ιδέα αυτή σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο. Συμμετείχε στην ίδρυση του Εκπαιδευτικού Ομίλου και διετέλεσε υπουργός Συγκοινωνιών, Εσωτερικών και Περιθάλψεως στις κυβερνήσεις του Ε. Βενιζέλου.
Από το 1917 ώς το 1920 ήταν Υπουργός Συγκοινωνιών και προσωρινά Υπουργός περιθάλψεως και Εσωτερικών στην κυβέρνηση Βενιζέλου.Στη θέση αυτή επιτέλεσε λαμπρό έργο όπως η ανάπτυξη των μέσων μαζικής μεταφοράς, η οικιστική νομοθεσία σχετικά με το σχέδιο πόλεων, ο έλεγχος των δημοσίων έργων, η ανοικοδόμηση της Θεσσαλονίκης μετά την πυρκαγιά του 1917, η πρόνοια για τη γεωργική και τεχνική εκπαίδευση.
  Το 1922 πρωτοστάτησε στη συγγραφή και δημοσίευση του Δημοκρατικού Μανιφέστου, με το οποίο καταγγέλθηκε επώνυμα και δημόσια η ολέθρια για τη χώρα πολιτική των φιλοβασιλικών κυβερνήσεων στο Μικρασιατικό. Για την πράξη αυτή συνελήφθηκε και φυλακίστηκε μαζί με τους συνυπογράψαντες. Μεταξύ άλλων έγραφε ο Αλ. Παπαναστασίου στο Δημοκρατικό Μανιφέστο:
"Η Ελλάς είναι δημιούργημα του πνεύματος, των μόχθων και των αγώνων των τέκνων της. Δεν είναι βασιλικόν τιμάριον και δεν μπορεί ποτέ να γίνει ανεκτόν να θυσιασθεί και το ελέχιστον τμήμα της χάριν προσωπικών βασιλικών συμφερόντων".
  Το Μάρτιο του 1924 σχημάτισε κυβέρνηση με τη στήριξη του κόμματος των Φιλελευθέρων η οποία, με τη δική του επιμονή, κατέθεσε στις 25/3/1924 ψήφισμα στη Δ΄ Συντακτική Συνέλευση για την ανακύρηξη αβασίλευτης Δημοκρατίας, κηρύσσοντας έκπτωτη τη μοναρχία. Το ψήφισμα επικυρώθηκε με δημοψήφισμα στις 13/4/1924. Εως τις 18/6/1924 που διήρκησε η πρωθυπουργία του κατέθεσε στην Εθνοσυνέλευση σημαντικές προτάσεις που ψηφίστηκαν όπως η ίδρυση Πανεπιστήμιου στη Θεσσαλονίκη, η λαϊκη μετεκπαίδευση, η αναγνώριση της δημοτικής γλώσσας κ.ά.
Από το 1926 εώς το 1928 διετέλεσε Υπουργός Γεωργίας στην Οικουμενική κυβέρνηση Ζαϊμη, με σημαντικό έργο όπως: η υπογραφή πρωτοκόλλου για την ίδρυση της Αγροτικής Τράπεζας, μέριμνα για τη εκπαίδευση, η δημιουργία συναιτερισμών, η αποκατάσταση ακτημόνων κ.ά.
  Στις 26/5/1932 πήρε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης η οποία ορκίστηκε αλλά παραιτήθηκε στις 3/6/1932. Από τον Ιανουάριο έως το Μάρτιο του 1933 ήταν υπουργός Εθνικής Οικονομίας και προσωρινά Γεωργίας στην κυβέρνηση Βενιζέλου. Μετά την αποτυχία του κινήματος του 1935 παραπέμφθηκε σε στρατοδικείο, αλλά απαλλάχθηκε.
  Ιδιαίτερης μνείας αξίζουν οι θέσεις του για ένωση των Βαλκανικών λαών σε ενιαίο δημοκρατικό σχηματισμό. Σκοπός του ήταν η ειρηνική επίλυση των διαφόρων και πολυχρονίων αντιθέσεων, η διατήρηση της φιλίας και της πολυμερούς συνεργασίας και ασφάλειας και η αποφυγή των ξένων παρεμβάσεων. Για την υλοποίηση των στόχων αυτών ο Παπαναστασίου πρότεινε τη σύγκλιση ετησίων διασκέψεων των Βαλκανικών κρατών. Εγιναν 4 Βαλκανικές Διασκέψεις από το 1930 εώς και το 1933 με σημαντικά αποτελέσματα.
  Η δικτατορία του Ι. Μεταξά τον έθεσε σε κατ' οίκον περιορισμό. Ο Α. Παπαναστασίου πέθανε ξαφνικά στις 17/11/1936 από ανακοπή καρδιάς, μένοντας στην ιστορία σαν ένας πρωτοπόρος και εμπνευσμένος πολιτικός, σαν εξαίρετος επιστήμονας και σαν ηθικός άνθρωπος.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Φιλοποίμην

ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΙΣ (Αρχαία πόλη) ΑΡΚΑΔΙΑ
Γιος του Κραύγι, εξελέγη οχτώ φορές στρατηγός της Αχαϊκής Συμπολιτείας. Η δράση του, τόσο κατά τις περιόδους που ήταν στρατηγός όσο και όταν δεν ήταν, υπήρξε ευεργετική όχι μόνο για τους Αρκάδες αλλά για όλους τους Ελληνες. Ο Παυσανίας τον θεωρεί τον τελευταίο ευεργέτη ολόκληρης της Ελλάδας. Στο θέατρο της Τεγέας υπήρχε ανδριάντας του με επίγραμμα που εξυμνούσε την ανδρεία και τα κατορθώματά του (Παυσ. 8,49,1-8,52).

   Philopoimen. A native of Megalopolis in Arcadia, one of the few great men that Greece produced in the decline of her political independence. The great object of his life was to infuse among the Achaeans a military spirit, and thereby to establish their independence on a firm and lasting basis. He was the son of Craugis, a distinguished man at Megalopolis, and was born about B.C. 252. He lost his father at an early age, and was brought up by Cleander, an illustrious citizen of Mantinea, who had been obliged to leave his native city, and had taken refuge at Megalopolis. He received instruction from Ecdemus and Demophanes, both of whom had studied the Academic philosophy under Arcesilaus. At an early age he became distinguished by his love of arms and his bravery in war. His name, however, first occurs in history in B.C. 222, when Megalopolis was taken by Cleomenes, and in the following year (221) he fought with conspicuous valour at the battle of Sellasia, in which Cleomenes was completely defeated. In order to gain additional military experience, he soon afterwards sailed to Crete, and served for some years in the wars between the cities of that island. On his return to his native country, in 210, he was appointed commander of the Achaean cavalry; and in 208 he was elected strategus, or general of the Achaean League. In this year he defeated Machanidas, tyrant of Lacedaemon, and slew him in battle with his own hand. In 201 he was again elected general of the league, when he defeated Nabis, who had succeeded Machanidas as tyrant of Lacedaemon. Soon afterwards Philopoemen took another voyage to Crete, and assumed the command of the forces of Gortyna. He did not return to Peloponnesus till 194. He was made general of the League in 192, when he again defeated Nabis, who was slain in the course of the year by some Aetolian mercenaries. Philopoemen was reelected general of the League several times afterwards; but the state of Greece did not afford him much further opportunity for the display of his military abilities. The Romans were now in fact the masters of Greece, and Philopoemen clearly saw that it would be an act of madness to offer open resistance to their authority. At the same time as the Romans still recognized in words the independence of the League, Philopoemen offered a resolute resistance to all their encroachments upon the liberties of his country, whenever he could do so without affording them any pretext for war. In 188, when he was general of the League, he took Sparta, and treated it with the greatest severity. He razed the walls and fortifications of the city, abolished the institutions of Lycurgus, and compelled the citizens to adopt the Achaean laws in their stead. In 183 the Messenians revolted from the Achaean League. Philopoemen, who was general of the League for the eighth time, hastily collected a body of cavalry, and pressed forward to Messene. He fell in with a large body of Messenian troops, by whom he was taken prisoner and carried to Messene. Here he was thrown into a dungeon, and was compelled by Dinocrates to drink poison. The news of his death filled the whole of Peloponnesus with grief and rage. An assembly was immediately held at Megalopolis; Lycortas was chosen general; and in the following year he invaded Messenia, which was laid waste far and wide; Dinocrates and the chiefs of his party were obliged to put an end to their lives. The remains of Philopoemen were conveyed to Megalopolis in solemn procession; and the urn which contained the ashes was carried by the historian Polybius. His remains were then interred at Megalopolis with heroic honours, and soon afterwards statues of him were erected in most of the towns belonging to the Achaean League. The life of Philopoemen is narrated by Plutarch.

Ιωάννης Γ. Καρατζαφέρης

ΠΟΤΑΜΙΑ (Χωριό) ΦΑΛΑΙΣΙΑ
Βουλευτής

Δεληγεώργης Επαμεινώνδας

ΤΡΙΠΟΛΗ (Πόλη) ΑΡΚΑΔΙΑ
1829 - 1876
Διετέλεσε έξι φορές πρωθυπουργός της Ελλάδας.

Παλαμήδης Ρήγας

1794 - 1872
(Τρίπολη 1794 ­ Αθήνα 1872)
  Πολιτικός της Ελληνικής Επανάστασης και των πρώτων δεκαετιών του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Ο πατέρας του είχε χρηματίσει δραγουμάνος του Τούρκου διοικητή της Τρίπολης, αλλά αποκεφαλίστηκε από τους Τούρκους, λόγω της συμμετοχής του σε ομάδα με αντιτουρκικά φρονήματα. Η οικογένειά του εγκαταστάθηκε αργότερα στην Κων/πολη, όπου και ο ίδιος μορφώθηκε. Επιστρέφοντας στην Αρκαδία, πήρε μέρος σε πολλές επαναστατικές επιχειρήσεις. Ο Ρήγας Παλαμήδης εκλέχτηκε πληρεξούσιος στις Εθνοσυνελεύσεις της Επιδαύρου, Ερμιόνης, Τροιζήνας και ´Αργους. Υπηρέτησε ως γερουσιαστής, νομάρχης, σύμβουλος Επικρατείας, υπουργός, πρόεδρος της Βουλής κ.λπ. Πήρε μέρος στο κίνημα της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 και έγινε μέλος της επιτροπής που συνέταξε το Σύνταγμα. Επιχειρώντας να συγγράψει την ιστορία της Επανάστασης του 1821, συγκέντρωσε πολύτιμο υλικό για γεγονότα και πρόσωπα που έζησε ο ίδιος. Το υλικό αυτό υπάρχει και φυλάσσεται στα Γενικά Αρχεία του Κράτους.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Βουλής των Ελλήνων


Σκηνοθέτες

Κώστας Γαβράς

ΛΟΥΤΡΑ (Χωριό) ΗΡΑΙΑ
  Ο Κώστας Γαβράς , σκηνοθέτης και παραγωγός, γεννήθηκε στα Λουτρά Ηραίας στις 12 Φεβρουαρίου 1933. O πατέρας του, του οποίου η στράτευση και οι αγώνες, έμελαν να τον εμπνεύσουν στη μετέπειτα καριέρα του, συμμετείχε ενεργά στην Εθνική Αντίσταση κατά των κατακτητών στη διάρκεια της ιταλογερμανικής κατοχής. Στην πολιτικά ταραγμένη περίοδο που ακολούθησε την απελευθέρωση, ο πατέρας και η οικογένειά του διώχτηκαν από την παράταξη που επικράτησε. Ο νεαρός Γαβράς, αφού τελείωσε το Γυμνάσιο στην Αθήνα, επεδίωξε να φύγει στις ΗΠΑ αλλά δεν έγινε δεκτός. Ετσι έφυγε για την Γαλλία, και γράφτηκε φοιτητής στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης στο Παρίσι.
  Λίγο αργότερα όμως διέκοψε τις σπουδές του για να στραφεί στον κινηματογράφο και να παρακολουθήσει το Institut de Ηautes Etudes Cinematographiques. Συνεργάστηκε σαν βοηθός σκηνοθέτης με τους Ρενέ Κλαίρ, Ιβ Αλεγκρέ, Ρενέ Κλεμάν, Χενρί Βερνέϊγ, Μαρσέλ Οπιλς και άλλους.Το 1965 έκανε την πρώτη του ταινία, "The Sleeping Car Murder", της οποίας έγραψε επίσης και το σενάριο. Η ταινία ήταν ένα πολύ πετυχημένο θρίλλερ με πρωταγωνιστές τους Υβ Μοντάν, Σιμόν Σινιορέ, Ζακ Περέβ και Ζαν Λουϊ Τρεντινιάν, κέρδισε το βραβείο Edgar Allen Poe και αναγνωρίστηκε σαν ένα από τα δέκα καλύτερα φιλμς της χρονιάς.
  Το 1969 ο Γαβράς σκηνοθέτησε την πολυσυζητημένη ταινία "Ζ", που ήταν σταθμός στην καριέρα του. Πρωταγωνιστούσαν ο Υβ Μοντάν, ο Ζαν Λουί Τρεντινιάν, με τους οποίους θα συνεργαζόταν μετέπειτα σε πολλές ταινίες, και η Ειρήνη Παππά. Η ταινία ήταν ένα πολιτικό και αντιφασιστικό φίλμ στο οποίο ο Γαβράς χρησιμοποίησε τεχνικές θρίλλερ για να αποδώσει ένα σκοτεινό πολιτικό σκηνικό απευθύνοντας συγχρόνως ένα δριμύ κατηγορώ στο δικτατορικό καθεστώς της Ελλάδας. Με την ταινία του αυτή, στην οποία ήταν παραγωγός και συν-συγγραφέας, ο Γαβράς σημάδεψε με ένα προσωπικό στύλ τη διεθνή κινηματογραφία. Η ταινία έλαβε το Οσκαρ της καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας και ο Γαβράς πήρε το βραβείο σκηνοθεσίας και σεναρίου.
  Τα επόμενα χρόνια συνδύασε την έντονη πολιτική του στράτευση με την αδιαμφισβήτητη κινηματογραφική κατάρτησή του για να φτιάξει μια σειρά ταινιών που αποτελούσαν διαμαρτυρίες και καταπέλτη για τα όπου γης καταπιεστικά καθεστώτα αλλά και με και έντονη αμφισβήτηση και κριτική του Αμερικανικού παράγοντα. Ετσι ακολούθησαν οι ταινίες "Κατάσταση Πολιορκίας" (με αναφορά την Ουραγουάη, το 1973), "Ο Αγνοούμενος" (1982), όπου αυτή τη φορά συνεργάστηκε με τους Αμερικανούς ηθοποιούς Jack Lemmon και Sissy Spacek και κέρδισε ένα Οσκαρ σκηνοθεσίας. Την ίδια χρονιά έγινε διευθυντής του Cinematheque Francais. Το 1983 με την ταινία του "Χάνα Κ" (1983) εξόργισε πολλούς με την φιλο-παλαιστινιακή του στάση. Στη συνέχεια δημιούργησε και άλλες ταινίες, όπως τον "Προδομένο" (1988) και το "Music Box" (1990), πολιτικά στρατευμένες και αυτές αν και με λιγότερο πάθος σε σύγκριση με τις προγενέστερες. Εν τω μεταξύ είχε κερδίσει και ένα άλλο Οσκαρ ξένης ταινίας το 1977 με την ταινία του "Madame Rosa" με πρωταγωνίστρια την Σιμόν Σινιορέ, ενώ το 1993 διεύθυνε και έγραψε την "Μικρή Αποκάλυψη".

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Σταύρος Τσιώλης

ΤΡΙΠΟΛΗ (Πόλη) ΑΡΚΑΔΙΑ
1937
  Γεννήθηκε στην Τρίπολη το 1937 και σπούδασε στην Αθήνα. Ξεκίνησε την κινηματογραφική του καριέρα σαν βοηθός σκηνοθέτη συμμετέχοντας στα γυρίσματα 54 ταινιών.
  Φιλμογραφία:
1968 Ο Μικρός Δραπέτης.
1969 Πανικός.
1970 Η Ζούγκλα των Πόλεων.
1971 Κατάχρηση Εξουσίας.
1985 Μια Τόσο Μακρινή Απουσία.
1986 Σχετικά με το Βασίλη.
1988 Ακατανίκητοι Εραστές.
1990 Έρωτας στη Χουρμαδιά.
1993 Παρακαλώ Γυναίκες μην Κλαίτε.
1995 Ο Χαμένος Θησαυρός του Χουρσίτ Πασά.
  Ταινίες
•Έρωτας στη Χουρμαδιά
•Ο Χαμένος Θησαυρός του Χουρσίτ Πασά
•Παρακαλώ, Γυναίκες μην Κλαίτε

Το κείμενο παρατίθεται τον Απρίλιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Υπουργείου Πολιτισμού.


Στρατηγοί

Λεωκύδης

ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΙΣ (Αρχαία πόλη) ΑΡΚΑΔΙΑ
Απόγονος του Αρκεσίλαου, αρχηγός του στρατού των Μεγαλοπολιτών μαζί με το Λυδιάδη (Παυσ. 8.10.6,10).

Δίαιος

Μεγαλοπολίτης στρατηγός, πατέρας του Διοφάνη (Παυσ. 8.30.5, 8.51.1).

Diaeus, (Diaios), a man of Megalopolis, succeeded Menalcidas of Lacedaemon as general of the Achaean league in B. C. 150. Menalcidas, having been assailed by Callicrates with a capital charge, saved himself through the favour of Diaeus, whom he bribed with three talents; and the latter, being much and generally condemned for this, endeavored to divert public attention from his own conduct to a quarrel with Lacedaemon. The Lacedaemonians had appealed to the Roman senate about the possession of some disputed land, and had received for answer that the decision of all causes, except those of life and death, rested with the great council of the Achaeans. This answer Diaeus so far garbled as to omit the exception. The Lacedaemonians accused him of falsehood, and the dispute led to war, wherein the Lacedaemonians found themselves no match for the Achaeans, and resorted accordingly to negotiation. Diaeus, affirming that his hostility was not directed against Sparta, but against her disturbers, procured the banishment of 24 of her principal citizens. These men fled for refuge and protection to Rome, and thither Diaeus went to oppose them, together with Callicrates, who died by the way. The cause of the exiles was supported by Menalcides, who assured the Spartans, on his return, that the Romans had declared in favour of their independence, while an equally positive assurance to the opposite effect was given by Diaeus to the Achaeans,--the truth being that the senate had passed no final decision at all, but had promised to send commissioners to settle the dispute. War was renewed between the parties, B. C. 148, in spite of the prohibition of the Romans, to which, however, Diaeus, who was again general in B. C. 147, paid more obedience, though he endeavoured to bring over the towns round Sparta by negotiation. When the decree of the Romans arrived, which severed Sparta and several other states from the Achaean league, Diaeus took a leading part in keeping up the indignation of the Achaeans, and in urging them to the acts of violence which caused war with Rome. In the autumn of 147 he was succeeded by Critolaus, but the death of the latter before the expiration of his year of office once more placed Diaeus at the post of danger, according to the law of the Achaeans, which provided in such cases that the predecessor of the deceased should resume his authority. The number of his army he swelled with emancipated slaves, and enforced strictly, though not impartially, the levy of the citizens; but he acted unwisely in dividing his forces by sending a portion of them to garrison Megara and to check there the advance of the Romans. He himself had taken up his quarters in Corinth, and Metellus, the Roman general, advancing thither, sent forward ambassadors to offer terms, but Diaeus threw them into prison (though he afterwards released them for the bribe of a talent), and caused Sosicrates, the lieutenantgeneral, as well as Philinus of Corinth, to be put to death with torture for having joined in recommending negotiation with the enemy. Being defeated by Mummius before the walls of Corinth, in B. C. 146, he made no further attempt to defend the city, but fled to Megalopolis, where he slew his wife to prevent her falling into the enemy's power, and put an end to his own existence by poison, thus (says Pausanias) rivalling Menalcidas in the cowardice of his death, as he had rivalled him through his life in avarice. (Polyb. xxxviii. 2, xl. 2, 4, 5, 9; Paus. vii. 12, &c.; Clinton, F. H. sub annis 149, 147, 146.)

This text is from: A dictionary of Greek and Roman biography and mythology, 1873 (ed. William Smith). Cited Oct 2005 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks


Aristaenus

Aristaenus (Aristainos), of Megalopolis, sometimes called Aristaenetus by Polybius and Plutarch (Philop. 13, 17). Aristaenus, however, appears to be the correct name. He was strategus of the Achaean league in B. C. 198, and induced the Achaeans to join the Romans in the war against Philip of Macedon. Polybius defends him from the charge of treachery for having done so. In the following year (B. C. 197) he was again strategus and accompanied the consul T. Quinctius Flamininus to his interview with Philip (Polyb. xxxii. 19-21, 32; Polyb. xvii. 1, 7, 13). In the same year he also persuaded the Boeotians to espouse the side of the Romans (Liv. xxxiii. 2). In B. C. 195, when he was again strategus, he joined Flamininus with 10,000 foot and 1000 horse in order to attack Nabis (Liv. xxxiv. 25, &c.). He was also strategus in B. C. 185, and attacked Philopoemen and Lycortas for their conduct in relation to the embassy that had been sent to Ptolemy. (Polyb. xxiii. 7, 9, 10).
  Aristaenus was the political opponent of Philopoemen, and showed more readiness to gratify the wishes of the Romans than Philopoemen did. He was eloquent and skilled in politics, but not distinguished in war (Polyb. xxv. 9; comp. Plut. Philop. 17; Paus. viii. 51.1).

This text is from: A dictionary of Greek and Roman biography and mythology, 1873 (ed. William Smith). Cited Oct 2005 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks


Lycomedes

ΤΕΓΕΑ (Αρχαία πόλη) ΑΡΚΑΔΙΑ
Lycomedes (Lukomoedes). A Mantinean, according to Xenophon and Pausanias, wealthy, high-born, and ambitious. Diodorus calls him in one passage a Tegean; but there can be no question (though Wesseling would raise one) of the identity of this Lycomedes with the Arcadian general whom he elsewhere speaks of as a Mantinean. (Xen. Hell. vii. 1. 23; Paus. viii. 27; Diod. xv. 59, 62; Wess. ad Diod. xv. 59; Schneider, ad Xen. Hell. vi. 5. 3). We first hear of him as one of the chief founders of Megalopolis in B. C. 370, and Diodorus (xv. 59.) tells us that he was the author of the plan, though the words of Pausanias (viii. 27, ix. 14.) would seem to ascribe the origination of it to Epaminondas. (Comp. Arist. Pol. ii. 2, ed. Bekk.; Xen. Hell. vi. 5. 6, &c.). In B. C. 369 Lycomedes was general of the Arcadians and defeated, near Orchomenus, the forces of the Lacedaemonians under Polytropus. (Xen. Hell. vi. 5. 14; Diod. xv. 62). In the following year we find symptoms of a rising jealousy towards Thebes on the part of the Arcadians, owing in great measure to the suggestions and exhortations of Lycomedes, who reminded his countrymen of their ancient descent as the children of the soil, of their numbers, their high military qualifications, and of the fact that their support was quite as important to Thebes as it had been to Lacedaemon; and it is possible that the spirit thus roused and fostered in Arcadia may have shortened the stay of Epaminondas in the Peloponnesus on this his second invasion of it. The vigour exhibited in consequence by the Arcadians under Lycomedes and the successes they met with are mentioned by Xenophon and Diodorus, the latter of whom however places these events a year too soon. Thus it was in B. C. 369, according to him, that Lycomedes marched against Pellene in Laconia, and, having taken it, made slaves of the inhabitants and ravaged the country. (Xen. Hell. ii. 1. 23, &c.; Diod. xv. 67; Wess. ad loc.). The same spirit of independence was again manifested by Lycomedes in B. C. 367, at the congress held at Thebes after the return of the Greek envoys from Susa; for when the rescript of Artaxerxes II. (in every way favourable to Thebes) had been read, and the Thebans required the deputies of the other states to swear compliance with it, Lycomedes declared that the congress ought not to have been assembled at Thebes at all, but wherever the war was. To this the Thebans answered angrily that he was introducing discord to the destruction of the alliance, and Lycomedes then withdrew from the congress with his colleagues. (Xen. Hell. vii. 1. 39). In B. C. 366, the loss of Oropus having exasperated the Athenians against their allies, who had with-held their aid when it was most needed, Lycomedes took advantage of the feeling to propose an alliance between Athens and Arcadia. The proposal was at first unfavourably received by the Athenians, as involving a breach of their connection with Sparta; but they afterwards consented to it on the ground that it was as much for the advantage of Lacedaemon as of Athens that Arcadia should be independent of Thebes. Lycomedes, on his return by sea from Athens, desired to be put on shore at a certain portion of the Peloponnesian coast, where there happened to be collected a number of Arcadian exiles; and by these he was murdered. (Xen. Hell. vii. 4. 2, 3)

This text is from: A dictionary of Greek and Roman biography and mythology, 1873 (ed. William Smith). Cited Oct 2006 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks


Στρατιωτικοί

Hippias

ΑΡΚΑΔΙΑ (Αρχαία περιοχή) ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ
Hippias, captain of a company of Arcadian mercenaries in the service of Pissuthnes, is named by Thucydides in the story of the fifth year of the Peloponnesian War, B. C. 427. A faction of the Colophonians of Notium dependent on Persian aid introduced him into a fortified quarter of the town; and here, after the surrender of Mytilene, he was found and besieged by Paches, whose succour was demanded by the exiles of the other party. Paches, under a promise of a safe return into the fortification if no terms should be agreed on, drew Hippias out to a conference; retained him, while, by a sudden attack, the place was carried; and satisfied the letter of his promise by bringing him back into the fortress, and there shooting him to death. (Thuc. iii. 34.)

This text is from: A dictionary of Greek and Roman biography and mythology, 1873 (ed. William Smith). Cited Nov 2005 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks


Xenias of Parrhasia

ΠΑΡΡΑΣΙΑ (Αρχαία περιοχή) ΑΡΚΑΔΙΑ
Darius and Parysatis had two sons born to them, of whom the elder was Artaxerxes and the younger Cyrus. Now when Darius lay sick and suspected that the end of his life was near, he wished to have both his sons with him. The elder, as it chanced, was with him already; but Cyrus he summoned from the province over which he had made him satrap, and he had also appointed him commander of all the forces that muster in the plain of Castolus.Cyrus accordingly went up3to his father, taking with him Tissaphernes as a friend and accompanied by three hundred Greek hoplites, under the command of Xenias of Parrhasia.

Callimachus of Parrhasia

. . . Thereupon it was decided to call together the captains, both of peltasts and hoplites, to set forth to them the existing situation, and to ask if there was any one among them who would like to prove himself a brave man and to undertake this expedition as a volunteer. Volunteers came forward, from the hoplites Aristonymus of Methydrium and Agasias of Stymphalus, while in rivalry with them Callimachus of Parrhasia said that he was ready to make the expedition and take with him volunteers from the entire army; "for I know," he continued, "that many of the young men will follow if I am in the lead." (Xen.Anab. 4.1.26)

Arexion the Parrhasian

Συγγραφείς

Βασίλειος Οικονομίδης

ΒΥΤΙΝΑ (Χωριό) ΑΡΚΑΔΙΑ
  Ο Βασίλειος Oικονομίδης (1814 -1894), νομοδιδάσκαλος, είναι ένας από τους επιφανείας και έξοχους νομικούς της χώρας μας. Γεννήθηκε το 1814 στην Βυτίνα. Σπούδασε νομικά στη Γερμανία και το 1843 αναδείχθηκε αριστούχος διδάκτορας του Πανεπιστημίου του Μονάχου. Επέστρεψε στην Ελλάδα που και έγινε υφηνγτής του Ρωμαϊκού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Το 1846 εκλέχτηκε έκτακτος καθηγητής στο ίδιο Πανεπιστήμιο και αργότερα έγινετακτικός καθηγητής.
  Μπήκε στο δικαστικό κλάδο ως πρωτοδίκης και το 1847 προβιβάστηκε σε εφέτη. Το 1851 έγινε αρεοπαγίτης και δέκα χρόνια αργότερα αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου. Ενώ απρόκειτο να εκλεγεί πρόεδρος του Αρείου Πάγου, προτίμησε τη θέση του συμβούλου του Υπουργείου Οικονομικών, όπου έμεινε από το 1867 έως το 1875, οπότε αποχώρησε οριστικά από τη δημόσια υπηρεσία.
  Η επιστημονική και η επαγγελματική του καριέρα ήταν λαμπρή. Την περίοδο 1859-1860 διατέλεσε πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών. Επίσης, τις περιόδους 1849-1850, 1857-1858 και 1864-1865 ήταν κοσμήτορας της Νομικής Σχολής.
  Το συγγραφικό του έργο είναι σημαντικότατο. Οι κυριώτερες μελέτες-συγγράμματά του του είναι : "Εγχειρίδιον της Πολιτικής Δικονομίας", "Περί της σχέσεως της δικαστικής εξουσίας προς την νομοθετικήν", "Στοιχεία Αστικού Δικαίου" σε δυο τόμους που περιέχουν τις "Γενικές Αρχές" και το "Εμπράγματον Δίκαιον", "Περί των παρά Ρωμαίοις δικαιοπραξιών Nexum kai Mancipation", και το "Περί εισαγγελίας του αστικού δικαίου", λόγος πανηγυρικός κατά την ανάληψη του πρυτανικού αξιώματος. Συνέγραψε επίσης πλήθος επιστημονικών διατριβών και γνωματοδοτήσεων.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Έχετε τη δυνατότητα να δείτε περισσότερες πληροφορίες για γειτονικές ή/και ευρύτερες περιοχές επιλέγοντας μία από τις παρακάτω κατηγορίες και πατώντας το "περισσότερα":

GTP Headlines

Λάβετε το καθημερινό newsletter με τα πιο σημαντικά νέα της τουριστικής βιομηχανίας.

Εγγραφείτε τώρα!
Greek Travel Pages: Η βίβλος του Τουριστικού επαγγελματία. Αγορά online

Αναχωρησεις πλοιων

Διαφημίσεις

ΕΣΠΑ