gtp logo

Πληροφορίες τοπωνυμίου

Εμφανίζονται 65 τίτλοι με αναζήτηση: Οικονομία  στην ευρύτερη περιοχή: "ΕΛΛΑΔΑ Χώρα ΕΥΡΩΠΗ" .


Οικονομία (65)

Ανάμεικτα

ΑΓΑΘΟΝΗΣΙ (Νησί) ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΟΣ
  Η οικονομία στηρίζεται στην κτηνοτροφία, την αλιεία και τον τουρισμό. Η κτηνοτροφία γίνεται με ελεύθερη βοσκή και τα προϊόντα απ' αυτήν είναι ασφαλώς λίγα αλλά εκλεκτής ποιότητας.
  Υπάρχουν γύρω στους δέκα επαγγελματίες ψαράδες, ενώ τα τελευταία χρόνια λειτουργούν με επιτυχία ιχθυοκαλλιέργειες.
  Οπως συνέβη με τα υπόλοιπα νησιά έτσι και το Αγαθονήσι άρχισε να προκαλεί το ενδιαφέρον των παραθεριστών κι ο τουρισμός τείνει κι εδώ να γίνει ο βασικός άξονας της οικονομικής ζωής.
Κείμενο: Μανώλης Μακρής
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται το Φεβρουάριο 2004 από τουριστικό φυλλάδιο της Τοπικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων Δωδεκανήσου.

ΑΜΦΙΛΟΧΙΑ (Πόλη) ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ
  Η σημερινή οικονομική ζωή της πόλης στηρίζεται στην παραγωγή αγροτικών προϊόντων, στην αλιεία και κυρίως στον τουρισμό.
  Τα παλαιότερα χρόνια (αρχές του αιώνα) καλλιεργούσαν σιτάρι, βρώμη και ελιές σε μεγάλες ποσότητες και γι’ αυτό γινόταν εξαγωγή. Επίσης ήταν ανεπτυγμένη σε σημαντικό βαθμό και η κτηνοτροφία.
  Σήμερα καλλιεργείται κυρίως καπνός (τσεμπέλι) και ελιές.
  Στην περιοχή της Μπούκας παράγονται καλαμπόκι και οπωροκηπευτικά. Περίφημα είναι τα θαλασσινά της Αμφιλοχίας όπου ψαρεύεται η μοναδική για τη γεύση της "γαρίδα του Αμβρακικού".
  Αλλα είδη ψαριών είναι η γλώσσα, η κουτσομούρα, οι μπαλάδες, οι σούρες, οι σαργοί, τα καλαμάρια, οι κέφαλοι, τα λιθρίνια κλ.π.
  Απ’ τα οστρακοειδή υπάρχουν σε μεγάλη αφθονία μύδια καθώς και σε μικρότερες ποσότητες οι "πείνες" με την ξεχωριστή γεύση και οι δάκτυλοι μέσα στις πέτρες.
  Οι κάτοικοι σήμερα ασχολούνται με τη γεωργία, την κτηνοτροφία, το εμπόριο, τη βιοτεχνία, την αλιεία και τον τουρισμό.
  Λειτουργούν επίσης, στην περιοχή πολλές μονάδες επεξεργασίας γάλακτος όπου παράγονται τα γνωστά είδη τυριών: κεφαλογραβιέρα και πεκορίνο Αμφιλοχίας.
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται τον Αύγουστο 2003 από τουριστικό φυλλάδιο του Δήμου Αμφιλοχίας (1997).

Η Αργολίδα στον 20ο αιώνα

ΑΡΓΟΛΙΔΑ (Νομός) ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ
  Μία από τις πιο παραγωγικές περιοχές της Ελλάδας θεωρείται η Αργολίδα. Με το ευνοϊκό κλίμα και το εύφορο έδαφος προσφέρει στην αγορά εκλεκτά και πρώιμα αγροτικά προϊόντα όλων των ειδών, όπως κηπευτικά, λαχανικά, βερύκοκα και εσπεριδοειδή όλων των ποικιλιών. Ονομαστή παλαιότερα ήταν η ντομάτα, νωπή ή κονσερβοποιημένη, η αργείτικη αγκινάρα και τα περίφημα "αργείτικα πεπόνια".
  Η δενδροκαλλιέργεια παραμένει βασικός παραγωγικός τομέας τις τελευταίες δεκαετίες και συνδυάζεται με την πρόοδο της βιομηχανικής επεξεργασίας πολλών γεωργικών προϊόντων. Η Αργολίδα, άλλωστε, είχε την πρωτοπορία στην ανάπτυξη της βιομηχανίας συσκευασίας και μεταποίησης γεωργικών προϊόντων, τα οποία προορίζονταν για την εσωτερική αγορά ή για εξαγωγή. Συσκευαστήρια, κονσερβοποιεία, χυμοποιεία υπάρχουν και σήμερα στην Αργολίδα.
  Σε υψηλό επίπεδο βρίσκεται η καλλιέργεια της ελιάς και η παραγωγή λαδιού, η καλή ποιότητα το οποίου είναι χαρακτηριστική. Τα τελευταία μάλιστα χρόνια στις ορεινές περιοχές με ήπιο σχετικά κλίμα προστίθενται νέες φυτείες ελαιώνων, ενώ τα ελαιοτριβεία της επαρχίας Αργους έχουν αυξηθεί αισθητά.
  Και η κτηνοτροφία της Αργολίδας είναι αξιοσημείωτη. Στις ορεινές περιοχές διατηρούνται αρκετά κοπάδια από αιγοπρόβατα, η εκτροφή των οποίων ενισχύεται και από σχετικές κοινοτικές επιδοτήσεις. Και στις πεδινές περιοχές όμως συναντάμε κοπάδια προβάτων, ενώ μέσα στους πορτοκαλεώνες του κάμπου εκτρέφονται μεμονωμένα πρόβατα και άλλα οικόσιτα ζώα.
  Σχετική με το γεωργικό χαρακτήρα του Νομού είναι και η επίδοση στον τομέα των μηχανοκατασκευών σε αξιόλογα μηχανουργεία, που ασχολούνται με είδη κονσερβοποιίας, συσκευασίας και κυρίως κατασκευές υδραντλιών βαθέων φρεάτων (πομόνες), οι οποίες εξάγονται όχι μόνο σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, αλλά και στο εξωτερικό.
(κείμενο: Αλέξης Τότσικας)
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται το Μάρτιο 2004 από τουριστικό φυλλάδιο της Νομαρχίας Αργολίδας.

ΔΙΟΝ (Δήμος) ΠΙΕΡΙΑ
Η οικονομία στηρίζεται βασικά στον πρωτογενή τομέα και οι κυριότερες καλλιέργειες είναι τα σιτηρά, το ακτινίδιο, το καλαμπόκι και φυσικά ο καπνός, που αποτελεί και την κύρια πηγή εισοδήματος για τους περισσότερους δημότες. Ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός του Δήμου ασχολείται κατά κύριο λόγο με τη γεωργία και κτηνοτροφία και ελάχιστοι είναι αυτοί που απασχολούνται αποκλειστικά στον δευτερογενή και τριτογενή τομέα.

Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2002 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Δίου


ΙΟΣ (Νησί) ΚΥΚΛΑΔΕΣ
  Από τις αρχές του αιώνα & έως το 1940, η εξόρυξη πυρίτη και άλλων ορυκτών καθώς και η κτηνοτροφία έως πριν λίγα χρόνια, προσέφεραν τα προς το ζην στους κατοίκους του νησιού, όπως και οι αγροτικές ασχολίες, η μελισσοκομία και η τυροκομία.
  Τα τελευταία χρόνια με την ραγδαία ανάπτυξη του τουρισμού, το βάρος της οικονομικής ζωής του νησιού, μετατοπίστηκε, στις ενοικιάσεις καταλυμμάτων και την παροχή υπηρεσιών (εστιατόρια, κέντρα διασκέδασης, εμπόριο κ.λ.π.). Βέβαια σε μικρότερη κλίμακα απ’ ότι παλιότερα η κτηνοτροφία καιοι αγροτικές ασχολίες καθώς και λιγότερο η αλιεία, απασχολούν μέρος του πληθυσμού και γίνεται ενσυνείδητη προσπάθεια να διασωθούν και να αναβιώσουν οι παραδοσιακές ασχολίες.
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται το Νοέμβριο 2003 από τουριστικό φυλλάδιο του Δήμου Ιητών - Τουριστικής Αναπτυξιακής Δημοτικής Επιχείρησης.

Οικονομικά στοιχεία

ΚΑΡΔΙΤΣΑ (Νομός) ΘΕΣΣΑΛΙΑ
  Ο νομός Καρδίτσας είναι ο μικρότερος των τεσσάρων νομών του θεσσαλικού διαμερίσματος. Έχει έκταση 2.636.000 στρέμματα και σύμφωνα με την τελευταία απογραφή έχει 124.016 κατοίκους. Διοικητικά, διαιρείται σε είκοσι δήμους και μια κοινότητα.
  Η οικονομία του νομού βασίζεται κυρίως στη γεωργία. Περίπου 1.100.800 στρέμματα είναι γεωργικές εκτάσεις, όπου το βαμβάκι κυριαρχεί ως καλλιέργεια. Ακολουθεί ο καπνός, το καλαμπόκι, τα σιτηρά, τα ζαχαρότευτλα, οι ντομάτες, οι πατάτες, τα καρπούζια, τα πεπόνια και πολλά άλλα κηπευτικά και λαχανικά. Η αμπελουργία δίνει εξαιρετικά επιτραπέζια σταφύλια, αλλά και σταφύλια για την παρασκευή κρασιού. Εξαιρετικής ποιότητας κρασί που θα πρέπει οπωσδήποτε να γευθείτε είναι το Μαύρο Μεσενικόλα.
  Η κτηνοτροφία δεν είναι τόσο ανεπτυγμένη, όσο η γεωργία. Εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται παραδοσιακές μέθοδοι, ιδιαίτερα στα ορεινά του νομού. Τα κοπάδια είναι κυρίως αιγοπρόβατα. Παράγεται κρέας και γαλακτοκομικά προϊόντα εξαιρετικής ποιότητας.
  Η βιομηχανία είναι ελάχιστα ανεπτυγμένη στο νομό. Οι λίγες βιοτεχνικές μονάδες (εκκοκκιστήρια βάμβακος, κυλινδρόμυλοι και βιοτεχνίες επεξεργασίας και μεταποίησης ξυλείας) επεξεργάζονται γεωργικά, κτηνοτροφικά και δασικά προϊόντα.
(κείμενο: Π. Τσιαμούρας, Κ. Κοντογεώργου, Α. Αντωνίου)
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται τον Αύγουστο 2003 από τουριστικό φυλλάδιο της Νομαρχίας Καρδίτσας.

ΠΥΘΑΓΟΡΕΙΟ (Δήμος) ΣΑΜΟΣ
Πρωτογενής Τομέας
  Σημαντική για το Δήμο Πυθαγορείου, είναι η Αμπελοκαλλιέργεια. Κυρίαρχο είδος το λευκό μοσχάτο σταφύλι, (της από την αρχαιότητα ξεχωριστής "Σαμίας Αμπέλου") που δίνει τους άριστους -σε παγκόσμια κλίμακα- Οίνους Ποιότητας V.Q.P.R.D. Σε σύνολο 7.690 στρεμμάτων στη δυτική Σάμο, τα 2.680 στρέμματα (τουλάχιστον) είναι καλλιέργειες της περιφέρειάς μας.
  Ο Δήμος μας μετέχει και στην καλλιέργεια της Ελιάς κατά σημαντικό ποσοστό. Σε σύνολο 123.593 καλλιεργούμενων στρεμμάτων (111.445 δηλούμενων), τα 52.235 (48.914 δηλούμενα) ανήκουν στην περιφέρειά μας. Σε σύνολο 1.630.000 δένδρων, τα 676.000 βρίσκονται στον Δήμο μας. Πλέον διαδεδομένη ποικιλία είναι η "Θρουμπολιά", συναντάμε όμως και "Κορωνέικη", "Καλαμών" και "Μανάκι". Υπάρχουν πολλοί αιωνόβιοι Ελαιώνες.
  Στην περιοχή "Κάμπος της Χώρας" βρίσκεται το σύνολο σχεδόν της καλλιεργούμενης έκτασης Εσπεριδοειδών. Η έκταση υπολογίζεται στο ύψος των 1000 στρεμμάτων (σε σύνολο 1070 περίπου της Σάμου). Σε 1000 στρέμματα περίπου καλλιεργούνται στον Δήμο μας Σιτηρά, που καταλαμβάνουν το μέγιστο τμήμα της καλλιεργούμενης έκτασης στη Σάμο. Στον Δήμο μας επίσης βρίσκεται μεγάλο τμήμα της εκτατικής καλλιέργειας κηπευτικών, ενώ υπάρχει και ελώδης έκταση. Η μελισσοκομία είναι ανεπτυγμένη κυρίως στην κεντρική Σάμο. Η κτηνοτροφία συνίσταται κυρίως στην εκτροφή αιγοπροβάτων (με υπαίθρια βόσκηση), ενώ τα τελευταία χρόνια αναπτύσσεται σταδιακά η εσταυλισμένη κτηνοτροφία βοοειδών.
  Η υλοτομία απαντά στην κεντρική Σάμο κυρίως σαμιακή πεύκη για διάφορες χρήσεις στη ναυπηξυλουργική.
  Στον Δήμο μας αναπτυγμένη αλιευτική δραστηριότητα υπάρχει στο Πυθαγόρειο, στο Ηραίο, αλλά και στα πεδινά (στο επίνειο) των Σπαθαραίων.
Δευτερογενής Τομέας
 Οι επιχ/σεις του δευτερογενή τομέα είναι κυρίως α) κατασκευαστικές μικρές και λιγότερες μεσαίες βιοτεχνίες μονάδες (ξύλου - συναφών υλικών, σιδήρου, αλουμινίου, ναυπηξυλουργικές) β) ελαιοτριβεία.
Τριτογενής τομέας - Τουρισμός
  Οι πολύ καλές περιβαλλοντικές συνθήκες, και τα ιδιαίτερα ιστορικά, πολιτισμικά και κοινωνικά ενδιαφέροντα της περιοχής μας, δημιούργησαν μετά από εντονο ρεύμα, τα ονομαστά θέρετρα Πυθαγόρειο, Ηραίο, Ποτοκάκι, ενώ ήδη εξελίσσονται σύγχρονες μορφές τουρισμού (αγροτοτουρισμός, οικοτουρισμός, συνεδριακός, αθλητικός, περιπατητικός, φυσιολατρικός, εναλλακτικός, επιστημονικός). Υπάρχουν διαφόρων μορφών καταλύματα, με διαβάθμιση απαιτήσεων (ολοκληρωμένα ξενοδοχειακά συγκροτήματα Α' και άλλων κατηγοριών , μικρότερες μονάδες, πανσιόν, Studios και ενοικιαζόμενα δωμάτια). Επίσης ποικιλία καταστημάτων παροχής υπηρεσιών (Εστιατόρια, Ταβέρνες, Καφέ-Μπάρ, Σνακ-Μπάρ, Disco, παραδοσιακά καφενεία). Η πλήρης αγορά τοπικών και εμπορικών ειδών "καλύπτει" και τους απαιτητικούς επισκέπτες.
  Η Σάμος και ιδιαίτερα η παραλιακή ζώνη Πυθαγορείου - Ηραίου έχει ξεχωριστή θέση -παγκοσμίως- όσον αφορά τον συνδυασμό : περιβαλλοντική σύνθεση, πρωτογενής τομέας, αρχαιολογικός -ιστορικός πλούτος και τουριστική κινητικότητα.

Το κείμενο παρατίθεται τον Φεβρουάριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Πυθαγορείου


ΣΥΜΗ (Νησί) ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΟΣ
  Επειδή το νησί είναι ορεινό και άνυδρο οι περισσότεροι κάτοικοι ασχολήθηκαν με την σπογγαλιεία, την ναυτιλία, την αλιεία, την κτηνοτροφία και ελάχιστοι με την γεωργία. Σήμερα οι περισσότεροι ασχολούνται με τον τουρισμό, το εμπόριο και τις τέχνες, όπως ξυλογλυπτική και ναυπηγική.
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται το Νοέμβριο 2003 από τουριστικό φυλλάδιο του Δήμου Σύμης.

ΦΟΙΝΙΚΑΣ (Χωριό) ΣΥΡΟΣ
  Ο Φοίνικας είναι χωριό παραθαλάσσιο και βρίσκεται στο νοτιοδυτικό τμήμα της Σύρου. Περιλαμβάνει τον οικισμό Βήσσα και αποτελεί κοινότητα με 733 κατοίκους. Ο πληθυσμός του ασχολείται κύρια με αγροτικές δραστηριότητες ιδιαίτερα ανθίζουσες (πτηνοτροφία, ανθοκομία, κτηνοτροφία, καλλιέργεια κηπευτικών). Τα τελευταία χρόνια αναπτύχθηκε σημαντικά ο τουρισμός, λόγω της θαυμάσιας φυσικής του θέσης και των ικανοποιητικών υπηρεσιών που προσφέρουν οι τουριστικές επιχειρήσεις του χωριού.
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται το Νοέμβριο 2003 από τουριστικό φυλλάδιο της Κοινότητας Φοίνικα.

Αλιάκμoνας και Δήμος Χασίων

ΧΑΣΙΑ (Δήμος) ΓΡΕΒΕΝΑ
  Ο ποταμός Αλιάκμωνας αποτελεί σημείο αναφοράς για τόν Δήμο μας. Διασχίζει το ένα από τα τρία Δημοτικά Διαμερίσματα και τους δύο από τους έξι οικισμούς. Σημαντική στο ποτάμιο αυτό σύστημα είναι η παρουσία του ρέματος της Σιούτσας που διασχίζει όλα τά Δημοτικά Διαμερίσματα του Δήμου και αποτελεί σημαντικό παραπόταμο του Αλιάκμωνα.
  Ανάμεσα στά οικοσυστήματα που παρατηρούνται στο Δήμο μας, όπως οι βοσκότοποι, τα δάση φυλλοβόλων δρυών, δάση πλατάνων, οι παρόχθιες καί υγροτοπικές διαπλάσεις που δημιουργεί ο Αλιάκμωνας και όλο το υγρό στοιχείο που σχετίζεται μ' αυτόν, αποτελούν το πιο χαρακτηριστικό οικοσύστημα της περιοχής μας. Αποτελεί σημαντικό ενδίαιτημα της πανίδας η οποία απαριθμεί περίπου 70 είδη πτηνών, μεταξύ αυτών ο μαυροπελαργός και ο μπούφος τα οποία είναι προστατευόμενα είδη, 30 είδη αμφιβίων, ερπετών καί θηλαστικών όπως το ζαρκάδι, ο λαγόγυρος, η βίδρα και ο λύκος, θηλαστικά τα οποία μάλιστα περιλαμβάνονται και στο κόκκινο βιβλίο απειλούμενων σπονδυλοζώων τής Ελλάδας.
  Οι παρόχθιες διαπλάσεις του ποταμού φιλοξενούν όλα τα παραπάνω ζωικά είδη τα οποία είτε ενδιαιτούν αποκλειστικά σε αυτές (βίδρα), είτε τις χρησιμοποιούν ως καταφύγιο η ενδιαίτημα αναπαραγωγής, καλύπτοντας τις ανάγκες τροφοληψίας στά γειτονικά οικοσυστήματα.
  Από τα παραπάνω μπορούμε εύκολα να συμπεράνουμε την σημαντικότητα του ποταμού και της λεκάνης απορροής του στη βιοποικιλότητα της περιοχής μας, καθώς και της μεγάλης ευθύνης που έχουμε για την προστασία του συγκεκριμένου οικοσυστήματος και γενικότερα του φυσικού πλούτου που κληρονομήσαμε.
  Επιγραμματικά αναφέρουμε ότι οι ωφέλειες πού προκύπτουν για την περιοχή από τον ποταμό Αλιάκμονα είναι κυρίως δύο:
1) Ο ποταμός συμβάλλει στην ανάπτυξη της περιοχής και συγκεκριμένα της αγροτικής παραγωγής μέσω ενός μικρού φράγματος καί ενός αρδευτικού δικτύου που καλύπτει τις ανάγκες άρδευσης 18.000 περίπου στρεμμάτων στούς οικισμούς Καρπερού καί Δήμητρας.
2) Δίνει την δυνατότητα στους κατοίκους και τους επισκέπτες να αναπτύσουν δραστηριότητες αναψυχής όπως το ψάρεμα, το ράφτινγκ, το κυνήγι.
Γεώργιος Καλαμάρας
Γεωπόνος Α.Π.Θ.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάιο 2005 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Χασίων


Links

Αλιεία

ΤΡΙΚΑΛΑ (Νομός) ΘΕΣΣΑΛΙΑ
Στα εσωτερικά ύδατα του νομού, το 1983 αναφέρονται 343 άτομα ασχολούμενα με αλιεία και εκτροφή αλιευμάτων.

Βιομηχανία

Ασήμαντη.

Βιοτεχνία

ΚΟΥΤΣΟΠΟΔΙ (Δήμος) ΑΡΓΟΛΙΔΑ
  66 μικρές και μεγάλες βιομηχανικές- βιοτεχνικές μονάδες και επιχειρήσεις κάθε είδους λειτουργούν στην περιοχή του Δήμου Κουτσοποδίου. Εξαιρετικής σημασίας είναι η συμβολή τους στην οικονομική πρόοδο του τόπου, , την αντιμετώπιση του προβλήματος της ανεργίας, της αστυφιλίας κτλ. Ανάμεσα τους, μεγάλες μονάδες μεταποίησης αγροτικών προϊόντων συσκευαστήρια, αποπρασινιστήρια και σύγχρονα ψυγεία για τα εσπεριδοειδή, αξιόλογες μονάδες αντλητικών συγκροτημάτων, πρότυπα ελαιουργεία, βιοτεχνίες τυποποίησης λαδιού, σύγχρονα οινοποιεία, άριστα εξοπλισμένα ξυλουργεία, τυροκομεία κ.ά Ο νέος Δήμος Κουτσοποδίου μπορεί να χαρακτηριστεί ένας δήμος οικονομικά εύρωστος, με σαφή αναπτυξιακή τροχιά. Θέλει και μπορεί να εξελιχθεί σε ένα δήμο με έντονη οικονομική ανάπτυξη και υψηλή ποιότητα ζωής.

Το κείμενο παρατίθεται τον Οκτώβριο 2002 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Κουτσοποδίου


ΤΡΙΚΑΛΑ (Νομός) ΘΕΣΣΑΛΙΑ
Λειτουργούν μονάδες κυρίως επεξεργασίας γεωργικών, κτηνοτροφικών και δασικών προϊόντων.

Γεωργία

ΙΘΑΚΗ (Νησί) ΙΟΝΙΑ ΝΗΣΙΑ
Βιολογική Γεωργία
  Από το 1999, έχει αρχίσει στο νησί μας μια προσπάθεια τόνωσης και ανασυγκρότησης του Αγροτικού τομέα. Στο επίκεντρο αυτής της προσπάθειας βρίσκονται οι καλλιέργειες της ελιάς και του αμπελιού. Είναι άλλωστε οι σημαντικότερες για το νησί της Ιθάκης. Στο πλαίσιο αυτό έχει ξεκινήσει στο νησί ένα Πρόγραμμα Βιολογικής Γεωργίας που αφορά, κύρια, τις καλλιέργειες της ελιάς και του αμπελιού. Το Πρόγραμμα αυτό συνεχώς επεκτείνεται σε νέες καλλιέργειες και νέους παραγωγούς. Οι παραπάνω καλλιέργειες ελέγχονται από Γεωπόνους ειδικούς σε θέματα βιολογικής καλλιέργειας και οι μέθοδοι παραγωγής, τα βελτιωτικά εδάφους και τα φυτοπροστατευτικά μέσα που χρησιμοποιούνται ανταποκρίνονται πλήρως στις προδιαγραφές του Κανονισμού ΕΟΚ 2092/91 Περί βιολογικού τρόπου παραγωγής γεωργικών προϊόντων.
Βιολογική Γεωργία στην Ιθάκη
  Μέσα σε ένα διεθνές περιβάλλον που οι γενετικά τροποποιημένοι σπόροι και οι τροφές από τα γενετικά εργαστήρια κυριαρχούν, η Ιθάκη αντιστέκεται. Το νησί αποτελεί σήμερα, κυριολεκτικά, ένα ορυχείο διατήρησης και συντήρησης ελληνικής προέλευσης πανάρχαιων ποικιλιών φυτών και φυλών ζώων.
  Ο Δήμος, σε συνεργασία με άλλους αρμόδιους φορείς, έχει ξεκινήσει μια προσπάθεια στήριξης των αγροτών, γιατί πιστεύει ότι η ανάπτυξη της Ιθάκης, εκτός των άλλων, περνάει υποχρεωτικά μέσα από την ανασυγκρότηση του Αγροτικού Τομέα και τη στήριξη των αγροτικών προϊόντων του νησιού.
  Το Πρόγραμμα Βιολογικής Γεωργίας, το οποίο ξεκίνησε το 1998 στο νησί μας, έχει ήδη αποχτήσει την δική του δυναμική και αναμένεται να βοηθήσει ουσιαστικά την τοπική κοινωνία.
  Σκοπός της Βιολογικής Γεωργίας είναι η παραγωγή υψηλής ποιότητας αγροτικών προϊόντων με ταυτόχρονη μείωση της χρήσης χημικών λιπασμάτων, φυτοφαρμάκων, αντιβιοτικών και άλλων φαρμάκων. Το σημαντικότερο πλεονέκτημα που αποκομίζει ο παραγωγός είναι ότι μετά από δύο περίπου χρόνια, το προϊόν του π.χ. λάδι ή κρασί, χαρακτηρίζεται "Βιολογικό", απαλλαγμένο από χημικές ουσίες και φυτοφάρμακα.

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιούνιο 2005 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Ιθάκης


ΚΕΡΚΥΡΑ (Νομός) ΙΟΝΙΑ ΝΗΣΙΑ
Το 70% της γεωργικής απασχόλησης αποτελεί η καλλιέργεια της ελιάς, που καλύπτει το 1/3 της έκτασης του νησιού (200 τ.χλμ). Αλλες δενδρώδεις καλλιέργειες 25 τ.χλμ, κηπευτική 11 τ.χλμ, αμπέλια και σταφίδες 15 τ.χλμ, αρόσιμες εκτάσεις 81 τ.χλμ, αγρανάπαυση 20 τ.χλμ.(1986).

ΚΟΥΤΣΟΠΟΔΙ (Δήμος) ΑΡΓΟΛΙΔΑ
  Κύρια εισοδηματική πηγή των κατοίκων του Δήμου είναι η ενασχόληση τους με τον αγροτικό τομέα. Η κτηνοτροφία, δυστυχώς, διαρκώς φθίνει. Ελάχιστα κοπάδια αιγοπροβάτων απέμειναν πλέον στα ημιορεινά διαμερίσματα του Δήμου. Εύφορη γη στα πεδινά, φιλόπονοι κάτοικοι, αύξηση της αρδευόμενης γης, εκμηχάνιση της γεωργίας είναι οι κύριοι παράγοντες που αύξησαν σημαντικά την παραγωγή και οδήγησαν σε σημείο ζηλευτό το βιοτικό επίπεδο των κατοίκων. Στις καλλιέργειες τα εσπεριδοειδή, οι βερικοκιές, τα κηπευτικά στα πεδινά, οι ελιές και τα αμπέλια στην ημιορεινή ζώνη έχουν το προβάδισμα.
   Οργανωμένοι σε ομάδες παραγωγών και αγροτικούς συνεταιρισμούς οι παραγωγοί, συνεργάζονται στην αντιμετώπιση των δυσχερειών -άρδευση, αντιπαγετική προστασία κ.ά.- αναπροσαρμόζουν καλλιέργειες - δημιουργήθηκε και λειτουργεί με επιτυχία η πρώτη ανθοκομική μονάδα στην περιοχή - εκσυγχρονίζονται, εργάζονται μεθοδικότερα, δεν καταθέτουν τα όπλα. Δειλά, δειλά έκανε την εμφάνισή της και η βιολογική γεωργία. Ασχολούνται ήδη 13 παραγωγοί στην περιοχή του Δήμου με βιοκαλλιέργειες, με πολλή επιτυχία.
   Η μορφολογία και η γεωγραφική θέση του Δήμου παρέχουν τις προϋποθέσεις ανάπτυξης του αγροτουρισμού, ιδιαίτερα στις ορεινές και ημιορεινές περιοχές. Έχει ήδη συνειδητοποιηθεί η ανάγκη στροφής και προς την κατεύθυνση αυτή και τα θετικά της αποτελέσματα, στην τόνωση της τοπικής οικονομίας, στην ανάπτυξη και προβολή του Δήμου και στη συγκράτηση του ανθρώπινου δυναμικού στις ρίζες του.
   Ο «αγροτικός παράδεισος» βέβαια τα τελευταία χρόνια απειλείται από τη δυσκολία διάθεσης των αγροτικών προιόντων, το αυξανόμενο κόστος παραγωγής, τη συμπίεση των τιμών διάθεσης, τις δυσκολίες άρδευσης κ.ά. Απέναντι όμως στα προβλήματα αυτά ορθώνεται αποφασιστικά, καταλυτικά ο δυναμικός ανθρώπινος παράγοντας: Ανθρωποι του μόχθου, πεισματικά φίλεργοι οι κάτοικοι του Δήμου θέλουν να ατενίζουν με αισιοδοξία το μέλλον.

Το κείμενο παρατίθεται τον Οκτώβριο 2002 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Κουτσοποδίου


ΤΡΙΚΑΛΑ (Νομός) ΘΕΣΣΑΛΙΑ
Ο κορμός της οικονομίας του νομού.

Δάση

Τα δάση, κυρίως από πεύκα, έλατα και βαλανιδιές, καλύπτουν το 30% της επιφάνειας, περισσότερο στα δυτικά και στα βόρεια του νομού.

Κτηνοτροφία

Βιολογική Κτηνοτροφία

ΙΘΑΚΗ (Νησί) ΙΟΝΙΑ ΝΗΣΙΑ
Στις αρχές του έτους 2002 ξεκίνησε το πρόγραμμα της Βιολογικής Κτηνοτροφίας. Οι προτάσεις για ένταξη στο εν λόγω πρόγραμμα έχουν ήδη αρχίσει και αναμένεται απ' το νησί μας να φτάσουν τις 15 τον αριθμό.

ΚΕΡΚΥΡΑ (Νομός) ΙΟΝΙΑ ΝΗΣΙΑ
Κυρίως γαλακτοφόρες αγελάδες (το 1983 σύνολο 4,185 βοοειδή). Ποσοστά συνεισφοράς σε κρέας & γάλα: Βοοειδή 34% & 48%, Πρόβατα 26% & 41%, Κατσίκες 5% & 11%, Χοίροι 12%, Πουλερικά 23%.

ΤΡΙΚΑΛΑ (Νομός) ΘΕΣΣΑΛΙΑ
Αξιόλογη ανάπτυξη ως ημιοικόσιτη και νομαδική.

Ορυκτός πλούτος

Natural colour: Yellow ochra

ΛΑΥΡΙΟΝ (Αρχαία πόλη) ΑΤΤΙΚΗ
This is found in many places, including Italy, but Attic, which was the best, is not now to be had because in the times when there were slaves in the Athenian silver mines, they would dig galleries underground in order to find the silver. Whenever a vein of ochre was found there, they would follow it up like silver, and so the ancients had a fine supply of it to use in the polished finishings of their stucco work.

Argentum (silver)

Agentum (silver).The use of silver among the Greeks, although no doubt later introduced than that of gold, dates from pre-historic times. In the archaic tombs opened by Dr. Schliemann at Mycenae were several vessels and ornaments of silver. Homer mentions on several occasions vessels of silver, sometimes as coming from Sidon (Il. xxiii. 743), sometimes as imported from Egypt (Od. iv. 125), sometimes as of home manufacture (Od. xix. 57). Our museums exhibit numerous specimens of all these kinds of ware. The method of manufacture in early times was the same for silver as for gold and copper: the material was beaten out with a hammer and fastened either with nails or solder, or else cast in moulds.
  In Asia, in the time of the Persian Empire, silver must have been common, for we know that it was thirteen times less valuable than gold (Herod. iii. 95) ; and the stores of gold accumulated by kings, such as Croesus, and even by private individuals, such as Pythius (Herod. vii. 27), were enormous. From Asia it came to Greece in the way of commerce.
  But there were also silver mines in Hellas of great importance. Among these the most prolific were the mines of Laurium, the property of the Athenian people and the chief source of their wealth. With regard to the working of these mines we possess many details; as to which see Boeckh On the Silver Mines of Laurium, and Rhangabe in the Memoires de l'Acad. des Inscr. viii. 297. There were also extensive silver mines in the Pangaean range in Thrace and in Epirus. From these sources came the supplies of Greece before the age of Alexander.
  Silver was at that time in great demand in Greece. It was used by the rich for drinking vessels, by ladies for mirrors and toilet-boxes, by the pious for statues and ornaments to be dedicated in the temples. Among Greek silversmiths the most celebrated was Mentor (Plin. xxxiii.154), whose name is mentioned by the Romans in conjunction with those of Polycleitus and Scopas, and whose works were eagerly sought out by the connoisseurs of later times. Mys and Acragas and other silversmiths had wide reputation. But the chief use to which in earlier and less luxurious times silver was put was in coinage. The usual issues of Asia Minor were in silver, and that metal was almost the only currency in Hellas proper, and used conjointly with copper in Sicily and S. Italy. As early as the 6th century Aegina, Corinth, Euboea, Athens, Samos, and many other cities issued an abundance of silver coin, and during the next century the example was followed by nearly every Greek independent city of any pretensions. It may be remarked here that all the Greek words connected with money are derived from arguros, and not from chrusos, as katarguroo, to bribe with money; arguramoibos, a money-changer, &c.; and arguros is itself not unfrequently used to signify money in general (Soph. Antig. 295), as aes is in Latin.
  In the time of Alexander the mines of Laurium were of diminished richness, and their produce decreased until in the time of Pausanias and Strabo they were looked on as exhausted (Paus. ad init.). But their place was far more than supplied by the enormous treasures of silver which the Persian kings had laboriously hoarded, and which Alexander and his captains spent with lavish profusion. A whole corps of Alexander's soldiers bore silver shields (the Argyraspides), Mithradates Eupator had numerous chariots of silver, and we read in Athenaeus' description of the pomp of Ptolemy Philadelphus (v. p. 196) of such things as a silver bowl holding 600 metretae and embossed with figures of animals.
  Italy is less richly furnished by nature with silver than Greece. In early times, indeed, the Etruscans were celebrated for working in silver, many of their productions still surviving; and they issued silver coins as early as the 5th century. But we may suppose the metal imported either from the Gauls to the north or the seafaring Phoenicians. Certainly at the same period silver was rare at Rome, as is shown by the fact that Rome long contented herself with copper money, and only followed the example of her richer neighbours in striking silver in B.C. 269. Before that period Greek silver was in circulation at Rome; and the principal silver coin of the Romans, the denarius, was borrowed from the Greek drachma. This dearth of silver disappeared when the Romans acquired the rich mines of Spain, which the Carthaginians had worked before them. These were situate at Osca and elsewhere, but those near Carthago Nova were so rich (Polyb. xxxiv. 9) as to employ forty thousand miners, to the great profit of the Roman state. This makes, more surprising the statement of Pliny (xxxiii.141) that at the capture of Carthage the booty in silver only amounted to 4370 pounds. It was really the victories of Scipio Asiaticus which flooded Rome with silver as with other luxuries, until silver tables of 100 pounds' weight became common at Rome, and even the cooking utensils of the wealthy were sometimes made of the same material (Plin. xxxiii.140). Statuettes and parts of statues of silver of the Roman period have been found, together with many silver cups and vessels. Some of these latter were found at Pompeii, some at Caere, but the largest hoard, weighing upwards of 100 pounds, at Hildesheim in Germany. This treasure, consisting of upwards of seventy vessels, must have been part of the baggage of a Roman officer on the frontiers, [p. 184] and forcibly illustrates the luxury of wealthy officers in late times. It also shows what immense strides the practical art of the silver-smith had made since early Greek times. The Hildesheim vases, which are now in the Museum of Berlin, are composed of a body of silver, over which is fastened a second layer covered with alto-rilievos of beaten work, admirably designed and excellently adapted to the forms and purposes of the vessels. On the subject of working in silver, Pliny has a dissertation (xxxiii.127 ff.).

Silver as Coin.
  We have already stated when and where silver was principally used for currency; and for further details, see Nummus, Denarius, Drachma. But we must add here a few words as to the alloy of silver. In the 6th and 5th centuries B.C. the silver issued in the Greek world is usually of almost perfect purity. Of a number of pieces of S. Italy tested, many offer a proportion of 94 to 96 per cent. of pure silver, none less than 91 per cent. The coins of Aegina are about .96 fine. Those of Athens, which were noted in antiquity for their purity, give a percentage of .986 to .983. Even after Alexander the coins of Athens retain their purity, the analysis of some specimens yielding .966 of silver, .032 of copper, and .002 of gold. But in some places the standard of fineness rapidly falls in late times. A tetradrachm of Philip, one of the last kings of Syria, yielded only .678 of silver, and the contemporary coins of Egypt are still more debased. When the Romans occupied that country, they found the money so debased in quality, though it still retained its weight, that a Roman denarius was equivalent in value to the Ptolemaic tetradrachm of nearly four times its weight. Among the Romans silver retained its standard, excepting in the case of some denarii of M. Antony, until the time of Augustus, who fixed the purity at 98-9 per cent. But after Vespasian we find a continual decrease in the standard of silver currency, with occasional slight reactions, until the so-called silver money is but copper plated. The substances used for adulteration of silver were copper, tin, zinc, and lead, all of which are found in the later Egyptian money.

Proportionate Value of Silver as compared with Gold and Copper.
  A few words must be said under this head as to the relations held, in value one with another, of the three precious metals -gold, silver, and copper. According to Herodotus (iii. 95), in reckoning the revenues of the Persian Empire gold was esteemed at thirteen times the value of silver. And Brandis tries to show by induction that this relation, or more exactly that of 13 1/31 to 1, held between gold and silver in the Levant during many centuries. But in the 4th century the value of gold began to fall in Greece. The pseudo-Plato (Hipparch. 231 D) speaks of the comparative value of the two metals as 12 to 1; and after Philip of Macedon had possessed himself of the rich gold mines of Thrace, and his son of the treasures of the Persian kings, it fell to 10 to 1 (Menander, ap. Pollux, ix. 76). Mr. Head (Coinage of Syracuse) shows reasons for supposing the relation in value of gold to silver in Sicily to have been 15 to 1 until about B.C. 344, and afterwards 12 to 1. Roman laws of the middle of the 2nd century show that the relation of 12 to 1 was then current in Italy; but Roman gold coins bearing marks of value show considerable variations in the relation, from 9 to 17 to 1. Under the empire it was about 10 or 12 to 1. The relation between silver and copper was in Sicily 250 to 1, and nearly the same result is given for Rome, by a comparison of the weights of silver and copper coins of the 3rd century which bear marks of value. At a later time copper would seem to have become far more valuable in proportion. It is, however, difficult to prove this, because copper coins of later time are mere money of account, and not struck up to the full. value.

This text is from: A Dictionary of Greek and Roman Antiquities (1890) (eds. William Smith, LLD, William Wayte, G. E. Marindin). Cited June 2005 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks


ΤΡΙΚΑΛΑ (Νομός) ΘΕΣΣΑΛΙΑ
Ασήμαντος.

Σελίδες επίσημες

ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ (Δήμος) ΓΡΕΒΕΝΑ

ΑΡΓΑΛΑΣΤΗ (Δημοτική ενότητα) ΝΟΤΙΟ ΠΗΛΙΟ
•Η ελιά αποτελεί την πιο αντιπροσωπευτική καλλιέργεια στην περιοχή της Αργαλαστής, αλλά και κατ' επέκταση στην ευρύτερη περιοχή του νοτίου Πηλίου. Το εκλεκτό λάδι και οι βρώσιμες ελιές είναι παραδοσιακά προϊόντα της περιοχής.
•Στην Αργαλαστή παλαιότερα ειδικά παρήγαγαν εξαίρετα σύκα, τόσο νωπά όσο και αποξηραμένα. Σήμερα υπάρχουν πολλές διάσπαρτες συκιές και λίγοι οργανωμένοι συκεώνες. Η ποικιλία των δένδρων είναι κυρίως "Σύκα Σμύρνης".
•Στην Αργαλαστή υπάρχουν αμπέλια, κυρίως τοπικών οινοποιήσιμων ποικιλιών.
•Στην Αργαλαστή καλλιεργούνται λίγα λαχανικά, τα οποία εξυπηρετούν τις ανάγκες των κατοίκων.

Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Αργαλαστής


ΑΣΣΟΣ-ΛΕΧΑΙΟ (Δήμος) ΚΟΡΙΝΘΙΑ
  Δεν υπάρχουν διαθέσιμα πρόσφατα στατιστικά στοιχεία σχετικά με τον οικονομικά ενεργό πληθυσμό κατά τομέα παραγωγής ή κατά θέση στο επάγγελμα στα Δημοτικά Διαμερίσματα και στο σύνολο του Δήμου.
  Τα προ δεκαετίας ή εικοσαετίας συλλεχθέντα στοιχεία της ΕΣΥΕ (απογραφές 1981, 1991) δεν ανταποκρίνονται στη διαμορφωθείσα εν τω μεταξύ κατάσταση καθώς, αφενός αφορούν στο ήμισυ περίπου του σημερινού (εκτιμώμενου) πληθυσμού και αφετέρου, η διαφοροποίηση που συντελέσθηκε στις δυνατότητες απασχόλησης στον ευρύτερο χώρο της Β.Α. Κορινθίας την τρέχουσα δεκαετία, δεν επιτρέπει την εξακρίβωση "τάσεων" με βάση τα προσυλλεχθέντα στοιχεία ενός διαφορετικού περιβάλλοντος.
  Εκτιμάται όμως εν γένει, ότι τα διαρθρωτικά προβλήματα της γεωργίας θα εξακολουθήσουν να ασκούν εντεινόμενες πιέσεις στις δυνατότητες απασχόλησης ή (αυτοαπασχολούμενης) επαγγελματικής δραστηριοποίησης στον πρωτογενή τομέα, οδηγώντας είτε στην αγροτική έξοδο , είτε στην αναζήτηση συμπληρωματικού εισοδήματος σε άλλους τομείς παραγωγής. Ο Δήμος Ασσου - Λεχαίου, εκκινώντας από την παραδοχή αυτή και διαπιστώνοντας ότι τα ζητήματα της ενδο- ή διατομεακής κινητικότητας της απασχόλησης εμπίπτουν στις βασικές αρμοδιότητες άλλων ή υπερκείμενων δημόσιων υπηρεσιών, εκτιμά ότι δύναται να λάβει κυρίως συμπληρωματικού χαρακτήρα μέτρα προς την κατεύθυνση του περιορισμού της αγροτικής εξόδου ή της απορρόφησης της (μέσω της πολυδραστηριότητας) στον αναπτυσσόμενο τριτογενή τομέα.

ΒΕΡΤΙΣΚΟ (Δήμος) ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Σε ότι αφορά τις δημόσιες υπηρεσίες ή άλλες υπηρεσίες εξυπηρέτησης πολιτών, όπως τράπεζες, στο Δήμο Βερτίσκου δεν λειτουργεί κανένα κατάστημα. Οι κάτοικοι εξυπηρετούνται είτε στο Λαγκαδά είτε στο Σοχό ενώ σε ότι αφορά την ταχυδρομική επικοινωνία αυτή καλύπτεται με την καθημερινή επίσκεψη του ταχυδρόμου σε όλους τους οικισμούς.
  Ο τριτογενής τομέας στο Δήμο Βερτίσκου εμφανίζεται ιδιαίτερα ανεπτυγμένος. Έτσι από το σύνολο των καταστημάτων, τα 26 είναι καφενεία-καφετέριες, ψησταριές-εστιατόρια, τα 11 είναι παντοπωλεία-σούπερ μίνι μάρκετ, τα 9 αρτοποιεία και 1 πρατήριο υγρών καυσίμων, καταστήματα που εξυπηρετούν τις βασικές ανάγκες τόσο των κατοίκων της περιοχής όσο και των επισκεπτών της. Το μεγαλύτερο ποσοστό των επιχειρήσεων λιανικού εμπορίου είναι ατομικές επιχειρήσεις, οι οποίες έχουν καθαρά οικογενειακό χαρακτήρα. Το υπόλοιπο εμπόριο εξαρτάται τόσο από την πόλη της Θεσσαλονίκης όσο και από του Λαγκαδά λόγω της μεγάλης γειτνίασης.
  Ο Δήμος Βερτίσκου παρουσιάζει μικρή μεταποιητική δραστηριότητα και το κύριο χαρακτηριστικό είναι οι βιομηχανικοί κλάδοι μικρού μεγέθους, αναφορικά τόσο με τον αριθμό των εργαζομένων όσο και με την παραγωγική δραστηριότητα, κυρίως λόγω της επικέντρωσης των δραστηριοτήτων στον πρωτογενή τομέα.
  Η πλειοψηφία των επιχειρήσεων ανήκει στους κλάδους των ειδών διατροφής και ποτών και των επίπλων και ειδών επιπλώσεως. Αξίζει να σημειωθεί όμως ότι στην περιοχή έχουν πραγματοποιηθεί, μέσω διάφορων αναπτυξιακών προγραμμάτων σημαντικές επενδύσεις ενώ οι προοπτικές εξέλιξης των βιοτεχνικών μονάδων που σχετίζονται με αγροτουριστικά προϊόντα (τοπικά, παραδοσιακά παρασκευάσματα κτλ.) και προϊόντα βιολογικής καλλιέργειας διαγράφονται ευοίωνες, δεδομένου ότι υπάρχει ανερχόμενη ζήτηση.

Γεωργικά Προϊόντα

Η περιοχή έχει να επιδείξει τοπικά γεωργικά προϊόντα που έχουν από το παρελθόν αποκτήσει ιδιαίτερη θέση στην αγροτική οικονομία της περιοχής και το όνομα και η ποιότητα τους έγιναν ευρύτερα γνωστά. Μερικά από αυτά είναι γνωστά από την εμπορία τους στη Θεσσαλονίκη ενώ άλλα είναι γνωστά από τις εκδηλώσεις που πραγματοποιούν οι κάτοικοι. Ενδεικτικά αναφέρονται:
  Το βιολογικό κρασί της Όσσας (πιστοποιημένο σύμφωνα με τον Καν. (ΕΟΚ) 2092/91) είναι διαδεδομένο τοπικό προϊόν και έχει καταφέρει να κατοχυρώσει την επωνυμία του (τοπικός οίνος «Πλαγιές Βερτίσκου). Πωλείται σε κεντρικές κάβες σε όλη της Ελλάδα.
  Τα κεράσια Όσσας. Χαρακτηριστικές είναι οι εκδηλώσεις του Δήμου που συνδέονται με την τοπική αυτή παραγωγή (Γιορτή Κερασιού, στις αρχές Ιουνίου, η οποία αποτελεί αρχαία γιορτή που γινόταν για τη γη).
  Τα φρούτα του δάσους (βατόμουρα, φραμπουάζ, μύρτιλλα) στην Όσσα διαφοροποιούνται από τα υπόλοιπα φρούτα και είναι κυρίως γνωστά για την παραγωγή μαρμελάδων με την αντίστοιχη ονομασία.
  Μέλι Βερτίσκου εξαιρετικής ποιότητας και πωλείται κυρίως στην τοπική αγορά.
  Αρωματικά φυτά. Συγκεκριμένα καλλιεργείται ρίγανη 200 στρ. η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν οργανικό λίπασμα λόγω πολλών ιχνοστοιχείων και σαν ζωοτροφή αφού αυξάνει την απορρόφηση τροφής από τα ζώα ενώ υπάρχει και η δυνατότητα φαρμακευτικής χρήσης.

Κτηνοτροφία

Σήμερα, με βάση τη σύνθεση των κλάδων της ζωικής παραγωγής, στο Δήμο Βερτίσκου τα αιγοπρόβατα καταλαμβάνουν μεγαλύτερο μέρος από τα βοοειδή. Σε σχέση με το 1991, παρατηρείται μία συρρίκνωση του ζωικού κεφαλαίου καθώς ο αριθμός των εκτρεφόμενων βοοειδών μειώθηκε κατά 42,88% ενώ ο αντίστοιχος των αιγοπροβάτων κατά 10%.
  Η εκτροφή των χοίρων την τελευταία δεκαετία σταμάτησε. Στον Εξάλοφο όμως εντοπίζεται μονάδα εκτροφής ορτυκιών, η οποία ενισχύθηκε από την Κ.Π. Leader II. Παράλληλα, κατά το διάστημα 1991-2000, σημειώνεται αύξηση του αριθμού των εκμεταλλεύσεων μελισσοκομίας ενώ ταυτόχρονα ο αριθμός των κυψελών αυξάνεται κατά 2% και η παραγωγή σε κερί υπερδιπλασιάζεται σε αντίθεση με την παραγωγή σε μέλι που μειώνεται κατά το ήμισυ.
  Οι κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις βρίσκονται κυρίως εκτός των οικισμών. Κοινοτικές εκτάσεις κατάλληλες για οργάνωση κτηνοτροφικού πάρκου υπάρχουν στο Λοφίσκο (20.000 στρ., 1,5 km από τον οικισμό) και στο Βερτίσκο στη θέση Καζέπ (100 στρ., 3 km από τον οικισμό).
  Οι κτηνοτρόφοι καλλιεργούν στο μεγαλύτερο ποσοστό μόνοι τους τις ζωοτροφές ενώ εξυπηρετούνται από γειτονικά σφαγεία του Λαγκαδά, της Βαμβακιάς ή του Σοχού. Μεγάλες ποσότητες γάλακτος διοχετεύονται στις γαλακτοκομικές εταιρίες ΜΕΒΓΑΛ, ΑΓΝΟ και Προίκας Α.Ε.

ΔΥΜΗ (Δήμος) ΠΑΤΡΑ
Πρωτογενής τομέας: Αφορά στα δημοτικά διαμερίσματα (πρώην κοινότητες) του Δήμου. Το μεγαλύτερο μέρος (45%) του οικονομικά ενεργού πληθυσμού απασχολείται στον τομέα αυτόν. Η γεωργία περιλαμβάνει εμφανίζονται εντατικές καλλιέργειες σε κηπευτικά, ελιές, πατάτες, αμπέλια, σιτηρά, καλαμπόκι κ.λπ. Η κτηνοτροφία αφορά σημαντικό αριθμό αιγοπροβάτων.
Δευτερογενής τομέας: Δραστηριοποιείται κυρίως στην έδρα του Δήμου, και απασχολεί το 8% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού (περίπου 550 εργαζόμενοι). Το μεγαλύτερο ποσοστό του συγκεκριμένου τομέα απασχολείται σε προσωπικές επιχειρήσεις (έμποροι, βιοτέχνες). Συγκεκριμένα, έχουν καταγραφεί περίπου 240 επιχειρήσεις, επτά (7) εκ των οποίων ασχολούνται με τη μεταποίηση αγροτικών προϊόντων. Περισσότερες από τις μισές επιχειρήσεις λειτουργούν με τη μορφή εμπορικών καταστημάτων ενώ αρκετές είναι και οι βιοτεχνικές επιχειρήσεις (αποτελούν το 27% του συνόλου των επιχειρήσεων στον τομέα αυτό).
Τριτογενής τομέας: Σημαντική είναι η απασχόληση στον τομέα της παροχής υπηρεσιών και του τουρισμού. Υπάρχουν επτά (7) ξενοδοχεία, δύο (2) επιχειρήσεις με ενοικιαζόμενα δωμάτια και δύο (2) κάμπινγκ.

Το κείμενο παρατίθεται τον Οκτώβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δήμου Δύμης


Περιφερειακό ΑΕΠ

ΘΕΣΣΑΛΙΑ (Περιφέρεια) ΕΛΛΑΔΑ
  Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Περιφέρειας Θεσσαλίας είναι χαμηλότερο του αντίστοιχου μέσου κατά κεφαλήν ΑΕΠ της χώρας. Συγκεκριμένα καλύπτει το 90% του μέσου κατά κεφαλήν ΑΕΠ της χώρας για το έτος 1994.
  Η Περιφέρεια παράγει το 6,6% του συνολικού Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος της χώρας. Στον πρωτογενή τομέα παράγεται το 35,5%, στον δευτερογενή το 22,4% και στον τριτογενή τομέα το 43,1% του περιφερειακού Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος. Τα αντίστοιχα ποσοστά για τη χώρα είναι 15% για τον πρωτογενή τομέα, 25% για τον δευτερογενή και 60% για τον τριτογενή.
  Διαχρονικά, παρατηρείται, μικρή τάση στροφής της περιφερειακής οικονομίας προς τον τριτογενή τομέα, αφού αυξάνεται η συμμετοχή του τομέα αυτού στο συνολικό περιφερειακό ΑΕΠ και μικρή κάμψη του πρωτογενή και δευτερογενή τομέα.
  Όσον αφορά την παραγωγικότητα, η Περιφέρεια βρίσκεται σε χαμηλότερο επίπεδο από τη χώρα. Σε σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση η παραγωγικότητα της Περιφέρειας βρίσκεται στο 68% του μέσου όρου της Ε.Ε. για το 1996, ενώ το 1993 βρισκόταν στο 69%, σημειώνοντας μικρή μείωση.

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιανουάριο 2005 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Γενικής Γραμματείας Περιφέρειας Θεσσαλίας


Απασχόληση

  Το εργατικό δυναμικό του Θεσσαλίας ανέρχεται σε 299,3 χιλ. άτομα ενώ οι απασχολούμενοι είναι 273,9 χιλ. (1997). Η διαχρονική εξέλιξη του ενεργού πληθυσμού και της απασχόλησης τα τελευταία χρόνια (1993-97) παρουσιάζεται αύξουσα.
  Το 38,7% των απασχολουμένων εργάζεται στον πρωτογενή τομέα, το 17,4% στον δευτερογενή τομέα και το 43,9% στον τριτογενή τομέα, ενώ τα αντίστοιχα εθνικά ποσοστά είναι 19,8%, 22,5% και 57,7% (1997). Κατά την περίοδο 1993-1997 φαίνεται μια σαφής τάση ενίσχυσης του τριτογενή τομέα και μείωσης του δευτερογενή, ενώ ο πρωτογενής τομέας παραμένει στο ίδιο επίπεδο.
  Η τόσο υψηλή συγκέντρωση εργατικού δυναμικού στον πρωτογενή τομέα παραπέμπει σε παραγωγικά πρότυπα που υποδηλώνουν διαρθρωτική υστέρηση. Στο βαθμό που η αναδιάρθρωση της γεωργίας συνδυαστεί με έξοδο του εργατικού δυναμικού, τίθεται ένα σημαντικό πρόβλημα σχεδιασμού διαρθρωτικών πολιτικών. Οι πολιτικές αυτές θα πρέπει να στοχεύουν στην απορρόφηση του πλεονάζοντος δυναμικού σε εναλλακτικές (ή συμπληρωματικές) δραστηριότητες τοπικής κλίμακας για την αποφυγή της αποψίλωσης των αγροτικών περιοχών και την επιδείνωση του αναπτυξιακού προβλήματος.
  Ιδιαίτερο πρόβλημα είναι η σημαντική μείωση της βιομηχανικής απασχόλησης στις βιομηχανικές περιοχές κυρίως του Βόλου αλλά και της Λάρισας. Η μείωση αυτή της απασχόλησης, αν και σε κάποιο βαθμό αντισταθμίστηκε από την αύξηση των δραστηριοτήτων του τριτογενή τομέα, δημιουργεί σοβαρά προβλήματα επανακατάρτισης του εργατικού δυναμικού που παρουσιάζουν ή προβλέπεται να παρουσιάσουν αυξημένη ζήτηση.

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιανουάριο 2005 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Γενικής Γραμματείας Περιφέρειας Θεσσαλίας


Οικοτεχνία

ΙΘΑΚΗ (Νησί) ΙΟΝΙΑ ΝΗΣΙΑ
Στον κλάδο της οικοτεχνίας, από το 1999 αρχίζει να δραστηριοποιείται σημαντικός αριθμός ατόμων από το Πρωτογενή κυρίως τομέα (με στόχο την απόκτηση συμπληρωματικού εισοδήματος), στην τυποποίηση μαρμελάδων, παραδοσιακών γλυκών και αρωματικών φυτών. Την προσπάθεια αυτή στηρίζει η Δημοτική Αναπτυξιακή Επιχείρηση του Δήμου και ο Αγροτοτουριστικός Σύλλογος Περαχωρίου.

Αργυροχοΐα

ΙΩΑΝΝΙΝΑ (Νομός) ΗΠΕΙΡΟΣ
  Η αργυροχοΐα στα Γιάννενα έχει τις ρίζες της στα βάθη των αιώνων,παρουσιάζει όμως σημαντική δραστηριότητα από την εποχή του Δεσποτάτου της Ηπείρου και μετά.Την μεγάλη της άνθιση γνώρισε τον 18ο και 19ο αιώνα, εποχή που τα Γιάννενα είχαν αναδειχθεί σ΄ ένα από τα μεγαλύτερα πνευματικά εμπορικά και καλλιτεχνικά κέντρα των Βαλκανίων. Αντλώντας έμπνευση από τα έργα της αρχαίας ελληνικής παράδοσης και της αξεπέραστης βυζαντινής τέχνης αλλά εκφράζοντας ταυτόχρονα και τις αξίες της ηπειρώτικης ευαισθησίας και καλαισθησίας, έκαναν έντονη την παρουσία τους στον σπουδαίο αυτό χώρο της νεώτερης Ελληνικής Αργυροχοΐας. Η ιδιαιτερότητα της Γιαννιώτικης τέχνης εκφράζεται κυρίως από ιδιαίτερες τεχνικές κατασκευής όπως το σφυρήλατο, το φουσκωτό ή σκαλιστό, το συρματερό ή φελιγκράν και το σαβάτι, τεχνικές οι οποίες στα Γιάννενα έφθασαν στο απόγειο της εκφραστικής τους δύναμης. Τα Γιαννιώτικα κοσμήματα και σκεύη προσφέρουν μια ζεστή ανθρώπινη οπτική εντύπωση δοσμένη σε ιδιαίτερα λεπτή και κομψή διάσταση. Τα εργαστήρια αργυροχοΐας που λειτουργούν σήμερα, συνεχίζουν την παράδοση, δημιουργώντας χειροποίητα προϊόντα υψηλής αισθητικής και καλλιτεχνικής τελειότητας εφάμιλλης εκείνης του παρελθόντος.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Ιωαννιτών


Γαλακτομικά προϊόντα

  Στον ορεινό όγκο της ευρύτερης περιοχής των Ιωαννίνων, με κύρια δραστηριότητα την κτηνοτροφία, αναπτύχθηκε μεγάλη παράδοση στην τυροκόμηση, τέχνη γνωστή στους Έλληνες από τα Ομηρικά χρόνια.
  Η κοινωνική συμβολή του κλάδου στη διατήρηση και την ανάπτυξη της αιγοπροβατοτροφίας στο νομό είναι σημαντική. Με πρώτη ύλη το φρέσκο Ελληνικό αιγοπρόβειο γάλα και με σεβασμό στην παραδοσιακή τυροκόμηση, δραστηροποιούνται σήμερα πολλές μικρές και μεσαίες μονάδες και δύο από τις μεγαλύτερες του κλάδου, προσφέροντας στον καταναλωτή αγνά προϊόντα υψηλών προδιαγραφών.
  Στην οικογένεια των γαλακτομικών προϊόντων των Ιωαννίνων συμπεριλαμβάνονται το φρέσκο παστεριωμένο γάλα, το φυσικό υγιεινό γιαούρτι και το φρέσκο βούτυρο. Το πλέον δυναμικό προϊόν της περιοχής είναι η φέτα και τα προϊόντα Π.Ο.Π. όπως η κεφαλογραβιέρα, η ξηρή μυζήθρα, το καπνιστό τυρί Μετσεβόνε και το γαλοτύρι. Επίσης παραδοσιακά προϊόντα της περιοχής είναι η γραβιέρα, το κεφαλοτύρι, το γίδινο τυρί, ο ανθότυρος και άλλα.
  Η απαράμιλλη γεύση και η εξαιτετική τους ποιότητα τοποθετεί τα γνήσια γιαννιώτικα γαλακτομικά προϊόντα στην κορυφή της προτίμησης των Ελλήνων και ξένων καταναλωτών. Η λειτουργία των κυριότερων μονάδων, σύμφωνα με τις διεθνείς προδιαγραφές στον ποιοτικό έλεγχο, εγγυάται την εξαιρετική ποιότητα των προϊόντων.

Πτηνοτροφία

  Η πτηνοτροφία άρχισε να αναπτύσσεται δυναμικά στις αρχές της δεκαετίας του '50 από τους πρωτοπόρους του κλάδου στην Ελλάδα, για να φτάσει σήμερα στο σημείο να καλύπτει περισσότερο απο το 35% της παραγωγής κρέατος πουλερικών καθώς και αυγών βρώσιμων, εκκόλαψης και νεοσσών κρεατοπαραγωγής.
  Οι κορυφαίες επιχειρήσεις του κλάδου σε πανελλαδικό επίπεδο, ιδιωτικού και Συνεταιριστικού ενδιαφέροντος, απασχολούν περισσότερα από 800 άτομα και συνεργάζονται με 700 άτομα και πλέον πτηνοτρόφους παραγωγούς, δημιουργώντας ένα ισχυρότατο οικονομικό κύκλωμα για την περιοχή αλλά και για την Ελληνική οικονομία γενικότερα.Η αυγοπαραγωγός πτηνοτροφία με αρκετές σύγχρονες μονάδες εγκατεστημένες στην περιοχή, καλύπτει το 5% της Ελληνικής παραγωγής.Τα αγνά προϊόντα της περιοχής, μέσω των άριστα οργανωμένων δικτύων διανομής και των κατά τόπους υποκαταστημάτων τους φθάνουν καθημερινά σε όλη την Ελλάδα αλλά και το εξωτερικό.
  Η τοπική βιομηχανία περιλαμβάνει:
- πτηνοτροφεία που καλύπτουν πολλές χιλιάδες τετραγωνικών μέτρων
- εκκολαπτήρια δυνατότητας παραγωγής περισσότερων των 30 εκ. νεοσσών ετησίως
- εργοστάσια παραγωγής ζωοτροφών δυναμικότητας πλέον των 150.000 τόνων τελικού προϊόντος σε ετήσια βάση
- πτηνοσφαγεία δυνατότητας σφαγής 15.000 πουλερικών την ώρα, μονάδες παραγωγής 40-50 εκ. αυγών το χρόνο
- εργοστάσια επεξεργασίας υποπροϊόντων καθώς και παρασκευής έτοιμων προψημένων προϊόντων από κοτόπουλο.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Ιωαννιτών


Οινοποιία

  Το κρασί είναι ως γνωστό, ένα από τα κατ΄εξοχήν παραδοσιακά Ελληνικά αγροτικά προϊόντα που έχει ιστορία 3500 και πλέον χρόνων.
  Στο νομό Ιωαννίνων η αμπελοκαλλιέργεια και ειδικότερα των ποικιλιών που προορίζονται για οινοποίηση χρονολογείται από τον 16ο αιώνα.
  Η αμπελουργική ζώνη "ΖΙΤΣΑ", η οποία περιλαμβάνει έξι δημοτικά διαμερίσματα (Κοινότητες), λόγω της παράδοσης και της φήμης που είχε από παλιά στο κρασί, χαρακτηρίστηκε με Νόμο ως ζώνη με κρασί "Ονομασίας Προελεύσεως Ανωτέρας Ποιότητος". Ένα προνόμιο το οποίο κατατάσσει το κρασί της περιοχής στα υψηλής ποιότητας.
  Η σύσταση και το ανάγλυφο του εδάφους, το υψόμετρο που φτάνει τα 600 με 700 μέτρα, οι κλιματολογικές συνθήκες και η μοναδικότητα της λευκής ποικιλίας κρασοστάφυλων ΝΤΕΜΠΙΝΑ, δίνουν στο φημισμένο κρασί της περιοχής πλούσιο και λεπτό άρωμα, απαλή και ευχάριστη γεύση.
  Οι σύγχρονες οινολογικές τεχνικές, σε συνδυασμό με την παράδοση, δίνουν τα λευκά ξηρά κρασιά και τους φυσικούς ημιαφρώδεις και αφρώδεις οίνους που κάθε μέρα και περισσότερο κερδίζουν την προτίμηση Ελλήνων και ξένων καταναλωτών.
  Εκτός βέβαια από τη γηγενή ποικιλία ΝΤΕΜΠΙΝΑ, καλλιεργούνται και δύο άλλες τοπικές ποικιλίες που είναι το Βλάχικο και το Μπεκάρι. Οι αναλογίες λευκού και κόκκινου σταφυλιού είναι 9 προς 1 περίπου.Τα τελευταία χρόνια γίνεται προσπάθεια φύτευσης νέων αμπελώνων με ξένες ποικιλίες όπως Cabernet Traminer, Chardonnay κ.λπ.
  Στο νομό Ιωαννίνων υπάρχουν τρείς σύγχρονες και ορθολογικά οργανωμένες οινοποιητικές μονάδες που τυποποιούν τα κρασιά της περιοχής και πολλοί άλλοι μικροί παραγωγοί που παράγουν το δικό τους ντόπιο κρασί. Τα Γιάννενα μπορεί να μην είναι από άποψη ποιότητας μια μεγάλη αμπελουργική ζώνη, έχουν όμως πλεονέκτημα της μοναδικότητας και του τοπωνυμίου "ΖΙΤΣΑ" που είναι συνώνυμο της εξαιρετικής ποιότητας. Αξίζουν λοιπόν τα κρασιά του νομού Ιωαννίνων της προτίμησης των φίλων του κρασιού.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Ιωαννιτών


Μάρμαρο

  Στο νομό Ιωαννίνων η ενασχόληση με την εξόρυξη και την επεξεργασία τοπικού μαρμάρου, χρονολογείται για περισσότερο από 30 έτη. Τα υπάρχοντα πετρώματα στην περιοχή, ξεχωρίζουν γιατί είναι απόλυτα ομοιόχρωμα και καλής ποιότητας. Τοποθετούνται τόσο σε εσωτερικούς όσο και σε εξωτερικούς χώρους ενώ επιπρόσθετα χρησιμοποιούνται και ως διακοσμητικά πετρώματα πολλαπλών χρήσεων. Το Γιαννιώτικο μάρμαρο διαθέτει εξαιρετική εμφάνιση, μεγάλη αντοχή, προσιτή τιμή και τη δυνατότητα πολλών χρήσεων. Οι παραπάνω λόγοι συντελούν καθοριστικά στην αυξημένη και διαρκώς αυξανόμενη χρήση του. Η ζήτησή του τόσο στην Ελληνική όσο και στην διεθνή αγορά είναι σημαντική, παρά τον οξύ ανταγωνισμό των υποκατάστατων, γιατί αποτελεί φυσικό προϊόν που διατηρεί απόλυτα τα χαρακτηριστικά της πρώτης ύλης από την οποία παράγεται (πέτρα).

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Ιωαννιτών


ΚΕΑ (Νησί) ΚΥΚΛΑΔΕΣ
Βασική ασχολεία είναι των κατοίκων ήταν και παραμένει η κτηνοτροφία. Οι αγελάδες της Τζιάς είναι από τις πιο φημισμένες και μαζί με τα χοιρινά και τα γιδοπρόβατα αποτελούν την κτηνοτροφία του νησιού. Εκτός από τα κτηνοτροφικά προϊόντα (γάλα, τυρί, βούτηρο κλπ.) η Κέα παράγει και αρκετά γεωργικά προϊόντα, όπως κηπευτικά εξαιρετικής ποιότητας (ντομάτες, πατάτες, μελιτζάνες κλπ.) καθώς και δενδροκομικά όπως αχλάδια, μήλα, σύκα, φυστίκια και πολλά αμύγδαλα. Αναπτυγμένη είναι επίσης η μελισσοκομία με εξαιρετικό θυμαρίσιο μέλι, από το οποίο παρασκευάζεται το Τζιώτικο Παστέλι, η σπεσιαλιτέ του νησιού.

Παραγωγική Δραστηριότητα & Οικονομία

ΚΙΛΚΙΣ (Νομός) ΕΛΛΑΔΑ
  Ο νομός Κιλκίς βρίσκεται στο βόρειο τμήμα της Ελλάδας και ανήκει στην περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας. Εχει έκταση 2.519 τετραγωνικά χιλιόμετρα και πληθυσμό 80.061 κατοίκους (1991) .Συνορεύει από βορρά με την ΠΓΔΜ, από ανατολικά με το νομό Σερρών, από νότο με το νομό Θεσσαλονίκης και από δυτικά με το νομό Πέλλης. Η πόλη του Κιλκίς απέχει από την πόλη της Θεσσαλονίκης 48 χλμ. (40) και από το αεροδρόμιο «Μακεδονία » 66 χλμ. (55). Ο ποταμός Αξιός χωρίζει τον νομό σε δύο τμήματα : το δυτικό τμήμα καταλαμβάνεται από το πανέμορφο και γραφικό βουνό Πάικο (1658 μ.), ενώ στο ανατολικό τμήμα εκτείνονται η οροσειρά της Κερκίνης (2031 μ. βορειοανατολικά), των Κρουσίων (860 μ. ανατολικά) και του Μαυροβουνίου (1197 μ. νοτιοανατολικά). Ο Γαλλικός ποταμός, που πηγάζει από τα Κρούσια και εκβάλλει στον Θερμαϊκό , είναι γνωστός από την αρχαιότητα για τα κοιτάσματα χρυσού που υπήρχαν σε αφθονία στην κοίτη του. Λίμνες του νομού είναι η Δοϊράνη (που χωρίζεται από τη συνοριακή μεθόριο) και η Πικρολίμνη, γνωστή για τις θεραπευτικές της ιδιότητες. Η μεγάλη πεδιάδα , που οριοθετείται από τα βουνά του Πάικου και των Κρουσίων, αποτελεί τμήμα της μεγάλης εύφορης πεδιάδας της Κεντρικής Μακεδονίας, με κύριες καλλιέργειες τα δημητριακά, το βαμβάκι, τον καπνό και το τριφύλλι. Η κτηνοτροφία και η πτηνοτροφία κατέχουν σημαντική θέση στην τοπική οικονομία και αποτελούν μια από τις κύριες ασχολίες των κατοίκων. Τα τελευταία χρόνια στον τομέα της βιομηχανίας και της βιοτεχνίας διαγράφεται μια αλματώδης αύξηση, με ευνοϊκή επίδραση στην οικονομία και την απασχόληση και που αποτελεί αποτρεπτικό παράγοντα στο κύμα αστυφιλίας.Το έδαφος αποτελείται από εκρηξιγενή και ηφαιστιακά πετρώματα και το υπέδαφος είναι πλούσιο σε μεταλλεύματα σιδήρου, μολύβου, ψευδαργύρου, χαλκού, αμιάντου, τάλκη και αντιμονίου , σε μη εκμεταλλεύσιμες ποσότητες .Το κλίμα είναι ηπειρωτικό, ξηρό και υγιεινό, με κρύους χειμώνες και ζεστά καλοκαίρια. Κύριο χαρακτηριστικό του είναι ο δυνατός βόρειος άνεμος Βαρδάρης, που επηρεάζει τις βροχοπτώσεις με συνέπεια η υγρασία να είναι χαμηλή.Η ποσοστιαία συμμετοχή του Α.Ε.Π. του νομού στο συνολικό Α.Ε.Π. της Ελλάδας, παρουσιάζει μια αρκετά σημαντική μείωση στην περίοδο 1970- 88 ( από 0,78% σε 0,66% ) .Η συμμετοχή του τομέα « Γεωργία Κτηνοτροφία Δάση Αλιεία » είναι υπερδιπλάσια αυτού της χώρας, της μεταποίησης είναι ελαφρά υψηλότερη ενώ πολύ χαμηλότερη είναι του εμπορίου, μεταφορών, επικοινωνιών , υπηρεσιών Δημόσιας Διοίκησης .Το κατά κεφαλήν Α.Ε.Π. σύμφωνα με την απογραφή του 1991 είναι 967.464 δρχ.

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιανουάριο 2005 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Νομαρχίας Κιλκίς


ΛΑΡΙΣΣΟΣ (Δήμος) ΠΑΤΡΑ
Ο πληθυσμός του Δήμου Λαρίσσου σύμφωνα με την απογραφή του 2001 ανέρχεται στους 8.683 κατοίκους. Ο μόνιμος πληθυσμός εκτιμάται περίπου στους 7.500 κατοίκους ενώ τους καλοκαιρινούς μήνες φτάνει τους 20.000 κατοίκους. Ο Δήμος όπως ενδεικτικά αναφέραμε είναι κατά κύριο λόγο αγροτικός. Γι' αυτό και βλέπουμε πως το σύνολο των απασχολουμένων στον πρωτογενή τομέα ανέρχεται σε 3.270 άτομα, στον δευτερογενή τομέα σε 484 άτομα και στον τριτογενή τομέα σε 527 άτομα. Στον Δήμο υπάρχει ξενοδοχειακή υποδομή και λειτουργούν ξενώνες, μπανγκαλόους και ενοικιαζόμενα δωμάτια, που συμβάλλουν στην τουριστική ανάπτυξη. Λειτουργούν επιχειρήσεις που ασχολούνται με την επεξεργασία των αγαθών που παράγονται από τον αγροτικό και κτηνοτροφικό πληθυσμό και απασχολούν ένα σημαντικό αριθμό ανθρώπων της περιοχής.

Το κείμενο παρατίθεται τον Νοέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Λαρισσού


ΛΕΥΚΩΝΑΣ (Δήμος) ΣΕΡΡΕΣ
  Η οικονομική δραστηριότητα στην περιοχή του Δήμου Λευκώνα είναι συγκριτικά με τον υπόλοιπο Νομό Σερρών ιδιαίτερα έντονη, καθώς τόσο η αγροτική όσο και η βιομηχανική οικονομία είναι ιδιαίτερα αναπτυγμένη.
  Στα διοικητικά όρια του Δήμου περιλαμβάνεται η βιομηχανική περιοχή (ΒΙ.ΠΕ.) Σερρών, ενώ έχουν την έδρα τους πολλές βιοτεχνικές μονάδες, εμπορικές και εμποροεκθεσιακές επιχειρήσεις.
  Ο Δήμος Λευκώνα χαρακτηρίζεται ως πεδινός, με μέσο σταθμικό υψόμετρο 58,3 m. Το χαμηλότερο μ.σ.υ., είναι αυτό των Καλών Δένδρων (25m) και το υψηλότερο του Χριστός (80m), ενώ του Λευκώνα ανέρχεται στα 70m.
  Οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις καλύπτουν το 59% της συνολικής έκτασης του Δήμου ή 33.142 στρέμματα. Το 44% των καλλιεργήσιμων εκτάσεων του Δήμου βρίσκεται στο δημοτικό διαμέρισμα των Καλών Δένδρων, περιοχή που χαρακτηρίζεται αποκλειστικά ως γεωργική, εάν ληφθεί υπόψη ότι οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις αυτού του διαμερίσματος καλύπτουν το 90% της επιφάνειας των διοικητικών του ορίων.
  Στα ανωτέρω θα πρέπει να προστεθούν 15.350 στρέμματα βοσκοτόπων ή το 27% της έκτασης του Δήμου, από τα οποία το 78% βρίσκεται στα διοικητικά όρια της έδρας του Δήμου.
  Επίσης υπάρχουν 1.800 στρέμματα δασικής έκτασης στο δημοτικό διαμέρισμα Χριστός.
  Σε αντίθεση με το μέγεθος των εκτάσεων μόνο το 64% των καλλιεργήσιμων εκτάσεων του Δήμου είναι αρδευόμενες (21.215 στρεμ.) και παρουσιάζουν έντονη γεωγραφική ανομοιομορφία. Ειδικότερα, το σύνολο των 14.617 στρεμμάτων του δημοτικού διαμερίσματος των Καλών Δένδρων είναι αρδευόμενα ή το 100% της καλλιεργήσιμης έκτασης. Το ποσοστό αυτό μειώνεται στο 30% στο Λευκώνα και στο 57% στο Χριστός.
  Το μικρό ποσοστό αρδευόμενων εκτάσεων οφείλεται στην έλλειψη ικανών ποσοστών ύδατος των υπαρχόντων γεωτρήσεων. Στο Δήμο Λευκώνα υπάρχουν συνολικά 615 γεωργοκτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις, το 58% των οποίων βρίσκεται στο δημοτικό διαμέρισμα των Καλών Δένδρων. Από τις παραπάνω εκμεταλλεύσεις οι 523 είναι γεωργικές, οι 19 κτηνοτροφικές, ενώ οι 73 είναι μικτές.
  Η πλειοψηφία των γεωργικών εκμεταλλεύσεων βρίσκεται στο Λευκώνα. Στις παραπάνω δραστηριότητες εργάζονται 1.251 άτομα, που για το 88% αποτελεί κύρια και αποκλειστική απασχόληση. Γενικά, στην γεωργοκτηνοτροφία απασχολείται το 32% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού του Δήμου Λευκώνα ή 433 άτομα, από τα οποία μόνο τα 58 είναι γυναίκες. Χαρακτηριστικό είναι ότι ένα μεγάλο μέρος των γεωργοκτηνοτροφικών εργασιών εκτελείται από ξένο προς το Δήμο εργατικό δυναμικό.
  Αναφέρουμε ότι το 1995 το 12% των αρχηγών των γεωργικών εκμεταλλεύσεων ήταν κάτω των 40 ετών, όταν το 40% του συνόλου ήταν άνω των 60 ετών.
  Συνεπώς παρατηρείται μια εμφανής γήρανση του πληθυσμού που ασχολείται με την γεωργοκτηνοτροφία και το γεγονός αυτό οφείλεται τόσο στην μείωση του αγροτικού εισοδήματος την τελευταία δεκαετία, με την μείωση των τιμών και των επιδοτήσεων των γεωργοκτηνοτροφικών προϊόντων, όσο και στην έλλειψη κινήτρων υποστήριξης των νέων αγροτών.
  Στο Δήμο Λευκώνα παράγονται κυρίως σιτηρά, βαμβάκι, ζαχαρότευτλα, καλαμπόκι και βιομηχανική ντομάτα.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάιο 2005 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Λευκώνας


ΛΟΥΡΟΣ (Δήμος) ΠΡΕΒΕΖΑ
  Ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός αποτελεί μόλις το 36% του συνολικού πληθυσμού, ένα ποσοστό ιδιαίτερα χαμηλό, που αποδεικνύει έμμεσα και το θλιβερό γεγονός της σταδιακής γήρανσης του Δήμου.
  Παραδοσιακά ο τομέας που κατείχε την πρωτοκαθεδρία στην απασχόληση των κατοίκων ήταν και παραμένει ο πρωτογενής τομέας. Προβλήματα για την περαιτέρω ανάπτυξη της γεωργίας θεωρούνται το μικρό ποσοστό της αρδεύσιμης γης, ο πολύ μικρός κλήρος που αναλογεί σε κάθε αγρότη, απόρροια και των ορεινών όγκων του Δήμου, αλλά και η έλλειψη σύγχρονης τεχνολογίας και σχετικής ενημέρωσης.
  Αξίζει κανείς να σταθεί στους υδρόμυλους της περιοχής και να προσπαθήσει να συμβάλει στην αναπαλαίωση τους και γιατί όχι στην επαναλειτουργία τους. Στην περιοχή υπήρχαν αρκετοί, σήμερα έχουμε το νερόμυλο της Μονής Αβάσσου και το μύλο του Κούτσαρη, κοντά στις πηγές της Γκούρας. Κανείς από τους δύο δεν λειτουργεί, σε αντίθεση με τη νεροτριβή της Γκούρας η οποία λειτουργεί μέχρι σήμερα.
  Η βιομηχανική ανάπτυξη του Δήμου είναι μάλλον ανύπαρκτη, και περιορίζεται σε κάποιες μικρές βιοτεχνικές μονάδες. Το συγκριτικό πλεονέκτημα της περιοχής θα πρέπει πιθανότατα να αναζητηθεί στον κλάδο της μεταποίησης αγροτικών προϊόντων, καθώς υπάρχει η πρώτη ύλη και το ανθρώπινο δυναμικό. Αυτό που λείπει είναι οι αναγκαίες υποδομές και η μεταφορά της απαραίτητης τεχνογνωσίας, ώστε να γίνει σωστά η αρχή.

Το κείμενο παρατίθεται τον Οκτώβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Λούρου


ΜΑΚΕΔΟΝΙΔΑ (Δήμος) ΗΜΑΘΙΑ
  Ο Δήμος Μακεδονίδος, χαρακτηρίζεται από την ευρεία συμμετοχή της αγροτικής οικονομίας στο σύνολο της οικονομίας του Δήμου. Μεγάλο μέρος των δραστηριοτήτων του, έχουν έδρα κύρια τον αγροτικό, κτηνοτροφικό και δασοπονικό χώρο.
  Η κρίση που υπέστησαν οι παραπάνω κλάδοι, η ορεινή φυσιογνωμία της περιοχής, η χαμηλή παραγωγικότητα των εδαφών, η δραματική μείωση του ενεργού πληθυσμού από την πρώτη μεταναστευτική περίοδο, εμφάνισαν τα πρώτα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα. Η βιομηχανική δραστηριότητα στο Δήμο είναι ανύπαρκτη, εξ αιτίας της βαθιάς κρίσης που διέρχεται ο βιομηχανικός τομέας και του ορεινού της περιοχής, ενώ η εμπορική είναι χαμηλή και πενιχρή. Η ανυπαρξία ενός βιώσιμου μοντέλου αναδιάρθρωσης της παραγωγής και ενός "τοπικού μοντέλου" ανάπτυξης, συνέβαλαν στο να ερημώσει και να καταστεί προβληματική περιοχή. Η έλλειψη κοινωνικής και τεχνικής υποδομής σε συνδυασμό με την οικονομική προβληματικότητα της περιοχής, αποτέλεσαν τροχοπέδη στην αναζωογόνηση της περιοχής.
  Σήμερα, οι ελλείψεις στην κοινωνική και τεχνική υποδομή καλύφθηκαν σε μεγάλο μέρος. Ιεραρχημένα προωθήθηκαν και συνεχίζουν να προωθούνται εκείνες οι παρεμβάσεις στο παραγωγικό σύστημα, στην χωροταξία, στις κοινωνικές υποδομές, στη βελτίωση του περιβάλλοντος, στην οργάνωση της διοίκησης, που αναβαθμίζουν την περιοχή οικονομικά, λειτουργικά, δημογραφικά κ.λπ. Έχουν προγραμματισθεί και αναληφθεί μια σειρά δράσεων υποστήριξης του τοπικού ανθρώπινου δυναμικού. Οι δραστηριότητες εντείνονται στον πρωτογενή τομέα και τώρα τελευταία επεκτείνονται στις αγροτουριστικές υπηρεσίες, γιατί στον τομέα του αγροτουρισμού διαφαίνονται μεγάλες προοπτικές ανάπτυξης. Βέβαιο είναι, ότι και στο μέλλον η γεωργία, η κτηνοτροφία και η δασοπονία, θα έχουν βασική συμμετοχή στην οικονομία του Δήμου, μολονότι σήμερα αντιμετωπίζουν διάφορα διαρθρωτικά και κλαδικά προβλήματα.

Το κείμενο παρατίθεται τον Νοέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δήμου Μακεδονίδος


ΝΕΑ ΖΙΧΝΗ (Δήμος) ΣΕΡΡΕΣ
  Ο Δήμος Νέας Ζίχνης εκτείνεται από το Μενοίκιο όρος στο βορρά μέχρι τον ποταμό Στρυμόνα στο νότο, καλύπτοντας μια έκταση 274.429 στρεμμάτων. Ο πληθυσμός του Δήμου ανέρχεται βάσει της απογραφής του 2001 στους 11.000 κατοίκους περίπου. Με έδρα την Νέα Ζίχνη, ο ομώνυμος Δήμος αποτελείται μετά από την εφαρμογή του "Σχεδίου Καποδίστρια" από τους ορεινούς οικισμούς Αγριανής και Σφελινού, την ημιορεινή Αναστασιά και τα πεδινά χωριά Αγιος Χριστόφορος, Γάζωρος, Δήμητρα, Δραβήσκος, Θολός, Μαυρόλοφος, Μεσορράχη, Μυρρίνη, Μύρκινος και Νέα Πέτρα.
  Η πλειονότητα των κατοίκων του Δήμου ασχολείται με την κτηνοτροφία και την γεωργία, με κύριες καλλιέργειες τον καπνό ανατολικού τύπου (μπασμάς), το βαμβάκι, το (σκληρό) σίτο, τα ζαχαρότευτλα και την ντομάτα. Από τη δεκαετία του 1980 επεκτάθηκε η ελαιοκαλλιέργεια και πιο πρόσφατα αναβίωσε η καλλιέργεια αμπελιών για την παραγωγή τοπικού οίνου και τσίπουρου. Στην περιοχή Αναστασιάς και Γαζώρου υπάρχουν αξιόλογες οποροκαλλιέργεις (κυρίως κερασιές), ενώ σε άλλα δημοτικά Διαμερίσματα καλλιεργούνται και αμυγδαλιές.
  Αντίθετα έχει σταματήσει από τα μέσα της δεκαετίας του '90 η καλλιέργεια του καλαμποκιού, ενώ διάφορες μεμονωμένες προσπάθειες ανάπτυξης εναλλακτικών καλλιεργειών απέτυχαν κυρίως λόγω της διαστρεβλωμένης αγροτικής πολιτικής, λόγω της απουσίας κάθε στοιχειώδης οργάνωσης και λόγω της ανύπαρκτης υποδομής μεταποίησης, προώθησης και διάθεσης αγροτικών προϊόντων. Σήμερα οι περισσότεροι αγρότες του Δήμου έχουν εγκλωβιστεί στον φαύλο κύκλο του οικονομικού μαρασμού, με όλες της συνέπειες που χαρακτηρίζουν μια από της φτωχότερες και πλέον υποανάπτυκτες περιοχές της Ελλάδας. (...)
  Σύμφωνα με τα στοιχεία της απογραφής του 1961 ζούσαν στην περιοχή του σημερινού Δήμου Νέας Ζίχνης τότε 17400 κάτοικοι, ενώ ο σημερινός πληθυσμός δεν περνά τους 11.000 δημότες. Αν και τα στοιχεία της απογραφής του 2001 παρουσιάζουν σε σχέση με τα στοιχεία του 1991 για πρώτη φορά πάλι μια ελάχιστη αύξηση του πληθυσμού του Δήμου της τάξεως των 500 κατοίκων, στην πραγματικότητα κυρίως ο "ενεργός" πληθυσμός μειώνεται συνεχώς. Αριθμητικά η φυγή ειδικά των νέων δημοτών αντισταθμίζεται μερικώς από την αθρόα προσέλευση αλλοδαπών αλβανικής, ρώσικης και βουλγάρικης υπηκοότητας. Όμως, η πληθώρα φθηνού εργατικού δυναμικού ανάγκασε ακόμα περισσότερους εντόπιους δημότες σε εσωτερική / εξωτερική μετανάστευση. Συνεπώς επιταχύνεται όχι μόνο ο οικονομικός, αλλά πλέον και ένας έντονος κοινωνικός και πολιτιστικός μαρασμός.

Το κείμενο παρατίθεται τον Οκτώβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δήμου Νέας Ζίχνης


ΞΥΛΑΓΑΝΗ (Κωμόπολη) ΚΟΜΟΤΗΝΗ
  Οι κάτοικοι όταν πρωτοήλθαν ήταν πολύ φτωχοί. Όλα τα υλικά αγαθά τα προμηθεύονταν από το ίδιο τους το σπίτι, απ' ό,τι δηλαδή παρήγαγαν. Χρήματα δεν είχαν. Κάποια γεωργικά εργαλεία βρέθηκαν στα σπίτια που κατοίκησαν και άλλα τα έφεραν από τη Βουλγαρία. Με το σιδεράλετρο όργωναν και με το ξυλάλετρο έσπερναν, καρίκιαζαν το καλαμπόκι και το χρησιμοποιούσαν για σκάψιμο. Στις αυλές πολλών σπιτιών βρήκαμε φούρνους και μεγάλες αποθήκες, καμωμένες συνήθως από «κερπίτσι».
  Βρήκαμε επίσης δύο μύλους. Ο κεντρικός μύλος της Ξυλαγανής, ο δεύτερος του χωριού, όπως γράφει ο Απόστολος Μουζαλιώτης στην εφημερίδα «Ξυλαγανή», φύλλο Αυγούστου 1992, λειτούργησε περίπου για πενήντα χρόνια. Οι χρήσεις του ήταν περισσότερες από αυτή την μία του προορισμού του. Οι άντρες τον είχαν σαν καφενείο. Εκεί περιμένοντας, συζητούσαν τα γεγονότα του χωριού και τις κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις των καιρών τους. Έκλειναν κάθε είδους συμφωνίες, ακόμη και προξενιά. Οι γυναίκες συζητούσαν με τις φίλες τους στην αυλή και τα παιδάκια, πηγαίνοντας στο σχολείο, ζέσταιναν τα χεράκια τους στο μεγάλο μπουρί του ή έπαιζαν με τα διάφορα εξαρτήματά του.
  Σήμερα ο Πολιτιστικός όμιλος Ξυλαγανής έχει αγοράσει το αξιόλογο αυτό κτίριο, με σκοπό να το μετατρέψει σε Λαογραφικό Μουσείο. Η πολύ σημαντική αυτή ενέργεια έσωσε το μύλο από την φθορά του χρόνου.

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Απρίλιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Μαρωνείας


ΠΑΛΑΙΡΟΣ (Δήμος) ΑΚΤΙΟ - ΒΟΝΙΤΣΑ
  Στην περιοχή του Δήμου οι κύριες δραστηριότητες είναι η γεωργία και η κτηνοτροφία. Η γεωργικές καλλιέργειες είναι καπνός, βαμβάκι, σιτηρά, ελάχιστα αμπέλια, ελιές, ντομάτες θερμοκηπίου, καρπούζια, πεπόνια, κηπουρικά κ.λπ.
•Η κτηνοτροφία είναι επίσης σε μεγάλο βαθμό αναπτυγμένη. Στο ζωικό κεφάλαιο της περιοχής κυριαρχούν τα προβατοειδή και τα αιγοειδή. Κυριότερα προϊόντα: καπνός, βαμβάκι, σιτηρά, ελιές, λάδι, γάλα, τυρί, κρέας. •Υπάρχουν τουριστικές υποδομές ξενοδοχεία, πανσιόν και ενοικιαζόμενα δωμάτια, αλλά υπάρχουν ακόμη τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης στον τομέα του Τουρισμού.
•Η Αλιεία είναι ένας τομέας αναπτυσσόμενος, με μικρό αριθμό επαγγελματικών σκαφών και κυρίως υπάρχουν ερασιτέχνες ψαράδες.

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιανουάριο 2005 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Κεκροπίας


ΠΟΣΕΙΔΩΝΙΑ (Δήμος) ΣΥΡΟΣ

ΣΗΤΕΙΑ (Δήμος) ΛΑΣΙΘΙ
  Η οικονομία της επαρχίας στηρίζεται κατά βάση στην πρωτογενή αγροτική παραγωγή. Είναι αλήθεια πως η Στειακή γη ήταν πάντα φειδωλή στις αποδόσεις της λόγω του πετρώδους και κατά κύριο λόγο ορεινού χαρακτήρα του εδάφους της. Σήμερα όμως με την πρωτοβουλία της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, του Δήμου Σητείας και άλλων αναπτυξιακών φορέων της επαρχίας, η οικονομία κινείται και σε άλλους άξονες. Η οργανωμένη εκμετάλλευση της σητειακής γης υπόσχεται σημαντική συμβολή στην οικονομική ανάπτυξη της επαρχίας, ενώ η επεξεργασία και διακίνηση των προϊόντων της γης κατακτά όλο και υψηλότερη θέση στην εξαγωγική οικονομική δραστηριότητα. Η βιοτεχνική ανάπτυξη, το εμπόριο, η κατασκευαστική και οικοδομική δραστηριότητα, οι υπηρεσίες αποτελούν επίκεντρο της αναπτυξιακής προσπάθειας των φορέων της επαρχίας.
  Σημαντικός άξονας ανάπτυξης με ταχύτατους ρυθμούς στα τελευταία χρόνια είναι η τουριστική βιομηχανία με μικρά και μεγάλα ξενοδοχειακά συγκροτήματα υψηλών προδιαγραφών. Σημαντική πηγή πλούτου για την επαρχία θα μπορούσαν να γίνουν οι διάφορες αρχαιολογικές περιοχές, τα όσα η σκαπάνη των αρχαιολόγων έχει φέρει και φέρνει στο φως, η οργανωμένη και οικολογική χρησιμοποίηση του περιβάλλοντος, η παραπέρα εκμετάλλευση των φυσικών καλλονών της επαρχίας και ο παραδοσιακός χαρακτήρας της Σητειακής ζωής.

Το κείμενο παρατίθεται τον Οκτώβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, της Δήμου Σητείας


Φυσικοί πόροι

ΣΙΔΗΡΟΚΑΣΤΡΟ (Δήμος) ΣΕΡΡΕΣ
  Στην ευρύτερη περιοχή υπάρχουν αδρανή, μάρμαρα, λιγνίτης, μαγγάνιο, χαλκός, πυρομορφίτης, σίδηρος, χρωμίτης, δολομίτης, ουράνιο καθώς και γεωθερμικοί πόροι. Εξορυκτική δραστηριότητα εντοπίζεται σε θέσεις εκτός θεσμοθετημένων λατομικών ζωνών όπως στην περιοχή μεταξύ Σιδηροκάστρου και Φαιάς Πέτρας. Καθορισμένη λατομική περιοχή αδρανών υλικών υπάρχει στο Σχιστόλιθο, συνοικισμό του Δήμου Σιδηροκάστρου. Στην περιοχή της κοινότητας Βαμβακόφυτου λειτουργούν 2 λατομεία (μάρμαρα και βιομηχανικά ορυκτά). Στην περιοχή Πετριτσίου, Προμαχώνα και Στρυμονοχωρίου γίνονται αμμοληψίες. Γενικά όλη η περιοχή είναι πλούσια σε μεταλλεύματα (κυρίως μαγγάνιο, χαλκό και σίδηρο).
Γενικά στην περιοχή οι διαθέσιμοι φυσικοί πόροι προς αξιοποίηση είναι:
•Τα μάρμαρα και η λατομική δραστηριότητα
•Οι δασικοί πόροι
•Οι υδάτινοι πόροι και η αλιευτική δραστηριότητα
•Η γεωθερμία

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Σιδηροκάστρου


ΣΤΡΥΜΟΝΑΣ (Δήμος) ΣΕΡΡΕΣ
  Κύριος τομέας επαγγελματικής απασχόλησης των κατοίκων του Δήμου Στρυμόνα είναι ο πρωτογενής τομέας (γεωργία, κτηνοτροφία) που συγκεντρώνει το 59% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού και ακολουθούν ο δευτερογενής (μεταποίηση, τεχνίτες) με 28% και ο τριτογενής (διοικητικά στελέχη, υπάλληλοι γραφείου, έμποροι) με 10%.
  Η γεωργία αποτελεί την κύρια απασχόληση των κατοίκων του Δήμου Στρυμόνα, γεγονός που ευνοήθηκε από κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της περιοχής, με σημαντικότερο ίσως το γεγονός ότι ο ποταμός Στρυμόνας διαρρέει ένα μεγάλο τμήμα του Δήμου. Το παραπάνω πλεονέκτημα οδήγησε στο σχεδιασμό αρδευτικού δικτύου για την καλύτερη δυνατή εκμετάλλευση των διαθέσιμων υδάτινων πόρων. Ένα επίσης χαρακτηριστικό που βοήθησε ώστε η γεωργία να εξελιχθεί με γρήγορους ρυθμούς είναι η πεδινή μορφολογία του εδάφους. Τόσο λοιπόν το έδαφος όσο και το υδάτινο στοιχείο σε συνδυασμό με το κατάλληλο ανάγλυφο της περιοχής ήταν παράγοντες που λειτούργησαν καίρια στο να αναδειχθεί η περιοχή ως ο πλέον δυναμικός πόλος της Γεωργίας στον Νομό.
  Τα προϊόντα που καλλιεργούνται είναι βαμβάκι, ζαχαρότευτλα, μηδική, σιτηρά, αραβόσιτος και βιομηχανική ντομάτα. Το 95% της καλλιεργούμενης έκτασης ποτίζεται είτε από αρδευτικό δίκτυο είτε από ιδιωτικές γεωτρήσεις.
  Ειδικά στο Δημοτικό Διαμέρισμα της Μονόβρυσης, κύρια απασχόληση των κατοίκων είναι η παραγωγή οπωροκηπευτικών και η ανθοκομία. Κύριος στόχος του Δήμου είναι η ανάδειξη της Μονόβρυσης σε κέντρο παραγωγής λουλουδιών σε ολόκληρη τη Βόρειο Ελλάδα με παράλληλη εξαγωγή τους στις υπόλοιπες βαλκανικές και ευρωπαϊκές χώρες.
  Όσον αφορά στην κτηνοτροφία, εκτρέφονται κυρίως αιγοπρόβατα και δευτερευόντως βοοειδή. Η παραγωγή είναι μικρή και περιορίζεται για την κάλυψη των τοπικών αναγκών.
  Ο Δήμος Στρυμόνα βρίσκεται πάντα ενεργά στο πλευρό του αγρότη. Σε συνεργασία με γεωπόνους και ειδικούς επιστήμονες πραγματοποιεί διαλέξεις, ημερίδες και παρέχει πληροφόρηση στους γεωργούς τους κτηνοτρόφους, τους νέους αγρότες για προγράμματα, επιδοτήσεις, κτηματολογικά και περιβαλλοντικά θέματα και για όλες τις εξελίξεις που συμβαίνουν στη Γεωργία σήμερα.To Φεβρουάριο του 2002 υλοποίησε το πρόγραμμα, της ΕΕ Leonardo da Vinci, με το οποίο ομάδα αγροτών από το δήμο ταξίδεψε και παρέμεινε στην Ιταλία για ένα μήνα. Εκεί βρέθηκαν στη φάρμα Fattoria Biologica Patrice και ασχολήθηκαν με πολλές και ενδιαφέρουσες δραστηριότητες, οι οποίες περιστρέφονταν γύρω από τη βιολογική γεωργία, που ήταν άλλωστε και το κύριο θέμα του προγράμματος. Στηρίζει τους αγροτικούς συλλόγους συμμετέχει στις κινητοποιήσεις των αγροτών και διεκδικεί δυναμικά από την Πολιτεία τα δικαιώματα τους.
  Σε γενικές γραμμές η κατανομή του οικονομικά ενεργού πληθυσμού δεν διαφέρει σημαντικά στους οικισμούς με εξαίρεση το Νέο Σκοπό και το Νεοχώρι, όπου είναι μεγαλύτερος ο αριθμός των ατόμων που απασχολείται στο δευτερογενή τομέα.
  Η ανάπτυξη του δευτερογενούς τομέα περιορίζεται σε μικρού μεγέθους, κυρίως οικογενειακές επιχειρήσεις ενδυμάτων, επίπλων κτλ.
  Αναφορικά με τις εμπορικές δραστηριότητες λειτουργούν εμπορικά και επαγγελματικά καταστήματα, τα οποία καλύπτουν τις βασικές ανάγκες των κατοίκων και δραστηριοποιούνται στην εμπορεία τροφίμων και αγροτικών ειδών, όπως για παράδειγμα παντοπωλεία, κρεοπωλεία και αρτοπωλεία, στην εμπορία ειδών ένδυσης και υπόδησης, στην παροχή υπηρεσιών.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάιο 2005 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Στρυμώνα


ΣΥΜΗ (Νησί) ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΟΣ
  Το ήμισυ περίπου του ενεργού πληθυσμού ασχολείται στις οικοδομικές εργασίες, στο εμπόριο, στα εστιατόρια, στα ξενοδοχεία, στις μεταφορές και στις επικοινωνίες, γενικότερα σε δραστηριότητες που συνδέονται άμεσα με τον τουρισμό. Αλλά και η μεταποίηση σε μεγάλο βαθμό ενεργοποιείται έμμεσα από το τουριστικό κύκλωμα. Σήμερα ο τουρισμός της Σύμης τροφοδοτείται από τους επισκέπτες της μιας μέρας, από τους πολυήμερους τουρίστες και από τους ιδιότυπους "τουρίστες" τους Συμιακούς της διασποράς. Το σύνολο σχεδόν των τουριστών της Σύμης διακινείται μέσω της Ρόδου. Η τουριστική περίοδος κρατά 7 μήνες (Απρίλιος-Οκτώβρης), όπως και στη Ρόδο με μεγάλη κίνηση στο τρίμηνο Ιουλίου-Σεπτεμβρίου. Ο τουρισμός πολυήμερης παραμονής παρουσιάζει ανοδική πορεία τα τελευταία 10 χρόνια.
  Μικρότερη δραστηριότητα εμφανίζει ο γεωργοκτηνοτροφικός κλάδος και η αλιεία.
  Η ναυπηγική και η ξυλογλυπτική (έπιπλα, τέμπλα εκκλησιών, διακοσμητικά στοιχεία εσωτερικών σπιτιών, κτλ) που άλλοτε ήκμαζαν στο νησί, σήμερα έχει περιοριστεί σε δυο μικρά ναυπηγεία (ταρσανάδες) όπου γίνονται επισκευές και κατασκευές μικρών αλιευτικών σκαφών. Αλλη παραδοσιακή τέχνη είναι η επιπλοποιία, η οποία σήμερα περιορίστηκε σε δυο βιοτεχνίες που ασχολούνται αποκλειστικά με την κατασκευή παραδοσιακών επίπλων.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάιο 2005 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Σύμης


Οικονομικές Δραστηριότητες και Τοπικά Προϊόντα

ΣΥΡΟΣ (Νησί) ΚΥΚΛΑΔΕΣ
  Η Σύρος αποτελεί το διοικητικό κέντρο των Κυκλάδων. Στην Ερμούπολη, πρωτεύουσα του Νομού, εδρεύει η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Κυκλάδων και η Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου. Οι δημόσιες υπηρεσίες του νησιού απασχολούν πολλούς από τους κατοίκους.
  Σημαντικό μέρος του πληθυσμού ασχολείται με τη γεωργική παραγωγή. Δεκάδες θερμοκήπια είναι σπαρμένα σε κάθε γωνιά της νότιας Σύρου και παράγουν πρώιμα κηπευτικά (κολοκύθια, μελιτζάνες, τομάτες, αγγούρια) που εφοδιάζουν όχι μόνο την αγορά της Ερμούπολης αλλά και τις αγορές της Αθήνας και άλλων ελληνικών πόλεων.
  Η κτηνοτροφία είναι επίσης αρκετά αναπτυγμένη. Η Ένωση Γεωργικών Συνεταιρισμών Σύρου συγκεντρώνει και συσκευάζει το φρέσκο γάλα και παράγει σειρά άλλων προϊόντων, όπως το τυρί "Σα Μιχάλη" και τη συριανή κοπανιστή.
  Η μελισσοκομία γνωρίζει μεγάλη ανάπτυξη ιδίως στην "Απάνω Μεριά".
  Πολλοί Συριανοί εργάζονται στο ναυπηγείο του "Νεωρίου", που είναι ένας σημαντικότατος οικονομικός πόρος για το νησί. Άλλωστε η Σύρος έχει μεγάλη παράδοση στη ναυπηγοεπισκευαστική τέχνη. Είναι ονομαστοί οι συριανοί ταρσανάδες και κάποιοι απ' αυτούς λειτουργούν έως σήμερα.
  Η πλούσια εμπορική παράδοση έχει προσδώσει στη σύγχρονη αγορά της Σύρου μια πληθωρική εικόνα σε καταστήματα και είδη. Στα πλακόστρωτα σοκάκια του κέντρου της Ερμούπολης τα εμπορικά καταστήματα ικανοποιούν τις απαιτήσεις των Συριανών και των επισκεπτών. Δεν υπάρχει ταξιδιώτης που να μη δοκίμασε τα φημισμένα συριανά λουκούμια και τις χαλβαδόπιτες.
  Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια στροφή προς τον τουρισμό. Όλο και περισσότεροι επισκέπτες ανακαλύπτουν τη Σύρο. Έχουν κατασκευαστεί ξενοδοχεία και τουριστικές επιχειρήσεις και αξιοποιούνται οι παραλίες. Πολλά νεοκλασικά κτίρια έχουν αναπαλαιωθεί και λειτουργούν ως ξενώνες.
  Πολλές ταβέρνες και μικρά κουτούκια που στεγάζουν κομπανίες με μπουζούκια, κιθάρες και ακορντεόν είναι πρόθυμα να διασκεδάσουν τον επισκέπτη και να τον ικανοποιήσουν με τους εξαίσιους ντόπιους μεζέδες (πηχτή, λούζα, συριανό λουκάνικο, κ.ά.).

Το κείμενο παρατίθεται τον Απρίλιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του ΞΕΝΙΟΣ ΔΙΑΣ website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΤΡΙΚΟΡΦΟ (Χωριό) ΓΡΕΒΕΝΑ
Η Οικονομική ζωή του χωριού δεν διαφέρει από αυτή των άλλων χωριών της περιοχής. Σήμερα στο χωριό υπάρχουν δυο μικρές κτηνοτροφικές μονάδες και λίγοι κάτοικοι ασχολούνται με τη γεωργία και την μαστορική.

ΦΙΛΙΠΠΟΙ (Δήμος) ΚΑΒΑΛΑ

ΩΛΕΝΗ (Δήμος) ΠΑΤΡΑ

Τουρισμός

Αγροτουρισμός

ΙΘΑΚΗ (Νησί) ΙΟΝΙΑ ΝΗΣΙΑ
Σε ό,τι αφορά τα Προγράμματα του Αγροτοτουρισμού κατά τη διάρκεια του προηγούμενου Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης, επιδοτήθηκαν Σχέδια Βελτίωσης στο νησί της Ιθάκης με σκοπό την δημιουργία καταλυμάτων.

Ορεινός τουρισμός

ΚΕΡΚΙΝΗ (Δήμος) ΣΕΡΡΕΣ
  Εάν τείνετε ευήκοον ους στις μυστικές φωνές των αισθήσεων εδώ θα μαγευτείτε. Ρεμβάστε, ακούστε, οσφρανθείτε, γευθείτε, αγγίξτε, αισθανθείτε!
  Ο Δήμος Κερκίνης είναι από τους προικισμένους της φύσης.
  Αγναντέψτε από το μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου Μοναστηρακίου την κοιλάδα της λίμνης Κερκίνης και το απαράμιλλο μωσαϊκό του κάμπου του Κερκινίτη, τα γραφικά Πορόια, τη Μακρυνίτσα, το μεγαλόπρεπο Μπέλες (όρος Κερκίνη), τα μαγευτικά Κρούσια (όρος Δύσωρο). Κωπηλατήστε στα γαλανά νερά και χαλαρώστε στη θέα των εκατοντάδων πουλιών που χαίρονται το νερό, στην ηρεμία των καλαμιώνων αναζητήστε τα μυστικά της. Η λίμνη Κερκίνη είναι ένας από τους 11 ελληνικούς υγρότοπους που προστατεύονται από τη Συνθήκη Ramsar και ένας από τους σημαντικότερους της Ευρώπης.
  Αφουγκραστείτε το θρόισμα των αιωνόβιων δένδρων που απαντούν στον άνεμο, τους ήχους ζωής των δασών που στεφανώνουν τη λίμνη, το βέλασμα των βουβαλιών στους λιμνότοπους, ξυπνήστε με τις εωθινές συναυλίες των μυριάδων πουλιών.
  Νιώστε στην ανάσα σας την δροσιά, την ευωδιά των δασών και το άρωμα του κάμπου. Περιπλανηθείτε ανάμεσα στις βελανιδιές, τις οξιές, τις καστανιές, ξαποστάστε πλάι στο τσάι, το θυμάρι και τα κάθε λογής φυτά και αγριολούλουδα. Χαϊδέψτε την κόκκινη χαίτη του αλόγου που πυροδοτεί τον γαλανό ουρανό στον καλπασμό. Νιώστε την πρωινή δροσιά, το πετάρισμα των ψαριών στις παλάμες σας. Αισθανθείτε.
  Γευθείτε την πέστροφα των νερών που κατηφορίζουν το Μπέλες, το γριβάδι και τον γουλιανό της λίμνης, τα εντόπια ψητά και γλυκά. Ένας παράδεισος γαστριμαργικών απολαύσεων μέσα σ' ένα παραδεισένιο περιβάλλον από αιωνόβια πλατάνια και βελανιδιές ή με θέα τη λίμνη.
  Τι μπορείτε να δείτε: Πέρα από τη λίμνη και τη θέα από το μοναστήρι του Αγ. Γεωργίου Μοναστηρακίου, γοητεύουν τα Πορόια η Μακρυνίτσα και τα Πλατανάκια, χωριά κουρνιασμένα στις πλαγιές του Μπέλες πλάι στα νερά του βουνού, στη σκιά των πλατανιών και των βελανιδιών.
Σπορ που μπορείτε να κάνετε:
•Κανό
•Ιππασία
•Ποδηλασία
•Πεζοπορία
•Ορειβασία
•Αναρρίχηση
•Ψάρεμα
•Κυνήγι

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιανουάριο 2005 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Κερκίνης


ΤΡΙΚΑΛΑ (Νομός) ΘΕΣΣΑΛΙΑ
Αξιόλογη ανάπτυξη με επίκεντρο τα Μετέωρα, ενισχυόμενη από τα ορεινά κέντρα Περτούλι, Ελάτη, Ζάρκος κ.ά.

Έχετε τη δυνατότητα να δείτε περισσότερες πληροφορίες για γειτονικές ή/και ευρύτερες περιοχές επιλέγοντας μία από τις παρακάτω κατηγορίες και πατώντας το "περισσότερα":

GTP Headlines

Λάβετε το καθημερινό newsletter με τα πιο σημαντικά νέα της τουριστικής βιομηχανίας.

Εγγραφείτε τώρα!
Greek Travel Pages: Η βίβλος του Τουριστικού επαγγελματία. Αγορά online

Αναχωρησεις πλοιων

Διαφημίσεις

ΕΣΠΑ