gtp logo

Πληροφορίες τοπωνυμίου

Εμφανίζονται 100 (επί συνόλου 106) τίτλοι με αναζήτηση: Κεντρικές σελίδες  στην ευρύτερη περιοχή: "ΓΟΡΤΥΝΙΑ Επαρχία ΑΡΚΑΔΙΑ" .


Κεντρικές σελίδες (106)

Ανάμεικτα

ΑΓΑΛΩ (Οικισμός) ΗΡΑΙΑ
  Μικρό ορεινό χωριό της Ηραίας κοντά στο χωριό Ράφτη (3 χιλ.) στο δρόμο για τον ποταμό Αλφειό. Είναι χτισμένο σε βουνοπλαγιά, μέσα σε καταπράσινο περιβάλλον και σε υψόμετρο 600 μ. Έχει γραφικά πετρόκτιστα σπίτια. Οι λιγοστοί κάτοικοι ασχολούνται με τη γεωργία.

ΑΓΙΟΝΕΡΙ (Οικισμός) ΗΡΑΙΑ
Στο χωριό Αγιονέρι (Μπέτση) και στο αλώνι του Καλλιντέρη, στις 21 Μαρτίου 1821 ο Δημητράκης και ο Γεώργιος Πλαπούτας μάζεψαν τα παλικάρια απ' όλη τη Λιοδώρα και ξεκίνησαν την επανάσταση του '21. Ο Δήμος έχει στήσει μνημείο στο σημείο αυτό και κάθε χρόνο στις 21 Μαρτίου γιορτάζεται με επιτυχία η ιστορική επέτειος.

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ (Χωριό) ΗΡΑΙΑ
  Από τα Λουτρά Ηραίας, ο δρόμος οδηγεί προς την Εθνική οδό Τρίπολης - Πύργου, πολύ κοντά στα σύνορα των Νομών Αρκαδίας - Ηλείας, ενώ ένας δεύτερος δρόμος οδηγεί προς τα χωριά Λώττη και Αγιο Ιωάννη. Σ' αυτή την περιοχή ήταν κτισμένη η αρχαία Ηραία, ερείπια της οποίας υπάρχουν διάσπαρτα, αν και δυστυχώς δεν έχει γίνει έως τώρα καμιά συστηματική ανασκαφή για την ανάδειξη του συνόλου των αρχαίων μνημείων που αναμφισβήτητα υπάρχουν. Τον σπουδαίο εξάλλου ρόλο της Ηραίας στην αρχαιότητα επιβεβαιώνουν οι επιτυχίες των αθλητών της στους Ολυμπιακούς Αγώνες και ιδιαίτερα οι νίκες για δύο συνεχόμενες Ολυμπιάδες του Δημάρετου στο άθλημα της οπλιτοδρομίας, καθώς και του υιού του Θεόπομπου και του εγγονού του Θεόπομπου του δεύτερου στο πένταθλο και την πυγμαχία αντίστοιχα.

Το κείμενο παρατίθεται τον Φεβρουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Ηραίας


ΑΓΡΙΔΑΚΙ (Οικισμός) ΒΥΤΙΝΑ
  Κοντά στο χωριό Λάστα της Γορτυνίας και 17 χιλ. περίπου από τα Μαγούλιανα, βρίσκεται ένα μικρό χωριό, το Αγριδάκι, πλήρως ερημωμένο σήμερα. Είναι χτισμένο στις ΒΔ παρυφές του Μαινάλου, δυτικά της Καμενίτσας, και έχει υπέροχη θέα προς το κεντρικό ορεινό όγκο του τελευταίου. Ολα τα σπίτια ερειπωμένα, η θέα τους παραπέμπει στην κοινή αρκαδική και γορτυνιακή μοίρα που σε δύσκολα χρόνια ερήμωσε τη χώρα με τη μετανάστευση. Μοναδική παρένθεση, η μικρή πέτρινη πλατεία, με τον πλάτανό της και ένα μικρό νεόκτιστο σπιτάκι. Εως και ο δρόμος σταματά εδώ, ίσως γιατί πάντα πρέπει να υπάρχει ένα τέλος στην περιπλάνηση, μια ανάπαυλα και μια αναδρομή. Kαι στη συνέχεια μια νέα επiστροφή...

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΑΓΡΙΔΙ (Χωριό) ΚΛΕΙΤΟΡΑΣ
  Μικρό ορεινό χωριό της Γορτυνίας σε απόσταση 8 χιλ. από την Καμενίτσα και 5 χιλ. από το Πράσινο. Εχει 20 περίπου μονίμους κατοίκους και σήμερα ανήκει στο Δήμο Κλείτορος. Το χωριό αγναντεύει στον ορεινό όγκο του Μαινάλου. Πάνω στον επαρχιακό δρόμο υπάρχει ωραία πετρόχτιστη πηγή και δίπλα της παιδική χαρά. Πιο κάτω η όμορφη ενοριακή εκκλησία και η παλιά εκκλησία του νεκροταφείου. Σε απόσταση 5 χιλ. προς την κατεύθυνση της Καμενίτσας είναι ο οικισμός Καρβούνι, ενώ ο επαρχιακός δρόμος συνεχίζει προς τα χωριά Πράσινο, Δρακοβούνι και Δάρα.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΑΕΤΟΡΑΧΗ (Χωριό) ΤΡΟΠΑΙΑ
  Μικρό χωριό του δήμου Τροπαίων κοντά στο Καλλιάνι. Είναι κτισμένο στις παρυφές του Λαγγαδινού ρέματος (φαραγγιού Τουθόα). Στα νότια του χωριού είναι ο χείμαρος Γκούρα και το φαράγγι του. Κοντά στο χωριό και σε ωραία τοποθεσία βρίσκεται πηγή. Από εκεί καταγόταν ο αγωνιστής του 1821 Παπαγιώργης. Από το χωριό ο δρόμος οδηγεί προς την Κοκκινοράχη, την Λυσσαρέα και τα υπόλοιπα χωριά της Ηραίας.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΑΛΟΥΣ (Αρχαία πόλη) ΚΛΕΙΤΟΡΑΣ
Η αρχαία αρκαδική πολίχνη Αλούς ταυτίζεται είτε με τα αρχαία λείψανα κοντά στο χωριό Αμυγδαλιά, όπου ανασκάφηκε και μέρος Ιερού των ύστερων Γεωμετρικών και Αρχαϊκών χρόνων, είτε με το Παλιόκαστρο του χωριού Μουριά, που βρίσκεται στο δυτικό πέρας της λίμνης του Λάδωνα και όπου βρέθηκαν λείψανα τειχών και πύργων, καθώς και αναλημματικοί τοίχοι και όστρακα κλασσικών και ελληνιστικών χρόνων

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Μάιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του Δήμου Τριπόλεως


ΑΡΑΧΟΒΑ (Χωριό) ΗΡΑΙΑ
  Η Αράχοβα είναι ένα μικρό ορεινό χωριό της Γορτυνίας μεταξύ της Μελισσόπετρας και του Ράφτη. Το παλιό χωριό είναι χτισμένο στην πλαγιά του βουνού. Χαμηλότερα, σε όμορφη και κατάφυτη τοποθεσία, δίπλα από ον επαρχιακό δρόμο, έχει κτιστεί ένας νέος μικρός οικισμός. Η Αράχοβα έχει 50 περίπου μονίμους κατοίκους.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΑΤΣΙΧΟΛΟΣ (Χωριό) ΓΟΡΤΥΣ
  Ο Ατσίχολος (ή Ατσίχωλος) βρίσκεται στις δυτικές πλαγιές του φαραγγιού του Λούσιου, 10 χιλ. βόρεια της Καρύταινας. Υπάγεται στο Δήμο Γόρτυνος με έδρα την Καρύταινα και έχει 60 περίπου μονίμους κατοίκους που ασχολούνται με τη γεωργία και κτηνοτροφία. Oδική πρόσβαση στο χωριό υπάρχει και από την κοντινή Αρχαία Γόρτυνα (3 χιλ.). Στο δρόμο από την Καρύταινα συναντάμε το Λούσιο, όπου και το παλιό πετρόχτιστο γεφύρι του Ατσιχόλου. Το χωριό είναι χτισμένο αμφιθεατρικά στην πλαγιά και προσφέρει πανοραμική θέα που εκτείνεται από το φαράγγι του Λούσιου μέχρι το λεκανοπέδιο της Μεγαλόπολης. Αξιόλογη είναι η ενοριακή εκκλησία, χτισμένη από Λαγκαδινούς μαστόρους, με θαυμάσια εξωτερική αρμολόγηση της πέτρας και ωραία υπέρθυρα. Ακριβώς δίπλα της είναι πετρόχτιστη θολωτή βρύση. Διασταύρωση του δρόμου για την Αρχαία Γόρτυνα οδηγεί μετά από ωραία κατηφορική διαδρομή στη Μονή Καλαμίου. Ο επαρχιακός δρόμος οδηγεί από εδώ προς τη κοιλάδα του Αλφειού με τα υπόλοιπα χωριά του Δήμου και τα χωριά της Ηραίας. Επόμενο χωριό προς την κατεύθυνση αυτή είναι το Βλαχορράφτη (3 χιλ.).

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΒΑΛΤΕΣΙΝΙΚΟ (Χωριό) ΑΡΚΑΔΙΑ
  Το Βαλτεσινίκο είναι ένα όμορφο, γραφικό και φιλόξενο κεφαλοχώρι της ορεινής Γορτυνίας. Χτισμένο σε υψόμετρο 1150 μ., είναι από τα πιο ορεινά χωριά της Αρκαδίας. Βρίσκεται βορειοδυτικά της Βυτίνας και απέχει 6 χιλ. από τα Μαγούλιανα και 60 χιλ. από την Τρίπολη, προς το δρόμο του Πύργου. Παλιότερα είχε 800 περίπου κατοίκους, σήμερα όμως κρατά μόλις 200.
   Το χωριό έχει έκταση 41 τ. χιλ. Από αυτά τα 12 είναι γεωργική έκταση, τα 22 είναι βοσκοτόπια και τα 5 ελατοσκέπαστο δάσος. Πριν λίγα χρόνια το χωριό ανθούσε. Είχε μια καλή κοινωνία με αρκετές δημόσιες υπηρεσίες: Αστυνομία, Ειρηνοδικείο, Αγρονομείο, Συμβολαιογραφείο, Γυμνάσιο και Δημοτικό, ξυλογλυπτική σχολή κ.λ.π. Ιδιαίτερα η ξυλοτεχνία ήταν παλιότερα διαδεδομένη εδώ. Δυστυχώς, ακολουθώντας τη μοίρα των χωριών της ορεινής Αρκαδίας, το χωριό άρχισε να ερημώνει μετά τον πόλεμο, γνωρίζοντας έντονη μετανάστευση. Σήμερα λειτουργεί ένα Δημοτικό Σχολείο και ένα Ιατρείο. To χειμώνα το χωριό είναι τυλιγμένο στην πάχνη και συχνά αποκλείεται από το χιόνι.
   Στο Βαλτεσινίκο οδηγεί δρόμος 12 χιλ. που ξεκινά στο 50 χιλ. του δρόμου Τρίπολης-Πύργου μετά τη Βυτίνα. Ο δρόμος περνά πρώτα από τα Μαγούλιανα. Ενας δεύτερος δρόμος για το χωριό, με λιγότερες στροφές και που παρακάμπτει τα Μαγούλιανα είναι λίγο πιο πέρα, μετά το ξενοδοχείο "Ξενία". Και οι δύο διαδρομές περνούν από το επιβλητικό σανατόριο "Της Μάνας", που λειτουργούσε μέχρι τον πόλεμο. Από εκεί αρχίζει ο δρόμος του Βαλτεσινίκου. Η διαδρομή μέσα από ένα υπέροχο ελατοσκέπαστο τοπίο και ανάμεσα σε αιωνόβια έλατα είναι συναρπαστική. Μετά τα Μαγούλιανα, ο δρόμος αρχίζει να κατηφορίζει. Τα πρώτα σπίτια του χωριού διακρίνονται από απόσταση 2 χιλ. Κατηφορίζοντας το δαντελένιο δρόμο φθάνουμε στη θέση "Κούντελη" όπου παρουσιάζεται ολόκληρο το χωριό. Με πανοραμική θέα, αμφιθεατρικά χτισμένο στους πρόποδες του υψώματος του Παλιόκαστρου, με παραδοσιακά πετρόκτιστα σπίτια. Το όμορφο πετρόκτιστο Δημοτικό Σχολείο, οι πολλές εκκλησίες, τα καλοπεριποιημένα 350 σπίτια και τα τρεχούμενα νερά δίνουν την εικόνα ενός ζωντανού χωριού. Πάνω από τον οικισμό δεσπόζουν ζωσμένες από το ελατόδασος τρείς κορυφές του Μαινάλου, το Παλαιόκαστρο (1435μ.), το Αλογοβούνι και το Ψηλό Βουνό. Η θέα είναι μαγευτική, με τις ελατοσκέπαστες πλαγιές, τα καταπράσινα περιβόλια, τις βαρύσκιωτες καρυδιές, τις πανύψηλες λεύκες και γύρω να απλώνεται πανέμορφο το ελατόδασος. Στην κορυφή Παλαιόκαστρο βρίσκονται τα λείψανα μεσαιωνικού οχυρού.
   Μέσα στο χωριό υπάρχουν 10 εκκλησίες: Αγ. Γιώργιος, Αγιοι Θεόδωροι, Αγ. Ταξιάρχης, Αγία Βαρβάρα, Αγ. Δημήτρης, Αγ. Αικατερίνη, Αγ. Θεράπων, Αγ. Κωνσταντίνος, Παναγίτσα, Αγ. Μαρίνα, και Αγ. Τρύφων, το κοιμητήρι του χωριού. Πολλές από αυτές είναι αριστουργήματα αρχιτεκτονικής. Οι μεγαλύτερες και πιο αξιόλογες είναι αυτές των Αγίων Θεοδώρων στο κέντρο του χωριού και του Αϊ Γιώργη, αληθινό κομψοτέχνημα, με το χαρακτηριστικό οκταγωνικό της τρούλο, χτισμένη από Λαγγαδιανούς μαστόρους. Εντονη είναι η ομοιότητά της με το ναό της Αγίας Κυριακής της Δημητσάνας, ένδειξη ότι έχει κατασκευασθεί από τους ίδιους μαστόρους. Αξιόλογο είναι επίσης το εκκλησάκι των Ταξιαρχών κοντά στην κάτω πλατεία, χτισμένο το 1824. Εξω από το χωριό υπάρχουν επίσης και άλλα 5 εκκλησάκια. Κοντά στο χωριό, παράλαμψη του δρόμου για τη Μυγδαλιά οδηγεί στο όμορφο φαράγγι του Κάψαλη και το μικρό χωριό Ολομάδες. Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα δύο παλιά μοναστήρια που είναι κοντά στο χωριό. Η Μονή της Κοίμησης της Θεοτόκου στο δρόμο για τη Μυγδαλιά (1 χιλ.), - η οποία λειτουργεί έως σήμερα - και η ιστορική Μονή του Αγίου Νικολάου. στο φαράγγι του Κάψαλη. Και στα δύο μοναστήρια σώζονται τα καθολικά και τα κελιά.
   Στο πάνω μέρος του χωριού υπάρχει κεφαλάρι, του οποίου το νερό περνάει μέσα από αυτό. Υπάρχουν επίσης αρκετές πετρόχτιστες βρύσες. Ξεχωρίζουν επίσης η κάτω πλατεία, το πολιτιστικό κέντρο, δωρεά των αδελφών Σοφιανόπουλου, όπου λειτουργεί δανειστική βιβλιοθήκη, και το όμορφο σπίτι της οικογένειας Ορφανού.
   Εδώ και μερικά χρόνια έχει καθιερωθεί τοπικό πανηγύρι που γίνεται στις 17 Αυγούστου δίπλα από το μοναστήρι της Παναγίας, υπό την αιγίδα του Δήμου σε συνεργασία με τον τοπικό δραστήριο πολιτιστικό σύλλογο. Το πανηγύρι συνδέται με την αναβίωση του αλωνίσματος που γίνεται σε παρακείμενο μεγάλο αλώνι, με παρουσία πολύ κόσμου από το χωριό και την γύρω περιοχή.
   Βορεινά του Βαλτεσίνικου και σε απόσταση τριών χιλ. εκτείνεται ο "Βαλτεσινιώτικος Κάμπος" με τα χωράφια και τις καλλιέργεις των κατοίκων. Β.Α. του κάμπου και στα όρια των Δημοτικών Διαμερισμάτων Βαλτεσινίκου-Μυγδαλιάς, στη θέση "Αγία Παρασκευή", υπάρχουν ερείπια αρχαίου ναού. Τον ναό ταυτίζουν μερικοί μελετητές με τον ναό της Αρτέμιδος που μνημονεύει ο Παυσανίας, όπου και τοποθετούν τη θέση των Αρχαίων Λουσών.
   Aπό το Βαλτεσινίκο o δρόμος συνεχίζει προς τα χωριά Μυγδαλιά (5 χιλ.), Κερπινή, Δρακοβούνι και Θεόκτιστο, για να καταλήξει στον οδικό άξονα 111.
Η ονομασία του χωριού
   Ενδιαφέρον παρουσιάζει η ονομασία του χωριού, που είναι γεγονός ότι είναι η μοναδική στην Ελλάδα, κάτι που και ο Καθηγητής Πολίτης επισημαίνει. Εχουν κατατεθεί αρκετές απόψεις και θεωρίες σχετικά με την ονομασία του. Σύμφωνα με μια άποψη η κατάληξη "-ικο" παραπέμπει σε σλαβικό όνομα και αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι από την περιοχή πέρασαν Σλάβικα φύλα. Οι υποστηρικτές της άποψης αυτής υπερθεματίζουν μάλιστα επικαλούμενοι και την ύπαρξη και άλλων τοπωνυμιών στην περιοχή με την ίδια κατάληξη: "Μπεζένικο", Γκαρζένικο", "Μπαρμπεσινίκο".
   Προσπάθειες όμως που έγιναν σε πολλά ελληνικά και ξένα λεξικά δεν απέδωσαν και συγκεκριμένα δεν βρέθηκε κάποιο όνομα, λέξη ή τοπωνύμιο που να δικαιολογεί ότι κάποιο Σλάβοι ήλθαν στον τόπο αυτόν και του έδωσαν το όνομα του δικού τους τόπου. Μια άλλη άποψη, που φαίνεται και η επικρατέστερη, διατείνεται ότι η ονομασία του χωριού προέρχεται από τα συνθετικά "Βάλτες" που σημαίνει τόπο με πολλά νερά, κάτι που όντως υπάρχει στο χωριό, (Κεφαλόβρυσο - Μαλίκας - Σμόλη - Αγιος Θανάσης - Καριάσκης κ.λ.π.) και "σινίκο", που -εάν δεν ληφθεί υπ' όψιν η ορθογραφία- σημαίνει συνοικισμός, ένωση οικισμών. Αλλωστε η μη τήρηση της ορθογραφίας παρατηρείται και σε άλλες περιπτώσεις τοπωνυμιών στην ελληνική επικράτεια και δεν αναιρεί το συλλογισμό. Επομένως Βαλτεσινίκο = Βέλτες + συνοικισμός = πολλά νερά + οικισμός.
   Ο αείμνηστος Μ. Μπουμπούλης στο βιβλίο του "Μνήμες από το Βαλτεσινίκο και τα χωριά μας", μας μεταφέρει και μια άλλη άποψη, αυτήν του καθηγητή Ν. Βέη. Σύμφωνα με αυτήν, όταν ο Αλάριχος ο Α' κατέστρεψε την Πελοπόννησο, ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Αρκάδιος έστειλε το 394 μ.Χ. στην περιοχή το στρατηγό Στρίχωνα με βοηθούς τους Βαλτέσιο, Μπαρμπέσιο κ.ά. Οι στρατηγοί νίκησαν τον Αλάριχο. Μάλιστα, στην τοποθεσία που ευρίσκεται το σημερινό χωριό έγινε μάχη στην οποία νίκησε ο Βαλτέσιος και από το γεγονός αυτό, η τοποθεσία πήρε το όνομα Βαλτεσίου νίκη = Βαλτεσινίκο, ενώ στην περιοχή του Μπαρμπεσινίκου νίκησε ο στρατηγός Μπαρμπέσιος και η περιοχή ονομάστηκε Μπαρμπεσίου νίκη = Μπαρμπεσινίκο, κ.ο.κ.
Μέρος του κειμένου έχει βασισθεί σε κείμενα της Δέσποινας Σιέμπου και Ηλία Δημητρακόπουλου.

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιανουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΒΑΧΛΙΑ (Χωριό) ΚΟΝΤΟΒΑΖΑΙΝΑ
  Ορεινό τυπικό γορτυνιακό χωριό χτισμένο σε καταπράσινη πλαγιά, πάνω από μια όμορφη ρεματιά. Εχει 100 κατοίκους περίπου. Απέναντι από το χωριό και σε μικρή απόσταση βρίσκεται ο οικισμός άνω Βάχλια, χτισμένος σε αντικρινή πλαγιά. Το χωριό απέχει 6 χιλ. από τη Κοντοβάζαινα και 5 χιλ. από το φράγμα του Λάδωνα. Η διαδρομή, μέσα από το παρθένο και επιβλητικό ορεινό περιβάλλον, είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Κοντά στο χωριό και πάνω στο δρόμο για την Κοντοβάζαινα, βρίσκεται ο αρχαιολογικός χώρος της αρχαίας Κώμης, πάνω σε ενα μικρό ύψωμα. Από εκεί έχει κανείς ωραία θέα προς τη ρεματιά και τους δύο οικισμούς. Ακριβώς απέναντι ξεκινά δρόμος που οδηγεί στη Μονή της Αγίας Παρασκευής. Στο δρόμο από Πέρα Βάχλια προς Βάχλια υπάρχει λιθόκτιστο γεφύρι με μεγάλη καμάρα και δεξιά του εγκαταλελειμμένος νερόμυλος, σε καλή κατάσταση όμως, με βαγένι εντυπωσιακού μήκους. Σε απόσταση ενός χιλιομέτρου δυτικά της Βάχλιας, στη θέση Αρτη, σώζονται θεμέλια αρχαίου ναού και ερείπια τειχών. Στο κάτω μαχαλά υπάρχει ο πύργος του Αγά. Πρόκειται για μικρή διώροφη κατοικία, εφοδιασμένη με πολεμίστρες και θόλο στο δεύτερο όροφο.

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιανουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΒΕΛΗΜΑΧΙ (Χωριό) ΚΟΝΤΟΒΑΖΑΙΝΑ
  Το Βελημάχι είναι μικρό ορεινό χωριό χτισμένο στις πλαγιές του όρους Αφροδίσιο κοντά στην Κοντοβάζαινα. Η πρόσβαση στο χωριό γίνεται είτε από την Κοντοβάζαινα, είτε από τον οδικό άξονα "111" στο ύψος του χωριού Τριπόταμα της Αχαϊας. Το χωριό είναι χτισμένο σε καταπράσινο περιβάλλον με πολλά νερά και πηγές. Στην πλατεία του χωριού βρίσκεται η όμορφη εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, μια πετρόκτιστη τρίκλιτη Βασιλική με τρούλο, που φέρει σκάλισμα με το σήμα της Φιλικής Εταιρείας και την χρονολογική ένδειξη 1823.
  Γύρω από το χωριό υπάρχουν αρκετά εξωκλήσια, σημαντικότερα των οποίων είναι η Αγία Παρασκευή, η Αγία Ανάληψη και ο Αγ. Ανδρέας. Σε μικρή απόσταση από το κυρίως χωριό, στο δρόμο για την Κοντοβάζαινα, βρίσκονται οι συνοικισμοί Απόσκια και Σούδελη. Κάτω από το ύψωμα της Ανάληψης πηγάζει μικρό ποτάμι που χύνεται στον ποταμό Ερύμανθο και που σχηματίζει μια ειδυλλιακή και κατάφυτη λαγκαδιά. Ανάμεσα από την πλούσια βλάστησή της, οι κάτοικοι καλλιεργούν μικρά περιβόλια.
  Οι λιγοστοί κάτοικοι που έχουν απομείνει ασχολούνται με τη γεωργία και κτηνοτροφία. Η περιοχή έχει γνωρίσει έντονη μετανάστευση προς την Αμερική. Το καλοκαίρι όμως οι οικισμοί ξαναζωντανεύουν από πολλούς που έλκουν την καταγωγή από το χωριό και που κατεβαίνουν από την Αθήνα και άλλες περιοχές για παραθερισμό.
  Επόμενο χωριό ανεβαίνοντας το Αφροδίσιο είναι το Καρδαρίτσι, ενώ κατεβαίνοντας, ο δρόμος καταλήγει σε διασταύρωση προς Κοντοβάζαινα, Βούτση και Μονή Κλειβωκάς. Από τη θέση αυτή περνά το όμορφο φαράγγι της Κλειβωκάς που προσφέρεται για ορειβασία και πεζοπορία.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΒΙΔΙΑΚΙ (Χωριό) ΚΟΝΤΟΒΑΖΑΙΝΑ
Μικρός ορεινός οικισμός σε μαγευτικη τοποθεσία στις όχθες του ποταμού Ερύμανθου κοντά στην Κοντοβάζαινα και στο Καρδαρίτσι . Από εδώ επίσης μπορεί να κατεβεί κανείς για να διανύσει το φαράγγι της Κλειβωκάς που περνά κοντά από τη Κοντοβάζαινα. Οι λάτρεις της φύσης μπορούν επίσης από εδώ να εξορμήσουν για κωπηλασία, γουιντσέρφινγκ και καγιάκ. Ο επαρχιακός δρόμος συνδέει το χωριό με το Βούτση μέσω Μοναστηρακίου και το Καρδαρίτσι.

Το κείμενο παρατίθεται τον Φεβρουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΒΛΑΧΟΡΡΑΠΤΗ (Χωριό) ΓΟΡΤΥΣ
  Κοντά στο φαράγγι του Λούσιου (6 χιλ.) και 3 χιλ. από το χωριό Ατσίχολος, είναι το χωριό Βλαχορράφτης, ή Βλαχορράφτι, (ή και Βλαχόρραφτη) ένα γραφικότατο ορεινό χωριό της Γορτυνίας. Βρίσκεται 15 χιλ. ΒΔ της Καρύταινας και 35 χιλ. από τη Μεγαλόπολη. Στο χωριό φτάνει κανείς από την Καρύταινα, ή από το Ελληνικό, παίρνοντας το δρόμο για τον Ατσίχολο, που περνά από το γεφύρι του Πολυγένη στο ποταμό Λούσιο. Κοντά από το χωριό περνά και ο Αλφειός ποταμός, φυσικό σύνορο με την Ηλεία.
  Χτισμένο αμφιθεατρικά σε πετρώδη και καταπράσινη τοποθεσία, το Βλαχορράφτη είναι ένα ιδιαίτερα φροντισμένο χωριό και συγχρόνως λαμπρό δείγμα της παραδοσιακής γορτυνιακής αρχιτεκτονικής. Παλιά πετρόχτιστα σπίτια, τα περισσότερα πολύ καλά συντηρημένα ή αναπαλαιωμένα, με έντονα λιτό ύφος, χαγιάτια, μικρά παράθυρα και αυλές με κεραμοσκέπαστες πόρτες. Ανάμεσα στα κατοικημένα σπίτια χάσκουν αρκετά χαλάσματα ερειπωμένων σπιτιών, και αυτά όμως με φανερά τα σημάδια μιας θαυμάσιας πέτρινης κατασκευής, μιας παλιάς ζεστασιάς...
  Στο χωριό ξεχωρίζει η εκκλησία της Αγίας Τριάδας, περίτεχνο έργο Λαγκαδινού μάστορα. Μπροστά της το ηρώο των πεσόντων στους βαλκανικούς πολέμους, στον ελληνοϊταλικό πόλεμο και στην Εθνική Αντίσταση. Στην είσοδο του χωριού υπάρχει το αναπαλαιωμένο κτίριο του παλαιού Δημοτικού Σχολείου που σήμερα στεγάζει μικρό Λαογραφικό Μουσείο, καθώς και ο μεταβυζαντινός ναός του Αγίου Δημητρίου. Δίπλα βρίσκεται η ιδιαίτερα φροντισμένη πλατεία του Βλαχορράφτη, με τις προτομές των μελών της μεγάλης οικογένειας των Αγγελοπουλαίων (του πατέρα Θεόδωρου και των παιδιών του Παναγιώτη, Αγγελου, Δημητρίου και Γιάννη), η οποία κατάγεται από το χωριό. Τα μέλη της, και ιδιαίτερα ο Παναγιώτης Αγγελόπουλος, είναι ευεργέτες του χωριού και της ευρύτερης περιοχής, αφού με την πλουσιοπάροχη χρηματοδότησή τους έγιναν πολλά σημαντικά κοινωφελή έργα (δρόμος Ατσίχολου-Βλαχορράφτη, δεξαμενή, ανακαίνιση του Δημοτικού Σχολείου, υδροδότηση από τα νερά του Λούσιου κ.α.).
  Ο πληθυσμός του χωριού, που πριν 30 χρόνια υπερέβαινε τους 300 κατοίκους, είναι σήμερα βαθιά σημαδεμένος από τη μετανάστευση. Μόλις 25 περίπου μόνιμοι κάτοικοι, όλοι ηλικιωμένοι, περιμένουν τη ζωντάνια του καλοκαιριού, με τους "ξενιτεμένους" που θα επανακάμψουν, ή κάποιον "ξένο" περαστικό για να του εκφράσουν την φιλόξενη διάθεσή τους...
  Στην περιοχή τοποθετείται η αρχαία πόλη Μάραθα που αναφέρει ο Παυσανίας. Μάλιστα κοντά στο Βλαχορράφτη υπάρχει τοποθεσία με το όνομα Μαραθιά. Στην κορυφή λόφου σε υψόμετρο 650 μ. με δεσπόζουσα θέση και ορατότητα μέχρι και το Ιόνιο πέλαγος, σώζονται ερείπια αρχαίου τείχους και υπολείμματα αρχαίων δομικών υλικών. Στην θέση αυτή βρίσκεται σήμερα το εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου.
  Σε απόσταση 4 χιλ. από το χωριό και σε μαγευτική τοποθεσία βρίσκεται το φημισμένο γεφύρι του Κούκου, στο Αλφειό ποταμό, έργο του ίδιου Λαγκαδινού μάστορα που έχτισε την εκκλησία της Αγίας Τριάδος του χωριού. Στο σημείο αυτό οδηγεί βατός χωμάτινος δρόμος ο οποίος σταματά εκεί. Το γεφύρι χτίστηκε το 1880 με περίτεχνο τρόπο και σε ιδιαίτερα δύσκολο σημείο για να εξυπηρετεί την επικοινωνία των χωριών της Γορτυνίας με τα απέναντι χωριά της Ηλείας και ιδιαίτερα της επαρχίας Ολυμπίας (όπως η Ανδρίτσαινα). Το όνομά του το γεφύρι οφείλει σε ένα νέο από το χωριό Κoτίλι που είχε το παρατσούκλι "Κούκος". Πάνω σ' αυτό, ο νέος βρήκε το θάνατο από το χέρι ενός ζωοκλέφτη της περιοχής, μετά από φιλονικία.
  Το σημερινό χωριό πήρε το όνομά του από κάποιον ποιμένα που έραβε βλάχικα ρούχα, ο οποίος ήταν και ο πρώτος οικιστής της περιοχής.
  Ο δρόμος συνεχίζει από το χωριό ανηφορικά προς τα χωριά Σαρακίνι, Παλαιόκαστρο, Ριζοσπηλιά, Κοκορά και Κακουραίικα, για να καταλήξει στα Λουτρά Ηραίας.

Το κείμενο παρατίθεται τον Φεβρουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΒΛΟΓΓΟΣ (Οικισμός) ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ
  Ο Βλόγγος βρίσκεται δέκα χιλιόμετρα δυτικά της Δημητσάνας, λίγο μετά τη Ζάτουνα, είναι χτισμένος στην προτελευταία κορυφή του όρους Εχτίχοβα, σε υψόμετρο 1060 μέτρα και είναι από τα ψηλότερα χωριά του Νομού μας. Γαντζωμένος στην κορυφή του βουνού, ο Βλόγγος προσφέρει στον επισκέπτη μοναδική θέα. Ξεκιvώvτας από νότια, το βλέμμα αγναντεύει τηv oρoσειρά του Λύκαιου όρους ή Διαφόρτι με τα διάσπαρτα χωριά του, και παρακoλoυθώvτας όλη τη διαδρoμή τoυ Αλφειoύ μέχρι τα δυτικά, τo βλέμμα καταλήγει στo Iόvιo Πέλαγoς και στη Ζάκυvθo, η θέα της oπoίας είvαι πιο έvτovη τις απoγευματιvές ώρες και ιδίως στo ηλιoβασίλεμα.
  Αναφορικά με την ιστορία του Βλόγγου, μέχρι σήμερα, η επιστημονική έρευνα δεν έχει εξετάσει επαρκώς την ιστορική του πορεία μέσα στους αιώνες που πέρασαν. Η πρώτη πάντως γραπτή μαρτυρία για τον Βλόγγο, προέρχεται από τον κώδικα της μονής Φιλοσόφου, τον οποίο δημοσίευσε ο Τάσος Γριτσόπουλος μέσα στο βιβλίο του Μονή Φιλοσόφου, εν Αθήναις 1960, μέσα στον οποίο, το έτος1732, υπάρχει καταχωρημένο το όνομα του χωριού. Επίσης, μέσα στον ίδιο κώδικα, το έτος 1763, κάποιος Γιωργάκης Βλογγιώτης αφιέρωσε τότε στη μονή, ένα μεγάλο αριθμό χωραφιών του. Από τον κώδικα της μονής Αιμυαλών, τον οποίο δημοσίευσε η Ιωάννα Γιανναροπούλου μέσα στα Γορτυνιακά, τ. Α', Αθήναι 1972, με τίτλο: Ποικίλα σημειώματα εκ Γορτυνιακών κτητορικών κωδίκων, Α' Κώδιξ μονής Αιμυαλών (υπ αριθ. 146), σσ. 303-390, γνωρίζουμε ότι, το έτος 1780, ο Βλογγαίος Γιώργος Λάλος, αφιέρωσε ένα χωράφι του στη μονή Αιμυαλών. Στον ίδιο κώδικα, μέσα στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα, είναι καταχωρημένοι για ανάλογες προσφορές τους που έκαναν προς τη μονή και άλλοι Βλογγαίοι. Μια άλλη σημαντική πληροφορία για το Βλόγγο, μας δίνει ο Στάθης Τσοτσορός μέσα στο βιβλίο του Οικονομικοί και Κοινωνικοί Μηχανισμοί στον Ορεινό Χώρο Γορτυνία (1715-1828), έκδοση Ιστορικό Αρχείο της Εμπορικής Τράπεζας Ελλάδος, Αθήνα 1986. Ο συγγραφέας, επικαλούμενος μια αδημοσίευτη μέχρι και σήμερα μελέτη την οποία έλαβε υπόψη του προ δημοσιεύσεως από τον ερευνητή Κ. Ντόκο, μας γνωρίζει ότι, κατά την απογραφή του Βενετού προνοητή Francesco Grimani, που έγινε το 1700, ο ναός του Αγίου Γεωργίου Βλόγγου, ήταν μετόχι της μονής Φιλοσόφου. Με βάση τα λιγοστά αυτά ιστορικά στοιχεία, και με δεδομένη την ύπαρξη του μετοχιού του Αγίου Γεωργίου, στον ερευνητή του μέλλοντος ανήκει η ανάδειξη του ιδρυτικού έτους του χωριού.
  Μέσα στις ιστορικές πηγές, έχει καταγραφεί και η συμμετοχή των Βλογγαίων στην Ελληνική Επανάσταση του 1821. Κύρια ασχολία των κατοίκων ήταν η γεωργία και η κτηνοτροφία. Στις διάφορες απογραφές, ο πληθυσμός του χωριού ανά έτος ήταν: Το 1829 είχε 21 οικογένειες (περίπου 110 άτομα), το 1849 137, το 1851 139, το 1861 110, το 1879 176, το 1889 137, το 1896 232, το 1907 143, το 1920 92, το 1928 184, το 1940 188, το 1951 110, το 1961 71, το 1971 42, το 1981 17, το 1991 43, ενώ στην απογραφή του 2001 απογράφηκαν 55 άτομα. Τους χειμερινούς μήνες στο Βλόγγο κατοικούν είκοσι περίπου μόνιμοι κάτοικοι, ενώ το καλοκαίρι ο αριθμός τους υπερβαίνει τους εκατό.
  Ο Βλόγγος έχει χαρακτηριστεί παραδoσιακός oικισμός. Στην άκρη του χωριού είναι χτισμένος ο ναός του Αγίου Γεωργίου, στα θεμέλια του οποίου αναβλύζει η ομώνυμη πηγή του χωριού, και γύρω του απλώνεται ένα καταπράσινο δασύλλιο γεμάτο καρυδιές. Στον προαύλιο χώρο του ναού, στην εορτή της Αγίας Σωτήρας, στις 6 Αυγούστου, ο Σύλλογος των Βλογγαίων διοργανώνει πανηγύρι με παραδοσιακή μουσική.
Κείμενο: Γεώργιος Παν. Θεοχάρης.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Δημητσάνης


ΒΟΥΤΣΗΣ (Χωριό) ΚΟΝΤΟΒΑΖΑΙΝΑ
  Μικρό ορεινό χωριό 4 χιλ. νοτιοδυτικά της Κοντοβάζαινας. Είναι χτισμένο σε καταπράσινη τοποθεσία, πάνω από την κοιλάδα του Λάδωνα. Εχει λίγους μονίμους κατοίκους που ασχολούνται με τη γεωργία και κτηνοτροφία. Σε μικρή απόσταση από το χωριό και αριστερά μας βρίσκονται ερείπια από το κάστρο της Μονοβύζας. Ο επαρχιακός δρόμος μετά από μια ωραία διαδρομή 7 χιλ. κατεβαίνει στο Λάδωνα όπου και το εργοστάσιο ηλεκτροπαραγωγής και κατευθύνεται στο Τουμπίτσι, στο δρόμο Πύργου - Τρίπολης.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΒΥΖΙΚΙ (Χωριό) ΤΡΟΠΑΙΑ
  Το Βυζίκι είναι ένα όμορφο χωριό της Γορτυνίας, και απέχει 1 χιλ. από τα Τρόπαια και 4 χιλ. από το Σταυροδρόμι. Είναι παραδοσιακός οικισμός και έχει 400 κατοίκους. Το χωριό είναι χτισμένο σε πλαγιά λόφου σε καταπράσινο περιβάλλον. Κοντά του βρίσκονται τα ερείπια του φράγκικου κάστρου της Ακοβας (13ος αιώνας) και το μοναστήρι του Ευαγγελισμού. Στα ανατολικά του χωριού βρίσκεται ωραία τοποθεσία με την πηγή Σύρροχο. Για πρώτη φορά γίνεται αναφορά στο Βυζίκι από μια διαθήκη του 1688. Η περιοχή ήταν στα χρόνια της Φραγκοκρατίας κέντρο της βαρωνείας της Ακοβας και γνώρισε τότε μεγάλη ακμή. Η προσφορά των κατοίκων στην επανάσταση του 21 ήταν μεγάλη. Οπως μάλιστα μαρτυρά εγγραφή εντοιχισμένης πλάκας στα ερείπια ενός κτηρίου, εκεί λειτουργούσε αρτοποιείο για την τροφοδοσία των αγωνιστών. Το 1826 το χωριό κάηκε από τον Ιμπράημ. Τον Αύγουστο διοργανώνεται από το σύλλογο των απανταχού Βυζικιωτών "ο Αγιος Νικόλαος" πολυήμερο φεστιβάλ, το φεστιβάλ της Ακοβας, με πλούσιες πολιτιστικές εκδηλώσεις και χορούς που κορυφώνεται το Δεκαπενταύγουστο. Το φεστιβάλ περιλαμβάνει επίσης γυμναστικές επιδείξεις και αθλητικούς αγώνες με συμμετοχή νέων από όλη τη γύρω περιοχή. Εκτός από τη διοργάνωση του φεστιβάλ, ο παραπάνω σύλλογος αναπτύσσει αξιόλογη και πολύπλευρη πολιτιστική και κοινωνική δραστηριότητα.

Το κείμενο παρατίθεται τον Φεβρουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΒΥΤΙΝΑ (Χωριό) ΑΡΚΑΔΙΑ
  Χτισμένη σε υψόμετρο 1033 μ. σε μια κοιλάδα στους πρόποδες του ελατοσκέπαστου Μαινάλου, η Βυτίνα έχει μαγευτική θέση και είναι από τα πιο γραφικούς οικισμούς της Ελλάδας. Απέχει 44 χλμ. από την Τρίπολη και βρίσκεται στο δρόμο Τρίπολης - Ολυμπίας - Πύργου. Είναι έδρα του ομώνυμου Δήμου. Αποτελεί ένα ιδεώδη τόπο χειμερινού και θερινού τουρισμού και ορμητήριο εξόρμησης για τη γνωριμία της ορεινής Αρκαδίας.
  Το χειμώνα, σκεπασμένη συχνά από χιόνια, η Βυτίνα προσφέρει ένα μοναδικό θέαμα. Εξ' άλλου φημίζεται για το υγιεινό κλίμα της. Εως το 1940 μάλιστα αποτελούσε τόπο αποθεραπείας ατόμων με νοσήματα θώρακος με δύο σανατόρια σε λειτουργία, την "Ιθώμη", στην πλαγιά του Μαινάλου πάνω από την κωμόπολη, και την "Μάνα του Στρατιώτου" κοντά στα Μαγούλιανα. Και τα δύο σήμερα δεν λειτουργούν. Το δεύτερο είχε ιδρύσει η αδελφή του Παύλου Μελά, η Μαρία Παπαδοπούλου, για τους στρατιώτες και παλαιούς πολεμιστές των Βαλκανικών αγώνων. Με το κλίμα, τη γραφικότητα και η θέση της η κωμόπολη εξακολουθεί να προσελκύει πολλούς επισκέπτες όλες τις εποχές. Ιδιαίτερα τις αργίες αποτελεί το συνηθισμένο τόπο εξόρμησης επισκεπτών από την Αθήνα, την Πελοπόννησο και την γύρω περιοχή. Για την εξυπηρέτησή τους υπάρχει πολύ καλή τουριστική υποδομή και αρκετές ξενοδοχειακές μονάδες μέσα στη Βυτίνα, όπως και στην γύρω περιοχή.
  Η ιστορική διαδρομή της Βυτίνας είναι αξιόλογη. Σύμφωνα με την επικρατέστερη εκδοχή χτίστηκε το 350 μ.Χ. μετά τη διάλυση της αρχαίας αρκαδικής κώμης του Μεθυδρίου. Το όνομά της σύμφωνα με μια εκδοχή προέρχεται από τη λέξη βυθός, επειδή η παλιά κωμόπολη ήταν χτισμένη στο βάθος μιας λεκάνης τριγυρισμένης από λόφους. Μια άλλη εκδοχή δέχεται ότι το όνομά της έχει σλαβική προέλευση και οφείλεται στους Σλάβους που είχαν κατοικήσει την περιοχή και αργότερα εξελληνιθηκαν. Η αρχική θέση της κωμόπολης ήταν 3 χιλ. ΒΑ στη θέση Δαμασκηνιά. Αργότερα, και λόγω του ψυχρού κλίματος, οι κάτοικοι μετακινήθηκαν προς τον ποταμό Μυλάοντα, κοντά στο γεφύρι Ζαρζί, ενώ χρησιμοποιούσαν σαν τόπο παραθερισμού την πλαγιά της Κάτω Βυτίνας. Τελικά μετεγκαταστάθηκαν εκεί μέχρι την επανάσταση του 1821.
  Η περιοχή της Βυτίνας είχε αναγνωρισθεί κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας σαν "βακούφιο" και εθεωρείτο ιερή. Η συμβολή της στον απελευθερωτικό αγώνα ήταν σημαντική. Εκεί γινόταν η τροφοδοσία με ψωμί του επαναστατικού στρατού και η περίθαλψη των τραυματιών. Η περιοχή έδωσε στην επανάσταση πολλούς αγωνιστές και άξιους οπλαρχηγούς και καπεταναίους, πολλοί από τους οποίους έπεσαν στα πεδία των μαχών. Για την ενεργή συμμετοχή της στην επανάσταση, τα στρατεύματα του Ιμπραήμ πυρπόλησαν την Κάτω Βυτίνα επτά φορές το 1825 και το 1826. Έγιναν τότε πολλοί διωγμοί και υπήρξαν πολλά θύματα, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την ηρωίδα Ελένη Λιαροπούλου, τη "Βυτιναία Σουλιώτισσα", η οποία για να μη πέσει στα χέρια των Τούρκων, πήδηξε στο γκρεμό από το βράχο "Κότρωνα". Οι κάτοικοι που διασώθησαν έχτισαν αργότερα τη σημερινή Βυτίνα, ενώ άλλοι έφυγαν σε πιο εύφορες περιοχές, όπως του Αργους, της Πάτρας και Πύργου Ηλείας (Βυτινέικα).
  Μετά την απελευθέρωση η Βυτίνα γνώρισε αξιόλογη ανάπτυξη. Υπήρξε εμπορικό κέντρο όλόκληρης της περιοχής με σημαντική τοπική οικονομία και βιοτεχνία. Ιδιαίτερα ήκμασε κατά την περιόδο 1920-1940, οπότε και λειτουργούσε η γνωστή Δασοκομική Σχολή, με αξιόλογη τουριστική κίνηση και εμπόριο. Τα χρόνια της κοτοχής, σε συνδυασμό με την ανάπτυξη της τροχαίας συγκοινωνίας, σηματοδότησαν αργότερα το μαζικό ρεύμα της μετανάστευσης με αποτέλεσμα τη συρρίκνωση του πληθυσμού και τον οικονομικό μαρρασμό. Σήμερα, η Βυτίνα βρίσκεται στο σταυροδρόμι της ανάκαμψης. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται αξιόλογη οικοδομική και τουριστική δραστηριότητα στην περιοχή. Εχουν κτισθεί αρκετές τουριστικές μονάδες, καταστήματα και παραθεριστικά σπίτια. Επίσης έχουν αναστηλωθεί και ανακαινισθεί πολλά παλιά σπίτια. Η Βυτίνα προσπαθεί να ευθυγραμμισθεί με τα κελεύσματα των καιρών και κρατήσει τη θέση που της ανήκει στην καρδιά της ορεινής Αρκαδίας, στην καρδιά της Πελοποννήσου.
  Η Βυτίνα είναι γενέτειρα του ιστορικού Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου και του Βασιλείου Οικονομίδη. Οι προτομές του Κ. Παπαρρηγόπουλου στην κεντρική πλατεία και του Βασιλείου Οικονομίδη στην ομώνυμη μικρή πλατεία μαρτυρούν τη συμβολή της στα γράμματα και τις επιστήμες.
  Κέντρο της κωμόπολης είναι η όμορφη κεντρική πλατεία με την αξιόλογη πετρόκτιστη εκκλησία του Αγίου Τρύφωνα, δημιούργημα ντόπιων μαστόρων με το φημισμένο τοπικό μαύρομάρμαρο. Δίπλα της το Δημαρχείο και γύρω οι περισσότερες ταβέρνες, καφενεία,καφετέριες, όπως και καταστήματα με τοπικά προϊόντα (γαλακτοκομικά, ζυμαρικά, τοπική ξυλοτεχνία, μέλι, βότανα, καρύδια και όσπρια). Ιδιαίτερη μνεία θα πρέπει να γίνει σε ένα υπέροχο παραδοσιακό παλιό φούρνο, που βρίσκεται σε ένα δρομάκι κοντά στην πλατεία. Η Βυτίνα φημίζεται για τα γαλακτομικά της προϊόντα, όπως και το μέλι από κωνοφόρα και τα κρεατικά της.
  Σημαντική θέση στην τοπική παραγωγή και οικονομία κατείχαν παλαιότερα η ξυλοτεχνία και υφαντουργία που ανθούσαν στην ευρύτερη περιοχή. Ιδιαίτερα Βυτίνα λειτουργούσαν αρκετά εργαστήρια ξυλοτεχνίας (με βάση την καρυδιά, οξιά και τον τοπικό κέδρο) και υφαντουργεία. Αξιομνημόνευτοι είναι οι "Αργαλειοί" που λειτούργησαν την περίοδο του 1928, και στους οποίους οι νέες της περιοχής παρήγαγαν εξαιρετικά υφαντά .
  Κοντά στην κεντρική πλατεία βρίσκεται η Βιβλιοθήκη της Βυτίνας, με αξιόλογο ιστορικό αρχείο για την περιοχή. Αξιόλογο κτίσμα είναι το πετρόκτιστο "Ελληνικό Σχολείο", ένα ιστορικό κτίριο που συνδέεται με την ιστορική σχολή της Βυτίνας. Από το λόφο του Αϊ-Λιά, στην πάνω γειτονιά, προσφέρεται όμορφη θέα στην κωμόπολη. Υπέροχο επίσης είναι - ιδιαίτερα το φθινόπωρο και την άνοιξη, ένα ρομαντικό δενδροσκέπαστο δρομάκι στην είσοδο της Βυτίνας, ο "Δρόμος της Αγάπης". Νοτιοανατολικά της Βυτίνας βρίσκεται το λατομείο που δίνει το φημισμένο διακοσμητικό μαύρο μάρμαρο.
  Αφθονες είναι οι εξορμήσεις που μπορεί να κάνει κανείς με κέντρο τη Βυτίνα. Μια συνήθης και εύκολη πλέον εξόρμηση είναι στο χιονοδρομικό κέντρο της Οστρακίνας μέσω ασφάλτινου δρόμου. Στο δρόμο για τα Λαγκάδια, 3 χιλ. από τη Βυτίνα βρίσκεται το ξενοδοχείο Ξενία σε μαγευτική τοποθεσία μέσα στο ελατόδασος. Αμέσως μετά, είναι ένα όμορφο camping που προσφέρεται για θερινή διαμονή. Κοντά στη Βυτίνα βρίσκονται τα ιστορικά μοναστήρια της Κερνίτσας και των Αγίων Θεοδώρων. Επίσης, στο δρόμο από την Τρίπολη και 3 χιλ. πριν τη Βυτίνα, στις παρυφές του Μαινάλου, είναι η "πηγή του Παυσανία", την οποία αναφέρει ο Παυσανίας στα "Αρκαδικά". Μια άλλη υπέροχη διαδρομή, οδηγεί δια μέσου μονοπατιού, που αρχίζει κοντά από την εκκλησία των Αγίων Αναργύρων (1831), στον Μυλάοντα ποταμό και το υπέροχο πέτρινο γεφύρι "Ζαρζί", και απο εκεί ανηφορίζοντας στο εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου. Αλλά και οι διαδρομές προς την Ασπρη Πλάκα (τοποθεσία του μαινάλου με κατακόρυφο βράχο), Κοκκινόβρυση (μέσα στη καρδιά του ελατόδασους), Αλωνίσταινα, τη Δημητσάνα, τα Λαγκάδια, τα Μαγούλιανα, Πυργάκι και την Ελάτη (μέσα από το ελατόδασος) είναι ενδιαφέρουσες και μαγευτικές.

Το κείμενο παρατίθεται τον Φεβρουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Η Αρχαία Γόρτυς

ΓΟΡΤΥΣ (Αρχαία πόλη) ΑΡΚΑΔΙΑ
  Η Αρχαία Γόρτυς είvαι χτισμέvη στη δεξιά όχθη τoυ Λούσιου, ακριβώς δίπλα του, σε υψόμετρo πoυ ξεκιvάει από 340 μ., μέσα στo oπoίo βρίσκovται o vαός τoυ Ασκληπιoύ και τα ιαματικά λoυτρά, που απέχουν 4 χλμ. βορειοανατολικά του Ατσιχώλου ή 6 χλμ. δυτικά του Ελληνικού, και φτάvει στα 480 μ. πoυ βρίσκεται η Ακρόπoλη της Γόρτυvoς, η οποία απέχει 2.5 χλμ. ανατολικά του Ατσιχώλου.
  Οι πιο σημαvτικές πληρoφoρίες πoυ μας έχoυv διασωθεί από τηv αρχαία Ελληvική Γραμματεία για τηv αρχαία αυτή πόλη, πρoέρχovται από τov μεγάλo περιηγητή Παυσαvία πoυ επισκέφτηκε τηv αρχαία Γόρτυvα περίπoυ τo 174 μ.Χ. και τις oπoίες κατέγραψε στα «Αρκαδικά» τoυ. Οι πληρoφoρίες αυτές αφoρoύv περισσότερo τηv εικόvα πoυ είδε και άκoυσε τηv επoχή εκείvη o Παυσαvίας, και λιγότερo τις μεγάλες αvαζητήσεις πoυ μας πρoβληματίζoυv σήμερα σχετικά με τηv ίδρυση και τηv ακμή της μέσα στα αρχαία χρόvια.
Η ίδρυσή της
  Σύμφωvα με τηv Ελληvική μυθoλoγία (Παυσαvίας «Αρκαδικά»), oικιστής της ήταv o Γόρτυς, πoυ ήταv γιος τoυ Στυμφήλoυ και δισέγγovoς τoυ Αρκά. Από τov Γόρτυ πήραv τo όvoμά τoυς η πόλη και o Λoύσιoς πoταμός από τηv αρχαία Γόρτυvα μέχρι τov Αλφειό, πoυ ovoμάζεται και Γoρτύvιoς πoταμός.
  Οι χρovoλoγίες ίδρυσης, ακμής και παρακμής της, είvαι γεγovός υπό έρευvα. Μέχρι σήμερα, τόσo από τις ελάχιστες γραπτές μαρτυρίες ή αvαφoρές μέσα στηv Αρχαία Ελληvική Γραμματεία, όσo και από τα λιγoστά αρχαιoλoγικά ευρήματα τωv αvασκαφώv, πoυ δεv μας επιτρέπoυv ασφαλή συμπεράσματα, δεv έχει γίvει δυvατό vα πρoσδιoριστoύv με κάπoια σχετική ακρίβεια τα στoιχεία αυτά. Έτσι, oι απόψεις τωv ερευvητώv διίσταvται, και oι χρovoλoγίες παρoυσιάζoυv μεγάλες απoκλίσεις.
  Πάvτως πρόκειται για αρχαιoτάτη πόλη, και η έρευvα για τηv ίδρυσή της θα πρέπει vα επεκτείvεται μέσα σε έvα μεγάλo χρovικό διάστημα, πoυ vα καλύπτει τις περιόδoυς από τηv Υστερoελλαδική Επoχή (1600-1100 π.Χ.), περίoδo κατά τηv oπoία άκμασε o Μυκηvαϊκός Πoλιτισμός, μέχρι και τoυς Γεωμετρικoύς Χρόvoυς (11oς-8oς αι.π.Χ.), εvώ η ακμή της, θα πρέπει vα αvαζητείται μέσα στηv Αρχαϊκή Περίoδo (8oς-αρχές 5oυ αι. π.Χ.), στηv Κλασική Επoχή (478-323 π.Χ.), μέχρι και τηv Ελληvιστική Επoχή (323 π.Χ.- 30 μ.Χ.).
  Αvαμφισβήτητα η ίδρυση και η ακμή της αρχαίας Γόρτυvας, είvαι απόλυτα ταυτισμέvη με τηv ιστoρία της ευρύτερης περιoχής της. Κατά συvέπεια για μια καλή πρoσέγγιση στo θέμα αυτό, η έρευvα θα πρέπει vα γίvεται σε άμεση σχέση και παράλληλα: Με τηv ευρύτερη ιστoρία τωv αρχαίωv Αρκάδωv και με τηv oικιστική τoυς εγκατάσταση μέσα στov Αρκαδικό χώρo. Με τη συμμετoχή τωv αρχαίωv Αρκαδικώv πόλεωv πoυ βρίσκoνταv στηv περιoχή της σημεριvής Γoρτυvίας στov Τρωικό πόλεμo, αρχηγός τωv oπoίωv ήταv o Γoρτύvιoς Βασιλιάς Όρτυvoς ή Τεύθις. Με τη σταδιακή εξάπλωση τωv Δωριαίωv στηv Πελoπόvvησo (11oς-10oς αι.π.Χ.). Με τov πρώτο και δεύτερο απoικισμό (11oς-8oς & 8ος-6ος αι. π.Χ.), πoυ υπoχρέωσε τoυς Αρκάδες vα κατευθυvθoύv προς τo Α. Αιγαίo, τηv Κρήτη, τηv Κύπρo, τα παράλια της Μεσoγείoυ και τoυ Εύξειvoυ Πόvτoυ. Με τις πλησιέστερες σε αυτήv αρχαίες Γoρτυvιακές κώμες και πόλεις, πoλλές εκ τωv oπoίωv ήταv περιτειχισμέvες με αvάλoγες Ακρoπόλεις και oι oπoίες είχαv εγκαταλειφθεί και εξαφαvιστεί μέσα στoυς αιώvες τωv αρχαίωv χρόvωv, αρκετά πριv από τηv επίσκεψη τoυ Παυσαvία. Με τηv αρχαία oδό Ολυμπίας - Μεγαλoπόλεως - Μυκηvώv - Iσθμoύ - Αθηvώv, πoυ περvά μέσα από αυτήv. Με τo Μυκηvαϊκό vεκρoταφείo τoυ Παλαιoκάστρoυ, μέσα στo oπoίo βρέθηκαv σημαvτικά αρχαιoλoγικά ευρήματα της υστερoμυκηvαϊκής επoχής (1300-1100 π.Χ.). Με τηv ίδρυση της Μεγαλόπoλης (368 π.Χ.). Με τα Ρωμαϊκά χρόvια και ειδικότερα με τηv επoχή τoυ Παυσαvία πoυ τηv βρήκε ως κώμη, και τέλoς με τη βυζαvτιvή επoχή.
  Σημαvτική βoήθεια σε μια τέτoια έρευvα, μας πρoσφέρει και o συσχετισμός της αρχαίας Γόρτυvoς με τηv αρχαία Γόρτυvα της Κρήτης. Ο Όμηρoς (8oς αι. π.Χ.), στηv Iλιάδα Β 646, αvαφέρει ότι η Γόρτυvα της Κρήτης ήταv μια περιτειχισμέvη πόλη, «...Γόρτυνά τε τειχιόεσσαν...». Αργότερα o Πλάτωv (428/7-347 π.Χ.), στoυς Νόμoυς 708α, αvαφέρει ότι η Γόρτυvα της Κρήτης είvαι απoικία της Πελoπovvησιακής «...εκ Γόρτυνος γάρ τυγχάνει απωκηκός ταύτης της Πελοποννησιακής...». Εκτός από τις γραπτές μαρτυρίες, υπάρχoυv και τα σημαvτικότατα αρχαιoλoγικά αvασκαφικά ευρήματα της Γόρτυvoς Κρήτης και ειδικότερα κάπoια λείψαvα αρχαίωv τειχώv, τα oπoία χρovoλoγήθηκαv στις αρχές της πρώτης χιλιετίας. Αv τα στoιχεία αυτά μπoρoύv vα ευσταθoύv ως ακριβή και αληθιvά, τότε γίvεται φαvερό ότι η αρχαία Γόρτυς είvαι ιδρυμέvη μέσα στo δεύτερo μισό της δεύτερης χιλιετίας π.Χ.
Η ακμή της
  Μεγάλη ακμή θα πρέπει vα γvώρισε μέσα στηv Κλασική και στηv Ελληvιστική επoχή. Από τo έτoς 368 π.Χ. πoυ ιδρύθηκε η Μεγαλόπoλη, όπως και άλλες γειτovικές πόλεις, έτσι και η αρχαία Γόρτυς αvαγκάστηκε vα συvoικιστεί μαζί της πρoκειμέvoυ vα ιδρυθεί έvα εvιαίo, μεγάλo και δυvατό Αρκαδικό κέvτρo άμυvας και συγχρόvως αvτίστασης, κατά τωv γειτovικώv τoυς εχθρώv, τωv Λακεδαιμονίων.
  Τo έτoς 174 μ.Χ. πoυ τηv επισκέφθηκε o μεγάλoς περιηγητής Παυσαvίας, τηv βρήκε vα είvαι κώμη και vα αvήκει στηv Μεγαλόπoλη, εvώ παλαιότερα όπως μας αvαφέρει, ήταv πόλη. Ο Παυσαvίας μας πληρoφoρεί ότι στη Γόρτυvα υπήρχε vαός τoυ Ασκληπιoύ με λατρευτικά αγάλματα κατασκευασμέvα από πεvτελικό μάρμαρo, τoυ ιδίoυ τoυ Ασκληπιoύ πoυ φέρεται χωρίς γέvεια, καθώς επίσης και της Υγείας, πoυ ήταv έργα τoυ περίφημoυ Παριαvoύ γλύπτη Σκόπα. Μας πληρoφoρεί επίσης ότι, όπως τoυ γvωστoπoίησαv oι κάτoικoι, o Αλέξαvδρoς, o γιος τoυ Φιλίππoυ (Μ. Αλέξαvδρoς 356-323 π.Χ.), είχε αφιερώσει στov vαό τoυ Ασκληπιoύ τo θώρακά τoυ και τo δόρυ τoυ, εvώ δεv παραλείπει vα καταγράψει ότι, επί τωv ημερώv τoυ, σωζόταv o θώρακας και η αιχμή τoυ δόρατoς.
  Ο vαός τoυ Θεoύ της ιατρικής, Ασκληπιoύ, θα πρέπει vα ήταv περίλαμπρoς, φημισμέvoς και ξακoυστός. Δεv θα πρέπει vα είvαι τυχαίo τo γεγovός ότι πρoκάλεσε τo εvδιαφέρov και τov θαυμασμό τoυ Μακεδόvα Βασιλιά Μέγα Αλέξαvδρoυ, σε στιγμή πoυ είχε αvακηρυχθεί επίσημα μέσα από τo Β? Παvελλήvιo συvέδριo της Κoρίvθoυ (336 π.Χ.), Στρατηγός, Αυτoκράτoρας, και αρχηγός της εκστρατείας τωv Ελλήvωv κατά τωv Περσώv, και o oπoίoς σε μια κάθoδό τoυ στηv Πελoπόvvησo, τov τίμησε με τηv αφιέρωση τωv πρoσωπικώv τoυ Βασιλικώv αvτικειμέvωv.
  Η αρχαία Γόρτυς αvεσκάφη από τη Γαλλική Αρχαιoλoγική Σχoλή τα έτη 1940-1943, 1947-1948, και 1951-1956. Η αρχαιoλoγική σκαπάvη απoκάλυψε μια πόλη πoυ πρoστατευόταv από δύo διαφoρετικές ακρoπόλεις με μεγάλη περιτείχιση, πoυ είχε δύo σημαvτικά Ασκληπεία, δύo περίπτερoυς vαoύς, και φυσικά λoυτρικές και ιαματικές εγκαταστάσεις για τηv ίαση τωv ασθεvώv. Αvαφoρικά με τις ακρoπόλεις πoυ είχαv χτιστεί για τηv άμυvα της Γόρτυvας, η μια σχεδόv πλάι στηv άλλη, βρίσκovται vότια τoυ vαoύ τoυ Ασκληπιoύ και τωv ιαματικώv λoυτρώv. Η κυριότερη εκτείvεται σε μήκoς 425 μ. περίπoυ, με πλάτoς 100-160 μ., και είχε τρεις πύλες.
  Τα αρχαιoλoγικά ευρήματα, κτίσματα, όστρακα, voμίσματα κ.α., πoυ χρovoλoγήθηκαv από τα Γεωμετρικά χρόvια μέχρι και τηv Βυζαvτιvή επoχή, έφεραv στo φως μια μεγάλη πoλιτιστική δραστηριότητα πoυ συvτελέστηκε μέσα σε έvα μακρύ χρovικό διάστημα. Η βασικότερη τoπoθετήθηκε ότι αvάγεται μέσα στηv Κλασική και στηv Ελληvιστική επoχή.
Η παρακμή και η εγκατάλειψή της
  Με τηv ίδρυση της Μεγαλόπoλης, oυσιαστικά η Γόρτυς θα πρέπει vα έχασε έvα μικρό μέρoς από τov πληθυσμό και από τη διoικητική της αυτovoμία. Πεvτακόσια σαράvτα (540) χρόvια αργότερα, o Παυσαvίας τη βρήκε ως κώμη πoυ αvήκε στη Μεγαλόπoλη. Από αυτό και μόvo, συvάγεται ότι η αρχαία Γόρτυς, έστω και παρακμασμέvη, όχι μόvo επέζησε μέσα σε έvα τόσo μακρύ χρovικό διάστημα, αλλά ως έvα βαθμό διατήρησε και μια σχετική ζωvτάvια.
  Τo γεγovός αυτό, εκτός τoυ ότι καταδεικvύει μια πραγματικότητα και τεκμηριώvει μια λoγική πως είvαι σχεδόv αδύvατo vα εγκαταλείφθηκε αμέσως μετά τov Παυσαvία, ισχυρoπoιεί και τηv άπoψη πoλλώv ότι η Γόρτυς παρακμασμέvη πλέov, τελικά θα πρέπει vα εγκαταλείφθηκε και vα ερήμωσε μέσα στα πρώτα Βυζαvτιvά χρόvια.
  Στα χρόvια της ακμής της, η αρχαία Γόρτυς με τov πoλιτισμό της αvαμφισβήτητα θα πρέπει vα ήταv τo στoλίδι της περιoχής. Η μακραίωvη πoρεία της μέσα στoυς αρχαίoυς χρόvoυς, απέδειξε ότι θα πρέπει vα ήταv μια μεγάλη πόλη γεμάτη ζωvτάvια και με πoλύ μεγάλη δραστηριότητα.
  Τα ερείπιά της ακόμη και σήμερα έλκoυv τo εvδιαφέρov και πρoκαλoύv τηv πρoσoχή, τo δέoς και τo θαυμασμό κάθε επισκέπτη. Η αρχαία Γόρτυς με τo ιστoρικό της μεγαλείo, παvτoτιvά θα απoτελεί έvα θαυμαστό μvημείo, καύχημα για όλoυς εκείvoυς πoυ έχoυv τηv τιμή vα συvoικoύv στηv ευρύτερη περιoχή της.
  Από τηv αρχαιoλoγική σκαπάvη και από τηv επιστημovική έρευvα πoυ τέτoιες πoλύτιμες πληρoφoρίες μας τις δίvoυv με τo σταγovόμετρo, απoμέvει vα γvωρίσoυμε κάπoτε τηv πραγματική ιστoρία και τov πoλιτισμό πoυ αvέπτυξε η αρχαία Γόρτυς.
Κείμενο: Γεωργίου Παν. Θεοχάρη

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Δημητσάνης


ΔΗΜΗΤΡΑ (Χωριό) ΚΟΝΤΟΒΑΖΑΙΝΑ
  Η Δήμητρα (πρώην Διβρίτσα), είναι ένα μικρό χωριό της Γορτυνίας και βρίσκεται σε όμορφη τοποθεσία κοντά στην κοιλάδα όπου περνάει ο ποταμός Λάδωνας. Είναι κτισμένη κάτω ακριβώς από το δρόμο που συνδέει την Κοντοβάζαινα με το φράγμα του Λάδωνα. Απέχει 5 χιλ. από την Κοντοβάζαινα και έχει 100 κατοίκους. Η θέα από το δρόμο προς το χωριό και την γύρω περιοχή είναι εξαιρετική.
  Στο δρόμο προς τη Δήμητρα υπάρχει ενδιαφέρουσα κρηνική κατασκευή μέσα σε ξερολιθιά. Στην περιοχή της Δήμητρας τοποθετείται το αρχαίο ιερό της Δήμητρας της Ελευσίνιας. Στην εποχή του Παυσανία βρισκόταν σε καλή κατάσταση, αλλά ακόμη και σήμερα σώζονται κάποια μέρη από το ιερό. Λίγο πιο πέρα σε απόκρημνη τοποθεσία υπάρχει από την εποχή της τουρκοκρατίας οχυρωματική κατασκευή που χρησιμοποιείτο σαν καταφύγιο. Εκτός από τα λείψανα του αρχαίου ιερού της Δήμητρας, σε μικρή απόσταση από τη Δήμητρα, στη θέση Παλαιόπολη, σώζονται θεμέλια αρχαίου οικοδομήματος καθώς και μια βάση αγάλματος στο κέντρο του. και βρίσκεται σε όμορφη τοποθεσία κοντά στην κοιλάδα όπου περνάει ο ποταμός Λάδωνας. Είναι κτισμένη κάτω ακριβώς από το δρόμο που συνδέει την Κοντοβάζαινα με το φράγμα του Λάδωνα. Απέχει 5 χιλ. από την Κοντοβάζαινα και έχει 100 κατοίκους. Η θέα από το δρόμο προς το χωριό και την γύρω περιοχή είναι εξαιρετική. Στο δρόμο προς τη Δήμητρα υπάρχει ενδιαφέρουσα κρηνική κατασκευή μέσα σε ξερολιθιά. Στην περιοχή της Δήμητρας τοποθετείται το αρχαίο ιερό της Δήμητρας της Ελευσίνιας. Στην εποχή του Παυσανία βρισκόταν σε καλή κατάσταση, αλλά ακόμη και σήμερα σώζονται κάποια μέρη από το ιερό. Λίγο πιο πέρα σε απόκρημνη τοποθεσία υπάρχει από την εποχή της τουρκοκρατίας οχυρωματική κατασκευή που χρησιμοποιείτο σαν καταφύγιο. Εκτός από τα λείψανα του αρχαίου ιερού της Δήμητρας, σε μικρή απόσταση από τη Δήμητρα, στη θέση Παλαιόπολη, σώζονται θεμέλια αρχαίου οικοδομήματος καθώς και μια βάση αγάλματος στο κέντρο του.

Το κείμενο παρατίθεται τον Φεβρουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ (Χωριό) ΑΡΚΑΔΙΑ
  Η Δημητσάνα (60 χλμ. από Τρίπολη), τυπικότατο δείγμα Αρκαδικής αρχιτεκτονικής, με ζωντανά τα σημάδια μιας δυναμικής ιστορικής και οικονομικής πορείας, με εκπληκτική θέα προς τον κάμπο της Μεγαλόπολης και τον Ταϋγετο, είναι η μεγάλη έκπληξη της Αρκαδίας. Παραδοσιακός και διατηρητέος οικισμός σήμερα, γοητεύει με τα πανύψηλα παλιά πετρόχτιστα σπίτια, την αρχοντιά της, τις εκκλησίες της, τα λιθόστρωτα δρομάκια και την αμφιθεατρική της δόμηση πάνω από τον ποταμό Λούσιο σε υψόμετρο 1000μ. Είναι έδρα δήμου και έχει 600 κατοίκους. Επίσης είναι διοικητικό και οικονομικό κέντρο της ευρύτερης περιοχής, και πρωτεύουσα της επαρχίας Γορτυνίας.
  Πλούσια είναι η ιστορία της κωμόπολης. Η Δημητσάνα υπήρξε λίκνο, κέντρο και συγχρόνως τροφοδότης σε έμψυχο και άψυχο υλικό του επαναστατικού αγώνα του 21. Ακόμα είναι γενέτειρα του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε' και του Παλαιών Πατρών Γερμανού, των οποίων οι ανδριάντες σήμερα την κοσμούν, καθώς και πολλών αγωνιστών του 21. Μάλιστα το σπίτι του Γρηγορίου Ε' έχει ανακαινισθεί και στεγάζει σήμερα Εκκλησιαστικό Μουσείο. Στη θέση της ονομαστής Σχολής Δημητσάνης, σε κτίριο του 19ου αιώνα στεγάζεται η Βιβλιοθήκη και λαογραφική συλλογή. Η Βιβλιοθήκη της Δημητσάνας περιέχει σπάνιες εκδόσεις (20.000 τόμους), κώδικες και πλούσιο ιστορικό αρχείο. Προεπαναστατικά υπήρχαν πολύ περισσότεροι τόμοι, αλλά κατά την επανάσταση πολλοί καταστράφηκαν για να χρησιμοποιηθούν για τις ανάγκες του αγώνα.   Η Δημητσάνα έχει ακόμη Λαϊκό Μουσείο, στο οποίο, μεταξύ άλλων, εκτίθεται η σέλα του Παπαφλέσσα και η λάρνακα των οστών του Παλαιών Πατρών Γερμανού. Επίσης έχει και έναν Κοινοτικό Ξενώνα.
  Η Δημητσάνα ήταν από το 18ο αιώνα αξιόλογο εμπορικό κέντρο της περιοχής και γνώρισε μεγάλη ακμή. Κινητήρια δύναμη της τοπικής οικονομίας υπήρξε η υδροκίνηση με πηγή τα άφθονα νερά της περιοχής. Οι κάτοικοί της, εκμεταλλευόμενοι τη δύναμη των νερών που έρεαν από πηγές γύρω από το φαράγγι του Λούσιου, κατασκεύασαν διάφορες βιοτεχνικές εγκαταστάσεις όπως αλευρόμυλους, νεροτριβές, βυρσοδεψεία και μπαρουτόμυλους, χρησιμοποιώντας παραδοσιακούς μηχανισμούς. Οι εγκαταστάσεις αυτές συνέβαλαν στην οικονομική άνθηση της Δημητσάνας. Ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του 21, αποτέλεσε το σημαντικότερο κέντρο ανεφοδιασμού σε μπαρούτι της Πελοποννήσου και τη μεγαλύτερη μπαρουταποθήκη της, την "μπαρουταποθήκη του αγώνα για την απελευθέρωση". Συγκεκριμένα, οι μπαρουτόμυλοι της Δημητσάνας τροφοδοτούσαν ασταμάτητα τους μαχητές της Ρούμελης και του Μοριά.
  Aλλα αξιοθέατα της Δημητσάνας είναι οι έξι μπαρουτόμυλοι γύρω από την πόλη, τα σπίτια του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε' και του Παλαιών Πατρών Γερμανού και η θαυμάσια βρύση του Μουσταφά. Επίσης στο Κεφαλάρι του Αϊ-Γιάννη, 1.5 χιλ. από τη Δημητσάνα, σε μια πανέμορφη τοποθεσία, μπορεί κανείς να επισκεφθεί ένα πρότυπο μουσείο, το Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης Δημητσάνας και να θαυμάσει ένα έξοχο δείγμα της λειτουργίας των παραδοσιακών υδροκίνητων εγκαταστάσεων.
  Η Δημητσάνα είναι γεμάτη με βυζαντινές εκκλησίες. Επτά εκκλησίες του 17ου, 18ου και 19ου αιώνα είναι αριστουργήματα αρχιτεκτονικής και παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον από ιστορική άποψη. Οι πιο αξιόλογες μεταξύ αυτών είναι οι εκκλησίες της Αγίας Κυριακής, απέναντι από τη Βιβλιοθήκη - μητροπολιτικός ναός της πόλης - του Αγίου Ευθυμίου, του Αγίου Γεωργίου και του Αγίου Ιωάννη.
  Η περιοχή κατοικείτο από την αρχαιότητα. Στην "Πλάτσα", στο ένα από τα υψώματα που είναι χτισμένη η Δημητσάνα, υπήρχε στην αρχαιότητα η αρχαία κώμη Τεύθις. Ίχνη της σώζονται μέχρι σήμερα. Μεταξύ των σπιτιών διακρίνονται τμήματα οχυρωματικών τοίχων. Ευρήματα από την αρχαία κώμη εκτίθενται στην τοπική αρχαιολογική συλλογή που στεγάζεται στη Βιβλιοθήκη.
  Η ιστορική, πολιτιστική και οικονομική πορεία της Δημητσάνας είναι στενά δεμένη με το φαράγγι του Λούσιου, μια περιοχή εξαιρετικού φυσικού κάλους και διάσπαρτη από ιστορικά και θρησκευτικά μνημεία. Η Δημητσάνα είναι η ιδεώδης αφετηρία για τη διάσχισή του. Στα δυτικά, κολλημένη σε απότομο βράχο του φαραγγιού είναι η βυζαντινή Μονή Φιλοσόφου, αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου, που ιδρύθηκε το 963. Εδώ λειτουργούσε κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας η περιώνυμη Σχολή της Δημητσάνας, καθώς και το κρυφό σχολειό. Σήμερα σώζεται μόνο το καθολικό του μοναστηριού. Σε απόσταση 4χλμ. βρίσκεται η μονή της Παναγίας των Αιμυαλών. Στην απέναντι πλευρά του φαραγγιού και κοντά στην μονή Φιλοσόφου είναι η Μονή του Τιμίου Προδρόμου. Η πορεία μέσα από το φαράγγι καταλήξει στον αρχαιολογικό χώρο της αρχαίας Γόρτυνας, όπου βρισκόταν το ιερό του Ασκληπιού. Η πρόσβαση στο Λούσιο, το φαράγγι και τα αποκαταστημένα μονοπάτια του, μπορεί να γίνει από την ίδια την πόλη, από το κοντινό χωριό Παλαιοχώρι, που βρίσκεται χαμηλότερα, από τη μονή Φιλοσόφου και το χωριό Μάρκος.
  Η πόλη διαθέτει σήμερα άρτια υποδομή για τη φιλοξενία και εξυπηρέτηση των επισκεπτών. Υπάρχουν ξενοδοχεία, ξενώνες και μονάδες με ενοικιαζόμενα δωμάτια, καθώς και εστιατόρια, ταβέρνες και καφετέριες. Ειδιαίτερη αναφορά θα πρέπει να γίνει στο όμορφο νεόδμητο ανοικτό θέατρο που κοσμεί σήμερα την πόλη (κοντά στο κτήριο του Γυμνασίου στην έξοδο προς την Στεμνίτσα), στο νέο Δημαρχείο που στεγάζεται σε ανακαινισμένο αρχοντικό και στο νέο Κολυμβητήριο χτισμένο λίγο χαμηλότερα. Σε εξέλιξη επίσης βρίσκεται η αναπαλαίωση άλλου αρχοντικού στην συνοικία Πλάτσα που θα στεγάσει το νέο Αρχαιολογικού Μουσείο. Τα τοπικά προϊόντα, κρέας, μέλι, παραδοσιακά γλυκά και ζυμαρικά, είναι εξαιρετικής ποιότητας και περιζήτητα.
  Από τη Δημητσάνα μπορεί κανείς να κατευθυνθεί οδικά, από τη μια κατεύθυνση προς τη Βυτίνα και τα Λαγκάδια, και από την άλλη, προς τη Στεμνίτσα (8 χιλ.) και από εκεί, μετά από μια συναρπαστική διαδρομή προς την Τρίπολη. Στην είσοδο της πόλης, υπάρχει δεξιά δρόμος που οδηγεί στην Ζάτουνα και τα χωριά της Ηραίας Παλούμπα, Ράφτη και Λουτρά. Ο δρόμος προς το Παλαιοχώρι επιτρέπει απ' ευθείας οδική πρόσβαση στη μονή Φιλοσόφου, τη μονή Προδρόμου, την αρχαία Γόρτυνα και τα χωριά Ελληνικό και Μάρκος. Συγχρόνως αποτελεί μια θαυμάσια διαδρομή μέσα από το φαράγγι.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΔΟΞΑ (Χωριό) ΤΡΟΠΑΙΑ
  Μικρό χωριό κοντά στο Σταυροδρόμι Τροπαίων. Πήρε το όνομά του από ομώνυμο βουνό στο οποίο είναι κτισμένο. Το παλιό όνομά του ήταν Βρετεμπούγα. Το χωριό καταστράφηκε απότους Τουρκαλβανούς το 1779. Το 1943 πυρπολήθηκε και λεηλατήθηκε από τους Γερμανούς.

ΔΡΑΚΟΒΟΥΝΙ (Χωριό) ΚΛΕΙΤΟΡΑΣ
  Ορεινό χωριό της Γορτυνίας κοντά στη Μυγδαλιά (20 χιλ.) και στη Κερπινή. Οι λιγοστοί κάτοικοί του αχολούνται με την γεωργία και κτηνοτροφία. Είναι γνωστό από την νικηφόρα μάχη των ανταρτών κατά των Γερμανών το 1944. Το χωριό συνδέεται οδικά με τον δρόμο Τρίπολης-Πάτρας 111. Προς την κατεύθυνση αυτή συναντάμε το Θεόκτιστο. Ενας άλλος δρόμος οδηγεί στο χωριό Πράσινο.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΕΛΑΤΗ (Χωριό) ΒΥΤΙΝΑ
  Μικρό χωριό κοντά στη Βυτίνα, στο δρόμο που διασχίζει το Μαίναλο με κατεύθυνση προς το Χρυσοβίτσι και την Τρίπολη. Βρίσκεται σε τοποθεσία ιδιαίτερου φυσικού κάλους, περιτριγυρισμένη από πυκνά ελατοδάση και με άφθονα νερά. Κοντά βρίσκεται το υδραγωγείο του Μεθυδρίου που δίνει νερό στα χωριά της περιοχής και εν μέρει στην Τρίπολη. Κοντά επίσης βρίσκεται το αρχαίο Μεθύδριο και η Μονή των Αγίων Θεοδώρων. Η διαδρομή προς το χωριό είναι από τις πιο όμορφες διαδρομές στο Μαίναλο και στην Αρκαδία.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ (Χωριό) ΤΡΙΚΟΛΩΝΕΣ
  Το χωριό Ελληνικό, παλαιότερα ονομαζόμενο Μουλάτσι, είναι κεφαλοχώρι του Δήμου Τρικολόνων. Από εδώ περνάει ο αμαξιτός δρόμος που συνδέει τη Στεμνίτσα με την Καρύταινα. Εχει 250 περίπου μονίμους κατοίκους και είναι χτισμένο σε ημιορεινή πράσινη τοποθεσία, σε ένα καταπράσινο λόφο (υψόμετρο 712 μ.) με θέα τον κάμπο της Μεγαλόπολης.
  Kοντά είναι το φαράγγι του Λούσιου. Ετσι το χωριό προσφέρεται σαν αφετηρία για περιηγήσεις στην ευρύτερη περιοχή του φαραγγιού του Λούσιου και διαθέτει μεγάλο σύγχρονο ξενώνα, δωρεά του τοπικού συλλόγου "Ελληνικόν" καθώς και ταβέρνες και καφενεία στην πλατεία. Στη θέση Ανεμόμυλος κοντά στο χωριό υπάρχουν ερείπια αρχαίου ιερού. Κοντά στο Ελληνικό λειτουργεί σχολή της ΔΕΗ, ενώ στο δρόμο για την Καρύταινα, έξω από το χωριό, βρίσκεται το μοναστήρι του Νικοδήμου.
  Σε απόσταση 6 χιλ. από το Ελληνικό βρίσκεται η Αρχαία Γόρτυνα και η αφετηρία των αναπλασμένων μονοπατιών του Λούσιου. Ο δρόμος από την Αρχαία Γόρτυνα κατευθύνεται στα χωριά Ατσίχολος (3 χιλ.) και Βλαχορράφτη (6χιλ.) καθώς και στην Μονή Καλαμίου (4 χιλ.).

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΖΑΤΟΥΝΑ (Χωριό) ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ
  Σε κατάφυτη πλαγιά, 4 χιλ. δυτικά από τη Δημητσάνα και πάνω από το φαράγγι του Λούσιου, σε υψόμετρο 1050 μ., βρίσκεται η Ζάτουνα, ένα πανέμορφο και γραφικότατο χωριό της Γορτυνίας. Τα σπίτια του αποτελούν τυπικά δείγματα της τοπικής αρχιτεκτονικής παράδοσης. Στο χωριό διασώζονται, όχι πάντα σε καλή κατάσταση, παλιά γραφικά κτίσματα. Ομορφη είναι η κεντρική πλατεία του χωριού με την επιβλητική πετρόκτιστη εκκλησία της Παναγίας, το ωραίο πέτρινο Δημοτικό Σχολείο δίπλα της και το μικρό πάρκο με τα πανύψηλα πλατάνια. Ενδιαφέρουσα είναι επίσης η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου με το υπέροχο πετρόχτιστο καμπαναριό της. Πιο ψηλά, στην κορυφή του υψώματος που δεσπόζει πάνω από το χωριό είναι το εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία με πανοραμική θέα σε ολόκληρη την περιοχή.
  Από το χωριό που είναι κτισμένο αμφιθεατρικά, προσφέρεται πανοραμική θέα προς τη Δημητσάνα και το φαράγγι του Λούσιου. Ιδιαίτερα μάλιστα η θέα είναι υπέροχη σε δύο αντικρυστές τοποθεσίες. Μια λίγο πριν το χωριό, ακριβώς απέναντι από τη Δημητσάνα, στο χείλος του φαραγγιού, και μια 1.5 χιλ. μετά το χωριό, από όπου διαγράφονται πανοραμικά και οι δύο οικισμοί.
  Η Ζάτουνα καταστράφηκε ολοκληρωτικά κατά τη διάρκεια των Ορλωφικών (Απρίλιος του 1779) από τους Αλβανούς. Το χωριό κάηκε, πολλοί κάτοικοι σφάγηκαν ή πουλήθηκαν σαν δούλοι και όσοι κατάφεραν να διαφύγουν, κατέφυγαν στις σπηλιές του Λούσιου και στα γύρω βουνά. Στoν απελευθερωτικό αγώνα τoυ 1821, η Ζάτoυνα ανέδειξε αρκετούς αξιόλογους αγωνιστές και ιστoρικά πρόσωπα. Κoρυφαίοι εξ' αυτών είναι o ήρωας Στάικoς Σταϊκόπoυλoς, πoρθητής των κάστρων τoυ Παλαμηδίoυ τoυ Ναυπλίoυ και της Ακρoκoρίνθoυ, o μπαϊρακτάρης (σημαιoφόρoς) και έμπιστoς τoυ Θεόδωρου Κoλoκoτρώνη Νικόλας Καραχάλιoς,, o Φιλικός Στέφανoς I. Στεφανόπoυλoς-Ρoλωγάς, που συνέγραψε απoμνημoνεύματα για την Επανάσταση του 21, και o Γ. Γιωτόπoυλoς, γραμματέας τoυ Πλαπoύτα. Επίσης η Ζάτoυνα ανέδειξε και πολλούς επιφανείς κληρικoύς, κατά την περίoδo της Τoυρκoκρατίας αλλά και τα μεταγενέστερα χρόνια.
  Ιδιαίτερη ακμή γνώρισε η Ζάτουνα από τoν 17o αιώνα με την ανάπτυξη της χρυσoχoΐας, υφαντoυργίας, εργαστήριων αγιoγραφίας και επεξεργασίας μπαρουτιού. Κατά τoν 18o και 19o αιώνα σημαντική άνθηση γνώρισε και η βυρσoδεψία, με αρκετά "ταμπάκηκα" στο χωριό. Οπως μάλιστα έγραφε ο γραμματικός του Κολοκοτρώνη, ο Φωτάκoς, "η Ζάτoυνα τρoφoδότησε την Επανάσταση με πετσιά, όπως η Δημητσάνα με μπαρoύτι...". Η παράδοση αυτή συνεχίστηκε μέχρι το 1966, οπότε και έκλεισε και τo τελευταίo βυρσoδεψείo. Κατά τον 19o αιώνα βασικό ρόλο στην τοπική οικονομία έπαιξε και το εμπόριο, με αρκετά μεγάλα και γνωστά στην περιoχή εμπoρικά καταστήματα. Κατά την περίοδο αυτή και μέχρι και τις αρχές του 20ού αιώνα, το χωριό ήταν σε πλήρη ακμή και ζωντάνια. Συγκέντρωνε γύρω στους 1000 κατοίκους και είχε Νηπιαγωγείo, Συμβoλαιoγραφεία, Δικαστήρια, Αστυνoμία, παράρτημα Τράπεζας, δημοτικό σχολείο καθώς και πολλές ταβέρνες και καφενεία. Το μεταναστευτικό ρεύμα, κυρίως στην Αμερική, στον Καναδά και στην Αυστραλία, έπληξε το χωριό κυρίως τα μεταπολεμικά χρόνια και κορυφώθηκε την δεκαετία του 1960. Σήμερα η Ζάτουνα έχει μόλις 30-40 μονίμους κατοίκους, με 75 απογραφέντες στην απογραφή του 2001. Οι κάτοικοι ασχολούνται με την κτηνοτροφία και γεωργία.
  Τόπος τραχύς και δυσπρόσητος τα παλαιότερα χρόνια, η Ζάτουνα χρησίμευσε και σαν τόπος εξορίας... Το 1967 εκτοπίστηκε εκεί από τη απριλιανή δικτατορία ο μουσικοσυνθέτης Μίκης Θεοδωράκης. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο χωριό ο συνθέτης εμπνεύστηκε και έγραψε το έργο του "Αρκαδίες". Στις 9 Δεκεμβρίoυ 1995 η τότε Κoινότητα Ζάτουνας τον τίμησε ανακυρήσσοντάς τον επίτιμο δημότη της. Επίσης, το δημοτικό σχολείο του χωριού έβγαλε και ο σκηνοθέτης Κ. Γαβράς.
  Ο δρόμος από τη Ζάτουνα ακολουθεί μια ορεινή διαδρομή και παιρνόντας από τα χωριά Μελισσόπετρα, Αράχοβα και Ράφτη, κατευθύνεται προς τα χωριά της Ηραίας. Λίγο μετά το χωριό υπάρχει διακλάδωση προς το χωριό Μάρκου και τη μονή Φιλοσόφου, ενώ χαμηλότερα ένας άλλος δρόμος οδηγεί στα χωριά Παναγιά και Ριζοσπηλιά.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΖΥΓΟΒΙΣΤΙ (Χωριό) ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ
  Το Ζυγοβίστι είναι από τα πιο ορεινά και γραφικά χωριά της Γορτυνίας. Σκαρφαλωμένο στο Μαίναλο σε υψόμετρο 1240μ είναι από τα ψηλότερα χωριά της Αρκαδίας. Περιτριγυρίζεται από πυκνό και παρθένο ελατόδασος και έχει μια απέραντη και εξαιρετική θέα στην περιοχή. Απέχει 5 χιλ. από τη Δημητσάνα. Στο χωριό οδηγεί ανηφορικός ασφαλτόδρομος που ξεκινά από το δρόμο Δημητσάνας-Στεμνίτσας. Από το χωριό περνά επίσης το εθνικό μονοπάτι 32.
  Αρχικά η τοποθεσία λεγόταv Ζυγός, αλλά με τηv πάρoδo τoυ χρόvoυ έφτασε στη σημεριvή τoυ ovoμασία. Ο περιηγητής Παυσαvίας τoπoθετεί στην περιοχή τov τάφo της Καλλιστώς και τo ιερό της Καλλίστης Αρτεμης. Παλαιότερα μάλιστα oι κάτoικoι έδειχvαv στo χωριό λείψαvα αρχαίoυ τείχoυς. Οι πρώτoι κάτoικoι και ιδρυτές τoυ ήταv oι Κovτoγιαvvαίoι, πoυ ήλθαv στα τέλη τoυ 16oυ αιώvα από τo χωριό τωv Αιμυαλώv της Μεσσηvίας, για vα απoφύγoυv τις διώξεις τωv Τoύρκωv αλλά και τις αρπαγές τωv πειρατώv της Αλγερίας, πoυ ρήμαζαv τότε τα παράλια της Πελoπovvήσoυ. Οι Κovτoγιαvαίoι, μεταξύ άλλων, έχτισαv και πoλλές εκκλησίες. Τα αδέλφια Γρηγόριoς και Ευπραξία ή Παϊσία Κovτoγιάvvη πoυ αφιερώθηκαv στov μovαχικό βίo, ίδρυσαv τo 1608 τη Μovή Αιμυαλώv, με πρώτo ηγoύμεvo τoν Γρηγόριo Κovτoγιάvvη. Στηv κεvτρική πλατεία τoυ χωριoύ, τo 1630 έχτισαv τηv πρώτη τoυς εκκλησία. Στo χώρo αυτό σήμερα βρίσκεται o μητρoπoλιτικός Ναός πoυ είvαι αφιερωμέvoς στη Μεταμόρφωση τoυ Σωτήρoς και o oπoίoς σύμφωvα με τηv παράδoση, χτίστηκε μέσα σε 40 ημέρες τo 1810. Εχει ωραίo τoιχoγραφικό διάκoσμo, θαυμάσιo ξυλόγλυπτo τέμπλo και ενδιαφέρουσες δεσποτικές εικόνες. Εδώ βρίσκεται και έvας πoλυέλαιoς από τo σαράι τoυ Χoυρσίτ Πασά, λάφυρo τωv Ζυγoβιστιvώv κατά τηv άλωση της Τρίπoλης, στα 1821.
  Τα σπίτια τoυ χωριoύ είvαι πετρόχτιστα και παραδoσιακά, αν και αρκετά ερειπωμένα. Γραφική είναι η κεντρική πλατεία με την εκκλησία του Σωτήρος. Κόσμημα τoυ χωριoύ είvαι και τo παλιό δημοτικό σχoλείo (1830), το καπoδιστριακό διδακτηριο, πoυ λειτoύργησε μέχρι τo 1957, και τo oπoίo έχει χαρακτηριστεί διατηρητέo μvημείo. Το κτίριο έχει συντηρηθεί και αναπαλαιωθεί και πρόκειται σύντομα να αξιοποιηθεί.
  Στηv είσoδό του χωριού είναι ο μονόκλιτος ναός του Άγίου Νικολάoυ, κτίσμα τoυ 1638, με δίρριχτη κεραμοσκεπή στέγη και σύγχρονα επιχρίσματα. Στο στo κάτω μέρoς τoυ είναι τo εκκλησάκι τoυ Αγίου Iωάvvη του Προδρόμου, μονόκλιτη βασιλική με ημιεξαγωνική κόγχη στο ιερό, κτίσμα τoυ 1643. Και οι δύo εκκλησίες σώζουν έvα μεγάλo μέρoς από τo θαυμάσιo αρχικό τoιχoγραφικό τoυς διάκoσμo. Στov περίγυρo τoυ χωριoύ, βρίσκονται τα εκκλησάκια τωv Αγίων Απoστόλωv, κτίσμα τoυ 1811, με ξυλόγλυπτo τέμπλo και εvδιαφέρoυσες δεσπoτικές εικόvες, τoυ Προφήτη Ηλία, κτίσμα του 1906, της Αγίας Βαρβάρας, της Παvαγίτσας πoυ χτίστηκε στα 1990 στη θέση όπoυ παλαιότερα υπήρχε o vαός της Κoίμησης της Θεoτόκoυ, τoυ Αγίου Αθαvασίoυ 1911, και τoυ Αγίου Γεωργίoυ, κτίσμα πιθαvόv τoυ 1897. 700 μ. πριν το χωριό βρίσκεται ο ναός των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, μετόχι της μονής Αιμυαλών. Είναι κτίσμα του 1811, με ωραίες δεσποτικές εικόνες και αξιόλογο ξυλόγλυπτο τέμπλο, έργο τεχνιτών από το Βαλτεσινίκο.
  Το Ζυγοβίστι διεδραμάτισε σημαντικό ρόλο στov αγώvα του 21. Οι Ζυγoβιστιανoί ήταv από τoυς πρώτoυς πoυ έτρεξαv κovτά στov Κoλoκoτρώvη και έδειξαv μεγάλη γεvvαιότητα στις μάχες. Ετσι αυτός ίδιος τoυς ξεχώρισε για σωματoφύλακές τoυ και τoυς ovόμασε "Αθάvατo Σώμα". Σε αvάμvηση τωv αγώvωv και της θυσίας τoυς, oι vεότερoι Ζυγoβιστιvoί ovόμασαv τηv πλατεία τoυ χωριoύ "Πλατεία Αθαvάτωv". Το καλοκαίρι του 2001 ο Σύλλογος του χωριού με δωρεές όλων των Ζυγοβιστινών έστησε στην είσοδο του χωριού μαρμάρινο μνημείο (σε μορφή ανοιχτού βιβλίου), πάνω στο οποίο αναγράφονται τα ονόματα όλων των αγωνιστών.
  Οι ασχολίες των κατοίκων μέχρι και σήμερα είvαι η γεωργία, εμπόριο λαδιoύ, κτηνοτροφία, και oικoδομικές εργασίες. Κατά την απογραφή του 2001 απογράφηκαν στο χωριό 140 άτομα. Οι κάτοικοι διακρίνονται για τη φιλοξενία τους αλλά και για την ξεχωριστή αγάπη για τo χωριό τoυς, που εκδηλώνεται με προσφορές και δωρεές για τον εξωραϊσμό τoυ. Γι' αυτό και τo Ζυγoβίστι είvαι έvα φροντισμένο και όμορφo χωριό. Στην πλατεία του λειτουργούν καφενεία και ταβέρνες με καλό φαγητό.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΗΡΑΙΑ (Δήμος) ΑΡΚΑΔΙΑ
  Στη δυτική Γορτυνία, με τον Αλφειό να τον χωρίζει από τον Ν. Ηλείας, απλώνεται ο Δήμος Ηραίας.
  Το πεδινό τμήμα της Κάτω Ηραίας, μοιάζει πολύχρωμο χαλί με σπάνια σχέδια, όταν το αντικρίζεις κατηφορίζοντας τον ελικοειδή δρόμο από τη Ζάτουνα.
  Η Ανω Ηραία είναι ημιορεινή, στολισμένη με πετρόχτιστους παραδοσιακούς οικισμούς. Είκοσι επτά χωριά και οικισμοί συνθέτουν το Δήμο Ηραίας που πήρε την ονομασία του από την Αρχαία Πόλη Ηραία, κτισμένη τότε στη δεξιά πλευρά του Αλφειού Ποταμού, εδώ που σήμερα βρίσκεται το χωριό "Αη Γιάννης". Το όνομά της αποδίδεται στη θεά Ηρα, παραστάσεις της οποίας εικονίζονται σε νομίσματα της αρχαίας Ηραίας του 6ου π.Χ. Αιώνα. Τα Δημοτικά Διαμερίσματα του Δήμου είναι ο Αγιος Ιωάννης, η Αράχοβα, τα Κακουραίικα, η Κοκκινοράχη, ο Κοκκοράς, η Λιοδώρα, τα Λουτρά Ηραίας, του Λυκουρέση, η Λυσσαρέα, τα Οχθια, το Παλούμπα, ο Πυρρής, του Ράφτη, το Σαρακίνι Ηραίας, του Σέρβου, το Χρυσοχώρι και το Ψάρι.
  Η πρόσβαση στο Δήμο μπορεί να γίνει από διάφορες οδούς. Για όσους έρχονται από Τρίπολη η είσοδος γίνεται είτε από Δημητσάνα, είτε από Καρκαλού - γέφυρα Σερά - Σέρβου. Επίσης μπορεί να γίνει και από Λαγκάδια - Σταυροδρόμι - Κοκκινοράχη. Για όσους έρχονται από Πύργο η είσοδος γίνεται από Κοκλαμά - Γέφυρα Λάδωνα - Λιοδώρα - Λουτρά. Επίσης υπάρχει και η νότια είσοδος μέσω της γέφυρας του Αλφειού στο χωριό Σέκουλα, για όσους ταξιδεύουν από Ανδρίτσαινα.
  Μικρά και μεγάλα, όλα τα χωριά του Δήμου Ηραίας, συνδυάζουν την "άγρια" ομορφιά της ορεινής τους καταγωγής με την καμπίσια κελαρυστή από τα νερά τους μελωδία, όλα άρρηκτα "δεμένα" με μια πλούσια βλάστηση, που δεσπόζει στους βράχους, στις πλαγιές, στα επιβλητικά φαράγγια, στις κοιλάδες και στα πλούσια σε αναφλύζοντα νερά κεφαλάρια τους.
  Τα κτισμένα ορεινά Δημοτικά Διαμερίσματα είναι ιδεώδη για τους λάτρεις του χιονιού, ενώ τα χωριά του κάμπου, με το γλυκό και μαλακό κλίμα τους, μαγεύουν και γοητεύουν τους πεζοπόρους, χειμώνα-καλοκαίρι.
  Τα δροσερά κεφαλάρια ξεδιψούν το επισκέπτη σε κάθε Ηραιάτικο χωριό και τον ξεναγούν στο πλούσιο τοπίο με την πολυσύνθετη και ποικιλόμορφη παρθένα Αρκαδική Φύση. Το καλό κρασί, το ντόπιο τσίπουρο και οι φιλόξενοι κάτοικοι με τις ιστορίες τους είναι μια ευχάριστη έκπληξη για τον επισκέπτη, που πρέπει να γευθεί το ντόπιο βραστό, το τυρί και τον τραχανά. Η τουριστική υποδομή είναι επαρκής στα περισσότερα χωριά αλλά και εκεί που απουσιάζει, υπάρχουν οι 3.044 μόνιμοι κάτοικοι του Δήμου που αιχμαλωτίζουν κάθε επισκέπτη - περιηγητή, με την απαράμιλλη φιλοξενία τους, στην Γορτυνιακή Γη τους, την ΗΡΑΙΑ την ΩΡΑΙΑ.

Το κείμενο παρατίθεται τον Φεβρουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Ηραίας


ΘΑΛΙΑΔΕΣ (Αρχαία πόλη) ΚΟΝΤΟΒΑΖΑΙΝΑ
Με την κώμη Θαλιάδες ταυτίζεται το Παλιόκαστρο της Βάχλιας, στη θέση Αρτη. Στη Βάχλια ο Β. Λεονάρδος, αποκάλυψε ναό, που αποτελείται από απλό σηκό, διαστάσεων 8,70χ5,90 μ.

ΘΕΙΣΟΑ (Αρχαία πόλη) ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ
  Κοντά στο χωριό Καρκαλού, στη θέση Παλαιοκάτουνα, και στο δρόμο για το χωριό Ράδου βρίσκονται διάσπαρτα τα ερείπια της αρχαίας πολίχνης Θεισόας. Αρχαιολογικές ανασκαφές που έγιναν το 1911 αποκάλυψαν υπολείμματα της ακρόπολής της αρχαίας κώμης, λείψανα οχυρωματικού περιβόλου, του αρχαίου ιερού του "Μεγάλου Θεού" (αφιερωμένου μάλλον στον Δία που σχετίζεται άμεσα με τον Λούσιο), δύο άλλων οικοδομημάτων κοντά στο ιερό, όπως επίσης και οικοδομημάτων ρωμαϊκών και ελληνιστικών χρόνων. Επίσης στο χώρο βρέθηκε ένα χάλκινο ειδώλιο του 3ου αι. π.Χ.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΘΕΟΚΤΙΣΤΟ (Χωριό) ΚΛΕΙΤΟΡΑΣ
  Ορεινό χωριό της Γορτυνίας, 8 χιλ. νότια του δρόμου "111", Τρίπολης - Πάτρας, στο ύψος της διασταύρωσης για τα Μαζέικα και Καλάβρυτα. Οι λίγοι μόνιμοι κάτοικοι αχολούνται με την γεωργία και κτηνοτροφία. Ο επαρχιακός δρόμος συνεχίζει για τα χωριά Δρακοβούνι και Κερπινή.

Το κείμενο παρατίθεται τον Φεβρουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΚΑΚΟΥΡΑΙΪΚΑ (Χωριό) ΗΡΑΙΑ
  Κοντά στη γέφυρα του ποταμού Αλφειού, στη νοτιοδυτική πλευρά του βουνού Τζαραχά, (υψόμετρο 430μ.) και στη δεξιά παραποτάμια κοιλάδα του Αλφειού στην Ηραιάτιδα χώρα του δήμου Ηραίας, νομού Αρκαδίας, είναι αραδιασμένα αμφιθεατρικά τα Κακουραίικα (υψόμετρο 280 μ.) πλαισιωμένα από πράσινο και λουσμένα με τα κρουσταλλένια νερά των πλούσιων δροσερών πηγών των, τα ζηλευτά κεφαλάρια που αποτελούν το συμπλήρωμα της διακόσμησης ενός αριστουργηματικού πίνακα. Συνολικά έχει έκταση 12 τετραγωνικά χιλιόμετρα και απέχει 26 χιλιόμετρα από την ιστορική Δημητσάνα.
  Εδώ υπήρχαν οι Αρχαίες Μελαινές, ένας αξιόλογος δήμος από τους εννέα δήμους του κράτους των Ηραιατών. Ο περιηγητής Παυσανίας (176 μ.Χ.) τοποθετεί τις Μελαινές στο δρόμο που πηγαίνει από την Ηραία στη Μεγαλόπολη "Ύδατι καταρρείται". Και ο ποιητής Ριανός (305 π.Χ.) αναφέρει "Γότρυνα Ηραίαν και πολυδρύμους τε Μελαίνας". Οταν πέρασε ο Ιερώνυμος Βογιατζής ανέφερε ότι "λείψανα αρχαιότητος σώζονται εν τη θέση Μπεργαρίζη και Καραντσιά". Στον πευτιγγέρειον πίνακα" (tabula peutingeriana) ονομάζεται Melena και ήταν αξιόλογος σταθμός "επί της αμαξιτής οδού Ολυμπίας Μεγαλουπόλεως" στα ρωμαϊκά χρόνια. Αυτός ο ιστορικός ρωμαϊκός δρόμος υποτιμήθηκε και ακόμη δεν αξιοποιήθηκε καίτοι είναι ιστορικός, αναπτυξιακός, παραγωγικός στην πλούσια παραποτάμια περιοχή της παραμελημένης Ηραίας, που φθίνει γιατί δεν ακούγεται η φωνή της, δε βρίσκει ανταπόκριση.
  Τα Κακουραίικα εμφανίζονται στην Ενετική απογραφή (1668) με 15 οικογένειες και το Κυρίμπασι (Αγριλίδι) με 8 οικογένειες. Στη γαλλική απογραφή του Μαιζώνος (1829) καταγράφεται το τμήμα της Λιοδώρας Κακουραίικα (211 άτομα), Τσιρίμπασι (67) και Κακουραίικα Καλύβια στο Κακούρι Μαντινείας. Στα Κακουραίικα υπάγονταν οι οικισμοί Αργιλίδι, Λαγάφτη, Μπάλα, Κολομπότσι και Καυλοχώρι, που σήμερα κατάντησαν τοπωνύμια. Τα Κακουραίικα είναι "μια παραγωγική περιοχή με 4100 στρέμματα από καλλιεργούμενες εκτάσεις, 3200 στρέμματα από βοσκότοπους, 4000 στρέμματα από δασώδεις εκτάσεις και 7000 στρέμματα από σπίτια, δρόμους, βράχια, νερά κ.ά. Εχει αναπτυγμένη την κτηνοτροφία. Στην κοινότητα υπάρχουν 130 οικοδομές, 170 κτίρια, 110 κατοικίες που στεγάζουν 75 νοικοκυριά (182 κατοίκους). Αυτά γράφει ο Μ. Χουλιαράκης στην εγκυκλοπαίδεια Υδρία (1984). Στην τελευταία απογραφή (2001) καταγράφηκαν 176 κάτοικοι.
  Αξιόλογη είναι η μεγάλη αποθήκη του γεωργικού συνεταιρισμού που σήμερα παραμένει άδεια. Κάποτε, το Δημοτικό Σχολείο ήταν διτάξιο με 150 μαθητές. Σήμερα είναι κλειστό και πρόκειται να γίνει πνευματικό και λαογραφικό κέντρο. Υπάρχει κοινοτικό γραφείο και μνημείο πεσόντων ηρώων. Αγωνιστές του εικοσιένα: οπλαρχηγοί Κατριμουστάκης, Μητρόπουλος, Αθαν. Κοντογόνης, Ηλίας Κατσούλας, Δημ. Κοντός και ο ταξίαρχος Ι. Κοντογόνης, ήρωας της μάχης Σκουλενίου. Μητροπολιτικός ναός της ενορίας είναι ο ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ενώ ο ναός του Αγίου Βασιλείου χαρακτηρίστηκε ιστορικό μνημείο. Υπάρχουν ακόμη τα εξωκλήσια Αγιάνη, Αγίου Γεωργίου, Αγίου Νικολάου, Αγίου Αθανασίου, Αγίου Κων/νου, Μεταμόρφωση του Σωτήρος και η Σπηλιά του Ααγάφτη (Αγίου Αθανασίου Χριστιανουπόλεως). Τον Αύγουστο γίνονται παραδοσιακά πανηγύρια: 6 Αυτ. Της Μεταμορφώσεως, 15 Αυγ. Της Παναγιάς, 17 Αυτ. Στη Σπηλιά του Λαγάφτη κάτω από τα βαθύσκια πλατάνια στα κρυόνερα του Γκολέμη, 29 Αυγούστου στον Αγιάννη στο Κεφαλόβρυσο ενώ 21 Μαΐου του Αγίου Κων/νου στις πηγές του Καρατζά.
  Τα Κακουραίικα "ύδατι καταρρείται" με αξιοθέατα κεφαλάρια Κεφαλόβρυσο Καρατζάς, Μπάλας και Γκολέμης που τροφοδοτούσε με τα νέρα του πέντε νερόμυλους που σήμερα ρημώσανε και οι μύλοι και ο πύργος του Αγά. Αλλάξανε οι καιροί, χάονται οι μνήμες. Σήμερα τα χωριά γίνανε γηροκομεία. Γέροντες χωρίς νιάτα. Ενας όμορφος τόπος με τους τελευταίους απόμαχους μιας εποχής που έφυγε. Στους μπαξέδες ζητούνται κηπουροί. Η μεγαλύτερη ελπίδα του τόπου είναι οι άνθρωποι, οι κάτοικοι για ν' αξιοποιηθεί αυτός ο όμορφος τόπος με τις αστείρευτες δροσερές πηγές και να κρατηθούν οι παραδόσεις μας.

Το κείμενο παρατίθεται τον Φεβρουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Ηραίας


ΚΑΛΛΙΑΝΙ (Χωριό) ΤΡΟΠΑΙΑ
  Το Καλλιάνι είναι ένα ημιοορεινό χωριό χτισμένο πάνω στον οδικό άξονα Πύργου-Τρίπολης και κοντά στα Τρόπαια. Εχει 300 περίπου μονίμους κατοίκους που ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία. Κάτω από το χωριό περνάει το Λαγκαδινό ρέμα με το ιδιαιτέρου κάλλους φαράγγι του ποταμού Τουθόα, παραποτάμου του Λάδωνα. Το ποτάμι πηγάζει κάτω από τα Λαγκάδια και καταλήγει στον Λάδωνα στον κόμβο Ηραίας, στη θέση Τσούκα. Η βατότητα του φαραγγιού σε αρκετά σημεία είναι καλή και προσφέρεται για περιπατητικό τουρισμό.
  Ξεχωρίζει η εκκλησία του χωριού, ο Αγιος Γεώργιος. Γύρω από το χωριό υπάρχουν πολλές πηγές με σημαντικότερη το Κεφαλόβρυσο. Σε μικρή απόσταση, στο λόφο Ποδημασιά έχουν βρεθεί αρχαιολογικά ευρήματα. Κατά τον αγώνα του 21 οι κάτοικοι τάχθηκαν το 1823 με το μέρος της Παλούμπας κατά τη διαμάχη Παλουμπαίων και Δεληγιανναίων, βοηθώντας έτσι στην πιο κρίσιμη καμπή της επανάστασης.
  Προς τη κατεύθυνση των Λαγκαδίων υπάρχει διασταύρωση αριστερά για το χωριό Δόξα. Το επόμενο χωριό είναι το Σταυροδρόμι, όπου και η διασταύρωση για Τρόπαια. Προς την κατεύθυνση του Πύργου είναι ο οικισμός Τουμπίτσι και η σύγχρονη γέφυρα του Λάδωνα.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΚΑΛΟΝΕΡΙ (Οικισμός) ΛΑΓΚΑΔΙΑ
  Μικρό χωριό της Γορτυνίας, μεταξύ Καρκαλούς και Λαγκαδίων. Λίγο μετά το χωριό και αριστερά τού δρόμου Τρίπολης-Πύργου βρίσκονται οι πηγές του ποταμού Λούσιου σε δύο τοποθεσίες. Η πρώτη είναι δίπλα από μια μικρή παράκαμψη του δρόμου, στο γεφύρι, ενώ η δεύτερη είναι στο εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΚΑΛΥΒΑΚΙΑ (Οικισμός) ΓΟΡΤΥΣ
Οικισμός της Καρύταινας. Σε μικρή απόσταση βρίσκεται η περιοχή "Βιδώνη" όπου ο άρχοντας Σιμόν ντε Βιδουάν είχε τον Πύργο του την εποχή της Φραγκοκρατίας.

ΚΑΜΕΝΙΤΣΑ (Χωριό) ΒΥΤΙΝΑ
  Ομορφο χωριό της Γορτυνίας, σε απόσταση 3 χιλ. από τη διασταύρωση του οδικού άξονα δρόμου Τρίπολης - Πατρών (111) με το δρόμο Τρίπολης - Βυτίνας. Βρίσκεται κάτω ακριβώς από τον ορεινό όγκο του Μαινάλου σε καταπράσινο φυσικό περιβάλλον. Εχει περίπου 100 μονίμους κατοίκους. Πάνω από το χωριό είναι το ύψωμα με το εκκλησάκι της Ανάληψης, ενώ στο κέντρο του η κεντρική πλατεία με καφενεδάκια και την όμορφη μητροπολιτική εκκλησία. Κοντά στο χωριό, πάνω από τον επαρχιακό δρόμο, έχει βρεθεί νεολιθικός οικισμός στον λόφο Σακοβούνι, καθώς και νεολιθικό σπήλαιο. Κάτω από το χωριό κυλά ο ποταμός Μυλάωνας που κατεβαίνει από την περιοχή της Νυμφασίας. Ο επαρχιακός δρόμος συνεχίζει προς τα χωριά Καρβούνι, Πράσινο, και Δρακοβούνι, ενώ παράκαμψη αμέσως μετά το χωριό οδηγεί στο χωριό Δάρα (8χιλ.).

Το κείμενο παρατίθεται τον Φεβρουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΚΑΟΣ (Αρχαία πόλη) ΚΟΝΤΟΒΑΖΑΙΝΑ
Κοντά στο σημερινό χωριό Βούτσι, έχουν εντοπιστεί αρχαία θεμέλια και τάφοι, καθώς και λείψανα οικοδομημάτων. Ορισμένοι μελετητές πιστεύουν ότι μπορεί να ανήκουν στην κώμη Καούς και στο Ιερό του Ασκληπιού, που υπήρχε εκεί.

ΚΑΡΒΟΥΝΑΡΗΣ (Οικισμός) ΓΟΡΤΥΣ
Χτισμένο στη δεξιά όχθη του Αλφειού. Στη περιοχή του οικισμού υπάρχει το γραφικότατο εκκλησάκι της Παναγιάς ( Καρβουναρέικη Παναγιά), μέσα σε ένα όμορφο φυσικό τοπίο. Εορτάζει στις 23 Αυγούστου.

ΚΑΡΔΑΡΙΤΣΙ (Χωριό) ΚΟΝΤΟΒΑΖΑΙΝΑ
  Μικρό ορεινό χωριό κοντά στην Κοντοβάζαινα και στο Βελημάχι. Στο χωριό μπορεί κανείς να φτάσει είτε από διακλάδωση του οδικού άξονα 111 στα Τριπόταμα της Αχαϊας, μέσω Παραλογγών, είτε από τη Κοντοβάζαινα μετά από μια υπέροχη διαδρομή. Εχει 50 περίπου μονίμους κατοίκους που ασχολούνται με τη γεωργία και κτηνοτροφία.
  Το Καρδαρίτσι είναι χτισμένο αμφιθεατρικά στις νοτιοδυτικές πλαγιές τού Αφροδισίου όρους σε καταπράσινο περιβάλλον και με πανοραμική θέα στη γύρω περιοχή. Περιτριγυρίζεται από τις κορυφές του Αγίου Γεωργίου, της Αγίας Παρασκευής και του Aγίου Κωνσταντίνου. Στο χωριό υπάρχει ξενώνας και αίθουσα αναψυχής, δωρεά του ευεργέτη Γ. Αγγελόπουλου (εκπαιδευτικού). Δίπλα στο κοινοτικό κατάστημα βρίσκεται ένας όμορφος ανδριάντας του Κολοκοτρώνη.
  Το χωριό συνδέεται οδικά με το Βυδιάκι και την Κοντοβάζαινα. και στο Βελημάχι. Στο χωριό μπορεί κανείς να φτάσει είτε από διακλάδωση του οδικού άξονα 111 στα Τριπόταμα της Αχαϊας, μέσω Παραλογγών, είτε από τη Κοντοβάζαινα μετά από μια υπέροχη διαδρομή. Εχει 50 περίπου μονίμους κατοίκους που ασχολούνται με τη γεωργία και κτηνοτροφία. Το Καρδαρίτσι είναι χτισμένο αμφιθεατρικά στις νοτιοδυτικές πλαγιές του Αφροδισίου όρους σε καταπράσινο περιβάλλον και με πανοραμική θέα στη γύρω περιοχή. Περιτριγυρίζεται από τις κορυφές του Αγίου Γεωργίου, της Αγίας Παρασκευής και του Aγίου Κωνσταντίνου. Στο χωριό υπάρχει ξενώνας και αίθουσα αναψυχής, δωρεά του ευεργέτη Γ. Αγγελόπουλου (εκπαιδευτικού). Δίπλα στο κοινοτικό κατάστημα βρίσκεται ένας όμορφος ανδριάντας του Κολοκοτρώνη. Το χωριό συνδέεται οδικά με το Βυδιάκι και την Κοντοβάζαινα.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΚΑΡΚΑΛΟΥ (Χωριό) ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ
  Μικρό χωριό της Γορτυνίας, πάνω στον οδικό άξονα Τρίπολης-Πύργου, μεταξύ Βυτίνας και Λαγκαδίων. Ο οικισμός είναι κτισμένος στο ομώνυμο μικρό πανέμορφο οροπέδιο τριγυρισμένο από τα πυκνά ελατοδάση του Μαινάλου. Αποτελείται από αραιοχτισμένες κατοικίες στη πλειοψηφία τους σύγχρονες. Δίπλα από το χωριό περνά ο ποταμός Λούσιος, οι πηγές του οποίου βρίσκονται σε μικρή απόσταση από το χωριό, κοντά στο χωριό Καλονέρι.
  Από το χωριό μια οδική διακλάδωση οδηγεί στη Δημητσάνα και τη Στεμνίτσα, ενώ μια άλλη στο χωριό Ράδου, στις πλαγιές του Μαινάλου. Δίπλα στο δρόμο για του Ράδου και κοντά στην Καρκαλού σώζονται τα λείψανα της αρχαίας Θεισόας.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΚΑΡΥΤΑΙΝΑ (Χωριό) ΓΟΡΤΥΣ
  Η Καρύταινα είναι ένα από τα πιο γραφικά και ιστορικά χωριά της Αρκαδίας. Απέχει 54 χλμ. από Τρίπολη και 20 χλμ. από Μεγαλόπολη. Είναι μια εντυπωσιακή και επιβλητική πέτρινη πολιτεία και έχει χαρακτηριστεί διατηρητέος οικισμός. Εχει θαυμάσια διώροφα πέτρινα σπίτια, πολλά των μέσων του 19ου αιώνα, παλαιές βυζαντινές εκκλησίες, πλακόστρωτα δρομάκια και καλντερίμια.
  Η Καρύταινα ήκμασε κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας. Το Φράγκικο κάστρο της, στα νότια του χωριού, χτισμένο στην κορυφή απόκρημνου και επιβλητικού βράχου, υπήρξε ένα από τα πιο αξιόλογα φρούρια της Πελοποννήσου, τόσο κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας, όσο και κατά την Τουρκοκρατία και την επανάσταση του 21. Το κάστρο, χτισμένο πάνω στα ερείπια της αρχαίας πόλης Βρένθης και μιας βυζαντινής εκκλησίας, χτίστηκε στα μέσα του 13ου αιώνααπό το Γάλλο ηγεμόνα Γοδεφρείδο ντε Βριγιέρ και χρησίμευσε σαν έδρα του. Αποκαλούνταν μάλιστα "Τολέδο της Ελλάδος". Το 1320 την κατέλαβαν με δωροδοκία οι Παλαιολόγοι, ενώ από τα μέσα του 15ου αιώνα περιήλθε στα χέρια των Τούρκων. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας η Καρύταινα αναδείχθηκε σε σημαντικό εμπορικό κέντρο καπνού, μεταξωτών και κρασιού. Συγχρόνως αποτέλεσε και σημαντικό διοικητικό κέντρο. Κατά την επανάσταση του 21 διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην περιοχή. Από τις αρχές της μάλιστα, στο κάστρο της εγκαταστάθηκε ο Θ. Κολοκοτρώνης, ο οποίος το οχύρωσε, έχτισε σπίτι και εκκλησία μέσα σε αυτό και το χρησιμοποίησε σαν ορμητήριό του. Αργότερα, κατά την κάθοδο του στην Πελοπόννησο, το πολιόρκησε ο Ιμπραήμ Πασάς, χωρίς όμως επιτυχία. Από το 1830, η Δημητσάνα πήρε τη θέση της Καρύταινας σαν διοικητικό κέντρο της περιοχής της περιοχής,οπότε η Καρύταινα και το κάστρο της έπεσαν σε μαρασμό.
  Μισογκρεμισμένο σήμερα, το κάστρο της Καρύταινας συνεχίζει να διατηρεί τη παλιά του γοητεία. Το εξωτερικό μέρος του διατηρείται σήμερα σε αρκετά καλή κατάσταση, σε αντίθεση με το εσωτερικό του που είναι ερειπωμένο. Στο κάστρο φθάνει κανείς ακολουθώντας ένα συντηρημένο μονοπάτι, κοντά στην πλατεία του χωριού. Από τα τείχη του μπορεί κανείς να απολαύσει μια υπέροχη θέα προς την πεδιάδα της Μεγαλόπολης και τη γύρω περιοχή.
  Ενδιαφέρον δείγμα των σπιτιών του βυζαντινού οικισμού της Καρίταινας αποτελεί η ερειπωμένη διώροφη πυργόσχημη κατοικία των μέσων του 15ου αιώνα, στο λόφο πάνω από το χωριό, με αξιοσημείωτο κεραμοπλαστικό διάκοσμο στη βόρεια όψη της.
  Από τις εκκλησιές του χωριού σημαντικότερη είναι η Ζωοδόχος Πηγή, στην κεντρική πλατεία, που χτίστηκε τον 16ο αιώνα σε αντικατάσταση παλαιότερης του 14ου. Το τριώροφο κωδωνοστάσιο, με κεραμοπλαστικό και έκδηλα στοιχεία φράγκικης επίδρασης, είναι αυτό του αρχικού ναού και χρονολογείται στο δεύτερο μισό του 14ου αιώνα. Θεωρείται μάλιστα ένα από τα σημαντικότερα της Ελλάδας. Σημαντική είναι επίσης η εκκλησία του Αγίου Νικολάου, του 17ου αιώνα, στο ΒΔ άκρο της κωμόπολης και κάτω από τη Ζωοδόχο Πηγή. Πρόκειται για τρίκλιτη βασιλική με τρούλο που ανήκει στο σύνθετο τετρακιόνο τύπο. Το υπέρθυρο του νότιου παραθύρου φέρει εγχάρακτη επιγραφή με χρονολογία 1831. Στο εσωτερικό της σώζεται μεγάλο μέρος από τις ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες τοιχογραφίες. Στη νότια πλευρά του λόφου, στην κορυφή, βρίσκεται η Παναγιά στο Κάστρο ή "εκκλησιά του Κολοκοτρώνη" με αξιόλογα μαρμάρινα κιονόκρανα, διακοσμιμένα σύμφωνα με τη βυζαντινή παράδοση. Στην είσοδο του χωριού, υπάρχει θολωτή κρήνη με δίρριχτη στέγη και επιγραφή με τη χρονολογία 1922. Εξω από το χωριό, 200μ. βόρεια, αριστερά κάτω από το δρόμο, βρίσκεται θολωτή πετρόχτιστη κρήνη.
  Κοντά στο χωριό περνά ο ποταμός Αλφειός. Εκεί, στη διασταύρωση του δρόμου από τη Μεγαλόπολη και κάτω από τη σύγχρονη γέφυρα, υπάρχει μια υπέροχη μνημειακή κατασκευή, ένα παλιό πεντάτοξο γεφύρι μήκους 50μ. που παρουσιάζει φράγκικα στοιχεία, και δίπλα του μια δίκοχη μικρή βυζαντινή εκκλησία, στη δυτική πλευρά του, αφιερωμένη στο Γενέσιο της Θεοτόκου. Το γεφύρι βρίσκεται στο δρόμο που συνέδεε το κάστρο της Καρύταινας με τη Μεσσηνία κατά το μεσαίωνα. Χτίστηκε από τους Φράγκους τον 13ο αιώνα και ανακαινίστηκε στα 1439-1440 με δαπάνη του Μανουήλ Ραούλ Μελίκη, όπως μας πληροφορεί η εντοιχισμένη κτιτορική επιγραφή. Σύγχρονο με την ανακαίνιση του γεφυριού πρέπει να είναι και το εκκλησάκι.
  Η Καρύταινα περιτριγυρίζεται από παρθένα φύση και άγρια ζωή. Κεντρική θέση κατέχει το εντυπωσιακό φαράγγι που δημιουργεί ο ποταμός Αλφειός, καθώς και ο ποταμός Λούσιος που συμβάλλει σ' αυτόν κοντά στο χωριό. Κάτω από τον οικισμό διακρίνονται στριμωγμένες πολλές πεζούλες με ελιές, τελευταία δείγματα καλλιεργειών που σε άλλες εποχές απλωνόταν σε μεγάλη έκταση γύρω από αυτόν. Τώρα, τα πιο παλιά χωράφια πολιορκούνται ήδη στενά από πυκνή βλάστηση από πουρνάρια, σφεντάμια, φυλίκια, γαύρους και κουτσουπιές. Χαρακτηριστική νότα στην περιοχή προσδίδει ένα εντυπωσιακό είδος πουλιών, οι βραχοτσομπανάκοι, μικρά πουλιά που είναι στενά συνδεδεμένα με τα βράχια. Το δυνατό κελαρυστό τραγούδι τους, ακούγεται παντού, μέσα από τα δρομάκια, από το κάστρο, από τις παλιές εκκλησιές και τα καλντερίμια.
  Στην περιοχή της Καρίταινας λειτουργούσαν παλαιότερα δεκατέσσερις υδρόμυλοι και μια νεροτριβή. Από τις εγκαταστάσεις αυτές σώζονται, ένας τετράφθαλμος μύλος , πάνω από τη γέφυρα, ένας πολύ παλιός (κάτω από τη γέφυρα), ίσως ο παλιότερος της περιοχής αλλά με πρόσφατες μετασκευές, και απέναντί του τα ερείπια ενός άλλου.
  Kοντά στην Καρύταινα ενώνεται ο Αλφειός με το Λούσιο. Κοντά στο σημείο αυτό και στις όχθες του Λούσιου, λειτουργούν από εταιρίες εναλλακτικού τουρισμού εγκαταστάσεις για rafting και καγιάκ που συγκεντρώνουν πολλούς λάτρεις του σπορ. Η διαδρομή για το rafting, ξεκινά από τη γέφυρα Ατσιχόλου Καρύταινας (Λούσιος) και αφού διασχίσει το καταπράσινο φαράγγι, καταλήγει στο γεφύρι του Κούκου στον Αλφειό (7χλμ.). Μια δεύτερη διαδρομή, ξεκινά από την ίδια γέφυρα και καταλήγει στο Μάτεση της Ηλείας (14 χλμ.).
  Ο δρόμος από την Μεγαλόπολη οδηγεί στην Ανδρίτσαινα και από εκεί στο αρχαίο ιερό του Επικούρειου Απόλλωνα. Κοντά στην Καρύταινα υπάρχει διακλάδωση για το Ελληνικό, τη Στεμνίτσα, την Αρχαία Γόρτυνα και το φαράγγι του Λούσιου. Τέλος ένας άλλος δρόμος οδηγεί βόρεια προς το Λούσιο, τη μονή Καλαμίου, την Αρχαία Γόρτυνα και τα χωριά Ατσίχολο και Βλαχορράφτη.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΚΑΣΤΡΑΚΙ (Χωριό) ΤΡΟΠΑΙΑ
  Μικρό χωριό της Γορτυνίας και του Δήμου Τροπαίων, μετά το Καλλιάνι. Βρίσκεται στο λαγκαδινό ρέμα κοντά στη συμβολή του με τον ποταμό Λάδωνα. Ξεχωρίζει η εκκλησία του χωριού, ο Αγιος Δημήτριος. Βόρεια του χωριού και σε όμορφη τοποθεσία βρίσκεται η πηγή Καλυβίτσα.

ΚΑΤΣΙΜΠΑΛΗΣ (Χωριό) ΓΟΡΤΥΣ
Χτισμένο στα διάμεσα του επαρχιακού δρόμου Μεγαλόπολης-Καρύταινας. Οι κάτοικοί του (μεταξύ αυτών και απόγονοι των Κολοκοτρωναίων) ήρθαν από το Λιμποβίσι. Έχει ενοριακό ναό τον Αγιο Ιωάννη, που εορτάζει στις 7 Ιανουαρίου (Αγιος Ιωάννης ήταν και ο ναός στο Λιμπόβισι).

ΚΑΤΩ ΚΑΛΥΒΙΑ (Οικισμός) ΚΛΕΙΤΟΡΑΣ
  Μικρό χωριό στη πεδιάδα της Μεγαλόπολης. Δίπλα του βρίσκεται μια από τις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής. Το χωριό γκρεμίστηκε στο μεγάλο σεισμό του 1966 και ξανακτίστηκε λίγο πιο πάνω από την αρχική του θέση.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΚΕΡΠΙΝΗ (Χωριό) ΚΛΕΙΤΟΡΑΣ
  Στις βόρειες απολήξεις του Μαινάλου και κοντά στη Μυγδαλιά (5 χιλ.) είναι το χωριό Κερπινή. Είναι χτισμένο σε ένα μικρό ύψωμα. Οι λίγοι μόνιμοι κάτοικοι ασχολούνται με την γεωργία και κτηνοτροφία. Ο επαρχιακός δρόμος από τη Μυγδαλιά οδηγεί στο Δρακοβούνι.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΚΟΚΚΙΝΟΡΑΧΗ (Οικισμός) ΗΡΑΙΑ
  Από τη Λυσσαρέα ένας δρόμος οδηγεί στην Κοκκινοράχη, μικρό χωριό χτισμένο σε βουνοπλαγιά. Είναι από τα μικρότερα χωριά του Δήμου. Ο δρόμος στη συνέχεια κατευθύνεται προς την Αετοράχη.

ΚΟΚΚΟΡΑΣ (Χωριό) ΗΡΑΙΑ
  Μικρό ορεινό χωριό του δήμου Ηραίας κοντά στον ποταμό Αλφειό και το χωριό Κακουραίικα. Είναι χτισμένο σε καταπράσινο περιβάλλον. Οι λιγοστοί κάτοικοι ασχολούνται με τη γεωργία. Η οδική πρόσβαση στο χωριό γίνεται από τη Δημητσάνα μέσω Ράφτη, από την Καρύταινα και από την Ηλεία μέσω του μεγάλου γεφυριού κοντά στο χωριό Δάφνη.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΚΟΝΤΟΒΑΖΑΙΝΑ (Χωριό) ΑΡΚΑΔΙΑ
  Η Κοντοβάζαινα είναι ένα ορεινό γραφικό κεφαλοχώρι της Γορτυνίας. Απέχει 72 χιλ. από την Τρίπολη με το δρόμο που περνά από τα Λαγκάδια. Συνδέεται επίσης και με το δρόμο "111" στο ύψος του χωριού Νέο Πάος (12 χιλ. μέσω ορεινού δρόμου).
  Η Κοντοβάζαινα είναι έδρα του Δήμου Κοντοβαζαίνης της Αρκαδίας και έχει 400 περίπου μονίμους κατοίκους. Ο δήμος αυτός βρίσκεται στο βορειοδυτικό άκρο του Νομού Αρκαδίας και είναι ο βορειότερος Δήμος του. Συνορεύει με τους Δήμους Κλείτορος και Τροπαίων από πλευράς Αρκαδίας και με τους Νομούς Αχαϊας και Ηλείας. Ο Δήμος προήλθε από την συνένωση των πρώην Κοινοτήτων Βάχλιας, Βελημαχίου, Βούτση, Βιδιακίου, Δήμητρας, Καρδαριτσίου, Μοναστηρακίου, Παραλλογγων, και Κοντοβάζαινας. Η περιοχή του Δήμου είναι κατά κύριο λόγο ορεινή. Ο ορεινός και ο άγονος χαρακτήρας της περιοχής, η δυσκολία των μετακινήσεων και η απομακρυσμένη θέση σε σχέση με τα αστικά κέντρα, οδήγησαν τους κατοίκους να εγκαταλείψουν την πατρική τους γη τα τελευταία χρόνια. Πολλοί από αυτούς έχουν μεταναστεύσει στο εξωτερικό.
  Το χωριό είναι χτισμένο σε μια καταπράσινη ρεματιά στις πλαγιές του όρους Αφροδισίου και έχει θέα προς την κοιλάδα του Λάδωνα. Το τοπίο που το περιβάλλει είναι ειδυλλιακό, καταπράσινο και με πολλά νερά και πηγές. Η Κοντοβάζαινα είναι οργανωμένη σε αρκετούς ξεχωριστούς συνοικισμούς - γειτονιές και έχει χαρακτηρισθεί, όπως και το κοντινό χωριό Παραλλογγοί, σαν παραδοσιακός οικισμός.
  Κοντά στην Κοντοβάζαινα, στο δρόμο για το χωριό Βούτση είναι το εργοστάσιο ηλεκτροπαραγωγής του Λάδωνα. Από την άλλη πλευρά, ένας άλλος δρόμος συνδέει την Κοντοβάζαινα με τα χωριά Δήμητρα και Βάχλια και με το φράγμα του Λάδωνα (15 χιλ).
  Σε απόσταση 4 χιλ. από την Κοντοβάζαινα, στο δρόμο προς το Νέο Πάος και λίγο πιο κάτω από την κορυφή του Αφροδίσιου όρους (τοποθεσία Αγιος Πέτρος) σώζονται τα ερείπια του αρχαίου ιερού της Αφροδίτης Ερυκίνης. Το ιερό αυτό υπήρξε συγχρόνως και ένα σημαντικό μαντείο της περιοχής.
  Ενδιαφέρων είναι ο μητροπολιτικός ναός του Αγίου Νικολάου. Πρόκειται για μονόκλιτη Βασιλική, κτισμένη το 1826. Στην περιοχή σώζονται επίσης κτίσματα έξι νερόμυλων. Η σειρά τους ξεκινάει από τον Αγιο Νικόλαο και φθάνει μέχρι το μοναστήρι της Κλειβωκάς. Τέλος, στην έξοδο του χωριού προς το χωριό Βούτση βρίσκεται η Χλια Βρύση, εξαιρετικής τέχνης πετρόκτιστη κρήνη με κιονίσκους, κιονόκρανα και αετωματική απόληξη. Χτίσθηκε το 1895 και ανακαινίσθηκε το 1927 και 1973.
  Στην περιοχή του δήμου και τα γύρω χωριά θα συναντήσει κανείς και άλλα στοιχεία ιστορικού, αρχαιολογικού και αρχιτεκτονικού ενδιαφέροντος. Κοντά στην Κοντοβάζαινα υπάρχει διασταύρωση για τα χωριά Βελημάχι, Καρδαρίτσι, Παραλογγούς. Αριστερά βρίσκεται το μοναστήρι της Παναγίας της Κλειβωκάς στο ομώνυμο φαράγγι. Συνεχίζοντας ευθεία συναντάμε τους οικισμούς Βούτση, Μοναστηράκι και Βιδιάκι, ενώ σε απόσταση 8 χιλ. - κατεβαίνοντας από το Βούτση - είναι το εργοστάσιο ηλεκτροπαραγωγής του Λάδωνα.

Το κείμενο παρατίθεται τον Φεβρουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΚΟΥΡΟΥΝΙΟΣ (Χωριό) ΓΟΡΤΥΣ
Χτισμένο στην ανατολική πλαγιά του Λυκαίου. Η παλαιότερη εμφάνιση του σημειώνεται το έτος 1302. Σε μικρή απόσταση σώζονται ερείπια, του "Κάστρου του Ψηλού Αγιώργη" που συνδέονται με την εποχή της Φραγκοκρατίας. Δυτικά του χωριού βρίσκονται "τα Στενά του Αγιοθανάση". Εκεί στις 27 και 28 Μαρτίου του 1821 οι Τούρκοι έπαθαν μεγάλη καταστροφή έπειτα από ενέδρα του Θ. Κολοκοτρώνη και άλλων Καπεταναίων. Στη περιοχή μεταξύ Καρύταινας και Κουρουνιού, κοντά στην Αγία Βαρβάρα, υπάρχουν τα ερείπια του οικισμού Ξηροκαρύταινα καθώς και υπολείμματα του "Καμένου Τζαμιού". Τοπίο φυσικής ομορφιάς και με απεριόριστη θέα, είναι το σημείο που βρίσκεται το Εκκλησάκι της "Ψηλής Παναγιάς" πάνω στο ομώνυμο βουναλάκι (έτος κτήσεως το 1870).

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Γόρτυνος


ΚΡΥΟΝΕΡΟ (Οικισμός) ΓΟΡΤΥΣ
Κρυονέρι (Παλαιά Εγκλαίνοβα): Χτισμένο στη βόρεια, πλευρά του βουνού Καλογριά. Αναφέρεται στους πίνακες των απογραφών των ετών 1698-1700. Επίσης απαντάται σε κώδικες μοναστηριών της περιοχής. Από εδώ περνούσε ο δρόμος Ηραίας-Σπάρτης κατά την αρχαιότητα. Στη σημερινή θέση του το χωρίο μεταφέρθηκε από παλαιότερη τοποθεσία που ήταν χτισμένο. Εκεί υπάρχει πηγή με άφθονο νερό. Ενοριακό ναό έχει τους Αγίους θεοδώρους.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Γόρτυνος


ΚΥΠΑΡΙΣΣΙΑ (Χωριό) ΓΟΡΤΥΣ
Χωριό χτισμένο στην αριστερή πλευρά του ποταμού Αλφειού. Ανατολικά του χωριού, κατά τον Παυσανία, ήταν χτισμένη η αρχαία πόλη Βασιλίς. Την εποχή του Παυσανία σωζόταν μόνο το ιερό της Ελευσίνιας Δήμητρας. Μεγάλη ήταν η προσφορά του χωριού στον "Αγώνα του 1821". Σήμερα γίνονται ανασκαφές και έχουν βρεθεί νομίσματα και ίχνη αρχαίου οικισμού.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Γόρτυνος


ΚΩΤΙΛΙ (Χωριό) ΓΟΡΤΥΣ
  Χτισμένο στις πλαγιές του Λυκαίου όρους σε υψόμετρο 900 περίπου μέτρων. Στο Κοτύλιο υπάγονται και οι οικισμοί Παλάτου και Στρογγυλό.
  Οι Κοτυλιώτες έδωσαν πληροφορίες για τους Τούρκους, οι οποίοι έρχονταν από το φανάρι και έτσι χτυπήθηκαν από τον Κολοκοτρώνη (η ελληνική δύναμη αποτελείτο από Κοτυλιώτες, Μανιάτες, Αρκάδες, Ολύμπιους κ.α.) στα "στενά του Αγιοθανάση", στις 27 Μαρτίου του 1821.
  Το Κοτύλιο χαρακτηρίζεται ως η αετοφωλιά του Δήμου με μεγαλοπρεπή πανοραμική θέα και με αξιόλογη ιστορική παρουσία. Η επέτειος της μάχης, που είναι η πρώτη "εκ παρατάξεως" του Αγώνα, εορτάσθηκε (Απρίλιος 2001) με πανηγυρικό τρόπο και με πρωτοβουλία και οργάνωση του Δήμου Γόρτυνος.
  Ο ενοριακός ναός είναι αφιερωμένος στην Αγία Παρασκευή.
  Μέσα από το χωριό περνά ο δρόμος προς την κορυφή του Λυκαίου όρους, όπου κάθε τέσσερα (4) χρόνια οργανώνονται, όπως και κατά την αρχαιότητα, αθλητικοί και μουσικοί αγώνες. Οι Κοτυλιώτες φημίζονται για το εμπορικό και επιχειρηματικό πνεύμα τους.
  Το Κοτυλιό μέχρι το 1927 ονομαζόταν Δραγουμάνου.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Γόρτυνος


ΚΩΤΙΛΙΟΝ (Βουνό) ΓΟΡΤΥΣ
  Το όρος Κωτίλιο δεσπόζει στην ευρύτερη περιοχή της Φιγαλείας, περιοχή με ιδιαίτερο ιστορικό και αρχαιολογικό ενδιαφέρον καθώς εκεί βρίσκεται ο περίφημος ναός του Επικουρείου Απόλλωνος των Βασσών (κατά ορισμένους μελετητές, έργο του Ικτίνου) αλλά και ένα πλήθος από δημόσια, ιδιωτικά και λατρευτικά κτήρια.
  Μνεία για την τοποθεσία Κωτίλο γίνεται για πρώτη και μοναδική φορά από τον Παυσανία (Αρκαδικά 8,41,10) ο οποίος αναφέρει την ύπαρξη ναού της Αφροδίτης στην κορυφή του όρους Κωτίλιο, με λατρευτικό άγαλμα. Την εποχή που ο Παυσανίας επισκέπτεται την Αρκαδία (174πΧ) ήδη ο ναός δεν έσωζε τη στέγη του.
  Το 1905 παράλληλα με τις αναστηλωτικές και ανασκαφικές εργασία που γίνονται στον Ναό του Απόλλωνος, αρχίζουν οι ανασκαφές στο όρος Κωτίλιο. Η ανασκαφή αυτή έφερε στο φως δύο (2) ναικά οικοδομήματα με πρόδομο και σηκό, με προσανατολισμό από Βορρά προς Νότο (ιδιαιτερότητα που παρατηρείται στα περισσότερα ναικά οικοδομήματα στην Αρκαδία). Το πλήθος των γυναικείων ειδωλίων, τα χάλκινα κάτοπτρα και τα κοσμήματα που βρέθηκαν οδήγησαν τον ανασκαφέα στην απόδοση των ναών σε γυναικείες θεότητες. Ιδιαίτερα σημαντικό εύρημα ήταν αναθηματική επιγραφή δούλων που αναφέρει τον "απόλλωνα Βασσίτα", την "αρτέμιδα Fορθασία" και τον "σινόεντα Πάνα", χωρίς να γίνεται καμία αναφορά στην Αφροδίτη.
  Η οικοδόμηση των δύο ναών χρονολογείται στον 6ο αι.π.Χ από μία ακροκέραμο με ανάγλυφη παράσταση σφιγγός που χρονολογείται σ'αυτή την εποχή. Από άλλα ευρήματα (νομίσματα) αποδεικνύεται ότι οι ναοί υπήρχαν και κατά τον 4ο αι μετά τον συνοικισμό της Μεγαλόπολης αλλά η παρακμή του άρχισε μετά την ανέγερση του ναού του Επικουρίου Απόλλωνα και με την κτίση της Μεγαλόπολης η οποία ως γνωστόν επέφερε μια γενικότερη παρακμή στις αρκαδικές πόλεις.
  Αυτό που αξίζει και εδώ να σημειωθεί είναι ο προσανατολισμός των δύο ναικών οικοδομημάτων. Και εδώ ακολουθεί την Αρκαδική παράδοση που θέλει τα ναικά οικοδομήματα να αναπτύσσονται στον άξονα Βορρά - Νότου (αντί του συνήθους Ανατολή - Δύση) και έχει διχάσει τους ερευνητές στην ερμηνεία του φαινομένου αυτού.
  Ορισμένοι από τους μελετητές πιστεύουν ότι ο προσανατολισμός αυτός επιβάλλεται από τις δύσκολες συνθήκες διαμόρφωσης του εδάφους στην Αρκαδία (κάτι που στην περίπτωση του όρους Κωτίλιο καταδεικνύεται χαρακτηριστικά) ενώ άλλοι αποδίδουν τον προσανατολισμό αυτό στην εκτεταμένη και πανάρχαια λατρεία του Υπερβόρειου Απόλλωνα στην Αρκαδία (του Απόλλωνα που έρχεται από το Βορρά κάθε Ανοιξη). Η δεύτερη αυτή εκδοχή φαντάζει σαφώς ελκυστικότερη και έρχεται να σμίξει με τις φωνές άλλων μελετητών που θέλουν ιδιαιτέρως ανεπτυγμένη και βαθιά τη σχέση των Αρκάδων με τη Μουσική. Υπολείπεται όμως σε χειροπιαστά - αρχαιολογικά επιχειρήματα. Το θέμα αυτό πάντως παραμένει ανοιχτό καθώς η μελέτη της Αρκαδίας συνολικά βρίσκεται ακόμη σε αρκετά πρώιμο στάδιο.

Το κείμενο παρατίθεται τον Φεβρουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Λαγκάδια

ΛΑΓΚΑΔΙΑ (Χωριό) ΛΑΓΚΑΔΙΑ
  Τα Λαγκάδια είναι μια γραφικότατη αρκαδική κωμόπολη, ένα πέτρινο κομψοτέχνημα, με εντυπωσιακά πέτρινα διώροφα και τριώροφα σπίτια χτισμένα αμφιθεατρικά σε απότομη πλαγιά, με τρεχούμενα νερά, σε ένα ορεινό επιβλητικό τοπίο. Είναι η πατρίδα των Δεληγιαννέων αλλά και άλλων οπλαρχηγών και αγωνιστών του 1821. Η οδική πρόσβαση στην κωμόπολη γίνεται από την μία κατεύθυνση από την Τρίπολη (60 χιλ.) και τη Βυτίνα (15 χιλ.), και από την άλλη από την Αρχαία Ολυμπία.
   Συγχρόνως τα Λαγκάδια είναι η πατρίδα προικισμένων μαστόρων και τεχνιτών της πέτρας, των Λαγκαδιανών μαστόρων, που για γενιές άπλωσαν παντού τη φήμη τους, χτίζοντας σπίτια, εκκλησίες, γεφύρια και σχολεία σε ολόκληρη την Αρκαδία, την Πελοπόννησο, αλλά και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Τρανή απόδειξη της ικανότητας και της φήμης τους στην τέχνη της πέτρας αποτελεί η θέα των σπιτιών του χωριού. Η κτίση των Λαγκαδιών πιθανολογείται μεταξύ των 13ου και 16ου αι. και κατά μία εκδοχή, οι πρώτοι κάτοικοι ήταν οι μαστόροι που έχτισαν το κάστρο της Ακοβας, στα χρόνια της Φραγκοκρατίας. Πρώτη αναφορά στα Λαγκάδια γίνεται το 1693 σε σημείωση του κώδικα της Μονής Αιμυαλών .
   Τα Λαγκάδια είναι κτισμένα σε υψόμετρο 900 μ., στις κατάφυτες πλαγιές του ορεινού όγκου του Μαινάλου , πάνω από μια απότομη και βαθιά ρεματιάς (με κλίση 70%), γεμάτης καρυδιές και πλατάνια και με τρεχούμενα νερά. Τα σπίτια, κτισμένα στην πλαγιά αμφιθεατρικά, κοιτάζουν την ρεματιά. Πολλά έχουν από τη μια πλευρά του δρόμου έναν όροφο ενώ από την άλλη τρεις. Η κεντρική πλατεία του χωριού, με τα καφενεία και τα εστιατόρια στέκει ακριβώς στο χείλος της ρεματιάς και είναι γεμάτη από πλατάνια. Από τη ρεματιά αυτή ξεκινά το απόκρημνο φαράγγι (το Λαγκαδιανό ρέμα), όπου κυλά το Λαγκαδιανό ποτάμι, του Τουθόα κατά τον Παυσανία, το οποίο διασχίζει ένα μεγάλο τμήμα της Γορτυνίας και ανάμεσα από δασωμένες πλαγιές καταλήγει στον ποταμό Λάδωνα . Το πάνω μέρος του χωριού, η Πάνω Γειτονιά, είναι μοναδικό σε γραφικότητα και έχει υπέροχη θέα.
   Κατά την αρχαιότητα, από την περιοχή περνούσε η περίφημη οδός Σπάρτης - Μεγαλόπολης - Μεθυδρίου - Τεύθιδος - Ηραίας - Ολυμπίας , μέσω της οποίας οι κάτοικοι της Πελοποννήσου πήγαιναν στην Ολυμπία για να παρακολουθήσουν τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
   Τα Λαγκάδια πρωτοστάτησαν στον απελευθερωτικό αγώνα του Μοριά κατά των Τούρκων. Η ιστορία του τόπου συνδέθηκε κατά την Τουρκοκρατία με την οικογένεια των Δεληγιανναίων, μιας από τις πλουσιότερες και ισχυρότερες οικογένειες που πρωτοστάτησε τόσο στην προετοιμασία όσο και στη διεξαγωγή του Αγώνα. Η οικογένεια αυτή αναδείκνυε επί πολλά χρόνια έναν από τους δυο μοραγιάννηδες (αρχηγούς των προεστών) που έδρευαν στην Τρίπολη. Ο μοραγιάννης Ιωάννης Δεληγιάννης δολοφονήθηκε άγρια από τους Τούρκους, το 1816, μέσα στο σπίτι του στα Λαγκάδια, ενώ το 1821 πέθανε και ο γιος του Θεοδωράκης από τα βασανιστήρια της φυλακής, λίγο μετά την άλωση της Τριπολιτσάς. Η ίδια οικογένεια έδωσε πολλούς αξιόλογους άνδρες, όπως τον πολέμαρχο Κανέλλο Δεληγιάννη, αργότερα πρόεδρο της βουλής. Στο Ελληνικό κράτος, τα Λαγκάδια έδωσαν δυο πρωθυπουργούς, τον Θεόδωρο Π. Δεληγιάννη που δολοφονήθηκε έξω από τη Βουλή το 1905, και τον υπηρεσιακό πρωθυπουργό Νικόλαο Π. Δεληγιάννη, που διενήργησε τις βουλευτικές εκλογές του 1895. Πρωταγωνιστικό ρόλο στον απελευθερωτικό αγώνα έπαιξαν επίσης ο Ιωάννης Θεοφιλόπουλος, ή Καραβογιάννης, ή Τσακαλογιάννης, στενός συνεργάτης των πυρπολητών Παπανικολή και Κανάρη, ο Θανάσης Κίντζιος (μάχη της Γράνας, 1821), ο ήρωας των Τρικόρφων Παπασταθούλης, και πολλοί άλλοι. Στην πλατεία των Ηρώων, στο κέντρο του χωριού η στήλη των πεσόντων μνημονεύει τη μεγάλη συμμετοχή των Λαγκαδιανών στους εθνικούς αγώνες.
   Το 1833 έγιναν έδρα του δήμου Τεύθιδος και μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα γνώρισαν αξιόλογη εμπορική και πνευματική άνθηση. Στην κωμόπολη λειτουργούσε μάλιστα αλληλοδιδακτικό και ελληνικό σχολείο. Η τοπική οικονομία βασιζόταν στη γεωργία και την κτηνοτροφία και στα έσοδα από τις κατασκευές της πέτρας. Την περίοδο αυτή τα Λαγκάδια είχαν γύρω στους 6.000 κατοίκους και ήταν η δεύτερη σε πληθυσμό πόλη της Αρκαδίας, μετά την Τρίπολη. Όμως αργότερα, κατά την περίοδο του μεσοπολέμου άρχισε ισχυρό κύμα εσωτερικής μετανάστευσης που ερήμωσε τον τόπο. Σήμερα ο πληθυσμός δεν ξεπερνά τους 800 κατοίκους.
   Τα πιο σημαντικά αξιοθέατα είναι το ιστορικό σπίτι των Δεληγιάννηδων στην πάνω Γειτονιά, με κειμήλια της οικογένειας των προεστών, και οι παλιές εκκλησίες των Αγίων Ταξιαρχών (1805), στην πλατεία των Ηρώων, και των Αγίων Αποστόλων (1854), στην κάτω Γειτονιά. Οι εκκλησίες αυτές χαρακτηρίζονται από τα ιδιότυπα καμπαναριά τους. Η πρώτη είναι η μητρόπολη των Λαγκαδιών και έχει χαρακτηριστικό πελεκητό καμπαναριό δύο επιπέδων. Στην άλλη πλευρά της υπάρχει περίτεχνο πετρόκτιστο κωδονοστάσι με ρολόι, έργο του 1910, ενώ το υπέρθυρο της νότιας εισόδου της διακοσμείται από μαρμάρινη παράσταση του Εσταυρωμένου, γεγονός πρωτοφανές για ορθόδοξη εκκλησία, (η επίδραση από τους καθολικούς ναούς είναι εμφανής). Αξιόλογο είναι ακόμα το επιβλητικό πετρόχτιστο κτίριο του Γυμνασίου (1868). Στο χωριό και ειδικότερα στην πάνω Γειτονιά υπάρχουν αρκετές όμορφες πετρόχτιστες βρύσες. Εκεί βρίσκονται επίσης ο ναός του Τιμίου Προδρόμου (1808), κάτω ακριβώς από το σπίτι των Δεληγιανναίων, ο οποίος κτίστηκε σε 40 μέρες, καθώς τα εκκλησάκια της Παναγιάς του Γούναρη (1862), δίπλα σε πηγή, με μαγευτική θέα προς την Ηλία και το Ιόνιο και της Αγίας Τριάδας, με επιβλητική θέα στην κωμόπολη, τον καταπράσινο λόφο του Αϊ-Λια και τα Γορτυνιακά όρη απέναντι. Από παλιά τα Λαγκάδια φημίζονταν για τα εξαιρετικά υφαντά τους, παράδοση που συνεχίζεται ως τις μέρες μας. Στα καταστήματα μπορεί κανείς να αγοράσει υφαντά καθώς και τοπικά ζυμαρικά, γλυκά και προϊόντα ξυλοτεχνίας.
   Ο δρόμος από τα Λαγκάδια συνεχίζει προς την Ηλεία, περνώντας από την Ολυμπία. Τα Λαγκάδια προσφέρονται για κοντινές και μακρινές εξορμήσεις. Ενδιαφέρουσες κοντινές διαδρομές είναι προς το εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής και το Κρυονέρι , όπου και οι πηγές του Λούσιου και το χωριό Φούσκαρη από το δρόμο προς Ολυμπία παίρνοντας τη διασταύρωση αριστερά που κατεβαίνει στο λαγκαδιανό ρέμα. Αλλες ενδιαφέρουσες διαδρομές είναι δυτικά προς τον Λάδωνα τα Τρόπαια και το Βυζίκι , και ανατολικά προς το φαράγγι του Λούσιου και τη Δημητσάνα .

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιανουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΛΑΣΤΑ (Χωριό) ΒΥΤΙΝΑ
  Η Λάστα είναι ένα μικρό ορεινό χωριό της Γορτυνίας 10 χιλ. περίπου από τα Μαγούλιανα. Η διαδρομή είναι μαγευτική στις παρυφές του Μαινάλου με υπέροχη θέα προς τον υψίπεδο της Βυτίνας και τα γύρω χωριά. Περνά πρώτα από το κάστρο του Αργυρόκαστρου και λίγο πιο μετά από μια ξεχωριστή γεωλογική απόφυση, το βράχο της Σφίγγας, ή του Κολοκοτρώνη, όπως την λένε οι ντόπιοι.
  Το χωριό βρίσκεται ακριβώς από πάνω και ΒΔ από τη Μονή Κερνίτσας, με όμορφη θέα στη γύρω περιοχή και στο Μαίναλο. Είναι σήμερα σχεδόν ερημωμένο, από την μετανάστευση στο εσωτερικό και εξωτερικό. Παλιότερα πολλοί κάτοικοι μετακινήθηκαν στην γύρω περιοχή (Μαγούλιανα), στην Ηλεία και στην Αθήνα.
  Συμπαθητική είναι η πλατεία του χωριού, με την όμορφη πετρόχτιστη εκκλησία του Αγίου Γεωργίου και σκιασμένη από έναν τεράστιο πλάτανο. Δίπλα της ένα μικρό και ζεστό καφενεδάκι, δημιούργημα του συλλόγου των απανταχού Λασταίων, υπογραμμίζει με τη μοναδικότητά του την παραδοσιακή φιλόξενη διάθεση των κατοίκων. Χωρίς διόλου προσωπικό, περιμένει μόνιμα ανοικτό τους διαβάτες που μπορούν ελεύθερα να ξαποστάσουν και να αυτο-σερβιρισθούν, ρίχνοντας στο τέλος τον οβολό τους ...
  O δρόμος από το χωριό αρχίζει να γίνεται τραχύς χωματόδρομος και οδηγεί στο κοντινό χωριό Αγριδάκι.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΛΕΥΚΟΧΩΡΙ (Χωριό) ΛΑΓΚΑΔΙΑ
  Το Λευκοχώρι είναι χωριό της Γορτυνίας και βρίσκεται πάνω στο δρόμο Ολυμπίας-Λαγκαδίων, στη βόρεια πλευρά του Λαγκαδινού ρέματος με το όμορφο φαράγγι Tουθόα. Ανήκει στο Δήμο Λαγκαδίων. Η περιοχή έχει πλούσια βλάστηση και πολλά νερά. Οι κάτοικοι ασχολούνται με τη γεωργία και την κτηνοτροφία.
  1.5 χιλ. μετά το χωριό προς τα Τρόπαια υπάρχει διασταύρωση προς τον οικισμό Φούσκαρη. Εκεί υπάρχουν δύο καλοχτισμένα παλιά μικρά γεφύρια. Επίσης νερόμυλος σε λειτουργία και νεροτριβή.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΛΙΒΑΔΑΚΙ (Χωριό) ΤΡΟΠΑΙΑ
  Μικρό χωριό του δήμου Τροπαίων στα όρια με την Ηλεία και πάνω στο δρόμο Τρίπολης-Πύργου. Kοντά του περνάει ο ποταμός Λάδωνας. Ξεχωρίζει η εκκλησία του χωριού, ο Αγιος Νικόλαος.

ΛΙΘΑΡΟΣ (Οικισμός) ΗΡΑΙΑ
  Μικρό ορεινό χωριό της Ηραίας κοντά στου Παλούμπα (6 χιλ.) στο δρόμο για τα Λουτρά.

ΛΙΟΔΩΡΑ (Χωριό) ΗΡΑΙΑ
  Μικρό χωριό του δήμου Ηραίας, χτισμένο κοντά στις όχθες του ποταμού Λάδωνα σε καταπράσινη και εύφορη τοποθεσία. Βρίσκεται πάνω στον επαρχιακό δρόμο που συνδέει τα Λουτρά Ηραίας με τη γέφυρα του Λάδωνα και κοντά στα χωριά Αγιονέρι και Χρυσοχώρι. Εχει 50 περίπου μονίμους κατοίκους που ασχολούνται με τη γεωργία. Κατά το μεσαίωνα υπήρξε η έδρα της Λιοδώρας, που περιελάμβανε τα περισσότερα χωριά της Ηραίας. Στη Λιοδώρα λειτουργεί ακόμα το ένα από τα δύο Δημοτικά Σχολεία του Δήμου. Επίσης στο χωριό λειτουργεί παραδοσιακό αποστακτήριο, όπου αξίζει να δοκιμάσει κανείς το τσίπουρο.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΛΟΥΤΡΑ (Χωριό) ΗΡΑΙΑ
  Χτισμένα σε καταπράσινο περιβάλλον, τα Λουτρά Ηραίας είναι σήμερα σημαντικό κέντρο ιαματικού τουρισμού. Η πρόσβαση στο χωριό γίνεται από τη Δημητσάνα και από την Ηλεία από τον οδικό άξονα Πύργου-Τρίπολης μέσω της γέφυρας του Λάδωνα στη θέση Χαρατζινού. Το χωριό βρίσκεται 12 χιλιόμετρα Ν.Δ. του Παλούμπα.
  Οι ιαματικές πηγές των Λουτρών είναι θειούχες και με εξαιρετική ποιότητα νερών. Είναι μάλιστα γνωστές για τη θεραπευτική τους αξία από την αρχαιότητα και ειδικότερα κατά τη ρωμαϊκή περίοδο. Στο χωριό υπάρχει σύγχρονο ανακαινισμένο Υδροθεραπευτήριο (τηλ. 27970 25000) το οποίο λειτουργεί με αυτεπιστασία του Δήμου από τις 15 Ιουνίου έως τις 15 Οκτωβρίου. Διαθέτει υποδομή για φιλοξενία εκατοντάδων επισκεπτών και με άριστη ποιότητα υπηρεσιών. Ο ανακαινισμένος χώρος τους διαθέτει 20 υπερπολυτελείς καμπίνες, με 20 μπανιέρες, εκ των οποίων οι τρεις είναι για υδρομασάζ. Τα θειούχα νερά των πηγών θεωρούνται ενδεδειγμένα ιατρικά, με αποδεδειγμένες θεραπευτικές ιδιότητες, για αρθρίτιδες, ρευματισμούς, γυναικολογικά προβλήματα, αυχενικά σύνδρομα, προβλήματα του κυκλοφοριακού και νευρικού συστήματος και ιδιάιτερα για προβλήματα ήπατος και χολής.
  Το χωριό διαθέτει πλήρη κάλυψη σε ενοικιαζόμενα δωμάτια για τις ανάγκες των επισκεπτών κατά τη θερινή περίοδο. Λειτουργούν επίσης εστιατόρια και ταβέρνες, τα περισσότερα όλο το χρόνο (πληροφορίες στα τηλέφωνα του Δήμου 27950-31117, 27950-31114).
  Στην περιοχή βρισκόταν κατά την αρχαιότητα η πόλη Ηραία, μία από τις σημαντικότερες της Αρκαδίας. Οι κατοικοί της λάτρευαν τον θεό Διόνυσο και διατηρούσαν καλές σχέσεις με τους γείτονές τους. Μετά τη διάλυση της Αρκαδικής Ομοσπονδίας (6ος αιώνας π.Χ.), η πόλη συνδέθηκε πολιτικά με τη Σπάρτη. Για τον λόγο αυτόν οι Αρκάδες την πυρπόλησαν το 369 π.Χ. Το 240 π.Χ. η Ηραία έγινε μέλος της Αχαϊκής Συμπολιτείας και έκτοτε περιέπεσε στην αφάνεια.
  Από τα Λουτρά ο επαρχιακός δρόμος κατευθύνεται μέσα από μια όμορφη διαδρομή σε καταπράσινο ημιορεινό φυσικό περιβάλλον προς τον ποταμό Λάδωνα και την Εθνική οδό Τρίπολης - Πύργου, κοντά στα σύνορα των Νομών Αρκαδίας - Ηλείας. Η διαδρομή περνά από τα χωριά Αγιονέρι, Λιοδώρα και Χρυσοχώρι. Ενας δεύτερος δρόμος οδηγεί προς τα χωριά Λώτη και Αγιο Ιωάννη.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΛΥΚΑΙΟΝ (Βουνό) ΑΡΚΑΔΙΑ
  Το όρος Λύκαιο (1.421μ) βρίσκεται στα σύνορα σχεδόν των νομών Αρκαδίας και Μεσσηνίας, κοντά στη Μεγαλόπολη (30 χλμ.) και δεσπόζει με τον όγκο του στη δυτική πλευρά του λεκανοπεδίου της. Αρχίζει από την αριστερή όχθη του Αλφειού ποταμού και φτάνει σχεδόν κοντά στα παράλια του κόλπου της Κυπαρισσίας. Οι ντόπιοι το λένε σήμερα και Διαφόρτι δηλαδή "πέρασμα του Διός". Η ψηλότερη κορυφή του (Προφήτης Ηλίας) - χαρακτηριστικά κωνική όπως στα περισσότερα ελληνικά βουνά - είναι φωτεινότατη, κυριολεκτικά λουσμένη στο φως τις περισσότερες μέρες του χρόνου.
  Παράλληλα, η θέα που προσφέρει στον επισκέπτη είναι μοναδική και τον αποζημιώνει καθώς του χαρίζει την αίσθηση της εξουσίας του μισού Μοριά, με έναν ορίζοντα διαυγή και πανοραμικό: τη γόνιμη λεκάνη του Αλφειού ανατολικά, το όρος Μύνθη, τους ορεινούς όγκους του Μαινάλου και του Ταϋγέτου, την κοιλάδα του Αλφειού μέχρι το Ιόνιο, την Κυλλήνη και τον Ερύμανθο.
  Ο υπέρλαμπρος ήλιος που λούζει την κορυφή του φαίνεται να γέννησε και το όνομα του βουνού κατά την αρχαιότητα. "Λύκαιο" σημαίνει λαμπρό και άφθονο φως και προέρχεται από την πανάρχαια ρίζα "λυκ-" (από όπου προέρχονται οι λέξεις λυκόφως, κ.ά.). Η Ευγενία Δερεχάνη ("ΤΟ ΟΡΟΣ ΛΥΚΑΙΟ ΚΑΙ ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΑΡΚΑΔΕΣ", εκδόσεις ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΝΩ ΚΑΡΥΩΤΩΝ ΑΡΚΑΔΙΑΣ, Αθήνα 1985, σελ.168 ) υποστηρίζει ότι: "η λέξη Λύκαιο παράγεται από τη ρίζα λύκ-λύκη και είναι λέξη καθαρά αρκαδική. Διατηρήθηκε, όπως πολλά άλλα των Αρκάδων, που έμειναν μακριά από επιμειξίες και σοβαρούς επηρεασμούς και πέρασε στους μετέπειτα. Σημαίνει δε φως. Παρόμοια είναι τα σανσκριτιτικά ruk.rok-e (luceo), λατινικά lux, luceo (φωτίζω), luna (luc-na), γοτθ. Liuh-ath (φως), γερμ. Lioht (light), σλαβ. Luc-a, λιθ. Lauk-as. Από την ίδια ρίζα προέρχονται και τα λυκαυγές, λυκόφως, λύχνος, λύγδος, λευκός, λαμπάς, λυκαυγές, Λύκειον κ.ά. Λύκαιο λοιπόν είναι εκείνο που έχει σχάση με το φως, που ανάγεται κατά τρόπο στο φως. Λύκαιο σημαίνει εκείνο που φωτίζει, από το οποίο πηγάζει φως, εκείνο που εκπέμπει φως, το φωτεινό."
  Το Λύκαιο, με την αρχαία πόλη Λυκόσουρα και τις άλλες μικρότερες αρκαδικές κώμες (όπως η Τραπεζούντα και η Βασιλίς) στις γόνιμες πλαγιές του, ήταν το λίκνο των αρχαίων Αρκάδων βασιλέων και του αρκαδικού πολιτισμού από τα προϊστορικά χρόνια. Συγχρόνως όμως υπήρξε σημαντικό θρησκευτικό κέντρο όπου λατρευόταν ο Δίας, ο Απόλλων, ο Πάνας και η Δέσποινα. Με το πλούσιο φως του, τα ποικίλα χρώματά του και το άφθονο πράσινο στις πλαγιές του ήταν το ιερό βουνό των αρχαίων Αρκάδων, οι οποίοι είχαν αναπτύξει για την κορυφή του μια πολύ σημαντική λατρευτική μυθολογία και μια πλούσια πολιτιστική ιστορία. Οι τοπικοί μύθοι, μάλιστα, ήθελαν το Δία να έχει γεννηθεί στη θέση "Κρητέα" του βουνού, και να έχει ανατραφεί από τις τρεις εντόπιες Νύμφες, την Αγνώ, την Νέδα και τη Θεισόα. Ο Παυσανίας αναφέρει:
  "Στ' αριστερά του ιερού της Δεσποίνης βρίσκεται το βουνό Λύκαιον. Μερικοί Αρκάδες το ονομάζουν και Ολυμπο, άλλοι Ιερή Κορυφή. Και λένε ότι ο Ζεύς σ' αυτό το βουνό ανατράφηκε. Υπάρχει κιόλας στο Λύκαιο και μία περιοχή που τη λένε Κρητέα -αυτή η Κρητέα βρίσκεται αριστερά από το άλσος του λεγόμενου Παρρασίου Απόλλωνος- και οι Αρκάδες υποστηρίζουν ότι η Κρήτη, όπου κατά την Κρητική παράδοση ανατράφηκε ο Ζεύς, είναι αυτός ο τόπος και όχι το νησί."

Ο ΒΩΜΟΣ
  Σ' αυτή την κορυφή λατρευόταν ο Λύκαιος Δίας και υπήρχε ο περίφημος βωμός των θυσιών, "το χώμα γης" του Παυσανία, καθώς και το άβατο τέμενος του θεού. Αποτελούσε το μεγάλο υπαίθριο ιερό, το σπουδαιότερο και σεβαστότερο σε όλη την Αρκαδία, γι'αυτό και η κορυφή αυτή λεγόταν και αρκαδικός Ολυμπος. Επιστεύετο μάλιστα πως εδώ η ύλη έχανε τον ίσκιο της και έφεγγε αυτόφωτα, ανατρέποντας έτσι κάθε εξήγηση των φυσικών φαινομένων. Σ' αυτό το βωμό και το τέμενος του Λύκαιου Δία, απαγορευόταν η είσοδος των κοινών θνητών. Ο Παυσανίας περιγράφει τους αρκαδικούς μύθους, τη λατρεία, ιστορικά και πολιτιστικά στοιχεία, όπως και άλλοι αρχαίοι συγγραφείς και όπως αυτά αποκαλύφθηκαν με τις ανασκαφές.
"Το όρος Λύκαιον έχει να επιδείξει και άλλα αξιοθαύμαστα και προπάντων το ακόλουθο. Υπάρχει εκεί ένα τέμενος του Λυκαίου Διός στο οποίο δεν επιτρέπεται να μπή άνθρωπος. Αν κάποιος παραβή τον κανόνα και μπει μέσα, είναι αναπότρεπτο να μη ζήση πάνω από χρόνο. Ελεγαν ακόμα ότι όλα όσα θα τύχαινε να βρεθούν μέσα στο τέμενος, είτε ζώα είτε άνθρωποι, δεν έριχναν σκιά. Και στην Συήνη, δώθε από την Αιθιοπία, συμβαίνει να μη σχηματίζεται σκιά ούτε από δέντρο ούτε από κανένα ζωντανό, όσον καιρό ο ήλιος βρίσκεται στον αστερισμό του Καρκίνου -αλλά στο τέμενος του Λυκαίου το ίδιο γίνεται με τις σκιές, πάντα και σε κάθε εποχή του χρόνου. Στην ψηλότερη κορυφή του βουνού είναι ένας σωρός από χώμα, βωμός του Λυκαίου Διός, από όπου φαίνονται τα περισσότερα μέρη της Πελλοπονήσου -μπροστά στον βωμό ανατολικά, υψώνονται δύο κίονες όπου υπήρχαν άλλοτε επίχρυσοι αετοί. Σ'αυτόν το βωμό θυσιάζουν μυστικά στον Λύκαιο Δία. Να δείξω πολυπραγμοσύνη σε ό,τι αφορά στη θυσία, δεν μου ήταν ευχάριστο, ας τα αφήσουμε λοιπόν εκεί που είναι και κει που ήταν πάντα."
Ο Δ. Ν. ΓΟΥΔΗΣ αναφέρει:
"...περί του Τεμένους τούτου πολλά θαυμαστά. Μόνον ο ιερεύς του Διός εδικαιούτο να εισέρχεται εντός αυτού, ουδείς δε άλλος των ανθρώπων. Εάν όμως των ανθρώπων τις, καταφρονών του νόμου, εισήρχετο, ήτο αδύνατον να επιζήσει πλέον του έτους. Μήπως διότι από της στιγμής εκείνης το πνεύμα αυτών ήρχιζε να αποχωρίζεται του σώματος διά τον επικείμενον θάνατον, τα δε πνεύματα είναι άσκια ή διότι οι Αρκάδες ελιθοβόλουν πάντα εκουσίως εισερχόμενον εις το ιερόν; Ή μήπως διότι το Λύκαιον εκαλείτο Όλυμπος, εν δε τη Ολυμπία κατοικία του υπάτου των θεών απλούται αιώνιος αίθρη ανέφελος και λευκή αίγλη, ως λέγει ο Όμηρος; Ή μήπως ο Ζευς Λύκαιος είναι θεός του φωτός, και εν τόπω όπου ανάσσει ο θεός του φωτός η σκιά δεν δύναται να έχει θέσιν; Αλλ' η λ. Λύκαιος σημαίνει πιθανότατα τον λυκοθεόν, τον θεόν λύκον ή τον θεό ως λύκον..." (ΑΡΚΑΔΙΚΑ. 1988 τόμος Ζ΄. "ΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΘΥΣΙΑΙ ΕΝ ΤΗ ΑΡΧΑΙΑ ΑΡΚΑΔΙΑ" ΔΗΜ. Ν. ΓΟΥΔΗΣ)

ΤΟ ΑΣΥΛΟ
  Κοντά στο ιερό του Διός υπήρχε κατοικία για τον ιερέα, ένα τμήμα της οποίας χρησιμοποιούσαν σαν ξενώνα, αλλά και σαν κατοικία εκείνων που καταδιωγμένοι ζητούσαν άσυλο και προστασία από το θεό. Ενα τέτοιο περιστατικό αναφέρει ο Θουκιδίδης για το βασιλιά της Σπάρτης Πλειστοάνακτα:
"Χρόνω δε προτρέψαι τους Λακεδαιμονίους φεύγοντα αυτόν εις το Λύκαιον δια την εκ της Αττικής ποτέ μετά δώρων δοκούσαν αναχώρησιν και ήμισυ της κατοικίας του ιερού τότε Διός οικούντα φόβω των Λακεδαιμονίων" (Θουκ. Ε΄ 16). "Με το πέρασμα του χρόνου παρακινήθηκαν οι Λακεδαιμόνιοι να τον ανακαλέσουν (τον Πλειστοάνακτα) γιατί είχε καταφύγει στο Λύκαιο, λόγω της υποχωρήσεως κάποτε από την Αττική, που νομίσθηκε ότι έγινε με δωροδοκία, και ενώ κατοικούσε (ο Πλειστοάναξ) στο ήμισυ της οικίας του ιερού του Διός, από φόβο των Λακεδαιμονίων".

Ο ΒΩΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΘΥΣΙΕΣ
Μερικές δεκάδες μέτρα από το ιερό τέμενος... "στην ψηλότερη κορυφή του όρους Λυκαίου υπάρχει ένας σωρός από χώμα, που είναι βωμός του Διός του Λυκαίου και από το μέρος εκείνο είναι ορατά τα περισσότερα μέρη της Πελοποννήσου..." (Παυσ. Η 38, 7). ["Σ' αυτόν το βωμό τελούν μυστικές θυσίες προς τιμήν του Λυκαίου Διός, αλλά δεν μου είναι ευχάριστο να ειπώ λεπτομέρειες σχετικά με αυτές τις θυσίες και ας γίνονται όπως είναι καθιερωμένες από την παράδοση". (Παυσ. Η 38, 7) ]
"Ο βωμός του Λυκαίου είναι της πιο αρχέγονης εποχής και τα ευρήματα εκεί, ιδίως τα αγαλμάτια, που τοποθετήθηκαν πολύ αργότερα από την αρχική του χρησιμοποίηση, αφού από τη βάση ως την κορυφή-επιφάνεια, που βρέθηκαν, το "γης χώμα" είναι ολόκληρος λόφος, ανήκουν στα πρώτα στο είδος, δηλαδή στη γεωμετρική εποχή, κοντά στο 1000 π.χ." (ΤΟ ΟΡΟΣ ΛΥΚΑΙΟΝ ΚΑΙ ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΑΡΚΑΔΕΣ, Ευγενίας Δερεχάνη, Αθήνα 1985)
  Είναι ολοφάνερο ότι εδώ ο Παυσανίας εννοεί τις ανθρωποθυσίες, τις οποίες θεωρεί αποτρόπαιο γεγονός και για τις οποίες δεν επιθυμεί να μιλήσει... Ομως είναι γεγονός ότι "...και στον 4ο προχριστιανικό αιώνα, πάνου στο βουνό της Αρκαδίας Λύκαιον κρατούσε τελετουργική ανθρωποφαγία. Στην πανήγυρη του Λυκαίου Διός Θυσιαζόταν ένα παιδί. Το κρέας ή τα σπλάχνα του ψήνονταν μ' άλλα κρέατα μαζί (γνώριμος μετριασμός της ιερουργικής ανθρωποφαγίας) και τα έτρωγαν. Όποιος τύχαινε να φάει από το κρέας του παιδιού, μεταμορφωνότανε σε λύκο κ' έφευγε στην ερημιά, για να ξαναγίνει άνθρωπος αν μέσα στα εννιά χρόνια που ακολουθούσανε δε δοκίμαζε σα λύκος ανθρώπινο κρέας. Οι ιερουργοί και τα θύματα είναι από ορισμένο γένος, του Λυκάονα, που το όνομά του σχετίζεται με το Λύκαιον και τους λύκους. Εδώ εικάζεται η μυητική τελετή ενός γένους ή θιάσου "Λύκων" ή "Λυκανθρώπων" (το τοτεμικό γένος μετασχηματίζεται σε θίασο όταν επιζεί), με βρεφοφαγική μετάληψη και με "Αναχώρηση" (αποτράβηγμα στην ερημιά) των μυουμένων "Λύκων". Η ιερουργία καθρεφτίζεται στο μύθο του γενάρχη Λυκάονα που θυσίασε βρέφος στο βωμό του Λυκαίου Διός και μεταμορφώθηκε από τον Δία σε λύκο...". (Π. Λεκατσά, ΔΙΟΝΥΣΟΣ). Κατά άλλους τελούνταν ανθρωποθυσίας στην κορυφή του Λύκαιου όρους από βοσκούς μέχρι το δεύτερο μ.Χ. αι...
  Αυτή η κορυφή αγγίζει τον ουρανό και χάνεται πότε στο πηγαίο άπλετο φως του και πότε στην αντάρα του. Το μυστήριο διάχυτο. Τα μυστικά καλά κρυμμένα και τα αιώνια ερωτήματα αναπάντητα. Σε τούτο εδώ το χώρο, χιλιάδες χρόνια τώρα, ο άνθρωπος βρήκε το Θεό. Εδώ μίλησε μαζί του, προσευχήθηκε σ' αυτόν, τον παρακάλεσε, προσπάθησε να εξευμενίσει την οργή του προσφέροντας θυσίες...

Ο ΙΠΠΟΔΡΟΜΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΣΤΑΔΙΟ
Πιο χαμηλά, σε ένα οροπέδιο θεϊκής γαλήνης και ομορφιάς, το "Ελληνικό", ή "Κάτω Κάμπος", υπάρχουν τα ερείπια του ιερού του Πάνα, του ξενώνα, της μεγάλης στοάς, των κρηνών, των δεξαμενών καθώς και του Σταδίου στο οποίο διακρίνονται και σήμερα οι πέτρες της αφετηρίας, και ιππόδρομος του οποίου διακρίνονται τα λίθινα εδώλια. Στο χώρο του σταδίου και στο ιπποδρόμιο γίνονταν οι αθλητικοί, ιπποδρομικοί και μουσικοί αγώνες, τα Λύκαια.
"Εστι δε... και ιππόδρομός τε και προ αυτού στάδιον. Το δε αρχαίον των Λυκαίων ήγον τον αγώνα ενταύθα. Ετσι δε αυτόθι και ανδριάντων βάθρα, ουκ επόντων έτι ανδριάντων. Ελεγείον δε επί των βάθρων ενί Αντυάνακτος φήσιν είναι την εικόνα, τον δε Αντύνακτα είναι γένος των από Αρκάδος." (Παυσ. Η 38, 5) [ "Επάνω στο Λύκαιον είναι κι ένα ιερό του Πανός και γύρω από αυτό ένα άλσος με δέντρα κι ένας ιππόδρομος που έχει μπροστά του ένα στάδιο. Εδώ έκαναν τον παλιό καιρό τους αγώνες των Λυκαίων. Υπάρχουν επίσης σ' αυτό το μέρος βάθρα ανδριάντων, μα χωρίς αγάλματα τώρα πια. Σ' ένα από τα βάθρα, δίστιχο γραμμένο λέει ότι ο ανδριάντας ήταν κάποιου Αντυάνακτος ο δε Αντυάναξ κατάγεται από το γένος του Αρκάδα"].
Η θέση του Λυκαίου όρους και του αρχαιολογικού του χώρου, η ιερότητα της λατρείας του Δία και του Πάνα, όπως και των άλλων θεών της περιοχής, η παλαιότητα της εκδήλωσης των Λυκαίων αγώνων και η ποικιλία των τοπικών παραδόσεων, συμβάλλουν στη θεώρηση του βουνού σαν Αρκαδικού Ολύμπου.
ΟΙ ΧΡΥΣΟΙ ΑΕΤΟΙ
   Οι αρχαίοι Αρκάδες τιμούσαν το θεό τους στον υπαίθριο ναό της κορυφής την οποία θεωρούσαν κέντρο της γης. Είχαν μάλιστα κατασκευάσει εκεί δύο ψηλούς κίονες, λίγες δεκάδες από την είσοδο του ιερού τεμένους, που η σύλληψη και αρχιτεκτονική τους ήταν αριστουργηματική. Πάνω τους υπήρχαν δύο χρυσοί αετοί, που κοιτούσαν συμβολικά ο ένας προς την ανατολή κι ο άλλος προς την δύση.
"...προ του βωμού κίονες δύο ως επί ανίσχοντα εστήκασιν ήλιον, αετοί δ' επ' αυτοίς επίχρισοι τά γε έτη παλαιότερα επεποίηντο..." (Παυσ. Η 38, 7) " [ "Μπροστά στο βωμό προς την ανατολική πλευρά υπάρχουν δύο κίονες πάνω στους οποίους κατά την παλαιά εποχή είχαν τοποθετήσει δύο χρυσούς αετούς.." ]
  Υπήρχε η δοξασία πως αν θα πετούσαν κι έκαναν το γύρο του κόσμου θα συναντιόντουσαν και πάλι στο ίδιο εκείνο σημείο, καθώς πίστευαν πως αυτός ήταν ο ομφαλός της γης. Ο Παυσανίας μάλιστα αναφέρει μια αξιοσημείωτη εικόνα ανάμεσα στην κορυφή του Λύκαιου όρους και στο ναό του Απόλλωνα στις Βάσσες. Την ώρα της ανατολής, καθώς ο ήλιος αγγίζει πρώτα την λύκαια κορυφή, το σχήμα των φτερών των αητών αλληλοφωτιζόμενο πολλαπλασίαζε το καθρέφτισμα του ήλιου, που έφτανε να αντανακλάται ως τις χαμηλότερες πλαγιές, και μάλιστα κτυπούσε πάνω στο μπρούτζινο άγαλμα του Απόλλωνα στο ναό του στις Βάσσες, σε απόσταση ευθείας γραμμής πέντε χιλιόμετρων προς τα δυτικά. Το άγαλμα του Απόλλωνα ήταν τοποθετημένο απέναντι σε τέτοια θέση, έτσι που δέχεται πρώτο την αντανάκλαση του φωτός από τους χρυσούς αετούς, πριν ακόμη το φως του ήλιου φωτίσει όλο την περιοχή, ώστε να σχηματίζεται, γύρω από το κεφάλι του θεού φωτοστέφανο. Οι αρχαίοι κάτοικοι της περιοχής των Βασσών, στο πρώιμο ξημέρωμά τους έκθαμβοι αντίκρυζαν το επάνω μέρος της κεφαλής του μπρούτζινου αγάλματος να φωτίζεται ακτινωτά από το καθρέφτισμα των ηλιακτίδων και το δέχονταν σαν ευνοϊκό μήνυμα επικοινωνίας του Λύκαιου Δία από την κορυφή με το θεό Απόλλωνα στις Βάσσες. Eκείνη την ώρα του λυκόφωτος, το φωτοστέφανο γύρω από το κεφάλι του αγάλματος του Απόλλωνα αποτελούσε για τους αρχαίους κατοίκους της περιοχής δείγμα ότι ο κραταιός Λύκαιος Δίας, ο Φωτεινός Δίας, της κορυφής του Λυκαίου, έστελνε το καθαρό μήνυμά του στον Επίκουρο Απόλλωνα.

Η ΠΗΓΗ ΑΓΝΩ
"...της δε Αγνούς, ή εν τω όρει τω Λυκαίω πηγή κατά τα αυτά ποταμώ Ίστρω πέφυκεν ίσον παρέχεσθαι το ύδωρ εν χειμώνι ομοίως και εν ώρα θέρους". (Παυσ. Η΄ 38,4) ["Από δε την (νύμφη) Αγνώ (ονομάσθηκε) η πηγή στο όρος Λύκαιο η οποία όπως και ο ποταμός Ιστρος βγάζει την ίδια ποσότητα νερού χειμώνα καλοκαίρι."]
  Οταν ο ήλιος γείρει στην Ιερή κορυφή, το ελαφρό δροσερό βοριαδάκι που κουβαλάει μαζί με το μύρο του χόρτου σα θυμίαμα και χιλιάδες πανάρχαιους μυστηριακούς ψίθυρους, σκορπά ρίγη στο σύγχρονο προσκυνητή. Ίσως... αν σταθεί ακίνητος, να δει τον ιερέα του Λυκαίου Δία να κατεβαίνει μουρμουρίζοντας προσευχές από την ιερή κορυφή μετά τη θυσία, να αναταράξει τα νερά της Αγνούς. Ο Δ. Ν. ΓΟΥΔΗΣ αναφέρει:
"προς την πηγήν Αγνώ συνεδέετο επισημοτάτη και παραδοξοτάτη τελετουργική πράξις του ιερέως του Διός Λυκαίου. Οσάκις δηλ. μακρά ξηρασία ηπείλει την εσοδείαν των καρπών και τα δένδρα της χώρας, τότε ο ιερεύς του Διός προσευχηθείς εις το ύδωρ και τελέσας τας θυσίας, όσας ο ιερός νόμος επέβαλλε εις αυτόν, κατεβίβαζεν εις την πηγήν κλάδον δρυός και ανετάρασσε δι' αυτού τα επιπόλαια του ύδατος στρώματα και ω του θαύματος! Μετά την ανακίνησιν του ύδατος ευθύς ανήρχοντο εκείθεν πυκνοί υδρατμοί όμοιοι προς ομίχλην, αύτη μετ' ολίγον μετεσχηματίζετο εις νέφος και τούτο παρασύρον κατ' ολίγον εις εαυτό και άλλα νέφη προεκάλει βροχήν εν Αρκαδία, δροσίζουσαν και ποτίζουσαν την κατάξηρον γην..." (ΑΡΚΑΔΙΚΑ. 1988 τόμος Ζ΄. "ΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΘΥΣΙΑΙ ΕΝ ΤΗ ΑΡΧΑΙΑ ΑΡΚΑΔΙΑ" ΔΗΜ. Ν. ΓΟΥΔΗΣ).
  O πολιτισμός του Λυκαίου και της αρχαίας Παρασσίας χάνεται στους προϊστορικούς χρόνους, όπου ο μύθος συμπλέκεται με την Ιστορία. Σε κάθε περίπτωση όμως το βουνό είναι στενά δεμένο με την ιστορία της Αρκαδίας. Μέσα στο φως του Λυκαίου όρους πολύ πριν τα Ολύμπια και τα Παναθήναια δημιουργήθηκε το "Κοινό των Αρκάδων", και αναπτύχθηκε το "Αρκαδικόν Ιδεώδες". Είναι αυτό που δίνει ένα μήνυμα αισιοδοξίας για την ανθρώπινη ζωή. Ήταν αυτό που ενθουσίασε τον ποιητή Friedrich Schiller, ώστε να ομολογήσει το et ego in Arkadia, και εμψύχωσε τόσο βαθιά τους μακρινούς περιηγητές, ώστε να δώσουν στην Αρκαδία το συνώνυμο του Παραδείσου.

Το κείμενο παρατίθεται τον Φεβρουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΛΥΚΟΥΡΕΣΗ (Χωριό) ΗΡΑΙΑ
  Από το χωριό του Λυκουρέση ξεκινάει και το περίφημο φαράγγι της Γκούρας που καταλήγει στην Κοκκινοράχη, με το ομώνυμο κεφαλάρι όπου αναβλύζει παγωμένο το νερό όλο το χρόνο.
  Το Λυκούρεσι (ή Λυκούρεση) είναι ένα μικρό ορεινό χωριό του δήμου Ηραίας, κοντά στο Σέρβο (5 χιλ.). Απέχει από την Δημητσάνα 20 χιλιόμετρα και από την Αθήνα 200 χιλιόμετρα. Για να φτάσει κάποιος στο χωριό περνάει από την γέφυρα του Λούσιου στην Καρκαλού (4 χιλιόμετρα από Δημητσάνα) και απέχει 16 χιλιόμετρα από εκεί. Εχει λιγότερους από 20 μόνιμους κατοίκους, όλους ηλικιωμένους. Μια συμπαθητική πλατεία, πρόσφατα διαμορφωμένη, βρίσκεται στο κέντρο του χωριού. Δίπλα μια όμορφη βρύση, φτιαγμένη με δαπάνες του τοπικού συλλόγου. Το χωριό είναι χτισμένο στη πλαγιά του λόφου Αετός και σε υψόμετρο 900 μέτρων.
  Το ορεινό της τοποθεσίας σε συνδυασμό με την βλάστηση και την αγριάδα του τόπου, δίνουν στον επισκέπτη μια μοναδική αίσθηση ηρεμίας και γαλήνης. Πηγές της προφορικής παράδοσης εντοπίζουν την ίδρυση του γύρω στο 1780. Οι πρώτοι κάτοικοι ήρθαν να αγοράσουν τα κτήματα τους από τον τσιφλικά Αλευρά στον οποίο άνηκε η έκταση που καταλαμβάνει σήμερα το χωριό. Στην απογραφή του 1829 είχε 11 οικογένειες. Ο πληθυσμός του ακολουθεί μια φυσιολογική ανάπτυξη μέχρι το 1970, οπότε μεγάλος αριθμός αναγκάζεται να το εγκαταλείψει οθούμενος από τις γενικότερες συγκιρίες της εποχής εκείνης. Τα σόγια των Λυκουρεσαίων που υπήρχαν και υπάρχουν στο χωριό, είναι με αλφαβητική σειρά τα εξής: Αποστολόπουλος, Ασημακόπουλος, Δημητρακόπουλος, Κανελλόπουλος, Κομνηνός, Κουμουτσάρης, Λαμπρόπουλος, Ρούτουλας, Σπαγάκος, Τρουπής, Φωτόπουλος.
  Κύριες ασχολίες των κατοίκων ήταν η γεωργία και η κτηνοτροφία. Τα πιο παλιά χρόνια το Λυκούρεση συγκέντρωνε γύρω στα 10.000 πρόβατα. Το χωριό στο σύνολο του έχει παλιά πετρόκτιστα σπίτια. Η εκκλησία του χωριού "Η Ζωοδόχος Πηγή" , η οποία βρίσκεται δίπλα στο σχολείο και την κεντρική πλατεία του χωριού, είναι κτισμένη από το 1855 όπως αναγράφει μια λόγχη της πρόθεσης που είναι αδιάσειστος μάρτυρας του παρελθόντος. Αξιες προσοχής είναι οι εικόνες του τέμπλου της Ζωοδόχου Πηγής, της Παναγίας, των Αρχαγγέλων , οι οποίες χρονολογούνται πρίν το 1900, καθώς επίσης και ένα ασημένιο Ευαγγέλιο του 1887. Εξω από την εκκλησία υπάρχει μια μεγάλη καρυδιά που η ηλικία της ξεπερνά τα 100 χρόνια. Τα ξωκκλήσια του χωριού είναι τα εξής: Η Αγία Παρασκευή, που βρίσκεται μέσα στο νεκροταφείο του χωριού, ο Αγιος Γεώργιος, ο Αγιος Κωνσταντίνος και ο Αγιος Ιωάννης.
  Ο δρόμος από το χωριό οδηγεί στα υπόλοιπα χωριά της Ηραίας, με πρώτο το Ψάρι και στη συνέχεια το Παλούμπα.

Το κείμενο παρατίθεται τον Φεβρουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Ηραίας


ΛΥΣΣΑΡΕΑ (Χωριό) ΗΡΑΙΑ
  Πολύ κοντά στο Σαρακίνι (2 χλμ.), βρίσκεται η Λυσσαρέα με μια ιδιαίτερη γραφική ομορφιά. Από εκεί ο δρόμος οδηγεί στα Οχθια, που απέχουν 7 χιλιόμετρα, σκαρφαλωμένα σε ύψωμα, με υπέροχη θέα και ο άλλος στην Κοκκινοράχη ένα από τα μικρότερα χωριά του Δήμου. Από του Σέρβου ο δρόμος οδηγεί δυτικά στον οικισμό Αράπηδες, ένα όμορφο χωριουδάκι, σκαρφαλωμένο στο βράχο του Αράπη και από κει στην Κοκκινοράχη και τη Λυσσαρέα και ο άλλος δρόμος οδηγεί στου Λυκουρέση και το Ψάρι, δύο γραφικά και όμορφα χωριά, κατάλληλα για ήσυχους περιπάτους.

Το κείμενο παρατίθεται τον Φεβρουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Ηραίας


ΜΑΓΟΥΛΙΑΝΑ (Χωριό) ΒΥΤΙΝΑ
  Τα Μαγούλιανα είναι ένα γραφικότατο χωριό της Γορτυνίας και απέχει 58 χλμ. από την Τρίπολη. Βρίσκεται δυτικά της Βυτίνας (12 χιλ). Χτισμένο σε υψόμετρο 1360 μ. είναι το ψηλότερο χωριό της Πελοποννήσου. Ερημωμένο σήμερα, διατηρεί μόλις 80 μόνιμους κατοίκους το χειμώνα. Οι διαδρομές από τη Βυτίνα προς τα Μαγούλιανα και το Βαλτεσινίκο είναι μια από τις πιο όμορφες της Αρκαδίας.
  Το χωριό απέχει 5 χιλ. από τον δρόμο Βυτίνας - Λαγκαδίων - Πύργου και περιβάλλεται από όμορφο και πυκνό ελατοδάσος. Eίναι χτισμένο στην κορυφή ενός μεγάλου πετάλου και απλώνεται αμφιθεατρικά σε απότομη βουνοπλαγιά. Δίνει έτσι μια θαυμάσια εικόνα που θυμίζει τα Λαγκάδια. Τα πετρόκτιστα σπίτια του, πολλά από τα οποία είναι καλά συντηρημένα, ακολουθούν τη γνωστή γορτυνιακή αρχιτεκτονική παράδοση και δίνουν μια θαυμάσια εικόνα με την αμφιθεατρική τους δόμηση.
  Ψηλά στο φρύδι του χωριού, o δρόμος προχωρά προς το δάσος, για να φθάσει στο Βαλτεσινίκο (7 χλμ.), μετά από μια θαυμάσια διαδρομή. Η περιοχή προσφέρει μαγευτική και πανοραμική θέα προς ολόκληρη σχεδόν την οροσειρά του Μαινάλου και τη Βυτίνα. Το χωριό έχει όμορφες εκκλησίες, πολλά πλατάνια, παλιά γραφικά καφενεία και ταβέρνες με καλό φαγητό. Μέσα στο χωριό υπάρχουν δύο παλιά πετρόχτιστα γεφύρια.
  Αξιόλογες είναι οι εκκλησίες του χωριού. Η πιο ενδιαφέρουσα είναι η εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στον κάτω μαχαλά, του 17ου αιώνος (1840). Η εκκλησία έχει θαυμάσιο ξυλόγλυπτο τέμπλο που θεωρείται από τα ωραιότερα της Ευρώπης και περίτεχνες επιχρυσωμένες εικόνες. Το τέμπλο είναι έργο του Ηπειρώτη μάστορα Χριστόδουλου και έχει διαστάσεις 10x4.70 μ. Παρουσιάζει ομοιότητες με το τέμπλο του Αγίου Νικολάου στο Γαλαξείδι και είναι προγενέστερο από αυτό. Εχει φιλοτεχνηθεί με την τεχνική του λεγόμενου "τρυπητού", αφήνοντας διαμπερή κενά ανάμεσα στα ξυλόγλυτα θέματα, τα οποία αναπαριστούν κυρίως σκηνές, ανάγλυφα διαμορφωμένες, από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Υπάρχουν επίσης και αξιόλογες μορφές με έντονη επίδραση της όψιμης ενετικής τέχνης του 19ο αιώνα (Baroc). Πιο πάνω την εκκλησία είναι η επίσης αξιόλογη εκκλησία του Αγίου Δημητρίου. Δίπλα στον αμαξιτό επαρχιακό δρόμο και απέναντι από την πλατεία με το μεγάλο πλάτανο στο πάνω χωριό, είναι η εκκλησία του Προφήτη Ιωάννη του 18ου αιώνα.
  Το Δεκαπενταύγουστο γίνεται στην πλατεία δίπλα από τον Προφήτη Ηλία μεγάλο πανηγύρι με πολύ κόσμο από τη γύρω περιοχή, δημοτική μουσική και άφθονα ψητά και κρασί.
  2 χιλ. μετά το χωριό, στο δρόμο μέσα στο δάσος υπάρχει ξενώνας και λίγο πιο μετά εγκαταλειμμένο το παλιό σανατόριο "Μάνα", μέσα στο ελατόδασος. Μια άλλη διαδρομή ανεβαίνει προς το ύψωμα του Αργυροκάστρου, όπου και το ομώνυμο φράγκικο κάστρο, και από εκεί κατευθύνεται στα χωριά Λάστα (10 χιλ) και Αγριδάκι. Δίπλα από το δρόμο υπάρχει ενδιαφέρων γεωλογικός σχηματισμός που οι ντόπιοι ονομάζουν βράχο του Κολοκοτρώνη.

Το κείμενο παρατίθεται τον Φεβρουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Του Μάρκου

ΜΑΡΚΟΣ (Οικισμός) ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ
  Τoυ Μάρκoυ βρίσκεται εννέα (9) χιλιόμετρα νότια της Δημητσάνας, είvαι χτισμέvo στoυς πρόπoδες τoυ όρους Μελικάγκoυρo, σε 900 μ. υψόμετρo και είvαι από τα ελάχιστα χωριά πoυ συvαvτάει καvείς με τόσo μεγάλη θέα. Από τoυ Μάρκoυ τo βλέμμα τoυ επισκέπτη πλαvιέται και αγvαvτεύει όλov τov oρίζovτα σε γωvία 180 μoιρώv. Ξεκιvώvτας από αvατoλικά, έχει θέα όλη τηv περιoχή τoυ κάμπoυ της Μεγαλόπoλης μέχρι τo Λεovτάρι και τov Ταΰγετo, vότια, όλη τηv oρoσειρά του Λύκαιου όρους ή Διαφόρτι με τα διάσπαρτα χωριά του, και παρακoλoυθώvτας όλη τη διαδρoμή τoυ Αλφειoύ μέχρι τα δυτικά, τo βλέμμα καταλήγει στo Iόvιo Πέλαγoς και στη Ζάκυvθo, η θέα της oπoίας είvαι πιο έvτovη τις απoγευματιvές ώρες και ιδίως στo ηλιoβασίλεμα.
  Σύμφωνα με την παράδοση, το χωριό αρχικά ήταν χτισμένο λίγο νοτιότερα από την σημερινή του θέση, στην τοποθεσία "χαλάσματα" που βρίσκεται πάνω στο λόφο της περιοχής "Μαζιά". Σχετικά με το όνομά του, δεν είναι γνωστό από ποιόν το έλαβε. Η πρώτη γραπτή μαρτυρία με το όνομα του χωριού, πρoέρχεται από ένα αφιερωτήριο έγγραφο της μovής Τιμίου Προδρόμου, το οποίο δημοσίευσε ο Τάσος Γριτσόπoυλoς μέσα στα Γορτυνιακά τ. Α', Αθήναι 1972, σσ. 198-199, α.α. 55, με τίτλο Δικαιοπρακτικά έγγραφα μονής Προδρόμου, μέσα στο οποίο, υπάρχει η καταχώρηση "...από του Μάρκου...". Με το έγγραφο αυτό, που είναι χρονολογημένο το έτος 1645, ένας Ατσιχωλίτης αφιέρωσε τρία χωράφια του στη μονή Προδρόμου, πράξη την οποία επικύρωσαν με τις υπογραφές τους ως μάρτυρες, ένας Ζατουνίτης και ένας Μαρκιώτης που υπέγραψε με το όνομα "ο Χριστόδουλος ο ράφτης από του Μάρκου".
  Από τη χρονολογία αυτή και μετέπειτα, του Μάρκου και τα τοπωνύμιά του που μέχρι και σήμερα παραμένουν τα ίδια, αλλά και αρκετά από τα επώνυμα των Μαρκιωτών, απαντώνται αμέτρητες φορές μέσα στους κτητορικούς κώδικες και στα διάφορα δικαιοπρακτικά έγγραφα των μονών Φιλοσόφου, Τιμίου Προδρόμου και Αιμυαλών, ενώ είναι αδύνατο να υποστηριχθεί ότι η χρονολογία του έτους 1645, μπορεί να είναι η παλαιότερη αναφορά στο χωριό, αφού για να προκύψει κάτι τέτοιο, απαιτείται να υπάρξει εκτενής έρευνα. Πάντως, με βάση την αδιάσειστη αυτή ιστορική μαρτυρία και με δεδομένο το γεγονός ότι, η καθιέρωση του ονόματος ενός χωριού προϋποθέτει ύπαρξη πρότερου βίου, ο οποίος στις περισσότερες περιπτώσεις, συνήθως, υπολογίζεται περισσότερο του ενός αιώνα, είναι προφανές ότι, η αρχική κατοίκηση και συνεπώς το ιδρυτικό έτος του Μάρκου, θα πρέπει να τοποθετηθεί τουλάχιστον μέσα στο 15ο αιώνα (1400-1500). Αξιοσημείωτο είναι και το γεγονός ότι, πενήντα πέντε (55) χρόνια αργότερα, κατά την απογραφή πληθυσμού του έτους 1700, που πραγματοποίησαν οι Βενετοί κατακτητές (1685-1715) στην περιοχή, και είναι γνωστή ως απογραφή του Βενετού προνοητή Francesco Grimani, του Μάρκου είχε 19 οικογένειες με συνολικό πληθυσμό 110 άτομα, ενώ κατά την ίδια απογραφή, οι εκκλησίες Τιμίου Προδρόμου και Παναγίας του χωριού, είχαν στην ιδιοκτησία τους αρκετά στρέμματα γης.
  Από τις διάφoρες απoγραφές γνωρίζουμε ότι τo έτoς 1700 τoυ Μάρκoυ είχε πληθυσμό 110 άτoμα, τo 1815 είχε 40 οικογένειες (περίπου 200 άτομα), τo 1829 είχε 78 άτομα, τo 1849 119, τo 1851 131, τo 1861 148, τo 1879 176, το 1889 202, το 1896 185, το 1907 165, το 1920 203, το 1928 196, το 1940 161, το 1951 102, το 1961 90, το 1971 44, το 1981 31, το 1991 52, και στην απογραφή του 2001 απογράφηκαν στο χωριό 77 άτομα. Στην τελευταία εικοσαετία του αιώνα που πέρασε, στο χωριό χτίστηκαν δέκα πέvτε vέα σπίτια, τα παλιά επισκευάστηκαν και αvακαιvίστηκαν στo σύvoλό τoυς, εvώ τo εvδιαφέρov της αvoικoδόμησης, απoτελεί τηv κρυφή ελπίδα κάθε ξεvιτεμέvoυ Μαρκιώτη.
  Σημεριvές ασχoλίες τoυ εργατικoύ δυvαμικoύ τωv μovίμωv κατoίκωv τoυ, είvαι κυρίως η κτηvoτρoφία και λιγότερo η γεωργία. Τα τελευταία χρόνια, τoυ Μάρκoυ έχει 25 μόvιμoυς κατoίκoυς, εvώ από τηv άvoιξη μέχρι και τo φθιvόπωρo, o αριθμός αυτός αυξάvεται σημαvτικά. Κάθε Αύγoυστo απoτελεί παραθεριστικό κέvτρo τωv Μαρκιωτώv και συγκεvτρώvει περισσότερo από 100 άτoμα. Μεγάλη ζωvτάvια γvωρίζει τo χωριό, στo παvηγύρι τoυ Αγίoυ Iωάvvoυ Πρoδρόμoυ στις 29 Αυγoύστoυ που διοργανώνει με μεγάλη επιτυχία ο Σύλλογος των Μαρκιωτών. Στο κέντρο του χωριού και σε αμφιθεατρικό σημείο, λειτουργούν ενοικιαζόμενα δωμάτια.
  Σπουδαία κατάκτηση όλων των Μαρκιωτών αποτελεί ο Σύλλογός τους, που από το 1933 που ιδρύθηκε μέχρι σήμερα, βρίσκεται παντού παρόν. Η εκτέλεση έργων αναβάθμισης του χωριού του, η καλλιέργεια και η ανάπτυξη των πατριωτικών δεσμών και η εκτέλεση πολλών και ποικίλων πολιτιστικών εκδηλώσεων, είναι ένα μικρό μόνο κομμάτι από την όλη ιστορική παρουσία και προσφορά του. Ο Σύλλογος των Μαρκιωτών με το μεγάλο και πολύτιμο έργο του, βρίσκεται καταξιωμένος στις καρδιές όλων των Μαρκιωτών οι οποίοι τον στηρίζουν με κάθε μέσο σε κάθε ενέργειά του.
Από τoυ Μάρκoυ, τη γενέτειρά μου, o επισκέπτης απoλαμβάvει μια μovαδική θέα και έvα σπάvιo ηλιoβασίλεμα.
Κείμενο: Γεωργίου Παν. Θεοχάρη

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Δημητσάνης


ΜΑΥΡΙΑ (Χωριό) ΓΟΡΤΥΣ
Χτισμένα κάτω από τα βουνά Ψηλά Αλώνια και Βίγλες. Κάπου εδώ ο Παυσανίας τοποθετεί την αρχαία πόλη Τραπεζούντα, της οποίας οι κάτοικοι δεν ήθελαν να συμπράξουν στην ίδρυση της Μεγαλόπολης και μετανάστευσαν στον Εύξεινο Πόντο, όπου και ίδρυσαν την εκεί Τραπεζούντα το 376 π.χ.

Αρχαίο Μεθύδριο

ΜΕΘΥΔΡΙΟΝ (Αρχαία πόλη) ΒΥΤΙΝΑ
  Σε ορεινή τοποθεσία στο Μαίναλο και κοντά στο χωριό Πυργάκι (5 χιλ. από την Βυτίνα) βρίσκονται τα λιγοστά υπολείμματα του Αρχαίου Μεθυδρίου, αρχαίας αρκαδικής κώμης. Σύμφωνα με το μύθο, το Μεθύδριο ιδρύθηκε από το γιο του Λυκάονα Ορχομενό, ιδρυτή και του αρκαδικού Ορχομενού. Το 418π.Χ., κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου, το Μεθύδριο περιήλθε για λίγο στην κυριότητα των τότε παντοδύναμων Σπαρτιατών. Στη συνέχεια οι Σπαρτιάτες διώχθηκαν από τους Μαντινείους και τους Ηλείους. Το 370 π.Χ. εντάχθηκε από τον Επαμεινώνδα στη Μεγαλόπολη. Το 225π.Χ. καταλήφθηκε ξανά από τον Κλεομένη της Σπάρτης. Μετά από τρία χρόνια αποτέλεσε τμήμα της Αχαϊκής συμπολιτείας αφού εντάχθηκε σ' αυτή σαν αυτοδύναμη πόλη.
   Κατά το 170-174μ.Χ. που πήγε εκεί ο περιηγητής Παυσανίας, το Μεθύδριο ήταν ένα μικρό χωριό σε παρακμή. Οταν ο Παυσανίας επισκέφτηκε την περιοχή, η κώμη ήταν ήδη σε παρακμή. Αργότερα εγκαταλείφθηκε ολοσχερώς από τους κατοίκους της οι οποίοι εγκαταστάθηκαν σε άλλες περιοχές.
   Τρία χιλιόμετρα περίπου δυτικά του Μεθυδρίου, στη θέση Πετροβούνι, ΒΑ της διακλαδώσεως για τα Μαγούλιανα, ευρέθησαν αξιόλογα υπολείματα αρχαίου ναού, της Μεθυδριάδας. Πρόκειται για τα θεμέλια αρχαίου ναού, λίγα μόλις μέτρα νότια της χριστιανικής εκκλησίας της Παναγίας. Ο πρώτος που ανακάλυψε τα ερείπια ήταν ο Αγγλος Ληκ (το 1805), ο οποίος αναφέρει ότι οι χωρικοί τα ονόμαζαν "Παλάτια". Από τον Ιούνιο του 1910 πραγματοποίησε ανασκαφές και έρευνες στο χώρο ο Φ. Χίλλερ φον Γκαίρτριγγεν. Ο ναός της ελληνιστικής περιόδου επικάθεται επί άλλου αρχαιότερου κτίσματος. Οι διαστάσεις του μετρήθηκαν 16,50 μέτρα το μέγιστο μήκος και 8,40 μέτρα το μέγιστο πλάτος. Η πρόσοψη είναι στραμμένη προς την Ανατολή, όπως άλλωστε συνηθίζονταν στους αρχαίους ναούς. Ηταν πέραν πάσης αμφιβολίας ναός "επί παραστάσιν", δηλαδή ανήκε στον πιο απλό τύπο ναού. Στο χώρο βρέθηκαν αρκετά πήλινα ευρύματα και ένα ορειχάλκινο σύμπλεγμα αποτελούμενο από τέσσερις κριοκέφαλες αρσενικές μορφές. Το έργο είναι αφελές, τραχείας εκτελέσεως και άκομψο. Eικάζεται ότι οι μορφές αυτές χορέυουν προς τιμήν του θεού Ερμή, τον πανάρχαιο αρκαδικό θεό των κριών.
Περισσότερες πληροφορίες περιέχονται στο βιβλίο "Το Μεθύδριον, Ιστορία μιας αρχαίας πόλεως της Αρκαδίας", του Αθανασίου Κόλλια, Αθήνα 1991 (σελ. 65-69).

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΜΕΛΙΣΣΟΠΕΤΡΑ (Χωριό) ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ
  Η Μελισσόπετρα βρίσκεται 12 χιλιόμετρα δυτικά της Δημητσάνας, πάνω στον οδικό άξονα Δημητσάνα - Λουτρά Ηραίας, αμέσως μετά τη Ζάτουνα. Είναι χτισμένη στην πλαγιά του όρους Εχτίχοβα, και το υψόμετρό της είναι 800 μ. Η θέα του χωριού που είναι πλούσια, ξεκινάει από το νότο όπου ο επισκέπτης αγναντεύει την οροσειρά του Λύκαιου όρους ή Διαφόρτι με τα διάσπαρτα χωριά του, τον έφορο παρόχθιο κάμπο του Αλφειού, και καταλήγει στη δύση όπου, με καθαρή ατμόσφαιρα, διακρίνεται το Ιόνιο Πέλαγος και η Ζάκυνθος.
  Το αρχικό όνομα του χωριού ήταν Τρεστενά, η προέλευση του οποίου έχει αποδοθεί ότι είναι Σλαβική, ενώ το 1927, με ανάλογο διάταγμα μετονομάστηκε Μελισσόπετρα. Αναφορικά με την ιστορία της Μελισσόπετρας, μέχρι σήμερα, η επιστημονική έρευνα δεν έχει εξετάσει επαρκώς την ιστορική της πορεία μέσα στους αιώνες που πέρασαν, έτσι ώστε να αναδειχθούν με ασφάλεια τα στοιχεία που αφορούν το ιδρυτικό της έτος, η μορφή της αρχικής της κατοίκησης, καθώς επίσης η ανάπτυξη και η οργάνωσή της σε ανεξάρτητο οικισμό.
  Η πρώτη πάντως γραπτή μαρτυρία μέσα στην οποία αναφέρεται η Μελισσόπετρα, προέρχεται από τον κώδικα της μονής Αιμυαλών, τον οποίο δημοσίευσε η Ιωάννα Γιανναροπούλου μέσα στα Γορτυνιακά, τ. Α', Αθήναι 1972, σσ. 303-390, με τίτλο Ποικίλα σημειώματα εκ Γορτυνιακών κτητορικών κωδίκων, Α' Κώδιξ μονής Αιμυαλών (υπ αριθ. 146). Μέσα στον κώδικα αυτό, τον Μάρτιο του 1661, ο ιερομόναχος Θεοδόσιος από την Τρεστενά, έγραψε στην αγία πρόθεση της μονής Αιμυαλών τον πατέρα του Δαμασκηνό, τη μητέρα του Βασιλική και τον εαυτό του, για την ψυχική τους σωτηρία. Με βάση την αδιάσειστη αυτή ιστορική μαρτυρία και με δεδομένο το γεγονός ότι, η καθιέρωση του ονόματος ενός χωριού προϋποθέτει ύπαρξη πρότερου βίου, ο οποίος στις περισσότερες περιπτώσεις, συνήθως, υπολογίζεται περισσότερο του ενός αιώνα, είναι προφανές ότι, η αρχική κατοίκηση και συνεπώς το ιδρυτικό έτος της Μελισσόπετρας, θα πρέπει να τοποθετηθεί, αν όχι νωρίτερα, τουλάχιστον μεταξύ 15ου και 16ου αιώνα (1400-1600).
  Αναζητώντας το ιδρυτικό έτος της Μελισσόπετρας, παραθέτουμε μερικά από τα στοιχεία της δικής μας έρευνας που έχουν ιδιαίτερη σημασία και αξία, κρίνοντας ότι μπορούν να συμβάλουν στην ανάδειξή του. Λίγες εκατοντάδες μέτρα ανατολικά της σημερινής Μελισσόπετρας, υπάρχει το τοπωνύμιο "Μαχαλάς". Στην περιοχή αυτή, βρίσκονται διάσπαρτα τα ερείπια του μικρού ομώνυμου Τρεστενίτικου οικισμού, ο οποίος εγκαταλείφτηκε και ερήμωσε στις αρχές του 20ου αιώνα. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των γηραιότερων Μελισσοπετραίων, από τους πρώτους κατοίκους του Μαχαλά, ήταν ο Αντώνιος Μέτζιος, ένας άνδρας που φημιζόταν για τη σωματική του διάπλαση, για την αντοχή και τη δύναμή του. Τα σπίτια του Μαχαλά και οι κήποι τους, υδρεύονταν από μια πηγή που βρισκόταν λίγα μέτρα πιο πάνω από τον οικισμό, η οποία εξαφανίστηκε στη δεκαετία του 1960 κατά τη διάρκεια των εργασιών διάνοιξης του δημόσιου δρόμου του χωριού. Λίγο πιο κάτω από την περιοχή του Μαχαλά, υπάρχει το τοπωνύμιο Παλιόπυργος. Στην περιοχή αυτή, ακόμη και σήμερα σώζονται τα ερείπια πυργοειδούς κτιρίου, όπου σύμφωνα με την τοπική παράδοση, ήταν η κατοικία του Αγά της περιοχής, ο οποίος διέθετε μεγάλη ιδιοκτησία γης, γνωστή με το σημερινό τοπωνύμιο "Τσελεπαίικα". Στην ευρύτερη περιοχή ιδιοκτησίας της Μελισσόπετρας, έτσι όπως αυτή ξεκινάει από τα τελευταία σπίτια του χωριού και εκτείνεται νοτιοδυτικά μέχρι τον κάμπο της, σώζονται αμέτρητα αγιωνύμια, μέσα στα οποία βρίσκονται τα ερείπια αρκετών ναών. Ο Αγιο-Λιάς, ο Αγιώργης, η Αγια-Μαρίνα, ο Αγιο-Θανάσης, ο Αγιάννης, η Παναγίτσα, ο Αγιο-Δημήτρης, ο Αγιο-Βασίλης, ο Αγιο-Αντρέας κ.α., είναι μερικά από αυτά. Στην ίδια περιοχή, υπάρχουν διάσπαρτα τα ερείπια αρκετών κτισμάτων που από παράδοση πιστεύεται ότι χρησιμοποιήθηκαν στη νομαδική κατοίκηση των πρώτων Τρεστενιτών, ενώ σε διαφορετικά σημεία, υπάρχουν και δύο νεκροταφεία. Μέσα στον ευρύτερο αυτό χώρο, εκτός από τα γνωστά τοπωνύμια που λίγο ή πολύ είναι όμοια με εκείνα των γύρω χωριών, ξεχωρίζουν αυτά που αναφέρονται σε κάποιον Αράπη, όπως είναι η σπηλιά, το αλώνι και το πουρνάρι του Αράπη, καθώς επίσης και της Τούρκας η Λάκκα, κατάλοιπα πιθανόν των Οθωμανών κατακτητών.
  Η ύπαρξη των πολλών αγιωνυμίων και εκκλησιών, σε απόλυτο συνδυασμό με το πλήθος των παλαιότερων Τρεστενιτών που εντάχθηκαν στον ιερατικό βίο, προφανώς αναδεικνύουν τα θρησκευτικά συναισθήματα των φιλόθρησκων κατοίκων του χωριού. Μέσα από τις ιστορικές πηγές γνωρίζουμε ότι, το έτος 1661, στην ακμάζουσα τότε γειτονική μονή Φιλοσόφου (παλαιά μονή - Κρυφό Σχολειό), ηγούμενος της μονής ήταν ο Τρεστενίτης Μακάριος, ενώ το έτος 1664, ηγούμενος της ίδιας μονής ανέλαβε ο επίσης Τρεστενίτης Θεοδόσιος. Από το έτος αυτό και ύστερα, τόσο στη μονή Αιμυαλών, όσο και στη μονή Φιλοσόφου, αρκετοί Τρεστενίτες έχουν γραφεί κατά καιρούς μέσα στους κώδικες αλλά και σε διάφορα δικαιοπρακτικά έγγραφα των μονών, άλλοτε ως μάρτυρες σε αγοραπωλησίες γης και άλλοτε ως αφιερωτές διαφόρων ειδών και αντικειμένων. Ειδικά για τη μονή Φιλοσόφου, αυτή θα πρέπει να ήταν η αγαπημένη μονή πολλών Τρεστενιτών, αφού η στήριξή τους προς αυτή, υπήρξε αμείωτη μέχρι τους τελευταίους χρόνους της και την οριστική διάλυσή της που έγινε το 1834. Κατά τη δημιουργία της νέας μονής Φιλοσόφου, αμέσως μετά την κατασκευή του Καθολικού που έγινε το 1691, ο Τρεστενίτης Γεώργιος Προκόπης, χρηματοδότησε την κατασκευή των φορητών δεσποτικών εικόνων του τέμπλου του Καθολικού, που φιλοτέχνησε ο Κρητικός ζωγράφος Βίκτωρ, αφήνοντας την αφιέρωσή του πάνω σε αυτές "Δέηση του δούλου του Θεού Γεωργίου Προκόπη από χωρίο Τρεστενά, Χείρ Βίκτορως, 1694". Λίγα χρόνια αργότερα, στις 12 Αυγούστου του 1700, ο Τρεστενίτης Γεώργιος Παπαδόπoυλoς, συμβάλλοντας στην κατασκευή του κτιρίου των κελιών της νέα μονής Φιλοσόφου, αφιέρωσε εκατό ριάλια, ογδόντα συνοίκια γέvvημα και δέκα λίτρες καρφία "?δια vα φτειάσoυv τo κτίριov της τράπεζας τoυ μovαστηρίoυ Φιλoσόφoυ, δια ψυχικήv τoυ σωτηρίαv". Αναφορικά με τις γνωστές προσφορές των Τρεστενιτών προς τη μονή των Αιμυαλών, σημειώνουμε αυτή του κυρ-Γιωργάκη Χαχάλη ο οποίος στις 8 Σεπτεμβρίου 1796, ανήμερα της εορτής της μονής, έδωσε για την ψυχική σωτηρία του πατέρα του Αντρούτσου, της μητέρας του Χρυσάντως, της συζύγου του Παναγιώτας και του ιδίου, πενήντα γρόσια και μία φοράδα που είχε μισιακή με τον Χρόνη Σαρλά, καθώς επίσης και αυτή της Μιλίτσας Χριστοδουλίνας, της κυρά-Πάσαινας, που το 1812 έγραψε στην αγία πρόθεση της μονής, τον εαυτό της και τον άνδρα της Χριστόδουλο και έδωσε 5050 άσπρα οφείλοντας και άλλα 250.
Κύρια ασχολία των Μελισσοπετραίων ήταν η Γεωργία και η κτηνοτροφία. Από τις διάφoρες απoγραφές γνωρίζουμε ότι, τo έτoς 1700, η Μελισσόπετρα είχε πληθυσμό 112 άτoμα. Το 1829 είχε 340 κατοίκους, το 1849 241, το 1851 242, το 1861 296, το 1879 335, το 1889 360, το 1896 337, το 1907 290, το 1920 270, το 1928 255, το 1940 261, το 1951 206, το 1961 142, το 1971 108, το 1981 81, το 1991 63, ενώ στην απογραφή του 2001 απογράφηκαν 51 άτομα. Τους χειμερινούς μήνες στη Μελισσόπετρα κατοικούν τριάντα περίπου μόνιμοι κάτοικοι, ενώ το καλοκαίρι ο αριθμός τους φτάνει τους εκατό.
  Στην επανάσταση του 1821, έντεκα Μελισσοπετραίοι έχουν καταγραφεί στον αγώνα για την κατάκτηση της λευτεριάς. Από τη Μελισσόπετρα κατάγονται ο διεθνούς φήμης Έλληνας μουσουργός Δημήτρης Μητρόπουλος (1896-1960), ο Ιερόθεος Μητρόπουλος, οποίος κατά τα έτη 1893-1903 διετέλεσε επίσκοπος Πατρών και Ηλείας, ο αρχιμανδρίτης Ευσέβιος Ματθόπουλος (1849-1929), ο ζωγράφος-αγιογράφος και χαράκτης Τάκης Μαθιόπουλος (1916-1971) κ.α.
  Στο κέντρο του χωριού, βρίσκεται ο ναός του Αγίου Αθανασίου, κτίσμα των αρχών του 19ου αιώνα και στο πλάι του, είναι χτισμένη ή παραδοσιακή τοξωτή κρήνη με τις σκαλιστές γούρνες της, από την οποία παλαιότερα υδρευόταν το χωριό. Ακριβώς απέναντι, βρίσκεται η μικρή παραδοσιακή ταβέρνα του χωριού που λειτουργεί όλες τις μέρες και ώρες. Λίγο πιο δίπλα από την παραδοσιακή βρύση, ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει το εγκαταλελειμμένο αρχοντικό του Δουληγέρη, δείγμα αρχιτεκτονικής ομορφιάς, που αρχικά ήταν ιδιοκτησίας κάποιας εύπορης οικογενείας, και ακριβώς δίπλα του, τα ερείπια του σπιτιού του Δημήτρη Μητρόπουλου, πάνω στα οποία έχει τοποθετηθεί ειδική αναμνηστική πλάκα. Πάνω στον κεντρικό δρόμο, υπάρχει το σπίτι του Ευσέβιου Ματθόπουλου. Στο κάτω μέρος του χωριού, ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει τον ναό του Αϊ-Γιάννη, κτίσμα του 17ου αιώνα, που ανήκει στον σπάνιο τύπο του σταυρεπίστεγου ναού, και ο οποίος είναι ένας από τους τέσσερις που υπάρχουν σε όλη την περιοχή της Γορτυνίας. Επίσης, λίγα μόλις μέτρα από τα τελευταία σπίτια της Μελισσόπετρας, στην άκρη της κοίτης του διερχόμενου ξηροχείμαρρου Λουμνά, μέσα στα βράχια, είναι χτισμένο το ξωκλήσι της Παναγίας. Σύμφωνα με την παράδοση, ο χώρος αυτός αρχικά ήταν ασκητήριο.
Κείμενο: Γεώργιος Παν. Θεοχάρης.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Δημητσάνης


ΜΟΝΑΣΤΗΡΑΚΙ (Χωριό) ΚΟΝΤΟΒΑΖΑΙΝΑ
  Μικρό χωριό της Γορτυνίας κοντά στην Κοντοβάζαινα και στο Βούτση. Κοντά στο χωριό σώζονται τα ερείπια των τοιχών από τον παλαιό πύργο του Αλή Φαρμάκη.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Μονή Αγίων Θεοδώρων

ΜΟΝΗ ΑΓΙΩΝ ΘΕΟΔΩΡΩΝ (Μοναστήρι) ΒΥΤΙΝΑ
  Παλιό και ιστορικό μοναστήρι χωμένο στο ελατόδασος του Μαινάλου. Είναι κτισμένο απέναντι από το χωριό Πυργάκι, 4 χιλ. από στη Βυτίνα. Είναι ορατό από το δρόμο Βυτίνας-Ελάτης. Το μοναστήρι είχε κτισθεί από τους Παλαιολόγους σε άλλη θέση (σε απόσταση 15' με τα πόδια απο τη σημερινή) και στο 1680 μεταφέρθηκε στη θέση που είναι σήμερα. Το καθολικό του είναι σήμερα εντελώς ανακαινισμένο με αποτέλεσμα να μη σώζεται τίποτα από την αρχική κατασκευή και τις τοιχογραφίες. Το μοναστήρι είναι μετόχι της Μονής Κερνίτσας και η εκκλησία λειτουργεί από τις μοναχές της. Κατά την παράδοση στο μοναστήρι είχε καταφύγει σε μικρή ηλικία ο Θ. Κολοκοτρώνης για να προστατευθεί από τους διωγμούς που είχαν εξαπολύσει οι Τούρκοι κατά της κλεφτουριάς και για να μάθει τα πρώτα του γράμματα. Κάτω από το μοναστήρι κυλά τα νερά του ο ποταμός Μυλάων ο οποίος πηγάζει στην περιοχή και κατευθύνεται προς τη Βυτίνα. Κοντά στη μονή, στη θέση "Ελληνικά", βρίσκεται το αρχαίο Μεθύδριο.

Μονή Κερνίτσης

ΜΟΝΗ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΚΕΡΝΙΤΣΑΣ (Μοναστήρι) ΒΥΤΙΝΑ
Τηλέφωνο: +30 27950 22337
  3 χιλ. από το χωριό Νυμφασία κοντά στη Βυτίνα και σε πανέμορφο ορεινό φυσικό περιβάλλον βρίσκεται η παλιά μονή της Κερνίτσας. Κτίστηκε το 14ο αιώνα, και ήταν αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Η σημερινή μονή είναι κτισμένη στη θέση της παλιάς. Η μονή έπαιξε σημαντικό ρόλο στην Επανάσταση του 1821. Στα χρόνια της τουρκοκρατίας ήταν κρυφό σχολειό και καταφύγιο των κατατρεγμένων. Στο επάνω τμήμα της βρίσκεται το παρεκκλήσι των Ταξιαρχών, αριστούργημα τέχνης με το καλλιτεχνικό ξυλόγλυπτο τέμπλο, το οποίο χρησιμοποιείται ως εξομολογητήριο. Σήμερα λειτουργεί σαν γυνακεία μονή (47 χλμ. από Τρίπολη, 7 χλμ. από Βυτίνα).

ΜΟΥΡΙΑ (Χωριό) ΚΛΕΙΤΟΡΑΣ
Μικρό χωριό της Γορτυνίας δίπλα στην τεχνητή λίμνη του Λάδωνα. Από το χωριό περνά ο δρόμος που συνδέει τα Τρόπαια με τον δρόμο "111", μέσω των χωριών Πουρναριά και Δάφνη Καλαβρύτων. Έχει 40 περίπου μόνιμους κατοίκους.

ΜΥΓΔΑΛΙΑ (Χωριό) ΚΛΕΙΤΟΡΑΣ
  H Μυγδαλιά, ονομαζόμενο παλιότερα Γλανιτσιά και Σταυροκλήσι, είναι χωριό της Γορτυνίας και βρίσκεται στους Β. πρόποδες του Μαινάλου πάνω στο δρόμο που συνδέει το Βαλτεσινίκο (15 χιλ.) με τον οδικό άξονα 111. Απέχει 65 χιλ. από την Τρίπολη και 25 χιλ.από τη Βυτίνα. Προπολεμικά είχε μια ακμάζουσα κοινωνία με 900 περίπου κατοίκους. Σήμερα έχει κάτω γύρω στους 100 μονίμους κατοίκους. Από το 1955 που η τεχνική λίμνη του Λάδωνα έπνιξε τα χωράφια τους, πολλοί κάτοικοι έφυγαν στην Ηλεία, Αχαϊα και Αθήνα όπου και προόδευσαν στις τέχνες, στα γράμματα, στο εμπόριο και τις επιστήμες.
  Από την παλιά Μυγδαλιά είχαν βγει σημαντικοί άνθρωποι των γραμμάτων, ιδεολόγοι και αγωνιστές (Κώστας Μαρίνης, φιλόλογος λαογράφος, Ανδρέας Παπαθεοδώρου, φιλόλογος γυμνασιάρχης, Οδυσσέας Παπαναστασίου, συνταγματάρχης, Κώστας Παπαντωνίου, συνταγματάρχης, Περικλής Παπαθεοδώρου, προϊστάμενος των Τ.Τ.Τ. Αρκαδίας, Βαγγέλης Παπαναστασίου, δάσκαλος, Νίκος και Ανδρέας Γ. Παπαναστασίου, βιβλιοπώλες-τυπογράφοι, ο Θεόδωρος Γιαννόπουλος, εκπαιδευτικός σύμβουλος, αργότερα ο Ευάγγελος Γιαννόπουλος δικηγόρος και μετέπειτα υπουργός Δικαιοσύνης και άλλοι πολλοί). Γι' αυτό και η συμμετοχή του χωριού στην Εθνική Αντίσταση ήταν καθολική και με πολλά θύματα.
  Η Μυγδαλιά είναι σήμερα έδρα του Δήμου Κλείτορος, ο οποίος Δήμος αποτελείται από τα δημοτικά διαμερίσματα: Αγριδίου, Βαλτεσινίκου, Δρακοβουνίου (Γλόγοβα), Θεόκτιστου (Τοπόστα), Κερπινής, Ξηροκαρύταινας, Πουρναριάς (Ποδογορά) και Πράσινου (Καρνέσι). Οι υπηρεσίες του Δήμου στεγάζονται στο σύγχρονο κτίριο, που έγινε με ατομικές δαπάνες του ευεργέτη Ευάγγελου Α. Γιαννόπουλου.
  Στη Μυγδαλιά μπορεί να φθάσει κανείς από το οδικό άξονα 111 μέσω Θεόκτιστου, και από τη Βυτίνα μέσω Βαλτεσινίκου. Επίσης από τον οδικό άξονα 111 και τα Τρόπαια υπάρχει πλεόν ομαλή οδική πρόσβαση μέσω της νέας γέφυρας στη θέση του γεφυριού της Κυράς στη λίμνη του Λάδωνα. Ας σημειωθεί ότι η νέα γέφυρα εξυπηρετεί την πρόσβαση στην παραλαδώνια περιοχή από όλα τα χωριά της περιοχής (6 χιλ.). Τέλος ο επαρχιακός δρόμος που συνδέει το χωριό με τον δρόμο 111 περνά κατά σειρά από τα χωριά Θεόκτιστο, Δρακοβούνι και Κερπινή.

Το κείμενο παρατίθεται τον Φεβρουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΝΕΟΧΩΡΙ (Χωριό) ΤΡΟΠΑΙΑ
  Μικρό πεδινό χωριό της Γορτυνίας στα όρια με την Ηλεία. Βρίσκεται κοντά στο δρόμο Τρίπολης-Πύργου και στο Λιβαδάκι.

ΝΥΜΦΑΣΙΑ (Χωριό) ΒΥΤΙΝΑ
  Η Νυμφασία είναι ένα όμορφο και περιποιημένο χωριό με 80 περίπου μονίμους κατοίκους χτισμένο στις παρυφές του Μαινάλου κοντά στη Βυτίνα (6 χιλ). Το παλαιότερο όνομά της είναι Γρανίτσα. Στο χωριό οδηγεί διακλάδωση του οδικού άξονα Τρίπολης - Βυτίνας - Πύργου. Ο ευθύς δρόμος που οδηγεί στο χωριό περιστοιχισμένος από δενδροστοιχίες είναι γραφικότατος και εντυπωσιάζει, ιδιαίτερα την άνοιξη. Η τοποθεσία σφίζει από πράσινο και σε συνδυασμό με τους αντικρυνούς επιβλητικούς όγκους του Μαινάλου συνθέτει ένα τοπίο γνήσια αρκαδικό, μια φύση που αναδίδει ηρεμία και ψυχική γαλήνη. Είναι ένας τόπος ιδεώδης για περιπάτους και περιπλανήσεις.
  Σήμερα η Νυμφασία αποτελεί δημοτικό διαμέρισμα του Δήμου Βυτίνας. Παλαιότερα μάλιστα είχε δώσει το όνομά της στο δήμο που περιελάμβανε τα χωριά της περιοχής. Την περιοχή διασχίζει το ευρωπαϊκό μονοπάτι Ε4 που κατευθύνεται στην Καμενίτσα.
  Στο κέντρο του χωριού είναι η εξωραϊσμένη πλατεία με κιόσκι και γραφικά καφενεία. Λίγο πιο κάτω βρίσκεται η ενοριακή εκκλησία του χωριού, η Αγία Τριάδα, πετρόκτιστη βασιλική του τέλους του 19ου αιώνα, με ωραίο και επιβλητικό καμπαναριό χτισμένο πάνω από την πύλη της περιβόλου. Στο βόρειο άκρο του χωριού πάνω σε μικρό λόφο είναι το ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία. Μια άλλη ωραία πετρόχτιστη εκκλησία βρίσκεται στην είσοδο του χωριού.
  Κοντά και στα δυτικά του χωριού είναι η Μονή Κερνίτσας. Στο δρόμο προς αυτήν, και μέσα σε ένα υπέροχο φυσικό περιβάλλον με πλούσια βλάστηση, κυλά τα νερά του ο παταμός Μυλάων. Στον ίδιο δρόμο υπάρχει λιθόκτιστη κρηνική κατασκευή, ανακατασκευασμένη, με την ονομασία "Καρυδιά", με λαξευμένη χρονολογία 1824. Eχει υποστηριχθεί ότι στη θέση αυτή βρισκόταν η αρχαία Νυμφασία Κρήνη. 500 μ. πιo πέρα, πάνω στον ίδιο δρόμο, υπάρχει και δεύτερη πετρόχτιστη κρήνη, η "Μούσγα", και αυτή ανακατασκευασμένη, με λαξευμένη χρονολογία 1876.

Το κείμενο παρατίθεται τον Φεβρουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΞΗΡΟΚΑΡΙΤΑΙΝΑ (Χωριό) ΚΛΕΙΤΟΡΑΣ
  Μικρό ορεινό χωριό της Γορτυνίας στα όρια με την Αχαϊα. Βρίσκεται κοντά στη Μουριά.

ΟΧΘΙΑ (Χωριό) ΗΡΑΙΑ
  Τα Οχθια, ενα μικρό χωριό του Δήμου Ηραίας, είναι σε απόσταση 7 χιλ από την Λυσσαρέα. Σκαρφαλωμένο σε ύψωμα προσφέρει υπέροχη θέα προς την πεδιάδα που απλώνεται δυτικά με τον ποταμό Λάδωνα να κατευθύνεται ΝΔ. Ο δρόμος συνεχίζει κατεβαίνοντας προς τον Λάδωνα, όπου συναντά το δρόμο Τρίπολης - Πύργου. Στη διαδρομή συναντά κανείς τα χωριά Αγιονέρι και Χρυσοχώρι.

Το κείμενο παρατίθεται τον Φεβρουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΠΑΛΑΙΟΚΑΣΤΡΟ (Χωριό) ΓΟΡΤΥΣ
  Το Παλαιόκαστο είναι ένα μικρό ορεινό χωριό χτισμένο σε μικρό λόφο που βρίσκεται πάνω από την κοιλάδα του Αλφειού κοντά στα όρια με το νομό Ηλείας. Σήμερα το χωριό κρατά μόνον 10-15 μόνιμους κατοίκους. Στο λόφο αυτό και λίγο ψηλότερα βρίσκεται ο σημαντικός αρχαιολογικός χώρος του Μυκηναϊκού Νεκροταφείου Παλαιοκάστρου.
  Η θέση του χωριού προσφέρει πανοραμική θέα προς το Μαίναλο με τα χωριά Παναγιά και Ριζοσπηλιά και το Λύκαιο όρος. Eυκολώτερη πρόσβαση στο χωριό είναι από την Καρύταινα και περνά από τα χωριά Βλαχορράφτη και Σαρακίνι. Επίσης στο χωριό μπορεί να φτάσει κανείς και από τη Δημητσάνα μέσω των χωριών Παναγιά και Ριζοσπηλιά.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Το Παλιοχώρι

ΠΑΛΑΙΟΧΩΡΙ (Οικισμός) ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ
  Τo Παλιoχώρι βρίσκεται τρία χιλιόμετρα νότια της Δημητσάvας, μέσα στηv καρδιά τoυ φαραγγιoύ. Είvαι χτισμέvo σε υψόμετρo 740 μ. πάvω στηv αvατoλική όχθη τoυ Λoυσίoυ, και περικλείεται αvατoλικά από τo όρoς Κλιvίτσα και δυτικά από τo όρoς Μελικάγκoυρo.
  Ο επισκέπτης μπoρεί vα πρoσεγγίσει τo χωριό από τρία διαφoρετικά σημεία. Από τη Δημητσάvα μέσω ασφαλτoστρωμέvoυ δρόμoυ, από τo Ελληvικό (Μoυλάτσι), μέσω της Μονής Πρoδρόμoυ με χωμάτιvo δρόμo και από τoυ Μάρκoυ μέσω της Μονής Φιλoσόφoυ με χωμάτιvo δρόμo.
  Τo Παλιοχώρι σήμερα έχει περίπoυ 50 κατoίκoυς. Από τα ιστορικά στοιχεία γνωρίζουμε ότι, το 1700, το χωριό είχε 71 κατοίκους. Πριv τo 1770, σύμφωvα με τov κώδικα της εκκλησίας τωv Αγίωv Απoστόλωv πoυ φυλάσσεται στη βιβλιoθήκη της Δημητσάvας, είχε γύρω στoυς 560. Στη διάρκεια της άτυχης επαvάστασης τωv Ορλώφ τo 1770, τo χωριό ξεσηκώθηκε, με απoτέλεσμα vα καταστραφεί oλoσχερώς από τoυς Τoυρκαλβαvoύς. Μετά τηv επαvάσταση τoυ 1821, τo χωριό συρρικvωμέvo πλέov επαvιδρύεται στη θέση πoυ βρίσκεται σήμερα. Το 1829 το χωριό είχε 15 οικογένειες. Στις μετέπειτα απογραφές, ο πληθυσμός του χωριού ανά έτος ήταν: Το 1849 είχε 108 κατοίκους, το 1851 112, το 1861 170, το 1879 177, το 1889 153, το 1896 153, το 1907 157, το 1920 178, το 1928 158, το 1940 164, το 1951 198, το 1961 175, το 1971 86, το 1981 75, το 1991 67, ενώ στην απογραφή του 2001 απογράφηκαν 38 άτομα.
  Στo Παλαιoχώρι o επισκέπτης απoλαμβάvει έvα σπάvιo, μovαδικό και oλoζώvταvo πράσιvo. Χάρη στις πηγές τoυ Αϊ-Γιάvvη, τoυ πλάταvoυ, τoυ Παπαμπoύρη, τωv βρυσώv, τoυ σέλιvoυ και άλλωv μικρότερωv, πoυ τo τρoφoδoτoύv και τo πoτίζoυv αδιάκoπα όλo τo χρόvo, vιώθει ότι βρίσκεται μέσα σε μια όαση σπάvιoυ πράσιvoυ απoλαμβάvovτας τov πλoύτo της φύσης πoυ εδώ υπερέχει όσo πoυθεvά αλλoύ.
  Αυτός o εύφoρoς και παραγωγικός τόπoς με τις πoτιστικές τoυ αvαβαθμίδες, απoτελoύσε αvέκαθεv τov κύριo τρoφoδότη oπωρoκηπευτικώv για τηv ευρύτερη περιoχή. Στo Παλαιoχώρι o επισκέπτης μπoρεί vα βρει μεγάλη πoικιλία φρέσκωv oπωρoκηπευτικώv, oρισμέvα φρoύτα, παραδoσιακό τσίπoυρo, μαύρo κρασί, λάδι, καρύδια κ.α. Αvάμεσα στα άλλα γεωργικά πρoϊόvτα, τo Παλαιoχώρι παρήγαγε σε μεγάλες πoσότητες πράσα και σέλιvo και γι' αυτό στoυς Παλαιoχωρίτες έχει πρoσαφθεί η πρoσωvυμία "πρασάδες".
  Στo χωριό, μπoρεί καvείς vα επισκεφτεί τov Ναό των Αγίωv Απoστόλωv πoυ αvαστηλώθηκε τo 1823, με τo μεγάλo πoυρvάρι πoυ βρίσκεται στov περίβoλό τoυ. Βoρειoδυτικά τoυ χωριoύ, βρίσκεται o ιστoρικός πλάταvoς στη ρίζα τoυ oπoίoυ, τo 1995, αvαστηλώθηκε o Ναός των Αγίωv Αvαργύρωv, σε αvάμvηση της καταστρoφής τoυ χωριoύ στα Ορλωφικά.
Κατά τηv παράδoση, στov πλάταvo αυτό, γίvοvταv oι συvαvτήσεις τωv Κoλoκoτρωvαίωv με τoυς πρoεστoύς τoυ χωριoύ και παίρvονταν οι απoφάσεις τoυς για τov ξεσηκωμό τoυ γέvoυς. Πιo κάτω από τov πλάταvo, βρίσκεται η μικρή πηγή τoυ πλατάvoυ από τηv oπoία υδρεύovταv τo χωριό μέχρι τo 1972. Πριv τα Ορλωφικά, τo χωριό ήταv χτισμέvo γύρω από τηv πηγή αυτή και φυσικά γύρω από τov ιστoρικό αυτό πλάταvo.
Κείμενο: Γεωργίου Παν. Θεοχάρη

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Δημητσάνης


ΠΑΛΟΥΜΠΑ (Χωριό) ΗΡΑΙΑ
  Το χωριό Παλούμπα (του Παλούμπα ή η Παλούμπα) κατέχει κεντρική θέση ανάμεσα στα χωριά της Ηραίας και βρίσκεται 22 χιλ. δυτικά της Δημητσάνας σε υψόμετρο 900 μ. Αποτελεί σήμερα έδρα του δήμου Ηραίας. Είναι ένα ιδιαίτερα ιστορικό χωριό της Αρκαδίας. Πατρίδα των Πλαπουταίων, του Κόλια Πλαπούτα, του στρατηγού Δημήτριου Πλαπούτα όπως και άλλων αγωνιστών του 21, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην επανάσταση του 21. Στο χωριό φθάνει κανείς ακολουθώντας το δρόμο, είτε από τη Ζάτουνα, είτε από το Σέρβο. Το χωριό έχει 40 μόνιμους κατοίκους, ενώ κατά τη θερινή περίοδο ο πληθυσμός υπερβαίνει τους 100. Οι ασχολίες των κατοίκων είναι η γεωργία και κτηνοτροφία.
  Το χωριό προσφέρει εξαιρετική θέα προς την κοιλάδα του Αλφειού, θέα που φθάνει μέχρι το Ιόνιο. Απέναντι στο βάθος του ορίζοντα, δεσπόζουν τα όρη Λύκαιο και Μίνθη. Στην είσοδο του χωριού είναι η όμορφη πλατεία, γεμάτη πλατάνια. Εδώ βρίσκονται οι ανδριάντες και τα μνημεία των αγωνιστών του 1821, για να θυμίζουν στους νεώτερους την ιστορία του χωριού. Γιατί "ο Πλαπούτας και νεκρός κρατεί το μετερίζι", όπως έγραψε ο Βαλαωρίτης στον επιτύμβιο για το στρατηγό. Απέναντι η παλιά εκκλησία του Αγίου Γεωργίου (1805) με μεταγενέστερες προσθήκες. Εδώ έγινε η πρώτη δοξολογία για την επανάσταση της Ηραίας, με τον γέροντα Δ. Πλαπούτα και τους δύο γιούς του, Δημητράκη και Γεωργάκη. Το τέμπλο της χρονολογείται από την εποχή του Οθωνα. Αλλα τρία παλιά εκκλησάκια συμπληρώνουν τους ναούς του χωριού.
  Κοντά στην πλατεία είναι το Δημαρχείο και απέναντί του ο άλλοτε επιβλητικός πύργος των Πλαπουταίων, μισοερειπωμένος σήμερα, ο οποίος διατηρείτο μέχρι το 1940. Σώζονται οι στάβλοι και ο πρώτος όροφος του πύργου, από τους τρείς που είχε παλαιότερα. Σήμερα είναι σε εξέλιξη ενέργειες για την αναστήλωσή του. Δίπλα του υπάρχουν σαν προεκτάσεις μεταγενέστερα κτίσματα, που όλα τους έχουν παραχωρηθεί από τους απογόνους του στο κράτος. Μεγάλο μέρος της περιοχής ανήκε παλαιότερα στην οικογένεια του Πλαπούτα συμπεριλαμβανομένης και της πλατείας που και αυτή έχει δωρηθεί στην κοινότητα. Λίγο πιο κάτω, στην είσοδο του χωριού, είναι η οικία του οπλαρχηγού της επανάστασης Λιάκου Λιακόπουλου που βρήκε ηρωϊκό θάνατο στη μάχη του Λάλα. Η οικία έχει αναπαλαιωθεί και φιλοξενεί πολλά κειμήλια από την εξέργερση του έθνους.
  Στη θέση Λενικό, κάτω από το χωριό και κοντά στο χωριό Κακουραίϊκα, σώζονται υπολείμματα της Ακρόπολης των Μελαινών, αρχαίας κώμης. Ακόμα δεν έχουν γίνει συστηματικές αρχαιολογικές έρευνες στην περιοχή.
  Το χωριό Παλούμπα χτίστηκε στην κορυφή του Αγ. Ηλία της Ηραίας και αρχικά κατοικήθηκε από Αλβανόφωνους Χριστιανούς. Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, η Παλούμπα αποτελούσε τμήμα της Λιοδώρας. Στην Παλούμπα εγκαταστάθηκε μόνιμα το 1755 ο Κόλιας Πλαπούτας, που στη συνέχεια μαζί με τα παιδιά του θα διαδραμάτιζαν έναν από τους σπουδαιότερους ρόλους στην απελευθέρωση του Εθνους. Ο Κόλιας είχε φύγει δεκαοχτάχρονος από το Σουλιμά της Μεσσηνίας περί το 1753, μετά το φόνο ενός Τούρκου Σπαή (φοροεισπράκτορα), μετά από διετή παραμονή κοντά στους Τζαβελαίους στο Δραγώι της Ολυμπίας. Στην Παλούμπα ο Κόλιας αρχικά έγινε ταχυδρόμος, αργότερα Κάπος και τελικά Καπόμπασης στις προσταγές των Δελληγιανναίων. Εκεί ο Πλαπούτας έχτισε ισχυρό και απόρθητο πύργο όπου παρέμεινε μεχρι τα βαθιά του γεράματα. Ο Κόλιας σαν αμαρτωλός και Καπόμπασης, προσέφερε πολλά για την απελευθέρωση του έθνους. Στην Παλούμπα γεννήθηκε ο Δημήτριος Πλαπούτας ο γιος του Κόλια, στις 15 Μάη του 1786, καθώς και τ' άλλα αδέλφια του. Εκεί 600 Τουρκαλβανοί από το Λάλα, πολιόρκησαν το Θ. Κολοκοτρώνη στις 7 Μάρτη του 1804. Ο Κολοκοτρώνης μετά από ημερήσια μάχη έφυγε τη νύχτα στα βουνά. Ο αδελφός του Γεώργος πέθανε ηρωικά στην πολιορκία του Λάλα.
  Η Παλούμπα είχε αξιόλογη συμμετοχή στην επανάσταση του 1821. Ο πληθυσμός της αν και αλβανικής καταγωγής, πολέμησε κατά των Τουρκαλβανών της Τρίπολης και του Λάλα. Εκεί γεννήθηκε ο καπετάνιος Τζιραλής κι έδρασαν όλοι οι μεγάλοι κλεφτοκαπεταναίοι της εποχής, όπως Πλαπουταίοι, Κολοκοτρωναίοι κ.λ.π. Το χωριό πυρπολήθηκε τρεις φορές από τους Τούρκους πριν από την επανάσταση του 1821. Εκτός των άλλων δεινών όμως, το 1823, και όταν ο απελευθερωτικός αγώνας βρισκόταν στο πιο κρίσιμο στάδιο, το χωριό δέχτηκε και την επίθεση των Δεληγιανναίων. Ανάμεσα στους Δεληγιανναίους και τους Πλαπουταίους, καθώς και το γαμπρό τους το Τζιραλή είχε αναπτυχθεί μια έχθρα από το 1818, όταν ο Δημήτρης Πλαπούτας θεωρήθηκε αίτιος για ένα αιματηρό επεισόδιο στην Αλωνίσταινα. Κατά την επίθεση οι Δεληγιανναίοι σκότωσαν τον Τζιραλή, πήραν σαν τρόπαιο τα όπλα του και τη φορεσιά του και ταπείνωσαν την νεόνυμφη χήρα του Βασίλω που ήταν κόρη του Γεωργάκη Πλαπούτα, κόβοντάς της τα μισά μαλλιά (τη μια πλεξούδα), παίρνοντάς της τα χρυσά φλουριά που φορούσε στο λαιμό και αναγκαζοντάς την σε αυτοτραυματισμό με το μαχαίρι του άντρα της. Λίγο αργότερα ο Δημήτριος Πλαπούτας θα έβρισκε τα μαλλιά της Βασίλως σε κάποιο σπίτι της Ακοβας και θα σκότωνε το δράστη.
  Το χωριό συνδέεται οδικά με τα υπόλοιπα χωριά της Ηραίας. Προς τα βόρεια ο επαρχιακός δρόμος οδηγεί στα χωριά Σαρακίνι, Λυσσαρέα, Οχθια και Αετοράχη. Σε μικρή απόσταση από του Παλούμα μια παράκαμψή του αριστερά, κατεβαίνει προς την κοιλάδα του Αλφειού και περνά διαδοχικά από τα χωριά Παπαδάς, Σαρλέϊκα, Δαραίικα, Λιθαρός, Παρνασσός και Λουτρά Ηραίας για να καταλήξει στο γεφύρι του Λάδωνα και αμέσως μετά στον οδικό άξονα Πύργου - Τρίπολης.

Το κείμενο παρατίθεται τον Φεβρουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΠΑΝΑΓΙΑ (Χωριό) ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ
  Η Παναγιά βρίσκεται 13 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Δημητσάνας, δίπλα στον οδικό άξονα Δημητσάνα Λουτρά Ηραίας, λίγο μετά τη Ζάτουνα. Είναι χτισμένη στην τελευταία πλαγιά του όρους Εχτίχοβα, λίγο πριν την απόληξή του στον Αλφειό ποταμό, πάνω σε έναν μικρό και κατάφυτο λόφο, στην κορυφή του οποίου βρίσκεται το ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία, και το υψόμετρό της είναι 600 μ.
  Η θέα του χωριού που είναι πλούσια, ξεκινάει από το νότο όπου ο επισκέπτης αγναντεύει την οροσειρά του Λύκαιου όρους ή Διαφόρτι με τα διάσπαρτα χωριά του, το χωριό Παλιόκαστρο στην περιοχή του οποίου η αρχαιολογική σκαπάνη αποκάλυψε το Μυκηναϊκό νεκροταφείο, τον έφορο παρόχθιο κάμπο του Αλφειού, και καταλήγει στη δύση όπου, με καθαρή ατμόσφαιρα, διακρίνεται το Ιόνιο Πέλαγος και η Ζάκυνθος.
  Το αρχικό όνομα του χωριού ήταν Ζέρζοβα, η προέλευση του οποίου έχει αποδοθεί ότι είναι Σλαβική, ενώ το 1927, με ανάλογο διάταγμα μετονομάστηκε Παναγιά. Αναφορικά με την ιστορία της Παναγιάς, μέχρι σήμερα, η επιστημονική έρευνα δεν έχει εξετάσει επαρκώς την ιστορική της πορεία μέσα στους αιώνες που πέρασαν, έτσι ώστε να αναδειχθούν με ασφάλεια τα στοιχεία που αφορούν το ιδρυτικό της έτος, η μορφή της αρχικής της κατοίκησης, καθώς επίσης η ανάπτυξη και η οργάνωσή της σε ανεξάρτητο οικισμό.
  Η πρώτη πάντως γραπτή μαρτυρία μέσα στην οποία η Ζέρζοβα αναφέρεται ως "το χωρίον Ζέρζοβα", προέρχεται από ένα δικαιοπρακτικό έγγραφο της γειτονικής μονής Φιλοσόφου το οποίο δημοσίευσε ο Τάσος Αθ. Γριτσόπουλος μέσα στο βιβλίο του "Μονή Φιλοσόφου, εν Αθήναις 1960, σ. 168". Το έγγραφο αυτό, που είναι χρονολογημένο το έτος 1716, αφορά συμβιβασμό μεταξύ του ηγουμένου της μονής και του γαιοκτήμονα Αθανασίου Πελεκάνου, για έναν αγρό που βρισκόταν στη θέση Καλτζού (Καλτσού), τοπωνύμιο το οποίο σώζεται μέχρι και σήμερα. Με βάση την αδιάσειστη αυτή ιστορική μαρτυρία και με δεδομένο το γεγονός ότι, η καθιέρωση του ονόματος ενός χωριού προϋποθέτει ύπαρξη πρότερου βίου, ο οποίος στις περισσότερες περιπτώσεις, συνήθως, υπολογίζεται περισσότερο του ενός αιώνα, είναι προφανές ότι, η αρχική κατοίκηση και συνεπώς το ιδρυτικό έτος της Παναγιάς, θα πρέπει να τοποθετηθεί τουλάχιστον μέσα στο 16ο αιώνα (1500-1600).
  Το γεγονός ότι, το χωριό δεν καταγράφεται μέσα στην απογραφή πληθυσμού του έτους 1700, που πραγματοποίησαν οι Βενετοί κατακτητές (1685-1715) στην περιοχή, και είναι γνωστή ως απογραφή του Βενετού προνοητή Francesco Grimani, σε απόλυτη σχέση με το γεγονός ότι, δέκα έξι (16) χρόνια αργότερα, η Ζέρζοβα καταγράφεται στον κώδικα της μονής Φιλοσόφου ως χωριό, είναι ένα ζήτημα το οποίο απαιτεί έρευνα, το αποτέλεσμα της οποίας θα συμβάλει στην ανάδειξη του ιδρυτικού της έτους. Για τη συμπλήρωση μιας τέτοιας έρευνας, αξίζει να αναφερθεί ότι, χίλια περίπου μέτρα βορειοανατολικά της Παναγιάς, βρίσκεται η τοποθεσία Ξερολίβαδο ή αλλιώς Καλτσού. Στην περιοχή αυτή, σύμφωνα με τις μαρτυρίες των Παναγιωτών, παλιότερα, όταν τα κτήματα καλλιεγούνταν, το αλέτρι του γεωργού έφερνε στην επιφάνεια της γης διάφορα κεραμικά, κατάλοιπα ίσως κάποιου παλαιού οικισμού. Λίγα μέτρα μακρύτερα, ακόμη και σήμερα υπάρχουν τάφοι σχηματισμένοι με κάθετες πλάκες, σημάδια που ενισχύουν την άποψη ότι, στην περιοχή αυτή, κάποτε στο παρελθόν, υπήρξε κάποιας μορφής κατοίκηση. Επίσης, χίλια περίπου μέτρα νότια της Παναγιάς, στην περιοχή Κορακοφωλιά, υπάρχει μεγάλη απροσπέλαστη σπηλιά στην είσοδο της οποίας υπάρχουν σημάδια που δείχνουν ότι, στο παρελθόν, είχε χρησιμοποιηθεί έστω και σαν κρύπτη, σε χρόνια δύσκολα όπως συvέβει με τα "Ορλωφικά" (1770-1779), αλλά και επί Iμπραήμ (1825-1827).
  Κύρια ασχολία των Ζερζοβιτών ήταν η Γεωργία, η κτηνοτροφία, και η ελαιουργία. Στην είσοδο του χωριού βρίσκεται η περιοχή "τα καμίνια", εκεί όπου άλλοτε οι Ζερζοβίτες είχαν τα καμίνια τους και παρήγαγαν το χορίδι (ασβέστης) και κεραμίδια. Στο λόφο του Προφήτη Ηλία που άλλοτε ήταν κατάφυτος από αμπελώνες, σώζονται τα ερείπια αρκετών ληνών, θυμίζοντας τις παλιές καλές εποχές όταν η Ζέρζοβα έσφυζε από ζωή. Μέσα στο χωριό υπήρχαν έξι εμπορικά καταστήματα, οργανωμένο τυροκομείο και τρία ελαιοτριβεία.
  Στις διάφορες απογραφές, ο πληθυσμός της Παναγιάς ανά έτος ήταν: Το 1829 είχε 228 κατοίκους, το 1849 288, το 1851 137, το 1861 306, το 1879 308, το 1889 337, το 1896 323, το 1907 370, το 1920 350, το 1928 294, το 1940 320, το 1951 278, το 1961 176, το 1971 49, το 1981 113, το 1991 89, ενώ στην απογραφή του 2001 απογράφηκαν 91 άτομα. Τους χειμερινούς μήνες στην Παναγιά κατοικούν είκοσι περίπου μόνιμοι κάτοικοι, ενώ το καλοκαίρι ο αριθμός τους υπερβαίνει τους εκατό.
  Τα ωραία λιθόχτιστα σπίτια της Παναγιάς με τους καταπράσινους κήπους τους, που είναι κυριολεκτικά απλωμένα στην πανέμορφη πλαγιά του Προφήτη Ηλία κοσμούν το τοπίο. Στο κέντρο του χωριού, βρίσκεται η λιθόστρωτη πλατεία με τα παραδοσιακά μαγαζιά του χωριού, ένα καφενείο και μία μικρή οικογενειακή ταβέρνα, ενώ στην άκρη της είναι χτισμένη ή παραδοσιακή τοξωτή κρήνη με τις σκαλιστές γούρνες της, από την οποία παλιότερα υδρευόταν το χωριό. Δίπλα στη βρύση βρίσκεται το λαογραφικό μουσείο της Παναγιάς που στεγάζεται μέσα στο κτίριο του παλιού κοινού πλυσταριού του χωριού, το οποίο ανακαινίστηκε και διαμορφώθηκε κατάλληλα για το σκοπό αυτό. Λίγο πιο δίπλα από την πλατεία του χωριού, βρίσκεται ο μητροπολιτικός ναός του Αγίου Νικολάου που είναι χτισμένος σε σχήμα μονόκλιτης βασιλικής. Μέσα στο χωριό υπάρχουν ακόμη οι εκκλησίες του Αγίου Γεωργίου, του Αγίου Αθανασίου και της Παναγίας.
  Στις 8 Σεπτεμβρίου, Γεννέσιο της Θεοτόκου στην πλατεία του χωριού γίνεται μεγάλο πανηγύρι με παραδοσιακή μουσική, ενώ στις 6 Δεκεμβρίου, που εορτάζει η μητρόπολη της Παναγιάς, τελείται θεία λειτουργία και γίνεται περιφορά της εικόνας του Αγίου Νικολάου.
  Τους καλοκαιρινούς μήνες όπου όλοι οι Παναγιώτες περνούν τις διακοπές τους στη γενέτειρα τους, στην πλατεία του χωριού, κάθε βραδιά είναι μοναδική, αφού εκεί συγκεντρώνονται όλοι και απολαμβάνουν την πατριωτική παρέα, γευόμενοι σπιτικά φαγητά στο παραδοσιακό ταβερνάκι και διασκεδάζοντας μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες.
  Καμάρι όλων των Παναγιωτών αποτελεί ο Σύλλογός τους, ο οποίος, από το 1904 που ιδρύθηκε μέχρι σήμερα, βρίσκεται παντού παρόν. Η εκτέλεση έργων αναβάθμισης του χωριού του, η καλλιέργεια και η ανάπτυξη των πατριωτικών δεσμών και συναισθημάτων, και η εκτέλεση πολλών και ποικίλων πολιτιστικών εκδηλώσεων, είναι ένα μικρό μόνο κομμάτι από την όλη ιστορική παρουσία και προσφορά του στα τοπικά δρώμενα, στα χρόνια που πέρασαν, λόγος για τον οποίο ο φορέας αυτός, βρίσκεται καταξιωμένος στις καρδιές όλων των Παναγιωτών.
Κείμενο: Γεώργιος Παν. Θεοχάρης.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Δημητσάνης


ΠΑΡΑΛΟΓΓΟΙ (Χωριό) ΚΟΝΤΟΒΑΖΑΙΝΑ
  Οι Παραλογγοί είναι μικρό χωριό κοντά στην Κοντοβάζαινα, κοντά στα όρια της Γορτυνίας με την Ηλεία. Είναι χτισμένο στη βορειοδυτική πλαγιά του όρους Αφροδίσιο σε υψόμετρο 800 μ. και έχει 50 περίπου κατοίκους (208 σύμφωνα με την απoγραφή 1991). Εχει και αυτό χαρακτηρισθεί διατηρητέος οικισμός. Οδική πρόσβαση στο χωριό υπάρχει από τα Τριπόταμα μέσω ανηφορικής διαδρομής, η οποία προσφέρει εξαιρετική θέα προς τα Τριπόταμα, την Αρχαία Ψωφίδα και τα Λάμπεια όρη, είτε από την Κοντοβάζαινα. Κοντά στο χωριό υπάρχει πέτρινο γεφύρι στο ποταμό Ερύμανθο, έργο Λαγκαδινών μαστόρων. Πρόκειται για μια μονοκάμαρη γέφυρα με άνοιγμα καμάρας μήκους 18 μέτρων. Στην είσοδο στο χωριό υπάρχει πετρόκτιστη βρύση κάτω από πλατάνια σε καταπράσινη τοποθεσία. Το 1827 είχε συσταθεί εκεί στρατόπεδο υπό τους Δ. Πλαπούτα, Α. Γρηγοριάδη, Γενναίο Κολοκοτρώνη κ.ά. για την εποπτεία των κινήσεων του Δελή Αχμέτ Πασά που είχε στρατοπεδεύσει στην περιοχή της Δίβρης επικεφαλής δύναμης 15.000 Τουρκοαιγυπτίων. Ο επαρχιακός δρόμος από τα Τριπόταμα συνεχίζει προς τα χωριά Καρδαρίτσι και Βελιμάχι, μέσα από μια ελικοειδή, αλλά πανέμορφη διαδρομή.

Το κείμενο παρατίθεται τον Φεβρουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΠΕΡΔΙΚΟΝΕΡΙ (Χωριό) ΤΡΟΠΑΙΑ
  Ορεινό χωριό κοντά στη λίμνη του Λάδωνα και στα Τρόπαια. Κοντά του βρίκεται η Μυγδαλιά.

ΠΟΥΡΝΑΡΙΑ (Χωριό) ΚΛΕΙΤΟΡΑΣ
  Μικρό χωριό της Γορτυνίας κοντά στα όρια του νομού Αρκαδίας με το νομό Αχαϊας. Απέχει 3 χιλ. από τη Δάφνη της επαρχίας Καλαβρύτων. Ο δρόμος που περνάει από το χωριό συνδέει τα Τρόπαια με τον οδικό άξονα "111" που συνδέει την Πάτρα με την Τρίπολη.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΠΡΑΣΙΝΟ (Χωριό) ΚΛΕΙΤΟΡΑΣ
  Το Πράσινο είναι μικρό ορεινό χωριό της Γορτυνίας και είναι χτισμένο σε βουνοπλαγιά πάνω από τον κάμπο του Δάρα. H κύρια πρόσβαση στο χωριό είναι από το δρόμο Τρίπολης-Πάτρας, στρίβοντας δεξιά στο ύψος της διασταύρωσης προς Δάρα (8 χιλ.). Στο σημείο αυτό κυλά ο ποταμός Τράγος. Δίπλα από τη νέα γέφυρα διακρίνεται παλιό πετρόκτιστο γεφύρι. Η διαδρομή προς το χωριό, αφού διατρέξει τη πεδιάδα συνεχίζει ανεβαίνοντας το βουνό από όπου προσφέρεται ξεχωριστή θέα του δαρέικου κάμπου. Το χωριό κρατά λιγοστούς μονίμους κατοίκους που ασχολούνται με τη γεωργία και κτηνοτροφία. Συμπαθητική είναι η πλατεία και η εκκλησία. Το χωριό συνδέεται οδικά με τα χωριά Δρακοβούνι και Αγρίδι (5 χιλ.).

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΠΥΡΓΑΚΙ (Χωριό) ΒΥΤΙΝΑ
  Μικρό ορεινό χωριό του Μαινάλου κοντά στη Βυτίνα, σταθμός μιας υπέροχης διαδρομής στο βουνό. Περιβάλλεται από όμορφα ελατοδάση. Το χωριό έχει εγκαταλειφθεί εδώ και αρκετά χρόνια λόγω κατολισθήσεων που υπήρχαν στην περιοχή και σχεδόν όλα του τα σπίτια είναι ερειπωμένα. Μόνο η όμορφη εκκλησία του και 2-3 σπίτια δίνουν μια νότα ζωής στην εικόνα της εγκατάλειψης...
  To χωριό μαζί με τον κοντινό οικισμό Μεθύδριο που βρίσκεται στις απέναντι πλαγιές του Μαινάλου αποτελεί δημοτικό διαμέρισμα του Δήμου Βυτίνας. Απέναντι από το χωριό διακρίνεται στην πλαγιά το μοναστήρι των Αγίων Θεοδώρων. Κοντά βρίσκονται τα λείψανα του αρχαίου Μεθυδρίου, όπως και οι εγκαταστάσεις του υδραγωγείου από όπου υδρεύεται η περιοχή και μερικά η Τρίπολη. Το επόμενο χωριό στη διαδρομή από τη Βυτίνα είναι η Ελάτη σε απόσταση 3 χιλ.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΠΥΡΡΗΣ (Χωριό) ΗΡΑΙΑ
  Ο Πυρρής είναι παλιό κεφαλοχώρι της Κάτω Ηραίας. Είναι χτισμένο στην καταπράσινη κοιλάδα του Αλφειού ανάμεσα από τα χωριά Aγιο Ιωάννη και Λιοδώρα. Eχει 80 περίπου μονίμους κατοίκους που ασχολούνται με τη γεωργία. Κοντά του κυλά ο ποταμός Λάδωνας που λίγο νοτιότερα θα συμβάλλει με τον Αλφειό και Ερύμανθο. Στην πλατεία του χωριού δεσπόζει η προτομή του Συν/χη Γ. Παρασκευόπουλου, ήρωα του Αλβανικού μετώπου.
  Το χωριό συνδέεται οδικά με τα χωριά Aγιο Ιωάννη, Λιοδώρα και Λώτη.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΡΑΔΟΣ (Χωριό) ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ
  Του Ράδου βρίσκεται 11 χιλιόμετρα βόρεια της Δημητσάνας, είναι χτισμένο στην άκρη της οροσειράς του Μαινάλου μέσα στο ελατόδασος, και το υψόμετρό του είναι 1180 μέτρα.
  Στου Ράδου ο επισκέπτης φτάνει αφήνοντας πίσω του τον καταπράσινο κάμπο της Καρκαλούς, και αφού περάσει τη θέση Παλαιοκάτουνα μέσα στην οποία βρίσκονται διάσπαρτα τα ερείπια της αρχαίας Θεισόας, από την οποία πιστεύεται ότι προέρχεται ο οικισμός ως διάδοχός της. Αναφορικά με τα ερείπια της αρχαίας Θεισόας, στο παρελθόν η αρχαιολογική σκαπάνη αποκάλυψε την ακρόπολή της, λείψανα οχυρωματικού περιβόλου, το ιερό του μεγάλου θεού, μάλλον του Δία που σχετίζεται άμεσα με τον Λούσιο, καθώς επίσης και οικοδομήματα ρωμαϊκών και ελληνιστικών χρόνων.
  Η σωστή προφορά του χωριού είναι του Ράδου, σε γενική πτώση, χαρακτηριστικό άλλωστε πολλών Αρκαδικών τοπωνυμίων. Η ετυμολογία του χωριού, έχει αποδοθεί ότι προέρχεται από τη λέξης ραδές ή ραδιό, που σημαίνει τόπος με γκρεμούς ή με έντονη κλίση, χωρίς να παραβλέπεται και το γεγονός ότι οι τούρκικες απόγραφές του 15ου και 16ου αιώνα, μας δείχνουν ότι το τοπωνύμιο υποδηλώνει σλαβικές εγκαταστάσεις στην περιοχή τον 7ο αιώνα, διασώζοντας προφανώς το όνομα κάποιου οικιστή Rado. Η παλαιότερη πάντως γραπτή αναφορά με το όνομα του χωριού, προέρχεται από τους Κώδικες των μοναστηριών της Δημητσάνας, και αφορά 1620, όπου το έτος αυτό, ο Κώστας Καλάς από του Ράδου είχε δωρίσει στην Αγία Κυριακή της Δημητσάνας, ένα χωράφι που είχε στην εκκλησία του Αγίου Ιωάννη στου Ράδου. Περισσότερες αναφορές με το όνομα του χωριού και με αρκετούς Ραδαίους, συναντάμε από το έτος 1661 και ύστερα, μέσα στον κώδικα της μονής Αιμυαλών στην οποία οι κάτοικοι του χωριού έκαναν τις προσφορές και τις αφιερώσεις τους.
  Το χωριό αποτελεί ένα ενιαίο οικιστικό σύνολο με συμπαγή οικιστικό πυρήνα, χωρίς ξεχωριστές γειτονιές και διάσπαρτα σπίτια. Στην αρχιτεκτονική των σπιτιών, κυριαρχεί το ανωγοκάτωγο σπίτι που είναι μακρόστενο και κεραμοσκέπαστο με μικρά παράθυρα. Μερικά από τα σπίτια του χωριού, έχουν χρονολογηθεί στα μέσα του 18ου αιώνα.
  Του Ράδου είναι από τα χωριά εκείνα που δεν γνώρισαν τουρκικό ζυγό μέχρι τα τέλη του 18ου αιώνα, αφού στο χωριό δεν υπήρχαν τουρκικές ιδιοκτησίες. Λόγω της αδυναμίας των κατοίκων στο να πληρώνουν τους αναλογούντες φόρους τους, στα τέλη του 18ου αιώνα, το χωριό αγοράστηκε από κάποιον τούρκο μαζί με το ιδιόκτητο δάσος του. Στις αρχές του 19ου αιώνα, η ιδιοκτησία γης του χωριού και του δάσους του, παραχωρήθηκε με διαταγή του Πασά της Πελοποννήσου στον Καρυτινό Χρήστο Καρύδη και στον Δημήτρη Σέκερη. Στα επόμενα χρόνια μέσα στον 19ο αιώνα, οι μεταβολές που επήλθαν στο ιδιοκτησιακό καθεστώς του χωριού και του ιδιόκτητου δάσους του, έκτασης 6.000 στρεμμάτων, είχαν ως αποτέλεσμα τη μεταβίβαση του μισού χωριού και του μισού δάσους του, σε εννέα Ραδαίους, κάτι που έγινε το 1864, ενώ η υπόλοιπη έκταση του χωριού και του δάσους του περιήλθε στην κυριότητα των κατοίκων με αγορά το 1881. Αναφορικά με το ιδιόκτητο δάσος του χωριού, αξίζει να αναφερθεί ότι, το 1924, ιδρύθηκε Συνεταιρισμός διαχείρισής του αποτελούμενος από 36 αναγνωρισμένα μερίδια.
  Στη διάρκεια της επανάστασης του 1821, υπό τις άμεσες οδηγίες του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη πολέμησαν οι γνωστοί Ραδαίοι αγωνιστές Ιωάννης Γεωργακόπουλος, Αλέξανδρος Δημητρόπουλος, Κωνσταντίνος Ηλιόπουλος, Πέτρος Ηλιόπουλος, Αθανάσιος Καπακίτζιος, Αθανάσιος Κόκκαλος, και Γιάννης Μακρής.
  Οι κάτοικοι του χωριού, ήταν κυρίως ποιμένες. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι, το 1830, οι είκοσι οικογένειες (εκατό περίπου κάτοικοι), κατείχαν 2.000 αιγοπρόβατα, ενώ στα 1929, οι 600 κάτοικοι, κατείχαν 10.000 αιγοπρόβατα. Τον χειμώνα, όλοι σχεδόν οι κάτοικοι του χωριού μετακινούνταν στα χειμαδιά, στα χωριά Αρσινόη (Σίμιζα), Ελληνοκλησιά (Σάμαρι) και Καλόβρυση (Βουρνάζι) του νομού Μεσσηνίας. Λόγω αυτής της παροδικής μετακίνησης των Ραδαίων, τα κατά καιρούς απογραφικά δεδομένα, δεν μπορούν να αντικατοπτρίζουν το δημογραφικό ανάστημα του χωριού. Ωστόσο, στις διάφορες απογραφές πληθυσμού, του Ράδου το 1700 φέρεται να έχει 19 οικογένειες και 69 άτομα. Το 1829 95 άτομα, το 1849 227, το 1851 240, στην απογραφή του 1861 δεν καταγράφεται, το 1879 215 άτομα, το 1889 118, το 1896 206, το 1907 216, το 1920 70, το 1928 189, το 1940 376, το 1951 121, το 1961 85, το 1971 63, το 1981 46, το 1991 107 και στην απογραφή του 2001 στου Ράδου απογράφονται 65 άτομα.
  Του Ράδου, είναι το μοναδικό χωριό του Δήμου Δημητσάνης που είναι χτισμένο μέσα στο ελατόδασος. Το καταπράσινο χωριό, πλούσιο σε δροσιά το καλοκαίρι, με το πολύ και αφράτο χιόνι το χειμώνα, αφήνει έκθαμβο τον επισκέπτη προσφέροντάς του μοναδικές στιγμές. Ο περίπατος μέσα στο ελατόδασος γύρω από το χωριό, προσφέρει στον επισκέπτη ομορφιά και απόλαυση.
  Στο κέντρο του χωριού, βρίσκεται η πλατεία και δίπλα της δύο μικρά παραδοσιακά καφενεδάκια. Λίγο πιο δίπλα, συναντάμε την εκκλησία του χωριού που είναι αφιερωμένη στην Παναγία, έργο του 1886, και ακριβώς δίπλα της, το κτίριο του πάλαι ποτέ δημοτικού σχολείου του χωριού. Στο χώρο αυτό, κάθε χρόνο, την πρώτη Κυριακή του Ιουλίου, ο Σϋλλογος των Ραδαίων, διοργανώνει μεγάλη πανηγυρική εκδήλωση "Τη γιορτή του Τσοπάνη", που είναι αφιερωμένη στους κτηνοτρόφους του χωριού. Η γιορτή αυτή που γίνεται με παραδοσιακά σπιτικά φαγητά και παραδοσιακά μουσικά όργανα, συγκεντρώνει περισσότερα από πεντακόσια άτομα και διαρκεί μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες.
Κείμενο: Δημήτριος Αντ. Γιαννόπουλος.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Δημητσάνης


ΡΑΦΤΗΣ (Χωριό) ΗΡΑΙΑ
  Το χωριό Ράφτης (ή του Ράφτη) είναι ένα ορεινό γραφικό χωριό (730 μ) του δήμου Ηραίας στον επαρχιακό δρόμο Δημητσάνας - Ζάτουνας - Παλούμπα. Είναι από τα μεγαλύτερα χωριά της Ηραίας και έχει 140 περίπου μονίμους κατοίκους (289 σύμφωνα με την απογραφή του 1991) που ασχολούνται με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Το χωριό προσφέρει μαγευτική θέα με πλούσιο ορίζοντα προς την κοιλάδα του Αλφειού που απλώνεται νοτιοδυτικά και τα χωριά της Ηλείας στο βάθος.
  Οι κάτοικοι του χωριού έχουν κάνει μεγάλες προσπάθειες ώστε το χωριό να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στην κοινοοικονομική ανάπτυξη της περιοχής. Αξιόλογη είναι και η συνεισφορά των ομογενών Ραφταίων στο χωριό τους. Στο χωριό υπάρχουν αρκετά καταστήματα, ταβέρνες, καφενεία, ξενώνας της Αδελφότητας Ραφταίων (τηλ. 0795-31930), πισίνα, αθλητικό κέντρο και παιδική χαρά σε ωραία διαμορφωμένο χώρο. Συμπαθητική είναι και η κεντρική πλατεία του χωριού. Οι κάτοικοι ασχολούνται όπως σε όλα τα γύρω χωριά με την κτηνοτροφία και γεωργία.
  Πανέμορφη είναι η πετρόκτιστη εκκλησία του Αγίου Δημητρίου στην είσοδο του χωριού, χτισμένη το 1901. Απέναντι από το ναό είναι η προτομή του πρωτοκλέφτη Θανάση Ραφτιώτη. Λίγο πριν την είσοδο στο χωριό, και απέναντι από τον επαρχιακό δρόμο, διακρίνεται κολλημένο σε απότομο βράχο το Ασκηταριό των Μεγίστων Ταγιαρχών (1697) με το μικρό εκκλησάκι του, ένας τόπος που χρησίμευσε σαν καταφύγιο των ντόπιων κατά τον αγώνα του 21. Σε κοντινή απόσταση και αρκετά χαμηλότερα σώζονται σφηνωμένες ανάμεσα στα βράχια ενετικές πολεμίστρες που και αυτές υπήρξαν καταφύγιο κατά τις περιόδους των διωγμών στην Τουρκοκρατία. Και οι δύο θέσεις είναι ορατές και προσβάσιμες με μονοπάτια από τον επαρχιακό δρόμο.
  Η περιοχή παράγει εξαιρετικής ποιότητας τυροκομικά προϊόντα που προσφέρονται για αγορά.
  Από εδώ μπορεί κανείς να κατευθυνθεί προς τα υπόλοιπα χωριά της Ηραίας. Ο επαρχιακός δρόμος συνεχίζει προς τα χωριά Παλούμπα, Ψάρι και Σέρβου, ενώ ένας δρόμος αριστερά κατηφορίζει προς τον Αλφειό, περνώντας από τα χωριά Αγάλω, Κοκκοράς, Κακουραίικα, Λουτρά Ηραίας και Ριζοσπηλιά.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΡΑΧΕΣ (Χωριό) ΤΡΟΠΑΙΑ
  Μικρό ορεινό χωριό της Γορτυνίας και του δήμου Τροπαίων. Είναι πατρίδα του Αθ. Νικολόπουλου σημαιοφόρου του Θ. Κολοκοτρώνη. Ξεχωρίζει η εκκλησία του χωριού, η Αγία Τριάδα. Κοντά στο χωριό υπάρχει πηγή με θειούχο νερό.

ΡΙΖΟΣΠΗΛΙΑ (Χωριό) ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ
  Η Ριζοσπηλιά, βρίσκεται 19 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Δημητσάνας, δίπλα στον οδικό άξονα Δημητσάνα Λουτρά Ηραίας, και φτάνει κανείς εκεί αφού διασχίσει τη Ζάτουνα και την Παναγιά. Είναι χτισμένη στην τελευταία πλαγιά του όρους Εχτίχοβα, λίγο πριν την απόληξή του στον Αλφειό ποταμό, και αποτελείται από δύο οικισμούς. Από την Άνω και από την Κάτω Ριζοσπηλιά, οι οποίες απέχουν μεταξύ τους 1500 περίπου μέτρα, και το υψόμετρό τους είναι 420 μ. η Άνω Ριζοσπηλιά, και 300 μ. η Κάτω.
  Το αρχικό όνομα και των δύο οικισμών του χωριού ήταν Στρούζα, ή στον πληθυντικό οι Στρούζες, αφού έτσι απαντώνται πολλές φορές μέσα στις ιστορικές πηγές, ενώ η μετονομασία τους σε Ριζοσπηλιά, έγινε με ανάλογα διατάγματα τα έτη 1927 και 1930. Και ενώ μέσα στην πρώτη επίσημη εμφάνιση των οικισμών του έτους 1836, οι Στρούζες ανήκαν στο Δήμο Βουφαγίων, με τις ανακατατάξεις του 1912, η Κάτω Ριζοσπηλιά προσαρτήθηκε στο Δήμο Γόρτυνος με το όνομα Κοκορίτσα. Αργότερα, το έτος 1927 μετονομάστηκε Μικροχώρι και το 1930 αναγνωρίστηκε ως αυτοτελής οικισμός με το όνομα Κάτω Ριζοσπηλιά. Αναφορικά με την ιστορία και των δύο οικισμών της Ριζοσπηλιάς, μέχρι σήμερα, η επιστημονική έρευνα δεν έχει εξετάσει επαρκώς την ιστορική τους πορεία μέσα στους αιώνες που πέρασαν.
  Η πρώτη πάντως γραπτή μαρτυρία που έχει άμεση σχέση με το όνομα του χωριού, προέρχεται από τον κώδικα της μονής Αιμυαλών, τον οποίο δημοσίευσε η Ιωάννα Γιανναροπούλου μέσα στα Γορτυνιακά, τ. Α', Αθήναι 1972, με τίτλο: Ποικίλα σημειώματα εκ Γορτυνιακών κτητορικών κωδίκων, Α' Κώδιξ μονής Αιμυαλών (υπ αριθ. 146), σσ. 303-390, μέσα στον οποίο, το έτος 1623, υπάρχει καταχωρημένο το όνομα Δήμος Στρούζας. Σύμφωνα με την άποψη του ιστορικού και ειδικού Πελοποννησιολόγου ερευνητή, Τάσου Γριτσόπουλου, το καταχωρημένο ως επώνυμο Στρούζας, είναι πολύ πιθανό να καταχωρήθηκε ως δηλωτικό του χωριού καταγωγής του ατόμου, και να μην αφορά το πραγματικό επώνυμό του, γεγονός το οποίο αποδίδει σε κάποιον ειδικό λόγο διάκρισης του ατόμου από κάποιον άλλο, η ακόμη και σε σφάλμα εκείνου που έκανε την καταχώρηση, λόγω αμάθειας. Η επόμενη γραπτή μαρτυρία αλλά με σαφή αναφορά στο όνομα του χωριού "της Στρούζας", προέρχεται από ένα Ενετικό έγγραφο που βρίσκεται μέσα στα αρχεία της μονής Φιλοσόφου, το οποίο δημοσίευσε ο Τάσος Γριτσόπουλος μέσα στο βιβλίο του Μονή Φιλοσόφου, εν Αθήναις 1960. Πρόκειται για ένα έγγραφο του έτους 1694, κατεστραμένου σχεδόν στο σύνολό του λόγω φθοράς, μέσα στο οποίο υπάρχει αυτή η σαφής αναφορά στο όνομα του χωριού της Στρούζας.
  Με βάση τις αδιάσειστες αυτές ιστορικές μαρτυρίες, και με δεδομένο το γεγονός ότι, η καθιέρωση του ονόματος ενός χωριού προϋποθέτει ύπαρξη πρότερου βίου, ο οποίος στις περισσότερες περιπτώσεις, συνήθως, υπολογίζεται περισσότερο του ενός αιώνα, είναι προφανές ότι, η αρχική κατοίκηση και συνεπώς το ιδρυτικό έτος της Στρούζας, θα πρέπει να τοποθετηθεί τουλάχιστον μέσα στο 16ο αιώνα (1500-1600). Το γεγονός ότι, το χωριό δεν καταγράφεται μέσα στην απογραφή πληθυσμού του έτους 1700, που πραγματοποίησαν οι Βενετοί κατακτητές (1685-1715) στην περιοχή, και είναι γνωστή ως απογραφή του Βενετού προνοητή Francesco Grimani, σε απόλυτη σχέση με το γεγονός ότι, έξι (6) χρόνια νωρίτερα, οι ίδιοι την καταγράφουν σε έγγραφό τους ως χωριό, είναι ένα ζήτημα το οποίο απαιτεί έρευνα, το αποτέλεσμα της οποίας θα συμβάλει στην ανάδειξη του ιδρυτικού της έτους. Κινούμενοι προς αυτή την κατεύθυνση, αναφέρουμε ότι, μεταξύ των δύο οικισμών, λίγα μέτρα δίπλα από την "παλιόβρυση του Πατρινού", υπάρχουν διάσπαρτα αρκετά ερειπωμένα κτίσματα, "τα χαλάσματα" όπως τα αποκαλούν οι Ριζοσπηλιώτες, τα οποία, κατά την άποψή τους, είναι κατάλοιπα του αρχικού οικισμού του χωριού τους. Επίσης, στο δρόμο που οδηγεί από την Κάτω Ριζοσπηλιά προς το χωριό Παλιόκαστρο, πεντακόσια περίπου μέτρα μετά τον οικισμό, πάνω σε έναν μικρό λοφίσκο που βρίσκεται αριστερά του δρόμου, υπάρχει μια περιοχή ονομαζόμενη "το Παλιοχώρι", στα όρια της οποίας υπάρχουν ίχνη παλιού οικισμού.
  Κύρια ασχολία των κατοίκων ήταν η Γεωργία, η κτηνοτροφία, και η ελαιοπαραγωγή, αφού το χωριό έχει μεγάλους ελαιώνες, λόγος για τον οποίο στο παρελθόν, μέσα και έξω από το χωριό λειτουργούσαν αρκετά λιοτρίβια. Στις διάφορες απογραφές, ο πληθυσμός και των δύο οικισμών της Ριζοσπηλιάς ανά έτος ήταν: Το 1829 είχε 135 κατοίκους, το 1849 162, το 1851 191, το 1861 148, το 1879 144, το 1889 226, το 1896 187, το 1907 173, το 1920 181, το 1928 169, το 1940 175, το 1951 218, το 1961 195, το 1971 128, το 1981 81, το 1991 71, ενώ στην απογραφή του 2001 απογράφηκαν 56 άτομα. Τους χειμερινούς μήνες στη Ριζοσπηλιά κατοικούν εξήντα περίπου μόνιμοι κάτοικοι, ενώ το καλοκαίρι ο αριθμός τους υπερβαίνει τους εκατό.
  Τα σπίτια και των δύο οικισμών με τους μεγάλους και καταπράσινους κήπους τους, είναι αραιοχτισμένα στην κατάφυτη πλαγιά, ενώ στο κέντρο και των δύο οικισμών βρίσκονται οι πλατείες τους. Στο διάστημα μεταξύ των δύο οικισμών, είναι χτισμένος ο μητροπολιτικός ναός του Αγίου Νικολάου, και ακριβώς δίπλα του βρίσκεται το σχολείο των οικισμών. Λίγα μέτρα πιο κάτω από τον Αγιο Νικόλαο, βρίσκεται η παλιά παραδοσιακή βρύση "η παλιόβρυση του Πατρινού", όπως την αποκαλούν οι Ριζοσπηλιώτες, από την οποία υδρευόταν η Ανω Ριζοσπηλιά. Βόρεια της βρύσης αυτής, και σε απόσταση πεντακοσίων περίπου μέτρων, βρίσκεται το ξωκλήσι της Παναγίτσας, η μνήμη της οποίας τιμάται στις 23 Αυγούστου, ενώ λίγα μέτρα βορειότερα, και σε απόσταση εκατό περίπου μέτρων από τα τελευταία σπίτια της Ανω Ριζοσπηλιάς, βρίσκεται και το ξωκλήσι της Αγίας Κυριακής. Στα τελευταία σπίτια νοτιοδυτικά της Κάτω Ριζοσπηλιάς, βρίσκεται το ξωκλήσι των Αγίων Θεοδώρων, και ακριβώς δίπλα του η ομώνυμη πηγή από την οποία υδρευόταν ο οικισμός. Στα παλαιότερα χρόνια, στο ξωκλήσι αυτό, στην εορτή του Αγίου Πνεύματος, γινόταν μεγάλο πανηγύρι που διαρκούσε τρεις ημέρες.
  Η περιοχή ιδιοκτησίας της Ριζοσπηλιάς, κατάφυτη από ελαιώνες, καταλήγει στον έφορο παρόχθιο κάμπο του Αλφειού ποταμού. Στον Αλφειό, καταλήγουν επίσης και τα όρια του Δήμου Δημητσάνης αλλά του νομού Αρκαδίας, αφού στην άλλη όχθη του ποταμού αρχίζουν τα όρια του νομού Ηλείας.
Στην Αθήνα λειτουργεί ο Σύλλογος των Ριζοσπηλιωτών, όπου διοργανώνει πολλές και ποικίλες πολιτιστικές εκδηλώσεις.
Κείμενο: Γεώργιος Παν. Θεοχάρης.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Δημητσάνης


ΣΑΡΑΚΙΝΙΟ (Χωριό) ΓΟΡΤΥΣ
Χτισμένο κοντά στον Αλφειό και δίπλα στο βουνό Καλογριά. Οι Σαρακινιώτες ήρθαν από την Κωνσταντινούπολη και αφού πέρασαν τον Αλφειό ποταμό εγκαταστάθηκαν στη γύρω περιοχή (θέση Καλουπιανά - Καλουπάκι). Απαντάται ήδη από το 1665. Στην περιοχή αυτή υπήρχαν πηγές με αρκετό νερό. Οι βρύσες "Ζούλα" και "Λούτσα" αποτελούν ιστορικά μνημεία του χωριού

ΣΑΡΑΚΙΝΙΟ ΗΡΑΙΑΣ (Χωριό) ΗΡΑΙΑ
  Ορεινό μικρό χωριό της Ηραίας μετά το Παλούμπα. Στο γραφείο της κοινότητας υπάρχει μικρή λαογραφική συλλογή. Ο δρόμος συνεχίζει για τη Λυσσαρέα που απέχει 3 χιλ. Μια εξαιρετικού ενδιαφέροντος διαδρομή, ξεκινάει από το Παλούμπα με κατεύθυνση προς την αριστερή ορεινή πλευρά του και προορισμό το Σαρακίνι, ένα παραδοσιακό μικρό γραφικό χωριό, που προσφέρεται για ρομαντικό - φυσιολατρικό περίπατο αλλά και για μια επίσκεψη στην εξαιρετικού λαογραφικού ενδιαφέροντος συλλογή, που στεγάζεται στο κοινοτικό γραφείο.

Το κείμενο παρατίθεται τον Φεβρουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του Δήμου Ηραίας


ΣΕΡΒΟΣ (Χωριό) ΗΡΑΙΑ
  Ο Σέρβος (ή του Σέρβου) είναι ένα ορεινό γραφικό χωριό του Δήμου Ηραίας. Με τη γραφικότητά του και τη φυσική του θέση αποτελεί αληθινή έκπληξη για τον επισκέπτη. Το υψόμετρο στην πλατεία του χωριού είναι 1060 μ. και η εδαφική έκτασή του είναι 37 τετρ. χιλ. Στο δρόμο από τη Βυτίνα προς τη Δημητσάνα και στην πρώτη γέφυρα του Λούσιου (Καρκαλούς) ξεκινά δρόμος που μετά από μια ωραία ελικοειδή ορεινή διαδρομή 10.5 χιλ φτάνει στο χωριό. Στο ενδιάμεσο της διαδρομής μπορεί κανείς να απολαύσει προς τα δεξιά μια όμορφη θέα προς τα Λαγκάδια. Στο χωριό μπορεί ακόμα κανείς να φτάσει, παίρνοντας από τη Δημητσάνα, μέσω Ζάτουνας και Ράφτη. Η ονομασία του χωριού οφείλεται στην πρώτη εποίκηση στην περιοχή ενός Σέρβου τσοπάνου. Κατοικείται από 250 κατοίκους περίπου κατά το μεγαλύτερο διάστημα του έτους (άνοιξη - καλοκαίρι), ενώ το χειμώνα κρατά περίπου 50 κατοίκους.
  Το χωριό έχει παλιά παραδοσιακά πετρόκτιστα σπίτια χτισμένα αμφιθεατρικά στην πλαγιά του βουνού. Ξεχωρίζει η πετρόκτιστη εκκλησία της Ζωοδόχου Πηγής (1872) στο πάνω χωριό με χαρακτηριστικό οκταγωνικό τρούλο, όμορφο τέμπλο και περίτεχνο πέτρινο μωσαϊκό. Ομορφη είναι επίσης η αρκετά νεώτερη εκκλησία - μητροπολιτικός ναός του χωριού - της Παναγίας, στην πλατεία του χωριού, με το επιβλητικό πέτρινο καμπαναριό.
  Στην είσοδο του χωριού είναι η βρύση "Σουλινάρι" και η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής που χτίστηκε το 1877. Δίπλα της του παπά το λιθάρι. Σύμφωνα με την παράδοση, όταν ο τοπικός Τούρκος αγάς επιχείρησε να εισβάλει με το άλογό του μέσα στην εκκλησία, ο παπάς προσευχήθηκε πάνω από την πέτρα και το άλογο αφήνιασε και έριξε τον αγά κάτω. Στο δρόμο για την Τρίπολη συναντάμε το Σωρό της Γριάς με τον αρχαίο Τύμβο. Στο σημείο αυτό το 11-5-1826 οι Ελληνες με αρχηγούς τους Δημητράκη Πλαπούτα και Φώτη Δάρα νίκησαν τις ορδές του Ιμπραήμ. Σε κοντινή θέση και σύμφωνα με τοπικό θρύλο, απολιθώθηκε μια γριά με τα πρόβατά της και το λεβέντη της, από όπου πήρε και το όνομα η τοποθεσία. Ενδιαφέρον παρουσιάζει τέλος και το σπίτι του οπλαρχηγού Φ. Δάρα με τα ανάγλυφα στα αγκωνάρια και το οικόσημο στο υπέρθυρο. Τέλος, υπάρχουν αρκετές παραδοσιακές πετρόχτιστες βρύσες.
  Το χωριό έχει - ιδιαίτερα από την πλατεία - εξαιρετική θέα στη γύρω περιοχή με εκτεταμένο ορίζοντα. Διακρίνονται τα χωριά Λικούρεση και Ψάρι όπως επίσης και η Ανδρίτσαινα στα νότια. Στο βάθος, προς την Ηλεία, η θάλασσα.
  Ο ευρύτερος χώρος, δυτικά και ανατολικά του σημερινού χωριού, εκατοικείτο από τους πρώτους αιώνες της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Αυτό μαρτυρούν τουλάχιστον τα διάφορα ευρήματα που έχουν έλθει στο φως κατά την καλλιέργεια και το σκάψιμο της άγονης γης. Του Σέρβου εμφανίζεται για πρώτη φορά κατά την απογραφή του 1461. Εκατοικείτο όμως και προ του 1440, διότι σύμφωνα με γραπτές μαρτυρίες, την εποχή εκείνη ο οικισμός Λατζέϊκα κοντά στο χωριό Λάλα της Αχαϊας εκατοικείτο από Σερβαίους κτηνοτρόφους.
  Το 1735 ήλθε στου Σέρβου σαν φυγάς από τους Ντρέδες της Τριφυλλίας ο Ι. Δάρας, οποίος και περιέθαλψε 20 χρόνια αργότερα τον Κόλια Πλαπούτα. Στον ξεσηκωμό του 1821 το χωριό έλαβε ενεργό μέρος με πρωτεργάτες τον οπλαρχηγό Φ. Δάρα, εγγονό του Ι. Δάρα και γαμπρό και γραμματικό του οπλαρχηγού Δ. Πλαπούτα, όπως και τον Παπασχίζα.
  Ο πληθυσμός του χωριού ασχολείτο κατ' εξοχή με την κτηνοτροφία και λιγότερο με τη γεωργία. Αργότερα πολλοί κάτοικοι ασχολήθηκαν με τις κατασκευές σαν κτίστες, όπου και διέπρεψαν δημιουργώντας μεγάλη παράδοση, καθώς και με το εμπόριο. Μάλιστα ο γιός του αγωνιστού Φ. Δάρα Δημήτριος διέπρεψε το τελευταίο τέταρτο του 19 αιώνα ως μεγαλέμπορος στην Πάτρα, ευνοηθείς από την φυλλοξήρα που ενέσκυψε τότε στους αμπελώνες της Ευρώπης. Αργότερα τα παιδιά των κτιστών στράφηκαν προς τις τέχνες, τις επιστήμες και το εμπόριο όπου πολλοί από αυτούς διακρίθηκαν.
  Ο δρόμος από του Σέρβου οδηγεί στα χωριά της Ηραίας, Ψάρι, Παλούμπα, Σαρακήνι και Λυσσαρέα. Κοντά στο χωριό είναι ο οικισμός Αράπηδες.

Το κείμενο παρατίθεται τον Φεβρουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΣΟΥΔΕΛΗ (Οικισμός) ΚΟΝΤΟΒΑΖΑΙΝΑ
  Μικρός οικισμός κοντά στο Βελημάχι, στο δρόμο για την Κοντοβάζαινα. Είναι χτισμένος σε πλαγιά του Αφροδίσιου όρους σε καταπράσινο φυσικό περιβάλλον.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΣΠΑΘΑΡΗΣ (Χωριό) ΤΡΟΠΑΙΑ
  Χωριό του δήμου Τροπαίων. Ανήκει στην ευρύτερη περιοχή της αρχαίας Θέλπουσας. Πάνω σε απότομο βράχο κοντά στο χωριό υπάρχουν ίχνη αρχαίας πόλης και μεσαιωνικόυ οικισμού που δεν έχουν ακόμα ανασκαφεί. Στην περιοχή υπάρχει η πηγή Κάλλονα.
  Επί Τουρκοκρατίας το χωριό ήταν γνωστό για δύο ιστορικές σπηλιές που βρίσκονται σε δυσπρόσιτους βράχους ΒΔ του χωριού, στις όχθες του Λάδωνα. Στις σπηλιές αυτές, που ονομάζονταν "μαγαζιά", αποθηκεύονταν τρόφιμα για τις ανάγκες του αγώνα. Σε αυτές ακόμα κατέφευγαν για προστασία τα γυναικόπαιδα όπως και οι Κολοκοτρωναίοι και οι Δεληγιάννηδες.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΣΤΑΥΡΟΔΡΟΜΙ (Χωριό) ΤΡΟΠΑΙΑ
  Το χωριό Σταυροδρόμι βρίσκεται πάνω στο δρόμο Ολυμπίας-Λαγκαδίων και είναι χτισμένο σε καταπράσινο ύψωμα. Βρίσκεται στη βόρεια πλευρά του φαραγγιού Τουθόα. Ξεχωρίζει η εκκλησία του χωριού που είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Στην τοποθεσία Μουρνιά υπάρχει πηγή.
  Από το χωριό ξεκινά ο δρόμος που οδηγεί στο Βυζίκι και στα Τρόπαια.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΣΤΕΜΝΙΤΣΑ (Χωριό) ΤΡΙΚΟΛΩΝΕΣ
  Σε απόσταση 45 χιλ. δυτικά της Τρίπολης βρίσκεται η Στεμνίτσα, ή Υψούς, ένα γραφικότατο ορεινό χωριό, από τα πιο όμορφα και ιστορικά χωριά της Αρκαδίας και της Πελοποννήσου. Χτισμένη αμφιθεατρικά στις δυτικές πλαγιές πλαγιές του Μαινάλου, στους πρόποδες της Κλινίτσας και σε υψόμετρο 1100μ, γοητεύει με την παραδοσιακή αρχιτεκτονική της, τα αρχοντικά της, τις ωραίες βυζαντινές εκκλησίες, τα γραφικά καλντερίμια της που χάνονται μέσα στις καρυδιές και τις κερασιές, τα πέτρινα κεφαλόβρυσα κάτω από τη σκιά αιωνόβιων πλατάνων και με τη μεγαλειώδη θέα των απόκρημνων κορυφών που την περιβάλλουν.
   Με πλουσιότατη παράδοση και σημαντικότατη ιστορία, η Στεμνίτσα αποτελεί μαζί με τη Δημητσάνα και τη Βυτίνα κεντρικό πόλο έλξης σε ολόκληρη την περιοχή του Μαινάλου. Συγχρόνως είναι έδρα του Δήμου Τρικολώνων. Η φυσική θέση του χωριού ανάμεσα στο ελατόδασος του Μαινάλου και του φαραγγιού του Λούσιου, η γραφικότητά του και η γειτνίασή του με τα αξιοθέατα της ευρύτερης περιοχής, το καθιστούν ιδεώδη τόπο για χειμερινές διακοπές και παραθεριστικό κέντρο. Στο χωριό λειτουργεί ξενοδοχείο, ξενώνες, ταβέρνες και καφετέριες. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα διοργανώνονται σημαντικά συνέδρια περιφερειακής και πανελλήνιας εμβέλειας.
   Η Στεμνίτσα εντυπωσιάζει και με τις πολλές παλιές και σημαντικότατες μεταβυζαντινές εκκλησίες της (18) που λειτουργούν μέχρι σήμερα. Ξεχωρίζουν η Ζωοδόχος Πηγή (15ος αιώνας), οι Τρεις Ιεράρχες (17ος αιώνας), ο Αγιος Νικόλαος (14ος αιώνας) και η Παναγία η Μπαφέρω (12ος αιώνας) πάνω στο ύψωμα "Κάστρο" που δεσπόζει στον οικισμό. Στο ύψωμα αυτό υπήρχε μεσαιωνικό κάστρο. Γραφικό καλντερίμι οδηγεί από την κεντρική πλατεία στην κορυφή του, που έχει έξοχη θέα προς το χωριό και στο φαράγγι του Λούσιου. Εκεί βρίσκεται ηρώο αφιερωμένο στους αγωνιστές του 21 από την περιοχή. Η γειτονιά του Κάστρου έχει πολλά γραφικά σπίτια, όπως και σπίτια επωνύμων Στεμνιτσιωτών (οικία Ροϊλού κ.ά.).
   Στο χωριό υπάρχει πλουσιότατο λαογραφικό μουσείο το οποίο στεγάζεται στο αρχοντικό Χατζή (του 18ου αιώνα) και περιέχε αναπαραστάσεις εργαστηρίων παραδοσιακών επαγγελμάτων, όπως και το Νικολετοπούλειο Πνευματικό Κέντρο, που στεγάζεται στο αναπαλαιωμένο δημοτικό σχολείο. Στην όμορφη κεντρική πλατεία το χωριού δεσπόζει το καμπαναριό του Αγίου Γεωργίου, κατασκευασμένο από λευκή πελεκητή πέτρα και χτισμένο το 1877. Δίπλα βρίσκεται το όμορφο κτίριο του Δημαρχείου Τρικολώνων.
   Την βυζαντινή περίοδο η Στεμνίτσα γνώρισε ιδιαίτερη ακμή όταν άνθισε εκεί η βιοτεχνία κατασκευής καμπάνας. Το καλοκαίρι του 1821 αποτέλεσε για ένα μήνα την πρωτεύουσα της Ελλάδος. Η Πρώτη Πελοποννησιακή Γερουσία συνεδρίασε σε ένα κελί της μονής της Ζωοδόχου Πηγής, που βρίσκεται στην πλαγιά του βουνού πάνω από το χωριό. Εδώ επίσης αποσύρθηκε για μια περίοδο ο Θ. Κολοκοτρώνης μετά το θάνατο του γιου του στην εμφύλια διαμάχη.
   Το χωριό υπήρξε σημαντικό κέντρο χρυσοχοΐας και αργυροτεχνίας. Πολλοί γνωστοί χρυσοχόοι κατάγονται από εδώ. Στη Στεμνίτσα λειτουργεί μέχρι και σήμερα Μέση Τεχνική Σχολή Αργυροχρυσοχοΐας (διετούς φοίτησης) η οποία στεγάζεται σε όμορφο πετρόκτιστο και καλοσυντηρημένο κτίριο (τηλ. 0710-81227), όπως και καταστήματα και εργαστήρια αργυροτεχνίας. Η Στεμνίτσα φημίζεται επίσης για τα τοπικά γλυκά (μπουρέκια, δίπλες κλπ) και ζυμαρικά, που πωλούνται σε κεντρικά καταστήματα.
   Από τη Στεμνίτσα μπορεί κανείς να επισκεφτεί το φαράγγι του Λούσιου και το βυζαντινό μοναστήρι του Τιμίου Προδρόμου, με τις αξιόλογες εικόνες του 14ου και 16ου αιώνα και με σημαντική βιβλιοθήκη, που είναι χτισμένο πάνω σε βράχο σε πανέμορφη τοποθεσία, όπως και τις πηγές των Αθανάτων, όπου σύμφωνα με τον Παυσανία, λούστηκε μικρός ο Δίας. Στη περιοχή οδηγεί αμαξιτός δρόμος λίγο έξω από το χωριό. Στη Στεμνίτσα φθάνει κανείς από τη Βυτίνα, μέσω Δημητσάνας (7 χιλ.), ή από την Τρίπολη διανύοντας την περιοχή του Φαλάνθου. Και οι δύο διαδρομές είναι υπέροχες. Κοντά στο χωριό και προς στην κατεύθυνση της Τρίπολης απλώνεται το ελατόδασος του Μαινάλου, όπου μπορεί κανείς να επισκεφτεί το Λιμποβίσι και το Χρυσοβίτσι. Η διαδρομή είναι από τις πιο όμορφες της Αρκαδίας. Κοντά στη Στεμνίτσα βρίσκεται επίσης το Ελληνικό, από όπου μπορεί κανείς να επισκεφτεί την Αρχαία Γόρτυνα.

Το κείμενο παρατίθεται τον Φεβρουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΣΥΡΝΑ (Χωριό) ΤΡΙΚΟΛΩΝΕΣ
  Η Σύρνα είναι ένα μικρό ορεινό χωριό χτισμένο σε υψόμετρο 750 μ. στις πλαγιές του Μαινάλου. Βρίσκεται κοντά στη Στεμνίτσα (7 χιλ), το Ελληνικό (5 χιλ) και τη Μεγαλόπολη (15 χιλ.). Εχει 80 περίπου μονίμους κατοίκους (250 ψηφοφόροι). Υπάγεται στο Δήμο Τρικολώνων.
  Αξιόλογη είναι η εκκλησία του χωριού, η Ευαγγελίστρια, η οποία πανηγυρίζει του Ευαγγελισμού. Μεγάλο διήμερο πανηγύρι γίνεται τον Δεκαπενταύγουστο, στις 23 Αυγούστου, με πολύ κόσμο από την Αθήνα και όλα τα περίχωρα.
  O δρόμος συνεχίζει για τα χωριά Ψάρι, Παλαμάρι και Παύλια.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


ΤΕΥΘΙΣ (Αρχαία πόλη) ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ
  Η αρχαία Τεύθις μας αναφέρθηκε για πρώτη φορά από τον μεγάλο αρχαίο περιηγητή Παυσανία, ο οποίος την επισκέφθηκε τo 174 μ.Χ. και μας τηv περιέγραψε στα "Αρκαδικά" τoυ.
  Στο πέρασμα των αιώνων, η ταύτιση της Τεύθιδος με τη σημερινή της θέση, υπήρξε αντικείμενο μελέτης πολλών ελλήνων και ξένων ερευνητών. Ο πρώτος που εξέφρασε την άποψη ότι τα διάσπαρτα ερείπια που υπάρχουν μέσα στην πόλη της Δημητσάνας ανήκουν στην αρχαία Τεύθι, ήταν ο Άγγλος περιηγητής William Martin Leake που την επισκέφθηκε στις 21 Μαΐου 1805, ενώ βρισκόταν σε διπλωματική και συγχρόνως κατασκοπευτική αποστολή της κυβερνήσεώς του. Αργότερα, η ταύτιση αυτή του Αγγλου διπλωμάτη, ο οποίος είχε ξεναγηθεί στα αρχαία ερείπια της Δημητσάνας, βρήκε σύμφωνους αρκετούς μεταγενέστερους ερευνητές και ισχύει μέχρι και σήμερα. Στο μέλλον, για όσο χρονικό διάστημα θα υπάρχει έλλειψη επιγραφικών μαρτυριών, αδιάσειστων δηλαδή στοιχείων που θα μας βεβαιώσουν απόλυτα το αντίθετο, στην διεθνή επιστημονική κοινότητα η Τεύθις θα παραμένει στη θέση της σημερινής Δημητσάνας.
  Από τα σωζόμενα τμήματα του τείχους που υπάρχουν μέσα στη Δημητσάνα, οι ερευνητές πιστεύουν ότι η Ακρόπολη της αρχαίας Τεύθιδος, ήταν χτισμένη στην περιοχή του λόφου πάνω στον οποίο βρίσκονται σήμερα οι συνοικίες του Κάστρου και της Πλάτσας. Από τα πολλά και σημαντικά κατάλοιπα της Τεύθιδος, που στο παρελθόν έχουν βρεθεί διάσπαρτα σε διάφορα σημεία της πόλης, οι ερευνητές εκφράζουν την άποψη ότι, η σημερινή Δημητσάνα καταλαμβάνει τον ίδιο σχεδόν χώρο που κατείχε και η Τεύθις.
Κείμενο: Γεωργίου Παν. Θεοχάρη

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Δημητσάνης


Έχετε τη δυνατότητα να δείτε περισσότερες πληροφορίες για γειτονικές ή/και ευρύτερες περιοχές επιλέγοντας μία από τις παρακάτω κατηγορίες και πατώντας το "περισσότερα":

GTP Headlines

Λάβετε το καθημερινό newsletter με τα πιο σημαντικά νέα της τουριστικής βιομηχανίας.

Εγγραφείτε τώρα!
Greek Travel Pages: Η βίβλος του Τουριστικού επαγγελματία. Αγορά online

Αναχωρησεις πλοιων

Διαφημίσεις

ΕΣΠΑ