Εμφανίζονται 100 (επί συνόλου 172) τίτλοι με αναζήτηση: Πληροφορίες για τον τόπο στην ευρύτερη περιοχή: "ΕΒΡΟΣ Νομός ΕΛΛΑΔΑ" .
ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟ (Πόλη) ΕΒΡΟΣ
Η προέλευση του ονόματος Διδυμότειχο απασχόλησε από παλιά τους ερευνητές.
Σήμερα έχει πλέον οριστικά απορριφθεί η άποψη ότι ήθελε την πόλη να παίρνει το
όνομά της από το προτείχισμα που ως δεύτερο τείχος εκτείνεται μπροστά από την
οχύρωση στο βορειανατολικό της τμήμα. Γενικά αποδεκτό είναι πλέον, ότι Διδυμότειχο
σημαίνει "διδυμάρικο κάστρο", δύο δηλαδή οχυρωματικούς περιβόλους, έναν
στο λόφο της Αγίας Πέτρας, στο νοτιοανατολικό άκρο της πόλης, όπου και η ρωμαϊκή
Πλωτινούπολη και τον άλλο στο δυτικό, επί του λόφου Καλέ, όπου και σώζεται το
βυζαντινό κάστρο. Η σχέση των δύο αυτών κάστρων ήταν για κάποια περίοδο παράλληλη
κατά το σχήμα Β.
Το κάστρο του Διδυμοτείχου είναι ένα από τα μεγαλύτερα και σημαντικότερα
των Βαλκανίων. Τα τείχη σώζονται σε μήκος περίπου 1 χιλιομέτρου και ύψους έως
12 μ. Η επιμήκης τοιχοδομία διακόπτεται από τετράγωνους, κυκλικούς ή πενταγωνικούς
πύργους. Κατά διαστήματα σώζεται η πρώτη φάση των τειχών, μια τυπική Ιουστινιάνεια
τοιχοποιία που καλύπτεται από εκτεταμένες επισκευές προερχόμενες από όλες τις
περιόδους της βυζαντινής και της πρώιμης οθωμανικής ιστορίας.
Από τις πύλες εντυπωσιάζουν οι διπλές "Νερόπορτες", στο
ΝΔ άκρο του περιβόλου, δίπλα στο ποτάμι. Η κεντρική προς την κάτω πόλη πύλη θα
ήταν οι Καλέπορτες ή Καστρόπορτες, ενώ οι Σαραϊόπορτες θα οδηγούσαν, όπως φανερώνει
και το όνομά τους στα ανάκτορα, στο υψηλότερο σημείο του λόφου.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα μονογράμματα επί των πύργων.
Σε μεσοβυζαντινό τετράγωνο πύργο της Βορειοανατολικής πλευράς διαβάζουμε χαραγμένο
σε πλάκα το "ΚΟΜΝΗΝΟΥ". Επάνω σε κάποιους από τους στρογγυλούς πύργους
που όπως και το σύνολος των τειχών γνώρισαν εκτεταμένη επισκευή στα 1351/2 συναντάμε
το μονόγραμμα του τότε στρατιωτικού διοικητή της πόλης υπό τον Ιωάννη ΣΤ Καντακουζηνό,
πρωτοστράτορα Κωνσταντίνου Ταρχανειώτη. Ο ένας από τους πύργους αυτούς, ο νοτιοανατολικός,
είναι γνωστός ως πύργος της βασιλοπούλας και συνδέεται με την γνωστή παράδοση
της πτώσης της από τις επάλξεις μετά την κατάληψη της πόλης από τους Οθωμανούς
Τούρκους.
Στο Βόρειο άκρο της οχύρωσης συναντάμε μέσα στο ποτάμι στρογγυλό πύργο,
το Πεντάζωνο που αποτελούσε το πηγάδι-δεξαμενή για την συγκέντρωση του νερού σε
καταστάσεις αποκλεισμού του κάστρου.
Μέσα στο κάστρο μπορεί κανείς να δει τα λαξευμένα στο μαλακό ασβεστολιθικό
βράχο υπόσκαφα, τους βοηθητικούς χώρους, αποθήκες ή δεξαμενές των οικιών των βυζαντινών
κατοίκων του οικισμού. Επίσης το υστεροβυζαντινό ταφικό ναϋδριο της Αγίας Αικατερίνης
και το ταφικό, κτισμένο από βασιλικό ζεύγος παρεκκλήσι δίπλα-δίπλα με τη "φυλακή
του Καρόλου του ΙΒ, βασιλιά της Σουηδίας" που πέρασε ένα χρόνο περιορισμένος
στην πόλη. Ακόμη τους μεταβυζαντινούς ναούς με τα θαυμάσια ξυλόγλυπτα τέμπλα,
το προσκυνητάρι του Αγίου Δημητρίου με την εντοιχισμένη βυζαντινή επιτύμβια στήλη
του Ανδρόνικου Ραούλ Ασάνη Παλαιολόγου και άλλα, ενώ οι επιχώσεις αιώνων κρύβουν
πολλά περισσότερα για τους ερευνητές.
Όλα αυτά αποτελούν τα ίχνη μίας λαμπρής ιστορίας που έφθασε στο απόγειό
της κατά τους υστεροβυζαντινούς χρόνους, όταν η πόλη αποτέλεσε μια δεύτερη πρωτεύουσα
της Αυτοκρατορίας, έδρα αυτοκράτορα στους εμφυλίους πολέμους του 14ου αιώνα, λίκνο
γέννησης αυτοκρατόρων, τόπο συγκέντρωσης της στρατιάς, υποδοχής ξένων επισήμων,
φυλάκισης των επικίνδυνων αντιπάλων του καθεστώτος, αγαπημένο τόπο για κυνήγι.
Εδώ φόρεσε το 1341 ο Ιωάννης ο ΣΤ ο Καντακουζηνός το αυτοκρατορικό στέμμα, εδώ
αγορεύθηκε από τους ντόπιους αυτοκράτορας ο Θεόδωρος Αγγελος της Θεσσαλονίκης,
εδώ γεννήθηκαν ο Ιωάννης Γ Βατάτζης και ο πορφυρογέννητος Ιωάννης Ε Παλαιολόγος.
Το Διδυμότειχο αποτέλεσε και την πρώτη επί ευρωπαϊκού εδάφους πρωτεύουσα των Οθωμανών
Τούρκων, μετά την κατάληψή του, στις αρχές της έβδομης δεκαετίας του 14ου αιώνα.
Η πόλη και το κάστρο της απελευθερώθηκαν το Μάιο του 1920, μετά από
560 χρόνια δουλείας.
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από τουριστικό φυλλάδιο
του Δήμου Διδυμοτείχου.
ΦΕΡΕΣ (Δήμος) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟ (Πόλη) ΕΒΡΟΣ
Didymoteichos (Didumoteichos), a Thracian town opposite to Plotinopolis,
situated not far from the point where the Eurus empties itself into the Hebrus,
on an island of the former. It is now called Demotica. (Nicet. Chr. p. 404.)
ΔΟΡΙΣΚΟΣ (Αρχαία πόλη) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Doriskos. a coast town of Thrace, in a plain west of the river Hebrus,
which is hence called the plain of Doriscus (Dopiskos pedion). During the expedition
of Darius the place was taken and fortified by the Persians; and in this plain
Xerxes reviewed his forces before commencing his march against Greece. In the
time of Livy it appears to have been only a fort - castellum. The neighbourhood
of Doriscus is now called the plain of Romigik.
This text is from: Dictionary of Greek and Roman Geography (1854) (ed. William Smith, LLD). Cited June 2004 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks
ΔΡΥΣ (Αρχαία πόλη) ΣΑΜΟΘΡΑΚΙΚΗ ΠΕΡΑΙΑ
ΕΒΡΟΣ (Ποταμός) ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ & ΘΡΑΚΗ
Hebrus (Hebros: Maritza), the principal river of Thrace, has its sources
near the point where mount Scomius joins mount Rhodope, in the northwestern corner
of Thrace. Its course at first has a south-eastern direction; but below Adrianopolis
it takes a south-western turn, and continues to flow in that direction until it
reaches the Aegaean near Aenos. (Thucyd. ii. 96; Plin. iv. 18; Aristot. Meteor.
i. 13.) The tributaries of the Hebrus are so numerous and important, that it becomes
navigable even at Philippolis, while near its mouth it becomes really a large
river. (Herod. vii. 59.) Near its mouth it divides itself into two branches, the
eastern one of which forms lake Stentoris. (Herod. vii. 58; Acropolita, p. 64.)
The most important among its tributaries are the Suemus, Arda, Artiscus, Tonsus,
and Agrianes. About Adrianople the basin of the Hebrus is very extensive; but
south of that city it becomes narrower, the mountains on both sides approaching
more closely to the river. During the winter the Hebrus is sometimes frozen over.
(Comp. Herod. iv. 90; Polyb. xxxiv. 13; Eurip. Here. Fur. 386; Strab. vii. pp.
322, 329, xiii. p. 590; Ptol. iii. 11. § 2; Arrian, Anab. i. 11; Mela, ii. 2;
Virg. Eel. x. 65, Georg. iv. 463, 524; Val. Flac. ii. 515, iv. 463, viii. 228.)
This text is from: Dictionary of Greek and Roman Geography (1854) (ed. William Smith, LLD). Cited September 2004 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks
ΜΕΣΗΜΒΡΙΑ (Αρχαία πόλη) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Dor. Mesambria: Eth. Mesembrianos. An important Greek city in Thrace,
situated on the coast of the Euxine and at the foot of Mt. Haemus (Scymn. Ch.
738); consequently upon the confines of Moesia, in which it is placed by Ptolemy
(iii. 10. § 8). Strabo (vii. p. 319) relates that it was a colony of the Megarians,
and that it was originally called Menebria (Menebria) after its founder Menas
; Stephanus B. (s. v.) says that its original name was Melsembria (Melsembria),
from its founder Melsas; and both writers state that the termination -bria was
the Thracian word for town. According to the Anonymous Periplus of the Euxine
Mesembria was founded by Chalcedonians at the time of the expedition of Darius
against Scythia; but according to Herodotus (vi. 33) it was founded a little later,
after the suppression of the Ionic revolt, by Byzantine and Chalcedonian fugitives.
These statements may, however, be reconciled by supposing that the Thracian. town
was originally colonized by Megarians, and afterwards received additional colonists
from Byzantiurn and Chalcedon. Mesembria was one of the cities, forming the Greek
Pentapolis on the Euxine, the other four being Odessus, Tomi, Istriani and Apolloniatae.
Mesembria is rarely mentioned in history, but it continued to exist till a late
period. (Mela, ii. 2; Plin. iv. 11. s. 18 ; Ptol. I. c.; Tab. Peut.)
This text is from: Dictionary of Greek and Roman Geography (1854) (ed. William Smith, LLD). Cited June 2004 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks
ΠΛΩΤΙΝΟΥΠΟΛΙΣ (Αρχαία πόλη) ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟ
Plotinopolis (Ptol. iii. 11. § 13). A town of Thrace, on the road
from Trajanopolis to Hadrianopolis, and connected with Heraclea by a by-road.
(Itin. Ant. pp. 175, 322.) According to the Itinerary, it was 21 miles distant
from Hadrianopolis. It was probably founded by Trajan at the same time with Trajanopolis,
and named after his consort Plotina. It was restored by Justinian. (Procop, Aed.
iv. 11.) Variously identified with Dsjisr-Erkene, Bludin, and Demotica; but Pococke
(iii. c. 4) thinks that the ruins near Uzun Kiupri belong to it.
This text is from: Dictionary of Greek and Roman Geography (1854) (ed. William Smith, LLD). Cited June 2004 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks
ΣΑΛΗ (Αρχαία πόλη) ΕΒΡΟΣ
Sale a town on the S. coast of Thrace, near the W. mouth of the Hebrus, and nearly equidistant from Zone and Doriscus. It is mentioned by Herodotus (vii. 59) as a Samothracian colony.
ΤΕΜΠΥΡΑ (Αρχαία πόλη) ΣΑΜΟΘΡΑΚΙΚΗ ΠΕΡΑΙΑ
Tempyra. Tympira, Timpirum (Ad Unimpaira). A town in the S. of Thrace, on the
Egnatian Way, between Trajanopolis and Maxiniamopolis. It was situated in a defile,
which rendered it a convenient spot for the operations of the predatory tribes
in its neighbourhood. Here the Thrausi attacked the Roman army under Cn. Manlius,
on its return, loaded with booty, through Thrace from Asia Minor (B.C. 188); but
the want of shelter exposed their movements to the Romans, who were thus enabled
to defeat them. (Liv, xxxviii. 41.) The defile in question is probably the same
as the Korpilon stena mentioned by Appian (B.C. iv. 102), and through which, he
states, Brutus and Cassius marched on their way to Philippi (Tafel, de Viae Egnatiae
Parte orient. p. 34). Paul Lucas (Trois Vog. pp. 25, 27) regards it as corresponding
to the modern Gurschine.
This text is from: Dictionary of Greek and Roman Geography (1854) (ed. William Smith, LLD). Cited June 2004 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks
ΤΡΑΪΑΝΟΠΟΛΙΣ (Αρχαία πόλη) ΕΒΡΟΣ
Traianopolis. An important town in the S. of Thrace, which was probably
founded by or in honour of the emperor Trajan, about the time when Plotinopolis
was founded, to perpetuate the name of his wife Plotina. Its exact site appears
to be somewhat doubtful. Some authorities describe it as situated on the right
bank of the Hebrus, near the pass in the range of Mount Rhodope, through which
that river flows, and about 40 miles from its mouth. Now this is the site of the
modern Orikhova, with which accordingly it is by some identified. It would be
difficult, however, to reconcile this with the various distances given in the
Itineraries: e. g. Trajanopolis is stated to be 9000 paces from Tempyra, and 29,000
from Cypsela; whereas the site above mentioned is nearly equidistant from those
assigned to Tempyra and Cypsela, being, however, more distant from the former.
But this is only one example out of many showing how extremely imperfect is our
knowledge of the geography of Thrace, both ancient and modern. In the map of the
Society for the Diffusion of Useful Knowledge Trajanopolis is placed on the Egnatian
Way at a considerable distance W. of the Hebrus, and at a point which fulfils
tolerably well the conditions of distance from the two places above mentioned.
Trajanopolis became the capital of the province of Rhodope, and continued
to be a place of importance until the fourth century. It is remarkable, however,
that it is not mentioned by Ammianus in his general description of Thrace; according
to him, the chief cities of Rhodope were Maximianopolis, Maroneia, and Aenus.
This text is from: Dictionary of Greek and Roman Geography (1854) (ed. William Smith, LLD). Cited June 2004 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks
ΤΡΑΥΣΟΙ (Αρχαία φυλή) ΕΛΛΑΔΑ
Trausi (Trausoi, Herod. v. 3, 4; Thrausi, Liv. xxxviii. 41), a Thracian
people, who appear, in later times at least, to have occupied the SE. offshoots
of Mount Rhodope, to the W. of the Hebrus, and about Tempyra. Herodotus tells
us that the Trausi entertained peculiar notions respecting human life, which were
manifested in appropriate customs. When a child was born, his kinsfolk, sitting
around him, bewailed his lot in having to encounter the miseries of mortal existence;
whereas when any one died, they buried him with mirth and rejoicing, declaring
him to have been freed from great evils, and to be now in perfect bliss.1
Suidas and Hesychius (s. v.) mention a Scythian tribe called the Trausi,
who, according to Steph. B. (s. v.), were the same people as the Agathyrsi. The
last-named author speaks of a Celtic race also, bearing this appellation. On this
slight foundation the strange theory has been built that the Thracian Trausi were
the original stock of the Celts; and by way of supporting this notion, its propounders
arbitrarily read Trausoi instead of Prausoi in Strabo, iv. p. 187, where Strabo
expressly says that lie was unable to state what was the original abode of the
Prausi: had he been writing about the Thracian Trausi we may safely assume that
no such ignorance would have been acknowledged. (Cf. Ukert, ii. pt. 2, p. 230.)
1 Mela has followed Herodotus very closely in the
following passage (ii. 2): Lugentur apud quosdam puerperia, natique deflentur:
funera contra festa sunt, et veluti sacra, cantu lusuque celebrantur.
This text is from: Dictionary of Greek and Roman Geography (1854) (ed. William Smith, LLD). Cited September 2004 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks
ΔΟΡΙΣΚΟΣ (Αρχαία πόλη) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
A town in Thrace at the mouth of the Hebrus, in the midst of an extensive plain of the same name, where Xerxes reviewed his vast forces.
ΕΒΡΟΣ (Ποταμός) ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ & ΘΡΑΚΗ
(Hebros). The modern Maritza; the principal river in Thrace,
rising in the mountains of Scomius and Rhodope, and falling into the Aegaean Sea
near Aenos, after forming by another branch an estuary called Stentoris Lacus.
The Hebrus was celebrated in Greek legends. On its banks Orpheus was torn to pieces
by the Thracian women; and it is frequently mentioned in connection with the worship
of Dionysus.
This text is cited Oct 2002 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks
ΚΙΚΟΝΕΣ (Αρχαία χώρα) ΕΛΛΑΔΑ
A Thracian people on the Hebrus, and near the coast of the Aegean.
ΜΕΣΗΜΒΡΙΑ (Αρχαία πόλη) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
A celebrated town of Thrace on the Pontus Euxinus, and at the foot of Mount Haemus, founded by the inhabitants of Chalcedon and Byzantium in the time of Darius Hystaspis, and hence called a colony of Megara, since those two towns were founded by the Megarians.
ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ (Νησί) ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ & ΘΡΑΚΗ
(Samothraike), Samothraca, and Samothracia (Samothraikia). A
small island in the north of the Aegaean Sea, opposite the mouth of the Hebrus
in Thrace. It was the chief seat of the mysterious worship of the Cabiri. The
political history of Samothrace is of little importance. The Samothracians fought
on the side of Xerxes at the battle of Salamis; and at this time they possessed
on the Thracian mainland a few places, such as Sale, Serrhion, Mesambria, and
Tempyra. In the time of the Macedonian kings, Samothrace appears to have been
regarded as a kind of asylum, and Perseus accordingly fled thither after his defeat
by the Romans at the battle of Pydna.
This text is cited Oct 2002 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks
ΔΟΡΙΣΚΟΣ (Αρχαία πόλη) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
ΚΑΒΗΣΟΣ (Αρχαία πόλη) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
ΤΕΜΠΥΡΑ (Αρχαία πόλη) ΣΑΜΟΘΡΑΚΙΚΗ ΠΕΡΑΙΑ
ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ (Νησί) ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ & ΘΡΑΚΗ
A mountainous island in the NE Aegean famous in antiquity for its
Sanctuary of the Great Gods. Sporadic finds indicate that it was inhabited in
the Neolithic Age, and pottery dating from the Bronze Age has been found at Kariotes
to the E of the later Greek city. The island was settled ca. 700 B.C. by Greek-speaking
colonists whose Aeolic dialect suggests that they came from NW Anatolia or Lesbos.
They mingled with the local population, whose Thracian tongue is documented as
the ritual language of the cult as late as the Augustan age. The archaic city,
as yet little explored, was protected by an impressive city wall. A naval power
owning territory on the Thracian coast, it became part of the Attic empire in
the 5th c. As its power waned, the fame of the sanctuary outside its walls grew,
culminating in the Hellenistic and early Imperial ages. Under the patronage of
the royal Macedonian house and the Diadochs, the venerable sanctuary was embellished
with splendid buildings that remained in use until the cult ceased in the late
4th c. A.D. In the 6th c. it was destroyed by an earthquake. But small Christian
churches dot the island and, like the 10th c. fortification built in the sanctuary
of spoils from its destroyed buildings, attest its continuing habitation. The
Great Gods of the Samothracian mysteries included a central divinity of pre-Greek
origin, a Great Mother (called Axieros in the native tongue, Demeter in Greek),
her spouse (Kadmilos, Hermes), and attendant demons (the Kabeiroi, Dioskouroi)
as well as the Greek Hades and Persephone (locally known as Axiokersos and Axiokersa).
Their nocturnal rites were available to men and women, freemen and slaves, unlike
the related rites at Eleusis. Initiation took place in two degrees, the myesis
and the epopteia, the latter not required but, if taken, preceded by an obligatory
rite of confession. It was not restricted to the annual festival but obtainable
at any time.
The Great Gods were special patrons of those at sea. Through their
mysteries the initiate gained protection, moral improvement, and probably the
hope of immortality. Although the initiation halls were accessible only to initiates,
the sanctuary was otherwise open to all visitors.
It lies to the W of the ancient city, is framed by two streams at
its E and W, and cut at its center by a third. The earliest monument, a rock altar
to the Great Mother, antedates the Greek settlers. In the 7th c. it was incorporated
in the N part of a double precinct beneath the later anaktoron, sacristy, and
Rotunda of Arsinoe, the S section receiving a bothros for libations to the Greeks'
underworld gods. Another rock altar outside the precinct and remnants of a small
sanctuary below the later temenos date from this period. In the 6th c. a rock
altar possibly dedicated to Hekate was added to this area and further to the S,
within and near the later temenos, additional altars and escharai were built.
In the debris from the sacrificial meals at one such place, quantities of fine
wheel-made local pottery of the 7th c. were found along with handmade ware. Within
the later Altar Court, a great rock altar arose and, adjacent to it, a rectangular
lesche, a Hall of Votive Gifts to judge by its contents, was constructed of small
limestone blocks and wooden ties. Its Doric colonnaded facade faced the central
river. The first halls of initiation were probably built at this time. The present
anaktoron, a rectangular building for the myesis, evidently succeeded a hall of
similar size, traces of which are preserved to its W. Built of stuccoed polygonal
masonry over the part of the earlier double precinct farther N, the anaktoron
contains two rooms, the larger entered through doors on its long W side; the smaller
and higher, at its rear, accessible only to initiates, who entered it through
internal doors. Installations in the larger chamber (a bothros in the SE corner,
a wooden circular platform, a grandstand along two walls) reflect the initiatory
rites. Spanned by wooden beams resting on piers engaged to its long walls, the
anaktoron is the earliest example of the Samothracian taste for clear spans of
exceptional size (10.58 m). A small building to its S served as a sacristy. Traces
of the first epopteion, an apsidal building for initiation into the higher degree
of the mysteries, are visible in the apse of its Hellenistic successor, the Hieron,
as are those of an intermediate early Classical epopteion.
About 340, an area long occupied by altars and escharai was enclosed
within a rectangular precinct preceded by a terrace. At its NE corner, where a
road descending from the E hill led down into the sanctuary, a propylon was built.
An Ionic porch with projecting wings preceded its door wall, its columns distinguished
by an ornamental necking, its coffered ceiling carved with male and female heads
shown in frontal, three-quarter, and profile views. Its entablature, the earliest
example of the later standard combination of dentils with a sculptured frieze,
also shows the first extensive use of the archaistic style for architectural sculpture:
a figural frieze probably alluding to the venerable ceremonies performed within
the precinct. The design of both the building and its sculptures may be attributed
to Skopas.
This first marble building in the sanctuary was followed by a series
of splendid structures largely built of Thasian marble. The Altar Court, dedicated
ca. 340-330 by Arrhidaios, half-brother and successor of Alexander the Great,
succeeded the rock altar beside the Hall of Votive Gifts. The Doric colonnade
of this unroofed enclosure also faced the river. Within it, steps now led to a
marble altar. The Doric Hieron was built ca. 325 to replace the early Classical
epopteion. Its rectangular cella lined with lateral benches ended in a raised
abaton, a segmental apse covered by a tentlike wooden roof. The painted stucco
walls of the cella imitated its outer drafted-margin masonry beneath a wooden
coffered ceiling and trussed roof (clear span 10.72 m). Candidates for the epopteia
entered the Hieron through its front door; epoptai, through lateral doors. A lustral
drain near the entrance, an eschara, and the curtained abaton were centers of
ritual action. The deep, hexastyle prostyle porch was not completed until 150-125
B.C. when it received a sculptured coffered ceiling (centaurs, grapes) and the
building was adorned with pedimental sculptures and akroteria at both ends (front:
the Nurturing of Aetion; rear: relief busts of the Samothracian Gods; central:
floral akroteria; lateral: Nikai pouring libations). Damaged by an earthquake,
the rear akroteria were replaced in the early Imperial age. Toward A.D. 200, the
cella was remodeled when the Kriobolia and Taurobolia of the Great Mother were
added to the cult, necessitating enlargement of the main door and the introduction
of parapets before the benches. A pair of monumental torches stood at the corners
of the porch. A third torch flanked by a pair of stepping stones outside the cella
was the scene of the rite of confession preliminary to the epopteia.
Between 323 and 316, another hexastyle prostyle Done building was
erected over a Classical predecessor. Standing on the E hill, near the entrance
to the sanctuary, it was a gift of Philip Arrhidaios and Alexander IV. A shallow
Ionic porch abutting its rear wall overlooked the paved stepped ramp leading downhill
toward the Temenos. Its coffered ceiling was carved with floral motifs. In front
of the Doric facade stood an altar or monument. Below it lay a paved circular
area ca. 9 m in diameter. Encircled by rows of concentric steps of Classical date,
it may have had a central altar. Statues, monuments, and inscriptions framed this
area.
Between 289 and 281, the rotunda dedicated to the Great Gods by Arsinoe
rose over the old double precinct. Built for sacrificial purposes, it is ca. 20
m in diameter. Its plain marble drum was surmounted by a gallery, Doric on the
exterior, Corinthian on the interior, decorated with a parapet of sculptured bucrania
and paterai. Its conical roof crowned by a hollow finial may have been screened
on the interior by a wooden dome. Inside and at its periphery, there were altars
and shafts for libation. Construction of the rotunda led to removal of the sacristy,
which was now rebuilt against the anaktoron. Marble benches, lamps, and stelai
recording initiations inserted into its stuccoed polygonal walls attest its use.
Like other buildings in the sanctuary, it shows traces of Late Roman repair.
The Propylon of Ptolemy II erected between 285 and 281 gave access
to the sanctuary from the city. On both sides of its door wall there was a deep
hexastyle porch, Ionic on the outer city side, Corinthian on the inner sanctuary
side. This is the first documented use of the latter order as an exterior structural
member in Greek architecture. Bucrania alternate with rosettes on its sculptured
frieze. A marble forecourt preceded the Ionic porch; another may have lain before
the ramp leading down to the circular area on the E hill. The river bounding the
sanctuary on the E originally passed through the cut-stone barrel vault running
diagonally through the propylon's foundation. In the wake of an earthquake, probably
in the 2d c. A.D., it assumed its present course to the W of the building. A wooden
bridge now led across the river from the propylon to the higher barren area above
the buried Classical circular structure. Neither it nor the royal dedication on
the hill was replaced.
A stuccoed limestone Doric stoa built on the W hill overlooking the
sanctuary in the 3d c. provided shelter for visitors. Two-aisled and ca. 106 m
long, its inner order was Ionic. Its painted stuccoed walls were incised with
lists of initiates. Probably its rear wall was pierced by doors giving access
to a broad area where a two-roomed structure was built against the stoa in the
4th c. A.D. A line of monuments stood to the E of the columnar facade above the
terraced hillside where structures, probably for ritual dining, were successively
built from the 4th c. B.C. to Late Roman times. A Hellenistic niche of pseudo-Mycenaean
style may have represented the tomb of a Samothracian hero. to the S, the outline
of the theater built ca. 200 B.C. appears. The white limestone and red porphyry
seats of the cavea faced the Altar Court which served as its skene. Above the
theater stood the Victory of Samothrace, part of a ship-fountain of the same period
framed by an enclosure of retaining walls. The rectangular precinct is divided
into an upper basin in which the prow of the vessel stood and a lower reflecting
basin from which natural boulders emerge and water was drawn.
North of the stoa, the W hill is largely occupied by a 10th c. Byzantine
fortification built of spoils from the sanctuary. Beneath it lie the foundations
of a large unfinished building of the early Hellenistic age; to its W a row of
three treasury-like late Hellenistic buildings once stood; to its E, a marble
building with an Ionic porch that led into the central of three rooms. Dedicated
by a Milesian lady in the 3d c., it, like other structures on the W hill, is still
under investigation.
Beyond the S limits of the sanctuary lies the S Necropolis, the most
extensive of the several burial grounds hitherto explored. Its tombs range from
the archaic period to the 2d c. A.D. and reveal the use of both cremation and
inhumation. The rich finds from the necropolis including ceramics, terracottas,
glass, jewelry, and other objects are exhibited in the Museum at the entrance
to the site.
Finds made since 1938 as well as the restored entablatures of several
buildings may be seen in the five galleries and courtyard of this museum. Objects
found by earlier expeditions, especially sculpture and architectural members,
were taken to the Louvre, the Kunsthistorisches Museum in Vienna, the Archaeological
Museums of Istanbul and the Archaeological Seminar of the Charles University,
Prague.
P. W. Lehmann, ed.
This text is from: The Princeton encyclopedia of classical sites,
Princeton University Press 1976. Cited Oct 2002 from
Perseus Project URL below, which contains bibliography & interesting hyperlinks.
ΤΡΑΪΑΝΟΠΟΛΙΣ (Αρχαία πόλη) ΕΒΡΟΣ
The ancient capital of Rhodope, founded by Trajan on the site of the
earlier town of Doriskos. Darius left a small garrison at a fort there after his
war with the Scythians. At Doriskos, Xerxes gathered men and supplies in preparation
for the invasion of Greece. Even though the surrounding territory returned to
Thracian control, the fort was still held by the Persians in the time of Herodotos,
later in the 5th c. It was garrisoned by both Philip II and Philip V of Macedon.
The site has been identified with an acropolis near Loutros at the edge of the
high ground W of the Evros (ancient Hebros) delta. In addition to prehistoric
remains, marble architectural fragments and inscriptions have been found, the
latter including a precinct boundary stone at the foot of the acropolis. Dumont
reported extensive remains of houses and streets on the plain near the sea, but
no sign of monumental public buildings.
M. H. Mc Allister, ed.
This text is from: The Princeton encyclopedia of classical sites,
Princeton University Press 1976. Cited Nov 2002 from
Perseus Project URL below, which contains bibliography & interesting hyperlinks.
ΚΑΒΗΣΟΣ (Αρχαία πόλη) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Για τη θέση της Ομηρικής πόλης διαφωνούσαν από την αρχαιότητα.
ΠΟΡΟΣ (Χωριό) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Σχετική θέση: Tοπογραφικές ενδείξεις για τον εντοπισμό της Δύμης
απαντούν στον Kλαύδιο Πτολεμαίο, όπου δίδονται οι συντεταγμένες, και στα οδοιπορικά
του 4ου αι. μ.X., όπου καταγράφονται οι αποστάσεις από άλλους σταθμούς της Eγνατίας
οδού. Στο οδοιπορικό του Aντωνίνου η Δύμη τοποθετείται αφ'ενός 16 μίλια ανατολικώς
της Tραϊανουπόλεως,
και αφ'ετέρου 24 και 48 μίλια αντιστοίχως από τον σταθμό Zervis και την Πλωτινόπολι,
στον δρόμο προς την Aδριανούπολη
στο Iεροσολυμιτικό Δρομολόγιο η Δύμη αναφέρεται 12 μίλια ανατολικώς της Tραϊανουπόλεως
και ισάριθμα μίλια δυτικώς των Kυψέλων.
Παλαιότεροι μελετητές, στηριζόμενοι σε ένα απόσπασμα της Γεωγραφίας του Mελετίου,
τοποθετούσαν την Δύμη στην περιοχή του Διδυμοτείχου,
το όνομα του οποίου θεωρήθηκε παραφθορά της αρχαίας ονομασίας Δύμη (αρχική πρόταση
από τον Δρακοντίδη στην εφημερίδα Έβρος της 30ής Mαΐου 1936). H ταύτιση αυτή αμφισβητήθηκε,
καθώς επίσης και η τοποθέτηση της Δύμης στην περιοχή του χωριού Kόμαρα. Aλλοι
μελετητές τοποθέτησαν την Δύμη στα Φέραι
(πρώην Φερετζίκ) ή στην θέση Γκαλντίρ γκιότς (σημερινό χωριό Πόρος)
ανατολικώς των Φερών. Σήμερα και αυτή η υπόθεση απορρίπτεται, αν και απαντά μεμονωμένα
στην νεώτερη βιβλιογραφία. Όπως παρατήρησε ο Mπακαλάκης, επειδή η γέφυρα της Eγνατίας
οδού, που ένωνε την Δύμη με τα Kύψελα,
δεν θα μπορούσε να θεμελιωθεί στην ελώδη περιοχή του Πόρου, έπρεπε η Δύμη να αναζητηθεί
λίγο βορειότερα, σε μία σχετικά βραχώδη έξαρση στην περιοχή των χωριών Πέπλου,
Kήπων και Γεμιστής,
στο ίδιο σημείο περίπου όπου βρίσκεται και η σύγχρονη γέφυρα της εθνικής οδού
Aλεξανδρουπόλεως-Kωνσταντινουπόλεως.
O ίδιος μελετητής παρατηρούσε πάντως ότι στην περιοχή δεν έχουν εντοπισθεί αρχαιότητες,
οι οποίες θα στήριζαν την πρόταση αυτή. Στα υψώματα του χωριού Γεμιστή, BΔ της
γέφυρας των Kήπων τοποθέτησε την Δύμη ο Ποιμενίδης, ενώ ο Πάντος πρότεινε να αναζητηθεί
η Δύμη στην περιοχή των χωριών Iτέας,
Tριφυλλίου, Πυλαίας,
Aρδανίου και Kαβησσού,
λίγο δυτικότερα από το σημείο που ειχε προτείνει ο Mπακαλάκης. Στις θέσεις αυτές
έχουν κατά καιρούς έλθει στο φως διάφορα αρχαία κατάλοιπα. Πιό πρόσφατα ο
Mottas, με βάση τις αποστάσεις των οδοιπορικών, τοποθέτησε την Δύμη στην περιοχή
των χωριών Πόρου και Aρδανίου.
Χερσαίες: H Δύμη κατείχε καίρια θέση στην διασταύρωση δύο σημαντικών
δρόμων : της Eγνατίας οδού, και του άξονος που συνέδεε την πεδιάδα του κατώτατου
ρου του Έβρου με την
Aδριανούπολη και την μεγάλη πεδιάδα της θρακικής ενδοχώρας. Ως ενδιάμεσος σταθμός
μεταξύ Tραϊανουπόλεως και Aδριανουπόλεως η Δύμη αναφέρεται τον 4ο αι. μ.X. αιώνα,
στο οδοιπορικό του Aντωνίνου, ενώ στο Iεροσολυμιτικό Δρομολόγιο χαρακτηρίζεται
ως mutatio της Eγνατίας, λίγο δυτικότερα από τα Kύψελα (σημ. Ύψαλα στην Tουρκία)
στην αντικρυνή, ανατολική όχθη του ποταμού. H ύπαρξη μίας καμάρας, υπόλειμμα γέφυρας,
καθώς και το τοπωνύμιο Kεμέρ, που απαντά στην περιοχή, πιστοποιούν κατά τον Mπακαλάκη
την παρουσία ενός δρόμου κατά μήκος της δυτικής όχθης του Έβρου με κατεύθυνση
την Πλωτινόπολη.
Πολιτική Iστορία - Xρονολόγιο: H αρχαιότερη αναφορά στην Δύμη
απαντά στον Kλαύδιο Πτολεμαίο, στα μέσα περίπου του 2ου μ.X., ο οποίος κατατάσσει
την Δύμη στις μεσόγειες πόλεις της Θράκης. Kατά τον 4ο αι. μ.X. αναφέρεται στο
Oδοιπορικό του Aντωνίνου και στο Iεροσολυμιτικό Δρομολόγιο, όπου μάλιστα χαρακτηρίζεται
ως σταθμός (mutatio) της Eγνατίας οδού. H γέφυρα, που ένωνε την Δύμη με τα Kύψελα
στην άλλη όχθη του Έβρου κατασκευάσθηκε επί Tραϊανού.
Πολίτευμα και πολιτικοί θεσμοί: Στον Kλαύδιο Πτολεμαίο η Δύμη
κατατάσσεται στις μεσόγειες πόλεις της Θράκης. Στο Iεροσολυμιτικό Oδοιπορικό του
4ου αι. μ.X. αναφέρεται ως σταθμός (mutatio) της Eγνατίας οδού.
Συγγραφέας: Μαρία-Γαβριέλλα Παρισάκη, Λουίζα Λουκοπούλου
Το κείμενο παρατίθεται τον Ιούλιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Θρακικού Ηλεκτρονικού Θησαυρού
ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟ (Πόλη) ΕΒΡΟΣ
Σε ένα από τα πιο κομψά ξυλεπένδυτα παραδοσιακά κτίσματα, ακριβώς
στην είσοδο του κάστρου το οποίο έχει αποκατασταθεί από το Δήμο
έχει εγκατασταθεί το τουριστικό περίπτερο της πόλης. Το κτίριο αυτό ενημερώνει
τους επισκέπτες και τους "διαχέει" μέσα στην πόλη, όχι μόνο στους αρχαιολογικούς
και ιστορικούς χώρους και τα μνημεία, αλλά και στο σύγχρονο μέρος της. Στο περίπτερο
ο επισκέπτης έχει τη δυνατότητα να βρει πληροφοριακό υλικό, όπως οδηγούς της πόλης,
φυλλάδια, να ενημερωθεί μέσα από διαφάνειες και βίντεο και την ηλεκτρονική βάση
δεδομένων. Ακόμη μπορεί να προμηθευτεί από την πλούσια συλλογή αναμνηστικών και
τοπικών προϊόντων.
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από τουριστικό φυλλάδιο
του Δήμου Διδυμοτείχου.
ΤΡΑΪΑΝΟΠΟΛΙΣ (Αρχαία πόλη) ΕΒΡΟΣ
Titular metropolitan see of Rhodope.
The city owes its foundation or restoration to Trajan.
In 1564 Gabriel is called Metropolitan of Trajanopolis, that is of
Maronia, which proves that
Trajanopolis was then destroyed and that the title of metropolitan had passed
to the neighbouring city of Maronia.
About 640 Trajanopolis had two suffragan sees; at the beginning of the tenth century,
seven. St. Glyceria, a martyr of the second century, venerated on 13 May, was
born there. The town was captured and pillaged in 1206 by Joannitza, King of the
Bulgarians.
The site of Trajanopolis was discovered by Viquesnel and Dumont on
the right bank near the mouth of the Maritza, not far from Ouroundjik.
S. Vailhe, ed.
Transcribed by: Thomas M. Barrett
This extract is cited June 2003 from The Catholic Encyclopedia, New Advent online edition URL below.
ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ (Νησί) ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ & ΘΡΑΚΗ
Perseus Project
Samothraki, the Greek island where you can bathe under the shade of the sycamore trees
ΑΒΑΣ (Χωριό) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Μετά τα βυζαντινά κάστρα του Πόταμου ο δρόμος οδηγεί στην Κοινότητα του Αβάντα. Στο βόρειο άκρο του χωριού, πάνω σε απόκρημνο βράχο και δίπλα στο σημείο που ο δρόμος στενεύει και οι ντόπιοι αποκαλούν "Τέμπη", βρίσκονται τα υπολείμματα ενός δεύτερου βυζαντινού οχυρού.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ (Πόλη) ΕΒΡΟΣ
Η Αλεξανδρούπολη είναι μια σύγχρονη και διαρκώς αναπτυσσόμενη πόλη της Θράκης, με πληθυσμό 50.000 περίπου άτομα, πρωτεύουσα του νομού Έβρου. Είναι χτισμένη δίπλα στη θάλασσα και διαθέτει 35 χλμ ακτής με οργανωμένες ή ελεύθερες παραλίες.
ΑΜΠΕΛΑΚΙΑ (Χωριό) ΟΡΕΣΤΙΑΔΑ
Το δημοτικό διαμέρισμα Αμπελακίων είναι ένα από τα παλιά χωριά της περιοχής, οι κάτοικοι του οποίου πιθανολογείται, σύμφωνα με πληροφορίες, ότι προέρχονται από την Πελοπόννησο και συγγενεύουν στενά με τους κατοίκους του Νεοχωρίου, της Καρωτής, του Χανδρά και της Μεγάλης Δοξιπάρας ως προς τα έθιμα και την ενδυμασία. Η μετανάστευση έχει πλήξει σημαντικά το χωριό με κυριότερη χώρα υποδοχής τη Γερμανία, ενώ σημαντικός αριθμός διαμένει και στην Αθήνα.
Τα Αμπελάκια διακρίνονται για τις δυναμικές γεωργικές καλλιέργειες τους και τα σύγχρονα γεωργικά μηχανήματα τους, όπου η αντιστοιχία γεωργικών ελκυστήρων ανά οικία είναι 2 προς 1.
ΑΝΘΕΙΑ (Χωριό) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Η έδρα του Δήμου Τραϊνούπολης, βρίσκεται στον δίδυμο οικισμό της 'Aνθειας και του Αρίστεινου και απέχει 8 χιλ. από την Αλεξανδρούπολη. Είναι προσφυγοχώρια που οι κάτοικοί τους ήρθαν από τη Βόρεια και την Ανατολική Θράκη, με κύρια ενασχόλησή τους τη γεωργία. Η γειτνίασή τους με την πόλη της Αλεξανδρούπολης όπου εργάζονται πολλοί, επέφερε την αποβολή πολλών παλιών συνηθειών και παραδόσεων. Τώρα αυτά αναβιώνουν με τις διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις που πραγματοποιεί ο "Πολιτιστικός και Επιμορφωτικός Σύλλογος 'Aνθειας - Αρίστεινου Σπάρτακος", ο οποίος οργανώνει κάθε χρόνο το "Πανελλήνιο Φεστιβάλ Παραδοσιακών χορών και τραγουδιών", και με την χωριστή ενότητα "Η άλλη Ελλάδα" φέρνει κοντά στους κατοίκους της περιοχής πολιτιστικούς φορείς, ελληνικούς και ξένους, που μπορούν να αναπαραγάγουν ελληνική μουσική, χορό, τραγούδι και γλώσσα.
Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης
ΑΡΙΣΤΗΝΟ (Κωμόπολη) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Η έδρα του Δήμου Τραϊνούπολης, βρίσκεται στον δίδυμο οικισμό της 'Aνθειας και του Αρίστεινου και απέχει 8 χιλ. από την Αλεξανδρούπολη. Είναι προσφυγοχώρια που οι κάτοικοί τους ήρθαν από τη Βόρεια και την Ανατολική Θράκη, με κύρια ενασχόλησή τους τη γεωργία. Η γειτνίασή τους με την πόλη της Αλεξανδρούπολης όπου εργάζονται πολλοί, επέφερε την αποβολή πολλών παλιών συνηθειών και παραδόσεων.Τώρα αυτά αναβιώνουν με τις διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις που πραγματοποιεί ο "Πολιτιστικός και Επιμορφωτικός Σύλλογος 'Aνθειας - Αρίστεινου Σπάρτακος", ο οποίος οργανώνει κάθε χρόνο το "Πανελλήνιο Φεστιβάλ Παραδοσιακών χορών και τραγουδιών", και με την χωριστή ενότητα "Η άλλη Ελλάδα" φέρνει κοντά στους κατοίκους της περιοχής πολιτιστικούς φορείς, ελληνικούς και ξένους, που μπορούν να αναπαραγάγουν ελληνική μουσική, χορό, τραγούδι και γλώσσα.
Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης
ΒΑΛΤΟΣ (Χωριό) ΟΡΕΣΤΙΑΔΑ
Η κοινότητα Βάλτου δημιουργήθηκε το 1923 από πρόσφυγες της Ανατολικής Θράκης που κατάγονταν από το Μεσοχώρι, το Κούλελι και το Κρασοχώρι. Ο πληθυσμός του σύμφωνα με την απογραφή του 1991 ανέρχεται σε 660 άτομα, ενώ ο απόδημος πληθυσμός υπολογίζεται σε 600 περίπου άτομα κυρίως στη Γερμανία.
Σημαντική είναι η πολιτιστική και αθλητική δραστηριότητα των συλλόγων που είναι: 1) ο Μορφωτικός Εκπολιτιστικός Σύλλογος Βάλτου, 2) ο Σύλλογος γυναικών, 3) ο Σύλλογος εθελοντών αιμοδοτών, 4) ο Αθλητικός Ποδοσφαιρικός σύλλογος, ενώ παράλληλα λειτουργεί και σύλλογος μεταναστών Βάλτου στο Esslingen της Γερμανίας.
ΒΥΣΣΑ (Δήμος) ΟΡΕΣΤΙΑΔΑ
Ο Δήμος Νέας Βύσσας, περιλαμβάνει τις πρώην κοινότητες Νέας Βύσσας, Καβύλης, Καστανέων, Ριζίων και Στέρνας, με 9.000 περίπου κατοίκους και έδρα την Νέα Βύσσα. 'Oλη η περιοχή του Δήμου είναι πεδινή, μέρος της πλούσιας πεδιάδας του 'Eβρου και του 'Aρδα. Η περιοχή αυτή, ανήκει στην ευρύτερη πολιτιστική περιοχή, την λωρίδα Νέας Ορεστιάδας-Νέας Βύσσας, που το μεγαλύτερο μέρους του πληθυσμού κατάγεται από την άμεση εκείθεν των σκόρων περιοχής της Αδριανούπολης-Κάραγατς-Παλιάς Βύσσας και διατηρεί κατά μεγάλο μέρος, την πολιτιστική της παράδοση.
Το απόσπασμα παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης
ΔΑΔΙΑ (Χωριό) ΣΟΥΦΛΙ
Είναι χτισμένη στην πλαγιά της Γκίμπρενας. Το όνομα της προέρχεται από το άφθονο δαδί. Η ιστορία του χωριού χάνεται στους αιώνες. Πιθανόν να ήταν προπύργιο του κάστρου της Γκίμπρενας που χρησιμοποιήθηκε πολλές φορές. Η παράδοση λεει ότι οι κάτοικοι προέρχονται από την πόλη, που υπήρχε στη μεγάλη γέφυρα (Μακρά Γέφυρα). Επειδή φούσκωναν τα νερά, οι κάτοικοι μετά από κάποιο φοβερό θανατικό, χωρίστηκαν σε ομάδες και έφυγαν. Οι πλούσιοι έχτισαν την Κορνοφωλιά, οι οικοδόμοι την Λευκίμη και οι υλοτόμοι την Δαδιά. Αρχές του 19ου αιώνα οι κώδικες της Μητρόπολης Διδυμοτείχου την αναφέρουν ως Δαδιά. Ο ήρωας του 1821, Καραμπελιάς, στις επιστολές του προς τους αξιωματικούς χρησιμοποιεί αυτό το όνομα. Ένας άλλος ήρωας ο Κωσταντής Ράλλης δηλώνει ως τόπο γέννησης το 1890 τη Δαδιά. Σήμερα είναι ένα όμορφο χωριό, σε υψόμετρο με καταπληκτική θέα, υγιεινό κλίμα και χώρους αναψυχής.
This extract is cited Sept 2003 from the Development Company of Alexandroupolis URL below.
Η Δαδιά, είναι γνωστή στο πανελλήνιο για το Βυζαντινό Μοναστήρι και το μεγάλο δάσος της, όπου σήμερα διαβιώνει κάτω από συνθήκες προστασίας της συνθήκης Ραμσάρ, ένα μεγάλο πλήθος άγριων πουλιών και ζώων, που έχουν σχεδόν εξαφανιστεί από την Ευρώπη. Αυτό το ίδιο το χωριό, είναι αρκετά παλιό. "Τσιάμκιοϊ", λέγονταν κατά την απώτερη Τουρκοκρατία, πευκοχώρι δηλαδή, ενώ με το ελληνικό όνομα Δαδιά (που οφείλεται στο άφθονο δαδί, το γεμάτο δηλαδή με ρετσίνι ξύλο του πεύκου), αναφέρεται στους κώδικες της Μητρόπολης Διδυμοτείχου, από τα μέσα του 19ου αιώνα. Κατά την παράδοση, οι κάτοικοι του χωριού, ήρθαν εδώ, από τη μεγάλη πολιτεία, που βρίσκονται πλάι στον 'Eβρο, σε πολύ παλιά εποχή. Το χωριό, είναι κτισμένο στις πλαγιές πετρώδους λόφου, στις βόρειες υπώρειες του βουνού Γκίμπρενα ή Γκίμπερνα, ή Γκιούμπρα και τριγυρισμένο με κατάφυτα υψώματα και δίπλα στην γόνιμη κοιλάδα του μικρού ποταμού Διαβολόρεμα ή Μαγγάζι.
Το ορεινό της περιοχής και το ελεύθερο φρόνημα των κατοίκων, καθιστούσε το χωριό αυτό στο παρελθόν, κέντρο αντιστασιακό, για κάθε κατακτητή. Εδώ, πριν από το 1821, δρούσε ο ξακουστός αρματολός Θανάσης Καραμπελιάς, από την Κορνοφωλιά, ενώ αργότερα, άφησε εποχή για την παλικαριά του, ο Κωνσταντής Ράλλης.
"Μπήκανε Τούρκοι στη Δαδιά τον Κωνσταντή να πάρουν, να παν να τον χαλάσουνε πέρα απ' τη Μαρίτσα. Κι ο Κωνσταντής σαν τ' άκουσε, ζώστηκε τ' άρματα του και βγήκε πάνω στα βουνά, στης Γκίμπρενας τη ράχη".
Τόσο κατά τους Βαλκανικούς πολέμους, όσο και κατά τη γερμανική κατοχή (1941-1944), εδώ, ήταν σπουδαίο κέντρο της Εθνικής Αντίστασης, μια και ήταν κοντά και το πεδίο ρίψεων των εφοδίων των αεροπλάνων από τη Μέση Ανατολή.
Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης
ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟ (Επαρχία) ΕΒΡΟΣ
Αποτελεί μια από τις πέντε επαρχίες του νομού 'Εβρου. Συνορεύει προς βορράν με
την επαρχία Ορεστιάδας,
προς νότον με την επαρχία Σουφλίου,
προς ανατολάς με την Τουρκία, προς δυσμάς με τη Βουλγαρία και νοτιοδυτικά με την
επαρχία Σαπών του νομού
Ροδόπης.
'Εχει έκταση 1.220 τ.χλμ. Τα περισσότερα εδάφη της επαρχίας είναι πεδινά. Η επαρχία
διαρρέετε από τους ποταμούς Έβρο
και Ερυθροπόταμο (παραπόταμο
του πρώτου). Επίσης υπάρχουν και άλλοι μικρότεροι ποταμοί που διαρρέουν την επαρχία
και ποτίζουν τα εδάφη της.
Το κλίμα της επαρχίας είναι ηπειρωτικό. Ο χειμώνας έρχεται με χιόνια και τα καλοκαίρια
είναι πάντοτε θερμά. Οι βροχές είναι άφθονες.
Οι κάτοικοι της επαρχίας ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία και με την κτηνοτροφία.
Η επαρχία παράγει σιτηρά, καπνό, όσπρια και κηπευτικά και γαλακτοκομικά προϊόντα.
Το κείμενο παρατίθεται τον Φεβρουάριο 2005 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Διδυμοτείχου
ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟ (Δήμος) ΕΒΡΟΣ
ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟ (Πόλη) ΕΒΡΟΣ
Εκατό περίπου χλμ βόρεια της Αλεξανδρούπολης, στις όχθες του Ερυθροπόταμου, συναντάμε το Διδυμότειχο. Είναι κατά κάποιον τρόπο ιστορική συνέχεια της αρχαίας Πλωτινούπολης, πόλη χτισμένη από τον Τραϊανό (100 π.Χ.) πάνω σε αγνώστου ονόματος αρχαία Ελληνική πόλη όπως συμπεραίνουμε ύστερα από ευρήματα Ελληνικής κλασικής κεραμικής του 5ου αιώνα π.Χ. και ψηφιδωτά δάπεδα με παραστάσεις της Λήδας και των άθλων του Ηρακλή. Οι Βούλγαροι το καταστρέφουν στα 1206 και οι Φράγκοι κατακτητές το χρησιμοποιούν αργότερα. Οι Λασκαρίδες αυτοκράτορες της Νίκαιας το ελευθερώνουν και το ανοικοδομούν. Eδώ στο Διδυμότειχο στέφεται αυτοκράτορας ο Ιωάννης Κατακουζηνός ο ΣΤ' ο οποίος αργότερα για πρώτη φορά φέρνει, Οθωμανούς στη Θράκη ως μισθοφόρους εναντίον του Ιωάννη Ε' Παλαιολόγου και της μητέρας του.
ΔΙΚΑΙΑ (Κωμόπολη) ΟΡΕΣΤΙΑΔΑ
Τα Δίκαια είναι έδρα του Δήμου Τριγώνου. Ως οικισμός αναδείχτηκε με τον σιδηρόδρομο που παλαιότερα ήταν το μόνο μέσο επικοινωνίας με την εκτός Τριγώνου περιοχή. Σήμερα τα Δίκαια, είναι τερματικός σταθμός πολλών δρομολογίων από την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη και ο τελευταίος προς τη Βουλγαρία. Κρατικές υπηρεσίες και τράπεζες του δίνουν τον χαρακτήρα πόλης.
Στην κορφή του υψώματος, ορθώνεται το γυμνάσιο και το λύκειο και σε μια πλαγιά, απλώνεται το ανοιχτό υπαίθριο θέατρο με τις τσιμεντένιες κερκίδες του και την πανοραμική θέα. Συχνά εδώ τα καλοκαίρια ακούγεται ο θεατρικό λόγος και γίνονται πολιτιστικές εκδηλώσεις με τους χορούς και τα τραγούδια που έφεραν από τις παλιές πατρίδες το Καβακλή της Βουλγαρίας, το Δημητρίκι από την απέναντι πλευρά του 'Εβρου και το αρβανιτόφωνο Ζαλάφι της ανατολικής Θράκης. Διατηρούν και τα παλιά έθιμα και δρώμενα όπως ο "Μπέης" και ο "Τρύφωνας".
Το απόσπασμα παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης
ΔΟΡΙΣΚΟΣ (Οικισμός) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Μετά τον οικισμό Μοναστηράκι, δεξιά του δρόμου Αλεξ/πολη - Φερών, στο χωματόδρομο προς το Δέλτα του Έβρου και στην τοποθεσία Σαράγια υψώνεται ένα βραχώδες έξαρμα, που εποπτεύει την πεδινή έκταση γύρω από το Δέλτα. Εδώ τοποθετείται η αρχαία πόλη του Δορίσκου, όπου σύμφωνα με τον Ηρόδοτο ο Ξέρξης το 480 π.Χ. στην εκστρατεία του κατά των Ελλήνων μέτρησε το στρατό και το στόλο του ενώ ο Δαρείος το 512 π. Χ. εγκατέστησε στρατιωτική φρουρά.
Το ύψωμα του Δορίσκου παρουσιάζει κατοίκηση από τα νεολιθικά χρόνια μέχρι τα ελληνιστικά. Μικρή δοκιμαστική ανασκαφή ανακάλυψε τμήμα του τοίχους της πόλης,κατασκευασμένο από πωρόλιθο και τάφο με πώρινες πλάκες.
Το απόσπασμα παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης
ΔΟΡΙΣΚΟΣ (Αρχαία πόλη) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Μετά τον οικισμό Μοναστηράκι, δεξιά του δρόμου Αλεξ/πολη - Φερών, στο χωματόδρομο προς το Δέλτα του Έβρου και στην τοποθεσία Σαράγια υψώνεται ένα βραχώδες έξαρμα, που εποπτεύει την πεδινή έκταση γύρω από το Δέλτα. Εδώ τοποθετείται η αρχαία πόλη του Δορίσκου, όπου σύμφωνα με τον Ηρόδοτο ο Ξέρξης το 480 π.Χ. στην εκστρατεία του κατά των Ελλήνων μέτρησε το στρατό και το στόλο του ενώ ο Δαρείος το 512 π. Χ. εγκατέστησε στρατιωτική φρουρά.
Το ύψωμα του Δορίσκου παρουσιάζει κατοίκηση από τα νεολιθικά χρόνια μέχρι τα ελληνιστικά. Μικρή δοκιμαστική ανασκαφή ανακάλυψε τμήμα του τοίχους της πόλης,κατασκευασμένο από πωρόλιθο και τάφο με πώρινες πλάκες.
Το απόσπασμα παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ
Ο ιστορικός Ηρόδοτος, αφηγείται πως όταν ο Πέρσης βασιλιάς Ξέρξης πέρασε από την Ασία στη Θράκη κατά την εκστρατεία του εναντίον των Ελλήνων, θέλησε να μετρήσει τα στρατεύματά του. Διάλεξε γι' αυτό το σκοπό την παραλιακή πόλη του Δορίσκου. "Ο δε Δορίσκος εστί της Θρηκίης αιγιαλός και πεδίον μέγα, δια μέσου δε αυτού ρέει ποταμός μέγας 'Eβρος".
Το "πεδίον μέγα" του Ηρόδοτου είναι η πεδιάδα των Φερών, ενώ την εποχή του Ηρόδοτου, η θάλασσα κάλυπτε όλο το σημερινό Δέλτα του 'Eβρου. Κατάλοιπα του αρχαίου Δορίσκου βρίσκονται 4 χλμ. των Φερών στην τοποθεσία "Σαράγια". 'Eνας χαμηλός λόφος πλάι στη σιδηροδρομική γραμμή κρύβει στα χώματά του ό,τι απόμεινε από τον αρχαίο Δορίσκο.
Τον κατοίκησαν πανάρχαιοι Θράκες που άφησαν στο πέρασμά τους κομμάτια αγγεία.'Hρθε μετά ο Πέρσης βασιλιάς Δαρείος, κατά την εκστρατεία του στη Σκυθία [513 π.Χ.] και έκτισε δυνατό κάστρο στο οποίο εγκατέστησε περσική φρουρά. Και να μετά από χρόνια, το 480 π.Χ. φτάνει ο Ξέρσης για να μετρήσει τα στρατεύματα του στις παρακείμενες πεδιάδες. Μετά την αποχώρηση των Περσών, ο Δορίσκος έγινε βάση των Αθηναίων και αργότερα των Μακεδόνων του Φιλίππου και του Αλέξανδρου. Τους Αλεξανδρινούς χρόνους και μετά στο Βυζάντιο και την Τουρκοκρατία, έμεινε μικρός και άσημος οικισμός. Για λόγους ασφαλείας από τους πειρατές οι κάτοικοί του, τον εγκατέλειψαν κι εγκαταστάθηκαν λίγα χιλιόμετρα προς το εσωτερικό. Οι Τούρκοι του έδωσαν το όνομα Ρωμτζήκ, δηλαδή "Μικρός Ρωμαίος, Ρωμιόπουλο".
ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
Τώρα στο ύψωμα του Δορίσκου, υπάρχουν κατάλοιπα από το αρχαίο τείχος, τύμβοι, συλημένοι τάφοι και βρίσκονται συχνά όστρακα αγγείων και αρχαία νομίσματα. Ανάμεσα σε αυτά και χάλκινο νόμισμα με το οκτάκτινο αστέρι της Βεργίνας. 'Oλα αυτά περιμένουν τον ανασκαφέα που θα αναδείξει τον αρχαιολογικό χώρο και να τον καταστήσει ακροφυλάκιο της εθνικής μνήμης.
Το απόσπασμα παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης
ΕΒΡΟΣ (Ποταμός) ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ & ΘΡΑΚΗ
Ο ποταμός Έβρος 'κάλλιστον ποταμών' τον ονομάζει ο ποιητής Αλκαίος και "Αργυρορρύτη" ο Ευρυπίδης, έχει τις πηγές του στη Ρίλα, το αρχαίο Σκόμιο, κοντά στη Σόφια της Βουλγαρίας. Κυλάει νοτιοανατολικά και εισέρχεται στην Ελλάδα, όπου και αποτελεί το φυσικό της όριο με τα γειτονικά κράτη της Βουλγαρίας και της Τουρκίας. Σύμφωνα με τη μυθολογία, η αρχική ονομασία του ποταμού ήταν Ρόμβος. Πήρε τη σημερινή του ονομασία μετά τον πνιγμό του Έβρου, γιου του βασιλιά της Θράκης Κάσσανδρου, τον οποίο συκοφάντησε η μητριά του επειδή αρνήθηκε τον έρωτά της. Ο Έβρος απογοητευμένος από τον πατέρα του που δεν τον πίστεψε έπεσε και πνίγηκε στα νερά του ποταμού Ρόμβου.
Αιώνες ολόκληρους το δέλτα του ποταμού Έβρου παραμένει στο σταυροδρόμι της Ανατολής με τη Δύση, του Βορρά με το Νότο, της Ευρώπης με την Ασία, προσφέροντας ζωτικούς χώρους επιβίωσης στα πουλιά κατά το μακρινό τους ταξίδι ανά τον κόσμο, αλλά και ευεργετώντας τον άνθρωπο με τα πολύτιμα αγαθά του. Ένα μαγευτικό τοπίο, όπου η θάλασσα αγκαλιασμένη με τη στεριά σ' ένα ατέλειωτο χορό σχηματίζει νησάκια, λίμνες, αλμυρόβαλτους και λαγγούνες. Εδώ καταλήγει μετά από ένα μακρύ ταξίδι ονείρων και αντιθέσεων ο "Αργυρορρύτης", κομίζοντας άλλοτε τα πλούσια δώρα του και άλλοτε ξεσπώντας την πίκρα της μοναξιάς του. Τόπος πλούσιος, ευλογημένος και ανελέητος.
Το απόσπασμα παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης
ΘΕΡΑΠΕΙΟ (Χωριό) ΟΡΕΣΤΙΑΔΑ
'Βόρεια του φράγματος, είναι τα μικρά χωριά Μηλιά και Θεραπείο σε περιοχή που από την αρχαιότητα υπήρχαν θερμές ιαματικές πηγές. Και το χωριό Θεραπείο με την μεταβυζαντινή του εκκλησία και το εκκλησάκι της Κοίμησης της Θεοτόκου, έχει πάρει το όνομά του, για τις θεραπευτικές ιδιότητες του εδάφους της περιοχής.
Oσοι έπασχαν από ρευματισμούς, έρχονταν την περίοδο του πανηγυριού του Δεκαπενταύγουστου και μετά το προσκύνημα στο εκκλησάκι της Παναγιάς, άνοιγαν λάκκους στην πλαγιά και μέσα έκαιγαν ξύλα, ώσπου να πυρωθούν τα τοιχώματα. Τότε τοποθετούσαν κάτω κλαδιά από ποώδη φυτά τα "βούζια", σχηματίζοντας παχύ στρώμα. Μέσα σ' αυτούς τους λάκκους τις "παραχώτρυπες", ξάπλωναν οι ασθενείς και σκεπάζονταν καλά με κουβέρτες μένοντας εκεί όσο επέτρεπε η αντοχή τους. Ο ιδρώτας τους έλουζε και γι' αυτό μετά ντύνονταν με ζεστά ρούχα κι έτρωγαν θερμαντικά φαγητά. 'Ετσι πίστευαν πως γιατρεύονταν οι ρευματισμοί.
Το απόσπασμα παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης
ΘΕΡΜΑ (Οικισμός) ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ
Τα Θέρμα είναι ένας οικισμός με αξιόλογη τουριστική ανάπτυξη. Είναι χτισμένος σε μια καταπράσινη περιοχή με τρεχούμενα νερά, 15 χιλιόμετρα ανατολικά της Καμαριώτισσας. Στην περιοχή οργιάζει η βλάστηση από πλατάνια, καστανιές, κουμαριές και μυρτιές. Η μεγάλη έκταση του πράσινου οφείλεται στο πλήθος των ρυακιών που κατηφορίζουν από τις πλαγιές του Σάος και στο πέρασμά τους δημιουργούν πολλούς καταράκτες και λίμνες.
Στα Θέρμα ή Λουτρά, μέσα στα πυκνά πλατάνια, υπάρχουν οι εγκαταστάσεις με τις ζεστές θειούχες πηγές που ήταν ήδη γνωστές από την εποχή του Βυζαντίου για τις ιαματικές ικανότητές τους. Σήμερα από όλα τα μέρη της Ελλάδας, έρχονται και επισκέπτονται τα Θέρμα, για τα λουτρά του.Οι επισκέπτες βρίσκουν θερμή φιλοξενία, στις όμορφες ξενοδοχειακές μονάδες, στα μπάγκαλοους, στα ενοικιαζόμενα δωμάτια και
ΘΟΥΡΙΟ (Κωμόπολη) ΟΡΕΣΤΙΑΔΑ
Το Θούριο έγινε Δημοτικό Διαμέρισμα του Δήμου Ορεστιάδας με το νόμο 2539/97 (Καποδίστριας). Πριν τη μεταρρύθμιση αποτελούσε κοινότητα μαζί με τον οικισμό Σοφικό, ο οποίος πλέον ανήκει στο Δήμο Διδυμοτείχου. Βρίσκεται 8 χιλιόμετρα νότια της Ορεστιάδας και σε υψόμετρο 30 μέτρα. Ο πληθυσμός του το 1981 ήταν 915 κάτοικοι, το 1991, 772 ενώ για το 2000 εκτιμάται ο πληθυσμός στους 600 περίπου.
Οι περισσότεροι κάτοικοι είναι ντόπιοι ενώ υπάρχει και μερίδα προσφύγων. Μεγάλος αριθμός κατοίκων έχει μεταναστεύσει στο εσωτερικό και εξωτερικό.
ΚΑΒΥΛΗ (Κωμόπολη) ΟΡΕΣΤΙΑΔΑ
Αδερφό χωριό με τη Νέα Βύσσα, βρίσκεται ανάμεσα σ' αυτήν και την Νέα Ορεστιάδα. 'Οπως οι Βυσσιώτες, έτσι και οι Καβυλιώτες, άφησαν το παλιό τους χωριό το Ντεμιρντές (Σιδηρόπετρα), γειτονικό με την Παλιά Βύσσα κι εγκαταστάθηκαν λίγα χιλιόμετρα νοτιότερα. Το νέο τους χωριό, πήρε το όνομα Καβύλη σε ανάμνηση αρχαίας Θρακικής πόλης, που βρίσκονταν βόρεια της Αδριανούπολης. 'Ενα μέρος των κατοίκων, ήρθε από το χωριό Ζαλουφάκι κι έμεινε μαζί τους. 'Οπως όλα ήταν γειτονικά χωριά με την Αδριανούπολη, οι κάτοικοί τους παρουσιάζουν ομοιότητα στις παραδόσεις τους. Σήμερα η Καβύλη, είναι ένα όμορφο κεφαλοχώρι με οικονομική ευμάρεια και βρίσκεται στη διασταύρωση των δρόμων που οδηγούν προς τις Καστανιές βόρεια, στη Νέα Βύσσα ανατολικά και δυτικά στη Στέρνα.
'Εξω από το χωριό, είναι εγκατεστημένο το Κέντρο Τεχνικού Ελέγχου Οχημάτων (Κ.Τ.Ε.Ο.), του βορείου 'Εβρου.
Αξιόλογη δραστηριότητα παρουσιάζουν οι πολιτιστικοί φορείς του χωριού, οι οποίοι με τις διάφορες εκδηλώσεις, τη λειτουργία δανειστικής βιβλιοθήκης και την τράπεζα αίματος, επέτυχαν να ανεβάσουν το επίπεδο των κατοίκων σε ικανοποιητικό επίπεδο.
Κορυφαία εκδήλωση, είναι η "Βραδιά του Οπλίτη", που γίνεται τον Αύγουστο με συνεργασία στρατιωτικών αρχών και του Δημοτικού Διαμερίσματος, που αποβλέπει στην αδελφοποίηση στρατού και πολιτών.
Το απόσπασμα παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης
ΚΑΡΩΤΗ (Κωμόπολη) ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟ
Μέσα σε καταπράσινη κοιλάδα ανάμεσα σε λοφίσκους, απαγκιάζει η Καρωτή το χωριό των λαϊκών μουσικών της Θράκης, παράδοση που κρατά από την Τουρκοκρατία. Από την Καρωτή έχουν βγει δάσκαλοι, παπάδες, δημόσιοι υπάλληλοι, ιδιαίτερα όμως ψάλτες, τραγουδιστές και μουσικοί και ανάμεσα τους οι γνωστοί στο πανελλήνιο Χρόνης Αηδονίδης, Καρύφυλλης Δοϊτσίδης και νεότερος ο Βαγγέλης Δημούδης. Εδώ στην κοιλάδα του Ερυθροπόταμου με τα παλιά χωριά των ντόπιων και των Μαρήδων, διατηρήθηκε το τοπικό τραγούδι με το πιο αντιπροσωπευτικό δυτικό-θρακιώτικο ύφος, "με ζωηρές χορευτικές μελωδίες". Η προβολή του είδους αυτού του τραγουδιού από τους Καρωτιώτες τραγουδιστές, συντέλεσε στο να θεωρούνται τα τραγούδια αυτής της περιοχής ως τα χαρακτηριστικότερα της Θράκης και ο ζωναράδικος χορός ως ο εθνικός χορός της Θράκης.
Το απόσπασμα παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης
ΚΙΡΚΗ (Χωριό) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Στην έξοδο της χαράδρας των Αγ. Θεοδώρων βρίσκεται, κλεισμένη από λόφους, η κοινότητα Κίρκης. Ο μικρός οικισμός, γνωστός για τις ταβέρνες του και το ωραίο κρασί, πήρε το όνομά του κατά παράφραση της λέξης σαράντα χάνια ή ωραία χάνια (Κιρκ-κα), πιθανώς από πανδοχεία που υπήρχαν εκεί στην περίοδο της Τουρκοκρατίας γιατί λειτούργησε ως σταθμός ανεφοδιασμού στο δρόμο προς την Κωνσταντινούπολη. Σε γειτονικό ύψωμα έχει εντοπισθεί υπαίθριο προϊστορικό ιερό των Θρακών ενώ στο Αρχαιολογικό Μουσείο Κομοτηνής εκτίθεται βράχος, από την περιοχή του χωριού, με εγχάρακτα σχέδια που χρονολογείται στο τέλος της Εποχής του Χαλκού και στην Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου.
Το απόσπασμα παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης
ΚΟΡΝΟΦΩΛΙΑ (Χωριό) ΣΟΥΦΛΙ
Ονομάστηκε έτσι από τις πολλές κουρούνες που φώλιαζαν στα δέντρα. Σε μικρή απόσταση από το Σουφλί συναντάμε των ποταμό Μαγκάζι. Πολλοί αρχαίοι συγγραφείς αναφέρουν αυτόν τον ποταμό με το όνομα "Παντίρι"= πάντα ρει. Δεξιά και αριστερά ανεβαίνοντας τον Παντίρι, συναντάμε τοίχους αρχαίων σπιτιών, υδρορροές, πληοσωλήνες κλπ. ‘Εχουν βρεθεί μεγάλες πλάκες με γλυπτά που κοσμούν σήμερα τα Μουσεία Κομοτηνής και Αλεξανδρούπολης. ‘Ενα όμορφο ανάγλυφο στολίζει το Μουσείο Αθηνών. "ΚΥΡΙΩ ΕΒΡΩ", όπως διαπιστώθηκε είναι αφιερωμένο στο μεγάλο θεό των Θρακών Διόνυσο. Επίσης υπάρχει το ανάγλυφο με παράσταση χεριού που κρατάει να βρίσκετε η αρχαίο Πλωτινούπολη. Δεν έχει γίνει έρευνα του χώρου πέρα από τα τυχαία ευρήματα, που ξέθαψε το άροτρο. Αν γίνει ανασκαφική έρευνα, ίσως φωτίσει πολλά σκοτεινά σημεία της ιστορίας. Λεγόταν και Μαυροπήγαδο της Κλεισούρας. ‘Ηταν κάποτε σπουδαίος σταθμός της Εγνατίας οδού, μια και στη συμβολή των ποταμών ήταν χτισμένη η μεγάλη τοξωτή γέφυρα των Ρωμαίων.
ΚΟΡΥΜΒΟΣ (Χωριό) ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟ
Στον Κόρυμβο υπάρχει η παλιά εκκλησία (1800) αφιερωμένη στους Ταξιάρχες Μιχαήλ και Γαβριήλ. Πάνω από την κεντρική είσοδο του ναού υπάρχει εντοιχισμένη μαρμάρινη πλάκα με κείμενο και ημερομηνία 2 Μαίου 1851. Κάτω από την επιγραφή αυτή υπάρχει ανάγλυφο σχέδιο, μάλλον νεότερο, που παριστάνει στη μέση το Δικέφαλο Αετό, δεξιά και αριστερά δύο δράκοντες και πάνω από αυτούς δύο καβαλάρηδες. Η εκκλησία είναι Βασιλικού ρυθμού, με ξύλινες κολόνες επικαλυμμένες με ασβέστη, ξύλινο τέμπλο χωρίς κάτι το ιδιαίτερο και χαραγμένη πλάκα με κείμενο πάνω στην Αγία Τράπεζα. Υπάρχει γυναικωνίτης και δεν υπάρχει νάρθηκας. Έχει δύο εισόδους, μία δυτικά και μία νότια. Ιδιαίτερη εντύπωση κάνουν οι τεράστιες πέτρες από ασβεστόλιθο, με τις οποίες είναι κατασκευασμένες οι είσοδοι και οι γωνίες του ναού. Στην ανατολική και δυτική μετώπη υπάρχουν δύο στενά παράθυρα με σκαλισμένους στις πέτρες τους σταυρούς. Διακρίνονται επίσης τα θεμέλια μαντρότοιχου καθώς και ίχνη τάφων.
Σύμφωνα με τις διηγήσεις των παλαιοτέρων όταν ήρθαν οι κάτοικοι πρόσφυγες από την Τουρκία, το 1922, βρήκαν στο χωριό Μουσουλμάνους κατοίκους και Βούλγαρους Χριστιανούς. Όταν έφυγαν οι Βούλγαροι έμειναν να συνυπάρχουν, ζώντας αρμονικά, Μουσουλμάνοι και Χριστιανοί. Από την Ανατολή έφεραν μαζί τους τον παπά-Χρήστο Κεσσεσούδη, που ήταν ο πρώτος που λειτούργησε μέχρι το 1930. Υπήρχε καμπαναριό με μεγάλη καμπάνα, γνωστή στην περιοχή, αφού όπως υπερηφανεύονται οι παλιοί, ακούγονταν ως τη Σόφια, την πρωτεύουσα της Βουλγαρίας. Η καμπάνα δε βρέθηκε μέχρι σήμερα. Δίπλα στο μαντρότοιχο της εκκλησίας υπήρχε το σχολείο, το οποίο γκρεμίστηκε όταν χτίστηκε το σημερινό, το 1955. Το 1950 αντικαταστάθηκε η σκεπή της εκκλησίας και έτσι διατηρήθηκε το οικοδόμημα σε χρήση μέχρι το 1983, οπότε, υπό το φόβο της κατάρρευσης, λειτούργησε η νέα εκκλησία των Ταξιαρχών τα θεμέλια της οποίας είχαν τεθεί το 1972 και η αποπεράτωση των εργασιών έγινε το 1983.
Το κείμενο παρατίθεται τον Δεκέμβριο 2001 από ιστοσελίδα του Δήμου Ορφέα
ΚΥΠΡΙΝΟΣ (Κωμόπολη) ΟΡΕΣΤΙΑΔΑ
Ο Κυπρίνος, είναι έδρα του ομώνυμου Δήμου, με 8 οικισμούς και 3.478 κατοίκους (απογρ.1991). Η περιοχή του Δήμου, η ημιορεινή σε μεγάλο μέρος, γειτονεύει δυτικά με την Βουλγαρία, περιοχή του Ορτάκιοϊο, απ' όπου κατάγεται μεγάλο μέρος των κατοίκων του. Η άφθονη παραγωγή ψαριών στον ποταμό 'Aδρα, των κυπρίνων, έδωσε το όνομά του στον οικισμό. Το παλιό του όνομα ήταν Σαρή Χαντήρ, δηλαδή Κιτρινόψαρο. Βρίσκεται σε στρατηγικό σημείο της διασταύρωσης πολλών δρόμων, γι' αυτό και είναι έδρα Γυμνασίου, Λυκείου, Κέντρου Υγείας και διαθέτει και πλούσια Δημοτική Βιβλιοθήκη. Οι πολιτιστικοί του φορείς, παρουσιάζουν αξιόλογη δραστηριότητα στην διατήρηση κυρίως της πολιτιστικής παράδοσης και στην αναβίωση των παλιών εθίμων, όπως συμβαίνει και με τα άλλα χωριά της περιοχής, Μεγάλη και Μικρή Δοξιπάρα, Ζώνη και Αμπελάκια.
Το απόσπασμα παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης
ΛΑΒΑΡΑ (Κωμόπολη) ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟ
Eδρα του Δήμου Ορφέα είναι η κωμόπολη Λάβαρα. Τον 17ο αιώνα ήταν Κεφαλοχώρι
απαλλαγμένο από Φόρους με την ονομασία Σαλτήκ. Σημαίνει τόπος όπου κατασκευάζονται
τα "σάλια", πλατειές βάρκες με επίπεδη καρίνα, με τις οποίες γίνονταν η μεταφορά
των προϊόντων στον ποταμό 'Eβρο. Το παρελθόν του φτάνει στους πριν από τον αυτοκράτορα
Ηράκλειο, χρονιά των λατινοφώνου Βυζαντίου και φαίνεται από πανάρχαιες δεξαμενές
νερού, με την ονομασία Βιστέρνα [Bis sterna = διπλανή δεξαμενή] και τάφους της
ίδιας εποχής.
Η ονομασία Λάβαρα που δόθηκε διότι κατά την μεγάλη Ελληνική Επανάσταση
του 1821, οι κάτοικοι του χωριού ύψωσαν σημαίες [Λάβαρα] με σταυρό και εξόντωσαν
τουρκική στρατιωτική δύναμη στην περιοχή τους. Σε ανάμνηση αυτού του γεγονότος,
ανήγειραν αργότερα την εκκλησία του Αγίου Αθανασίου που πανηγυρίζει στις 2 Μαΐου,
ημέρα διεξαγωγής της μάχης. Η εκκλησία αυτή αποτελεί και σήμερα σημαντικό αξιοθέατο
του χωριού.
Αυτό το φιλελεύθερο πνεύμα διατηρήθηκε και αργότερα με καρπούς,
σειρά ολόκληρη αγωνιστών με γνωστότερο τον καπετάν Βαγγέλη Ματσιάνη, ο οποίος
έδρασε στα τέλη του 19ου αιώνα. "... Κάτσει Βαγγέλη μ' στον κοντά μ' κι δ' λέψι
στις δουλειές μας κι θα σ' αρρασουν ιάσουμ' κι γω θα σ' παντρέψου. - Δε θέλου
γω 'ραβώνιασμα κι γ' ναίκα ντιπ δε θέλου αρραβωνιαστικιά μ' ειν' του σπαθί κι
του τουφέκι μ' γυναίκα".
ΛΑΓΥΝΑ (Χωριό) ΣΟΥΦΛΙ
Οι κάτοικοί του κατάγονται από το Κιουπλί (χωριό ανατολικά του Εύρου, στην Τουρκία), που την απόδοσή του στην ελληνική έδωσαν στο χωριό τους (Κιούπι=μεγάλη λαγήνα). Βρίσκεται 10 χλμ. νότια του Σουφλίου στις ανατολικές πλαγιές χαμηλών υψωμάτων, όπου έχουν αποκαλυφθεί υδραγωγείο και τάφοι της Μακεδονικής εποχής, με θέα προς τον 'Εβρο και το Κιουπλί. Από την παλιά του εκκλησία, το ξυλόγλυπτο τέμπλο και οι παλιές εικόνες έχουν διασωθεί και εκτίθενται στο γυναικωνίτη της νέας εκκλησίας της Αγίας Παρασκευής, που στολίζει την πλατεία των Λαγυνών. Στις ψαροταβέρνες των Λαγυνών, σερβίρονται ψάρια του 'Eβρου, σαζάνια και γουλιανοί.
Μια παλιά βρύση έξω από το χωριό η "Παρδαλή Βρύση", αναφέρεται από τον Εβλιγιά Τσελεμπή πως κάθε σαράντα χρόνια την επέτειο της παράδοσης του κορανίου στους ανθρώπους: "Την νύχτα του Καδήρ, μέχρι πρωίας ρέει γάλα".
Το απόσπασμα παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης
ΛΕΥΚΙΜΜΗ (Χωριό) ΣΟΥΦΛΙ
Παλιό όμορφο χωριό στις παρυφές του προστατευόμενου δάσους Δαδιάς - Λευκίμης - Σουφλίου. Το χωριό είχε ευμάρεια οικονομική κάποτε. Για την ίδρυσή του υπάρχουν δύο εκδοχές. Η πρώτη υποστηρίζει ότι ιδρύθηκε τον 13ο αιώνα από τους Καταλανούς. Η δεύτερη ανάγει την ίδρυσή του στις αρχές του 17ου αιώνα από μετακινήσεις πληθυσμών της γύρω περιοχής και από κατοίκους της αρχαίας Δύμης. Το όνομα του Καβατζίκι (Λευκίμη) το πήρε από τις πολλές λεύκες που υπήρχαν στον τόπο προέλευσης των κατοίκων. Μέχρι το 1927 ήταν από τα μεγαλύτερα κεφαλοχώρια και εμπορικό κέντρο της περιοχής. Τότε το χωριό αλλάζει όνομα από Καβατζίκι σε Λευκίμη. Τα εναπομείναντα κτίρια μαρτυρούν την τότε οικονομική του ευμάρεια. Μέχρι το 1941 οι οικισμοί Κιτρινόπετρα, Βυρίνη και Αμυγδαλιά κατοικούνταν από Τούρκους. Με τον εμφύλιο πολλοί κάτοικοι καταφεύγουν στα αστικά κέντρα Φέρες και Αλεξανδρούπολη.
Το 1950 εγκαθίστανται στο χωριό Σαρακατσάνοι σκηνίτες από τα γύρω βουνά και το 1962 μεταφέρονται στο χωριό κάτοικοι της περιοχής Διδυμοτείχου και Ορεστιάδας, στην πλειοψηφία τους κτηνοτρόφοι. Σήμερα η Λευκίμη έχει να επιδείξει τα πολλά καλοδιατηρημένα πηγάδια, την όμορφη πλατεία της, τον παλιό γιαχανά, τις εκκλησίες της και ειδικά την παλιά Εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου με το σπάνιο ξυλόγλυπτο τέμπλο και τις παλιές εικόνες. Το βουνό της, πλούσιο σε βλάστηση, προσφέρεται για πεζοπορία και παρατήρηση ζώων και αρπακτικών. Σύντομα θα υλοποιηθούν μια σειρά από έργα έτσι ώστε να ολοκληρωθεί το πρόγραμμα για την ανάδειξη και ανάπτυξη της Λευκίμης και του ορεινού της όγκου.
ΛΥΚΟΦΩΣ (Χωριό) ΣΟΥΦΛΙ
Μια ελληνική κωμόπολη ανατολικά του 'Eβρου, το Κιουπλί είναι η αλησμόνητη πατρίδα μερικών χιλιάδων Ελλήνων οι οποίοι μετά την Μικρασιατική καταστροφή, αναγκάστηκαν να εκπατριστούν. Πέρασαν το ποτάμι και ακριβώς απέναντι μετοίκησαν οι περισσότεροι σε δύο χωρία, ώστε καθημερινά να έχουν οπτική επαφή με τα πατρικά τους σπίτια. Το ένα από αυτά, είναι η Λυκόφη. Βρίσκεται πλάι στην εθνική οδό, 8 χλμ. νότια του Σουφλίου και στη ρίζα των τελευταίων υψωμάτων της Ροδόπης. 'Aφθονα νερά κατεβαίνουν από τις πλαγιές και η τοποθεσία Ανάβρα, έχει κατοικηθεί από πολύ παλιά. Σώζονται στις βραχώδες πλαγιές της ίχνη εκκλησιών από την πρωτοχριστιανική εποχή, καθώς και τάφοι σκαλισμένοι στις πέτρινες όχθες των ρυακιών, κάτω από τις σκιές των πεύκων. Το κατάφυτο της περιοχής και το υγιεινό κλίμα, ευνόησαν να γίνουν εδώ κατασκηνωτικές εγκαταστάσεις. Από δω, ξεκινά στενός δρόμος ανάμεσα στο πυκνό δάσος και με υπέροχη διαδρομή, καταλήγει στο Μοναστήρι της Δαδιάς.
Το απόσπασμα παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης
ΛΥΡΑ (Χωριό) ΣΟΥΦΛΙ
Πρόσφυγες κι' εδώ οι κάτοικοι, ήρθαν μετά το 1922 από τα χωριά Μαυροπήγαδο, Κιούμπι και Ντιρέκιο. Στην πλειοψηφία τους ήταν βοσκοί κι' αυτό δικαιολογεί την τοποθεσία του χωριού που βρίσκεται κοντά σε βοσκότοπους, 1 χιλιόμετρο βόρεια από το Φυλακτό. Από το ύψωμα Ασάρ, το μάτι του επισκέπτη αγκαλιάζει όλη την περιοχή από τα ‘Υψαλα ανατολικά μέχρι τη θάλασσα νότια μαζί με τον όγκο της Σαμοθράκης και της Ίμβρου. Στην θέση "τσιτμένη πέτρα" του ίδιου υψώματος, βρέθηκε περίβολος της πρώιμης εποχής του σιδήρου ο οποίος φαίνεται να έχει χρησιμοποιηθεί και κατά τη διάρκεια της Ρωμαϊκής περιόδου. Οι κάτοικοι έπαιζαν πολλά παραδοσιακά παιχνίδια όπως κούκια, τσίτμε, γουρνίτσες, κότσια κ.ά. Σήμερα αναβιώνουν μονάχα στις συγκεντρώσεις και τις πολιτιστικές εκδηλώσεις.
ΜΑΚΡΗ (Κωμόπολη) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Πράσινα κύματα ελαιώνων, περιβάλλουν και σήμερα την Μάκρη. Ανάμεσά τους και δένδρα με ηλικία χιλιάδων ετών. Κοντά στην πλατεία στέκει ακόμα ο πλάτανος που μνημονεύει ο Εβλιγιά Τσελεμπή. Στο κέντρο της Μάκρης και γύρω από την πλατεία, σώζονται τμήματα από τον βυζαντινό περίβολο και μέσα του ίχνη βασιλικής του 10ου αιώνα. Πάνω στα ερείπια της, ιδρύθηκε το 1907, μουσουλμανικό τέμενος από το οποίο ελάχιστα μέρη τοιχοποιίας σώζονται. Η εκκλησία της Μάκρης, είναι τρίκλιτη βασιλική, με ξυλόγλυπτο τέμπλο και δεσποτικό του 17ου αιώνα. Τιμάται στη μνήμη της Αγίας Αναστασίας και έγινε με δαπάνη των καπνοπαραγωγών "του ευλογημένου ρουφετίου τουτουντζήδων", όπως φαίνεται από αφιερωτική επιγραφή.
Το απόσπασμα παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης
Δώδεκα χιλιόμετρα δυτικά από την Αλεξ/πόλη βρίσκεται η Μάκρη με το γραφικό λιμανάκι του Πλάτανου. Πάνω από την παραλία ορθώνεται ένας φυσικός όγκος με μία τούμπα (γήλοφο) στην κορυφή του. Μέσα στο βράχο ανοίγεται μια σπηλιά, γνωστή στους ντόπιους ως σπηλιά του Κύκλωπα, που παρουσιάζει ίχνη χρήσης από τα προϊστορικά έως τα βυζαντινά χρόνια, ενώ περιφεριακά της έχουν λαξευτεί διάφορες κατασκευές, όπως κόγχες και σκαλοπάτια. Η ανασκαφή, που πραγματοποιείται τα τελευταία χρόνια στην τούμπα, έφερε στο φως ένα σπουδαίο νεολιθικό οικισμό (4500 - 3000 π.Χ.), που θεωρείται από τους σημαντικότερους των Βαλκανίων.Είναι ένα θαυμάσιο τουριστικό θέρετρο, όπου ο κάθε επισκέπτης μπορεί να περάσει αξέχαστες στιγμές.
Το απόσπασμα παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης
ΜΑΝΔΡΑ (Χωριό) ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟ
Θεωρείται το παλιότερο χωριό του Δήμου. Πριν από αιώνες, υπήρξε σταθμός των πλωτών επίπεδων καραβιών (Σάλια) του ποταμού Έβρου, που ξεκινούσαν από τη Φιλιππούπολη για να βγουν στο Αιγαίο.
ΜΑΥΡΟΚΚΛΗΣΙ (Χωριό) ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟ
Στο Μαυροκκλήσι υπάρχει η πανάρχαια Βουλγάρικη εκκλησία του Αγίου Δημητρίου (1600 περίπου), στην Αγία Τράπεζα της οποίας υπάρχει χαραγμένη πλάκα με κείμενο, βγαίνοντας από το χωριό προς Ασπρονέρι και η νεότερη εκκλησία του Προφήτη Ηλία στην πλατεία του χωριού.
Το κείμενο παρατίθεται τον Δεκέμβριο 2001 από ιστοσελίδα του Δήμου Ορφέα
ΜΕΓΑΛΗ ΔΟΞΙΠΑΡΑ (Χωριό) ΟΡΕΣΤΙΑΔΑ
Η κοινότητα της μεγάλης Δοξιπάρας που λειτουργεί από 1-1-1967 βρίσκεται σε απόσταση 24 χιλιομέτρων από την Ορεστιάδα. Σύμφωνα με την απογραφή του 1981 η κοινότητα αριθμούσε 550 κατοίκους, ενώ στην πρόσφατη απογραφή του 1991 ο αριθμός τους μειώθηκε σε 467 άτομα. Ωστόσο πολλοί από τους δημότες της κοινότητας έχουν μεταναστεύσει στο εξωτερικό και εσωτερικό για οικονομικούς κυρίως λόγους.
Οι πολιτιστικοί σύλλογοι και οι πολιτιστικές και αθλητικές δραστηριότητες είναι σημαντικές.
ΜΕΣΗΜΒΡΙΑ (Αρχαία πόλη) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Η ανασκαφή του χώρου έδειξε πως στη θέση αυτή υπήρχε αρχικά ένας οικισμός της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου όπου κατοικούσαν Θράκες. Στο τέλος του 7ου π.Χ. αιώνα ήρθαν άποικοι από την Σαμοθράκη και ίδρυσαν μια πόλη της Περαίας τους.Οι νέοι άποικοι έζησαν αρμονικά με τους Θράκες μέχρι τον 1ο μ.Χ. αιώνα , που ερημώνεται η περιοχή.
Η πόλη περιβάλλεται από τείχος ενισχυμένο με πύργους. Στο εσωτερικό παρατηρείται ένας οικισμός με ,εργαστήρια και καταστήματα που χρονολογούνται από τον 5ο μέχρι το 2ο π.Χ. αιώνα, ιδιωτικές οικίες με αυλές, δίκτυο δρόμων και δύο ιερά οικοδομήματα: το ιερό της Δήμητρας και ο αρχαϊκός ναός του Απόλλωνα. Στο ιερό της Δήμητρας ανακαλύφτηκε "θησαυρός" από ασημένια αφιερώματα των αρχαίων προσκυνητών, ενώ στο ναό του Απόλλωνα βρέθηκαν τμήματα αρχαϊκού κούρου και αττικά, μελαμβαφή και μελανόμορφα αγγεία. Έξω από το τείχος εκτείνεται το νεκροταφείο.Αξιόλογα ευρήματα από την Μεσημβρία εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Κομοτηνής.
Το απόσπασμα παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης
ΜΕΤΑΞΑΔΕΣ (Δήμος) ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟ
Ο Δήμος Μεταξάδων είναι από τους μικρούς νεοσύστατους Δήμους του Νομού Έβρου τόσο σε έκταση όσο και σε πληθυσμό, με όλα τα γνώριμα προβλήματα που ταλανίζουν τους μικρούς νέους Δήμους της επαρχίας (εκπαίδευση, υγεία, γεωργία, ύδρευση, έργα υποδομής κ.λπ.). Τα βασικά πλεονεκτήματα πάνω στα οποία θα βασιστεί η μελλοντική προσπάθεια ανάπτυξής του είναι:
α. Το δάσος έκτασης 15.000 στρ. ως πλουτοπαραγωγική πηγή φυσικών πόρων και ανάπτυξης τουρισμού ειδικής μορφής
β. Η εύφορη κοιλάδα του Ερυθροποτάμου και των παραποτάμων του, και ιδιαίτερα του Καζαντζή, στον οποίο θα δημιουργηθεί αρδευτικό φράγμα επιφάνειας 1.600 στρ. χωρητικότητας 35.000.000 κ.μ., για άρδευση 70.000 στρ.
γ. Οι χαρακτηρισμένοι παραδοσιακοί οικισμοί των Μεταξάδων και Παλιουριού, αλλά και του Αλεποχωρίου και Αβδέλλας, με τα μνημεία της περιοχής (τρεις κατάγραφοι ναοί από τα τέλη του 17ου - αρχές 18ου αιώνα, τύμβοι), αλλά και τις φυσικές ομορφιές, δημιουργούν δυναμική για ανάπτυξη ήπιου τουρισμού.
Το κείμενο παρατίθεται τον Δεκέμβριο 2001 από ιστοσελίδα του Δήμου Μεταξάδων
ΜΙΚΡΟ ΔΕΡΕΙΟ (Κωμόπολη) ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟ
Η διαδρομή ανάμεσα από τα μεγάλα δέντρα προς το Μικρό Δέρειο είναι φανταστική. Είναι ένας από τους λίγους κυνηγότοπους της Ελλάδος (ελάφια, ζαρκάδια, λαγοί, αγριογούρουνα, φάσες, πέρδικες κ.α. ). Στην περιοχή του Δερείου λέγεται ότι έζησε ο Ορφέας.
Το κείμενο παρατίθεται τον Δεκέμβριο 2001 από ιστοσελίδα του Δήμου Ορφέα
ΝΕΑ ΒΥΣΣΑ (Κωμόπολη) ΟΡΕΣΤΙΑΔΑ
Οι κάτοικοί της, είναι απόγονοι προσφύγων από την Παλιά Βύσσα ή Μπόσνα ή Βοσνοχώρι, που βρισκόταν λίγα χιλιόμετρα βορειοανατολικά και πολύ κοντά στην Αδριανούπολη. Από το χωριό εκείνο, κατάγονταν αγωνιστές του 1821, όπως ο καπετάν Γιώργης Παπάς ή Καραγιώργης και διαπρεπείς επιστήμονες που αναδείχτηκαν τον προηγούμενο αιώνα στους διεθνείς πνευματικούς στίβους.
Η καταγωγή τους χάνεται στα βάθη των αιώνων. Γνώρισμά τους, η παλικαριά και η φιλοξενία. Κατά μία άποψη οι Βυσσιώτες, είναι απόγονοι του αρχαίου θρακικού φύλου των Βησσών, ατίθασου και πολεμικού λαού που κατά την ρωμαϊκή περίοδο, εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Αδριανούπολης. Επειδή δε κοντά στο χωριό τους, κατά την Τουρκοκρατία υπήρχε σταθμός καραβανιών με καμήλες που οδηγούσαν Βόσνιοι αιχμάλωτοι, η τοποθεσία πήρε το όνομα Μπόσνα ή Βοσνοχώρι. Το βέβαιο είναι ότι οι κάτοικοι της Βύσσας είναι εργατικοί, πείσμονες και καλοί πατριώτες και το έδειξαν όταν οι περιστάσεις το απαιτούσαν.
Στο παλιό τους χωριό, έζησαν μέχρις ότου επήλθε η Μικρασιατική καταστροφή, που συμπαρέσυρε και τον Ελληνισμό της Ανατολικής Θράκης. Με την Συνθήκη της Λοζάννης που επακολούθησε, παραχωρήθηκε στην Τουρκία μια λωρίδα εδάφους Δυτικά του 'Eβρου, με τους οικισμούς Καραγάτς, Παλιά Βύσσα και Ντεμιρτάς, για να μην εφάπτεται με τα σύνορα η Αδριανούπολη και ο σιδηροδρομικός σταθμός δυτικά του 'Eβρου, να παραμείνει στο τουρκικό έδαφος.
'Eτσι η παλιά Βύσσα και το αδερφό χωριό της Ντεμετντές, μετακόμισαν λίγα χιλιόμετρα νοτιοδυτικά και οι μεν κάτοικοι της Παλιάς, δημιούργησαν τη Νέα Βύσσα, οι δε κάτοικοι του Ντεμερντές την Καβύλη.
Η σημερινή Νέα Βύσσα, είναι μια ευημερούσα κωμόπολη και αυτό φαίνεται και από την είσοδό της. Εργοστάσια με ευρωπαϊκές προδιαγραφές βρίσκονται εδώ και ο κεντρικός δρόμος, είναι μια φαρδιά λεωφόρος με τα διώροφα σπίτια στις δυο πλευρές που καταλήγει σε μια μεγάλη πλατεία. Γύρω της η Δημαρχία, το Πνευματικό Κέντρο και σε ένα μικρό αλσύλλιο, στέκεται η προτομή του Στέφανου Καραθεοδωρή.
Το απόσπασμα παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης
ΝΕΟ ΧΕΙΜΩΝΙΟ (Χωριό) ΟΡΕΣΤΙΑΔΑ
Οι κάτοικοι του δημοτικού διαμερίσματος Νέου Χειμωνίου προέρχονται στην πλειοψηφία τους από το Μεγάλο Ζαλούφι της Ανατολικής Θράκης και εγκαταστάθηκαν εδώ ως πρόσφυγες το 1923. Βρίσκεται σε απόσταση 5 χλμ. Νότια της Ορεστιάδας. Λειτουργούν αρκετές βιοτεχνίες στην περιοχή, υπάρχει διαλογητήριο πατάτας και ξηραντήριο. Αρκετοί από τους κατοίκους έχουν μεταναστεύσει στο εσωτερικό και στο εξωτερικό.
ΝΕΟΧΩΡΙ (Κωμόπολη) ΟΡΕΣΤΙΑΔΑ
Η κοινότητα Νεοχωρίου σε μικρή απόσταση δυτικά της Ορεστιάδας αποτέλεσε επί τουρκοκρατίας ένα από τα σημαντικά κέντρα της περιοχής ως έδρα δήμου που περιελάμβανε συνολικά εννέα χωριά. Οι πρώτοι κάτοικοι του χωριού αποτελούνταν από επτά ελληνικές οικογένειες εκτοπισμένες από τις οθωμανικές αρχές εξαιτίας επαναστατικών εξεγέρσεων. Οι οικογένειες αυτές προέρχονταν από διαφορετικά σημεία της αυτοκρατορίας όπως την Κρήτη, Πελοπόννησο, Κύπρο, Δαμασκό και Ανατολική Ρωμυλία. Διατηρούσαν με ευλάβεια την χριστιανική τους πίστη, την ελληνική τους γλώσσα, τα πατροπαράδοτα έθιμά τους και τις λαϊκές φορεσιές τους (γαλάζια βράκα δηλ. είδος παντελονιού και άσπρο πουκάμισο οι άνδρες γι' αυτό και ονομάσθηκαν ''γαλαζοβράκηδες'').
Η ανάπτυξη του χωριού σημείωσε ταχείς ρυθμούς κατά την περίοδο 1930 - 1960, χωρίς να πληγεί ιδιαίτερα με ανθρώπινα θύματα από το δεύτερο παγκόσμιο και τον εμφύλιο πόλεμο, επιτυγχάνοντας σταδιακά τον εκσυγχρονισμό των γεωργικών καλλιεργειών με αποτέλεσμα τη συγκράτηση του πληθυσμού. Ωστόσο η μετανάστευση των δεκαετιών 1960 - 1970 που έπληξε καθοριστικά ολόκληρη την ευρύτερη περιοχή, οδήγησε τους μισούς σχεδόν κατοίκους του Νεοχωρίου στους δρόμους του εξωτερικού, κυρίως προς τη Γερμανία και λιγότερο προς το Βέλγιο, τον Καναδά και την Αυστραλία. Αρκετοί από τους κατοίκους έχουν μεταναστεύσει στο εσωτερικό και πολλοί διαμένουν στη γειτονική Ορεστιάδα, η οποία απορροφά σημαντικό μέρος από τις δραστηριότητες και το ανθρώπινο δυναμικό όχι μόνο του Νεοχωρίου αλλά και των υπολοίπων χωριών της επαρχίας.
Σήμερα το χωριό έχει εξ' ολοκλήρου ανοικοδομηθεί με σύγχρονες κατοικίες, ενώ η γεωργία έχει πλήρως εκσυγχρονισθεί και η παραγωγή έχει βελτιωθεί κατά πολύ, αφού από τις 20.000 στρέμματα καλλιεργήσιμης γης αρδεύονται τα 18.500.
Στο Νεοχώρι λειτουργεί ξηραντήριο ''σηλός'' της Ένωσης Γεωργικών Συνεταιρισμών Ορεστιάδας με ολική αποθήκευση και ξήρανση 20-40.000 τόνων, κρατικός υποσταθμός της ΔΕΗ, τυροκομική μονάδα με ψυγείο και φέτα δυναμικότητας 500 τόνων γάλακτος, βιοτεχνία ραφής ενδυμάτων, εργοστάσιο κονιαμάτων και δομικών υλικών.
Υπάρχει Σύλλογος Γυναικών, αθλητική ομάδα και Μουσείο.
ΟΡΕΣΤΙΑΔΑ (Επαρχία) ΕΒΡΟΣ
Με έκταση που ανέρχεται συνολικά σε 944 τετραγωνικά χιλιόμετρα και συνολικό πληθυσμό 40.049 κατοίκους, η επαρχία Ορεστιάδας αποτελεί μια από τις δυναμικότερες, αλλά ταυτόχρονα και πλουσιότερες περιοχές του Νομού Έβρου. Ευρισκόμενη στο βορειότερο άκρο του νομού, κατέχει μια από τις πλέον στρατηγικές θέσεις της Ελλάδας και κατ' επέκταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
ΟΡΜΕΝΙΟ (Χωριό) ΟΡΕΣΤΙΑΔΑ
Το χωριό Ορμένιο, είναι ο βορειότερος οικισμός της Ελληνικής Επικρατείας, και οι κάτοικοί του είναι απόγονοι προσφύγων από τη βόρεια και την ανατολική Θράκη. 'Ηταν εδώ η Τζερνομιάνου Πόλις των Βυζαντινών, το Τσιρμέν των Τούρκων και κοντά του έγινε το 1361, η μεγάλη μάχη.
'Εληξε με νίκη των Τούρκων επί Σέρβων, και των άλλων βαλκανικών στρατών και άνοιξε τον δρόμο για την κατάκτηση της Βαλκανικής Χερσονήσου. Στο μεγαλόπρεπο κοινοτικό κατάστημα, στεγάζεται μια ενδιαφέρουσα Λαογραφική Συλλογή, με στολές και οικιακά έπιπλα και σκεύη.
Το απόσπασμα παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης
ΟΡΦΕΑΣ (Δήμος) ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟ
Ο μυθικός Θράκας μουσικός και μύστης, έδωσε το όνομά του στον καινούργιο
Δήμο Ορφέα, ο οποίος περιλαμβάνει μέσα στα όριά του τις παλιές κοινότητες Λαβάρων,
Αμορίου, Κυριακής, Μάνδρας, Μαυροκκλησίου, Μικρού Δερείου και Πρωτοκκλησίου. Περιλαμβάνει
δηλαδή το μεγαλύτερο μέρος της ορεινής και δασώδους περιοχής που κατέχει το κέντρο
του Νομού Eβρου, όπου κατά τους τοπικούς θρύλους, έζησε ο μυθικός μουσικός και
ανανεωτήτων Θρησκευτικών ιδεών Ορφέας.
Η μορφή του Ορφέα περιβάλλεται με την άχλη του θρύλου. Σύμφωνα με
όσα συνέλεξαν αρχαίοι συγγραφείς και ιδιαίτερα ο γραμματικός Απολλόδωρος, ο Ορφέας
ήταν γιος της Μούσας Καλλιόπης και του βασιλιά της Θράκης Οίαγρου. Πολύ νέος ταξίδεψε
στην Αίγυπτο όπου σπούδασε θεολογία και φιλοσοφία. Πολλά χρόνια αργότερα ο Πλάτων,
πληροφορήθηκε από Αιγυπτίους Ιερείς για το πέρασμα του Ορφέα από την Αίγυπτο,
όπως και του Λυκούργου και του Σόλωνα.
Επιστρέφοντας στη Θράκη, ίδρυσε τα μυστήρια του Διονύσου. Εδίδασκε
για τον "Eνα και Μοναδικό Θεό", το Παγκόσμιο Ων, Δημιουργό του κόσμου. Είναι
γνωστός ο μύθος για το θάνατο της γυναίκας του Ευρυδίκης. Κατά έναν άλλο μύθο,
ο Ορφέας κατασπαράχτηκε από τις Μαινάδες τις Θρακιώτισσες ακόλουθες του Διονύσου,
γιατί παραμένοντας πιστός στη μνήμη της γυναίκας του, περιφρόνησε τα κάλλη τους.
Το κεφάλι του ρίχτηκε στον Eβρο και το θαλάσσιο κύμα το έφερε στη Λέσβο, όπου
οι κάτοικοι της κληρονόμησαν το δώρο της μουσικής.
ΠΑΛΑΙΟΠΟΛΗ (Οικισμός) ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ
Πρόκειται για τον αρχαιολογικό χώρο της Σαμοθράκης, με το περίφημο ιερό των Καβείρων και το θέατρο όπου δέσποζε το άγαλμα της Φτερωτής Νίκης της Σαμοθράκης.
ΠΕΝΤΑΛΟΦΟΣ (Χωριό) ΟΡΕΣΤΙΑΔΑ
Από τα Κόμαρα ο δρόμος ανηφορίζει προς Βορράν, έχοντας αριστερά προς τα δυτικά τα υψώματα της Βουλγαρίας. Χτισμένος σε πέντε υψώματα όπως λεει και τ' όνομά του, είναι ο Πεντάλοφος, έδρα Δημαρχίας στους χρόνους της τουρκοκρατίας. Κάθε καλοκαίρι ο Πνευματικός Σύλλογος Νέων Πενταλόφου, οργανώνει πολιτιστική εβδομάδα για τους απόδημους με μεγάλη ποικιλία εκδηλώσεων. Στις δραστηριότητες του Συλλόγου, συμπεριλαμβάνονται τράπεζα αίματος, πλούσια βιβλιοθήκη, χορευτικό συγκρότημα και λαογραφική συλλογή που στεγάζεται στο παλιό σχολείο.
Το απόσπασμα παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης
Λάβετε το καθημερινό newsletter με τα πιο σημαντικά νέα της τουριστικής βιομηχανίας.
Εγγραφείτε τώρα!