Εμφανίζονται 7 τίτλοι με αναζήτηση: Βιογραφίες για το τοπωνύμιο: "ΧΙΟΣ Πόλη ΒΟΡΕΙΟ ΑΙΓΑΙΟ".
1911 - 1964
Tελευταίο παιδί της οικογένειας Σιδερή και Γαριφαλιάς Χοντρουδάκη
ο Φώτης, γεννήθηκε στον Τσεσμέ της Μικράς Ασίας το 1911.
Στον πρώτο διωγμό ήλθαν στη Χίο. Ο μικρός Φώτης πουλούσε ψάρια με
τον πατέρα του ενώ παράλληλα διάβαζε πολύ. Γρήγορα μπήκε στον κόσμο της ποίησης,
από τότε με το ψευδώνυμο Αγγουλές. Αργότερα άσκησε το επάγγελμα του τυπογράφου.
Στην κατοχή πάει στην Μέση Ανατολή. Εκεί προσχωρεί στο "κίνημα"
και με τόσους άλλους κλείνεται στα "σύρματα". Γυρνάει το 1945 με την
υγεία του κλονισμένη.
Στον εμφύλιο συλλαμβάνονται με προδοσία ενώ τύπωναν παράνομη εφημερίδα
μαζί με τον Μιχάλη Βατάκη, κλεισμένοι σε μια φουντάνα. Δικάζεται σε δωδεκάχρονη
φυλάκιση και γυρνάει πολλές φυλακές ως το 1956 που αποφυλακίζεται από την Κέρκυρα,
με την υγεία του επιδεινωμένη. Φίλοι του φροντίζουν να μπει σε νοσοκομείο, απ'
όπου βγαίνει λίγο καλύτερα.
Στις 26 του Μάρτη 1964, ταξίδευε με το πλοίο Κολοκοτρώνης για τον
Πειραιά, μετά από πεντάμηνη παραμονή στη Χίο. Εκεί τον βρήκαν νεκρό, με είκοσι
δραχμές στη τσέπη.
Απ' όπου κι αν πέρασε (Χίο, Μέση Ανατολή, Αθήνα, φυλακές, νοσοκομεία)
δεν σταμάτησε να γράφει και να αφήνει μέσα από τους στίχους του παρακαταθήκες
παλικαριάς, ανθρωπιάς και εθνικής συνείδησης. (...)
Κείμενο: Βαγγέλης Ρουφάκης
Το
1791 - 1865
Καταγόταν από την Χίο, στην οποία κατέφυγε η οικογένεια μετά την Αλωση της Κωνσταντινούπολης.
(Κων/πολη, 1791 - Αίγινα, 1865)
Από τις σημαντικότερες πολιτικές προσωπικότητες της Επανάστασης. Γιός
του λόγιου αξιωματούχου στις παραδουνάβιες Ηγεμονίες Νικολάου Μαυροκορδάτου απέκτησε
επιμελημένη μόρφωση κατάλληλη για να αναλάβει δημόσια αξιώματα. Έφτασε στο Μεσολόγγι
τον Ιούλιο του 1821 συνοδευόμενος από ομογενείς και φιλέλληνες με στόχο την επέκταση
της Eπανάστασης, την οργάνωση και πολιτική ενοποίηση των εξεγερμένων τόπων και
τη συγκέντρωση της πολιτικής εξουσίας στο πλαίσιο μιας «Εθνικής Διοίκησης». Συνέβαλε
στη συγκρότηση τοπικού πολιτεύματος στη Δυτική Ελλάδα και στη σύγκληση της Α´
Εθνοσυνέλευσης. Αναδείχθηκε πρόεδρός της και πρόεδρος της επιτροπής που συνέταξε
το προσωρινό πολίτευμα της Ελλάδας.
Οι πολιτικές αρχές που υπαγορεύονται σ' αυτό φανερώνουν τους σαφείς ιδεολογικούς
και πολιτικούς του προσανατολισμούς που είναι διαποτισμένοι από τις αρχές του
φιλελευθερισμού. Δραστηριοποιήθηκε και στρατιωτικά, όπου βαρύνεται μεν με την
καταστροφή στο Πέτα (4 Ιουλ.
1822), αλλά είναι κι αυτός που πρωτοστάτησε στην οργάνωση της άμυνας του Μεσολογγίου
που αποδείχθηκε σωτήρια κατά την πρώτη πολιορκία της πόλης. Υιοθέτησε μια σταθερά
αγγλόφιλη πολιτική, γιατί πίστευε, ότι η Αγγλία και λόγω των συμφερόντων της στην
Ανατολή ήταν η μόνη δύναμη, που μπορούσε να αντιταχθεί στα επεκτατικά σχέδια της
Ρωσίας και επειδή θεωρούσε
ότι αντιπροσώπευε πρότυπο πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής οργάνωσης. Με
την ιδιότητά του ως αρχηγού του «αγγλικού κόμματος» ζήτησε με επιστολή του από
τον Τζωρτζ Κάνιγκ να αντισταθεί στο ρωσικό σχέδιο για τη δημιουργία τριών ηγεμονιών
στην επαναστατημένη Ελλάδα με
το επιχείρημα ότι είναι προς το συμφέρον της Αγγλίας και της Ευρώπης η ίδρυση
ανεξάρτητου ελληνικού κράτους. Οι απόψεις και οι ενέργειές του αυτές δημιούργησαν
αρκετές ζυμώσεις που κατέληξαν στη συνθήκη του Λονδίνου
(6 Ιουλίου 1827). Η πολιτική του δράση συνεχίστηκε και μετά την άφιξη του Καποδίστρια
όταν ανέλαβε και υπουργικά καθήκοντα. Αποσύρθηκε όμως το 1830 και αναδείχθηκε
ηγέτης της αντιπολίτευσης. Σε όλη σχεδόν τη διάρκεια της απολυταρχικής περιόδου
της βασιλείας του Όθωνα παρέμεινε εκτός Ελλάδας
ως πρεσβευτής. Υποχρεώθηκε, ωστόσο, ο Όθων να τον χρησιμοποιήσει ως πρωθυπουργό
το 1841, 1844 και 1854, αλλά κάθε φορά τον υπονόμευε προκαλώντας άμεσα ή έμμεσα
την παραίτησή του. Ο ίδιος έμεινε νομιμόφρων προς τον βασιλιά και μόνο αργότερα
μεταστράφηκε και είχε ανάμειξη στις διεργασίες που οδήγησαν στην έξωσή του το
1862. Στο τέλος της σταδιοδρομίας του εκλέχτηκε πληρεξούσιος Ευρυτανίας
στην Εθνοσυνέλευση του 1862 και πρόεδρος της επιτροπής σύνταξης του Συντάγματος.
Tυφλός και κατάκοιτος δεν πήρε ενεργό μέρος στις εργασίες της, διατήρησε όμως
το ενδιαφέρον του για τα κοινά και τη σπάνια πνευματική του διαύγεια ως το θάνατό
του.
Το κείμενο παρατίθεται τον Μάιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, της Βουλής των Ελλήνων
The name of an ancient and noble family of the Republic of Genoa,
distinguished alike in the Island of Chios, one of its dependencies, where it
possessed many beautiful and valuable estates. Besides giving to the Church one
pope, Urban VII, it adorned the Dominican Order with several eminent theologians
and distinguished religious.
LEONARDO MARINI, archbishop, born 1509 on the island of Chios,
in the Aegean Sea; died 11
June 1573, at Rome. He entered
the order in his native place, and, after his religious profession, made his studies
in the Convent of Genoa with
great distinction, obtaining finally the degree of Master of Sacred Theology.
He was a man of deep spirituality, and was esteemed the most eloquent
of contemporary orators and preachers. On 5 March 1550, Julius III created him
titular Bishop of Laodicea
and administrator of the Diocese of Mantua.
On 26 Feb., 1562, Pius IV elevated him to the metropolitan See of Lanciano, and
the same year appointed him papal legate to the Council of Trent, in all the deliberations
of which he took a prominent part. Marini now resigned his diocesan duties and
retired to the castle of his brother to combat by pen and prayer the errors of
the reformers. Pius V, however, not slow in recognizing his brilliant talents,
appointed him to the See of Alba and made him Apostolic Visitor of twenty-five
dioceses. In 1572 he was sent by Gregory XIII on a mission to Philip II of Spain
and Sebastian of Portugal
to secure from these monarchs a renewal of their alliance against the Turks. His
mission was successful.
He returned to Rome
to be elevated to the cardinalate, but died two days after his return.
Joseph Schroeder, ed.
Transcribed by: Douglas J. Potter
This extract is cited June 2003 from The Catholic Encyclopedia, New Advent online edition URL below.
1952
Γεννήθηκε στη Χίο το 1952. Σπούδασε στη Φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου
Αθηνών και στη σχολή θεάτρου του Γιώργου Θεοδοσιάδη. Ο Δήμος Αβδελιώδης έχει σκηνοθετήσει
επίσης πολλές θεατρικές παραστάσεις.
Το κείμενο παρατίθεται τον Οκτώβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Αρχείου Ελληνικού Κινηματογράφου
1588 - 1669
A learned Greek of the seventeenth century, b. on the island of Chios
in 1586, and d. at Rome, 19 January, 1669. He entered the Greek college at Rome
in 1600, spent three years in Lucania with his countryman, Bishop Bernard Giustiniani,
and then returned to Chios where he proved of great assistance to the Latin Bishop,
Marco Giustiniani. In 1616, he received the degree Doctor of Medicine from the
Sapienza, was made Scriptor in the Vatican Library, and later, professor of rhetoric
at the Greek College, a position which he held for only two years. Pope Gregory
XV sent him to Germany, in 1622, to bring to Rome the Palatinate library of Heidelberg,
which Maximilian had presented to the Pope in return for war subsidies, a task
which he accomplished in the face of great difficulties. In the death of Gregory
XV (1623) Allatius lost his principal patron; but with the support of influential
churchmen, he continued his researches especially upon the Palatinate manuscripts.
Alexander VII made him custodian of the Vatican library in 1661, where he remained
till his death. With untiring energy Allatius combined a vast erudition, which
he brought to bear upon literary, historical, philosophical, and theological questions.
He laboured earnestly to effect the reconciliation of the Greek Church with that
of Rome and to this end wrote his most important work, "De Ecclesiae Occidentalisatque
Orientalis perpetua consensione" (Cologne, 1648), in which the points of agreement
between the Churches are emphasized, while their differences are minimized. He
also edited or translated into Latin the writings of various Greek authors, corresponded
with the foremost scholars of Europe, contributed as editor to the "Corpus Byzantinorum"
(Paris), and arranged for the Publication of a "Bibliotheca Scriptorum Graecorum".
He bequeathed his manuscripts about 150 volumes) and his correspondence (over
1,000 letters) to the library of the Oratorians in Rome.
Francis W. Gray, ed.
Transcribed by: Karen S. Williams
This text is cited Dec 2003 from The Catholic Encyclopedia, New Advent online edition URL below.
Λάβετε το καθημερινό newsletter με τα πιο σημαντικά νέα της τουριστικής βιομηχανίας.
Εγγραφείτε τώρα!