gtp logo

Πληροφορίες τοπωνυμίου

Εμφανίζονται 5 τίτλοι με αναζήτηση: Βιογραφίες  στην ευρύτερη περιοχή: "ΕΠΙΔΑΥΡΟΣ ΛΙΜΗΡΑΣ Επαρχία ΛΑΚΩΝΙΑ" .


Βιογραφίες (5)

Αγωνιστές του 1821

Οι Κλέφτες και η Δράση τους

ΕΠΙΔΑΥΡΟΣ ΛΙΜΗΡΑΣ (Επαρχία) ΛΑΚΩΝΙΑ
  Ο αριθμός των κλεφτών στην επαρχία μας υπολογίζεται γύρω στους 100 πρίν το 1770 και στους 100 - 150 μετά το 1770. Δεδομένου ότι ο αριθμός των αρχηγών καπεταναίων, κυμαίνονταν στους 8 με 10, και των ανδρών και των παλλικαριών του καθενός τουλάχιστον στους 20 - 25 άνδρες. Εννοείται ότι τις παραμονές της Εθνικής Επανάστασης ο αριθμός είχε αυξηθεί και ήταν περισσότεροι.
  Κατά τον Αμβρ. Φρατζή γνωστοί αρχηγοί ήταν: Κρεμαστιώτης Πάνος (κατάγονταν από την Κρεμαστή). Υπήρξε ξακουστός στα έτη 1775 - 1787. Είχε εξολοθρεύσει πολλούς Τούρκους και είχε γίνει ο υπερασπιστής του τυραννισμένου λαού μας. Επανειλημμένως περιφέρονταν στην ανατολική Πελοπόννησο και με το "μπαϊράκι του συνέτριψε τα αποσπάσματα που εστέλλον εναντίον του από την Τρίπολιν". Κατά τον διωγμό των κλεφτών δολοφονήθηκε την 16η Μαρτίου 1787 κατόπιν προδοσίας σε ενέδρα (καρτέρι), που του έστησαν οι Τούρκοι στο Γεράκι μαζί με τα 35 παλικάρια του.
  Καρακίτσος Γεώργιος Νικόλαος και Παναγιώτης. Κατάγονταν από την Λογκάστρα της Σπάρτης, αλλά είχαν καταφύγει στο Ζάρακα όπου και έδρασαν. Με τη προστασία τους κάλυπταν ολόκληρη την οροσειρά του Πάρνωνα μέχρι Μαλέα και Έλος.
  Στρατηγούλης Πέτρος, Τσάκωνας (ή Τζακώνης) Ανδρέας. Συνεργάζονταν με το Ζαχαριά.
  Στους ανωτέρω πρέπει να προστεθεί και ο ονομαστός Ζαχαριάς (Μπαρμπιτσιώτης), γιατί σημείωσε δράση και στην περιφέρεια Έλους, "οι κλέφτες εσκορπίσανε, γινήκαν τρία μπουλούκια και ο Γιώργης πάει στο Μαλεβά κι ο Ζαχαριάς στο Έλος". Την περιοχή Έλους, προκειμένου να την έχει δική του την είχε απαιτήσει από τους Τούρκους που του την είχαν παραχωρήσει, έπειτα από το επεισόδιο του με τον Μπέη της Μονεμβασίας Αλή, εξαιτίας της αρπαγής απ’ αυτόν μιας κοπέλας από τον Κοσμά.

Στρατιωτικοί της Περιοχής

  Το 1865 συστήθηκε άλλη επιτροπή με πρόεδρο τον αντιστράτηγο Γενναίο Κολοκοτρώνη, που κατάρτησε τρία Μητρώα: α) των αξιωματικών β) των υπαξιωματικών και γ) των στρατιωτών. Τους αξιωματικούς είχε διαιρέσει σε 7 τάξεις και τους υπαξιωματικούς σε δύο. Συμπολίτες μας αξιωματικοί ήταν:
Δρίβας Νικόλαος
Ηλιόπουλος Γεώργιος
Ζουμπουλάκης Αναγνώστη
Καρακίτσος Φελούρης Σωτήριος υποχιλίαρχος τάξις 5η
Καρακίτσος Δημήτριος αντιστράτηγος τάξις 6η
Καλκανδής Δημήτριος
Καλκανδής Ιωάννης ή Μπακαζάκος
Καπιτσίνης Χαράλαμπος. Υπηρέτησε σ’ όλο τον αγώνα ως ιατροχειρούργος παρέχοντας και άλλες υπηρεσίες.
Μοίρας Γρηγόριος, τάξις 6η
Κρανίδης Ιωάννης, χιλίαρχος
Παπανάκος Παν., χιλίαρχος
Ντρίβας Στράτης, τάξις 6η
Παυλάκος Γιάννης, τάξις 7η
Παπαδάκης Κων. , χιλίαρχος
Κουμουτσάκος Παναγ. , ταξίαρχος
Αγγελάκος Ανδρέας, χιλίαρχος
(αρχ. αγωνιστών 155)
Παπαγεωργίου Ν. Λάμπρος, εκατόνταρχος
Αλιφέρης Θεοφάνης, χιλίαρχος
Σταθάκης Χρήστος
Τριανταφυλλάκος Τριαντάφυλλος, τάξις 7η
Φελούρης Ιωάννης Ν. , τάξις 6η
Υπαξιωματικοί: Γιαννιός Νικόλ., Δρίβας Ιωάννης, Ανούσης, Καλογεράς Π. Νικόλαος, Καλογεράκος Γεώργιος, Καλαμβόκης Ιωάννης, Λιανός Παναγιώτης, Λαμπρινάκος Νικόλαος, Ντρίβας Ιωάννης, Νικολακάκος Δημήτριος και Μακρής Παναγιώτης. Όλοι δευτέρου βαθμού.

Ποιητές

Γιάννης Ρίτσος

ΜΟΝΕΜΒΑΣΙΑ (Χωριό) ΛΑΚΩΝΙΑ
  Κορυφαίος Έλληνας ποιητής. Γεννήθηκε στη Μονεμβασιά την Πρωτομαγιά του 1909 και πέθανε στην Αθήνα το 1990. Πάνω από εκατό ποιητικές συλλογές και συνθέσεις, εννέα πεζογραφήματα (μυθιστορήματα τα ονομάζει), τέσσερα θεατρικά, όπως και μελέτες για ομοτέχνους συγκροτούν το κύριο σώμα του έργου του. Πολυάριθμες μεταφράσεις, χρονογραφήματα και άλλα δημοσιεύματα συμπληρώνουν την εικόνα του δημιουργού. Το 1921 άρχισε να συνεργάζεται με τη "Διάπλαση των Παίδων". Πολλά από τα νεανικά του ποιήματα δημοσιεύτηκαν στο φιλολογικό παράρτημα της "Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαίδειας" του Πυρσού. Το 1934 εκδόθηκε η πρώτη ποιητική συλλογή του με τίτλο "Τρακτέρ", ενώ άρχισε και τη συνεργασία του με το "Ριζοσπάστη", με τα "Γράμματα για το Μέτωπο". Το 1935 κυκλοφορούν οι "Πυραμίδες", το 1936 ο "Επιτάφιος" και το 1937 "Το τραγούδι της αδελφής μου". Έλαβε ενεργό μέρος στην Εθνική Αντίσταση, ενώ κατά το χρονικό διάστημα 1948-1952 εξορίστηκε σε διάφορα νησιά. Το 1956 τιμήθηκε με το Α' Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη "Σονάτα του Σεληνόφωτος".
  Το 1968 προτάθηκε για το βραβείο Νόμπελ από 75 Γάλλους ακαδημαϊκούς, συγγραφείς και νομπελίστες, το 1975 αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και το 1977 τιμήθηκε με το βραβείο Λένιν για την ειρήνη.
  Ποιος είναι λοιπόν ο Ρίτσος; Ο βάρδος των λαϊκών αγώνων ή ο μοναχικός σκεπτικιστής, ο "απαρηγόρητος παρηγορητής του κόσμου"; Ο αισθησιακός που ρουφάει με όλους τους πόρους του τους χυμούς της ζωής, αυτός που κλείνει μέσα στ' ανθρώπινο σώμα τον φυσικό κόσμο και, αντίστροφα, μεταμορφώνει το σύμπαν σε παλλόμενη σάρκα; Ο ερωτικός, που σκιρτά σ' όλα τα αγγίγματα των σωμάτων και των αγαλμάτων, ή ο ασκητής που "απωθεί" και "θεώνεται"; Ή μήπως ο φύσει υπαρξιακός που εκθέτει την αγωνία του στον ψιθυριστό διάλογό του με το χρόνο και το θάνατο; Ο "διχασμένος και διπλός", μας λέει ο ίδιος, επιβεβαιώνοντας τον υπερβατικό λόγο της ποίησης. Και μια απλή καταγραφή του τεράστιου σε όγκο έργου του (πάνω από 100 ποιητικά βιβλία, 4 θεατρικά, πεζά, δοκίμια, μεταφράσεις) θ' απαιτούσε πολλές σελίδες. Ας αρκεστούμε σε μια συνοπτική παρακολούθηση της ποιητικής πορείας.
  1934-36: Μέσα από τον παραδοσιακό στίχο, στις παράλληλες συλλογές Τρακτέρ (1930-34), Πυραμίδες (1930-35), εκφράζει τους νέους προσανατολισμούς του επιχειρώντας μια ρήξη, που αποδεικνύεται όμως αρκετά επώδυνη. Τον Μάιο του 1936, η αιματηρή καταστολή της διαδήλωσης των απεργών καπνεργατών στη Θεσσαλονίκη, του εμπνέει τον Επιτάφιο, αυτό το μοιρολόι της μάνας μπροστά στο σώμα του σκοτωμένου γιου της, που μετατρέπεται σε κοινωνική διαμαρτυρία και εξέγερση. Στον ομοιοκατάληκτο δεκαπεντασύλλαβο μετακενώνεται η δημοτική και λόγια παράδοση, φορτίζοντας το σύγχρονο δράμα, ενώ η ανάκληση του χριστιανικού μύθου ευαγγελίζεται μιαν άλλη ανάσταση. Ο Επιτάφιος παραδόθηκε στην πυρά από τους δικτάτορες της 4ης Αυγούστου.
  1937-43: Είναι η περίοδος της λυρικής έκρηξης. Ένας μοντέρνος λυρισμός, σε ελεύθερο στίχο, όπου η μουσική ροή και τα ενσωματωμένα στοιχεία του υπερρεαλισμού πειθαρχούν στον ειρμό του αισθήματος και του στοχασμού. Ο υπαίθριος χώρος εισβάλλει με τολμηρές φωτεινές και ονειρικές εικόνες. Οργιώδης φαντασία που ξέρει να γειώνεται ακουμπώντας πάντα στα απλά πράγματα.
  Το 1937, συγκλονισμένος από την ψυχική ασθένεια της αδερφής του Λούλας, που οδηγείται στο Δαφνί, γράφει Το τραγούδι της αδελφής μου. (Σημειωτέον ότι στο ίδιο ίδρυμα βρίσκεται ο πατέρας από το 1932). Είναι το ποίημα που θα του χαρίσει το "χρίσμα" του γέρου Παλαμά: "Παραμερίζουμε, ποιητή, για να περάσεις".
  Η Εαρινή συμφωνία (1937-38) έρχεται να επουλώσει πληγές: ψυχική ανάταση και θάμβος μπροστά στο θαύμα του πρωτοφανέρωτου έρωτα. Στο Εμβατήριο του ωκεανού, (1939-40), το όνειρο του μεγάλου ταξιδιού τρέφεται με μνήμες του μονεμβασιώτικου βράχου. Αναπόληση μέσα στην άξενη πολιτεία όπου προβάλλεται κιόλας η εφιαλτική εικόνα της ναζιστικής θηριωδίας:
"Οι άνθρωποι ετοιμάζουν σκάλες
με ανθρώπινα κόκαλα
για ν' ανέβουν".

  Την έντονη μουσικότητα διαδέχεται ένας υπόγειος ρυθμός στην Παλιά μαζούρκα σε ρυθμό βροχής (Μακρινή εποχή της εφηβείας), 1942, και στη Δοκιμασία (1935-43), όπου θα εισχωρήσουν προοδευτικά συμβολικές αναφορές στην κατοχική καταπίεση. Ο στίχος εκτείνεται, και το ύφος πλησιάζει "το πρότυπο της απλής συνομιλίας", τη χαρακτηριστική φωνή του Ρίτσου.
  1944-53: Σ' όλη τη διάρκεια της κατοχής ο ποιητής είναι καθηλωμένος στο κρεβάτι από μια σοβαρή υποτροπή της αρρώστιας. Συμμετέχει στο καλλιτεχνικό τμήμα του ΕΑΜ. Πολλά από τα γραφτά του, μεταξύ των οποίων κι ένα μυθιστόρημα, καταστράφηκαν στα Δεκεμβριανά. Στον εμφύλιο, εξορίζεται στη Λήμνο (1948), στη Μακρόνησο ('49), στον Αγ. Στράτη ('50). Απελευθερώνεται το 1952.
  Από την Τελευταία Π.Α. εκατονταετία (1942), που γράφεται παράλληλα με τη Δοκιμασία, αρχίζει μια καινούργια περίοδος, η οποία καλύπτει αυτά τα δύσκολα χρόνια. Σχεδόν αποκλειστικά, ποιήματα του αγώνα και της εξορίας, που, αν και διαφέρουν μορφικά μεταξύ τους, τα συνδέει η θεματική συνάφεια και η μεταφορά της νωπής ιστορικής εμπειρίας: Η κοινότητα του πόνου θα εκφραστεί με τη μορφή του χορικού (Τρία χορικά, 1944-47). Την εποποιία της Αντίστασης ζωντανεύουν τα δίδυμα έργα Ρωμιοσύνη, Η Κυρά των αμπελιών (1945-47): Κλέφτες του '21 κι αντάρτες πολεμούν μαζί τον κατακτητή. Σε αντιστοιχία, η αναβίωση της παράδοσης με δημοτικούς ρυθμούς και παραστάσεις γονιμοποιεί τον μοντέρνο, κάποτε υπερρεαλίζοντα, στίχο στις επικολυρικές αυτές συνθέσεις. Στον Πέτρινο Χρόνο (1949), αντίθετα, ο λόγος απογυμνώνεται, γίνεται κραυγή που ανεβαίνει από την κόλαση της Μακρονήσου. Συμπύκνωση, εξομολογητικότητα στα απέριττα Ημερολόγια εξορίας, ενώ, παράλληλα, κυλάει ένα ποίημα ποταμός (5.500 στίχοι), Οι γειτονιές του κόσμου (1949-51), το «χρονικό» της δεκαετίας 1940-50. Με πολλά ενδιάμεσα στάδια, όπου η προσπάθεια να συντηρηθεί η φλόγα της πίστης αποκαλύπτει τα ρήγματα της ήττας της Αριστεράς, ο κύκλος κλείνει με τη συγκλονιστική Ανυπόταχτη Πολιτεία (1952-53): Συνειδητοποίηση του βάθους της ήττας με την επιστροφή στη μουδιασμένη και "εκσυγχρονιζόμενη" Αθήνα. Προσπάθεια επανένταξης κι εσωτερικός αγώνας για την ανάκτηση των χαμένων ελπίδων. 1954-67: Το 1954 ο Ρίτσος παντρεύεται με τη γιατρό Φαλίτσα Γεωργιάδη. Τα χρόνια που ακολουθούν είναι μια ανάπαυλα ειρήνης και γαλήνης στο σπιτικό περιβάλλον. Η γέννηση της κόρης του Έρης τού χαρίζει το ευφρόσυνο Πρωινό άστρο (1955). Η εποχή αυτή θα φέρει μια καινούργια καρποφορία. Εσωτερικές διεργασίες κι αντικειμενικές συνθήκες (σχετική ύφεση του ψυχρού πολέμου και κάποια φιλελευθεροποίηση και στον τομέα της αισθητικής μετά το 20ό σοβιετικό συνέδριο) αποδεσμεύουν μια πολύτιμη ύλη που θα οδηγήσει το έργο του στην αιχμή της σύγχρονης ποίησης. Είναι η περίοδος των υψηλών συλλήψεων και των ευρηματικών μορφικών τρόπων της Τέταρτης Διάστασης, που εγκαινιάζεται με την κλασική στην οικονομία της και την υποβλητική της γοητεία Σονάτα του σεληνόφωτος (1956, Α' κρατικό βραβείο ποίησης).
  Στα πολύστιχα αυτά ποιήματα (δραματικοί μονόλογοι τα περισσότερα), ο Ρίτσος μέσα από διαφορετικές περσόνες, σύγχρονες ή μυθολογικές, θα πραγματοποιήσει καταβυθίσεις στο σκοτεινό πηγάδι της ψυχής και του υποσυνειδήτου, θα μιλήσει για τη μοναξιά, την ερωτική στέρηση, το γήρασμα του σώματος και των πραγμάτων (Σονάτα..., Το νεκρό σπίτι, 1959, Κάτω απ' τον ίσκιο του βουνού, 1960), θα αναδείξει την αξία της απλής ζωής όπου συντελείται το θαύμα, αποενοχοποιώντας τον αντιήρωα (Ισμήνη, 1966-71), θα ανατάμει τις συνειδησιακές συγκρούσεις του ατόμου - φορέα της κοινωνικής πράξης (Ορέστης, 1962-66, Φιλοκτήτης 1963-65). Κι ακόμα θα επιχειρήσει μια δυναμική ανακατάκτηση του χρόνου μέσα από την ατομική και ιστορική μνήμη (Όταν έρχεται ο Ξένος, 1958).
  Οι αρχαιόθεμοι μονόλογοι αντλούν από τον κύκλο των Ατρειδών, των Λαβδακιδών και τον τρωικό κύκλο. Ο μύθος συγχωνεύεται με τις κοινωνικο-ιστορικές εμπειρίες όπως και με την ιστορία της επίσης τραγικής μονεμβασιώτικης οικογένειας. Τα ετερόκλητα στοιχεία οργανώνονται μέσα σε μια ιδιότυπη, ερεθιστική συγχρονία. Ο σχεδόν δοκιμιακός στοχασμός καλύπτεται από τη σεμνότροπη εξομολογητικότητα της καθημερινής κουβέντας.
  Παράλληλα με τις συνθέσεις της Τ.Δ., καλλιεργείται συστηματικά το ολιγόστιχο ποίημα, που σαν να συμπυκνώνει τους πληθωρικούς μονολόγους. Λιτό, συχνά αινιγματικό, καταγράφει χαμηλόφωνα τις ελάχιστες χειρονομίες, τους ψυχικούς κραδασμούς, καθηλώνει το φευγαλέο καθαγιάζοντας την καθημερινότητα. Ο ποιητής διαλέγεται με τον κόσμο των πραγμάτων (έπιπλα, σκεύη, εργαλεία της δουλειάς), αυτών των "απλών, απτών, αδιανόητων και κατευναστικών αντικειμένων, αυτών των μικρών συσσωρευτών της χρήσιμης ανθρώπινης ενέργειας", καθώς λέει ο ίδιος σχολιάζοντας τις Μαρτυρίες (1957-65). Τα αντικείμενα, όπως όλα τα ζώντα ή άψυχα του σύμπαντος, βρίσκονται σε συνεχή ανταπόκριση με τον άνθρωπο. Κι αυτή η ποιητική όραση που νοηματοδοτεί τον κόσμο είναι ίσως η μεγαλύτερη χάρη και δωρεά του ριτσικού έργου.
  1967-72: Αμέσως μετά το πραξικόπημα του 1967, ο Ρίτσος οδηγείται πάλι στις εξορίες: Γυάρος, Λέρος, και, στη συνέχεια, τίθεται σε κατ' οίκον περιορισμό στη Σάμο, ως το τέλος του '70. Μαζί με τους δυνάστες, το φάσμα του θανάτου είναι συνεχώς παρόν (νοσηλεύεται στον Αγιο Σάββα φρουρούμενος). Από την άλλη, η διάσπαση του ΚΚΕ και η επέμβαση στην Τσεχοσλοβακία δεν ήρθαν να τονώσουν το ηθικό του. Κι όμως η ζοφερή επταετία ήταν η πιο παραγωγική του περίοδος. Το πλήθος των βραβείων και των τιμητικών διακρίσεων στο εξωτερικό εξάλλου, όπως και οι μεταφράσεις σε διάφορες γλώσσες, μαρτυρούν τη διεθνή απήχηση του έργου του που θα αυξάνεται ολοένα.
  Οι δραματικές συνθήκες που σφράγισαν όλη αυτή την περίοδο μας επιβάλλουν να την ξεχωρίσουμε από την προηγούμενη, μολονότι κι εδώ καλλιεργούνται οι ίδιες ποιητικές μορφές. Η αλλαγή οπτικής και διάθεσης όχι διαθεσιμότητας υπαγορεύει και αλλαγές στο ύφος και στη γραφή: εισχωρεί ο σαρκασμός και η ειρωνεία, προπάντων το στοιχείο του παραλόγου. Η τριπλή συλλογή Πέτρες, Επαναλήψεις, Κιγκλίδωμα (1968-69) εκδόθηκε δίγλωσση στη Γαλλία: Καταγγελία του καθεστώτος αλλά και έκφραση πικρίας ένα αίσθημα "απορφανισμού", ύστερα από την κρίση στις σοσιαλιστικές χώρες. Χωρίς να λείπει η αντιστασιακή δόνηση, όπως π.χ. στο χορικό Ο αφανισμός της Μήλος (1969) ή στα Δεκαοχτώ λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας (1968), το κύριο σώμα των ποιημάτων αυτών των χρόνων διαποτίζεται από μια αίσθηση ματαιότητας και θανάτου. Σε συλλογές όπως Ο τοίχος μέσα στον καθρέφτη (1967-71), Διάδρομος και σκάλα (1970), Γραφή τυφλού (1972-73), εισβάλλει ο κόσμος του "ημερινού και νυχτερινού εφιάλτη". Ένας κόσμος σακατεμένος, παραμορφωμένος, παρανοϊκός. Αλλά και σε μονολόγους της Τέταρτης Διάστασης, όπως ο Αγαμέμνων, η Χρυσόθεμις, Η Ελένη (1970), Η επιστροφή της Ιφιγένειας (1971-72), το κέντρο βάρους μετατίθεται στο υπαρξιακό πεδίο. Είναι η ώρα των απολογισμών: Ο Τρωικός πόλεμος, η θυσία της Ιφιγένειας, η (σε προηγούμενη φάση, στο ποίημα Ορέστης) καθαρτήρια μητροκτονία, θέτουν τώρα το τραγικό, αναπάντητο ερώτημα: "προς τι;". Η έλλειψη νοήματος, το "μέγα τίποτα" κυριαρχεί. Η ιστορία είναι μια αέναη επανάληψη παθών, και ο ζωοποιός λόγος αυτοακυρώνεται. Μένει ο ηρωικός πεσιμισμός της Ελένης:
"... Ωστόσο ποιος ξέρει
ίσως εκεί που κάποιος αντιστέκεται χωρίς
ελπίδα, ίσως εκεί να αρχίζει
η ανθρώπινη ιστορία, που λέμε, κι η ομορφιά
του ανθρώπου..."
  Κι όμως μέσα στη δικτατορία θ' ακουστούν αιφνίδια συνθέσεις εξόδου που προοιωνίζονται μια εύφορη δημιουργία, ενδεικτική της εγρήγορσης, της θεληματικότητας και της μανίας του ακατάβλητου ποιητή. 1972-83: Το Κωδωνοστάσιο και η Γκραγκάντα (1972) ευαγγελίζονται την εξέγερση που ήταν να' ρθει, αλλά και εγκαινιάζουν νέους εκφραστικούς τρόπους. Μετα-υπερρεαλιστική, εξπρεσιονιστική γραφή, αμάλγαμα λόγιας και λαϊκής γλώσσας. Ένας κόσμος ρευστός, όπου άνθρωποι, ζώα, πράγματα συνδιαλέγονται απειθάρχητα: "... Και τα λόγια διασταυρούμενα, ανταποκρίσεις, απομακρύνσεις, παρεξηγήσεις, τυχαίες συνέχειες το πιότερο μονόλογοι λόγια ασυνάρτητα, ασήμαντα, ερευνητικά, αναπάντητα, απαραίτητα...", σχολιάζει ο ίδιος. Ένα αλλόκοτο σύμπαν μυρμηγκιάζει στην αστείρευτη φαντασία. Ίσως αυτό να σημαίνει Γίγνεσθαι (συγκεντρωτικός τόμος που εκδόθηκε το 1977), σε σχέση μ' ένα προηγούμενο "είναι". Τα Επινίκια, επίσης συγκεντρωτικός τόμος που περικλείει συνθέσεις από το '77 ως το '83, ανακαλούν επικές μνήμες που προβάλλονται στο μέλλον. Ενοραματικές συλλήψεις του υπερώριμου Ρίτσου, ο οποίος επενδύει αξιωματικά μ' όλη του την ποιητική σκευή και τον παράφορο λυρισμό του, άλλη μια φορά, στο ιστορικό στοίχημα.
  Προέκταση της ποίησής του, η πεζή εννεαλογία Εικονοστάσιο ανώνυμων αγίων (1983-86), σύντηξη ατομικών όπως και κοινωνικών βιωμάτων και ερωτικών φαντασιώσεων. Διάφορα προσωπεία του επιτρέπουν να εκφράσει μύχιες σκέψεις και επιθυμίες με δραματικούς ή παιγνιώδεις τρόπους, με μια τολμηρή, κάποτε ελευθεριάζουσα γλώσσα.
  Ο Γιάννης Ρίτσος πέθανε στις 11 Νοεμβρίου 1990, αφήνοντας 50 ανέκδοτες συλλογές ποιημάτων. Με το έργο του εισήλθε σ' όλα τα ορατά και αόρατα, άντλησε από το βάθος του χρόνου και το πλάτος του κοινωνικού χώρου. Εκμεταλλεύθηκε δυναμικά τον αστείρευτο πλούτο της νεοελληνικής γλώσσας. Συμφιλίωσε τους αγώνες για τα καίρια προβλήματα της εποχής μας με την εσωτερική βίωση των πραγμάτων και την αναζήτηση του νοήματος της ύπαρξης. Στις μείζονες συνθέσεις και στα μικρά ποιήματα, όπως και στα δοκίμιά του, ανέδειξε μια σύγχρονη ευαισθησία, προσαρμόζοντας τη φωνή του στους χαμηλούς τόνους της βαθιάς επικοινωνίας και της εξομολογητικότητας.
  Οι συλλογές που εκδόθηκαν αμέσως μετά το θάνατό του με τον τίτλο Αργά, πολύ αργά μέσα στη νύχτα είναι η ύστατη χειρονομία του. Προδομένος από το όραμά του, κοιτάζει κατάματα το θάνατο μεταγγίζοντας και τις τελευταίες στιγμές του στο λόγο. "Γεύση βαθιά του τέλους προηγείται του ποιήματος. Αρχή".

Το κείμενο παρατίθεται τον Οκτώβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Πολιτικού Καφενείου "Ο Μεγάλος Ανατολικός"


Γιάννης Ρίτσος

1/5/1909 - 11/11/1990

Φιλικής Εταιρείας μέλη

Οι Πρώτοι Φιλικοί

ΕΠΙΔΑΥΡΟΣ ΛΙΜΗΡΑΣ (Επαρχία) ΛΑΚΩΝΙΑ
  Είναι γνωστό ότι η διάδοση των αρχών της Φιλικής Εταιρίας άρχισε στην Πελοπόννησο το 1818. Στην αρχή κατηχήθηκαν οι αρχιερείς και οι προύχοντες και το 1820 οι λαϊκές τάξεις.
  Από τους κληρικούς της επαρχίας μας εκείνοι που πρώτοι μυήθηκαν και έγιναν μέλη αυτής ήταν ο Μητροπολίτης Μονεμβασίας Χρύσανθος (Παγώνης) και ο επίσκοπος Έλους ´Ανθιμος (Σκαλιστήρης).
  ´Αλλοι: Καλογεράς Παναγιωτάκης (ΑΤΑ 186), Δεσποτόπουλος Γεώργιος (ΑΤΑ 35), Δεσποτόπουλος Ιωάννης (ATA 34), Μανιατάκος Τζανέτος (ATA 94), Παναγιωτόπουλος Γεώργιος (ΑΤΑ 33), Παπαδάκης Αντώνιος μυήθηκε το 1818, Σπανιολάκης (Σπανιόλος) Θωμάς (ΑΤΑ 36) από τη Μονεμβασία.
  Αλλά πριν από αυτούς είχαν μυηθεί από το 1817 και είχαν γίνει ενεργά μέλη της εταιρίας οι διαμένοντες στη Ρωσία: 1) Βατικιώτης Δημήτριος (ΑΤΑ 24) και 2) Βοτινιώτης Ιωάννης συγγενής του Δημητρίου (ΑΤΑ 25) από το Φαρακλό.
  Σημαντική εξ ίσου υπήρξε και η δράση των δύο προαναφερθέντων κληρικών. Ο Κανέλλος Δεληγιάννης (απομνημονεύματα, τόμος 15, σελίδα 16) αξιολογώντας τη συμβολή τους γράφει "οι εις την Πελοπόννησον της πρώτης τάξεως υποκινήσαντες και ενεργήσαντες αυτόν τον αγώνα και οίτινες έρριψαν τον ακρογωνιαίον λίθον του Κολοσσιαίου αυτού οικοδομήματος ήταν οι εξής: οι εν των αρχιερέων της πρώτης τάξεως συντελέσαντες: ο Μονεμβασίας, ο Ναυπλίου, ο Π. Πατρών, ο Μοθώνης, ο Έλους και ο Αρεσθένης".
  Δεν πρέπει να αποσιωπηθεί η ενεργετική για τον Εθνικό Αγώνα ενέργεια του Παναγιώτη Καλογερά. Πριν την κήρυξη της επανάστασης και την πολιορκία της Μονεμβασίας κατόρθωσε να πείσει τους Τούρκους να μοιράσουν στους χωρικούς της επαρχίας όσο σιτάρι ήταν αποθηκευμένο στο κάστρο. Έτσι οι Τούρκοι βρέθηκαν από τις πρώτες μέρες σε μεγάλη δυσκολία και κατά την διάρκεια της πολιορκίας εξαιτίας της πείνας αναγκάστηκαν να παραδοθούν.
  Προέβη μαζί με τον Δεσποτόπουλο στην ενέργεια αυτή, γιατί γνώριζε εκ των προτέρων και είχε υπολογίσει, όπως γράφει ο Κωστ. Καλογεράς "το μέγα κέρδος , υλικόν και ηθικόν, που θα έφερεν η πτώσις ενός φρουρίου γνωστού λόγω της φυσικής και τεχνητής αυτού οχυρώσεως ως απορθήτου. Τα επανοκολουθήσαντα γεγονότα τον εδικαίωσαν".

Έχετε τη δυνατότητα να δείτε περισσότερες πληροφορίες για γειτονικές ή/και ευρύτερες περιοχές επιλέγοντας μία από τις παρακάτω κατηγορίες και πατώντας το "περισσότερα":

GTP Headlines

Λάβετε το καθημερινό newsletter με τα πιο σημαντικά νέα της τουριστικής βιομηχανίας.

Εγγραφείτε τώρα!
Greek Travel Pages: Η βίβλος του Τουριστικού επαγγελματία. Αγορά online

Αναχωρησεις πλοιων

Διαφημίσεις

ΕΣΠΑ