gtp logo

Πληροφορίες τοπωνυμίου

Εμφανίζονται 14 τίτλοι με αναζήτηση: Ιστορία  στην ευρύτερη περιοχή: "ΦΙΛΛΙΔΑ Επαρχία ΣΕΡΡΕΣ" .


Ιστορία (14)

Ανάμεικτα

Ιστορικό

ΜΟΝΗ ΕΙΚΟΣΙΦΟΙΝΙΣΣΗΣ (Μοναστήρι) ΣΕΡΡΕΣ
  Στο δρόμο Σερρών-Καβάλας, αμέσως μετά την Κοινότητα Κορμίστας, στα όρια των νομών Σερρών-Καβάλας, στη βόρεα πλευρά του κατάφυτου όρους Παγγαίου, σε μια θαυμάσια τοποθεσία, σε υψόμετρο 753 μ., βρίσκεται η ιερά Μονή της Παναγίας της Εικοσιφοίνισσας. Είναι ένας από τους δύο (2) ιερούς χώρους της Ανατολικής Μακεδονίας, που συνεχίζει και σήμερα να αποτελεί πόλο έλξης πλήθους πιστών, που έρχονται να προσκυνήσουν την "αχειροποίητο εικόνα της Θεοτόκου" και να ηρεμήσουν μέσα στο γαλήνιο περιβάλλον της.
  Το όνομα της Μονής, κατά μία από τις τρεις (3) εκδοχές, οφείλεται στο θαύμα της εικόνας της Παναγίας, η οποία έλαμπε και σκορπούσε φως "φοινικούν", δηλαδή κόκκινο, όπως η πορφύρα των Φοινίκων. Απ’ αυτό προέρχεται και η ονομασία: Εικών φοινίσσουσα - Εικών - φοίνισσα - Εικοσιφοίνισσα.
  Η Μονή, ιδίως στην περίοδο της Τουρκοκρατίας, πρόσφερε πάρα πολλά για τη διατήρηση της Ορθοδοξίας και τους Ελληνισμού στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη, ώστε δίκαια προκάλεσε την οργή, αρχικά των Τούρκων και κατόπιν των Βουλγάρων. Αντιμετώπισε επανειλημμένα τις καταστροφικές επιδρομές τους και ανέδειξε πλήθος μαρτύρων.
  Σύμφωνα με πληροφορίες, ο επίσκοπος Φιλίππων Σώζων, που έλαβε μέρος στη Δ Οικουμενική Σύνοδο (Χαλκηδόνα, 451) ίδρυσε ναό και μοναστικό οικισμό στη θέση Βίγλα, 50 μ. ανατολικά της σημερινής Μονής, όπου τα σωζόμενα ερείπια τείχους και πύργου, μαρτυρούν την ύπαρξη αρχαίου μεγάλου φρουρίου. Όλα αυτά εγκαταλείφθηκαν αργότερα, όταν έφθασε εδώ ο πρώτος κτίτορας της Μονής, ο Αγιος Γερμανός (513 μ.Χ.), ο οποίος από πολύ νεαρή ηλικία ασκήτευσε στους Αγιους Τόπους, στην Ι. Μονή Τιμίου Προδρόμου, πλησίον του Ιορδάνη ποταμού. Από τότε και για αρκετούς αιώνες η ιστορία της Εικοσιφοίνισσας είναι τελείως άγνωστη. Αρχαιολογικές ενδείξεις οδηγούν στο συμπέρασμα ότι κατά τον 11ο αι. κτίσθηκε ξανά το "Καθολικό" της Μονής. Κατά την περίοδο αυτή η Μονή έγινε "Σταυροπηγιακή", δηλ. εξαρτιόταν απ’ ευθείας από τον Οικουμενικό Πατριάρχη.
  Νέα λάμψη γνώρισε το Μοναστήρι το έτος 1472, όταν σ’ αυτό αποσύρθηκε, παραιτηθείς από το θρόνου του, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Αγ. Διονύσιος, που θεωρείται ο δεύτερος κτίτορας της ιεράς Μονής.
  Κατά το μακρύ διάστημα της παραμονής του στη Μονή, ανήγειρε πολλά νέα κτίσματα και επισκεύασε παλαιά. Στην εποχή του το Μοναστήρι απέκτησε μεγάλη ακμή και αίγλη. Έτσι, σύμφωνα με πληροφορία ενός κατάστιχου του 16ου αι., το έτος 1507 ζούσαν στη Μονή 24 Ιερομόναχοι, 3 Ιεροδιάκονοι και 145 Μοναχοί δηλ. συνολικά 172. Αυτοί διέτρεχαν την Ανατ. Μακεδονία και Θράκη, ενίσχυαν τους Χριστιανούς στην πίστη και απέτρεπαν τους εξισλαμισμούς. Η δράση τους αυτή προκάλεσε την οργή των Τούρκων, που την 25/8/1507 κατέσφαξαν και τους 172 μονάζοντες. Δεν κατέστρεψαν το ναό και τα κτίρια, όμως η Μονή παρέμεινε έρημη και ακατοίκητη επί 13 χρόνια.
  Μετά το τραγικό συμβάν της σφαγής, το Οικουμενικό Πατριαρχείο πέτυχε το 1510 (ή κατ’ άλλους το 1520) να λάβει άδεια του Σουλτάνου για την αναδιοργάνωση της Μονής. Έτσι, με τη βοήθεια δέκα (10) Μοναχών του Αγίου Όρους, μέσα σε δέκα χρόνια προσήλθαν να μονάσουν στη Μονή 50 μοναχοί, διάκονοι και ιερομόναχοι, που είχαν και τη διακυβέρνηση του Μοναστηριού.
  Στα χρόνια που ακολούθησαν η Μονή είχε γίνει πνευματικό και εθνικό κέντρο της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Εδώ, ελθών από τις Σέρρες, ο Εμμανουήλ Παπάς, όρκισε τους οπλίτες του και κήρυξε την Επανάσταση.
  Στην Ιερά Μονή λειτουργούσε περίφημη Ελληνική Σχολή. Ιδιαίτερα αξιόλογη ήταν η Βιβλιοθήκη της Εικοσιφοίνισσας. Πριν τη λεηλασία της από τους Βουλγάρους, το έτος 1917, περιελάμβανε 1300 τόμους βιβλίων. Ορισμένα χειρόγραφα ήταν μεγάλης αρχαιολογικής αξίας. Κατά τους αιώνες αυτούς της ακμής, επισκευάσθηκαν και ανεγέρθηκαν πολλά κτίσματα της Μονής. Κατά το 2ο μισό του 19ου αι., αντιμετώπισε σοβαρές δυσκολίες: το 1854 πυρκαγιά αποτέφρωσε τη δυτική πλευρά και μέρος της βόρειας, ενώ το 1864 επιδημία χολέρας αποδεκάτισε τους Μοναχούς. Για την ανόρθωση της Εικοσιφοίνισσας φρόντισε ιδιαίτερα ο περιφανής Μητροπολίτης Δράμας Χρυσόστομος (1902-1910). Την εποχή αυτή επίφοβοι δεν ήταν μόνο οι Τούρκοι, αλλά και οι Βούλγαροι, που το 1917 σύλησαν τους ανεκτίμητους εθνικο-θρησκευτικούς θησαυρούς της Μονής. Κατά το Β Παγκόσμιο Πόλεμο, πάλι οι Βούλγαροι, ολοκλήρωσαν την καταστροφή βάζοντας φωτιά (έτος 1943) και καίγοντας τα οικοδομήματά της. Η ανοικοδόμηση της Μονής άρχισε πραγματικά το έτος 1965 και μέσα σε μια 15ετία κατόρθωσε να έχει τη σημερινή της εμφάνιση. Σήμερα (έτος 1997) η Μονή αριθμεί 25 Μοναχές. Γιορτάζει στις 15 Αυγούστου στη μνήμη της Παναγίας Θεοτόκου, στις 14 Σεπτεμβρίου στη μνήμη του Τιμ. Σταυρού και στις 21 Νοεμβρίου στη μνήμη των Εισοδίων της Θεοτόκου.
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από τουριστικό φυλλάδιο της Νομαρχίας Σερρών.

Αξιόλογες επιλογές

The Peace of Nicias

ΑΜΦΙΠΟΛΙΣ (Αρχαία πόλη) ΣΕΡΡΕΣ
Cleon, the most prominent and influential leader at Athens after the Athenian victory at Pylos in 425, was dispatched to northern Greece in 422 to try to stop Brasidas. As it happened, both he and Brasidas were killed before Amphipolis in 422 B.C. in a battle won by the Spartan army. Their deaths deprived each side of its most energetic military commander and opened the way to negotiations. Peace came in 421 B.C. when both sides agreed to resurrect the balance of forces just as it had been in 431 B.C. The agreement made in that year is known as the Peace of Nicias after the name of the Athenian general Nicias, who was instrumental in convincing the Athenian assembly to agree to a peace treaty. The Spartan agreement to the peace revealed a fracture in the coaltion of Greek states allied with Sparta against Athens and its allies because the Corinthians and the Boetians refused to join the Spartans in signing the treaty.

This text is from: Thomas Martin's An Overview of Classical Greek History from Homer to Alexander, Yale University Press. Cited Oct 2002 from Perseus Project URL below, which contains bibliography & interesting hyperlinks.


Βυζαντινή περίοδος (324-1453 μ.Χ.)

ΡΟΔΟΛΙΒΟΣ (Κωμόπολη) ΣΕΡΡΕΣ
   Το Ροδολίβος μνημονεύεται για πρώτη φορά απ' όσο μέχρι τώρα τουλάχιστον γνωρίζω το 1098, σε ισοκώδικο του μάγιστρου - χαρτουλάριου Νικήτα Αντζά, σύμφωνα με το οποίο ο Αλέξιος Α' Κομνηνός (1081 - 1118) δώρησε το "χωρίον" στη μοναχή - κουροπαλάτισσα Μαρία Βασιλάκινα, σύζυγο του Γρηγορίου Πακουριανού, του μεγάλου δομέστικου της Δύσης, που στη συνέχεια το αφιέρωσε στη μονή Ιβήρων του Αγίου Όρους για τη σωτηρία της ψυχής του αποθαμένου συζύγου της. Την εποχή αυτή (1098) το Ροδολίβος υπαγόταν στο θέμα Στρυμόνος και Ζαβαλτείας, τμηματική υποδιαίρεση της εκτενέστερης διοικητικής περιφέρειας "Βολερού και Στρυμόνος" και αριθμούσε 13 αγροτικές οικογένειες με εισόδημα 97/24 χρυσά νομίσματα. Το ισοκώδικο του Νικήτα Αντζά έχει ξέχωρη σημασία για την περιοχή του Ροδολίβους αφού, παράλληλα, με τον γενόμενο "περιορισμό" του χωρίου (καθορισμός των ορίων δικαιοδοσίας του) μνημονεύονται γειτονικά τοπωνύμια μερικά από τα οποία διατηρούνται μέχρι σήμερα.
  Το αναφερόμενο τοπωνύμιο Βελτζίστου μετονομάσθηκε σε Δόμηρος και το Σιόμαλτο ή Σέμαλτο σε Μικρό Σούλι. Στην πρώτη δημοσίευση της επιγραφής από τον Perdrizet παραλείπονται μερικά γράμματα που σήμερα είναι ευδιάκριτα. Από τα παραπάνω αρχιτεκτονικά μέλη το ιωνίζον κιονόκρανο, ο αμφικιονίσκος παραθύρου και το τμήμα του κίονα προϋποθέτουν ύπαρξη παλαιοχριστιανικού ναού, αποκλείοντας βέβαια την εκδοχή ότι τα μέλη αυτά είναι φερτά. Από αντίγραφο χρυσοβούλου λόγου του Μιχαήλ Θ' (1294 - 1320), συναυτοκράτορα του Ανδρονίκου Β' (1282 - 1328), υπογραφόμενο από τον Πατριάρχη Νήφωνα, πληροφορούμαστε ότι η μονή Ιβήρων εξακολουθεί το 1310 να διατηρεί το "προάστειον Ραδολίου" και την γύρω περιοχή. Στις αρχές του 14ου αι. το Ροδολίβος, σαν μετόχι της πλούσιας μονής Ιβήρων, αναπτύχθηκε σημαντικά, όπως χαρακτηριστικά φαίνεται στον απογραφικό κατάλογο του 1316 που έγινε από τον απογραφέα - ορφανοτρόφο Τρύφωνα Κεδρηνό αριθμεί 222 αγροτικές οικογένειες με 972 συνολικά κατοίκους που πλήρωναν στη μονή Ιβήρων "τέλος" (φόρο) 400 υπέρπυρα που μαζί με τους φόρους των παρακείμενων αγροτικών οικισμών, Οβηλού, Βορισκού και Δοβροβίκειας ανερχόταν σε 520 υπέρπυρα. Από τους οικισμούς αυτούς ο Οβηλός και η Δοβροβίκεια υπαγόταν στο καπετανίκιο Ποπολίας ή Λυκοσχίσματος τοποθετούμενο στις ανατολικές υπώρειες του Παγγαίου, ο δε Βορισκός στο καπετανίκιο Ζαβαλτείας. Η απογραφή του 1316 με τη λεπτομερειακή καταγραφή όλων των περιουσιακών στοιχείων των κατοίκων του Ροδολίβους μας βοηθεί στην εξέταση της κοινωνικής δομής του "Χωριού" και στη συναγωγή επαγωγικού συμπεράσματος για την αγροτική διάρθρωση των βυζαντινών επαρχιακών μικροκέντρων. Η πλειονότητα των χωρικών ασχολείται με τη γεωργία και ειδικότερα με την καλλιέργεια αμπελιών. Καλλιεργούνται συνολικά 1.400 μόδιοι αμπελιών που ισοδυναμούν με 1.244 σημερινά στρέμματα. Πιθανότατα οι χωρικοί (πάροικοι) του Ροδολίβους δεν είχαν, εκτός από ελάχιστους, δικά τους χωράφια για την παραγωγή δημητριακών προϊόντων. Τέτοιου είδους καλλιεργήσιμες εκτάσεις ανήκαν στην κυριότητα της μονής Ιβήρων που καλλιεργούνταν από τους χωρικούς με τη δεσμευμένη υποχρέωση των "αγγαρειών". Η κτηνοτροφία σε σχέση με τη γεωργία δεν φαίνεται ιδιαίτερα αναπτυγμένη. Τρέφονταν συνολικά 363 πρόβατα, 130 κατσίκια, 46 χοίροι, 87 βόδια, 65 αγελάδες, 49 ονικά ( γαϊδούρια - άλογα ).
  Από την καθαρά γεωργοκτηνοτροφική κοινωνία του Ροδολίβους δεν έλειπαν και οι χρειαζόμενοι τεχνίτες και μικροεπαγγελματίες. Αναφέρονται 9 χαλκείς (σιδηρουργοί), 2 αμαξάδες, 3 πελεκάνοι ( κτίστες ), 7 τζυκαλάδες ( αγγειοπλάστες ), 1 υφάντης, 1 ψιαθάς ( ψαθάς ), 3 καπασάδες ( σαμαροποιοί ), 3 ράπτες και 23 τσαγκάρηδες. αναφορά των τζυκαλάδων στον απογραφικό κατάλογο του 1316 προϋποθέτει την ύπαρξη τοπικού εργαστηρίου κεραμικής και παράλληλα το συμπέρασμα για την ύπαρξη αγγειοπλαστικών εργαστηρίων, όχι μόνο στα μεγάλα αστικά κέντρα (Κωνσταντινούπολη - Θεσσαλονίκη ) αλλά και στις επαρχιακές πόλεις και στα μικροκέντρα των βυζαντινών επαρχιών. Παρατηρούμε δηλαδή την ανάπτυξη - οργάνωση κλειστής κοινωνίας με μια κάποια, δική της αυτάρκεια. Η μέσα σε δυο περίπου αιώνες (1098 - 1316) πληθυσμιακή αύξηση του Ροδολίβους θα πρέπει πιθανότατα να συσχετιστεί με μεγάλες μετακινήσεις πληθυσμών που έγιναν τη χρονική αυτή περίοδο όπως μπορούμε να υποθέσουμε από μνημονευόμενα, στον απογραφικό κατάλογο του 1316, επίθετα χωρικών, όπως π.χ. Στρουμιτζινός,Παφλαγών, Λαμψακηνός, Πρεβιστηνός που δείχνουν τον τόπο προέλευσής τους. Αλλα μνημονευόμενα επίθετα, όπως Μελισσηνός, Χαντρινός, Βρυέννιος, μας θυμίζουν γνωστές βυζαντινές οικογένειες. Η οικονομική κρίση, που έπληξε το Βυζάντιο μετά τον εμφύλιο πόλεμο των Ανδρονίκων, φαίνεται καθαρά και στον δεύτερο, για το Ροδολίβος, απογραφικό κατάλογο του 1341. Οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις μειώνονται σημαντικά αν και ο πληθυσμός του χωριού σημειώνει μικρή αύξηση. Καλλιεργούνται 1064 μόδιοι αμπελιών έναντι 1.400 του 1316. Οι αγροτικές οικογένειες δεν αυξάνονται αλλά γίνονται περισσότερο πολυμελείς, πράγμα που σημαίνει αύξηση του όρου γεννητικότητας. Η κτηνοτροφία σε σύγκριση με αυτή του 1316 κυμαίνεται στα ίδια περίπου επίπεδα. Τρέφονται 70 βόδια, 130 αγελάδες, 58 ονικά, 83 χοίροι, 215 αιγίδια, 30 πρόβατα. Η μονή Ιβήρων λαμβάνει το έτος αυτό (1341) από το Ροδολίβος 270 υπέρπυρα έναντι των 400 του 1316. Η ύπαρξη αγειοπλαστικού εργαστηρίου έξω από τα μεγάλα αστικά κέντρα έχει εξακριβωθεί, από ανασκαφικά δεδομένα. Ο πληθυσμός του χωριού το 1341 είναι 1060 κάτοικοι έναντι 972 του 1316.
  Συνέπεια τουρκικής επιδρομής οι γειτονικοί οικισμοί Οβηλός και Δοβροβίκεια καταστρέφονται και ερειπώνονται χωρίς ωστόσο να παρατηρηθεί εγκατάσταση των κατοίκων των κατεστραμμένων οικισμών στο Ροδολίβος, που δυνατόν να κατέφυγαν σε ασφαλέστερες περιοχές. Η μονή Ιβήρων και μετά την καταστροφή των δυο οικισμών εξακολουθεί να λαμβάνει το φόρο από τους, στα διάφορα μέρη, διασκορπισμένους κατοίκους που ανερχόταν, μαζί με τα 270 υπέρπυρα του Ροδολίβους, σε 448 υπέρπυρα έναντι των 520 του 1316. Από τα 448 υπέρπυρα έπρεπε η μονή Ιβήρων να πληρώνει στο κράτος "ως κεφάλαιον" 200 υπέρπυρα, ενώ ο εμφύλιος πόλεμος του 1341 επέβαλε τον διπλασιασμό του παραπάνω ποσού με την επιβολή του "υπέρ ζευγαρατικίου" φόρου. Συμπεραίνεται δηλαδή ότι η οικονομική κρίση που έπληξε το Βυζάντιο, κτύπησε καίρια και τα αγιορείτικα μοναστήρια που σε μια προσπάθειά τους να αναλάβουν οικονομικά ζητούν την κατάργηση των φόρων από τον, νέο κυρίαρχο της περιοχής, Σέρβο ηγεμόνα Στέφανο Δουσάν (1331 - 1355) που εκμεταλλευόμενος τις διαμάχες του Καντακουζηνού και του Ιωάννη του Ε' κυρίεψε μεγάλα τμήματα της Αυτοκρατορίας καταλαμβάνοντας μάλιστα το 1345 και την πόλη των Σερρών. Με κέντρο τις Σέρρες και σκεπτόμενος ότι η ανακήρυξή του ως "τσάρος των Σέρβων και των Ρωμαίων" θα ήταν νόμιμη εάν ευλογόταν από την εκκλησία προσπάθησε να κερδίσει την επιρροή και την εύνοια του βυζαντινού κλήρου των περιοχών που είχε κατακτήσει, με επικυρώσεις παλαιών χρυσοβούλλων, αυξήσεις προνομίων και δωρεών για τα μοναστήρια του Αθω. Ετσι με χρυσόβουλλο του Ιανουαρίου του 1346 ο Δουσάν απαλλάσσει τη μονή Ιβήρων από το φόρο των 400 υπερπύρων που πλήρωνε για το Ροδολίβος και τα γύρω, από αυτό, κτήματά της ενώ δεύτερο χρυσόβουλλο του Απριλίου του ίδιου έτους επικυρώνει την ισχύ του προηγούμενου.
  Το 1351 η μονή Ιβήρων αποτείνεται στον αυτοκράτορα του Βυζαντίου Ιωάννη Ε΄ (1341 - 1376) & (1379 - 1391) και πετυχαίνει, χωρίς για λόγους διπλωματικούς να αναφέρει τα προνομιούχα χρυσόβουλλα του Δουσάν, την αναγνώριση της εκκοπής του "υπέρ κεφαλαίου" φόρου, για το Ροδολίβος, που είχε φθάσει στα 480 υπέρπυρα. Η αποκατάσταση της Βυζαντινής κυριαρχίας στην περιοχή πρέπει να τοποθετηθεί μεταξύ του 1358 και του 1367. Το 1358 η μεγάλη μεγάλη γεωκτήμων Αννα Τορνίκινα προσφέρει στον στρατοπεδάρχη Αλέξιο και στον πριμικήριο Ιωάννη, γνωστοί στρατηγοί των βυζαντινών στρατευμάτων, συγγενείς της αυτοκρατορικής οικογένειας και ιδρυτές της μονής Παντοκράτορος του Αγίου Όρους, το μισό μερίδιο κτήματός της βρισκόμενο στον γειτονικό οικισμό του Ροδολίβους Βελτζίσθα (σημ. Δόμηρος ή βουλτσίστα) μετόχι της μονής Παντοκράτορος, εάν ελευθερωνόταν από την σέρβικη κυριαρχία. Η ίδρυση του βυζαντινού πύργου στην προς την Αμφίπολη όχθη του Στρυμόνα από τους παραπάνω στρατηγούς το 1367, προϋποθέτει την αποκατάσταση της βυζαντινής κυριαρχίας ενώ λίγα χρόνια αργότερα (1383) η περιοχή πέφτει στα χέρια των Τούρκων.

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιούνιο 2005 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Ροδολίβους


Καταστροφές του τόπου

Από τον Φίλιππο

ΓΑΛΗΨΟΣ (Αρχαία πόλη) ΣΕΡΡΕΣ

Μετακινήσεις πληθυσμών

Πιερία - Φάγρης

ΦΑΓΡΗΣ (Αρχαία πόλη) ΣΕΡΡΕΣ
This was effected by the expulsion from Pieria of the Pierians, who afterwards inhabited Phagres and other places under Mount Pangaeus, beyond the Strymon lpar;indeed the country between Pangaeus and the sea is still called the Pierian gulf.

Ο τόπος κατακτήθηκε από:

Σπαρτιάτες υπό τον Βρασίδα, 424 π.Χ.

ΓΑΛΗΨΟΣ (Αρχαία πόλη) ΣΕΡΡΕΣ

Αθηναίους υπό τον Κλέονα, 422 π.Χ.

Σελίδες επίσημες

ΑΜΦΙΠΟΛΙΣ (Αρχαία πόλη) ΣΕΡΡΕΣ
Προϊστορικοί χρόνοι
  Η περιοχή των εκβολών του Στρυμόνα, με το φυσικό της πλούτο, προσέφερε από τα προϊστορικά χρόνια ευνοϊκές συνθήκες ζωής και εγκατάστασης. Ευρήματα από τον οικισμό του λόφου 133, από το νεκροταφείο του οικισμού στο γειτονικό λόφο του Καστά και άλλες κοντινές θέσεις, μαρτυρούν την έντονη παρουσία του ανθρώπου από τη Μέση Νεολιθική Εποχή μέχρι την Πρώιμη Εποχή Σιδήρου (5000-750 π.Χ.).

Πρώιμοι ιστορικοί χρόνοι
  Από τα μέσα του 7ου αιώνα π.Χ., με την ίδρυση Ελληνικών πόλεων στις εκβολές του Στρυμόνα, αρχίζει η προοδευτική διείσδυση του Ελληνικού πληθυσμού στη Θράκη, όπως δείχνουν τα αττικά και κορινθιακά αγγεία που βρέθηκαν σε τάφους αρχαϊκής εποχής. Οι πρώτες προσπάθειες αποικισμού στην περιοχή της Αμφίπολης (Εννέα Οδοί) χρονολογούνται στο α´ μισό του 5ου αιώνα π.Χ.

Κλασικοί και Ελληνιστικοί χρόνοι
  Η ίδρυση της Αμφίπολης το 437 π.Χ., στα χρόνια του Περικλή, υπήρξε μεγάλη επιτυχία, για τους Αθηναίους, οι οποίοι προσπαθούσαν για χρόνια να αποκτήσουν έρεισμα στο εσωτερικό της πλούσιας ενδοχώρας. Ωστόσο, λίγα χρόνια αργότερα (422 π.Χ.) η πόλη αποκτά την αυτονομία της και τη διατηρεί μέχρι την ένταξή της στο Βασίλειο της Μακεδονίας από το Φίλιππο Β (357 π.Χ.). Η Αμφίπολη, στα πλαίσια του Μακεδονικού Βασιλείου, εξακολουθεί να είναι σημαντικό κέντρο εμπορικής και πολιτιστικής δραστηριότητας. Ξεχωριστή σημασία για την πόλη, την εποχή αυτή είχαν τα ιερά της. Η οικονομία της βασιζόταν στο γεωργικό πληθυσμό, που καλλιεργούσε τον "εύκαρπο αυλώνα του Στρυμόνα". Μεγάλος όμως ήταν και ο αριθμός των εμπόρων, των βιοτεχνών, των τεχνιτών και των δούλων. Η έντονη εμπορική ζωή της πόλης αντικατοπτρίζεται στις πλούσιες σειρές των νομισμάτων της και την εγκατάσταση σε αυτήν βασιλικού νομισματοκοπείου στην εποχή των Μακεδόνων. Η ευμάρεια της πόλης υποστηρίζεται από την παραγωγή των τοπικών αγγείων, έργων κοροπλαστικής, γλυπτικής και μικροτεχνίας αντικειμένων που απηχούν την καθημερινή ζωή της πόλης. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον την περίοδο αυτή παρουσιάζει ο "εφηβαρχικός νόμος", χαραγμένος σε εντυπωσιακή μαρμάρινη στήλη, ο οποίος δίνει πολλές πληροφορίες για τους κανόνες της εκπαίδευσης των νέων.

Ρωμαϊκοί χρόνοι
  Μετά την κατάκτηση της Μακεδονίας από τους Ρωμαίους (168 π.Χ.), η Αμφίπολη ορίζεται πρωτεύουσα της Πρώτης Μερίδας της Μακεδονίας. Η ρωμαϊκή εποχή είναι για την Αμφίπολη άλλη μια περίοδος ακμής, μέσα στα πλαίσια της κοσμοκρατορίας των Ρωμαίων. Ως σταθμός της Εγνατίας οδού και με την υποστήριξη των ρωμαίων αυτοκρατόρων, όπως ο Αύγουστος και Αδριανός, η πόλη ακμάζει οικονομικά και αυτό φαίνεται από τα μνημειακά κτίρια με ψηφιδωτά δάπεδα και τα έργα γλυπτικής, αγγειοπλαστικής και μικροτεχνίας, που έχουν έλθει στο φως με τις ανασκαφές.

Παλαιοχριστιανικοί χρόνοι
  Με το τέλος του αρχαίου κόσμου (4ος αιώνας μ.Χ.) η έκταση της πόλης μειώνεται. Η μεταφορά, όμως, στην Κωνσταντινούπολη και η καθιέρωση του Χριστιανισμού ως επίσημης θρησκείας, ευνοούν τη δυναμική συνέχεια της ζωής στην Αμφίπολη και στους Πρώιμους Χριστιανικούς αιώνες, όπως δείχνουν οι Παλαιοχριστιανικές Βασιλικές, με τα περίτεχνα ψηφιδωτά και τον εντυπωσιακό αρχιτεκτονικό διάκοσμο. Ο λοιμός του 6ου αιώνα μ.Χ. και οι μετακινήσεις Σλαβικών πληθυσμών στη συνέχεια, οδηγούν σε νέα συρρίκνωση της Αμφίπολης που διαλύεται ως αστικό κέντρο.

Βυζαντινοί χρόνοι
  Το οικιστικό ενδιαφέρον μετά τον 9ο αιώνα μ.Χ. μετατοπίσθηκε στις εκβολές του Στρυμόνα, όπου αναπτύχθηκε μια σημαντική πόλη-λιμάνι γνωστή με το όνομα Χρυσούπολις. Στα ερείπια της Αμφίπολης, στις βορειοδυτικές παρυφές των λόφων, αναπτύχθηκε μικρός οικισμός, το Μαρμάριον, ο οποίος εξυπηρετούσε τις ανάγκες στάθμευσης των ταξιδιωτών, που διάβαιναν τον ποταμό Στρυμόνα από το πέρασμα που ήταν γνωστό ως "Πόρος του Μαρμαρίου".

Μεταβυζαντινοί χρόνοι
  Τελευταία αναφορά για το Μαρμάριο γίνεται το 1547 μ.Χ. από τον περιηγητή P. Belon. Από τον 18ο αιώνα στη θέση του Μαρμαρίου αναφέρεται ένα νέο χωριό, το Νεοχώριον. Στους πρώιμους Οθωμανικούς χρόνους το βασικό οικιστικό και εμπορικό κέντρο στην περιοχή παρέμεινε η Χρυσούπολις, την οποία αργότερα διαδέχθηκε το μικρότερο σε έκταση οθωμανικό κάστρο του Ορφανίου, 6 χλμ. ανατολικότερα και σε απόσταση 3 χλμ. από την παραλία. Η εμπορική και βιοτεχνική κίνηση, ωστόσο, στο δέλτα του Στρυμόνα και στο στόμιο του ποταμού συνεχίσθηκε σε όλη την Τουρκοκρατία.
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται τον Αύγουστο 2003 από τουριστικό φυλλάδιο της Νομαρχίας Σερρών.

ΜΙΚΡΟ ΣΟΥΛΙ (Χωριό) ΣΕΡΡΕΣ
   Το μικρό Σούλι θεωρείται το πιο παλαιό χωριό του Παγγαίου. Το όνομά του ήταν Σέμαλτο ή Σιόμαλτον ή Σεμάλτι. Υπάρχουν πολλές εξηγήσεις για το όνομα και την ετυμολογία και την εξήγηση των λέξεων αυτών. Η λέξη Σέμαλτος λέγεται ότι προήλθε από την λατινική λέξη "Σεμ" που σημαίνει "ημι" και "Αλτο" που σημαίνει λόφος και η ερμηνεία της είναι "ημίψηλος λόφος". Το όνομα του χωριού αναφέρεται σε βυζαντινές γραφές σε σημείο που ονομαζόταν στα χρόνια του βυζαντίου το όρος Παγγαίο Σεμάλτιο Όρος. Η Σέμαλτος υπαγόταν στον οικισμό της αρχαίας Αμφίπολης. Σε κεντρικό σημείο του χωριού είναι κτισμένο το εκκλησάκι του Αι - Γιάννη όπως δείχνουν τα αρχαιολογικά ευρήματα και συμφωνούν με την μορφολογία του εδάφους. Υπάρχει πιθανότητα στο λόφο του Αι - Γιάννη να υποκρύπτεται ο τάφος της Ρωξάνης και του Αλεξάνδρου, γιου του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Τη Ρωξάνη σκότωσε ο γαμπρός του Μ. Αλεξάνδρου, Κάσσανδρος, η οποία είχε συλληφθεί στην Σαμοθράκη. Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από τα αρχαία κείμενα καθ' ομολογία της εφόρου αρχαιολογίας Καβάλας κας Χάιδως Κουκούλη.
  Αργότερα ονομάστηκε Μ. Σούλι από την πανοραμική θέα που έχει και θυμίζει το Σούλι της Ηπείρου . Για κάποιους άλλους η λέξη Σούλι είναι Αλβανική ονομασία και θυμίζει ολόφωτο. Κατά το έτος 1863 από γράμμα του Νομάρχη Δράμας προς την υψηλή Πύλη στην Κωνσταντινούπολη (έτσι λεγόταν η Κυβέρνηση των Μωαμεθανών στην Πόλη) λόγω μεγάλων σμηνών ακρίδας, καταστράφηκε η παραγωγή του Μ. Σουλίου και των γύρω χωριών και οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να ζητιανέψουν για να ζήσουν.
  Το 1865 οι κάτοικοι της περιοχής Παγγαίου και Ν. Ζίχνης και των γύρω χωριών δοκιμάστηκαν από την επιδημία της χολέρας και πάρα πολλά ήταν τα θύματα. Μόνο οι κάτοικοι του Σέμαλτος και της Νικήσιανης σώθηκαν γιατί ανέβηκαν εγκαίρως στο Παγγαίο. Τα ανωτέρω δημοσιεύθηκαν στο Μακεδονικό ημερολόγιο το 1970 και είναι μετάφραση από την Τουρκική γλώσσα στην Ελληνική. Εγγράφως του Τούρκου Νομάρχη Δράμας προς την Υψηλή Πύλη (Κωνσταντινούπολη 1893) στην αρχή του Μακεδονικού αγώνα Μεγάλη Παρασκευή κατά την διάρκεια των Θείων Παθών κάποιος ψίθυρος έπεσε στην εκκλησία που σιγά - σιγά έμεινε κραυγή πανικού "οι Κομητατζήδες έρχονται" στην προσπάθεια των πιστών να φύγουν από την εκκλησία και στον γυναικωνίτη ποδοπατήθηκαν γυναίκες και παιδιά. Δεν αναφέρεται ο αριθμός θυμάτων αλλά από τα τοπικά τραγούδια προκύπτει ότι τα θύματα ήταν πολλά. Εδώ τονίζουμε τη συμμετοχή του Σέμαλτος στον Μακεδονικό Αγώνα. Η ανάμειξη του χωριού μας και οι αποστολές που του ανέθεσε η κεντρική επιτροπή του Μακεδονικού αγώνα είχαν δύο σκέλη. Το πρώτο σκέλος λόγου του αμιγούς Ελληνικού Πληθυσμού ήταν η αποθήκευση όπλων και πυρομαχικών για τις ανάγκες του αγώνα, το δεύτερο ήταν η εκτέλεση από τους ενόπλους του χωριού για τις καταδρομικές επιχειρήσεις. Εδώ μπορούν να αναφέρουμε την καταδρομική επιχείρηση που έγινε το 1904 εναντίον της Τσέτας των Βουλγάρων Κομιτατζήδων του Πανίτσα από το Αγιοχώρι Σερρών (Αλιστράτη).
  Ενώ η ανατολική Μακεδονία απελευθερώθηκε από τους Τούρκους και Βουλγάρους το καλοκαίρι του 1913 η περιοχή του Παγγαίου απελευθερώθηκε στις 24 Οκτωβρίου 1912 από τους προσκόπους σημερινούς Λοκατζίδες του Καπετάν Τσάρα.
   Το Μάιο του 1913 η περιοχή μας καταλήφθηκε από τους Βουλγάρους και οι κάτοικοι του χωριού μας μαζί με τους κατοίκους Παλαιοκώμης Λακωικίων Γενί - Κιόι (Νεοχώρι) Αμφίπολης Κάρνακης, φύγανε για την Βουρβουρού.
  Εκεί στάθηκαν άτυχοι γιατ ί τους θέρισε στην κυριολεξία η επιδημία της χολέρας αναγκάστηκαν να γυρίσουν πίσω με μεγάλες απώλειες. Μόλις επέστρεψαν στην πατρίδα τους κηρύχθηκε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος το 1913-1914 όπου πάλι πρόσφυγες αφήνοντας πίσω τα σπίτια τους τα οποία λεηλατήθηκαν.
   Στην συνέχεια τα σπίτια καταστράφηκαν ολοσχερώς από τους Βουλγάρους οι οποίοι τα κατεδάφισαν και χρησιμοποίησαν τα υλικά για να κατασκευάσουν τα οχυρωματικά του έργα και τους νέους τους έστειλαν ομήρους στην Βουλγαρία. Πολλοί από αυτούς δεν άντεξαν τα βασανιστήρια και τις κακουχίες και πέθαναν εκεί. Από την καταστροφή σώθηκε μόνο η εκκλησία και το καμπαναριό, η οποία είχε κτιστεί το 1835 με την φροντίδα του τότε Ιερέα παπά - Κώστα. Όταν όμως άρχισαν οι μάχες μια βόμβα από ένα αγγλικό πλοίο έπεσε και κατέστρεψε την εκκλησία πλην του ιερού. Μετά το τέλος του πολέμου επέστρεψαν οι επιζήσαντες χωριανοί και στεγάστηκαν σε παράγκες μέχρι το 1918. Αρχισαν να ασχολούνται με την γεωργία προέκυψε όμως πρόβλημα αποθήκευσης των αγροτικών προϊόντων τους και το κράτος στην συνέχεια έκτισε δύο αποθήκες. Μεταγενέστερα οι αποθήκες αυτές η μία έγινε κοινοτικό κατάστημα και η άλλη Δημοτικό Σχολείο.
   Το 1923 οι αρχές του χωριού με τον Ιερέα και τα εξαπτέρυγα και τους συχωριανούς μας πήγαν στην Βουρβουρού όπου έκαναν εκταφή των νεκρών (όπου είχαν πεθάνει από τη χολέρα και έφεραν τα οστά τους πίσω στην γενέτειρά τους. Την εποχή εκείνη και κατά το έτος 1924 άλλαξαν το όνομα του χωριού από Σέμαλτο σε Μικρό Σούλι. Στην διάρκεια του Α' Παγκοσμίου πολέμου με αγγαρείες των συχωριανών και των κατοίκων των άλλων χωριών της περιοχής μας οι αρχές κατοχής κατασκεύασαν τον δρόμο που οδηγεί στο κανόνι και στην συνέχεια κατασκεύασαν το Φρούριο προκειμένου να ελέγχουν τον Στρυμωνικό Κόλπο.

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιούνιο 2005 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Ροδολίβους


ΝΕΑ ΖΙΧΝΗ (Δήμος) ΣΕΡΡΕΣ
  Τοποθεσίες και παράγοντες του Νομού Σερρών και της επαρχίας Φυλλίδας ειδικότερα, όπως ο τότε διάσημος βασιλιάς Συλέας στην περιοχή του Παγγαίου, αναφέρονται από τους μυθικούς χρόνους. Σύμφωνα με την μυθολογία υποχρέωνε ο Συλέας τους διαβάτες της περιοχής να δουλεύουν στους αμπελώνες του, μέχρι που ο περαστικός Ηρακλής δεν κατέστρεψε μόνο τα αμπέλια, αλλά σκότωσε και τον Συλέα και την κόρη του Ξενοδίκη.
  Στην ίδια περιοχή έλαβε χώρο και ο δέκατος άθλος του Ηρακλή, ο οποίος επιστρέφοντας από την Θράκη διευθέτησε την κοίτη του Στρυμόνα για να απαλλάξει τους κατοίκους της περιοχής από τις συχνές και καταστροφικές πλημμύρες του ποταμού. Aλλη μια αναφορά φέρει τον γιο του Θησέα, Δημοφώνοντα ή Ακάμα, να παντρεύεται την Φυλλίδα, κόρη ντόπιου βασιλιά, για να την εγκαταλείψει λίγο αργότερα, οπότε η δυστυχισμένη βασιλοπούλα αυτοκτόνησε στις Εννέα Οδούς, την σημερινή Αμφίπολη.
  Σαν πρώτοι κάτοικοι των Σερρών αναφέρονται οι Θράκες, ενώ μετά την κατάκτηση της Τροίας εισήλθαν διάφορες Παιονικές και Θράκικες φυλές στην περιοχή, όπως Αγριάνες, Βισάλτες, Ηδωνοί, Μαίδοι, Οδόμαντοι, Οδρύσες, Παίονες, Παιόπλες, Σάτρες, Σιντοί, Σιροπαίονες.
  Η "Φυλλίς" (από την ομώνυμη κόρη του βασιλιά Σιθώνα της θράκης) αποτελούσε κατά την αρχαιότητα ένα από τα τρία τμήματα της Ηδωνικής χώρας, συμπεριλαμβάνοντας τις σημερινές περιοχές Ζίχνης, Αλιστράτης και Δράμας. Η ύπαρξη διάφορων φυλών αποδεικνύεται από νομίσματα που βρέθηκαν στην περιοχή της Νέας Ζίχνης.
  Οι παιονικής καταγωγής Ζαιελέοι, που προτιμούσαν να ζουν στα ορεινά και κατοίκησαν γύρω από το Στρυμόνα, αναφέρονται σε νομίσματα που χρονολογούνται από το 520 π.Χ. περίπου. Επίσης αναφέρεται σε Βυζαντινά έγγραφα μια πόλη με το όνομα Ζελίχοβα, Ζιλίχοβα ή Ζηλιάχοβα, που βρίσκονταν σε μικρή απόσταση από την τοποθεσία της σημερινής Νέα Ζίχνης.
  Ως συγγενικός με τους Ζαιελέους φέρεται ο λαός των Ιχναίων στην περιοχή της Φυλλίδας. Σύμφωνα με της επιστημονικές εκτιμήσεις κόπηκαν τα νομίσματα των Ιχναίων κατά την εποχή των Μακεδόνων βασιλέων στην Ίχνα του Παγγαίου. Βρέθηκε ακόμα και μεγάλος αριθμός νομισμάτων του λαού των Ορρεσκίων, φέροντας τις ίδιες παραστάσεις με τα νομίσματα των Ιχναίων και παραπέμποντας πάλι στους Παιόνες.
  Μαζί με τα άλλα δυο τμήματα, "Κυρίως Ηδωνίς" και "Πιερία", η Ηδωνική χώρα περιελάμβανε εκτός από την Αμφίπολη, που ήταν η σημαντικότερη, πολλές άλλες πόλεις: Ακόντισμα, Γαληψό, Γάζωρο, Δάτο, Δραβήσκο, Ηιόνα, Μύρκινο, Νεάπολη, Οισύμη, Πέρνη, Πίστυρο, Σκαπτή Υλη, Φάγρητα, Φιλίππους.
  Περί τον 4ο π.Χ. αιώνα προσαρτήθηκε η Φυλλίδα στο Μακεδονικό κράτος και απετέλεσε τμήμα της "Επικτήτου Μακεδονίας". Ο βασιλιάς Φίλιππος Β' έκοψε νέου τύπου νόμισμα που ονομάσθηκε "Φιλιππείων" και είχε μεγάλη διάδοση και πέρα των ορίων του Μακεδονικού κράτους. Η ιστορία της σημερινής Νέας Ζίχνης φτάνει μέχρι αρκετά πριν από το 1000 π.Χ. στα βάθη της αρχαίας εποχής. Αν και σχετικές αναφορές και μελέτες διαφωνούν μεταξύ τους, επικρατεί η άποψη ότι, η αρχαία πόλη Ίχναι βρίσκονταν στην τοποθεσία των μεταγενέστερων οικισμών Ζίχνας και Νέας Ζίχνης. Ο σήμερα ερειπωμένος οικισμός της Ζίχνας εγκαταλείφτηκε στης αρχές του 20υ αιώνα.
  Κατά την διάρκεια της Ρωμαϊκής κατοχής και αφού οι Ρωμαίοι κατέκτησαν το 168 π.Χ. την Μακεδονία, το Μακεδονικό κράτος διαλύθηκε και η περιοχή περιλήφθηκε στην επαρχία "Μακεδόνων Πρώτην" με πρωτεύουσα την Αμφίπολη. Χιλιάδες κάτοικοι της περιοχής εξορίστηκαν στην Ιταλία και δεν επέστρεψαν ποτέ. Στη εποχή αυτή περνούσε από την Αμφίπολη η Εγνατία Οδός, ενώνοντας το Δυρράχιο με την Κωνσταντινούπολη. Ένα λιθόστρωτο τμήμα της μεγάλης στρατιωτικής οδού σώζεται στην περιοχή 'Φραγκάλα' κοντά στο σημερινό χωριό Δραβήσκος.
  Με την Βυζαντινή εποχή επήλθε η συγχώνευση των διαφόρων λαών της περιοχής και ο Νομός Σερρών ενσωματώθηκε στην Ζ' επαρχία ("Ιλλυρικού") του Βυζαντινού Κράτους, αργότερα στο λεγόμενο "Θέμα" του Στρυμόνα. Στους επόμενους αιώνες η περιοχή αποτελούσε αντικείμενο εκτεταμένων διαμαχών μεταξύ Βυζαντινών, Βουλγάρων και Σέρβων και οι τοπικές πόλεις έπαθαν πολλές καταστροφές. Το 1345 μ.Χ. εισέβαλαν Σέρβοι κατακτητές, οι οποίοι ερήμωσαν την ύπαιθρο και κατέλαβαν μετά από πολιορκία και την πόλη των Σερρών.
  Εφ' όσον η Οθωμανική αυτοκρατορία επεκτείνονταν, μετά από μια περίοδο πολιτικής αστάθειας στην ευρύτερη περιοχή κατακτούν οι Τούρκοι το 1375 και την επαρχία της Ζίχνας, υποδουλώνοντας τους τοπικούς κατοίκους με ιδιαίτερη σκληρότητα. Το 1402 περιέρχεται η περιοχή για μικρό διάστημα πάλι στον Μανουήλ Παλαιολόγου, ενώ το 1425 ξαναπέφτει και παραμένει για διάστημα περίπου 500 ετών στους Τούρκους. Περίπου το 1390 εγκαταστάθηκε στην Ζίχνα ο "σούμπασης" Λουζάκος, πρώην διοικητής της Βέροιας και απόγονος του Σουλτάνου του Ικονίου Ιζζεδδίν Καϊκαούς Β' (Izzeddin Kaikaus). Ως υπήκοοι του Λυζάκου ονομάζονταν οι κάτοικοι της περιοχής "Καϊκαούζηδες" ή "Γκαγκαούζηδες". Η ονομασία αυτή χρησιμοποιείται σήμερα πια σπάνια για τους εντόπιους, μη τούρκικης καταγωγής κατοίκους της περιοχής Νέας Ζίχνης. Το επαναστατικό κίνημα του 1821 με εξέχοντα παράγοντα τον Εμμανουήλ Παπά, παρά των εκκλήσεων προς το Ελληνικό Κοινοβούλιο μεμονωμένο και ανυποστήρικτο, εξαλείφθηκε με μια γενική Τούρκικη εκστρατεία στην ευρύτερη περιοχή.
  Ο μακροχρόνιος Μακεδονικός Αγώνας φέρει και την περιοχή της Ζίχνης στο επίκεντρο της επικαιρότητας. Εφ' όσον η Βουλγαρία με την επίμονη μεθόδευση "Μακεδονικού ζητήματος", που στην ουσία στόχευε αποκλειστικά στην επέκταση του Βουλγάρικου Βασιλείου μέχρι το Αιγαίο, δεν επέτυχε τα επιθυμητά, ακολούθησε η καταστροφική δράση των Κομιτατζήδων. Εκμεταλλευόμενοι την προοδευτική αποδυνάμωση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, οι Βούλγαροι επιχείρησαν με κάθε τρόπο το "σπάσιμο" του εθνικού φρονήματος των Μακεδόνων, διώκοντας με ιδιαίτερη αγριότητα το κάθε Ελληνικό στοιχείο. Ο πλέον ορατός κίνδυνος της οριστικής απώλειας της Μακεδονίας ανάγκασε την Αθηναϊκή κυβέρνηση να εγκαταλείψει επιτέλους την παθητική της στάση και να υποστηρίξει τις ανταρτικές ομάδες των Μακεδονομάχων, όπως του οπλαρχηγού καπετάν Δούκα στην περιοχή του Παγγαίου.
  Η διάλυση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας επισφραγίστηκε με τους Βαλκανικούς πολέμους. Ελληνικά στρατεύματα απελευθέρωσαν το 1912/13 σταδιακά πόλεις και περιοχές του Νομού Σερρών, όπως το 1913 και την περιοχή της Ζίχνης. Παράλληλα διώχθηκαν και οι Βούλγαροι, οι οποίοι όμως υποχωρώντας προκάλεσαν μεγάλες καταστροφές. Η επόμενη επιδρομή Βουλγάρικων στρατευμάτων το 1916, τώρα ως σύμμαχοι των Γερμανών στο Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, ήταν ακόμα πιο καταστροφική. Έτσι και στην περιοχή της Νέας Ζίχνης προκλήθηκαν απέραντες υλικές καταστροφές, ενώ μεγάλος αριθμός κατοίκων, κυρίως άντρες, εξοντώθηκε στα κάτεργα της Βουλγαρίας.

Το κείμενο παρατίθεται τον Νοέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, της Δήμου Νέας Ζίχνης


ΡΟΔΟΛΙΒΟΣ (Δήμος) ΣΕΡΡΕΣ
  Ο Δήμος Ροδολίβους είναι ένας νεοκλασικός οικισμός που κουβαλάει στην πλάτη του ιστορία χιλιάδων ετών. Βρίσκεται στη νοτιοανατολική πλευρά του Νομού Σερρών σε υψόμετρο 400μ.
  Ποια είναι όμως η ετυμολογία της λέξης Ροδολίβος;
  Για την ετυμολογία της λέξης υπάρχουν τρεις εκδοχές.
  Η πρώτη εκδοχή αναφέρει ότι ο όρος προήλθε από τα τριαντάφυλλα ή ρόδα και λειβάδεια (= Ροδολείβος). Γύρω στο 50 μ.Χ., όλη η περιοχή των Φιλίππων καλλιεργούνταν με τριανταφυλλιές και οι κάτοικοι του Ροδολίβους και του Παγγαίου μετέφεραν από εκεί ριζώματα ή μοσχεύματα και επιδίδονταν με πολύ ενδιαφέρον στην καλλιέργεια αυτή. Ηταν λοιπόν η περιοχή αυτή ένα απέραντο λειβάδι από τριανταφυλλιές. Ετσι όταν ο Απόστολος Παύλος διερχόμενος από την περιοχή αυτή πληροφορήθηκε για τις τριανταφυλλιές, γνωστές από τη βοτανική (ροδή ή τριανταφυλλή), ονόμασε το χωριό Ροδολείβος (δηλ. Ρόδον + Λειβάδι).
  Σύμφωνα με την παράδοση του τόπου, διακριτό παραμένει μέχρι σήμερα το σημείο στο οποίο οι κάτοικοι του Ροδολίβους αποχαιρέτησαν τον Απόστολο Παύλο καθώς οδεύει για την Αμφίπολη για να διδάξει το λόγο του. Το σημείο αυτό βρίσκεται ένα χιλιόμετρο έξω από το χωριό στην τοποθεσία «τοπόλος», που ονομάστηκε έτσι από την παράφραση των λέξεων «Του Παύλου», γαλλικά dePaul, λατινικά Polo και στη συνέχεια ντεπόλος - Τοπόλος.
   Η δεύτερη εκδοχή αναφέρει ότι ο όρος προέρχεται από Ρόδα + Λιβάς = Ροδολίβος. Η λέξη «λιβάς» σημαίνει σταλαγματιά γιατί τα ροδοπέταλα των τριαντάφυλλων αποστάζονταν και έδιναν το τριανταφυλλόνερο σε πρώτη φάση και ίσως σε δεύτερη το ροδέλαιο σε αυτοσχέδιους αποστακτήρες (άμβυκες - καζάνια).
  Μια τρίτη εκδοχή αναφέρει, ότι η ονομασία του προέρχεται από το ρήμα «λίβω» και «ρόδον» το σύμβολο του μουσικού Ορφέα που έζησε στην περιοχή. Εκεί βρίσκονταν τα αρχαία «Λειβρήθατα», που κατοικήθηκαν από Πιερείς και Θράκες τον 8ο αιώνα π.Χ. και αργότερα μετονομάστηκαν σε «Λείβηθρον Ρόδα». Μάλιστα κάτω από το έδαφος του περνούσε η Εγνατία οδός κατά την Ρωμαϊκή Περίοδο η οποία ενώνει την Αμφίπολη με τους Φιλίππους.
   Αξίζει βέβαια να αναφερθεί ότι το Ροδολίβος ήταν η γενέτειρα του Οικουμενικού Πατριάρχη Νεόφυτου του Η'.
  Το Ροδολίβος είναι ένας από τους πιο παλιούς και αξιόλογους οικισμούς του Παγγαίου και μπορεί να χαρακτηριστεί παραδοσιακός από τη στιγμή που αποτελείται σε ποσοστό 40% από σπίτια χτισμένα πριν το 1920. Πολύ σημαντικό στοιχείο αποτελεί η ύπαρξη αρκετών διατηρητέων αρχοντικών που εμφανίζουν φόρμες νεοκλασσικές και κεντροευρωπαϊκές.
  Αλλά και το δημοτικό διαμέρισμα του Δομήρου, είναι γνωστό από την αρχαιότητα γιατί υπήρξε αρχαία πόλη και ρωμαϊκός σταθμός και κατάφερε να επιζήσει μέσα στους αιώνες έως σήμερα.
  Οσο για το δημοτικό διαμέρισμα του Μ. Σουλίου, έιναι ένας ιστορικός οικισμός με παρουσία στην αρχαιότητα, που αποδεικνύεται από τα ίχνη αρχαίου οικισμού στην περιοχή «Ζαρβανίκια». Είναι επίση γνωστή και η μεγάλη προσφορά των κατοίκων του χωριού στον Μακεδονικό αγώνα.

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιούνιο 2005 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του Δήμου Ροδολίβους


Η "Χρυσή" δεκαετία του 1920

ΡΟΔΟΛΙΒΟΣ (Κωμόπολη) ΣΕΡΡΕΣ
  Στη δεκαετία του 1920, το Ροδολίβος γνωρίζει τεράστια οικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη, λόγω της καλλιέργειας και της επεξεργασίας του καπνού. Την εποχή εκείνη λειτουργούσαν 7 καπνομάγαζα (χώροι επεξεργασίας του καπνού), που απασχολούσαν περίπου 2000 καπνεργάτες.
  Την ευημερία των κατοίκων του χωριού τη φανερώνουν τα υπέροχα και επιβλητικά νεοκλασικά κτίρια, που χτίστηκαν την δεκαετία του '20, αρκετά από τα οποία σώζονται ακόμη και σήμερα. Ακόμη ιδρύονται σύλλογοι (Αθλητικοί, Μουσικοδραματικός, Ορειβατικός), οι οποίοι δίνουν συναυλίες, ανεβάζουν θεατρικές παραστάσεις, διοργανώνουν αθλητικούς αγώνες συμβάλλοντας γενικότερα στην πολιτιστική άνθηση του τόπου.
  Εκτός όμως από αυτά, υπήρχε στο Ροδολίβος και εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος το οποίο σώζεται ως σήμερα (ο γνωστός μύλος του Ναλμπάντη).
  Την εποχή αυτή το Ροδολίβος πλησιάζει τους 7000 κατοίκους, οι οποίοι εξυπηρετούνταν από τα πάρα πολλά καταστήματα όπως υφασματοπωλεία, ξενοδοχεία, ιατρεία, οδοντιατρεία, φαρμακεία, φορολογικά και ασφαλιστικά γραφεία πρακτορεία αυτοκινήτων κ.ά.
  Η περίοδος όμως της ακμής και της οικονομικής ευμάρειας δεν κρατάει για πολύ. Η διεθνής οικονομική κρίση, ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος και ο εμφύλιος που ακολουθεί, επηρεάζουν και το Ροδολίβος. Έτσι ο πληθυσμός της κωμόπολης ανέρχεται στις 5000 περίπου τη δεκαετία του '50. Από τη δεκαετία του '60 και ύστερα, αρχίζει η μετανάστευση που μειώνει ακόμη περισσότερο τον πληθυσμό του Ροδολίβους. Ο σημερινός πληθυσμός του Ροδολίβους σύμφωνα με την απογραφή του 2001 πλησιάζει τους 2900 κατοίκους.

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιούνιο 2005 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Ροδολίβους


Έχετε τη δυνατότητα να δείτε περισσότερες πληροφορίες για γειτονικές ή/και ευρύτερες περιοχές επιλέγοντας μία από τις παρακάτω κατηγορίες και πατώντας το "περισσότερα":

GTP Headlines

Λάβετε το καθημερινό newsletter με τα πιο σημαντικά νέα της τουριστικής βιομηχανίας.

Εγγραφείτε τώρα!
Greek Travel Pages: Η βίβλος του Τουριστικού επαγγελματία. Αγορά online

Αναχωρησεις πλοιων

Διαφημίσεις

ΕΣΠΑ