gtp logo

Πληροφορίες τοπωνυμίου

Εμφανίζονται 3 τίτλοι με αναζήτηση: Ιστορία  στην ευρύτερη περιοχή: "ΑΡΝΑΙΑ Δήμος ΧΑΛΚΙΔΙΚΗ" .


Ιστορία (3)

Σελίδες επίσημες

ΑΡΝΑΙΑ (Πόλη) ΧΑΛΚΙΔΙΚΗ
  Μοναδική πηγή για την Αρναία της αρχαιότητος είναι ο Θουκυδίδης, όπου διαβάζουμε ότι ο στρατηγός Βρασίδας, κατευθυνόμενος με το στρατό του από την Ακανθο προς την Αμφίπολη, αναχώρησε από την πόλη «Αρναί». «Αρνη» κατά τη μυθολογία, ονομαζόταν η κόρη του Αιόλου και μητέρα του Βοιωτού. Σύμφωνα με όσα αναφέρει ο Παυσανίας (ΙΧ, 40, 5), από αυτήν πήραν το όνομά τους δύο πόλεις: στη Θεσσαλία και στη Βοιωτία. Το Φθινόπωρο του 424 π.Χ. ο στρατηγός της Σπάρτης Βρασίδας ήταν δραστηριοποιημένος στην σημερινή Χαλκιδική, προσπαθώντας να προσεταιρισθεί τις πόλεις της Χερσονήσου. Λίγο «προ του Τρυγητού» πολιορκεί την Ακανθο. Με την χρήση λόγων γοητευτικών, βοηθούσης και της βεβαίας απειλής ότι θα καταστραφούν τα σταφύλια, έπεισε τους Aκανθίους να εγκαταλείψουν την συμμαχία των Αθηναίων και να προσχωρήσουν στο στρατόπεδο των Σπαρτιατών. Λίγες ήμερες αργότερα προσχώρησε και η Στάγειρος, η οποία βρισκόταν δίπλα στην σημερινή Ολυμπιάδα. H σχετική διήγηση του Θουκυδίδη συνεχίζεται με λεπτομερείς περιγραφές άλλων πολεμικών γεγονότων τα όποια διαδραματίσθηκαν στην περιοχή της Βοιωτίας. Δεν γνωρίζουμε τις ενδιάμεσες κινήσεις του Βρασίδα, στον oποίο επανέρχεται ο ιστορικός γράφοντας:

"Επί ταύτην (Αμφίπολην) ουν ο Βρασίδας άρας εξ Αρνών της Χαλκιδικής επορεύετο τω στρατώ και αφικνόμενος περί δείλην επί τον Αυλώνα και Βρομίσκον ..." (Θουκ. 4.103)
  Πρόκειται για την μοναδική ιστορική αναφορά που έχουμε για την πόλη των Αρνών. Ούτε καν την ονομαστική του ονόματος της γνωρίζουμε, ούτε το πού ακριβώς βρισκόταν. Το μόνο που μας μένει λοιπόν είναι να προσεγγίσουμε την πόλη μας με μία σειρά συλλογισμών: Ως προς τη θέση της, λαμβάνοντας υπόψη την πορεία του στρατηγού Βρασίδα και τα ερείπια αρχαίων τειχών, κεραμοσκεπών τάφων και το πλήθος οστράκων που βρέθηκαν στα βόρεια του λόφου Προφήτης Ηλίας, μπορούμε να υποθέσουμε ότι η αρχαία πόλη «Αρναί» βρισκόταν κοντά στο λόφο αυτό. Κατά μία άλλη όμως έκδοχή, γύρω από το λόφο αυτό βρισκόταν η αρχαία πόλη Αυγαία. Επρεπε να ήταν χτισμένη στο σημείο όπου βρίσκεται η σημερινή Αρναία και ο λόφος του «Αϊ-Λια» να ήταν η ακρόπολή της. Ως προς την χρονολογία κτίσεως των Αρνών δέν υπάρχει κάποια απόλυτα συγκεκριμένη πληροφόρηση. Το γεγονός όμως ότι ο Ηρόδοτος δεν αναφέρει την πόλη Αρναία στη διήγηση της πορείας του Ξέρξη, ο οποίος ακολούθησε τον ίδιο δρόμο, αντίθετα προς τον Βρασίδα, πηγαίνοντας προν την Ακανθο, μας οδηγεί στο να δεχθούμε, χωρίς απόλυτη βεβαιότητα, ότι την εποχή εκείνη η πόλη δεν υπήρχε. Είναι πιθανό πάντως η πόλη Αρναί να ήταν αποικία των Ανδρίων, εφόσον στην Ανδρο υπήρχε πόλη που ονομαζόταν Αρνη.
   Τελείως άγνωστα είναι ο χρόνος και τα αίτια της καταστροφής των Αρνών. Ισως να ήταν μία από τις 32 πόλεις της Ολυνθιακής Ομοσπονδίας πού κατέλαβε καί κατέστρεψε ο βασιλιάς της Μακεδονίας Φίλιππος Β'. Η άποψη αυτή ενθαρρύνεται και από το ότι βρέθηκαν ασημένια νομίσματα των Αρνών της Ολυνθιακής Ομοσπονδίας με την επιγραφή ΑΡΝ, ερμηνευμένη ως «Αρνών». Μετά την καταστροφή των Αρνών, η ίδια τοποθεσία δεν φαίνεται να ξανακατοικήθηκε.
   Στη γύρω περιοχή, σύμφωνα με ανεξακρίβωτες πληροφορίες, υπήρξαν αργότερα οικισμοί των οποίων ονόματα διατηρήθηκαν σε αρκετές περιοχές γύρω απο την Αρναία ως τοπωνύμια πλέον: Μέρτικα, Προφήτης Ηλίας, Μπάρα, Βενετιά, Αγιος Χριστόφορος, Αγιος Μόδεστος, Αγιος Μηνάς, Καστέλλι, Γκόμπελος - Αγιος Κοσμάς, Λουζνό, Καστανιά - Παλιοχέρωνα. Οι ανασκαφές που έγιναν το 1977 στη θέση Καστανιά Χαλκιδικής έδωσαν την ευκαιρία να διαπιστωθεί παλαιοχριστιανική ζωή στην περιοχή αυτή.
   Το 1246, όπως αναφέρεται, η περιοχή αυτή περιλαμβάνεται στο καπετανίκιο τής Ακρας ή Ιερισσού. Στο τέλος του l5ου αιώvα, δημιουργείται σ' αυτό τον τόπο ένας μεγάλος οικισμός, η Λιαρίγκοβη ή Λιαρίγκοβα.
Προέλευση - Εξήγηση της ονομασίας Λιαρίγκοβη-α: (1). «Ελληνοσλαβικής καταγωγής» αποτελείται από τις λέξεις: "λιέρα-γκοβνή=κοπριά-σωρός" επειδή η πεδιάδα ήταν παλιά τόπος βοσκής ζώων που εκτρέφονταν από την μονή Κωνσταμονίτου (2) ότι η λέξη προέρχεται από την τουρκική "Γιαρίγκοβη" που σημαίνει σχισμένη πεδιάδα από χείμαρρο.
Για την προέλευση του ονόματος αυτού υπάρχουν διάφορες εκδοχές. Η πιο λογική εκδοχή αποδίδει την ίδρυση σε εργάτες που προέρχονταν από τους γύρω οικισμούς και από τις άλλες περιοχές της Ελλάδας και της Βουλγαρίας και oι οποίοι εγκαταστάθηκαν στο μετόχι της μονής Κωνσταμονίτου. Η πρώτη αναφορά περιέχεται στο πλαστό χρυσόβουλλο του Ιωάννου Ε' Παλαιολόγου. Πρόκειται για έγγραφο προβληματικό και ως προς την χρονολόγηση του, η σύνθεση του οποίου θα πρέπει να στηρίχθηκε σε κάποιο αυθεντικό χρυσόβουλλο του Ιωάννου Ε', εκδοθέν την 15η Ιουνίου 1363. Στο ανωτέρω «χρυσόβουλλο», περιέχονται τα μετόχια της Μονής και μεταξύ αυτών αναφέρεται και το -εις την Ραλήγγοβην- μετόχιον εις όνομα τιμώμενον του Αγίου Στεφάνου. Ο έκδοτης του κειμένου παρατηρεί ότι το όνομα «Ραλήγγοβη» είναι αλλοίωση της «Λιαρίγκοβης» με αναστροφή των γραμμάτων. Στον βακουφναμέ της Μονής του 1569, όπου περιλαμβάνονται όλα τα περιουσιακά στοιχεία της, δεν συμπεριλαμβάνεται μετόχι στην Λιαρίγκοβη. Θα πρέπει λοιπόν να θεωρήσουμε ως πιθανόν ότι η πλαστογράφηση έγινε μετά το έτος αυτό. Η πρώτη σαφώς χρονολογούμενη αναφορά του μετοχίου την οποία μπορέσαμε να εντοπίσουμε, γίνεται σε ένα φερμάνιο του 1750, το όποιο περιέχει απόσπασμα παλαιοτέρου εγγράφου μη χρονολογημένου. Το απόσπασμα είναι κατάλογος των μετοχιών της Κασταμονίτου, όπου μεταξύ των άλλων αναφέρονται και τα εξής:
«Εν τω δήμω των Σιδηροκαυσίων:
- μίαν οικίαν εντός των συνόρων του χωρίου Ισβώρου,
- εν λειβάδιον παρά την θέσιν Λαρίγκοβη,
- μίαν οίκίαν εν τοις συνόροις του χωρίου Ερισσού»
  Είναι χαρακτηριστικό ότι το «λειβάδιον» προσδιορίζεται ως ευρισκόμενο «παρά την θέσιν Λαρίγκοβη» και όχι «παρά το χωρίον Λαρίγκοβη». Παρατηρούντες την ακριβολογία του εγγράφου, το όποιο όταν γράφει «θέση» φαίνεται να μην αναφέρεται σε κατοικημένη περιοχή, έχουμε την γνώμη ότι το έγγραφο συντάχθηκε πριν από την ίδρυση της Λιαρίγκοβης και (πιθανώς) μετά το 1569, έτος εκδόσεως του Βακουφναμέ. Η παλαιότερη γνωστή σαφής μαρτυρία για την ύπαρξη του χωρίου Λιαρίγκοβη είναι μόλις του 1762. Το έτος αυτό εκδόθηκε το φερμάνιο στο οποίο περιέχεται ο πρώτος γνωστός κατάλογος «των χωρίων του μεταλλείου Μαντεμοχωρίων», μεταξύ των οποίων αναφέρεται και ή Λιαρίγκοβη». Μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι το χωριό φαίνεται να ιδρύθηκε κάπου μετά το 1569 και πολύ προ του 1762. Ως λόγο ιδρύσεως θα πρέπει να θεωρήσουμε την συσπείρωση κατοίκων γύρω από τον μετοχικό πυρήνα της μονής Κασταμονίτου, γεγονός συνηθισμένο στην Χαλκιδική. Παρόμοια παραδείγματα και μάλιστα αρκετά παλαιότερα έχουμε με την Ιδρυση των χωριών Αγιος Νικόλαος, Νικητή, Πολύγυρος κ.λ.π. Στις περιπτώσεις αυτές προσκλήθηκαν (ή προσέφυγαν) ακτήμονες καλλιεργητές οι όποιοι συνοικίσθηκαν στις μετοχιακές εγκαταστάσεις ή γύρω από αυτές και καλλιεργούσαν το μοναστηριακό κτήμα ως κολίγοι. Με την πάροδο των ετών αποκτούσαν συναισθηματικούς και νομικούς δεσμούς με τον χώρο και μόλις η Μονή έπεφτε σε περίοδο διοικητικής κρίσεως και εγκατέλειπε για ένα διάστημα την εποπτεία του μετοχιού, οι κολίγοι εμφανίζονταν ως κύριοι μέρους ή του συνόλου του.
   Η Ιστορία της μονής Κασταμονίτου έχει πολλές περιόδους παρακμής και καταπτώσεως. Χαρακτηριστικότερες είναι οι περίοδοι των μέσων του 17ου αι. όταν είχε μόνον έξη μοναχούς και του 1717, όταν πυρπολήθηκε ένα μεγάλο τμήμα της. Επομένως ευκαιρίες αποδεσμεύσεως του οικισμού από την Μονή υπήρξαν.
   Το 1793 πέρασε από την Λιαρίγκοβη ο γάλλος πρόξενος στην Θεσσαλονίκη Cuisinery ο oποίος μας περιγράφει έναν δυναμικό οικισμό. Παρόμοια γράφει και ο άγγλος συνταγματάρχης Leake, ο όποιος στάθηκε στα Σιδηροκαύσια (σήμερα Στάγειρα) το 1806. Eνδειξη της τότε ευμάρειας των Λιαριγκοβινών είναι και ή εκκλησία του Aγίου Στεφάνου, πάτρωνoς της μονής Κασταμονίτου, κτίσμα του 1814.
   Δεν έχουμε σαφείς πληροφορίες για τα εισοδήματα των κατοίκων γύρω στις αρχές του 19ου αί. Γνωρίζουμε ότι συμμετείχαν στο «Κοινόν του Μαδεμίου», αλλά σε μία εποχή κατά την oποία ή εκμετάλλευση των μεταλλείων της περιοχής ήταν ασύμφορη. H μνημονευόμενη από τον Cuisinery κατασκευή και εμπορία ταπήτων δεν αρκεί για την ευμάρια του τόπου. Δεν μπορούμε λοιπόν παρά να πούμε ότι οι Λιαριγκοβινοί είχαν πάντα τον δικό τους μυστηριώδη τρόπο για να τα φέρουν βόλτα, χρησιμοποιώντας κυρίως το μυαλό τους.
   Κατά την προεπαναστατική περίοδο, η Λιαρίγκοβη είναι μία από τις 12 κοινότητες που αποτελούν τα Μαντεμοχώρια, των οποίων oι κάτοικοι εργάζονταν ως μεταλλωρύχοι στα μεταλλεία Ολυμπιάδος - Στρατωνίου και στη συνέχεια τα εκμεταλλεύονταν oι ίδιοι κοινοτικά. Ο περιηγητής Pierre Belon μας δίνει αρκετές πληροφορίες ότι την εποχή εκείνη (1550), oι Μαντεμοχωρίτες είχαν όρους και υποχρεώσεις προς τους Τούρκους. Η Πύλη το 1775 δέχτηκε να εμπιστευτεί την εκμετάλλευση των μεταλλείων στα Μαντεμοχώρια - που επανειλημμένα είχαν ζητήσει - με την υποχρέωση να της παραχωρούν ένα μέρος από την παραγωγή των μεταλλείων. Μετά την απόφαση αυτή, oι Μαντεμοχωρίτες σκέφθηκαν να οργανωθούν σε συνεταιρισμό, για καλύτερη αντιμετώπιση των υποχρεώσεων τους. Η Αρναία, την προεπαναστατική εκείνη εποχή, ήταν η μεγαλύτερη κωμόπολη των Μαντεμοχωρίων. Παρ' όλη την αποτυχία της επιχείρησης, δεν έγινε καμμία έκκληση στην Κωνσταντινούπολη για μείωση των υποχρεώσεων του συνεταιρισμού. Ο λόγος ήταν ότι η σύμβαση αυτή ήταν μέν σαν επιχείρηση ατυχής, αλλά τους εξασφάλιζε την αυτοδιοίκηση.
   Ο Γάλλος Πρόξενος Μ.Ε.Μ. Cousinery μας δίνει αρκετές πληροφορίες για τις συνθήκες ζωής των κατοίκων στην περιοχή κατά το τέλος του l8ου και αρχές του 19ου αιώνα. Ιδιαίτερα για την Αρναία, αναφέρει ότι ήταν η πρωτεύουσα της Ομοσπονδίας, ένα μεγάλο χωριό με 400 σπίτια. Ως το 1805 τα χωριά της Ομοσπονδίας εξαρτώνταν άμεσα από την Κωνσταντινούπολη. Από το 1805 ως το 1819 εξαρτώνταν από τον μπέη των Σερρών και από το 1819 ως το 1821 - όταν ξέσπασε και στη Χαλκιδική η Επανάσταση - και πάλι από την Κωνσταντινούπολη. Η Αρναία ήταν τότε ένα από τα 42 χωριά πού κάηκαν από τον Μπαϊράμ πασά. Oι κάτοικοί της καθώς και oι υπόλοιποι Μαντεμοχωρίτες, όταν έμαθαν ότι o τουρκικός στρατός ερχόταν από τη Θεσσαλονίκη με σκοπό να καταστρέψει τα πάντα, έφυγαν προς το Αγιον Ορος, την Αμουλιανή και προς την πλευρά του Παγγαίου όπου οι κάτοικοι δεν είχαν επαναστατήσει. Μετά την καταστολή της Επανάστασης, όσοι κάτοικοι των Μαντεμοχωρίων επέστρεψαν, δεν κατόρθωσαν να επαναφέρουν και πάλι το προηγούμενο καθεστώς του μεταλλευτικού συνεταιρισμού. Τα χωριά υπάγονταν πια στη δικαιοδοσία του πασά και του καδή της Θεσσαλονίκης, απ' όπου καί διοριζόταν ο μαντέμ αγάς, που είχε δικαίωμα ζωής και θανάτου πάνω στους κατοίκους. Oι κάτοικοι της Λιαρίγκοβης που επέστρεψαν στο τόπο τους μετά την καταστροφή άρχισαν να χτίζουν και πάλι το καμμένο χωριό τους. Το 1854, όταν έγινε η επάνασταση του Τσάμη στη Χαλκιδική, η Αρναία και τα υπόλοιπα Μαντεμοχώρια δεν υπέστησαν καμμιά νέα καταστροφή από τους Τούρκους.
   Κατά τα τρία χρόνια του Μακεδονικού Αγώνα, η Αρναία και η περιοχή της δεν γνώρισε σλαβική προπαγάνδα. Αυτό όμως δεν άφησε αμέτοχους τους κατοίκους που σχημάτισαν επιτροπή άμυνας με καθοδήγηση του Προξενείου Θεσσαλονίκης. Στις 2 Νοεμβρίου 1912 ελευθερώθηκε από τους Τούρκους. Μέχρι το 1928 το επίσημο ονομα του χωριού ήταν Λιαρίγκοβα. Η επιτροπή μετενομασίας των χωριών, έχοντας υπόψη τις δύο εκδοχές, ότι δηλ. πιθανόν να ήταν χτισμένες κοντά σ' αυτή οι αρχαίες πόλεις Αρναί και Αυγαία, μετενόμασε την κωμόπολη σε Αρναία, ενώνοντας την συλλαβή Αρν των Αρνών με την κατάληξη αία της Αυγαίας.
   Πριν την Επανάσταση του 1821, αλλά και μετά, οι κύριες ασχολίες των κατοίκων, εκτός από τα μεταλλεία, ήταν η γεωργία, η κτηνοτροφία, η μελισσοκομία, η ύφανση χαλιών με ντόπιο μαλλί και το εμπόριο ξυλείας και ζώων. Γύρω στο 1932 η Αρναία είναι το πιο μεγάλο χωριό της Βόρειας Χαλκιδικής, με 3000 κατοίκους. Την εποχή αυτή οι κάτοικοι είναι κυρίως μελλισοτρόφοι, ξυλουργοί, κατασκευαστές παπουτσιών και έμποροι. Σήμερα oι εγγεγραμμένοι (απογραφή 1991) στο δήμο κάτοικοι είναι 2235 και οι διαμένοντες 3000.

Κείμενο: Δημητρίου Κύρου, Ιωακείμ Παπάγγελου
Το κείμενο παρατίθεται τον Οκτώβριο 2002 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Αρναίας


ΝΕΟΧΩΡΙ (Χωριό) ΧΑΛΚΙΔΙΚΗ
Το Νεοχώρι αναφέρεται με το όνομά του ή ως Νοβοσέλο (σλαβική λέξη) σε πολύ μεταγενέστερα έγγραφα κυρίως του Αγ. Όρους (από τον 16ο αιώνα και μετά) ή την εποχή της Τουρκοκρατίας ώς ένα από τα μαντεμοχώρια (είχαν ως αποκλειστική ασχολία την εξόρυξη μεταλλευμάτων με ειδικά προνόμια και καθεστώς, από την Μεγάλη Πύλη του Σουλτάνου και αρμόδιο το Μαντεμ Αγά, με έδρα το μαχαλά ή την Αρναία).

Ιστορικά του Παλαιοχωρίου

ΠΑΛΑΙΟΧΩΡΙ (Κωμόπολη) ΧΑΛΚΙΔΙΚΗ
  Δεν είναι γνωστό πότε ακριβώς ιδρύθηκε το Παλαιοχώρι με το σημερινό του όνομα. Το όνομά του προέρχεται ακριβώς από ότι είναι ακριβώς πολύ παλιό χωριό.
  Κατά πάσα πιθανότητα το Παλαιοχώρι υπήρξε μία απ' τις 32 πόλεις της Ολυνθιακής Ομοσπονδίας, που κατέστρεψε ο βασιλιάς της Μακεδονίας Φίλιππος ο Β' το 348 π.Χ. Η Μακεδονική παρουσία στην περιοχή επιβεβαιώνεται προς το παρόν από τα αρχαία νομίσματα, που βρέθηκαν σ' αυτήν.
  Γύρω από το χωριό σώζονται πολλά ερείπια κάστρων, οικισμών ή οχυρώσεων (Βαλτούδα, Νέπωσι, Κρανιά, Καμήλα). Κατά καιρούς βρέθηκαν σ' αυτά αρχιτεκτονικά μέλη, τάφοι, όστρακα, νομίσματα, αγγεία και διάφορα αντικείμενα. Σύμφωνα με την παράδοση, στη Βαλτούδα υπήρχε αρχαίος ναός. Σ΄αυτή την τοποθεσία πιθανόν να βρισκόταν και η αρχική θέση του Παλαιοχωρίου.
  Βόρεια του Παλαιοχωρίου, μέσα στα όρια της Κοινότητος Παλαιοχωρίου, στην περιοχή του κάστρου "Νέπωσι"(=απόρθητο) ξεκίνησε ανασκαφή, μετά από ενέργειες της κοινότητας, τη βοήθεια του αρχαιολόγου κ. Ιωακείμ Αθ. Παπάγγελου και τη χρηματοδότηση με την παρέμβαση του υφ.Εθν.Οικονομίας κ. Χρήστου Πάχτα.
  Τα συμπεράσματα από την επιφανειακή μέχρι στιγμής μελέτη του κάστρου είναι τα εξής :
  Στην κορυφή ενός οχυρού λόφου, φύσει και θέσει απόρθητου, είναι κτισμένο ένα κάστρο το "Καστέλλι", όπως το ονομάζουν οι Παλαιοχωρινοί, το μεγαλύτερο στη Χαλκιδική. Η μόνη σύνδεση του λόφου με το βουνό είναι ένα στενό απόκρημνο μονοπάτι. Βρέχεται από τρεις πλευρές από τον "Παλαιοχωρινό λάκκο", βασικό παραπόταμο του Χαβρία, που ακούγεται βουερός στο βάθος χαράδρας 30 - 40 μέτρων. Περιβάλλεται σε μεγάλη ακτίνα από τοπίο ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, με οργιαστική βλάστηση. Το κάστρο καταλαμβάνει έκταση 15 στρεμμάτων (σε επίπεδο) και περιστοιχίζεται από τείχος μήκους 800 - 1000 μέτρων περίπου και ύψους 4 - 5 μέτρων. Το τείχος φαίνεται να έχει τρεις οικοδομικές φάσεις, που ξεχωρίζουν στο ύψος και δείχνουν πόσες φορές ανακατασκευάσθηκε μετά από καταστροφές.
  Το παλιότερο εύρημα στην περιοχή, είναι ένα αττικό μελαμβαθές κεραμικό όστρακο, που μέχρι στιγμής δεν ερμηνεύθηκε η παρουσία του εκεί. Οι Τούρκοι περιορίσθηκαν στα χωριά της Χαλκιδικής και δεν έστειλαν στρατό να καταλάβει το Αγιο Όρος. Το μέτωπο στην Κασσάνδρα κρατήθηκε μετά από νικηφόρα σύγκρουση στην Ορμύλια στις 27 Ιουνίου 1821. Μετά απ' αυτά, ο Μπαιράμ πασάς αποσύρθηκε για να προχωρήσει στη νότια Ελλάδα, όπου χρειαζόταν ενισχύσεις. Έτσι η ομοσπονδία των Μαδεμοχωρίων διαλύθηκε (Αύγουστος 1821).
  Οι κάτοικοι του Παλαιοχωρίου και των γύρω χωριών κατέφυγαν επίσης στα βουνά, τη Νιγρίτα Σερρών και το Αγιο Όρος μέχρι που δόθηκε αμνηστία απ' το Σουλτάνο.
  Οι Παλαιοχωρινοί επέστρεψαν και ξανάκτισαν τα σπίτια τους το 1835-36. Ξανακτίσθηκε και ο παλιός ναός του Ταξιάρχη Μιχαήλ, ψηλά σ' ένα λόφο, παραπλεύρως του "Παλαιοχωρινού Λάκκου", το 1835 (χωρίς άδεια από τους Τούρκους). Κτίσθηκε στα ερείπια αρχαίου ναού που κάηκε και κατεδαφίστηκε από τους Τούρκους. Ο ρυθμός αυτού του ναού είναι βασιλική μονόκλιτη απλή. Τυπικό κτίσμα των χρόνων της Τουρκοκρατίας. ΄Εχει μικρή είσοδο. Για να μπεί κανείς ανεβαίνει δύο σκαλιά και κατεβαίνει άλλα δύο μετά την είσοδο. Οι υπόδουλοι Έλληνες έκτιζαν τους ναούς τους μ' αυτόν τον τρόπο, για να είναι δύσκολο στους κατακτητές να τους μετατρέψουν σε σταύλους, όπως συνήθιζαν τότε.
  Σ' αυτόν το ναό τοποθετήθηκε και η θαυματουργή εικόνα του Παμμεγίστου Ταξιάρχη Μιχαήλ, κτητορική εικόνα που ανάγεται στο τέλος του 15ου με αρχή του 16ου αιώνα. Η εικόνα χρονολογήθηκε με την αξιόπιστη μέθοδο της ραδιομέτρησης. Σώζεται μέχρι και σήμερα, είναι κρητικής τεχνοτροπίας, και ήταν 3 φορές επιζωγραφισμένη. Επανήλθε στην πρώτη της κατάσταση μετά από πρόσφατη συντήρηση. Είναι καλυμμένη από αργυρόχρυσο υποκάμισο ρωσικής τέχνης, με πλήθος αναθήματα. Σύμφωνα με την παράδοση βρέθηκε, αφού έσκαψαν στο ίδιο χώρο που κτίσθηκε ο ναός του Ταξιάρχη Μιχαήλ.
   Εγκαίνια του ναού που λειτουργεί σήμερα σαν κοιμητηριακός πραγματοποιήθηκαν πρόσφατα, τον Ιούνιο του 1996, επειδή διαπιστώθηκε ότι δεν είχαν γίνει παλιά όταν κτίσθηκε ο ναός προφανώς για τον φόβο των Τούρκων.
   Στα ιστορικά μνημεία του Παλαιοχωρίου από την εποχή της Τουρκοκρατίας συγκαταλέγεται επίσης και ο νέος ναός των Παμμεγίστων Ταξιαρχών, Πολιούχων του Παλαιοχωρίου, που βρίσκεται στό κέντρο του σημερινού χωριού.
  Οι κάτοικοι αποφάσισαν να κτίσουν το νέο ναό, περί τα τέλη του 19ου αιώνα, επειδή το χωριό είχε μεγαλώσει και οι ανάγκες αυξήθηκαν.
  Κατά τα χρόνια όμως της τουρκικής κατοχής απαγορευόταν η ανοικοδόμηση, ακόμα και η συντήρηση ναών. Ο μόνος τρόπος ήταν η έκδοση ειδικού βασιλικού διατάγματος (φιρμανιού) από την Κωνσταντινούπολη, την έδρα του Σουλτάνου. Για να εκδοθεί όμως αυτό από την "Υψηλή Πύλη" χρειαζόταν μεγάλο χρηματικό ποσό σε χρυσές λίρες για δωροδοκίες, καθώς και πολύμηνα και επικίνδυνα ταξίδια στην Κωνσταντινούπολη, χωρίς να είναι σίγουρο το αποτέλεσμα.
   Για καλή μας τύχη, το έτος 1899 εφησύχαζε στο Μυλοπόταμο, στο Αγιο Όρος, ο πρώην Οικουμενικός Πατριάρχης Ιωακείμ ο Γ' ο μεγαλοπρεπής. Τον επισκέφθηκαν οι κάτοικοι του Παλαιοχωρίου και τον παρεκάλεσαν να μεσολαβήσει στην Πύλη, πράγμα που τους υποσχέθηκε. Τους υποσχέθηκε επίσης ότι θα παρευρεθεί στα εγκαίνια για την αποπεράτωση του ναού.
  Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, οι προύχοντες του χωριού ειδοποιήθηκαν να πάνε στην Κωνσταντινούπολη, και παρέλαβαν το φιρμάνι.
  Η θεμελίωση του ναού πραγματοποιήθηκε το 1899 και κτίσθηκε (με μαστόρους από την Καστοριά, όπως φαίνεται από το συμβόλαιο παρακάτω) με βιασύνη, λόγω της ρευστής κατάστασης που επικρατούσε τότε στα Βαλκάνια, στο σύντομο για την εποχή διάστημα των τεσσάρων ετών.
   Ο νέος Ιερός Ναός, που αφιερώθηκε στη σύναξη των Παμμεγίστων Ταξιαρχών Μιχαήλ και Γαβριήλ, κατασκευάσθηκε ευρύχωρος (400 m2) σε ρυθμό τρικλίτου βασιλικής, επειδή απαγορευόταν τότε από τους κατακτητές ο βυζαντινός ρυθμός μετά τρούλλου.
  Τα εγκαίνιά του έγιναν το 1903. Ο Πατριάρχης Ιωακείμ δεν μπόρεσε να παρευρεθεί, γιατί το 1901 επανεκλέχθηκε για 2η φορά Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, αλλά έστειλε Ιερό Αντιμήνσιο, πάνω στο οποίο τελέσθηκε η πρώτη θεία Λειτουργία στο νεόδμητο ναό, που εγκαινιάσθηκε από τον επίσκοπο και πρόεδρο Ιερισσού Ιωακείμ.
  Σήμερα αυτός ο ναός είναι ιδιαίτερα μεγαλοπρεπής με αξιοθαύμαστο ψηλό ξυλόγλυπτο τέμπλο και ταβάνια. Ελάχιστα κειμήλια διαφυλάχθηκαν από τότε, επειδή τα περισσότερα με τις συνεχείς μετακινήσεις, λόγω του διωγμού των κατακτητών, ή καταστράφηκαν από την αμάθεια, ή χάθηκαν.
  Αυτά είναι, εκτός από τη θαυματουργή εικόνα του Ταξιάρχη Μιχαήλ, που αναφέραμε παραπάνω, ένα Αγιο Ποτήριο μολύβδινο του 1600 μ.Χ., ένα ζεύγος στεμμάτων ρωσικής κατασκευής, μία σειρά Μηναία, ένα Ανθολόγιο του 1743, δύο Ευαγγέλια ένα του 1759 και ένα του 1799 όλα εκδόσεων Βενετίας, ένα ζεύγος εξαπτέρυγα του 1863, 2 μπρούτζινα μανουάλια δώρο της μονής Βατοπεδίου στα εγκαίνια του Ναού (1904), δίσκοι από κασσίτερο και πολλά άλλα, χωρίς όμως ιδιαίτερη αξία.
Τα κείμενα είναι απο το βιβλίο του κ. Καλαμπαλίκη Αθανασίου για το Παλαιοχώρι

Το κείμενο παρατίθεται τον Φεβρουάριο 2005 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Αρναίας


Έχετε τη δυνατότητα να δείτε περισσότερες πληροφορίες για γειτονικές ή/και ευρύτερες περιοχές επιλέγοντας μία από τις παρακάτω κατηγορίες και πατώντας το "περισσότερα":

GTP Headlines

Λάβετε το καθημερινό newsletter με τα πιο σημαντικά νέα της τουριστικής βιομηχανίας.

Εγγραφείτε τώρα!
Greek Travel Pages: Η βίβλος του Τουριστικού επαγγελματία. Αγορά online

Αναχωρησεις πλοιων

Διαφημίσεις

ΕΣΠΑ