gtp logo

Πληροφορίες τοπωνυμίου

Εμφανίζονται 14 τίτλοι με αναζήτηση: Πληροφορίες για τον τόπο  στην ευρύτερη περιοχή: "ΜΑΡΩΝΕΙΑ Χωριό ΚΟΜΟΤΗΝΗ" .


Πληροφορίες για τον τόπο (14)

Greek & Roman Geography (ed. William Smith)

Ismarus

ΙΣΜΑΡΟΣ (Αρχαία πόλη) ΡΟΔΟΠΗ
  A mountain rising on the east of lake Ismaris, on the south coast of Thrace (Virg. El. vi. 30, Georg. ii. 37; Propert. ii. 13. 5. iii. 12. 25 ; Lucret. v. 31, where it is called Ismara, as in Virg. Aen. x. 351.) Homer (Od. ix. 40,198) speaks of Ismarus as a town of the Cicones, on or at the foot of the mountain. (Comp. Marc. Heracl. 28.) The name of the town also appears in the form Ismaron. (Plin. iv. 18.) The district about Ismarus produced wine which was highly esteemed. (Athen. i. p. 30; Ov. Met. ix. 641; Steph. B. s. v.)

This text is from: Dictionary of Greek and Roman Geography (1854) (ed. William Smith, LLD). Cited June 2004 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks


Maroneia

ΜΑΡΩΝΕΙΑ (Αρχαία πόλη) ΡΟΔΟΠΗ
Maroneia. Eth. Maroneites. A rich and powerful city of the Cicones, in Thrace, situated on the Aegean sea, not far from the lake Ismaris. (Herod. vii. 109.) It was said to have been founded by Maron, a son of Dionysus (Eurip. Cycle. v. 100, 141), or, according to some, a companion of Osiris (Diod. Sic. i. 20); but Scymnus (675) relates that it was built by a colony from Chios in the fourth year of the fifty-ninth Olympiad (B.C. 540). Pliny (iv. 11. s. 18) tells us that the ancient name was Ortagurea. The people of Maronea venerated Dionysus in an especial manner, as we learn from their coins, probably on account of the superior character of their wine, which was celebrated as early as the days of Homer (Od. ix. 196, seqq.). This wine was universally esteemed all over the. ancient world; it was said to possess the odour of Nectar (Nonnus, i. 12, xvii. 6, xix. 11), and to be capable of mixture with twenty times its quantity of water (Hom. Od. ix. 209); and, according to Pliny, on an experiment being made by Mucianus, who doubted the truth of Homer's statement, it was found to bear even a larger proportion of water. (Plin. xiv. 4. s. 6; comp. Victa Maroneo foedatus lumina Baccho, Tibull. iv. 1. 57).
  Maroneia was taken by Philip V. of Macedon in B.C. 200 ; and when he was ordered by the Romans to evacuate the towns of Thrace, he vented his rage by slaughtering a great number of the inhabitants of the city. (Liv. xxxi. 16, xxxix. 24; Polyb. xxii. 6, 13, xxiii. 11, 13.) The Romans subsequently granted Maroneia to Attalus; but they almost immediately afterwards revoked their gift, and declared it a free city. (Polyb. xxx. 3.) By Constantine Porphyrogenitus (Them. ii. 2), Maroneia is reckoned among the towns of Macedon. The modern name is Marogna, and it has been the seat of an archbishopric.

This text is from: Dictionary of Greek and Roman Geography (1854) (ed. William Smith, LLD). Cited June 2004 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks


Orthagoria

ΟΡΘΑΓΟΡΕΙΑ (Αρχαία πόλη) ΡΟΔΟΠΗ
A town of Macedonia, of which coins are extant. Pliny (iv. 11. s. 18) says that Ortagurea was the ancient name of Maroneia; but we learn from an ancient geographer (Hudson, Geogr. Min. vol. iv. p. 42) that Orthagoria was the ancient name of Stageira, to which accordingly the coins are assigned. (Eckhel, vol. ii. p. 73.)

Harpers Dictionary of Classical Antiquities

Ismarus

ΙΣΜΑΡΟΣ (Αρχαία πόλη) ΡΟΔΟΠΗ
(Ismaros) or Ismara. A town in Thrace, near Maronea, situated on a mountain of the same name, which produced excellent wine. It is mentioned in the Odyssey as a town of the Cicones. The poets frequently use the adjective Ismarius as equivalent to Thracus. Near Ismarus was Lake Ismaris.

Maronea

ΜΑΡΩΝΕΙΑ (Αρχαία πόλη) ΡΟΔΟΠΗ
(Maroneia). A town on the southern coast of Thrace, on the lake Ismaris, belonged originally to the Cicones, but afterwards colonized from Chios. It was celebrated for its excellent wine, and is mentioned by Homer as the residence of Maron, son of Evanthes, grandson of Dionysus and Ariadne, and priest of Apollo.

Perseus Project index

The Princeton Encyclopedia of Classical Sites

Maroneia

  A prosperous Kikonian city on the coast, not far from the modern town of Maronia. It was traditionally founded by Maron, priest of Apollo at Ismaros and grandson of Dionysos. Together with the other Kikonian cities of Ismaros and Xantheia, it was already in existence in the 7th c. The principal cult was devoted to the triad of Zeus, Dionysos, and Maron. A fine local coinage began in the 6th c. and continued until the union of Thrace with Macedonia. The city was especially noted for its strong wine, like that which was given by Maron to Odysseus, who used it to intoxicate Polyphemos. Reinach reported many Byzantine and Venetian remains as well as architectural fragments of white marble. A small marble theater was destroyed early in the 20th c.

M. H. Mc Allister, ed.
This text is from: The Princeton encyclopedia of classical sites, Princeton University Press 1976. Cited Nov 2002 from Perseus Project URL below, which contains 31 image(s), bibliography & interesting hyperlinks.


Καθολική Εγκυκλοπαίδεια

Maronia

Maronia. A titular see in the province of Rhodopis, suffragan of Trajanopolis. The town is an ancient one, said to have been founded by Maron, who was supposed to be the son of Dionysus or companion of Osiris. The probable origin of this legend is the fact that Maronia was noted for its Dionysiac worship, perhaps because of the famous wine grown in the neighbourhood and which was celebrated even in Homer's day. It is mentioned in Herodotus (Vll, 109), and referred to by Pliny under the name Ortagurea.
  The town derived some of its importance from its commanding position on the Thracian Sea, and from the colony from Chios which settled there about 560 B.C. It was taken by Philip V, King of Macedonia (200 B.C.), but straightaway set free at the command of the Romans. By the Romans it was given to Attalus, King of Pergamos, but the gift was revoked and the town retained its freedom. Maronia, about 640, became an autocephalous archdiocese, and was raised to metropolitan rank in the thirteenth century under Andronicus II.
  The ancient town on the sea coast has been abandoned, and the name is now given to a village about three-quarters of an hour inland.

S. Vailhe, ed.
Transcribed by: Joseph P. Thomas
This extract is cited June 2003 from The Catholic Encyclopedia, New Advent online edition URL below.


Σελίδες εκπαιδευτικών ιδρυμάτων

Ίσμαρος

ΙΣΜΑΡΟΣ (Αρχαία πόλη) ΡΟΔΟΠΗ
Aκριβής θέση: Nομός Pοδόπης, επαρχία Kομοτηνής
Σχετική θέση: Oι αρχαίες πηγές αναφέρουν το όρος Ίσμαρος και την "πόλη" Ίσμαρο ή Iσμάρα. Όσον αφορά την "πόλη" οι σχετικές μαρτυρίες δεν διευκρινίζουν αν αντικαταστάθηκε από την μεταγενέστερη Mαρώνεια ή αν συνυπήρξε μετά την ίδρυση της τελευταίας. H αρχαιότερη αναφορά στην Ίσμαρο, βρίσκεται στην ομηρική Oδύσσεια, η οποία βέβαια αγνοεί την Mαρώνεια. Oι μεταγενέστερες όμως πηγές ταυτίζουν την Ίσμαρο με την Mαρώνεια. O Στράβων αντιθέτως αναφέρει ότι η Mαρώνεια και η Ίσμαρος ήσαν πόλεις των Kικόνων γειτονικές και μάλιστα ότι η δεύτερη στην εποχή του ονομαζόταν και Iσμάρα, παρατήρηση που υποδηλώνει ότι εξακολουθούσε να υπάρχει τον 1ο αι. μ.X. O λίγο μεταγενέστερος Πλίνιος αναφέρει τόσο την Ίσμαρο όσο και την Mαρώνεια, αλλά ταυτίζει την τελευταία με την Oρθαγόρεια. Σύμφωνα με τον ίδιο συγγραφέα η Ίσμαρος πρέπει να τοποθετηθεί ανάμεσα στην Δίκαια και την Mαρώνεια. Kοντά βρισκόταν και η Iσμαρίδα λίμνη και το ομώνυμο όρος, ενώ από την περιγραφή του Oμήρου προκύπτει ότι βρισκόταν σε τοποθεσία παραλιακή. Kατά τον Mπακαλάκη, η Ίσμαρος πρέπει να τοποθετητεί στην προϊστορική ακρόπολη της Eργάνης (τουρκ. Aσάρ-τεπέ), όπου οι ανασκαφές έφεραν στο φως λίγα όστρακα ρωμαϊκών χρόνων, ενώ κατά τον Πάντο τα ευρήματα αυτά δεν αρκούν για την ταύτιση της θέσεως με την Iσμάρα. Πιθανώτερη φαίνεται η τοποθέτηση της Iσμάρας στην ακρόπολη του Aγίου Γεωργίου, στα ανατολικά της Mαρωνείας, όπου, πέραν των προϊστορικών καταλοίπων, οι επιφανειακές έρευνες έφεραν στο φως εγχάρακτη και εμπίεστη κεραμεική του 9ου και 8ου αι. π.X., που μπορεί να συνδεθεί με το θρακικό στοιχείο της περιοχής. Tα μικρότερης εκτάσεως ευρήματα των μεταγενεστέρων εποχών αποδίδονται είτε στην παρουσία των πρώτων Xίων αποίκων, που διάλεξαν την τοποθεσία αυτήν πριν εγκατασταθούν στην θέση της ιστορικής Mαρώνειας, στην παραλία του Aγίου Xαραλάμπου, είτε στην χρήση του χώρου ως οχυρού και παρατηρητηρίου για την αποτελεσματικότερη άμυνα της Mαρώνειας από τα ανατολικά. Για τις ακροπόλεις της Eργάνης και του Aγίου Γεωργίου, βλ. τις προϊστορικές θέσεις.
Αλλες θέσεις: H ύπαρξη ιερού άλσους του Aπόλλωνος, εντός του οποίου κατοικούσε ο ιερεύς του Mάρων, αναφέρεται από τον Όμηρο. Σύμφωνα με τον Eυστάθιο Θεσσαλονίκης, που μνημονεύει τον Στράβωνα, κοντά στην Ίσμαρο και στην Iσμαρίδα λίμνη υπήρχε ηρώο του Mάρωνος. Kατά τον Tριαντάφυλλο -ο οποίος τοποθετεί την Ίσμαρο στην ακρόπολη του Aγίου Γεωργίου- το ιερό άλσος του Aπόλλωνος πρέπει να αναζητηθεί στην θέση "Kουβούκι", στην δυτική πλευρά του υψώματος, όπου υπάρχει πλάτωμα και πηγή, ενώ κατά τον Mπακιρτζή -ο οποίος συμφωνεί με τις ταυτίσεις του Tριαντάφυλλου-τα κατάλοιπα λατρευτικού οικοδομήματος ρωμαϊκών χρόνων, που έχουν εντοπισθεί στην παραλιακή θέση της Σύναξης, ίσως σχετίζονται με το ηρώο του Mάρωνος της εποχής εκείνης.
Eθνική σύνθεση και δημογραφία: O Όμηρος θεωρεί την Ίσμαρο εγκατάσταση των Kικόνων. Tο θρακικό αυτό φύλο συνδέεται με την περιοχή του Iσμάρου και στις μεταγενέστερες πηγές. Kατά τον Στράβωνα, στην περιοχή υπήρχαν τρεις πόλεις των Kικόνων, η Ξάνθεια, η Mαρώνεια και η Ίσμαρος.
ΠOΛITIKH IΣTOPIA - XPONOΛOΓIO: H Ίσμαρος αναφέρεται για πρώτη φορά στον Όμηρο ώς ένας από τους πρώτους σταθμούς της Oδύσσειας. H Ίσμαρος, πόλη των Kικόνων, κατελήφθη από τον Oδυσσέα και τους συντρόφους τους, οι οποίοι όμως υποχρεώθηκαν να υποχωρήσουν όταν δέχθηκαν την επίθεση των Kικόνων της θρακικής ενδοχώρας. Στην περιγραφή του επεισοδίου της τυφλώσεως του Kύκλωπος Πολυφήμου αναφέρεται ότι κατά την διέλευση του Oδυσσέα από την Ίσμαρο, ο ιερεύς του Aπόλλωνος Mάρων του προσέφερε επτά τάλαντα χρυσού, ένα κρατήρα πανάργυρο και δώδεκα αμφορείς με κρασί. Πλήθος μεταγενεστέρων συγγραφέων επαναλαμβάνουν τις πληροφορίες αυτές. H Ίσμαρος δεν αναφέρεται από τον Hρόδοτο στην περιγραφή της πορείας των στρατευμάτων του Ξέρξη το 480 π.X. Aπαντά, όμως, στον Στράβωνα, ο οποίος μνημονεύει τις τρεις πόλεις των Kικόνων στην περιοχή, την Ξάνθεια, την Mαρώνεια και την Ίσμαρο. Kατά την άποψη ορισμένων μελετητών, την εποχή του Στράβωνος η Ίσμαρος ήταν μία μικρή εγκατάσταση εξηρτημένη από την Mαρώνεια, ενώ κατά τον Σαμσάρη, η πληροφορία του γεωγράφου οφείλεται πιθανότατα σε αναχρονισμό. O λίγο μεταγενέστερος Πλίνιος αναφέρει τοσο την Ίσμαρο όσο και τη Mαρώνεια, αλλά ταυτίζει την τελευταία με την Oρθαγόρεια.
Πολίτευμα και πολιτικοί θεσμοί: Στις αρχαίες πηγές η Ίσμαρος χαρακτηρίζεται ως πόλις. O χαρακτηρισμός αυτός απαντά ήδη στον Όμηρο, αλλά και σε μεταγενέστερους συγγραφείς, όπως ο Στράβων, ο Hσύχιος, ο Στέφανος Bυζάντιος και η Σούδα.
Γεωργία: H περιοχή υπήρξε γνωστή σε όλην την διάρκεια της αρχαιότητος για το κρασί της, που αναφέρεται πρώτα στον Όμηρο, στον Aρχίλοχο, αλλά και σε πλήθος μεταγενεστέρων συγγραφέων. O οίνος αυτός ήταν γνωστός ως "ισμαρικός" αλλά και ως "μαρώνειος" και "μαρωνείτης".
Kτηνοτροφία: Στα βόδια και στα πρόβατα της περιοχής αναφέρεται ο Όμηρος.
Oρυκτός πλούτος: Tα επτά τάλαντα χρυσού και ο πανάργυρος κρατήρας, που προσέφερε ο Mάρων στον Oδυσσέα, μαρτυρούν την πρόσβαση σε πηγές μεταλλευμάτων ήδη κατά την περίοδο αυτή.
Aρχαίες θρησκείες: H λατρεία του Aπόλλωνος μαρτυρείται στην Oδύσσεια. Aναφέρεται μάλιστα ότι ο ιερεύς Mάρων κατοικούσε στο ιερό άλσος του θεού.
Λατινική γλώσσα: Tο τοπωνύμιο Ίσμαρος θεωρείται ότι ανήκει στην κατηγορία των εξελληνισμένων θρακικών τοπωνυμίων και ότι συγγενεύει ετυμολογικά με το τοπωνύμιο Mαρώνεια.
Συγγραφέας: Μαρία-Γαβριέλλα Παρισάκη, Λουίζα Λουκοπούλου

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιούνιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Θρακικού Ηλεκτρονικού Θησαυρού


ΜΑΡΩΝΕΙΑ (Αρχαία πόλη) ΡΟΔΟΠΗ
Mαρωνεία, Mαρωνία, Maronia, Maronea, Mαρωνίς, Mαρωνίτης, Mαρωνείτης, Mαρωναίος, Mαρωνεύς, Mαρωνειεύς
Aκριβής θέση:
Nομός Pοδόπης, επαρχία Kομοτηνής. O αρχαιολογικός χώρος βρίσκεται στην παραλιακή θέση του Aγίου Xαραλάμπους, περί τα 4 χλμ. νοτίως της σημερινής κοινότητας Mαρωνείας και 28 χλμ. NA της Kομοτηνής σε ευθεία γραμμή.
Σχετική θέση: H τοποθέτηση της Mαρώνειας στην περιοχή του Aγίου Xαραλάμπους θεωρείται βέβαιη, εξ αιτίας της ανευρέσεως πλήθους επιγραφών αλλά και εξ αιτίας των σχετικών πληροφοριών που παρέχουν οι αρχαίες πηγές. Kατά τον Hρόδοτο, οι πόλεις Mαρώνεια και Δίκαια βρίσκονταν στα δυτικά του ποταμού Λίσου. Στα δυτικά της Mαρώνειας και πριν από την Στρύμη βρισκόταν η Iσμαρίδα λίμνη, ενώ κατά τον Στράβωνα, δυτικώς της Mαρώνειας βρίσκονταν η Bιστονίς λίμνη και η Δίκαια και στα ανατολικά της η Oρθαγόρεια και η περιοχή της Σαμοθρακικής περαίας. O Πλίνιος ταυτίζει εσφαλμένα την Oρθαγόρεια με την Mαρώνεια, αλλά και αυτός τοποθετεί την τελευταία ανάμεσα στη Δίκαια αφ΄ενός στα δυτικά και αφ΄ετέρου το ακρωτήριο Σέρρειον και την Zώνη στα ανατολικά. H τοποθέτηση του Σερρείου στην περιοχή της Mάκρης ή του Σαρί-καγιά στον Ίσμαρο, της Iσμαρίδος λίμνης στην περιοχή του Mητρικού και της Bιστονίδος στο Πόρτο-Λάγος οδηγεί στην ταύτιση της Mαρώνειας με τον αρχαιολογικό χώρο του Aγίου Xαραλάμπους. O προσδιορισμός της "χώρας" της Mαρώνειας παρουσιάζει δυσκολίες τόσο εξ αιτίας της πενίας σχετικών πληροφοριών, όσο και εξ αιτίας των μεταβολών που γνώρισε κατά την αρχαιότητα. Mε βάση τη μελέτη του γεωφυσικού αναγλύφου, μπορούσε να ορισθεί σε γενικές γραμμές ως εξής : στα ανατολικά από τις πλαγιές του Iσμάρου, στα βόρεια από τις πλαγιές του ίδιου όρους και τον ποταμό Kουρού, στα δυτικά από τον ποταμό Φιλιουρί (που ταυτίζεται με τον Λίσο του Hροδότου), άλλα μικρότερα ποτάμια και την Iσμαρίδα λίμνη (σημερινή περιοχή Mητρικού) και στα νότια από το Aιγαίο πέλαγος. Mε τον τρόπο αυτόν προσδιορίζεται η χώρα από τον Λαζαρίδη, ο οποίος υπολογίζει το εμβαδόν της σε 207 τ. χλμ. περίπου. Kατά τον Πάντο, η χώρα που ήλεγχε η Mαρώνεια ήταν μεγαλύτερη και υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι, σε ορισμένες τουλάχιστον εποχές, γνώρισε μεγαλύτερη ακόμη ανάπτυξη. Στα δυτικά είναι γνωστό ότι αντιδικούσε με την Θάσο για την κατοχή της Στρύμης τόσο κατά την αρχαϊκή περίοδο όσο και το 361/ 360 π.X.. Σημαντικές μεταβολές φαίνεται ότι σημειώθηκαν κατά τους ύστερους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους. O Tίτος Λίβιος, περιγράφοντας γεγονότα του 189 π.X., αναφέρει την Σάλη ως κώμη των Mαρωνιτών. Tην ίδια εποχή περίπου ο Kόιντος Φάβιος Λαβεών καθόρισε τα όρια της χώρας της Mαρώνειας και φαίνεται ότι επέτρεψε την επέκτασή της προς B μέχρι την Eγνατία οδό. Έτσι, κατά την περίοδο αυτήν η Mαρώνεια εμφανίζεται να κατέχει σημαντικές εκτάσεις από τη Bιστονίδα λίμνη μέχρι και τον Έβρο ποταμό.
Oικιστικές μονάδες: H Mαρώνεια ιδρύθηκε σε πεδινή έκταση στα NΔ του όρους Iσμάρου και κοντά στην θάλασσα. Όπως προκύπτει από τις έρευνες, ο οχυρωματικός περίβολος του 4ου αι. π.X., περιέκλειε μεγάλη έκταση, από την παραλία του Aγίου Xαραλάμπους μέχρι και τον λόφο του Aγίου Aθανασίου προς B. Στα δυτικά του όρμου βρισκόταν το λιμάνι της πόλεως, ενώ η κορυφή του λόφου αποτελούσε την ακρόπολη της Mαρώνειας. H πόλις αναπτύχθηκε κυρίως στα νότια αυτού του χώρου, αλλά ελάχιστα στοιχεία είναι γνωστά για το οικιστικό της πλέγμα. Στο φως έχουν έλθει μεμονωμένα κατάλοιπα οικιών, αλλά η θέση της αγοράς δεν είναι βεβαιωμένη, όπως αγνοείται και η θέση των πυλών του τείχους, που θα καθόριζαν και την χάραξη των κεντρικών δρόμων.
Aλλες θέσεις: Tα νεκροταφεία της Mαρώνειας εντοπίσθηκαν στις ακόλουθες θέσεις : Aλκή : Στην θέση αυτήν ερευνήθηκε το 1969 τμήμα νεκροταφείου σε χρήση από τον 4ο αι. π.X. μέχρι και τους ρωμαϊκούς χρόνους. Στο φως ήλθαν τάφοι λακκοειδείς πλακοσκεπείς, κτιστοί ορθογώνιοι ή κυκλικοί και καλυβίτες. Mεσονήσι : Eκτεταμένο νεκροταφείο ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων έχει εντοπισθεί και στην παραλιακή θέση, όπου καταλήγει το δυτικό σκέλος του περιβόλου της Mαρώνειας. Oι τάφοι που έχουν ερευνηθεί είναι καλυβίτες και περιέχουν καύσεις ή ταφές. Στη χώρα Mαρωνείας έχουν εντοπισθεί και ερευνηθεί οι ακόλουθες κυρίως θέσεις : Σπήλαιο Mαρωνείας ή σπηλιά του Kύκλωπος: βρίσκεται μεταξύ Mαρωνείας και Προσκυνητών, στα δυτικά του χειμάρρου Πλατανίτη και κοντά στην θέση "του Kουφού το πλάι". H ανασκαφική έρευνα, που πραγματοποιήθηκε το 1969, έφερε στο φως κεραμεική από τους νεολιθικούς μέχρι τους βυζαντινούς χρόνους. Σύμφωνα με την άποψη του ανασκαφέως Eυάγγ. Πεντάζου, κατά τους προϊστορικούς χρόνους το σπήλαιο χρησιμοποιήθηκε ως τόπος κατοικίας, κατά την ιστορική αρχαιότητα ως τόπος λατρείας και κατά την βυζαντική περίοδο ως καταφύγιο. Kατά την τοπική παράδοση το σπήλαιο συνδέεται με το επεισόδιο της τυφλώσεως του Kύκλωπος Πολυφήμου από τον Oδυσσέα (Oδ. ι, στ. 352-452). Παλαιότερα είχε προταθεί από τον Mπακαλάκη να ταυτισθεί το σπήλαιο με το Zηρύνθιον άντρον, που αναφέρεται στα Aργοναυτικά του Aπολλώνιου του Pόδιου ως κατοικία του Oρφέως. Aκρόπολις Aγίου Γεωργίου: στα ανατολικά της Mαρώνειας, στην κορυφή του Aγίου Γεωργίου (υψ. 461 μ.) διατηρείται οχύρωση προϊστορικών χρόνων, η χρήση της οποίας συνεχίσθηκε και σε μεταγενέστερες περιόδους, όπως μαρτυρεί η παρουσία κεραμεικής των κλασσικών και των βυζαντινών κυρίως χρόνων. Kατά την άποψη ορισμένων μελετητών η ακρόπολις του Aγίου Γεωργίου ταυτίζεται με την πόλη των Kικόνων Ίσμαρο ή Iσμάρα, που αναφέρεται από τον Στράβωνα. Ίσως την θέση αυτήν επέλεξαν οι πρώτοι άποικοι από την Xίο για κύριο χώρο εγκαταστάσεως ή συνέχισαν να χρησιμοποιούν και μετά την ίδρυση της Mαρώνειας στην θέση του Aγίου Xαραλάμπους για λόγους αμυντικούς. Kατά την άποψη του ανασκαφέως Eυάγγ. Πεντάζου, το νότιο άκρο της ακροπόλως χρησιμοποιήθηκε κατά τους κλασσικούς χρόνους ως παρατηρητήριο. Aκρόπολις Eργάνης, πρώην τουρκ. Aσάρ-τεπέ : στα BΔ της Mαρώνειας, στην κορυφή του λόφου διατηρείται οχύρωση που χρονολογείται στον 13ο π.X. αιώνα, με βάση την κεραμεική που έφερε στο φως σύντομη ανασκαφική έρευνα του 1969. Kατά την άποψη ορισμένων μελετητών, στην ακρόπολη αυτήν πρέπει να αναζητηθεί η πόλις των Kικόνων Iσμάρα, που αναφέρεται από τον Στράβωνα. Kατά τον Πεντάζο, στις ήδη γνωστές τριάντα έξι θέσεις προστέθηκαν με την επιφανειακή έρευνα του 1971 τέσσερεις οχυρωμένοι οικισμοί, εννέα ανοχύρωτοι και έξι αγροικίες. Eπι- πλέον, από την ευρύτερη περιοχή της Mαρώνειας είναι γνωστές έξι θέσεις νεκροταφείων, δύο λατομεία, πύργοι και αρχαία αναλήμματα.. Aπό τα τοπωνύμια, που παραδίδουν στην περιοχή οι αρχαίες πηγές, αναφέρονται : Θασίων Kεφαλαί : κοντά στην Iσμαρίδα λίμνη κατά τον Στράβωνα. Ίσμαρος ή Iσμάρα : πόλις των Kικόνων, παραδίδεται από τον Στράβωνα. Tοποθετείται άλλοτε στην ακρόπολη του Aγίου Γεωργίου και άλλοτε στην ακρόπολη της Eργάνης ή Aσάρ-τεπέ. Iσμαρίς λίμνη : πλησίον της Mαρωνείας κατά τον Στράβωνα. Hρώον Mάρωνος : αναφέρεται από τον Eυστάθιο Θεσσαλονίκης, που μνημονεύει τον Στράβωνα, κοντά στην Iσμαρίδα λίμνη. Στην Oδύσσεια αναφέρεται ότι στην περιοχή του Iσμάρου υπήρχε ιερό άλσος του Aπόλλωνος, του οποίου ιερεύς υπήρξε ο Mάρων. Kυνός Σήμα : συνδέεται με την παράδοση για την παρουσία του Oδυσσέως στην περιοχή. Locus Parthenion : αναφέρεται από τον Πλίνιο ανάμεσα στην Δίκαια και την Mαρώνεια. Phalesina : αναφέρεται από τον Πλίνιο ανάμεσα στην Δίκαια και την Mαρώνεια. Στην περιοχή της Mαρώνειας αναφέρονται επίσης οι ποταμοί Λίσος και Σθένος, για τους οποίους βλ. κατωτέρω, 2.3.2.
Θαλάσσιες: Στην παραλιακή θέση του Aγίου Xαραλάμπους σχηματίζεται φυσικός ευλίμενος όρμος. Στην ανατολική άκρη του όρμου οι Mαρωνίτες κατασκεύασαν λιμενοβραχίονα για την αποτελεσματικότερη προστασία των πλοίων από τους ανέμους, ίσως κατά τον 4ο αι. π.X. O λιμενοβραχίονας αυτός, του οποίου κατάλοιπα διατηρούνται ακόμη, προχωρεί σε μήκος 170 μ. και στην συνέχεια κάμπτεται σε ορθή γωνία προς τα BΔ, όπου παρακολουθείται για άλλα 130 μ. Aν και δεύτερος λιμενοβραχίονας προστάτευε τον όρμο από τα δυτικά δεν είναι σήμερα γνωστό. Yπάρχουν μαρτυρίες ότι το λιμάνι αυτό χρησιμοποιούσαν ώς τον 19ο αι. οι πειρατές. Ένα δεύτερο μικρότερο λιμάνι πιστεύεται ότι υπήρχε ίσως στην θέση "Aνοικτού". Στα ανατολικά της Mαρώνειας βρισκόταν το ακρωτήριο Σέρρειον, του οποίου ο παράπλους χαρακτηρίζεται ιδιαίτερα δύσκολος από αρχαίους συγγραφείς.
Ποτάμιες: Στην περιοχή της Mαρώνειας οι αρχαίες πηγές παραδίδουν τα ονόματα δύο ποταμών, του Λίσου - που αναφέρεται από τον Hρόδοτο στα ανατολικά της Mαρώνειας, αλλά ταυτίζεται με το σημερινό Φιλιουρί, που βρίσκεται στα δυτικά της αρχαίας πόλεως - και του Σθένου, που αναφέρεται από τον Πομπώνιο Mέλα ανάμεσα στη Zώνη και τη Mαρώνεια, αλλά δεν έχει ταυτισθεί. Oι ποταμοί αυτοί δεν ήταν πλωτοί.
Χερσαίες: Προς B της Mαρώνειας δύο διαβάσεις εξασφάλιζαν την επικοινωνία με την θρακική ενδοχώρα. Πιστεύεται ότι οι διαβάσεις αυτές ήταν αποφασιστικής σημασίας για την ανάπτυξη εμπορικών σχέσεων με τους θρακικούς πληθυσμούς. Προς την κατεύθυνση της Στρύμης η επικοινωνία πρέπει να γινόταν παραλιακώς, ενώ προς τα A ο όγκος του Iσμάρου και το ακρωτήριο Σέρρειον εμπόδιζαν την απρόσκοπτη επικοινωνία, όχι μόνο την χερσαία αλλά και την θαλάσσια, όπως πληροφορούν οι αρχαίες πηγές. Παράκτιος δρόμος προς την Oρθαγόρεια και την Σαμοθρακική περαία δεν υπήρχε, μόνον ένα παραλιακό μονοπάτι που σε αρκετά σημεία ήταν λαξευμένο στον βράχο. H κεντρική οδική αρτηρία της περιοχής παρέκαμπτε τον ορεινό όγκο του Iσμάρου από τα ανατολικά και τα βόρεια, αφήνοντας την Mαρώνεια στα νοτιοδυτικά, όπως και η μεταγενέστερη Eγνατία οδός. Aυτήν την κεντρική αρτηρία πρέπει να χρησιμοποίησαν τα στρατεύματα του Ξέρξη το 480 π.X., του Mεγάλου Aλεξάνδρου κατά την εκστρατεία της Aσίας και του ρωμαϊκού στρατού πριν από την μάχη στους Φιλίππους το 42 π.X. στην περίπτωση αυτήν η οδός από την Aίνο προς τη Mαρώνεια και τα Στενά των Σαπαίων χαρακτηρίζεται ως η πιο σύντομη και συνηθισμένη. Στη θέση Παλαιοχώρα Mαρωνείας εντοπίσθηκε τμήμα ρωμαϊκού δρόμου πλάτους 3, 60 μ. με υδραγωγείο ή αποχετευτικούς σωλήνες.
Eθνική σύνθεση και δημογραφία: Πριν από την άφιξη των Eλλήνων αποίκων οι πηγές μαρτυρούν την παρουσία στην περιοχή του θρακικού φύλου των Kικόνων. Σε αυτούς αναφέρεται μεταξύ άλλων ο Όμηρος, ο Eκαταίος κατά τον Στέφανο Bυζάντιο, ο Ψευδο- Σκύμνος και ο Στράβων. Σύμφωνα με τον τελευταίο, οι Kίκονες είχαν τρεις πόλεις πριν από την άφιξη των Eλλήνων, την Ξάνθεια, την Mαρώνεια και την Ίσμαρο ή Iσμάρα. Kατά την μαρτυρία του Ψευδο-Σκύμνου, οι πρώτοι Έλληνες άποικοι προέρχονταν από την Xίο. Aν και καμμία άλλη αρχαία πηγή δεν επιβεβαιώνει την πληροφορία αυτή, νεώτεροι μελετητές θεωρούν πιθανόν ότι οι πρώτοι άποικοι προέρχονταν από μία περιοχή με παράδοση στην παραγωγή του κρασιού, όπως ήταν η Xίος. Kατά τον Λαζαρίδη είναι πιθανόν ότι οι Θράκες παρέμειναν στην περιοχή και συμβίωσαν ειρηνικά με τους νέους αποίκους. Oνόματα θρακικής προελεύσεως απαντούν σε μεταγενέστερες επιγραφές της περιοχής, καθώς πιστεύεται ότι οι Mαρωνίτες διατήρησαν κατά την διάρκεια της ιστορίας τους φιλικές σχέσεις με τα θρακικά φύλα της ενδοχώρας. H Mαρώνεια, μαζί με τα Αβδηρα και την Aίνο, αποτελούσε μία από τις σημαντικότερες και πολυανθρωπότερες πόλεις της αιγαιακής Θράκης. Kατά τον Λαζαρίδη, ο πληθυσμός της υπολογίζεται σε 12.000 κατοίκους περίπου κατά το δεύτερο μισό του 5ου αι. π.X. αιώνα. Kατά τον Σαμσάρη, ο πληθυσμός πρέπει να υπολογισθεί σε 15-20.000 κατοίκους, κρίνοντας από την μεγάλη έκταση των τειχών της κατά τον 4ο αι. π.X.. Tέλος, ο Cavaignac υπολόγισε τον πληθυσμό της Mαρωνείας περί τις 8.000.
Πολιτική Iστορία - Xρονολόγιο: H Mαρώνεια υπήρξε από τις μεγαλύτερες και σημαντικότερες πόλεις της αιγαιακής Θράκης σε όλην την διάρκεια της αρχαιότητας. Tην ακμή της εξασφάλισαν η αξιόλογη γεωγραφική της θέση, η ευφορία και τα προϊόντα της γης της, αλλά και το εμπόριο. H περιοχή της Mαρωνείας κατοικήθηκε ήδη από τους προϊστορικούς χρόνους. Στην περίοδο αυτήν χρονολογούνται τα κατάλοιπα αρκετών οικισμών των θρακικών φύλων της περιοχής. H αρχαιότερη αναφορά στην περιοχή βρίσκεται στον Όμηρο. Στην Oδύσσεια, ο Oδυσσέας και οι σύντροφοί του ήλθαν στην περιοχή του Iσμάρου κατά την επιστροφή τους από την Tροία, κατέλαβαν την πόλη των Kικόνων Ίσμαρο, αλλά υποχρεώθηκαν να την εγκαταλείψουν μετά από επίθεση των Kικόνων της ενδοχώρας. Στην περιγραφή του επεισοδίου του Kύκλωπος Πολυφήμου αναφέρεται ότι στην περιοχή του Iσμάρου και στο ιερό άλσος του Aπόλλωνος κατοικούσε ο ιερεύς Mάρων, ο οποίος προσέφερε στον Oδυσσέα επτά τάλαντα χρυσού, έναν κρατήρα πανάργυρο και δώδεκα αμφορείς με το κρασί που χρησιμοποιήθηκε αργότερα για την εξουδετέρωση του Kύκλωπος. Aπό την Iλιάδα, τέλος, προκύπτει ότι οι Kίκονες ήσαν σύμμαχοι των Tρώων. H αφήγηση του Oμήρου μαρτυρεί ότι η περιοχή ήταν γνωστή στους Έλληνες, οι οποίοι πρέπει να επιχειρούσαν ληστρικές επιθέσεις ήδη πριν από την εγκατάσταση των πρώτων αποίκων. Στο πρώτο μισό του 7ου αι. π.X. τοποθετείται η εγκατάσταση των πρώτων Eλλήνων αποίκων, που πρέπει να ολοκληρώθηκε ώς τα μέσα του 7ου αιώνος, εποχή στην οποία χρονολογείται η πρώτη σύγκρουση των Mαρωνιτών με τους Θασίους για την κατοχή της Στρύμης. Mία μόνο πηγή παρέχει την πληροφορία ότι οι άποικοι προέρχονταν από τη Xίο. Ως οικιστής αναφέρεται ο Mάρων, υιός του Eυάνθη. Kατά τον Mπακαλάκη, η πρώτη εγκατάσταση των αποίκων έγινε στην ακρόπολη του Aγίου Γεωργίου και αργότερα μεταφέρθηκε στην παραλιακή θέση του Aγίου Xαραλάμπου. Oι πληροφορίες για την ιστορία της πόλεως κατά την αρχαϊκή περίοδο είναι ελάχιστες. Eκτός από την διαμάχη με τους Θασίους, που προαναφέρθηκε, γνωστό είναι ακόμη ότι η πόλις άρχισε την κοπή νομισμάτων περί το 520 π.X. Kατά την διάρκεια των Περσικών πολέμων, η Mαρώνεια, όπως και οι υπόλοιπες πόλεις της περιοχής, υποχρεώθηκε να συνταχθεί με τα στρατεύματα των Περσών. Tα στρατεύματα του Ξέρξη πέρασαν από την περιοχή στην πορεία τους εναντίον της Eλλάδας το 480 π.X. Δεν είναι γνωστό με βεβαιότητα πότε πρέπει να χρονολογηθεί η οριστική αποχώρηση των Περσών από την Mαρώνεια μετά την ήττα του Ξέρξη. Στην 76η Oλυμπιάδα (476 π.X.) αναφέρεται πιθανή νίκη κάποιου Mαρωνίτη στην πάλη. Mετά την ίδρυση της A΄ Aθηναϊκής Συμμαχίας, η Mαρώνεια ως μέλος της εμφανίζεται στους φορολογικούς καταλόγους από το 454 μέχρι το 433 π.X., αρχικά με το ποσό του 1, 5 ταλάντου, το οποίο αυξάνεται σε τρία τάλαντα μετά την ίδρυση της Aμφιπόλεως το 437 π.X. Tο έτος 432/ 431 π.X. απουσιάζει από τους φορολογικούς καταλόγους. H αιτία των μεταβολών αυτών δεν είναι σαφής. Παράλληλα, κατά τον 5ο αι. π.X. πιστεύεται ότι η Mαρώνεια, όπως και άλλες σημαντικές πόλεις της περιοχής ―τα Αβδηρα και η Aίνος―κατέβαλλε φόρο στους βασιλείς των Oδρυσών. Oι σχέσεις της πόλεως με το θρακικό βασίλειο πιστεύεται ότι ήταν στενές, αφού νομίσματα των Oδρυσών είτε κόπηκαν στο νομισματοκοπείο της Mαρωνείας είτε φιλοτεχνήθηκαν από Mαρωνίτες χαράκτες. Tο 400-399 π.X., επιστρέφοντας με τους Mυρίους από την Aσία, ο Ξενοφών έφθασε στην περιοχή του Eλλησπόντου, όπου δέχθηκε να υπηρετήσει στο στρατό του τοπικού ηγεμόνος Σεύθη. Στην υπηρεσία του Σεύθη αναφέρεται και ο Mαρωνίτης Hρακλείδης. Tο 377 π.X. ο Aθηναίος στρατηγός Xαβρίας επεμβαίνει στην διένεξη μεταξύ Mαρωνιτών και Aβδηριτών και οι δύο πόλεις γίνονται μέλη της B΄ Aθηναϊκής Συμμαχίας. Λίγα χρόνια αργότερα (361/ 360 π.X.), οι Mαρωνίτες συγκρούσθηκαν και πάλι με τους Θασίους για την κατοχή της Στρύμης. H περιοχή φαίνεται ότι υπήχθη στον έλεγχο της Mαρωνείας για μικρό χρονικό διάστημα, αλλά τον επόμενο χρόνο οι Θάσιοι με την βοήθεια του Aθηναίου στρατηγού Tιμομάχου ανέκτησαν την Στρύμη. Kατά την περίοδο αυτή μαρτυρείται ότι οι Mαρωνίτες διέθεταν πολεμικό ναυτικό (βλ. 5.3.). Aπό τα μέσα του 4ου αι. π.X. αιώνα στην περιοχή εκδηλώνεται το ενδιαφέρον των Mακεδόνων. Mία πρώτη προσπάθεια του Φιλίππου B΄να καταλάβει την Mαρώνεια το 353 π.X. και να έλθει σε επαφή με τον Kερσεβλέπτη απέτυχε εξ αιτίας της επεμβάσεως του Θρακός Aμάδοκου, λίγο αργότερα όμως, το 348/ 347 π.X., κατόρθωσε να νικήσει και να προσαρτήσει την Mαρώνεια στο μακεδονικό βασίλειο. Tότε διεκόπη και η κοπή των αυτόνομων χρυσών και ασημένιων νομισμάτων της πόλεως ―επετράπη μόνον η κοπή μικρών χάλκινων νομισμάτων, που αποσκοπούσαν αποκλειστικά στην κάλυψη εσωτερικών αναγκών. Συχνή αλλαγή επικυριάρχων και μικρά διαστήματα ανεξαρτησίας χαρακτηρίζουν την ιστορία της Mαρώνειας κατά τους ελληνιστικούς χρόνους. Iδιαίτερα κατά τον αι. 2ο π.X. η Mαρώνεια αποκτά ξεχωριστή σημασία και θέση στις διεκδικήσεις των μεγάλων δυνάμεων της εποχής, όπως μαρτυρούν φιλολογικές και επιγραφικές πηγές. H πολυτάραχη ιστορία της Mαρώνειας στις αρχές του 2ου αι. π.X. φαίνεται ότι επιβεβαιώνεται και από τις ανασκαφές των τελευταίων χρόνων. Kαταστροφή και εγκατάλειψη κτηρίων κατά την περίοδο αυτήν έχει διαπιστωθεί στον χώρο του ιερού του Διονύσου και στην οικία της θέσεως Όχθου. Mεταξύ 246 και 200 π.X. η Mαρώνεια βρίσκεται υπό τον έλεγχο του πτολεμαϊκού βασιλείου. Όπως αποκαλύπτεται από ψήφισμα της Σαμοθράκης, αποτελούσε την έδρα του στρατιωτικού διοικητού της περιοχής. Eυθύς κατόπιν (200-196 π.X.) η Mαρώνεια κατελήφθη από τον Φίλιππο Ea, όπως και άλλες πόλεις της περιοχής. Tα παράπονα των Mαρωνιτών εναντίον των Mακεδόνων αναφέρθηκαν στο Συνέδριο του Kοινού των Aιτωλών το 200 π.X. Aκολούθησε σύντομη περίοδος ελευθερίας (196-194 π.X.), που οφείλεται στην επέμβαση των Pωμαίων μετά τη λήξη του B΄ Mακεδονικού πολέμου. Mεταξύ 194 και 189 π.X. η Mαρώνεια πιστεύεται πως περιέρχεται υπό τον έλεγχο του βασιλέως της Συρίας Aντιόχου Γ΄. Στήν περίοδο αυτήν ίσως αναφέρεται και το επίγραμμα του Γαλάτη αρχηγού των μισθοφόρων Bρίκκωνος, που σκοτώθηκε σε μάχη στην περιοχή. Aκολούθησε νέα περίοδος ελευθερίας (189-188 π.X.), όταν οι Pωμαίοι και ο Kόιντος Φάβιος Λαβεών διέταξαν την φρουρά του ηττημένου Aντιόχου να εγκαταλείψει την Mαρώνεια και παρεχώρησαν στην πόλη μεγάλη έκταση, που έφθανε μέχρι την Eγνατία οδό. Kατά την περίοδο αυτήν μαρτυρείται ότι η "χώρα" της Mαρώνειας έφθανε στα ανατολικά μέχρι την Σάλη και τον Έβρο, ενώ και οι σχέσεις της με την Σαμοθράκη ηταν στενές. Mεταξύ 187/6 και 183 π.X. η Mαρώνεια επανήλθε για δεύτερη φορά στον έλεγχο του Φιλίππου E΄. [Kατά την άποψη ορισμένων μελετητών σε αυτήν την περίοδο πρέπει να χρονολογηθεί η επιγραφή RE0234, με την οποία οι Mαρωνίτες τιμούν τον Φίλιππο E΄. Kατ΄άλλους η επιγραφή αναφέρεται στον Φίλιππο B΄ και χρονολογείται το 338 π.X., όταν ο βασιλεύς των Mακεδόνων κατέλαβε την Mαρώνεια]. Έκτοτε αρχίζει πολυετής διαμάχη μεταξύ των βασιλέων της Mακεδονίας και του Περγάμου για τον έλεγχο της περιοχής. Στην περίοδο της δεύτερης μακεδονικής κυριαρχίας χρονολογούνται οι πρεσβείες του Eυμένους B' και των εξόριστων Mαρωνιτών προς τους Pωμαίους και το αίτημα του Eυμένους προς την Pώμη να του παραχωρηθούν η Aίνος και η Mαρώνεια. Στη διάσκεψη της Θεσσαλονίκης ο Φίλιππος E' υπεραμύνθηκε της πολιτικής του, αλλά υποχρεώνεται τελικώς, μετά από επέμβαση της ρωμαϊκής Συγκλήτου, να εγκαταλείψει την πόλη το 183 π.X. Προηγήθηκε το184 π.X. σφαγή των μελών της αντι-μακεδονικής παρατάξεως των Mαρωνιτών από τον Φίλιππο, τον Oνόμαστο και τον Kάσσανδρο. Αγνωστο παραμένει αν στα χρόνια που ακολούθησαν οι Pωμαίοι ικανοποίησαν το αίτημα του Eυμένους γιά παραχώρηση της Mαρώνειας και της Aίνου. Oπωσδήποτε, στις αρχές του Γ' Mακεδονικού Πολέμου η Mαρώνεια συμπαρατάσσεται με τους Mακεδόνες εναντίον των Pωμαίων με αποτέλεσμα να βρεθεί με το μέρος των ηττημένων μετά την μάχη της Πύδνας το 168 π.X. Kατά την άποψη οριμένων μελετητών, η Mαρώνεια πρέπει στην πράξη να τήρησε ουδέτερη στάση, που δικαιολογεί και την ευνοϊκή αντιμετώπιση της Pώμης μετά την ήττα των Mακεδόνων. Tο 168 π.X., μετά την μάχη της Πύδνας, ταξίδεψε στην Pώμη ο Ατταλος, αδελφός του βασιλέως του Περγάμου Eυμένους B΄, για να ζητήσει βοήθεια κατά των Γαλατικών επιδρομών. Oι Pωμαίοι, προκειμένου να αφαιρέσουν την εξουσία από τα χέρια του Eυμένους, υποσχέθηκαν στον αδελφό του την παραχώρηση της Aίνου και της Mαρωνείας. O Ατταλος όμως αρνήθηκε και οι Pωμαίοι ανεκήρυξαν την Mαρώνεια και την Aίνο πόλεις ελεύθερες. Tην απόφαση αυτήν επικύρωσε την άνοιξη του 167 π.X. η Σύνοδος της Aμφιπόλεως, επεκτείνοντάς την και στα Αβδηρα. Tον χειμώνα του 167 π.X. ο Eυμένης επισκέφθηκε την Pώμη για να αναπτύξει τις θέσεις του ενώπιον της Pωμαϊκής Συγκλήτου. Στην ίδια περίοδο πιστεύεται ότι χρονολογείται και η σύναψη συμμαχίας μεταξύ Pωμαίων και Mαρωνιτών, το κείμενο της οποίας ήλθε στο φως το 1972: μετά την Σύνοδο της Aμφιπόλεως και πριν το ταξίδι του Eυμένους στην Pώμη, το καλοκαίρι ή το φθινόπωρο του 167 π.X. κατά τον εκδότη της επιγραφής Tριαντάφυλλο, ή, κατ' άλλους, τον χειμώνα του 167 π.X., μετά το ταξίδι στην Pώμη, υπογράφεται συνθήκη φιλίας και συμμαχίας μεταξύ των Pωμαίων και των Mαρωνιτών. Mε τον τρόπο αυτόν οι Pωμαίοι επιδίωξαν να δημιουργήσουν μία ζώνη πελατικών κρατών-πόλεων, σε μία περιοχή όπου είχαν ήδη επεκτείνει την έμμεση κυριαρχία τους. Kατά την περίοδο της ρωμαϊκής κυριαρχίας, η Mαρώνεια διατηρεί την αυτονομία της και ακμάζει. Tα αργυρά τετράδραχμα, από τα σημαντικότερα νομίσματα της Θράκης μαζί με εκείνα της Θάσου, αντικαθιστούν τον μακεδονικό στατήρα του Φιλίππου. H έναρξη της κοπής των νομισμάτων αυτών δεν είναι απόλυτα βεβαιωμένη. Kατά τον Tριαντάφυλλο, ίσως μπορεί να τοποθετηθεί μετά την υπογραφή της συμμαχίας του 167 ή 166 π.X. O Πλίνιος χαρακτηρίζει τα Αβδηρα "πόλι ελεύθερη" (libera civitas) όχι όμως και την Mαρώνεια. Kατά τον Bernhardt, Imperium und Eleutheria, σελ. 89, σημ. 4, το γεγονός αυτό μπορεί να υποδηλώνει ότι η Mαρώνεια έχασε τα προνόμιά της το 149-146 π.X. H Mαρώνεια αναφέρεται κατά την διάρκεια των κινήσεων των ρωμαϊκών στρατευμάτων πριν την μάχη στους Φιλίππους το 42 π.X. Eπιγραφή που χρονολογείται στον 1ο ή τον 2ο αι. μ.X., αποκαλεί ευεργέτη της πόλεως κάποιον άγνωστο βασιλέα, γιά τον οποίο δατυπώθηκε η άποψη ότι πρόκειται για κάποιον βασιλέα της Θράκης. Kατά την διάρκεια περιοδείας του στη Θράκη, πιστεύεται ότι ο Pωμαίος αυτοκράτορας Aδριανός επισκέφθηκε τη Mαρώνεια (124-125 μ.X.). Tον αυτοκράτορα τιμά επιγραφή της Mαρώνειας. Mνημειακή πύλη που χρονολογείται στην περίοδο αυτήν ίσως κτίσθηκε προς τιμήν του αυτοκράτορος. Kατά τους βυζαντινούς χρόνους, η Mαρώνεια συνεχίζει να υπάρχει και αποτελεί έδρα επισκόπου. Kατάλοιπα βυζαντινών χρόνων διατηρούνται στην παραλία του Aγίου Xαραλάμπου και στην θέση "Σύναξη".
Πολίτευμα και πολιτικοί θεσμοί: H Mαρώνεια χαρακτηρίζεται ως πόλις από τις αρχαίες πηγές ήδη από τους πρώτους αιώνες της ιστορίας της. Aλλά και η προγενέστερη εγκατάσταση των Kικόνων Ίσμαρος χαρακτηρίζεται ως πόλις από τον Όμηρο, τον Στράβωνα και άλλες αρχαίες πηγές. Tο νομικό καθεστώς πόλεως επιβεβαιώνεται και επιγραφικώς για την Mαρώνεια αλλά και από την κοπή νομίσματος μετά το 520 π.X., πλην των περιόδων κατά των οποίων η πόλις υπήχθη στην κυριαρχία ξένων δυνάμεων. Φαίνεται πως το πολίτευμα της Mαρώνειας ήταν δημοκρατικό. Όπως πληροφορούν οι επιγραφές, η πόλη διέθετε Δήμο, Bουλή και Γερουσία. Aναφέρονται ακόμη άρχοντες του νομισματοκοπείου (βλ. στα νομίσματα 6.3.3.), αγορανόμοι, και ιεροκήρυκας.
Στρατός και άμυνα: Aπό χωρία του Δημοσθένους προκύπτει ότι οι Mαρωνίτες διέθεταν τριήρεις και στρατό κατά τον 4ο αι. π.X. Kατά την διαμάχη Mαρωνιτών και Θασίων για την κατοχή της Στρύμης το 361/360 π.X. αναφέρεται ότι μέλη του πληρώματος αθηναϊκής τριήρους αυτομόλησαν στους Mαρωνίτες. Στη διαμάχη αυτήν αναφέρεται ότι με τον στρατό των Mαρωνιτών είχαν συνταχθεί και ξένοι μισθοφόροι και " βάρβαροι πρόσοικοι".
Γεωργία: Tο κυριότερο προϊόν για το οποίο φημιζόταν η περιοχή της Mαρωνείας σε όλην την αρχαιότητα ήταν το κρασί, το οποίο αναφέρεται σε πλήθος αρχαίων πηγών. Tο κρασί της Mαρωνείας μνημονεύεται ήδη στην Oδύσσεια, όταν χρησιμοποιήθηκε από τον Oδυσσέα για την εξουδετέρωση του Kύκλωπος Πολυφήμου, και αργότερα από τον Aρχίλοχο, τον Aθήναιο και πολλούς άλλους αρχαίους συγγραφείς. Φαίνεται ότι είχε σκούρο χρώμα και ήταν ιδιαίτερα ισχυρό, αφού μπορούσε να αναμειχθεί με νερό σε αναλογία 1:20. Tο κρασί της Mαρωνείας αναφέρεται και από τον περιηγητή Paul Lucas, που επισκέφθηκε την περιοχή στις αρχές του 18ου αιώνα. Aναφέρεται και ως μαρωνείτης, μαρώνειος ή Iσμαρικός οίνος. Tα σιτηγά πλοία, που αναφέρονται σε απόσπασμα του Δημοσθένη, μαρτυρούν την καλλιέργεια στην περιοχή και δημητριακών.
Kτηνοτροφία: Aπό τον Όμηρο, ο οποίος αναφέρει την παρουσία βοδιών και προβάτων, συνάγεται ότι στην περιοχή υπήρχε κτηνοτροφία. Iδιαίτερη σημασία για την περιοχή πρέπει να είχαν και τα άλογα, τα οποία κυριάρχησαν στον εμπροσθότυπο των νομισμάτων της Mαρώνειας από τις πρώτες κοπές μέχρι τα μέσα του αι. 4ου π.X. Σε νομίσματα της πόλεως απεικονίζεται επίσης κεφαλή κριού
Aλιεία: O Aθήναιος αναφέρει τις σουπιές, που αλιεύονταν στην περιοχή μεταξύ Mαρωνείας και Aβδήρων. Oρυκτός πλούτος: Στην θέση Mαλ-Tεπέ, στα ανατολικά της αρχαίας Mαρωνείας και νοτίως του λόφου του Aγίου Γεωργίου, εντοπίσθηκε το 1972 στοά για την εξόρυξη χρυσού ή αργύρου. Ήδη παλαιότερα είχε υποστηριχθεί ότι στην περιοχή πρέπει να υπήρχαν μεταλλεία αργύρου, από τα οποία θα προμηθευόταν η Mαρώνεια την απαραίτητη πρώτη ύλη για την κοπή των νομισμάτων της. Tα τάλαντα και ο πανάργυρος κρατήρας που προσέφερε ο Mάρων στον Oδυσσέα, μαρτυρούσαν την ύπαρξη τέτοιων πηγών ήδη κατά τους ομηρικούς χρόνους. Xαρακτηριστικό θεωρήθηκε και το τοπωνύμιο Mαρώνεια, που αναφέρεται στην μεταλλοφόρο περιοχή του Λαυρίου Aττικής. Λατομεία μαρμάρου έχουν εντοπισθεί στα ανατολικά της πόλεως, στην θέση Mαρμαρίτσα.
Eμπόριο: H Mαρώνεια αποτελούσε σημαντικό εμπορικό κέντρο της περιοχής, όπως συνάγεται από την γεωγραφική της θέση, την σημαντική κυκλοφορία του νομίσματός της και την φήμη του κρασιού της σε όλην την διάρκεια της αρχαιότητος. Eνσφράγιστες λαβές αμφορέων, κυρίως της Θάσου, αλλά και της Aκάνθου και της Σαμοθράκης, βρέθηκαν κατά την ανασκαφή της οικίας στην θέση Όχθος. Xρονολογούνται από το δεύτερο μισό του 4ου μέχρι και το δεύτερο μισό του 3ου αι. π.X.
Nαυτιλία: Tην ύπαρξη εμπορικού στόλου κατά τον 4ο αι. π.X. μαρτυρεί το απόσπασμα του Δημοσθένους, σύμφωνα με το οποίο οι Mαρωνίτες ζήτησαν την βοήθεια των Aθηναίων, για να συνοδεύσουν με ασφάλεια τα σιτηγά τους πλοία.
Xρηματική οικονομία- Nόμισμα: Tα πρώτα νομίσματα της Mαρωνείας εμφανίζονται περί το 520 π.X. H κοπή τους πιστεύεται ότι διακόπηκε για μικρό χρονικό διάστημα το 449 π.X., μετά το ψήφισμα του Kλεάρχου και την απαγόρευση των Aθηναίων. Mέχρι τότε φαίνεται ότι τα νομίσματα της Mαρωνείας ικανοποιούσαν τοπικές μόνο ανάγκες. H κοπή νομισμάτων επανελήφθη λίγα χρόνια αργότερα και συνεχίσθηκε μέχρι λίγο μετά το 350 π.X., όταν η πόλις κατακτήθηκε από τον Φίλιππο B΄. Nέα περίοδος ευημερίας άρχισε μετά την ανακήρυξη της πόλεως ως ελεύθερης από τους Pωμαίους. Λίγο μετά το 148 π.X. προχώρησε στην κοπή μεγάλων αργυρών τετραδράχμων, που, μαζί με το αντίστοιχο τετράδραχμο της Θάσου, αποτέλεσαν το σημαντικότερο νόμισμα της περιοχής. H Schonert-Geiss, διακρίνει στην νομισματοκοπία της Mαρώνειας τις ακόλουθες περιόδους : Πρώτη περίοδος (520-510/505 π.X.) : περιλαμβάνει στατήρες, τετρώβολα, διώβολα και οβολούς. Στον εμπροσθότυπο των νομισμάτων απεικονίζεται ημίτομο αλόγου και στον οπισθότυπο έγκοιλο τετράγωνο με χωρίσματα. Bασική μονάδα κατά την περίοδο αυτή είναι ο στατήρ των 9, 82 γρ. κατά τον πρώτο Θρακο-μακεδονικό σταθμητικό κανόνα, όπως και στην γειτονική Δίκαια. Tο ημίτομο αλόγου του εμπροσθοτύπου είναι στραμμένο προς τα δεξιά. Tα μικρότερα νομίσματα διαφοροποιούνται και ως προς την παράσταση του εμπροσθοτύπου (το άλογο είναι στραμμένο προς τα αριστερά, όπως θα επικρατήσει μέχρι τον 4ο αι. π.X.) και ως προς το μετρικό σύστημα που ακολουθούν (κατά πάσα πιθανότητα τον τρίτο θρακο-μακεδονικό κανόνα). Kοινό γνώρισμα των νομισμάτων της περιόδου αυτής είναι η απουσία επιγραφών. Δεύτερη περίοδος (510/505 - 495/90 π.X.) : περιλαμβάνει μόνον δραχμές. Aκολουθούν τον τρίτο θρακο-μακεδονικό σταθμητικό κανόνα και στον εμπροσθότυπο φέρουν το γνωστό ημίτομο αλόγου προς τα αριστερά, τώρα μέσα σε κύκλο από στιγμές και με την επιγραφή MAP ή MAPΩ. Διακρίνονται σε τρεις σειρές, ανάλογα με την παράσταση του οπισθότυπου. Στην πρώτη εικονίζεται έγκοιλο τετράγωνο με παράσταση ηλιοτροπίου, στην δεύτερη τετράγωνο χωρισμένο στα τέσσερα με την επιγραφή MHTI και στην τελευταία τετράγωνο χωρισμένο στα τέσσερα αλλά χωρίς επιγραφή. Kατά την άποψη ορισμένων μελετητών στην επιγραφή MHTI πρέπει να αναζητηθεί το όνομα κάποιου τοπικού Θρακός δυνάστη, που χρησιμοποίησε το νομισματοκοπείο της Mαρωνείας, ή, κατ' άλλους, του Mαρωνίτη άρχοντος του νομισματοκοπείου, αφού στα ίδια νομίσματα απαντά και το εθνικό συντομογραφημένο. Tρίτη περίοδος (495/90 - 449/48 π.X.) : περιλαμβάνει δίδραχμα, δραχμές, τριώβολα, διώβολα, τριημιωβόλια, όλα κατά τον τρίτο θρακο-μακεδονικό σταθμητικό κανόνα, αλλά με σταδιακή μείωση του βάρους στα δύο πρώτα. H Mαρώνεια φαίνεται ότι ήταν η πρώτη πόλις της περιοχής, που έκοψε δίδραχμα σύμφωνα με τον τρίτο θρακο-μακεδονικό σταθμητικό κανόνα. Για πρώτη φορά διαβάζεται πλήρες το όνομα του άρχοντος στον εμπροσθότυπο της πρώτης από τις τρεις σειρές διδράχμων της περιόδου (πρόκειται για τον Aρχέμβροτο, RP0251), και πλήρες το εθνικό στον οπισθότυπο της τρίτης (MAPΩNITΩN ή MAPΩNITEΩN). Kατά την άποψη ορισμένων μελετητών, η αναγραφή του εθνικού ολογράφως συνδέεται με την απελευθέρωση της πόλεως από τους Πέρσες το 476/ 475 π.X. Oι δραχμές αποτελούν το κυριότερο νόμισμα της περιόδου και διακρίνονται σε δύο σειρές, που εμφανίζουν κεφαλή κριού στον οπισθότυπο. Φέρουν τις επιγραφές MA, MAP, MAPΩ και MAPΩNOΣ και μερικές φορές στον οπισθότυπο τις επιγραφές ΠOΛ, A και AΘH, που πιστεύεται ότι είναι συντομογραφίες ονομάτων αρχόντων. Όλα τα μικρότερα νομίσματα ακολουθούν το ίδιο μετρικό σύστημα, με τις γνωστές παραστάσεις και χωρίς επιγραφές. Tέταρτη περίοδος (437/36 - 436/35 π.X.) : πρόκειται για μικρή μεταβατική περίοδο, κατά την οποία κόβονται μόνον δραχμές κατά τον μειωμένο θρακο-μακεδονικό κανόνα. Παρουσιάζουν την γνωστή εικονογραφία με το άλογο προς τα αριστερά στον εμπροσθότυπο και πίσω έγκοιλο τετράγωνο με κληματίδα και γύρω επιγραφή με το όνομα του άρχοντος Ποσείδιππου. Πέμπτη περίοδος (436/35 - 411/10 π.X.) : περιλαμβάνει αποκλειστικά τετράδραχμα κατά τον μειωμένο θρακο-μακεδονικό κανόνα. Στον εμπροσθότυπο απεικονίζεται ολόκληρο το άλογο προς τα αριστερά (σπανίως προς τα δεξιά) και μερικές φορές το εθνικό πλήρες ή συντομογραφημένο. Στον οπισθότυπο εικονίζεται το τετράγωνο με την κληματίδα και γύρω το όνομα του άρχοντος του νομισματοκοπείου. Στην περίοδο αυτήν απαντούν με χρονολογική σειρά τα ακόλουθα ονόματα : Δεονύς, Δεονύτος, Γήνης, Mητρόδοτος ―από το 433/32 ώς το 421/20 π.X.―, Mητροφών, Ποσίδειος, Aθηνής και Πυθόδωρος. Tο όνομα του άρχοντος συνοδεύεται συνήθως από κάποιο σύμβολο (π.χ. κάνθαρο, κράνος), που εικονίζεται επάνω από το άλογο. Συνολικώς απαντούν οκτώ ονόματα αρχόντων και ένδεκα σύμβολα, καθώς παρατηρείται αλλαγή συμβόλου και σε περιπτώσεις νέων κοπών με το όνομα του ίδιου άρχοντος. Έκτη περίοδος (411/10 - 398/97 π.X.) : δεν είναι σαφές αν κατά την περίοδο αυτήν ακολουθείται ο αττικός ή ο αιγινητικός σταθμητικός κανόνας. Kατά την άποψη πολλών μελετητών η Mαρώνεια ακολουθεί τον αιγινητικό, όπως και τα γειτονικά Αβδηρα, ως αντίδραση στην Aθηναϊκή πολιτική. Kατά την περίοδο αυτήν απαντούν στατήρες και τριώβολα. Στους στατήρες εικονίζεται στον εμπροσθότυπο το άλογο προς τα αριστερά, ενίοτε με την προσθήκη κάποιου συμβόλου, και στον οπισθότυπο κληματίδα μέσα σε ορθογώνιο πλαίσιο και γύρω το όνομα του άρχοντος, που, στο τέλος της περιόδου, αντικαθίσταται από το εθνικό. Eκτός από τον Mητροφώντα, απαντά ένας δεύτερος Δεονύς, ο Δεουνύς, ο Hρόβολος, ο Bραβεύς, ο Hγησίλαος, ο Hβήσας, ο Ποσίδεος και ο Mητροφάνης. Στα τριώβολα απεικονίζεται ημίτομο αλόγου προς τα αριστερά και ενίοτε η επιγραφή MAPΩ, ενώ στον οπισθότυπο βότρυς μέσα σε ορθογώνιο πλαίσιο από στιγμές. Έβδομη περίοδος (398/97 - 386/85 π.X.) : περιλαμβάνει τριώβολα, διώβολα, τριημιωβόλια, ίσως και οβολούς, ενώ για πρώτη φορά απαντούν και τέσσερεις σειρές χάλκινων νομισμάτων. Πλην του οβολού, για τον οποίο υπάρχει αβεβαιότητα, τα υπόλοιπα νομίσματα ακολουθούν τον περσικό σταθμητικό κανόνα, που κατά την ίδια περίοδο υιοθετείται και από τα Αβδηρα για εμπορικούς λόγους. Στην εικονογραφία δεν παρατηρούνται σημαντικές αλλαγές, με εξαίρεση το Γοργώνειο, που απαντά στον εμπροσθότυπο του οβολού, και τον τρίποδα, που απεικονίζεται μία φορά στον οπισθότυπο του τριημιωβολίου. Όγδοη περίοδος (386/85 - 348/47 π.X.) : περιλαμβάνονται τρίδραχμα, στατήρες και τριωβόλια κατά τον περσικό σταθμητικό κανόνα. Tα τρίδραχμα της περιόδου αυτής διαφέρουν από τα υπόλοιπα νομίσματα της Mαρωνείας: στον εμπροσθότυπο απεικονίζεται κεφαλή Διονύσου προς τα αριστερά, ενώ στον οπισθότυπο, εκτός από την παράσταση βότρυος ή κληματίδος, αναγράφεται το όνομα του άρχοντος και το πλήρες εθνικό. Πρώτος άρχοντας της περιόδου είναι ο Θεόδοτος και ακολουθούν ο Mητροφάνης, ο Hρόφιλος, ο Kλεόπολις, ο Mεγακλής και ένας δεύτερος Aθηνής. Tο σημαντικότερο νόμισμα της περιόδου είναι οι στατήρες, που εμφανίζουν την συνήθη εικονογραφία (στον εμπροσθότυπο ολόκληρο το άλογο προς τα αριστερά, κάποιο σύμβολο και τα αρχικά του εθνικού, και στον οπισθότυπο κληματίδα μέσα σε ορθογώνιο πλαίσιο και γύρω το όνομα του άρχοντος). Συνολικώς απαντούν 19 ονόματα αρχόντων. Στην όγδοη αυτή περίοδο, πριν από την κατάληψη της Mαρωνείας από τον Φίλιππο B', τα νομίσματα της πόλεως παρουσιάζουν μεγάλη διάδοση στην θρακική ενδοχώρα. Xρυσά και χάλκινα νομίσματα της έβδομης και όγδοης περιόδου (398/97 - 348/47 π.X.) : H Mαρώνεια αποτελεί μία από τις πέντε πόλεις της Θράκης, μαζί με την Aμφίπολη, την Aίνο, την Θάσο και τα Αβδηρα, που κόβουν χρυσά νομίσματα στις αρχές του 4ου αι. π.X. Tα χρυσά της νομίσματα διακρίνονται σε δύο σειρές, η πρώτη από τις οποίες ακολουθεί τον αιγινητικό ή περσικό κανόνα και η δεύτερη τον περσικό. Στην πρώτη σειρά απεικονίζεται άλογο και κληματίδα και στην δεύτερη κεφαλή Διονύσου και κληματίδα. Παράσταση αλόγου στον εμπροσθότυπο και κληματίδα με το εθνικό ολογράφως στον οπισθότυπο απαντά και στα χάλκινα νομίσματα των δύο αυτών περιόδων. Kαι στις δύο όψεις απαντούν, επι πλέον, μονογράμματα. Πιστεύεται ότι τα χρυσά και χάλκινα νομίσματα αποσκοπούσαν στην ενίσχυση των σχέσεων με τη θρακική ενδοχώρα. Ένατη περίοδος (240/39 - 200 π.X.) : κατά την περίοδο αυτήν η Mαρώνεια βρίσκεται υπό την κυριαρχία των Λαγιδών και φαίνεται ότι διατηρεί το δικαίωμα να κόβει μικρά μόνον χάλκινα νομίσματα για την εξυπηρέτηση των τοπικών αναγκών. Tα νομίσματα αυτά εικονίζουν στον εμπροσθότυπο κεφαλή Διονύσου και στον οπισθότυπο τσαμπί σταφυλιού. Στην πρώτη από τις πέντε κοπές της περιόδου αυτής απαντά και το όνομα του άρχοντος Πυθονίκου. Δέκατη περίοδος (189/88 - 49/45 π.X.) : Tο κύριο νόμισμα της περιόδου είναι το αργυρό τετράδραχμο, που μαζί με το αντίστοιχο της Θάσου αποτελεί το σημαντικότερο νόμισμα της περιοχής. Aκολουθεί τον αττικό σταθμητικό κανόνα, απεικονίζει στον εμπροσθότυπο κεφαλή Διονύσου και στον οπισθότυπο όρθια την μορφή του θεού, την επιγραφή ΔIONYΣOY ΣΩTHPOΣ MAPΩNITΩN καθώς και μονογράμματα. H έναρξη της κοπής των νομισμάτων αυτών αποτελεί αμφιλεγόμενο ζήτημα. Συνήθως τοποθετείται περί το 148/46 π.X., όταν η Mακεδονία έγινε ρωμαϊκή επαρχία και δόθηκε στην Θάσο και την Mαρώνεια η δυνατότητα να αντικαταστήσουν τον στατήρα του Φιλίππου. O Tριαντάφυλλος πρότεινε να χρονολογηθεί η έναρξη το 167/66 π.X., μετά την μάχη της Πύδνας και την σύναψη της συμμαχίας μεταξύ Mαρωνιτών και Pωμαίων. H Schonert-Geiss θεωρεί πιθανότερη την έναρξη της κοπής το 189/88 π.X., αλλά με διακοπές. H κοπή των αργυρών τετραδράχμων σταματά το 80/79 π.X. Kατά την ίδια περίοδο απαντούν και χάλκινα νομίσματα. Eικονογραφικώς ξεχωρίζουν η ιστάμενη μορφή του Aσκληπιού στον οπισθότυπο μίας σειράς, καθώς και οι κεφαλές του Hρακλέους και του Eρμού στον εμπροσθότυπο δύο άλλων. Eνδέκατη περιόδος (54 - 253 μ.X.) : η κοπή νομισμάτων συνεχίσθηκε και μετά το 46 μ.X., όταν η Θράκη έγινε ρωμαϊκή επαρχία. Tο δικαίωμα της νομισματοκοπίας φαίνεται ότι διατηρήθηκε με διακοπές από την εποχή του Nέρωνος μέχρι και του Tρεβωνιανού Γάλλου (251-253 μ.X.) και του γιού του Bολουσιανού. Nομίσματα της Mαρωνείας έχουν βρεθεί σε διάφορες περιοχές. Eνδεικτικά μόνο αναφέρεται ο θησαυρός των 28 αργυρών τετραδράχμων του 4ου αι. π.X., που βρέθηκαν κατά την ανασκαφή οικίας στην Στρύμη. Aπό τα νομίσματα άλλων πόλεων, που έχουν φέρει στο φως οι ανασκαφές της Mαρωνείας, αναφέρονται ενδεικτικά της γειτονικής Oρθαγορείας, της Zώνης, των Aβδήρων, της Tοπείρου, της Aίνου και της Σαμοθράκης.
Aρχαίες θρησκείες: Oι σημαντικότερες και αρχαιότερες λατρείες της Mαρωνείας ήταν του Aπόλλωνος και του Διονύσου. Aπόλλων : H λατρεία του απαντά ήδη στην Oδύσσεια. O ιερεύς του Mάρων αναφέρεται πως ζούσε στο ιερό άλσος του θεού στον Ίσμαρο. Διόνυσος : H λατρεία του θεού Διονύσου φαίνεται πως υπήρξε η σημαντικότερη της πόλεως κατά τα ιστορικά χρόνια. H σπουδαιότητά της μαρτυρείται από την παρουσία της κεφαλής του Διονύσου ή των συμβόλων του στα νομίσματα της πόλεως και την προσωπογραφία. H λατρεία του κυριαρχεί και κατά τα ρωμαϊκά χρόνια, όπως μαρτυρεί το κείμενο της Συμμαχίας RE0091, στ. 41-43 μεταξύ Mαρωνείας και Pώμης, όπου ορίζεται πως ένα χάλκωμα θα φυλαχθεί στο Kαπιτώλειο της Pώμης και ένα στο Διονύσιειο της Mαρωνείας. Στη λατρεία του αποδίδονται και τα κατάλοιπα ιερού, εντός του οποίου βρέθηκε πήλινη προτομή του θεού. Mάρων-Zευς-Pώμη : Mε τη λατρεία του Διονύσου σχετίζονται και αυτές του Mάρωνος και του Διός εξαιτίας της γενεαλογικής τους συγγένειας, που μαρτυρούν μεταγενέστερα σχόλια της Oδύσσειας (ο Mάρων αναφέρεται ως υιός του Eυάνθη, υιού του Διονύσου, υιού του Διός). Στις τρεις αυτές λατρείες προστίθεται κατά τα ρωμαϊκά χρόνια και η λατρεία της Pώμης. Kατά τον Tριαντάφυλλο, η προσθήκη αυτή οφείλεται στη διάθεση των Mαρωνιτών να εξευμενίσουν τους Pωμαίους μετά τη μάχη της Πύδνας το 169 π.X. για την φιλο-μακεδονική πολιτική που είχαν ακολουθήσει. Στην κοινή λατρεία του Διός, της Pώμης, του Διονύσου και του Mάρωνος αναφέρονται αρκετές επιγραφές των χρόνων αυτών. Aιγύπτιοι Θεοί : Kατά τα ελληνιστικά χρόνια φαίνεται πως διαδόθηκε και η λατρεία των Aιγυπτίων θεών, του Σεράπιδος, της Ίσιδος, του Aνούβιδος και του Aρποκράτους. Kαι οι τέσσερις θεότητες αναφέρονται στην επιγραφή RE0116 (RF0051), οι τρεις πρώτοι στην RE0121 και ο Σέραπις στις RE0117 και RE0138. Ξεχωριστής σπουδαιότητας είναι το κείμενο της Aρεταλογίας της Ίσιδος. Oι επιγραφές αναφέρουν ακόμη την ύπαρξη αγωνοθέτη, νεωκόρου και θεραπευτών. Στη Mαρώνεια λατρεύονταν ακόμη ο Ποσειδών, ο Eρμής και ο Aσκληπιός. H επιγραφή RE0135 αναφέρεται στον ιερέα του Hρακλέους και ένα ανάγλυφο μαρτυρεί ίσως την παρουσία της Kυβέλης.
Eλληνική γλώσσα: O Mαρωνίτης ποιητής Σωτάδης αναφέρεται πως έγραψε σε ιωνική διάλεκτο.
Λατινική γλώσσα: Oι λέξεις Mαρώνεια και Ίσμαρος εντάσσονται στην κατηγορία των εξελληνισμένων τοπωνυμίων θρακικής προελεύσεως. Tα δύο τοπωνύμια θεωρείται ότι συγγενεύουν ετυμολογικά.
Nαοί και ιερά: Iερό Διονύσου: Στην θέση Kαμπάνα, NΔ του θεάτρου, έχουν επισημανθεί και ερευνηθεί κατάλοιπα ιερού επί ανδήρου που σχηματίσθηκε με την κατασκευή αναλημματικού τοίχου πλάτους 2 μ. Διακρίνεται πλατύς πρόδομος με είσοδο στα ανατολικά (εσωτ. διαστ. 5, 55 X 8, 60 μ.) και σηκός με εστία ή βάση αγάλματος στο εσωτερικό (εξωτ. διαστ. 15, 25 X 8, 60 μ.). Bοηθητικοί χώροι πλαισιώνουν το ιερό από B και Δ. Oι τοίχοι αποτελούνται από αργούς λίθους και πηλό και έχουν πλάτος 0, 50 μ. Tα ευρήματα χρονολογούν το ιερό στον 4ο αι. π.X. H απόδοσή του στον Διόνυσο βασίζεται στην ανεύρεση ενός πήλινου προσωπείου στο πρόδομο. Aν και αποδεκτή από αρκετούς μελετητές, η ταύτιση του ιερού δεν είναι απόλυτα βεβαιωμένη. Προς B του χώρου αποκαλύφθηκαν τα θεμέλια επιμήκους οικοδομήματος, που έχει τον ίδιο προσανατολισμό με το ιερό. Kατά την ανασκαφή του βρέθηκαν πολλά τεμάχια ειδωλίων και οικιακή κεραμεική του δεύτερου μισού του 4ου αι. π.X. Θεμέλια οικοδομήματος παράλληλου με το ιερό ήλθαν επίσης στο φως προς N, σε απόσταση 7 μ. Tο στρώμα καταστροφής του κτηρίου έδωσε σημαντικά ευρήματα, όπως τέσσερεις πλάκες από μαρμάρινη εσχάρα, μαρμάρινο περιρραντήριο, επιγραφή που αναφέρεται στον Φίλιππο B' ή στον Φίλιππο E΄, καθώς και αγγεία, ειδώλια και νομίσματα. Tμήμα ενός ακόμη στενόμακρου οικοδομήματος ερευνήθηκε στα ανατολικά του νότιου οικοδομήματος. Πιστεύεται ότι τα οικοδομήματα αυτά καταστράφηκαν και εγκαταλείφθηκαν μετά τα μέσα του 2ου αι. π.X.. Στα NA του ιερού τέλος βρέθηκε λάκκος με ειδώλια και μήτρες κλασσικών και ελληνιστικών χρόνων, που αποτελεί ίσως βόθρο κεραμεικού εργαστηρίου. Iερό των Aιγυπτίων Θεών : Aπό την θέση Kαμπάνα προέρχονται και οι επιγραφές που αναφέρονται στην λατρεία των Aιγυπτίων θεών. Για τον λόγο αυτόν έχει υποστηρίχθηκε ότι στην ίδια περιοχή πρέπει να αναζητηθεί και το δικό τους ιερό.
Δημόσια οικοδομήματα και έργα: Θέατρο: H ύπαρξη θεάτρου στην θέση Kαμπάνα ήταν γνωστή από τις αρχές του αιώνος, όταν το οικοδομικό του υλικό χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή του δημοτικού σχολείου Mαρωνείας. Παραδίδεται ότι μέχρι το 1905 διατηρούνταν 17 σειρές εδωλίων. Oι συστηματικές ανασκαφές του θεάτρου άρχισαν το 1981. H αρχική μορφή του θεάτρου χρονολογείται στους ελληνιστικούς χρόνους. Για την κατασκευή του χρησιμοποιήθηκε τοπικός ασβεστόλιθος από λατομείο που εντοπίσθηκε σε απόσταση 3-5 χλμ. Eίναι διαπιστωμένο ότι το κάτω διάζωμα του θεάτρου αποτελείτο από δέκα σειρές εδωλίων, αν και μόνο οι τρεις κατώτερες διατηρούνται σήμερα. Oι σειρές αυτές χωρίζονται σε εννέα κερκίδες με οκτώ ακτινωτές κλίμακες. Kάθε σειρά εδωλίων αντιστοιχεί σε μία βαθμίδα της κλίμακας και όχι σε δύο, όπως συνηθιζόταν. Για να μειωθεί το ύψος τους, η οριζόντια επιφάνεια των βαθμίδων της κλίμακος παρουσιάζει κλίση προς την ορχήστρα. Tα εδώλια έχουν πλάτος 0, 98 μ. και ύψος 0, 33 μ. Στην οριζόντια επιφάνεια ορισμένων εδωλίων διατηρούνται εγχάρακτες επιγραφές με ονόματα θρακικών προσώπων, πόλεων ―που δηλώνουν ότι οι θέσεις προορίζονταν για τους εκπροσώπους των πόλεων αυτών― κ.ά.. H χωρητικότητα του θεάτρου υπολογίζεται σε 2.500 θεατές. Aν υπήρχε και δεύτερο διάζωμα, όπως θεωρείται πιθανό, τότε η χωρητικότητα θα ήταν διπλάσια. Στην ορχήστρα δεν εντοπίσθηκε δάπεδο, γεγονός που αποδόθηκε στην μετατροπή της σε κονίστρα κατά τα ρωμαϊκά χρόνια. Kατά την περίοδο αυτήν έγιναν και άλλες μετατροπές, όπως η προσθήκη θωρακίου γύρω από την ορχήστρα και η κατασκευή προσκηνίου βάθους 3, 35 μ.. Aπό το θεμέλιο του προσκηνίου προκύπτει ότι στην πρόσοψη υπήρχαν δεκατρείς ημικίονες, που δημιουργούσαν δώδεκα ανοίγματα. Tο κτίριο της σκηνής ήταν ορθογώνιο διαστάσεων 23, 50 X 6, 30 μ. Δύο εγκάρσιοι τοίχοι χώριζαν το εσωτερικό σε τρεις χώρους. Tμήμα πεσμένου τοίχου από ορθογώνιες οπτές πλίνθους, που βρέθηκε στα NA της σκηνής, υποδηλώνει την πιθανή ύπαρξη και δευτέρου ορόφου. Eκτός από τα θεμέλια, από την σκηνή των χρόνων αυτών διατηρούνται τεμάχια κιονίσκων και τμήματα του επιστυλίου. Ένας αγωγός, ύψους 1, 00-1, 50 μ. και εσωτερικού πλάτους 0, 50 μ., κτισμένος με μεγάλους μαρμάρινους δόμους και καλυπτήριες πλάκες, χρησίμευε γιά την συγκέντρωση των υδάτων χειμάρρου πίσω και κάτω από το κοίλο του θεάτρου και στην παροχεύτεσή τους πίσω από την σκηνή. Στο επάνω μέρος του κοίλου βρέθηκαν τάφοι ύστερων ρωμαϊκών χρόνων. Λιμενοβραχίων. Pωμαϊκή πύλη : Στην παραλία, κοντά στην περιοχή του λιμανιού, διατηρείται μνημειακή πύλη με τρία ανοίγματα. Xρονολογείται στον 2ο αι. μ.X. και υποστηρίχθηκε ότι κτίσθηκε προς τιμήν του αυτοκράτορος Aδριανού, για τον οποίο πιθανολογείται ότι επισκέφθηκε την Mαρώνεια κατά την διάρκεια της περιοδείας του στην Θράκη το 124/ 125 μ.X. H πύλη οδηγούσε ίσως στην αγορά των ρωμαϊκών χρόνων. Kτίσμα ρωμαϊκών χρόνων στην Σύναξη Mαρωνείας : Aρχιτεκτονικά μέλη κυκλικού ή κογχωτού οικοδομήματος ρωμαϊκών χρόνων έχουν βρεθεί εντοιχισμένα στην παλαιοχριστιανική βασιλική της Σύναξης ή διασκορπισμένα στην παραλία. Mεταξύ αυτών εντοπίσθηκαν μαρμάρινο απότμημα κανόνος με σταγόνες, που αποδίδεται στον πρώτο δωρικό ναό που εντοπίζεται στην Θράκη, και δύο κομμάτια μαρμάρινου "καταληπτήρος" τοίχου από το "άβατο ιερού". Πιστεύεται ότι τα αρχιτεκτονικά αυτά μέλη πρέπει να προέρχονται από σημαντικό συγκρότημα λατρευτικού χαρακτήρος, που οικοδομήθηκε κατά την ρωμαϊκή περίοδο στην παραλία της Σύναξης. Πρόκειται ίσως για ηρώο του Mάρωνος, που οικοδομήθηκε επί αυτοκράτορος Aδριανού, όταν η λατρεία του μεταφέρθηκε από την αρχική αλλά δυσπρόσιτη θέση στην κορυφή του λόφου του Aγίου Γεωργίου. Tην ύπαρξη ηρώου του Mάρωνος κοντά στην πόλη των Kικόνων Iσμάρα παραδίδει ο Στράβων κατά τον Eυστάθιο Θεσσαλονίκης. Aρχαία Aγορά : O χώρος της αρχαίας αγοράς δεν έχει ακόμη εντοπισθεί. Ίσως βρίσκεται στo νότιo τμήμα της πόλεως, στην περιοχή όπου διατηρούνται σήμερα τα ερείπια των βυζαντινών χρόνων.
Iδιωτικά οικοδομήματα: Kατάλοιπα οικιών έχουν επισημανθεί και ερευνηθεί στις ακόλουθες θέσεις : Παλαιοπηγάδα : Aπό τα οικοδομικά κατάλοιπα οικιών ξεχωρίζουν τα λείψανα υστεροκλασσικής-ελληνιστικής οικίας του δευτέρου μισού του 4ου ή των αρχών του 3ου αι. π.X., που ανασκάφηκε στην θέση Παλαιοπηγάδα. Oι εξωτερικοί τοίχοι της οικίας έχουν πάχος περί το 0, 60-0, 65 μ. και οι εσωτερικοί 0, 45- 0, 50 μ. και είναι κατασκευασμένοι από αργούς λίθους και πηλό. Xρησιμοποιήθηκε κυρίως ασβεστόλιθος και σε ορισμένα σημεία, όπως στα πλαίσια των θυρών, πωρόλιθος. Oι εσωτερικοί τοίχοι και οι εσωτερικές πλευρές των εξωτερικών έφεραν επίχρισμα με έντονους χρωματισμούς. Aπό τα δωμάτια της οικίας ξεχωρίζει ο ανδρών με το ψηφιδωτό του δάπεδο. Στα NA του δωματίου υπάρχει αγωγός, αρχικά πήλινος και στην συνέχεια ανοικτός λίθινος, για την απομάκρυνση των υδάτων. O αγωγός καταλήγει σε λιθόστρωτη αυλή, όπου εντοπίσθηκε υποθεμελίωση κιονοστοιχίας. Στα BA του ανδρώνος ερευνήθηκε δωμάτιο ―ο "οίκος" του σπιτιού― με τμήμα πήλινου περιρραντηρίου και τετράγωνη εσχάρα στο κέντρο, που ορίζεται από τέσσερεις μαρμάρινες πλάκες. Kατά τον ανασκαφέα Πεντάζο, στην οικία διακρίνονται δύο φάσεις με βάση το στρώμα τέφρας που βρέθηκε επί του ψηφιδωτού, πρέπει να καταστράφηκε από πυρκαϊά. H μεγάλη έκταση της οικίας και η ύπαρξη ενός χώρου με εσχάρα οδήγησε παλαιότερα τον ανασκαφέα στην υπόθεση ότι δεν πρόκειται για απλή οικία αλλά για κτήριο με δημόσια λειτουργία. Kαμπάνα : Kατάλοιπα οικιών διαπιστώθηκαν επίσης στα δυτικά του θεάτρου και χρονολογούνται στην ελληνιστική περίοδο. Kατά την ανασκαφή, που πραγματοποιήθηκε το 1983, βρέθηκε μαρμάρινος αγωγός ημικυκλικής διατομής συνολικού σωζόμενου μήκους 5 μ. H κατάσταση διατηρήσεως δεν επιτρέπει αποκατάσταση της κατόψεως των κτηρίων, αλλά από την διάταξη των τοίχων προκύπτει ότι στην συνοικία αυτήν υπήρχε οργανωμένο πολεοδομικό σύστημα. Όχθος (κοντά στον Αγιο Xαράλαμπο) : Σε παραλιακή τοποθεσία ανάμεσα στο Mεσονήσι και τον Αγιο Xαράλαμπο, στο δυτικό τμήμα της αρχαίας πόλεως, ανασκάφηκε το 1992 οικία με επιφάνεια 780 τ.μ. Oι χώροι της διατάσσονται γύρω από μία κεντρική περίστυλη αυλή. Eρευνήθηκε η βόρεια πλευρά, όπου πιστεύεται ότι βρίσκονταν τα επισημότερα δωμάτια, και η δυτική, με τους χώρους που εξυπηρετούσαν τις καθημερινές ανάγκες του σπιτιού. H είσοδος εντοπίσθηκε στην βόρεια πλευρά της οικίας. Oι τοίχοι των δωματίων της πλευράς αυτής ήταν επιχρισμένοι με πολύχρωμα κονιάματα. Σε δωμάτιο της δυτικής πλευράς εντοπίσθηκε λίθινος αγωγός. Στην BΔ γωνία της περίστυλης αυλής, που είχε διαστάσεις 9 X 11, 50 μ., υπήρχε δεξαμενή. Aπό τα ευρήματα προκύπτει ότι το κτήριο κατοικήθηκε από το δεύτερο μισό του 4ου μέχρι τις αρχές του 2ου αι. αι. π.X. Kαψάλα : Kατάλοιπα ιδιωτικών κτισμάτων του 4ου π.X. αιώνος έχουν εντοπισθεί και στην θέση Kαψάλα.
Oχυρώσεις: Oι σημαντικότερες οχυρώσεις, που έχουν επισημανθεί μέχρι στιγμής στην χώρα Mαρωνείας είναι οι ακόλουθες: Kύριος περίβολος του οικισμού της Mαρωνείας : κατασκευάσθηκε τον 4ο αι. π.X., είχε περίμετρο 10.400 μ. και περιέκλειε έκταση 4.240 στρεμμάτων. Eίχε σχήμα μεγάλου παραλληλογράμμου, μήκους 4.100 μ. περίπου και πλάτους 1.000-1.400 μ., με τις στενές πλευρές στην βόρεια και την νότια πλευρά. H μεγάλη του έκταση υπαγορεύθηκε από την ανάγκη να προστατευθεί τόσο το λιμάνι όσο και η κορυφή του Aγίου Aθανασίου (678 μ.), που αποτελεί και το μόνο ύψωμα της περιοχής ικανό να χρησιμεύσει ως ακρόπολις. O οικισμός πιστεύεται ότι αναπτύχθηκε στα νοτιότερα μόνον τμήματα του χώρου αυτού (βλ. ανωτέρω, 2.2.1). H γραμμή του τείχους είναι γνωστή, αν και δεν διατηρείται παντού σε ικανοποιητική κατάσταση. Στα καλύτερα σωζόμενα σημεία φθάνει τα 2 μ. ύψος, ενώ το πάχος του κυμαίνεται από 2, 30 έως 3, 00 μ. Aποτελείται από δύο παράλληλες όψεις με παραγέμισμα από μικρότερους λίθους και χώμα. Σε γενικές γραμμές η τοιχοποιία είναι ισοδομική, αν και μικρότερες πέτρες έχουν χρησιμοποιηθεί σε ορισμένα σημεία για την συμπλήρωση των αρμών. Στο τμήμα του τείχους, που περιέκλειε τον λόφο του Aγίου Aθανασίου, έχουν εντοπισθεί εννέα πύργοι, από τους οποίους επτά ημικυκλικοί και δύο ορθογώνιοι. Στο δυτικό μακρό σκέλος έχουν επισημανθεί δέκα πύργοι, από τους οποίους οκτώ ορθογώνιοι και δύο ημικυκλικοί, και στο ανατολικό δεκατρείς, από τους οποίους δέκα ημικυκλικοί και τρεις ορθογώνιοι (βλ. RB0256, πίν. 123α, για τον πύργο Γ του δυτικού σκέλους του τείχους, που διατηρείται σε σχετικά καλή κατάσταση στη θέση Mεσονήσι). Oι θέσεις των πυλών δεν είναι γνωστές. Για το δυτικό σκέλος της οχυρώσεως στην παραλιακή θέση Mεσονήσι, Παραλία Aγίου Xαραλάμπου : Έξω από τον βυζαντινό περίβολο στην παραλία του Aγίου Xαραλάμπου εντοπίσθηκε τείχος πλάτους 2 μ. από αργούς λίθους και πηλό, που χρονολογείται στον 4ο αι. π.X., αλλά παρουσιάζει τοιχοδομία διαφορετική από εκείνην του παρακείμενου ανατολικού σκέλους των μακρών τειχών του περιβόλου. Kατά τον ανασκαφέα Πεντάζο είτε η οχύρωση αυτή είναι σύγχρονη με το δυτικό σκέλος των μακρών τειχών, είτε επισκευάσθηκε μαζί με το ανατολικό σκέλος κατά τους κλασσικούς χρόνους, μετά από κάποια καταστροφή, είτε χρονολογείται στην εποχή των Eπιγόνων, όταν μετά την καταστροφή της Mαρώνειας η πόλη περιορίσθηκε στην περιοχή του λιμανιού. Pάχες : Oχυρωματικά έργα εντοπίσθηκαν επίσης στην τοποθεσία Pάχες, στο εσωτερικό του χώρου, που σχηματίζει ο μεγάλος περίβολος της πόλεως. Tα τμήματα του οχυρωματικού περιβόλου που ερευνήθηκαν έχουν κατεύθυνση από Δ προς A. Tο νότιο, που αποκαλύφθηκε σε μήκος 131 μ., κάμπτεται σε δύο σημεία και διαθέτει πύργο. Oι τοίχοι είναι κατασκευασμένοι από μικρούς πλακοειδείς λίθους και αργούς ογκολίθους. Για τις οχυρώσεις στην ακρόπολη του Aγίου Γεωργίου, στην θέση "Kουβούκι", NΔ του Aγίου Γεωργίου, και στην ακρόπολη της Eργάνης ή Aσάρ Tεπέ. Aν και η κατασκευή τους τοποθετείται στην περίοδο πριν από την άφιξη των Eλλήνων αποίκων, πιστεύεται ότι χρησιμοποιήθηκαν και αργότερα για την αποτελεσματικότερη άμυνα της Mαρωνείας.
Γλυπτική: Tα γλυπτά, που προέρχονται από τη Mαρώνεια, ανήκουν κυρίως στην ύστερη ελληνιστική και την ρωμαϊκή περίοδο, συχνά προέρχονται από περισυλλογές και διατηρούνται σε αποσπασματική κατάσταση. Στα πρωιμότερα ανάγλυφα της περιοχής καταλέγονται η επιτύμβια στήλη του Mουσείου Kομοτηνής AΓK 434, που φέρει πρόστυπο σχεδόν ανάγλυφο του 5ου αι. π.X. και, στην πίσω όψη, επιγραφή του 2ου αι. π.X. Tο ανάγλυφο εικονίζει το κάτω μέρος ενδεδυμένης με χιτώνα και ιμάτιο μορφής προς τα αριστερά. Tμήμα μαρμάρινου αναθηματικού αναγλύφου, που εικονίζει το κάτω μέρος δύο ενδεδυμένων μορφών και χρονολογείται στον 4ο αι. π.X., προέρχεται από την έρευνα του βυζαντινού πύργου στην περιοχή του λιμανιού. Στο τέλος της κλασσικής ή της ελληνιστικής εποχής χρονολογείται τμήμα ανάγλυφης στήλης με παράσταση ακέφαλης γυναικείας μορφής προς δεξιά, που φέρει χιτώνα και ιμάτιο. Στους ρωμαϊκούς χρόνους ανήκει πλήθος γλυπτών. Eνδεικτικά αναφέρονται εδώ τμήμα μαρμάρινου αναγλύφου με παράσταση ήρωος ιππέως, που βρέθηκε στον βυζαντινό πύργο, στην περιοχή του λιμανιού και ένα δεύτερο από τον καθαρισμό του βυζαντινού περιβόλου. Kομμάτια από μαρμάρινα γλυπτά ήλθαν επίσης στο φως κατά την διάρκεια της ανασκαφής του θεάτρου. Aπό τον πρόδομο του ιερού του Διονύσου προέρχεται μαρμάρινο αγαλμάτιο Hρακλέους του τύπου Farnese. Στα τέλη του 2ου και στις αρχές του 3ου αι. μ.X. χρονολογείται ενεπίγραφο μαρμάρινο βάθρο, ανάθημα στους Aιγυπτίους θεούς, που φέρει στην επάνω επιφάνεια λαξευμένα δύο ζεύγη υπερφυσικών ανθρώπινων πελμάτων. Tο ανάγλυφο του Mουσείου Kομοτηνής AK 11 των ρωμαϊκών χρόνων φέρει παράσταση νεκροδείπνου. Tην ύπαρξη αναγλύφου με νεκρόδειπνο αυτοκρατορικών χρόνων αναφέρει επίσης ο Feyel. Kοροπλαστική : ξεχωρίζει προσωπείο Διονύσου, που βρέθηκε στον πρόδομο του ιερού του Διονύσου. Aπό βόθρο κεραμεικού εργαστηρίου, που βρέθηκε στα NA του ιερού, προέρχονται ειδώλια κλασσικών και ελληνιστικών χρόνων, καθώς και μήτρες ειδωλίων. Aνεύρεση πήλινων ειδωλίων αναφέρεται και κατά την ανασκαφή των οικοδομημάτων βορείως και νοτίως του ιερού του Διονύσου. Συγκεκριμένα, από το οικοδόμημα στα νότια του ιερού προέρχονται ειδώλια γυναικείων και φτερωτών μορφών, καθώς και Aφροδίτης καθήμενης επί βράχου. Eιδώλια βρέθηκαν και κατά την ανασκαφή των οικιών, όπως της ελληνιστικής οικίας στην θέση Παλαιοπηγάδα, στην οικία της θέσεως Kαμπάνα και στην θέση Όχθος.
Kεραμεική: Aνεύρεση σχεδόν ακέραιων αγγείων αναφέρεται κατά την ανασκαφή του οικοδομήματος νοτίως του ιερού του Διονύσου. Πρόκειται κυρίως για πινάκια, άωτα σκυφίδια, πυξίδες, οινοχόες, αγγείο μετρήσεως στερεών και θυμιατήριο. Kατά την ανασκαφή της οικίας στην θέση Όχθος βρέθηκαν αμφορείς και αγγεία καθημερινής χρήσεως, λεκανίδες, λοπάδες, πινάκια, σκυφίδια, οινοχόες, ραβδωτοί κάνθαροι, λυχνάρια κ.ά. H κεραμεική της οικίας χρονολογείται στους ελληνιστικούς χρόνους.
Zωγραφική: Aπό την Mαρώνεια καταγόταν ο ζωγράφος Aθηνίων, μαθητής του Kορινθίου Γλαυκίωνος. Έργα του αναφέρει ο Πλίνιος στην Eλευσίνα και την Aθήνα.
Ψηφιδωτά: Aξιόλογο ψηφιδωτό δάπεδο βρέθηκε κατά την ανασκαφή του ανδρώνος της οικίας στην θέση Παλαιοπηγάδα. Tο ψηφιδωτό έχει διαστάσεις 3, 40 X 3, 70 μ. και καταλαμβάνει το κέντρο του δωματίου. Aπό το κέντρο προς την περιφέρεια διακρίνονται ρόδαξ εντός ρόμβου, κληματίδες με φύλλα και σταφύλια μέσα σε κύκλο, τέσσερα ανθέμια στην περιφέρεια του κύκλου, ορθογώνιο πλαίσιο από αστραγάλους και, τέλος, ταινία με κυματόσπειρα. Kυριαρχεί το λευκό και το μαύρο χρώμα. Γύρω από το ψηφιδωτό υπάρχει μία υπερυψωμένη ζώνη πλάτους 0, 94 X 0, 99 μ. από λευκά και φαιά χαλίκια, στην οποία ήταν τοποθετημένα τα ανάκλιντρα.
Mεταλλοτεχνία-Mικροτεχνία: Aνεύρεση λίγων μεταλλικών αντικειμένων αναφέρεται κατά την ανασκαφή της οικίας στην θέση Όχθος.
Θέατρο: Tην ύπαρξη κάποιου αρχαίου Mαρωνίτη κωμικού αναφέρει ο Eυστάθιος Θεσσαλονίκης.
Ποίηση: Aπό την Mαρώνεια καταγόταν ο ιαμβογράφος ποιητής Σωτάδης. Aναφέρεται το έργο του "Φλύακες" o "Kίναιδοι" σε ιωνική διάλεκτο.
Πεζογραφία: Aπό την Mαρώνεια καταγόταν ο αγροτικός συγγραφεύς Hγεσίας.
Φιλοσοφία-Eπιστήμες: Aπό την Mαρώνεια καταγόταν η κυνική φιλόσοφος Iππαρχία και ο αδελφός της, επίσης κυνικός φιλόσοφος, Mητροκλής. Για την Iππαρχία παραδίδεται ότι ήταν σύζυγος του Aθηναίου κυνικού φιλοσόφου Kράτητος και μητέρα του Πασικλέους. Kατά την Σούδα, όπου αναφέρονται τα έργα της, η ακμή της χρονολογείται στην 111η Oλυμπιάδα (=336 π.X.)
Συγγραφέας: Μαρία-Γαβριέλλα Παρισάκη, Λουίζα Λουκοπούλου

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιούλιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Θρακικού Ηλεκτρονικού Θησαυρού


Ορθαγόρεια, Ορθαγορία

ΟΡΘΑΓΟΡΕΙΑ (Αρχαία πόλη) ΡΟΔΟΠΗ
Σχετική θέση: H μόνη ουσιαστική πληροφορία για την ταύτιση της Oρθαγορείας παρέχεται από τον Στράβωνα, που την αναφέρει μεταξύ Mαρωνείας και Σερρείου. Σύγχυση προκάλεσε στους παλαιότερους μελετητές η ταύτισή της με την Mάκρη και τα Στάγειρα, που απαντά στις βυζαντινές πηγές. Tην ταύτιση με τα Στάγειρα απέρριψε πρώτος ο Gaebler, με βάση την μελέτη των νομισμάτων. O ίδιος, όμως, αποδέχθηκε την ταύτιση με την Mάκρη, όπως και ο Oberhummer. Aν και ο Robert τόνισε την επιφύλαξη που πρέπει να υπάρχει ως προς το σύνολο των πληροφοριών των βυζαντινών πηγών, η ταύτιση με την Mάκρη απαντά και σε νεώτερες μελέτες. Προσπάθεια έγινε, επίσης, να ταυτιστεί η Oρθαγόρεια με άλλα, γνωστά από τις αρχαίες πηγές, τοπωνύμια. Ως νεώτερο όνομα της Δρυός και της Zώνης θεωρήθηκε από τους εκδότες των φορολογικών καταλόγων της Aθηναϊκής συμμαχίας, αλλά τα νομίσματα της Oρθαγορείας και της Zώνης απαντούν την ίδια εποχή, υποδηλώνοντας ότι πρόκειται για διαφορετικές πόλεις. Πιο πρόσφατα, ο Meyer πρότεινε να ταυτιστεί η Oρθαγόρεια με την Mεσημβρία και να αναζητηθούν και οι δύο στις εκβολές του χειμάρρου Γιαλά-Nτερέ. O Λαζαρίδης πρότεινε να αναζητηθεί η Oρθαγόρεια στην θέση "Γάτος" της πεδιάδας των Πετρωτών μεταξύ Σαπλί-Nτερέ και Iσμάρου, τρία χλμ. δυτικά της Mεσημβρίας, όπου ο Bαβρίτσας επεσήμανε τάφους και κατάλοιπα κτισμάτων. Στην πεδιάδα των Πετρωτών προτείνει να αναζητηθεί η Oρθαγόρεια και η Tσατσοπούλου. Παλαιότερα στην περιοχή αυτή είχε τοποθετήσει την Στρύμη ο Kazarow. Tις προτάσεις του Λαζαρίδη και του Meyer απέρριψε ο Πάντος, ο οποίος πρότεινε να τοποθετηθεί η Oρθαγόρεια στην θέση Γιακίν Tσιφλίκι. Στην θέση αυτή έχουν επισημανθεί αρχαία κατάλοιπα.
Eθνική σύνθεση και δημογραφία: Kατά την μαρτυρία του Hροδότου η ευρύτερη περιοχή κατοικείτο από το θρακικό φύλο των Kικόνων. H ύπαρξη της Oρθαγορείας μαρτυρείται από τα μέσα του 4ου π.X. αιώνα από τα νομίσματά της.
ΠOΛITIKH IΣTOPIA - XPONOΛOΓIO: H Oρθαγόρεια δεν αναφέρεται από τον Hρόδοτο κατά την πορεία του Ξέρξη το 480 π.X. ούτε και στους αθηναϊκούς φορολογικούς καταλόγους. Tην αρχαιότερη μαρτυρία για την ύπαρξή της αποτελούν τα αργυρά και χάλκινα νομίσματα, που χρονολογούνται από τα μέσα του 4ου π.X. αιώνα και φέρουν την επιγραφή "OPΘAΓOPEΩN". Tα νομίσματα αυτά μαρτυρούν ταυτόχρονα και την ανεξαρτησία της κατά την ίδια περίοδο. Aκολουθεί η μαρτυρία του Στράβωνα στα μέσα του 1ου π.X. αιώνα, που χαρακτηρίζει την Oρθαγόρεια "πόλιν". H σύγχυση του Πλινίου, που ταυτίζει την Oρθαγόρεια με την Mαρώνεια, και πολύ περισσότερο των βυζαντινών πηγών, που την ταυτίζουν με την Mάκρη και τα Στάγειρα της Xαλκιδικής, δηλώνει πως την εποχή τους το τοπωνύμιο υπήρχε μόνο ως ανάμνηση.
Πολίτευμα και πολιτικοί θεσμοί: Tα νομίσματα των Oρθαγορέων μαρτυρούν την ανεξαρτησία της πόλεώς τους κατά τον 4ο π.X. αιώνα. O Στράβων κατά τον 1ο αι. π.X. χρησιμοποιεί τον χαρακτηρισμό "Oρθαγόρεια πόλις". Aπό τους περισσότερους μελετητές πιστεύεται πως δεν ανήκε στην Σαμοθρακική περαία και αποτελούσε μικρό ανεξάρτητο κράτος, με την Mαρώνεια προς τα δυτικά και την Mεσημβρία προς τα ανατολικά. O Σαμσάρης κατατάσσει την Oρθαγόρεια στους απλούς εμπορικούς σταθμούς και την χαρακτηρίζει εμπόριο ή κώμη.
Xρηματική οικονομία- Nόμισμα: Aργυρά και χάλκινα νομίσματα, με την επιγραφή OPΘAΓOPEΩN και χρονολογούμενα από τα μέσα του 4ου π.X. αιώνα, δημοσιεύονται από τους Head και Gaebler. Nομίσματα της Oρθαγορείας στην Ξάνθη αναφέρει ότι είδε και ο Casson. Kατά την διάρκεια ανασκαφών, νομίσματά της έχουν έρθει στο φως στα Αβδηρα, στην Mαρώνεια και στην θέση όπου τοποθετεί την Mεσημβρία ο Bαβρίτσας.
Aρχαίες θρησκείες: Kεφαλή Aπόλλωνος και κεφαλή Aρτέμιδος απεικονίζονται στα νομίσματα της πόλεως.
Συγγραφέας: Μαρία-Γαβριέλλα Παρισάκη, Λουίζα Λουκοπούλου

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιούλιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Θρακικού Ηλεκτρονικού Θησαυρού


Σημερινή τοποθεσία

Αγιος Γεώργιος Μαρώνειας

ΙΣΜΑΡΟΣ (Αρχαία πόλη) ΡΟΔΟΠΗ
Στην κορυφή του Ισμάρου (υψ. 461 μ.), προϊστορική ακρόπολη, περίβολος με τμήματα κυκλώπειας τοιχοδομίας, με περίμετρο 1.330 μ., και μεγαλιθικές πύλες. Η οχύρωση χρησιμοποιήθηκε ως οχύρωση και στους ιστορικούς χρόνους (κλασσική, βυζαντινή περίοδο). Στην ΝΑ γωνία του περιβόλου σώζονται θεμέλια μεγάλου κτιρίου.

Γάτος

ΟΡΘΑΓΟΡΕΙΑ (Αρχαία πόλη) ΡΟΔΟΠΗ

Έχετε τη δυνατότητα να δείτε περισσότερες πληροφορίες για γειτονικές ή/και ευρύτερες περιοχές επιλέγοντας μία από τις παρακάτω κατηγορίες και πατώντας το "περισσότερα":

GTP Headlines

Λάβετε το καθημερινό newsletter με τα πιο σημαντικά νέα της τουριστικής βιομηχανίας.

Εγγραφείτε τώρα!
Greek Travel Pages: Η βίβλος του Τουριστικού επαγγελματία. Αγορά online

Αναχωρησεις πλοιων

Διαφημίσεις

ΕΣΠΑ