Κάτω από τη σημερινή ´Αρτα είναι θαμμένη η Αμβρακία,
την οποία ίδρυσαν οι Κορίνθιοι το 625 π.Χ. στη θέση παλαιότερου ηπειρωτικού οικισμού.
Η πόλη γρήγορα αναπτύχθηκε δημογραφικά και πολιτικά, καλλιέργησε τις τέχνες και
εξελίχθηκε σε μεγάλη πολεμική και ναυτική δύναμη. Στη μεγαλύτερη ακμή της έφτασε
τον 3ο αι. π.Χ., όταν ο Πύρρος μετέφερε εκεί την πρωτεύουσα του κράτους
των Μολοσσών, βελτιώνοντας την οχύρωση και την πολεοδομική οργάνωση της πόλης
και κοσμώντας την με δημόσια κτίρια και έργα τέχνης. Το 189 π.Χ. ο Ρωμαίος στρατηγός
Μ. Φούλβιος την πολιόρκησε στενά. Μετά από σθεναρή αντίσταση η πόλη αναγκάστηκε
να συνθηκολογήσει και να δεχτεί ρωμαϊκή φρουρά. Με την ίδρυση της γειτονικής Νικόπολης
το 31 π.Χ. από τον Οκταβιανό Αύγουστο πολλοί κάτοικοι της Αμβρακίας
υποχρεώθηκαν να εγκατασταθούν στη νέα πόλη. Ωστόσο η Αμβρακία
δεν εγκαταλείφθηκε εντελώς, αλλά συνέχισε να κατοικείται σποραδικά και μετά το
συνοικισμό της Νικόπολης.
Η πόλη παρακμάζει και χάνεται ιστορικά για αρκετούς αιώνες για να
εμφανιστεί ξανά στους βυζαντινούς χρόνους με την ονομασία ´Αρτα. Η ´Αρτα
αναπτύσσεται σταδιακά από μικρή κώμη σε σημαντική πόλη. Η ανάπτυξή της αυτή δικαιολογεί
την επιλογή του Μιχαήλ Αγγέλου Κομνηνού Δούκα να την κάνει πρωτεύουσα του Δεσποτάτου
της Ηπείρου που ίδρυσε ο ίδιος το 1204. Ακολουθεί περίοδος μεγάλης ακμής για την
πόλη, κατά την οποία χτίζονται το κάστρο της και οι σημαντικές βυζαντινές εκκλησίες.
Μετά από μια ταραχώδη περίοδο με εναλλαγή πολλών ηγεμόνων στην εξουσία του Δεσποτάτου,
η πόλη καταλήφθηκε το 1349 από τον τσάρο των Σέρβων Στέφανο Δουσάν, ενώ από το
1358 και για 58 χρόνια την κυβέρνησαν Αλβανοί. Το 1416 την πόλη κατέλαβε ο οίκος
των Τόκκων, ενώ το οριστικό τέλος του Δεσποτάτου ήρθε το 1449 με την κατάληψη
της ´Αρτας από τους Τούρκους.
Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας η ´Αρτα εξελίχθηκε σε αξιόλογο
εμπορικό κέντρο, ενώ παράλληλα πυκνώθηκαν οι πληθυσμοί στους ορεινούς όγκους της
περιοχής, με τη δημιουργία νέων οικισμών σε απόκεντρες και σχετικά ασφαλείς περιοχές.
Εκτός από την εμπορική, σημαντική ήταν και η πνευματική δραστηριότητα στην περιοχή,
καθώς το 1500 ιδρύθηκε το πρώτο σχολείο της ´Αρτας, όπου φοίτησε και ο Μάξιμος
Γραικός, ενώ το 1662 ιδρύθηκε η Σχολή Μανωλάκη που λειτούργησε μέχρι την ελληνική
Επανάσταση.
Σημαντικότατη θέση στην ιστορία της Επαναστάσεως κατέχει ο ένας εκ
των ιδρυτών της Φιλικής Εταιρείας Νικόλαος Σκουφάς, του οποίου γενέτειρα ήταν
το Κομπότι ´Αρτας. Στην
περιοχή του νομού έδρασαν και πολλοί σημαντικοί οπλαρχηγοί, που κήρυξαν την επανάσταση
στα Τζουμέρκα το 1821. Τον
ίδιο χρόνο καταλήφθηκε προσωρινά από τους επαναστάτες και η πόλη της ´Αρτας,
που γρήγορα όμως πέρασε ξανά στα χέρια των Τούρκων. Ιστορική είναι η μάχη που
έγινε το 1822 στο Πέτα, κατά την οποία σφαγιάστηκαν από τους Τούρκους πολλοί Φιλέλληνες.
Η απελευθέρωση της ´Αρτας και των περιοχών ανατολικά του Αράχθου
έγινε τελικά το 1881, ενώ το υπόλοιπο τμήμα του σημερινού νομού ενώθηκε με την
ελεύθερη Ελλάδα το 1913.
(κείμενο: Α. ΑΓΓΕΛΗ)
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται τον Ιούλιο 2003 από τουριστικό φυλλάδιο
της Νομαρχίας ´Αρτας.
Η ιστορία της Ηπείρου
ως ανεξάρτητης βυζαντινής επαρχίας στη βορειοδυτική Ελλάδα
άρχισε με την τέταρτη Σταυροφορία. Τον Απρίλιο του 1204 οι σταυροφόροι και οι
Ενετοί συνεταίροι τους κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη
και διόρισαν δικό τους αυτοκράτορα και Πατριάρχη. Η Θεσσαλονίκη
πέρασε στο Βονιφάτιο το Μομφερατικό τον ηγέτη της Σταυροφορίας.
Ένας σημαντικός αριθμός Ελλήνων τον ακολούθησε. Ανάμεσά τους ήταν
κι ο Μιχαήλ Κομνηνός Δούκας, ο οποίος δεν παρέμεινε για πολύ στην υπηρεσία των
Λατίνων. Εγκατέλειψε το Βονιφάτιο και διέσχισε τα βουνά για να συναντήσει το συγγενή
του, το βυζαντινό κυβερνήτη της ´Αρτας.
Εκεί εγκαταστάθηκε, νυμφεύθηκε την κόρη του κυβερνήτη και έγινε ο
αποδεκτός ηγέτης και προστάτης των Ελλήνων κατοίκων της Ηπείρου.
Ο Μιχαήλ ´Αγγελος Κομνηνός Δούκας δημιούργησε το Δεσποτάτο της
Ηπείρου που εκτεινόταν απ’ το Δυρράχιο
ίσαμε τη Ναύπακτο και τη Θεσσαλία
κι αργότερα περιέλαβε τη Λευκάδα
και την Κέρκυρα.
Το δεσποτάτο της Ηπείρου με πρωτεύουσα την ´Αρτα χαρακτηρίστηκε
ως προμαχώνας του υπόλοιπου ελληνισμού κατά της λατινοκρατίας και του σλαβισμού,
για έναν και πλέον αιώνα.
Το κράτος αυτό για δυόμισι αιώνες στάθηκε όρθιο ανάμεσα στις συμπληγάδες
της Ανατολής και της Δύσης παλεύοντας με σφρίγος και δυναμισμό κατόρθωσε να διατηρήσει
την εθνική και πολιτιστική του ταυτότητα.
Η βασίλισσα του δεσποτάτου ´Αρτα, την περίοδο αυτή στολίστηκε
με αξιοθαύμαστα έργα τέχνης και μεγαλοπρεπείς ναούς, οι οποίοι σώζονται μέχρι
σήμερα.
(κείμενο: Απόστολος Δ. Τρομπούκης)
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται τον Ιούλιο 2003 από τουριστικό φυλλάδιο
της Νομαρχίας ´Αρτας.
Είναι το σημαντικότερο ελληνικό γεφύρι, γνωστό όχι μόνο στη Βαλκανική, αλλά και σε άλλες χώρες, κυρίως λόγω της θαυμαστής αρχιτεκτονικής του και του θρύλου της θυσίας της γυναίκας του Πρωτομάστορα. Ο θρύλος αυτός έγινε δημοτικό τραγούδι, θέμα για έξι θεατρικά έργα (Βουτιερίδης, Καζαντζάκης, Χόρν, Λάμπρου, Θεοτοκάς, Βρεττάκος),ενώ γράφηκαν δύο όπερες (Καλομοίρης, Σαμοϊλης), και πολλές σχετικές λαογραφικές (κυριότερες των Γ. Μέγα, Γκ. Κοκκιάρα, Δ. Χατζή) μελέτες. Και βέβαια αφθονούν γκραβούρες, ζωγραφικοί πίνακες και άλλα έργα τέχνης με θέμα το γεφύρι της Αρτας. Το γιοφύρι έχει θεμέλια των κλασικών ή ελληνιστικών χρόνων - το αναφέρει ο Πλίνιος - επισκευάστηκε πολλές φορές, με τελευταία επισκευή το 1612. Τα βάθρα του,πάντως,μαρτυρούν δομή των ελληνιστικών χρόνων και -κατά μερικούς μελετητές-πρέπει να είναι έργο του Πύρρου (3ος π.Χ. αιώνας). Στην ανατολική άκρη του, υπάρχει ο «πλάτανος του Αλή», όπου ο Αλή-Πασάς των Ιωαννίνων κρεμούσε τους αγωνιστές της Επανάστασης του 1821.
Το κείμενο παρατίθεται τον Ιανουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, της Νομαρχίας Αρτας
Είναι το σημαντικότερο ελληνικό γεφύρι, γνωστό για τη σπάνια αρχιτεκτονική του και το θρύλο του πρωτομάστορα, όχι μόνο στην Ελλάδα και τη Βαλκανική αλλά και σε άλλες χώρες. Η ιστορία του αρχίζει πριν τη ρωμαϊκή εποχή, ίσως από την εποχή του βασιλιά της Ηπείρου Πύρρου. Σε αυτό αναφέρεται προφανώς και ο Πλίνιος. Στο γεφύρι της Αρτας, κατά τη μακραίωνη ζωή του, έγιναν επισκευές και προσθήκες. Η τελευταία έγινε το 1612. Για το γεφύρι αυτό και το θρύλο του γράφτηκαν πολλές λαογραφικές μελέτες, ακόμη και θεατρικά έργα και όπερες.
Το κείμενο παρατίθεται τον Ιανουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Υπουργείου Πολιτισμού, η οποία περιλαμβάνει και φωτογραφία.
Τηλέφωνο: +30 26810 24636
Φαξ: +30 26810 79821
Το
βυζαντινό κάστρο της Άρτας κτίστηκε στα μέσα του 13ου αι., στα χρόνια του Δεσπότη της Ηπείρου Μιχαήλ Β΄ Κομνηνού Δούκα (1230-1268). Εδώ βρίσκονταν τα ανάκτορα του ηγεμόνα και η διοικητική έδρα του Δεσποτάτου της Ηπείρου, του ενός από τα δύο βυζαντινά κράτη που ιδρύθηκαν μετά την κατάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας από τους Λατίνους Σταυροφόρους το 1204.
Το κάστρο κτίστηκε πάνω σε ένα
χαμηλό λόφο στο βορειοανατολικό άκρο της Άρτας και μάλιστα ο περίβολός του θεμελιώθηκε πάνω στην αρχαία οχύρωση της πόλης. Τα ισχυρά τείχη ενισχύονταν στις τρεις πλευρές τους με 18 συνολικά
πύργους, ενώ η ανατολική πλευρά είχε ως φυσικό όριο και αμυντική ασπίδα τον ποταμό Άραχθο, που εκείνη την εποχή βρισκόταν πολύ πιο κοντά στα τείχη απ’ ό,τι σήμερα. Ο αμυντικός χαρακτήρας του κάστρου ενισχύθηκε την περίοδο της Τουρκοκρατίας, οπότε και αποτελούσε έδρα του Τούρκου διοικητή της πόλης. Ο πανύψηλος πύργος του ρολογιού, που ενσωματώνεται στο τείχος σα φυσική προέκτασή του, κτίστηκε το 1875.
Στη νοτιοδυτική γωνία του κάστρου διαμορφώνεται ένα εσωτερικό οχυρό ή Ακρόπολη, που οι Τούρκοι το ονόμαζαν "Ουτς Καλέ" και οι Αρτινοί "Καστράκι". Το εσωτερικό τείχος που περικλείει το οχυρό, το δαιδαλώδες σύστημα εισόδου, οι κρύπτες και οι κλειστές θολωτές αίθουσες, μαρτυρούν ότι ο χώρος αποτελούσε το έσχατο καταφύγιο από τους επιδρομείς και εικάζεται ότι εδώ είχαν μεταφερθεί από τα μέσα του 14ου αι. και τα ανάκτορα των Κομνηνοδουκάδων, που δε σώζονται σήμερα. Κατά την Τουρκοκρατία ο χώρος λειτουργούσε ως φυλακή μέχρι την απελευθέρωση της Άρτας το 1881. Λέγεται μάλιστα ότι στα χρόνια της Επανάστασης οι Τούρκοι φυλάκισαν στο Καστράκι το στρατηγό Μακρυγιάννη μαζί με άλλους συναγωνιστές του.
Σήμερα, στο κέντρο του κυρίως φρουρίου δεσπόζει το κτήριο του ξενοδοχείου Ξενία, ενώ στο Καστράκι λειτουργεί από το 1987 το δημοτικό υπαίθριο θέατρο, που φιλοξενεί σημαντικές πολιτιστικές εκδηλώσεις της πόλης.
Αν και η πολυτάραχη ιστορία του δεν το άφησε αλώβητο, το Κάστρο της Άρτας στέκει ακόμη αγέρωχο στο πιο περίοπτο σημείο της πόλης, σε πείσμα των κατακτητών και των αιώνων. Μαζί με τους βυζαντινούς ναούς της Άρτας, αποτελούν ένα από τα σημαντικότερα μνημειακά σύνολα της ύστατης αναλαμπής του Βυζαντίου, που σώζονται σήμερα στον ελλαδικό χώρο.
Πηγή κειμένου: Ιστοσελίδα Περιφερειακής Ενότητας Άρτας
Το λαογραφικό μουσείο «Σκουφάς» έχει σκοπό να παρουσιάσει την τοπική λαϊκή παράδοση στην πνευματική και οικονομικοτεχνική διάστασή της.
Το κτίριο που στεγάζει το μουσείο είναι ένα διώροφο νεοκλασικό οίκημα πλάι στο Γεφύρι. Είναι φορτισμένο με τη δική του ιστορία και παράδοση, που την επετείνει το γεγονός της γειτνίασής του με το θρυλικό γεφύρι. Χτισμένο το 1864 από αυστριακό αρχιτέκτονα, χρησιμοποιήθηκε αρχικά ως φυλάκιο της γέφυρας και αργότερα ως μεθοριακός σταθμός των Τούρκων, όταν μετά τη συνθήκη του 1881 τα σύνορα της Ελλάδας και της Τουρκίας ήταν στη μέση του Γεφυριού της Αρτας.
Για τη παρουσίαση του υλικού επιλέχθηκε η λειτουργική μέθοδος έκθεσης, με τη δημιουργία συνόλων που να αναπαριστούν τους ποικίλους τομείς και δραστηριότητες της τοπικής ζωής και την ένταξη κάθε αντικειμένου μέσα σε αυτά, σύμφωνα με την χρήση του. Τα αντικείμενα του μουσείου αφορούν τον υλικό βίο (λαϊκά επαγγέλματα, αγροτικές ασχολίες), οικιακά σκεύη και όργανα χειροτεχνίας, εξαρτήματα από αποκριάτικες μεταμφιέσεις, ενδυμασίες καθώς και υλικό (έντυπο και εικαστικό) σχετικό με το γεφύρι και τον θρύλο του.
Το κείμενο παρατίθεται τον Ιούλιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, της Νομαρχίας Αρτας
Το Ιστορικό Μουσείο του συλλόγου Σκουφά έχει θέμα του την ιστορία της Αρτας από την αρχαιότητα έως την σύγχρονη εποχή και έχει οργανωθεί με βάση τις σύγχρονες αντιλήψεις της επιστήμης της μουσειολογίας, σύμφωνα με τις οποίες τα μουσεία είναι ζωντανοί χώροι παιδείας. Έτσι μέσα στο χώρο του μουσείου δημιουργήθηκαν σκηνογραφικές συνθέσεις, με την βοήθεια των οποίων ο επισκέπτης, περνώντας απο την μια αίθουσα στην άλλη, παρακολουθεί κατά χρονολογική σειρά και μαθαίνει την ιστορία της Αρτας, με τρόπο ευχάριστο και κατανοητό.
Το κείμενο παρατίθεται τον Ιούλιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, της Νομαρχίας Αρτας
Ναός κτισμένος κατά το πρώτο ήμισυ του 13ου αιώνα, από την Θεοδώρα. Αρχικά αποτελούσε το καθολικό γυναικείας μονής (μονή Αγίου Γεωργίου). Μετά τον θάνατο του συζύγου της, η Θεοδώρα μόνασε στο μοναστήρι αυτό. Εκεί πέθανε και τάφηκε. Επειδή σε όλη τη ζωή της η Θεοδώρα ανέπτυξε μεγάλη κοινωνική και φιλανθρωπική δράση, μετά τον θάνατό της οι κάτοικοι την ανεγνώρισαν ως αγία και πολιούχο της Αρτας, μετονόμασαν δε τον ναό σε ναό Αγίας Θεοδώρας. Η μνήμη της γιορτάζεται στις 11 Μαρτίου από τους κατοίκους της Αρτας και των γύρω περιοχών. Ο αρχικός ναός είχε τον τύπο τρίκλητης βασιλικής με πολλά ελληνιστικά στοιχεία. Τα κιονόκρανα του καθολικού, προερχόμενα από αρχαίο ή παλαιοχριστιανικό ναό παρουσιάζουν ενδιαφέρον όπως και ο μαρμάρινος διάκοσμος του κυρίως ναού.
Το κείμενο παρατίθεται τον Ιούνιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, της Νομαρχίας Αρτας
Ο ναός της Αγίας Θεοδώρας συνδέει τη σημερινή με τη βυζαντινή Άρτα,
αφού εκτός από το κτίσμα έχουμε εντός αυτού αριστερά της νότιας εισόδου το τάφο
της Πολιούχου Αγίας Θεοδώρας, ο οποίος αποτελείται από δύο μέρη: το κύριο σώμα,
δηλαδή τη σαρκοφάγο, και το επάνω από αυτή κιονοστήρικτο επιστύλιο.
Όπως μας πληροφορεί ο βιογράφος της Αγίας Θεοδώρας μοναχός Ιώβ, ο
ναός ιδρύθηκε το 13ο αιώνα απ’ την ίδια την Αγία Θεοδώρα προς τιμή του Αγίου
Γεωργίου και λειτούργησε ως γυναικείο μοναστήρι.
Ο ναός της Αγίας Θεοδώρας και αυτός της Παρηγορήτισσας
αποτελούν την έκφραση της αισθητικής αντίληψης στο χώρο της τέχνης κατά τη δημιουργική
περίοδο του Δεσποτάτου της Ηπείρου.
(κείμενο: Απόστολος Δ. Τρομπούκης)
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται τον Ιούλιο 2003 από τουριστικό φυλλάδιο
της Νομαρχίας ´Αρτας.
Kομψός Βυζαντινός ναός μορφής μονόκλιτης βασιλικής ο οποίος βρίσκεται φωλιασμένος στην καρδιά της κάτω πόλης. Ο ναός έχει πλούσια εξωτερική κεραμοπλαστική διακόσμηση, που δίνει χάρη και γραφικότητα στο μνημείο. Τα εφυαλωμένα αβακίδια και δύο εφυαλωμένοι πίνακες (των Τριών Ιεραρχών και της Σταυρώσεως) της ανατολικής πλευράς του ναού αποσπούν την προσοχή του επισκέπτη. Ο ναός θεωρείται νεότερος της Παρηγορήτισσας, ίσως των αρχών του 14ου αιώνα.
Το κείμενο παρατίθεται τον Ιούνιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, της Νομαρχίας Αρτας
Βρίσκεται στην παλιά συνοικία του Τουρκοπάζαρου της ´Αρτας.
Ο ναός χρονολογείται
στο τέλος του 14ου αιώνα, ενώ το σωζόμενο στρώμα τοιχογραφιών το 17ο αιώνα. Κατά
τον 17ο αιώνα ειχε εγκατασταθεί στον περίβολό του η Ελληνική Σχολή του βαθύπλουτου
Καστοριανού Μανολάκη. Πρώτοι ερευνητές που αναφέρουν το ναό του Αγίου Βασιλείου
είναι ο Ρώσος αρχιμανδρίτης Αντωνίνος το 1886 και ο μητροπολίτης Σεραφείμ το 1884.
Είναι μονόκλιτη βασιλική που φέρει δύο κογχωτά παρεκκλήσια: το νότιο
τιμάται στη μνήμη του Αγ. Γρηγορίου και το βόρειο στη μνήμη του Ιωάννου του Χρυσοστόμου.
Εξωτερικά φέρει πλούσιο κεραμοπλαστικό διάκοσμο και δύο εφυαλωμένες εικόνες στο
αέτωμα της ανατολικής πλευράς: των Τριών Ιεραρχών και της Σταύρωσης. Εσωτερικά
είναι κατάγραφος.
Το 1979 έγινε στερέωση τοιχογραφιών και καθαίρεση κονιαμάτων. Το 1980
επισκευή στέγης, στερέωση τοιχοποιίας. Το 1991 ανακατασκευή στέγης και το 1994
ηλεκτροφωτισμός. Είναι ενοριακός ναός, που όμως λειτουργεί μόνο την ημέρα που
τιμάται.
Το κείμενο παρατίθεται τον Ιούλιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Υπουργείου Πολιτισμού, η οποία περιλαμβάνει και φωτογραφία.
Ο Ναός αυτός βρίσκεται κοντά στη γέφυρα της ´Αρτας και αριστερά
της εθνικής οδού ´Αρτας-Ιωαννίνων.
Με βάση των στοιχείων της τεχνικής κατασκευής, αλλά και από τα ευρήματα
των ανασκαφών, ο καθηγητής Παναγ. Βοκοτόπουλος τοποθετεί την ίδρυση του μνημείου
περίπου στο 900 μ.Χ.
Το πιο εντυπωσιακό από τα εξωτερικά γνωρίσματα αυτού του ναού είναι
ο επιβλητικός τρούλος του, αλλά και ο καλαίσθητος κεραμοπλαστικός του διάκοσμος
με τις οδοντωτές του ταινίες.
(κείμενο: Απόστολος Δ. Τρομπούκης)
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται τον Ιούλιο 2003 από τουριστικό φυλλάδιο
της Νομαρχίας ´Αρτας.
Πρόκεται για ένα μικρό ναό που κτίστηκε το 1770 στη θέση παλαιότερου ναού ο οποίος κάηκε το 1692 επί Γκιαούρ Μπέη.
(κείμενο: Α. ΑΓΓΕΛΗ)
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται τον Ιούλιο 2003 από τουριστικό φυλλάδιο
της Νομαρχίας ´Αρτας.
Τηλέφωνο: +30 26810 27533
Φαξ: +30 26810 28610
Τηλέφωνο: +30 26810 80103-4
Φαξ: +30 26810 27707
Τηλέφωνο: +30 26810 80100
Φαξ: +30 26810 24439
Τηλέφωνο: +30 26810 80103
Τηλέφωνο: +30 26810 80165
Τηλέφωνο: +30 26813 61000
Τηλέφωνο: +30 26813 62100
Φαξ: +30 26813 62253
Τηλέφωνο: +30 2610 452176, 2613 600173
Φαξ: +30 2610 430683
Λάβετε το καθημερινό newsletter με τα πιο σημαντικά νέα της τουριστικής βιομηχανίας.
Εγγραφείτε τώρα!