gtp logo

Πληροφορίες τοπωνυμίου

Εμφανίζονται 19 τίτλοι με αναζήτηση: Αρχαιολογικοί χώροι  στην ευρύτερη περιοχή: "ΑΧΑΪΑ Νομός ΕΛΛΑΔΑ" .


Αρχαιολογικοί χώροι (19)

Ανασκαφές

Αυστριακό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Αθηνών

ΑΙΓΕΙΡΑ (Αρχαία πόλη) ΑΧΑΪΑ
Τηλέφωνο: +30 210 8213708
Φαξ: +30 210 8220798

ΒΟΥΡΑ (Αρχαία πόλη) ΔΙΑΚΟΠΤΟ
Στο Κάστρο Διακοπτού (Αρχαία Βούρα) ασκείται αρχαιολογική προστασία, σύμφωνα με την παλαιά κήρυξη του 1976. Η αρμόδια Εφορεία προετοιμάζει την επανακήρυξη και σαφή οριοθέτηση του αρχαιολογικού χώρου καθώς και την αποτύπωση των ορατών λειψάνων. Στο Λόφο Αγίου Στεφάνου Ζαχλωρίτικων, μετά την πρόσφατη κήρυξη και οριοθέτηση του αρχαιολογικού χώρου, προετοιμάζεται η αποτύπωση των σωζόμενων ορατών αρχαιοτήτων. Στο Δ.Δ Νικολέικων ήρθε στο φως τυχαία-από παράνομη κατασκευή δεξαμενής- μηκυναϊκό νεκροταφείο. Χωρίς την άδεια της αρμόδιας Υπηρεσίας στο χώρο αυτό διανοίχθηκε δρόμος και κατασκευάστηκε υδρευτική δεξαμενή καταστρέφοντας μυκηναϊκούς θαλαμωτούς τάφους και κακώς τότε δεν διενεργήθηκε σωστική ανασκαφή. Ο χώρος κηρύχθηκε ως αρχαιολογικός και τον Οκτώβριο του 1995 η αρμόδια Εφορεία ξεκίνησε σωστική ανασκαφή των τάφων μετά από αρχαιοκαπηλικές δραστηριότητες που παρατηρήθηκαν εκεί. Η σωστική ανασκαφή διεκόπη από ιδιοκτήτες χωραφιών, οι οποίοι δεν επιτρέπουν τη συνέχισή της πριν την απαλλοτρίωση των ακινήτων τους στα οποία υπάρχουν μυκηναϊκοί τάφοι. Η αρμόδια Υπηρεσία έχει δρομολογήσει πρόταση για απαλλοτριώσεις ιδιοκτησιών, προκειμένου να συνεχιστεί η ανασκαφική έρευνα. Στη Μαμουσιά (Αρχαία Κερύνεια) που είναι ο μεγαλύτερος σε έκταση αρχαιολογικός χώρος της Αιγιαλείας (3.321 στρέμματα), έχουν αποτυπωθεί τα ορατά λείψανα σε όλη την έκταση του αρχαιολογικού χώρου, έχει τοποθετηθεί φυλάκιο στην είσοδο και υπάρχει μόνιμος αρχαιοφύλακας που ελέγχει τις εκσκαφικές εργασίες και τις γεωργικές δραστηριότητες στην ευρύτερη περιοχή. Η αρμόδια Εφορεία έχει προωθήσει προτάσεις απαλλοτριώσεων ιδιοκτησιών, μερικές από τις οποίες ολοκληρώνονται. 'Εχει, ακόμη, κατασκευαστεί στέγαστρο στο ελληνικό Ηρώο και ανακατασκευάζεται η περίφραξή του. Στο Δ.Δ Ζαχλωριτίκων σώζεται και υπάρχει σχετική σήμανση ( για διευκόλυνση των επισκεπτών ) το Μαντικό Σπήλαιο του Βουραϊκού Ηρακλή.

Το κείμενο παρατίθεται τον Δεκέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Διακοπτού


  Από τρεις αρχαίες πόλεις που βρίσκονταν εντός των ορίων του σύγχρονου Δήμου (Ελίκη, Κερύνεια και Βούρα) σημαντικότερη ήταν η Ελίκη η οποία από την ίδρυσή της στα μυκηναϊκά χρόνια μέχρι την καταστροφή της το 373 μ.Χ. από ισχυρό σεισμό, υπήρξε η πρωτεύουσα ολόκληρης της Αχαϊας. Εδώ βρισκόταν το φημισμένο ιερό του Ελικωνίου Ποσειδώνος, πανελλήνιο ιερό των Ιώνων, με χάλκινο άγαλμα του θεού που κρατούσε ιππόκαμπο στο χέρι. Στα δύο χάλκινα νομίσματα της πόλης που σώζονται σήμερα στο Μουσείο του Βερολίνου, απεικονίζεται ο Ποσειδών με την επιγραφή ΕΛΙΚ.
  Οι έρευνες για την ανακάλυψη της Ελίκης ξεκίνησαν στα μέσα του αιώνα και χάρη στις πρόσφατες συστηματικές ανασκαφές βρέθηκαν τα πρώτα σοβαρά στοιχεία για την ύπαρξή της στην ξηρά, ανάμεσα στα σύγχρονα χωριά της Ελίκης, του Ριζομύλου και των Νικολαίικων.
  Η επικράτεια της Ελίκης έφθανε στο εσωτερικό μέχρι τη Μαμουσιά και χαμηλότερα, ίσως εκτεινόταν ως τα Ζαχλωρίτικα, όπου είναι εμφανή ερείπια τοίχων και οχυρώσεων. Η πρώτη ανασκαφή στην Ελίκη έδειξε ότι πάνω από τα θαμμένα ερείπια της αρχαίας πόλης κτίστηκε στα Ρωμαϊκά χρόνια άλλος οικισμός με το ίδιο όνομα, όπως μαρτυρούν και οι αρχαίοι συγγραφείς. Από τον σεισμό του 373 μ.Χ. καταστράφηκε, εκτός από την Ελίκη και η γειτονική πόλη της Βούρας η οποία όμως ξανακτίστηκε από τους κατοίκους που διασώθηκαν. Η Βούρα, η οποία συνδεόταν ιδιαίτερα με την Ελίκη, πιστεύεται ότι βρισκόταν στην περιοχή μεταξύ των ποταμών Βουραϊκού και Λαδοπόταμου. Το ορεινό τμήμα εκτεινόταν στην περιοχή του Κάστρου νότια της Τράπεζας εκεί που σώζονται κάποια ορατά ερείπια. Στην περιοχή της Βούρας στους βράχους νότια του Ελαιώνα υπήρχε το μαντικό σπήλαιο του Βουραϊκού Ηρακλής, στο οποίο εντοπίζονται ίχνη χρήσης του κατά την αρχαιότητα.
Οι Έρευνες
  Οι έρευνες για την ανακάλυψη του αρχαιολογικού χώρου της Αρχαίας Ελίκης έφεραν, κυρίως τα δύο τελευταία χρόνια, στο φως πραγματικά εντυπωσιακά αποτελέσματα. Οι συνεχείς και επίμονες προσπάθειες του Συλλόγου Φίλων Αρχαίας Ελίκης, του Δήμου Διακοπτού και προσωπικά της αρχαιολόγου κ. Κατσωνοπούλου πέτυχαν την άρση εκ μέρους της πολιτείας του χρηματοδοτικού "εμπάργκο" και την ταχύτατη πορεία των ερευνητικών προσπαθειών.
  Τα αποτελέσματα των ερευνών αυτών παρουσιάστηκαν σε τρεις εκδηλώσεις, που πραγματοποιήθηκαν στον Δήμο Διακοπτού, και όσοι παρευρέθηκαν εντυπωσιάστηκαν πραγματικά. Οι δοκιμαστικές τομές, που πραγματοποιήθηκαν από πέρυσι, στην περιοχή μεταξύ Νικολαίικων και Ελίκης έφεραν στο φως διάφορα αντικείμενα, τοιχοποιίες, ταφικά υπολείμματα κ.λπ. μιας μεγάλης χρονικής περιόδου, από τα αρχαϊκά έως τα ρωμαϊκά χρόνια. Τα γεωλογικά ευρήματα φαίνεται να επιβεβαιώνουν έντονα σεισμικά γεγονότα και την ύπαρξη στην περιοχή λίμνης ως αποτέλεσμα μεγάλου σεισμού του 371 π.Χ.
  Η σπουδαιότερη όμως αποκάλυψη αφορά εντυπωσιακή λιθόστρωτη οδό, μήκους 500 μ., μεγάλου πλάτους και άρτιας κατασκευής, η οποία πιθανολογείται ότι αποτελεί τμήμα της γνωστής οδού του Παυσανία, που συνέδεε την Αχαϊα με τη Σικυώνα. Αν επιβεβαιωθεί η εκδοχή αυτή, είναι πλέον ζήτημα χρόνου η αποκάλυψη της αρχαίας πόλης.

Το κείμενο παρατίθεται τον Δεκέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Διακοπτού


ΚΕΡΥΝΕΙΑ (Αρχαία πόλη) ΑΧΑΪΑ
Στην αρχαία Κερύνεια έχουν γίνει συστηματικές ανασκαφές τόσο από την Αγγλική Αρχαιολογική Σχολή (Οικία κλασικών χρόνων), όσο και από την Εφορεία Αρχαιοτήτων (ελληνιστικό Ηρώο, νεκροταφείο αρχαϊκών-κλασικών-ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων). Για τα μνημεία της περιοχής υπάρχουν πολλές επιστημονικές δημοσιεύσεις και τελευταία υποστηρίχτηκε διδακτορική διατριβή με θέμα το Ελληνιστικό Ηρώο και το νεκροταφείο της αρχαίας πόλης. Το σημαντικότερο μνημείο της αρχαίας πόλης, το Ελληνιστικό Ηρώο, έχει περιφραχθεί και στεγαστεί, ενώ υπάρχει και μόνιμος φύλακας. Ο χώρος είναι επισκέψιμος, καθώς εκτός του παραπάνω μνημείου είναι εν μέρει ορατά και τα τείχη της αρχαίας πόλης, έχουν δε τοποθετηθεί πινακίδες σήμανσης του αρχαιολογικού χώρου. Στην περιοχή υπάρχουν, βέβαια πολλά μνημεία και άλλες κατασκευές (όπως ναός, θέατρο, τείχη) τα οποία πρέπει να ανασκαφούν. Για το λόγο αυτό έχουν προταθεί και μελετώνται απαλλοτριώσεις, ώστε να γίνει συστηματική ανασκαφή και η ανάδειξη του αρχαιολογικού χώρου.

Το κείμενο παρατίθεται τον Δεκέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Διακοπτού


Αυστριακό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Αθηνών

ΛΟΥΣΑΙ (Αρχαία πόλη) ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ
Τηλέφωνο: +30 210 8213708
Φαξ: +30 210 8220798

Αρχαία θέατρα

Το Ρωμαϊκό Αμφιθέατρο

ΠΑΤΡΑΙ (Αρχαία πόλη) ΑΧΑΪΑ
  Το συναντάμε μεταξύ των οδών Γεροκωστοπούλου και Πατρέως επί της οδού Ηφαίστου. Χρονολογείται ότι χτίστηκε τον 1ο αι μ.Χ. Συμπεραίνουν οι ειδικοί ότι πρόκειται για κάποιο αμφιθέατρο - αρένα ή ιπποδρόμιο.
  Έχει διατηρηθεί σε αρκετά καλή κατάσταση αφού από τα ερείπιά του φαίνονται καθαρά οι θολωτοί διάδρομοι, το αποχετευτικό σύστημα του χώρου, οι θάλαμοι καθώς και πέτρινες σκάλες σε διάφορα σημεία μέσα και γύρω από το οικοδόμημα. Βρέθηκαν επίσης επιγραφές, μωσαϊκό που παριστάνει μια μονομαχία και ζωφόροι με παρόμοιες παραστάσεις, κεραμικός κλίβανος του 1ου αι μ.Χ καθώς και λυχνάρια και άλλα ευρήματα.
Το κείμενο παρατίθεται το Νοέμβριο 2003 από τουριστικό φυλλάδιο του Οργανισμού Λιμένος Πατρών.

Αρχαία μνημεία

Το Ρωμαϊκό Μαυσωλείο

  Ο χώρος αυτός βρίσκεται στο υπόγειο της οικοδομής στην οδό Ερμού 86-88 και ανήκε στο Β.Α νεκροταφείο της Ρωμαϊκής Πάτρας του 1ου αιώνα μ.Χ. Η ανακάλυψή του έγινε τυχαία κατά τις εκσκαφές των θεμελίων. Είναι ένα όμορφο οικοδόμημα που όμως λίγα μέρη σώζονται ακέραια. Επί των χριστιανικών χρόνων χρησιμοποιήθηκε σαν χώρος λατρείας, ενώ οι Βυζαντινοί κατήργησαν την αρχική είσοδο και δημιούργησαν καινούρια στη Ν.Δ άκρη της οροφής, καλύπτοντας με τοιχογραφίες τους τοίχους. Παρόμοια σαν κι αυτό το οικοδόμημα βρίσκονται και σε άλλες περιοχές της πόλης.
Το κείμενο παρατίθεται το Νοέμβριο 2003 από τουριστικό φυλλάδιο του Οργανισμού Λιμένος Πατρών.

Αρχαία τείχη

Τείχος Δυμαίων

ΔΥΜΗ (Αρχαία πόλη) ΠΑΤΡΑ
Χτίστηκε στην Μυκηναϊκή εποχή. Σύμφωνα με την παράδοση το έχτισε ο Ηρακλής στον αγώνα του κατά των Ηλείων του Αυγεία. To τείχος περιέβαλε την κατοικία ενός ντόπιου ηγεμόνα ο οποίος από την θέση αυτή έλεγχε τους χερσαίους και τους θαλάσσιους δρόμους, επόπτευε το εμπόριο, συγκέντρωνε την σοδειά της πεδιάδας και παρείχε στον λαό του ασφάλεια. Σήμερα γίνονται ανασκαφές για συμπλήρωση της έρευνας και ανάδειξη του χώρου. Σε συνεννόηση με την αρχαιολογική υπηρεσία μπορεί κανείς να παρακολουθήσει την ανασκαφή. Από εκεί ψηλά φαίνεται η λιμνοθάλασσα του Πρόκοπου, ένα τοπίο που θυμίζει Σκανδιναβικές χώρες. Η λιμνοθάλασσα αυτή ενωνόταν με την λιμνοθάλασσα του Πάπα στα Μυκηναϊκά χρόνια και τα Μαύρα Βουνά φαίνονταν σαν νησί.

Το κείμενο παρατίθεται τον Νοέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του Δήμου Λαρισσού


Αρχαίες πόλεις

Αρχαιολογικός χώρος Αιγείρας

ΑΙΓΕΙΡΑ (Αρχαία πόλη) ΑΧΑΪΑ
Ancient Aigeira (in the province of Achaia) lies on the north coast of the Peloponnese - roughly opposite Delphi - at the opening of a valley which leads directly into the Corinthian gulf; together with Pellene, it represents the easternmost city of the ancient region of Achaia.
  Excavated finds revealing human activity and dating to the advanced late neolithic period have been found on the acropolis hill, which lies 416 m. above sea level; while excavated remains, in the same location, of a late Mycenaean settlement of the early 12th century B.C. constitute the beginning of a continuous settlement. The remains of a mansion and abundant finds point to a settlement structure, which developed during the period of foreign migrations and can be situated in the late Mycenaean koine.
  In the following period, perhaps already after the 10th century B.C., an early Greek sanctuary was erected on the acropolis, a sanctuary which was continually rebuilt and which continued to be used into the 4th century B.C. A wide spectrum of votive objects, as well as architectural evidence such as foundation walls and painted roof tiles, attests to the development of this sacred centre as the nucleus of the city of Aigeira, a city which, at least in the early period, is to be connected with the "Hyperesia" of Homeric tradition.
  For an evaluation of Aigeira in its prime, that is, at its greatest extent measuring ca. half a square kilometer and surrounded by a circuit wall, the excavation results from the theatre terrace in the north, beneath the acropolis hill, are particularly instructive.
  In the course of a thorough new foundation in the hellenistic period, at about 280 B.C., a monumental, public, sacred civic centre was achieved through the construction of a theatre and adjacent small temple; this area was continually rebuilt up until the early Imperial period with further temples and a cult building dedicated to Tyche. A period of usage prior to that of the theatre-complex is not to be ruled out for an additional sanctuary to the north, from which foundations of two further temples are preserved.
  In addition to the preserved architectural elements, the sculptural finds of the 2nd c. B.C., amongst them an over-lifesize head of Zeus by the sculptor Eukleides, and a draped female conforming to the figure of Tyche, as well as the mosaic floors of the small temples, attest to the high quality of the fittings of this space and its buildings.
  It is therefore not surprising that even in the 2nd c. A.D. this ensemble attracted the attention of the travel writer Pausanias, whose short description absolutely corresponds to the excavated finds.
  Two additional public spaces, which currently cannot adequately be classified, nevertheless at least provide evidence for the complex urban articulation of the city. Corresponding to this is an extensive infrastructure, which above all has to do with structures for the provision of water. An aqueduct system which can be traced for a number of kilometres and which, coming from the south, was carried over wide stretches through rock tunnels, guaranteed the city's water supply. This system was continually rebuilt and remained in use from the pre-hellenistic up until the post-antique period.
  Complementing the public and sacred centre, remains of a domestic building were cut into a terrace directly to the north-west of the acropolis. An andron, decorated with pebble mosaics and fitted with 11 klinai, attests to the representative pretension of this building, whose foundation date can provisionally be placed in the 4th c. B.C. and which in any event predates the construction of the complex of buildings at the theatre. In spite of sporadic evidence, the situation of Aigeira for the Roman Imperial period and late antiquity is at the moment not adequately known.

Research at Aigeira
The discovery of the site and the earliest archaeological investigations date back to Otto Walter, who, with excavations at the theatre terrace in 1916 and 1925, initiated archaeological research at Aigeira which would have an impact on the future. As the unstable political situation in Greece only allowed two short seasons, the research presence of the Austrian Archaeological Institute (?AI) at Aigeira was in this fashion founded.
  The excavation campaigns, from 1972 to 2001 carried out under the auspices of the central OAI in Wien and since 2002 conducted by the Athens Branch, have brought to light fundamental evidence concerning the historical development of this Greek settlement from the late Bronze Age up to the most recent past, and the appraisal of its material culture.
  W. Alzinger led the greatest part of the field research (from 1972-1988), with systematic surface excavations on the acropolis and on the theatre terrace, turning aside briefly for excavation in the plain of Palati north of the city. Besides numerous individual studies on material such as sculpture, ceramic finds, coins, and the like, as well as the study of the theatre by S. Gogos, a comprehensive presentation of the historical development of Aigeira has resulted from these investigations. The remains from the prehistoric and Bronze Age periods found on the acropolis are currently the focus of intensive research by E. Alram-Stern (OAW, Myceneaen Commission) and S. Deger-Jalkotzy (OAW, Mycenaean Commission). Analysis of the ceramic finds from the Greek historical period from the acropolis excavations is being carried out by G. Schwarz (IKA Graz). Preliminary research for the final publication of the building elements and the remains from the so-called Tycheion is the work of T. Hagn (IKA Vienna).
  Between the years 1990-1997, A. Bammer pursued a comprehensive urban survey, and investigated numerous areas of the city via intensive survey, measuring, and cleaning. These studies incorporate the re-addressing of questions concerning the water supply, the orientation of numerous extensive public areas, the photographing of architectural remains from the Byzantine period, and the study of the modern remains of the so-called "Houses of the Raisin Pickers". A surface excavation in the plain of Zaoussis led to the partial exposure of the foundations of two temples north of the theatre terrace.
  The most recent excavations by G. Ladstatter (from 1998) continue the study of the water supply of Aigeira, in connection with hydrogeological studies, and concentrate on the excavation of the domestic buildings in the plain of Solon to the north-west of the acropolis.
  A selection of objects from the excavations is presented in the Archaeological Museum at Aigion, while the head of Zeus is displayed in the National Museum at Athens. The impressive ruins of the theatre with its connected temples, two of which are protected by a modern shelter, provide an architectural impression of the hellenistic building ensemble.

Georg Ladstatter. Feb 2004
This text cited Aug 2004 from the Austrian Archaeological Institute's URL http://www.oeai.at/eng/ausland/aigeira.html which contains 4 images.

Αρχαιολογικός Χώρος Λουσών

ΛΟΥΣΑΙ (Αρχαία πόλη) ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ
  Στο οροπέδιο των Σουδενών, στους πρόποδες των Αροανίων (Χελμός), βρίσκεται σε υψόμετρο 1200 μ. η πόλη των Λούσων με το ιερό της Αρτέμιδος Ημέρας. Τα ερείπια εκτείνονται στην κλιτύ του πυκνοδασωμένου Προφήτη Ηλία, που χωρίζει το οροπέδιο προς νότο από εκείνο της Κλειτορίας. Κατά τα έτη 1898 και 1899 οι Α. Βίλχελμ και Β. Ράϊχελ εξερεύνησαν το ιερό. Αυτές υπήρξαν οι πρώτες ανασκαφές του Αυστριακού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου Αθηνών. Το 1981 εγκαινιάστηκε από το Ινστιτούτο, με την εποπτεία της ΣΤ' ΕΠΚΑ Πατρών, η νέα περίοδος ανασκαφών στην περιοχή του ναού και ερευνάται η οικιστική ζώνη της πόλης.
   Σύμφωνα με το Βακχυλίδη (11ος Επίνικος, για τον Αλεξίδαμο από το Μεταπόντιο) οι κόρες του βασιλιά της Τίρυνθας Προίτου γιατρεύτηκαν από την παραφροσύνη στους Λουσούς, χάριν στην παρέμβαση της θεάς Αρτέμιδος. Ως δείγμα ευγνωμοσύνης προς τη θεά, οι νεαρές κοπέλες εισήγαγαν γυναικείους χορούς, ίδρυσαν ένα ιερό άλσος όπου και ανέγειραν βωμό τον οποίον έρραιναν με αίμα από αίγες και πρόβατα.
   Από τον 3ο αι. π.Χ. πληθαίνουν οι αρχαίες πηγές. Επιγραφές χάλκινες της περιόδου 300 ως 200 π.Χ. μας διασώζουν ονόματα προξένων και ευεργετών του ιερού. Ο Καλλίμαχος αναφέρει στον Υμνο της Αρτέμιδος ένα ναό της Αρτέμιδος στους Λουσούς. Από τον Πολύβιο (IV 18,9 και 34,9) μαθαίνουμε ότι τον 3ο αι. π.Χ. οι Αιτωλοί δίωσαν δύο φορές το ιερό. Πλήγωσαν την ασυλία και έκλεψαν τα ιερά κοπάδια αιγοπροβάτων της θεάς. Γνωρίζουμε ότι προς τιμή της θεάς οργανώνονταν αγωγές όπως μας πληροφορούν επιγραφές που χρονολογούνται μεταξύ του 2ου αι. π. Χ. και του 1ου αι. μ. Χ. Και o Παυσανίας (VHI 18,7) αναφέρει τα Ημεράσια.
   Ανατολικά του ορατού σήμερα ναού αποκαλύφτηκε το θεμέλιo ενός ορθογώνιου κτίσματος ("ανατολικό κτίσμα") διαστάσεων 16.3 μ. χ 7 μ. Ένας εσωτερικός διαχωριστικός τοίχος ορίζει στα δυτικά έναν προθάλαμο 5.5 μ. χ 2.8 μ., στον οποίο εισερχόταν κανείς από δυτικά μέσω μιας ευθυντηρίας ή ενός κατωφλιού. Μελλοντικές έρευνες θα αποκαλύψουν τη διαμόρφωση και της ανατολικής πλευράς. Πιθανώς το θεμέλιο αυτό πρέπει να ταυτιστεί με τον παλαιότερο ναό.
  Ο νεότερος ναός, από τον οποίο σήμερα ορατά είναι τα θεμέλια, είχε εγερθεί σε βραχώδες σημείο του ιερού, ψηλότερα από τα κτίρια του κατώτερου ανδήρου (που ταυτίστηκαν από τους πρώτους ανασκαφείς με κρήνη , βουλευτήριο και "πρόπυλο"). Παράλληλα άνθιζε η ζωή στις οικίες της πολίχνης δυτικά του ιερού. Οι έρευνες στο ναό της Αρτέμιδος των Λούσων στηρίζονται στην αποτύπωση του κτίσματος από τους Α. Βίλχελμ και Β. Ράϊχελ το 1901 και στις νέες έρευνες του Αυστριακού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου από το 1981 κ.ε. Οι τελευταίες περιλαμβάνουν τη μελέτη των πολυάριθμων αρχιτεκτονικών μελών - ξεπερνούν τα 400 - τα οποία διασώθηκαν από την περιοχή του κτίσματος όπως και από το οικοδομικό υλικό που προέκυψε από την κατεδάφιση της μικρής εκκλησίας που είχε ανεγερθεί πάνω από τα θεμέλια του Ναού μετά τις παλαιές ανασκαφές. Η εξέταση του υλικού που περιείχε η επίχωση των τάφρων θεμελίωσης υποδεικνύει μια ανέγερση γύρω στα 300π.
  Το κτίσμα, που κατασκευάστηκε σε μια φάση, αποτελείται από ένα κεντρικό ναό και πλάγιες στοές. Για την ελληνική θρησκευτική αρχιτεκτονική αποτελεί μία προς το παρόν μοναδική περίπτωση κάτοψης. Ο ναός που αποτελείται από πρόναο, μεγάλο σηκό και άδυτο, έχει πρόσβαση από την ανατολική πλευρά και μέσω μιας πλάγιας θύρας από τη νότια πτέρυγα.
   Η ανωδομή των τοίχων του ναού δεν ήταν πλίνθινη όπως είχαν υποθέσει οι πρώτοι ανασκαφείς, αλλά λίθινη, όπως προκύπτει τώρα από την πρόσφατη ταύτιση του οικοδομικού υλικού. Η εξωτερική εικόνα χαρακτηριζόταν από μια δωρική πρόσοψη με τέσσερις κίονες εν παραστάσει και τη δωρική κιονοστοιχία στις πλαϊνές πτέρυγες, ενώ για την εσωτερική διαμόρφωση ο ευρύχωρος σηκός αποτελεί το κεντρικό οικοδομικό θέμα. Βαθείς ημίπεσσοι στις μακρυές πλευρές και λεπτοί πεσσοί στις στενές πλευρές δημιουργούν μια διαμόρφωση των τοίχων με δωρικά κιονόκρανα και ιωνικό επιστύλιο. Με εξαίρεση τη δωρική ανατολική πρόσοψη το κτίσμα αυτό έχει χαρακτηριστικά κάτοψης Βασιλικής και παρουσιάζει ελάχιστα δωρικά στοιχεία ενός ναού. Διακρίνονται ταυτόχρονα η παράδοση ενός μακρόστενου ναού με άδυτο και μια προοδευτική προσπάθεια για πολύπλοκη διαμόρφωση του εσωτερικού χώρου. Η λατρεία της θεάς ανάγεται στον ύστερο 8ο αι. π.Χ., όπως επιβεβαιώνουν πολυάριθμα αναθήματα που διακρίνουν το ιερό ως ένα από τα σημαντικότερα μεταξύ των πρώιμων ιερών της Πελοποννήσου. Ένα μεγάλο μέρος αυτών των αναθημάτων κατέληξε κατά το τέλος του 19ου αι. μέσω λαθρανασκαφών σε ποικίλα μουσεία του εξωτερικού. Αναφέρονται χάλκινα ειδώλια πουλιών και ίππων γεωμετρικής εποχής, όπως και ειδώλια της Αρτέμιδος, του Απόλλωνος και του Πάνος, κλασσικής εποχής. Με τις νεότερες ανασκαφές αποκαλύφτηκαν αναθήματα της περιόδου από τα τέλη του 8ου αι. ως τον πρώιμο 5ο αι., που προέρχονται εν μέρει από κλειστά σύνολα: ένας χάλκινος σκαραβαίος, χάλκινα, ασημένια ή σιδερένια κοσμήματα (βελόνες, πόρπες, περίαπτα), υάλινες ή κεχριμπαρένιες χάντρες. Επίσης απαντούν και μολύβδινα και οστέϊνα αναθήματα. Αξιο αναφοράς είναι και ένα λεοντάρι που ανήκε σε χάλκινο σκεύος των μέσων του 6ου αι. Μεταξύ των πήλινων αγγείων διακρίνονται κυρίως λατρευτικές πυξίδες ντόπιας παραγωγής και μικρογραφικά αγγεία ως αναθήματα. Απαντά επίσης στους Λουσούς μια ομάδα αγγείων του ύστερου 8ου αι. π.Χ. με εμπίεστη διακόσμηση που περιορίζεται σε λίγες θέσεις της Αχαίας. Η τυπολογία των πήλινων ειδωλίων αποτελείται από ευρέως διαδεδομένους τύπους στην Πελοπόννησο, αλλά και γυναικεία ειδώλια με μια χαρακτηριστική για τους Λουσούς “κρανοειδή” κόμμωση. Υπάρχουν και θραύσματα ειδωλίων μεγάλου μεγέθους. Στην περίοδο του νεότερου ναού ανήκουν λίγα χάλκινα κιβωτίδια, που θυμίζoυν - σε μικρότερο μέγεθος - τις χρυσές λάρνακες της Βεργίνας.
  Εως ότου δημιουργηθεί ένα Μουσείο στην περιοχή των Ανω και Κάτω Λούσων, τα πολυτιμότερα ευρήματα φυλάσσονται στην Εφορεία Πατρών.
   Στους απαλούς λόφους του Προφήτη Ηλία, μεταξύ του ιερού και του ανεξερεύνητου ακόμη κέντρου της πόλεως, διακρίνονται στην επιφάνεια θεμέλια οικιών. Τα τελευταία χρόνια ερευνήθηκαν δύο οικίες ελληνιστικής και ρωμαϊκής εποχής σε δύο άνδηρα. Τις σκέπασε πυκνή στρώση καταστροφής αποτελούμενη από κεράμους στέγης, άργιλο, κομμένα υπολείμματα ξύλου, όπως και μέρη της οικοσκευής. Η πρώτη οικιστική φάση συμπίπτει χρονικά με τη δεύτερη άνθιση των ιερών. Σε μεταγενέστερους χρόνους δημιουργήθηκαν άνωθεν νέα κτίρια, τη ζωή των οποίων παρακολουθούμε μέσω αγγείων και νομισμάτων έως τον 4ο μεταχριστιανικό αιώνα.
   Τα ελληνιστικά αυτά σπίτια παρουσιάζουν κάποια άνεση κατοίκησης: ένας ανδρώνας παρείχε χώρο για έντεκα κλίνες. Κάθε οικία ήταν εξοπλισμένη με ασάμινθο (μπανιέρα) και πήλινη εστία. Εως τώρα είναι γνωστοί τρείς τύποι ασαμίνθων: μία μεγάλη λεκάνη με καμπύλα τοιχώματα βρέθηκε στην οικία του ανώτερου ανδήρου. Στο κατώτερο άνδηρο βρισκόταν μία μικρότερη κλειστή λεκάνη, καθώς και μια άλλη κατασκευασμένη από πλίνθους, της οποίας σώζεται πια μόνο το αποτύπωμα. Οι πήλινες εστίες των Λούσων είναι μοναδικές. Ορθογώνιας κάτοψης, είναι συναρμολογημένες από μεμονωμένα τμήματα που φέρουν στο εξωτερικό τους ανάγλυφη διακόσμηση. Οι διακοσμητικοί ήλοι μιας ενδεχομένως πεσμένης θύρας βρέθηκαν στη θέση τους, κείμενοι στο αργιλώδες δάπεδο. Οι οικίες κατοικούνταν από έναν αγροτικό πληθυσμό που ζούσε από αγροτικές καλλιέργειες και κτηνοτροφία, αλλά συντηρούσε και μικρές βιοτεχνίες. Ενας αποθηκευτικός χώρος περιείχε πίθους, αμφορείς και οικιακά σκεύη. Και στα δύο άνδηρα βρέθηκαν εγκαταστάσεις πατητηρίων για σταφύλια καθώς και τριβεία χειρός. Πολυάριθμα υφαντικά βάρη προέρχονται από αργαλειούς, στους οποίους μεταποιούνταν το μαλλί των αιγοπροβάτων, που αποτελούσαν μαζί με τα βοοειδή το μεγαλύτερο μέρος των κατοικίδιων ζώων. Μία ζωολογική μελέτη απέδειξε τη χρήση οστών για τη δημιουργία εργαλείων. Μήτρες και στηρίγματα κλιβάνων αποτελούν ενδείξεις για την παραγωγή κεραμικής.
Veronika Mitsopoulos-Leon, Αυστριακό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο
Το κείμενο παρατίθεται τον Ιανουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες: http://www.kalavrita.net/loysoi.htm

Αρχαιολογικός χώρος Ψωφίδας

ΨΩΦΙΣ (Αρχαία πόλη) ΑΧΑΪΑ
  Κοντά στο χωριό Τριπόταμα της Αχαϊας, στα όρια με το νομό Αρκαδίας, είναι μικρός οικισμός, η Ψωφίδα. Στον παρακείμενο λόφο και στις πλαγιές του υπάρχουν τα ερείπια της αρχαίας πόλης Ψωφίδας. Η πόλη βρισκόταν στα σύνορα της Αρκαδίας, της Ιλιδας και της Αχαϊας. Σύμφωνα με τους αρχαίους περιηγητές και τους μελετητές η αρχαία Ψωφίς ήταν αρκαδική πόλη: "Η Ψωφίς έστι μεν ομολογούμενον και παλαιόν Aρκάδων κτίσμα της Αζανίδος" (Πολύβιος 4,70). Την περιοχή είχε επισκεφθεί ο Παυσανίας, για την οποία αναφέρει αρκετές πληροφορίες στο βιβλίο του "Αρκαδικά".
   Η αρχαία πόλη ήταν χτισμένη σε περιμετρικά τειχισμένο βουνό, που είχε τη θέση ακρόπολης. Είχε ακόμα σαν φυσική οχύρωση τούς παραπόταμους του Ερύμανθου, Νουσαϊτικο (Αροάνιος κατά Παυσανία), Λιβαρτζινό (Ερύμανθος κατά Πολύβιο) και Βερτσιώτικο (Σειραίος). Πανω στο λόφο σώζονται σήμερα λείψανα της αρχαίας πόλης. Μεταξύ αυτών υπάρχουν υπολείμματα της περιμετρικής οχύρωσης, όπως και διάσπαρτα τμήματα στηλών, κιονόκρανα κλπ. στους αγρούς και στις αυλές των σπιτιών. Μια σειρά αρχαίων στηλών υπάρχει στην αυλή της παρακείμενης περιτειχισμένης παλιάς εκκλησίας και παλαιότερα μοναστηριού της Παναγίας. Οικοδομικά μέλη του παλιού μοναστηριού φαίνεται να έχουν ληφθεί από τις παρακείμενες αρχαιότητες. Στο δυτικό τμήμα τους τείχους, στην πλαγιά του λόφου, έχουν αποκαλυφθεί με πρόσφατες ανασκαφές λείψανα τμήματος θεάτρου, που αποτελεί μαρτυρία για την ακμή της αρχαίας αυτής αρκαδικής πόλης. Οι ανασκαφές είναι σε εξέλιξη. Επίσης έχει κατασκευασθεί δρόμος που για την οδική πρόσβαση στις αρχαιότητες στην κορυφή του λόφου.

Αρχαίοι τάφοι

ΛΕΥΚΟΣ (Οικισμός) ΠΑΤΡΑ
Λεύκος - "Κυριαζαίικα" Μυκηναϊκοί Τάφοι.

Ο αρχαιολογικός χώρος της Βουντένης

ΠΑΤΡΑΙ (Αρχαία πόλη) ΑΧΑΪΑ
  Πρόκειται για ένα μυκηναϊκό νεκροταφείο έκτασης 80 στρεμμάτων. Βρίσκεται 4,5χλμ ανατολικά του Α' Νεκροταφείου της Πάτρας. Ανακαλύφθηκε ύστερα από λαθραία ανασκαφή. Τα ευρήματα ήταν εντυπωσιακά και όπως εκτιμούν οι αρχαιολόγοι αν ολοκληρωθεί το έργο των ανασκαφών θα βρεθούμε μπροστά σε μία ανακάλυψη αντάξια των Μυκηνών. Έχουν βρεθεί σημαντικές ποσότητες αντικειμένων όπως κοσμήματα, αγγεία, όπλα, χάλκινα εργαλεία. Επίσης βρέθηκαν και αρκετά σκελετικά λείψανα σε κάθε τάφο. Εντυπωσιακή επίσης είναι η αρχιτεκτονική του νεκροταφείου και χρήζει επιστημονικής έρευνας. Το νεκροταφείο χρονολογείται μεταξύ του 1450 και 1040π.Χ.
Το κείμενο παρατίθεται το Νοέμβριο 2003 από τουριστικό φυλλάδιο του Οργανισμού Λιμένος Πατρών.

Πηγές

Πηγή Δήμητρας

  Το σημερινό πηγάδι του Αγ. Ανδρέα παραπλεύρως του παλαιού Ι. Ναού το οποίο άλλοτε ήταν πηγή της θεάς Δήμητρας που λειτουργούσε και σαν μαντείο. Σώζεται επιγραφή "ΝΗΜΕΡΤΕΣ ΤΟΔ’ΥΔΩΡ / ΔΗΜΗΤΕΡΟΣ ΗΝ ΠΟΤΕ ΝΟΥΣΟΙΣ / "ΕΝΘΑ ΠΑΓΕΙΣ ΞΥΛΩ ΑΝΔΡΕΑΣ / ΠΑΤΡΑΣ ΑΜΦΙΒΕΒΗΚΕΝ" (Το θεραπευτικό για τις αρρώστιες τούτο νερό, ήταν κάποτε της Δήμητρας. Εδώ σταυρώθηκε και πέθανε ο Απόστολος Ανδρέας).
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται το Μάρτιο 2004 από τουριστικό φυλλάδιο του Δήμου Πατρών.

Ρωμαϊκά υδραγωγεία

Ρωμαϊκό Υδραγωγείο

Η Πάτρα έγινε ρωμαϊκή αποικία το 31 π.Χ. και η επικράτηση της ρωμαϊκής αρχιτεκτονικής ήταν καθολική. Πολλά δημόσια κτίρια και έργα έγιναν με δαπάνες των ρωμαίων αυτοκρατόρων και ευεργετών της πόλης. Μεταξύ αυτών ήταν το ρωμαϊκό υδραγωγείο, έργο απαραίτητο σε μια πολυάνθρωπη πόλη όπως η Πάτρα. Ηταν η εποχή που η Πάτρα διερχόταν τη μεγαλύτερη ακμή της ιστορίας της καταλαμβάνοντας τη θέση της πύλης της Ελλάδας προς την Ιταλία. Οι Ρωμαίοι κατασκεύασαν μια μεγάλη δεξαμενή νερού στις πηγές του Ρωμανού, από όπου ξεκινά ο χείμαρρος του Διακονιάρη, Η δεξαμενή έγινε με τη μορφή τεχνητού φράγματος στην αρχή του λαγκαδιού και σε απόσταση δέκα μέτρων από τις πηγές. Τμήμα του αρχικού τοίχου του φράγματος βρίσκεται σήμερα ενσωματωμένο στη βάση της σύγχρονης δεξαμενής, ενώ σε απόσταση 20 μ., μέσα στην κοίτη του ποταμού βρίσκονται αρκετά μεγάλα κομμάτια ισχυρού τοίχου. Στις πηγές του Ρωμανού όπως αποδεικνύεται από επιγραφή που βρέθηκε τον περασμένο αιώνα, λατρεύονταν οι Νύμφες, θεότητες των υδάτων. Το υδραγωγείο της Πάτρας είχε μήκος από τη δεξαμενή έως το κάστρο 6,5 χλμ. Το νερό μεταφερόταν στο μεγαλύτερο τμήμα του με κτιστό υπόγειο αγωγό, ξεπερνώντας τις κοιλάδες και τις χαράδρες πάνω σε επιμελημένες τοξοστοιχίες, τμήματα των οποίων σώζονται έως σήμερα. Υπήρχαν διακλαδώσεις προς διάφορες κατευθύνσεις με μικρότερης διατομής σκεπαστούς αγωγούς. Η συνεχής ροή του νερού επιτυγχανόταν χάρις στην αρχή των συγκοινωνούντων δοχείων που γνώριζαν οι Έλληνες.

Το κείμενο παρατίθεται τον Φεβρουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Πατρών


Σπήλαια

Σπήλαιο των Λιμνών στα Καστριά Καλαβρύτων

ΚΑΣΤΡΙΑ (Χωριό) ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ
Τηλέφωνο: +30 26920 31633
Φαξ: +30 26920 31588
  Στο χωριό Καστριά της Αχαΐας 60 χλμ. από την ΤΡΙΠΟΛΗ και 9 χλμ. από την ΚΛΕΙΤΟΡΙΑ βρίσκεται το ξακουστό “Σπήλαιο των Λιμνών”.
  Είναι ένα σπάνιο δημιούργημα της φύσης. Εκτός από τους λαβυρινθώδεις διαδρόμους, τις μυστηριώδεις στοές και τους παράξενους σταλακτιτικούς σχηματισμούς το “Σπήλαιο των Λιμνών” έχει κάτι το αποκλειστικά δικό του, που δεν υπάρχει σε άλλα γνωστά σπήλαια. Είναι οι αλλεπάλληλες κλιμακωτές και μάλιστα σε τρεις ορόφους λίμνες του, που το καθιστούν μοναδικό στο είδος του στον κόσμο.
  Είναι παλαιά κοίτη υπόγειου ποταμού με εξερευνημένο μήκος 1980 μέτρα. Τον χειμώνα που λιώνουν τα χιόνια το σπήλαιο μετατρέπεται σε υπόγειο ποταμό με φυσικούς καταρράκτες. Κατά τους θερινούς μήνες ένα τμήμα του σπηλαίου ξηραίνεται και αποκαλύπτονται πρωτότυπες δαντελωτές λιθωματικές λεκάνες και φράγματα ύψους μέχρι και 4μ. Το υπόλοιπο σπήλαιο διατηρεί μόνιμα νερά σε 13 γραφικές λίμνες.
ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗ
  
Το αξιοποιημένο μήκος του σπηλαίου προς το παρόν ανέρχεται σε 500 μέτρα. Περιλαμβάνει εγκατάσταση καλλιτεχνικού φωτισμού. Ο επισκέπτης μπαίνει στο σπήλαιο από τεχνητή σήραγγα, που καταλήγει κατ’ ευθείαν στο δεύτερο όροφο. Οι διαστάσεις του τμήματος αυτού προκαλούν δέος, έκσταση, θαυμασμό. Η διάβαση των λιμνών γίνεται από υπερυψωμένες τεχνητές γεφυρούλες.
ΠΑΛΑΙΟΝΤΟΛΟΓΙΚΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ
  
Στον κάτω όροφο του σπηλαίου βρέθηκαν απολιθωμένα οστά ανθρώπου και διαφόρων ζώων, μεταξύ των οποίων και ιπποπόταμου. Το τμήμα αυτό προορίζεται για βιοσπηλαιολογικό εργαστήριο διεθνούς προβολής.
Ο ΜΥΘΟΣ ΤΟΥ ΣΠΗΛΑΙΟΥ
  
Ο μύθος λεει πως οι κόρες του βασιλιά της Τίρυνθας Προίτου, Λυσίππη, Ιφινόη και Ιφιάνασσα, καυχήθηκαν ότι ήσαν ωραιότερες από τη θεά Ήρα και περιφρόνησαν τη λατρεία του Διονύσου. Η σύντροφος του Δία δε συγχώρεσε την αλαζονεία τους και σάλεψε τα λογικά τους, με συνέπεια να πιστέψουν πως ήσαν δαμάλες και τρέχοντας σε βουνά και λιβάδια της Πελοποννήσου, μεταδίδανε μανία παιδοκτονίας στις γυναίκες της Αργολίδας. Κάποτε φτάσανε στο σπήλαιο των Αροανίων, όπου τις βρήκε ο Μελάμποδας και τις θεράπευσε. Στη συνέχεια τις οδήγησε στο χωριό Λουσσοί.
ΕΞΕΡΕΥΝΗΣΗ - ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΣΠΗΛΑΙΟΥ
  Το 1964, κάτοικοι των Καστριών ανέβηκαν για πρώτη φορά στον δεύτερο όροφο με ξυλόσκαλες από αναβαθμίδα ύψους 9 μ. Η εξερεύνηση έγινε από τον Ελληνικό Ορειβατικό Σύνδεσμο με τον καθηγητή Ι. Μελέντη και η χαρτογράφηση από την Ελληνική Σπηλαιολογική Εταιρία με την Σπηλαιολόγο Αννα Πετροχείλου. Η αξιοποίηση του σπηλαίου άρχισε το 1981 από τον Ε.Ο.Τ. (Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού) και συνεχίστηκε από την πρώην Κοινότητα Καστριών. Σήμερα την ευθύνη της λειτουργίας του έχει ο Δήμος ΛΕΥΚΑΣΙΟΥ με έδρα την ΚΛΕΙΤΟΡΙΑ (Μαζέϊκα).

Ωδείον

Αρχαίο Ωδείο Πατρών

ΠΑΤΡΑΙ (Αρχαία πόλη) ΑΧΑΪΑ
Τηλέφωνο: +30 2610 276207
  Οικοδομήθηκε λίγο νωρίτερα από το Ωδείο του Ηρώδου του Αττικού, το γνωστό ως Ηρώδειο, δηλαδή πριν το 161 μ.Χ., και είναι μικρότερο σε διαστάσεις από εκείνο. Το κοίλο έχει τέσσερις κερκίδες εδωλίων κάτω του διαζώματος και επτά άνω. Ο έξω ψηλός τοίχος της σκηνής έχει πέντε εισόδους προς τη σκηνή και τα παρασκήνια. Το προσκήνιο είναι προσιτό από δύο κτιστές σκάλες, μία δεξιά και μία αριστερά. Η ορχήστρα είναι πλακόστρωτη και χωρίζεται με ημικυκλικό θωράκιο από το κοίλο.
   Μέχρι το 1889, οπότε καθαρίστηκε, ήταν εντελώς καλυμμένο με χώματα. Επισκευή και αναμαρμάρωση του μνημείου έγινε λίγο μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Καθαρίστηκε το 1889 και έχει γίνει μικρής μόνον έκτασης ανασκαφή του μνημείου. Παραχωρείται για πολιτιστικές εκδηλώσεις.

Αρχαίο Ωδείο

  Στα δυτικά της Ακρόπολης, στην Ανω πόλη, βρίσκεται το Ρωμαϊκό Ωδείο της Πάτρας που ανεγέρθηκε νωρίτερα από το Ωδείο της Αθήνας (Ηρώδειο, 160 μ.Χ.). Ο Παυσανίας που επισκέφθηκε την Πάτρα στη δεκαετία του 170 μ.Χ. γράφει «έχει την ωραιότερη διακόσμηση που έχω δει, αν εξαιρέσει βέβαια κανείς αυτό της Αθήνας». Όπως αναφέρει ο Παυσανίας μέσα στο Ωδείο, που ήταν συνεχόμενο της αρχαίας Αγοράς, υπήρχε άγαλμα του Απόλλωνα, που έγινε από λάφυρα του πολέμου κατά των Γαλατών (279 π.Χ), όταν οι Πατρινοί είχαν βοηθήσει τους Αιτωλούς.
  Στους αιώνες που ακολούθησαν, οι σεισμοί, οι πόλεμοι και οι κατακτητές κατέστρεψαν το Ωδείο και το κάλυψαν με άλλα κτίρια και χώματα. Από το μικρό λόφο που δημιουργήθηκε, έμεναν ακάλυπτα μόνο ελάχιστα τμήματα. Ξαναήρθε στο φως το 1889, όταν έγιναν εργασίες εκσκαφής στο λόφο για την επιχωμάτωση του λιμανιού.
  Πέρασαν αρκετές δεκαετίες έως ότου ξεκινήσει η διαδικασία της αναστήλωσής του που ολοκληρώθηκε το 1956, χρονιά κατά την οποία το Αρχαίο Ωδείο απέκτησε την αρχική του μορφή. Την ίδια δεκαετία μετατράπηκε ο περιβάλλον χώρος σε αρχαιολογικό με την έκθεση σ' αυτόν σαρκοφάγων, ψηφιδωτών και άλλων αρχαίων ευρημάτων. Το Ωδείο έχει όλα τα βασικά μέρη του θεάτρου, κοίλο, ορχήστρα, προσκήνιο, σκηνή, παρασκήνια και στις 23 σειρές καθισμάτων του δύναται να φιλοξενηθούν 2.300 θεατές.
  Από τη θέσπιση του Διεθνούς Φεστιβάλ Πάτρας, το Αρχαίο Ωδείο αποτελεί τη βασική του έδρα, φιλοξενώντας τους καλοκαιρινούς μήνες κορυφαία ελληνικά και ξένα καλλιτεχνικά συγκροτήματα.

Το κείμενο παρατίθεται τον Φεβρουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του Δήμου Πατρών


Έχετε τη δυνατότητα να δείτε περισσότερες πληροφορίες για γειτονικές ή/και ευρύτερες περιοχές επιλέγοντας μία από τις παρακάτω κατηγορίες και πατώντας το "περισσότερα":

GTP Headlines

Λάβετε το καθημερινό newsletter με τα πιο σημαντικά νέα της τουριστικής βιομηχανίας.

Εγγραφείτε τώρα!
Greek Travel Pages: Η βίβλος του Τουριστικού επαγγελματία. Αγορά online

Αναχωρησεις πλοιων

Διαφημίσεις

ΕΣΠΑ