gtp logo

Πληροφορίες τοπωνυμίου

Εμφανίζονται 7 τίτλοι με αναζήτηση: Πληροφορίες για τον τόπο για το τοπωνύμιο: "ΠΑΓΓΑΙΟ Βουνό ΚΑΒΑΛΑ".


Πληροφορίες για τον τόπο (7)

Σελίδες του Ορειβατείν

Σελίδες τοπικής αυτοδιοίκησης

Παγγαίο

Το χρυσοφόρο Παγγαίο
  Το μυθικό και χρυσοφόρο Παγγαίο, προβάλει στην απεραντοσύνη του γαλάζιου ουρανού, σαν αυτοκράτορας ακατάλυτος απ' τους αιώνες, στημένο σε επιβλητικό θρόνο, ανάμεσα στα όρη της Λεκάνης, του Φαλακρού του Μενοικίου, των Κερδυλλίων και του Συμβόλου προς τη θάλασσα, γεμάτο μεγαλείο και γοητεία, προκαλώντας θαυμασμό και μυστήριο. Οι κορυφές του, άλλες στρογγυλές σαν τούμπες, όπως του Πιλάφ-Τεπέ γύρω στα 1870 μέτρα ύψος και της Κοζνίτσας η ψηλότερη, με 1956 μέτρα πάνω απ' την επιφάνεια της θάλασσας και άλλες, μυτερές απολήξεις βράχων, ασκούν μια ακαταμάχητη γοητεία στον άνθρωπο από μακριά. Γι αυτό απ' τα πανάρχαια χρόνια, το μεγαλείο των κορυφών και οι κατάφυτες από οξιές, δρυς, έλατα, θεόρατα πλατάνια και καστανιές πλαγιές και ρεματιές, γεμάτες από χρυσάφι κι ασήμι και γενικά ο πλούτος και η μεγάλη στρατηγική αξία του, που δεσπόζει της περιοχής, τράβηξαν σαν μαγνήτης θεούς, ημίθεους, ήρωες, βασιλιάδες, στρατηγούς και μυριάδες ανθρώπων, που μπροστά από αμνημόνευτα χρόνια έχτισαν τις γραφικές τους κατοικίες γύρω-γύρω απ' το πλούσιο όρος, τη μια κοντά στην άλλη, σαν σε παντοτινό χορό ευχαριστίας στον προστάτη και τροφοδότη τους.
Μυθολογία
  Ο Διόνυσος ετιμάτο ιδιαίτερα στην περιοχή της Θράκης. Ο Ορφέας όμως είχε διαφορετική αντίληψη και θεωρούσε ως μεγαλύτερο θεό όλων τον Ηλιο τον οποίο ετίμα ιδιαίτερα και τον καλλούσε Απόλλωνα. Ετσι κάθε πρωί πρίν ακόμα βγεί το φώς της ημέρας αναριχάτο στην κορφή του Παγγαίου διότι ήταν ο πρώτος που ήθελε να δεί τον Ηλιο και να τον χαιρετήσει.
  Ο Διόνυσος όταν πήγε στην Θράκη βασιλιάς των Ηδωνών που κατοικούσαν κοντά στο ποταμό Στρυμώνα ήταν ο Λυκούργος. Αυτός πρόσβαλε τον Διόνυσο και τον έδιωξε. Εφυγε μεν ο Διόνυσος αλλά οι Βάκχες και οι Σάτυροι που συνόδευαν τον Διονυσσο έμειναν ως αιχμάλωτοι. Οι Βάκχες με κάποιο τρόπο μπόρεσαν να λυθούν. Ετσι ο Διόνυσος για να εκδικηθει τον Λυκούργο τον τρέλανε κι' αυτός παίρνοντας το τσεκούρι έκοψε το κεφάλι του γιού του γιατι τον πέρασε για κλήμα. Μετά το γεγονός αυτό ο Λυκούργος έγινε καλά αλλά η γή έμενε άκαρπη και ο Θεός μήνυσε πως μόνον όταν θανατωθεί ο Λυκούργος θα ξανακαρπίσει η γή. Οι Ηδωνοί τότε ξεσηκώθηκαν έπιασαν τον Λυκούργο και κατα την επιθυμία του Διόνυσου τον ανέβασαν στο Παγγαίο οπου τον έδεσαν και τον κλώτσαγαν άλογα μέχρι που αυτός πέθανε.
Οι αρχαίοι κάτοικοι της περιοχής Παγγαίου
  Οι Δερρίοπες, πρέπει να ήταν οι πρώτοι κάτοικοι της περιοχής απ' τη λίθινη εποχή, που σαν κύρια ασχολία είχαν το ψάρεμα στην Πράσινη λίμνη ( τενάγη των Φιλίππων ) και το κυνήγι των αγρίων ζώων. Ένα μέρος των ανθρώπων αυτών ζούσε σε ξύλινες κατοικίες, που στηρίζονταν επάνω σε μεγάλους πασσάλους μπηγμένους μέσα στη λάσπη της λίμνης. Γνωστοί άλλοι κάτοικοι ήταν οι Δόβητες στην περιοχή Πρώτης-Ροδολίβους -άλλη σπουδαία και ιστορική περιοχή του Παγγαίου- οι Παίονες και οι μαχητικοί Αγριάνες. Στην περιοχή της Αμφίπολης ήταν οι Ηδωνες και ανάμεσα στο Σύμβολο και το Παγγαίο, οι Πίερες. Στην περιοχή Νικήσιανης - Παλαιοχωρίου, κατοικούσαν οι Σάιοι, που εκμεταλλεύονταν το χρυσό του Παγγαίου και ανατολικότερα οι Πράσσιοι στο Πράβι ( Ελευθερούπολη). Στα Β.Α. ήταν οι Οδομάντες, ενώ στα ψηλότερα μέρη του βουνού κατοικούσαν οι ψηλόσωμοι, αγέρωχοι και δυναμικοί Σάτρες, που δεν τους υπόταξε ούτε ο Ξέρξης αλλ' ούτε και ο Μ. Αλέξανδρος. Αυτοί είχαν μεγάλο ποσοστό απ' την εξόρυξη κι εκμετάλλευση του χρυσού και οι ίδιοι είχαν τη φροντίδα του ιερού και του μαντείου του Διόνυσου. Όλοι αυτοί οι κάτοικοι της περιοχής Παγγαίου, Θρακικής προέλευσης Προέλληνες, επικρατούν στην περιοχή από το 1800 π.Χ. Γύρω στα 1500π.Χ. εμφανίζονται οι Πελασγοί και στα 1400π.Χ. οι Φοίνικες, οπότε ο βασιλιάς Κάδμος ανακάλυψε το χρυσό του Παγγαίου και πρώτος αρχίζει την εκμετάλλευσή του. Αργότερα επεμβαίνουν δυναμικά οι Θασίτες, ιδρύοντας αποικίες στην περιοχή και , εκμεταλλευόμενοι συστηματικότερα το χρυσό, γίνονται άριστοι χρυσοχόοι με τεράστια κέρδη. Το 700π.Χ. ο Αρχίλοχος ο Πάριος όρμησε με το στρατό να πάρει το μεταλλείο του χρυσού, αλλά έπαθε πανωλεθρία απ' τους μαχητικούς Σάιους και κόντεψε να σκοτωθεί κι ο ίδιος.
Από το βιβλίο του Θεοφίλου Θωμά «Ματιές στη Νικησιανή και στα Ιερά της Προσκυνήματα».

Το Παγγαίο Όρος
  Από τα πιο όμορφα βουνά της Ελλάδος το Παγγαίο, απ' όπου κι αν το δεις, υψώνεται γεμάτο μεγαλείο προς τα ύψη, αιώνιο κι ακατάλυτο από τον χρόνο, με όγκoυς γεμάτους πλαστική έκφραση, με καμπύλες και τόνους που συνθέτουν αρμονία, με χρώματα όλο ευαισθησία και ποίηση. Κι οι κορυφές του καθώς προβάλλονται στη γαλάζια απεραντοσύνη του ουρανού, άλλοτε μενεξεδένιες, ρόδινες ή γεμάτες χρυσάφι, άλλοτε χιονισμένες ολόλευκες κι άλλοτε πάλι σκεπασμένες από βαριά σύννεφα, είναι γεμάτες μυστήριο κι ασκούν μιαν υποβλητική επίδραση στην ανθρώπινη ψυχή. Κι από τις κορυφές αυτές ξεχύνονται δάση από οξιές, έλατα, καστανιές, πλατάνια και δρυς, που σκεπάζουν πλαγιές και ρεματιές. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο πως εδώ ακριβώς στα πολύ παλιά χρόνια συγκροτήθηκαν οι πρώτοι Διονυσιακοί Θίασοι με τις έξαλλες μαινάδες και τους γεμάτους ζωώδη δύναμη σατύρους, που στο χορό και στην έκσταση ζήτησαν τη λύτρωση και την επικοινωνία με το Θεό. Κι ακόμη, ότι στο βουνό αυτό πλάστηκαν οι πιο παλιές δοξασίες για την αθανασία της ψυχής. Πιο υπέροχο, πιο θείο φυσικό σκηνικό δεν θα μπορούσε να ζητήσει πουθενά αλλού ο μεγάλος θεός της Θράκης, ο Διόνυσος. (Η παράγραφος αυτή έχει ληφθεί από κείμενο του αειμνήστου Αρχαιολόγου και Εφόρου Αρχαιοτήτων Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης κ. Δημητρίου Λαζαρίδη με τίτλο "Ο χρυσός του Παγγαίου και τα κοσμήματα της Αμφιπόλεως").
Η ιστορία του Παγγαίου
  Το Παγγαίο είναι χωρίς αμφιβολία, μετά τον Όλυμπο, το πιο ιστορικό βουνό της Ελλάδος, ένα βουνό γεμάτο χρυσάφι όπως μαρτυρούν και το ιστορικά κείμενα. Το όνομα του το πήρε κατά τον Πλούταρχο από τον Παγγαίο, γιο του Αρη και της Κριτοβούλης. Στην εποχή του Ομήρου ονομαζόταν Νύσα και αργότερα Καρμάνιο. Το Παγγαίο κατοικήθηκε από τους προϊστορικούς χρόνους και την λίθινη εποχή. Οι πρώτοι κάτοικοι του λέγονταν Δερρίοπες λόγω των δερμάτων που φορούσαν και ζούσαν κυρίως με το ψάρεμα και το κυνήγι. Το 1800 π.Χ. εμφανίζονται τα πρώτα Θρακικά φύλα και το 1500 π.Χ. οι Πελασγοί, λαοί άγριοι και πολεμικοί. Το 1400 π.Χ. φτάνουν εδώ και οι Φοίνικες του Κάδμου. Οι Φοίνικες ήταν πολιτισμένοι, άριστοι μεταλλωρύχοι και ερευνητικοί. Τα κυριότερα Θρακικά φυλά που κατοικούν το Παγγαίο είναι οι Δόβηρες στην βόρεια πλευρά του. Δυτικά κατοικούν οι Παίοπλες και δυτικότερα οι Παίονες και οι Αγριάνες. Στο νότιο τμήμα του βρίσκουμε τους Πιερείς και στο ανατολικό τους Σιάους και τους Πράσιους. Στις κορυφές του Παγγαίου κατοικούν οι Σάτρες, λαός πολεμικότατος. Επειδή ζούσαν στις χιονοσκεπείς κορυφές δεν μπόρεσε να τους υποτάξει κανείς, ούτε οι Πέρσες του Ξέρξη ούτε ο Μέγας Αλέξανδρος. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι ήταν ψηλόσωμοι, ρωμαλέοι και άριστοι πολεμιστές. Ηταν φύλακες του Μαντείου του Διονύσου που οι ίδιοι ίδρυσαν στην κορυφή του βουνού. Τους ιερείς του παραπάνω μαντείου που ήταν γνώστες των διονυσιακών και ορφικών μυστηρίων τους έλεγαν Βίσσους. Το έτος 470 π.Χ. έρχονται στην περιοχή οι Αθηναίοι και εγκαθίστανται στην Ηϊόνα (σημερινή Τούζλα) με σκοπό να καταλάβουν θρακικές πόλεις και τα μεταλλεία του Παγγαίου. Το 465 οι Αθηναίοι καταλαμβάνουν την πόλη των εννέα οδών αλλά στην μάχη που ακολουθεί στην Δραβισκό σκοτώνονται όλοι, 10.000 τον αριθμό. Το έτος 436 με στρατηγό τον Αγνωνα καταλαμβάνουν και πάλι την πόλη των Εννέα Οδών την οποία και ονομάζουν Αμφίπολη. Ετσι εξασφαλίζουν τον έλεγχο της περιοχής και την εκμετάλλευση των μεταλλείων του Παγγαίου. Τα πλούσια κοιτάσματα χρυσού του Παγγαίου προσέλκυσαν και τους γειτονικούς Μακεδόνες που αναζητούσαν πιο έφορα εδάφη. Έτσι το 399 π.Χ. έρχεται στην περιοχή ο μεγαλύτερος όγκος των Μακεδόνων επί Φιλίππου του Β', ο οποίος το 358 π.Χ. ιδρύει την πόλη των Φιλίππων. Το 330 π.Χ. η επικράτεια της Μακεδονίας φτάνει μέχρι τον ποταμό Νέστο. Πολλές από τις Θρακικές φυλές συμμάχησαν με τον Φίλιππο ενώ οι υπόλοιπες υποτάχθηκαν με την βία (εκτός από τους ορεσίβιους Σάτρες). Έτσι ο ντόπιος πληθυσμός αρχίζει να αφομοιώνεται από τους Μακεδόνες. Η ακμή της Μακεδονικής Δυναστείας στηρίχθηκε εξ ολοκλήρου στην εκμετάλλευση των χρυσωρυχείων του Παγγαίου. Το βασιλικό νομισματοκοπείο που ήταν εγκατεστημένο στους Φιλίππους έκοβε μέχρι και 1000 χρυσά και ασημένια νομίσματα ημερησίως, ενώ με την ξυλεία του Παγγαίου οι Μακεδόνες ναυπήγησαν τον πολεμικό τους στόλο. Το 168 π.Χ. την περιοχή κατακτούν οι Ρωμαίοι. Η περιοχή γίνεται πασίγνωστη σε όλη την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του 42 π.Χ. εξ αιτίας της μάχης των Φιλίππων. Στην μάχη αυτή τα στρατεύματα των μοναρχικών Αντώνιου και Οκταβιανού νικούν τους δημοκρατικούς Βρούτο και Κάσιο, με αποτέλεσμα την αλλαγή του πολιτεύματος της Ρώμης.
Χλωρίδα και πανίδα του Παγγαίου
  Το όρος Παγγαίο, μαζί με τις φυσικές του ομορφιές, τις μεγάλες ορθοπλαγιές, τα μεγαλόπρεπα αλπικά του τοπία, τις κατάφυτες απότομες βουνοπλαγιές και τους χείμαρρους που ξεκινούν από αυτές, ήταν γνωστό και για την ποικιλία της χλωρίδας και της πανίδας του. Σήμερα λίγα από αυτά που υπήρχαν κάποτε σώζονται, όπως άλλωστε και στα περισσότερα βουνά της Ελλάδας, σχηματίζουν όμως ένα μοναδικό και αξιόλογο οικοσύστημα. Σκοπός αυτού του κειμένου είναι να δώσει στον ορειβάτη - φυσιολάτρη που θα θελήσει να επισκεφθεί το Παγγαίο μια εικόνα του τι μπορεί να συναντήσει στη διαδρομή του, όσον αφορά την έμβια φύση. Λόγω των διαφορετικών κλιματολογικών συνθηκών που δημιουργούνται σε διάφορα ύψη, υπάρχουν ζώνες βλάστησης ανάλογες με το υψόμετρο και τις κλιματολογικές ιδιαιτερότητες κάθε περιοχής, με χαρακτηριστικά είδη φυτών και ζώων για κάθε ζώνη.
Η ζώνη της Μεσογειακής Μακίας
  Από τους πρόποδες του βουνού και μέχρι τα 800 μέτρα ύφος περίπου συναντούμε τη ζώνη των θάμνων ή "Ζώνη Μεσογειακής Μακίας" που χαρακτηρίζεται από φυτά-θάμνους ή δένδρα με μικρό ύψος (3-4 μέτρα). Τέτοια φυτά είναι το πουρνάρι (Queτcus coccifera), η 'Αρια (aueτcus ilex), το σχίνο (Pistacia lentiscws), η αγριελιά (olea europana), η άγρια αμυγδαλιά (Prwnus webbii), η άγρια δαμασκηνιά (Prwnus domestica), η γκόρτσια (Pyrus spinosa), το Θαμνοκυπάρισσο (dunipeτws phoenicea) και η κουμαριά (Arbutus anedo). Συχνές είναι οι φτέρες (pteridium aguilinum) και στα χαμηλότερα αυτής της ζώνης, οι αγγελικές (Angelica Siluestries). Από τα ωραιότερα αγριολούλουδα της Ελληνικής χλωρίδας, οι κόκκινες παιόνιες (Paponia peregrina), τα κυκλάμινα (cuclamen se), οι κόκκινοι και ροζ κρίνοι (Lilium Chalcedonicum) και (L. Matragon) και πολλά είδη ιρίδων, όπως το lris sίntenisii τα συναντάμε αρκετά συχνά σε μερικές περιοχές. Η ζώνη αυτή συχνά διακόπτεται από δασύλλια πεύκης (Pinus brutia), καστανιές (castanea satiνα) και πλατάνια (Platanus οaentalis). Η χλωρίδα της ζώνης αυτής έχει υποβαθμιστεί έντονα λόγω των συχνών πυρκαγιών, της υπερβόσκησης, αλλά και της παράνομης υλοτόμησης που γίνεται από τους κατοίκους των γύρων χωριών. Υποβαθμισμένη είναι και η πανίδα της περιοχής αυτής, όχι μόνο λόγω της υποβάθμισης της χλωρίδας αλλά και λόγω της έντονης ανθρώπινης δραστηριότητας (γεωργία, κτηνοτροφία, υλοτομία, διάνοιξη δασικών δρόμων, λατομεία, κυνήγι). Το μόνο ζώο που δεν φαίνεται να επηρεάζεται από τη γενικότερη υποβάθμιση είναι η αλεπού (Vulpes vulpes) που αφθονεί. Συχνά είναι και τα κουνάβια (Mustela putorius και Martes Poina) και ο Ασβός (Meles uneles), ενώ ο λαγός (Lepus cappnsis) και το αγριογούρονο (sus scτofa) σπανίζουν. Η ορνιθοπανίδα αυτής της ζώνης έχει να επιδείξει και τα περισσότερα. Αναπαραγόμενα είδη στην περιοχή είναι o Χρυσαετός (Aguila chrysaptos) 2-3 ζεύγη στις απότομες ορθοπλαγιές, ο φιδαετός (Circaetus gallicus) 5-10 ζεύγη, o Σταυραετός (Heraaetus pennatus), ο πετρίτης (Falco peregrinus), ο μπούφος (Bubo Βυbo), η πετροπέρδικα (Alectoris graeca), η σπάνια χαλκοκουρούνα (caracia ganulus), το κουφαηδόνι (cercotrichas galactote), η λιοτσιρίδα (Hippolais olivetorwn), ο γαϊδουροκέφαλας (Lanius minor) και ο πελαργός (ciconia ciconia).
Η Oρεινή ζώνη
  Η ορεινή ζώνη, η ζώνη των. ορεινών δασών, διαδέχεται αυτή της μεσογειακής μακίας, μέχρι το ύψος των 1800 μ. περίπου. Εδώ υπάρχουν τα μεγάλα δένδρα, κυρίως οξιές (Fagus suluatica) και ανάμεσά τους, λίγες σημύδες (betulapentula) και δασική πεύκη (Pinus siluestris). Ελάχιστες είναι οι βελανιδιές (Quercus macro lepsis) και τα κέδρα (duniperus oxucedrws). Στα ψηλότερα της ζώνης, σε μερικά σημεία, συναντούμε το μακεδονίτικο έλατο (Abies borisciregis), ενώ δεν είναι σπάνιο το Γαϊδουροπούρναρο ή γκι (uiscum album). Χαρακτηριστικό των δασών αυτών είναι η σχεδόν παντελής έλλειψη γέρικων δένδρων, εξαιτίας της εντατικής υλοτομίας. Απόρροια του γεγονότος, αυτού είναι ότι δεν υπάρχουν δένδρα με κουφάλες, που θα χρησίμευαν για καταφύγιο και φώλιασμα ζώων και πουλιών. Στα ξέφωτα που σχηματίζονται μέσα στο δάσος αυτό, συναντάμε φτέρες (Pteridium aguilίnun) και αγριολούλουδα, όπως κρόκους (crocus safinws), ορχιδέες (orchis sp), (orchrys sp) (Dactylonhiza sp), κρίνους (Lilium sp) και ίριδες (iris sp). Μερικά από αυτά είναι πολύ σπάνια. Πολλά είναι και τα αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά στα ξέφωτα και τις ορθοπλαγιές της περιοχής. Στα μέρη αυτά ζει ο λύκος (canis lupus) και το αγριογούρουνο (sus scrofa), σε μικρούς όμως αριθμούς. Ίσως επιβιώνουν ακόμα λίγα ζαρκάδια (Capreolus capreolus), ενώ o σκίουρος (sciurus wlharίs) και ο αγριόγατος (Felis siluestris) που ζούσαν παλαιότερα, φαίνεται ότι εξαφανίστηκαν. Την άνοιξη, συνήθως, συναντούμε την σαλαμάνδρα (salamandra salamandra), που ζει στην υγρασία του εδάφους. Πολλοί είναι οι δρυοκολάπτες που ζουν εδώ: όπως σταχτοτσικλιτάρα (Picus canπυ), η μεσοτσικλιτάρα (pendrocopus medius) και σπάνια μαυροτσικλιτάρα (Dryocopus martius). Δεν είναι σπάνιος o χουχουλιστής (strix aluco), ενώ μπούφοι (bubo bubo) βρίσκουν καταφύγιο στα κοιλώματα των ορθοπλαγιών.
Η Aλπικη ζώνη
  Η Αλπική ζώνη εκτείνεται πάνω ατό τα 1800 μ. έως και την κορυφή (1956 μ.). Χαρακτηρίζεται από χαμηλή θαμνώδη βλάστηση λίγων εκατοστών. Τα φυτά εδώ έχουν προσαρμοστεί στις αντίξοες καιρικές συνθήκες (άνεμοι, ξηρασία, άγονο έδαφος, χαμηλές θερμοκρασίες και υψηλές χιονοπτώσεις), αναπτύσσοντας ισχυρές ρίζες, βολβούς, μικρά συχνά λεπτά σαν βελόνες φύλλα. Ευδοκιμούν πολλά αγριολούλουδα, όπως ο κρόκος (crocus satinus), η αγριοτριανταφυλλιά (Rosasp) σε νάνα μορφή, το κολχικό (Cnlchicum cupanii) και (C. Lίngulatum), το κενταύριο (centaurea mixta) και πολλά άλλα σπάνια και λιγότερο γνωστά. Εδώ ζουν λύκοι (canis Ιυpus), λαγοί (Lepus capensis) και πέρδικες (Alectoris graeca). Στις ορθοπλαγιές φωλιάζουν κόρακες (coruus corax), ενώ δεν είναι σπάνιο να δει κανείς κάποιο χρυσαετό να πετάει πίσω από τις κορυφές του βουνού.
Μανιτάρια τον Παγγαίου
  Πολλά είναι τα μανιτάρια του βρίσκονται κυρίως στους πρόποδες και τα δάση, μερικά από αυτά εδώδιμα, όπως οι βολίτες (Boletus suilus), οι έλβελλες (Heluella crispa), το δίσπορο (Agaricus dispoτus), o κοπρίνος (coprinus comatus), η αγροκύβη (Agrocybe cylindrata), η λεπιότα (Lepiora clypeolaria), το λυκόπερδο (Lycoperdo pertatum) και η ραμάρια (Ramaria alava). Αλλα πάλι παραισθησιογόνα ή και δηλητηριώδη, όπως τα τρελλομανίταρα (Amanita muscaria). Μερικά δεν θυμίζουν καν μανιτάρια με το σχήμα τους και το μέγεθός τους, όπως η σέρπουλα (serpulα lacrymamus), τα ξυλομανίταρα κυι οι μούχλες.
Ερπετά
  Υπάρχουν πολλά κυρίως στη ζώνη της Μακίας αλλά και στα ξέφωτα του δάσους. Φίδια όπως η δενδρογαλιά (columber gemonensis), η Σαΐτα (C. Nagidum), ο τυφλίτης (Ophisaurus apodus), το κονάκι (Anguish fragilis), ο λαφίτης (elapne longίssima), o οφιόμορός (ophiomorus -ρυηctatissinus) και οι οχιές (Vipera ammodytes και V. βerus). Σαύρες όπως η Γραικοσαύρα (La certa graeca), η σμαραγδοσαύρα (L Viι-idi), η πρασινογουστέρα (L Trilineaτα) και η βαλκανοσαύρα (Rodarcis tautica) και χελώνες (testudo nermani και Τ. graeca).
Νυχτερίδες
  Τελευταία θα αναφερθούμε στις νυχτερίδες που χρησιμοποιούν για καταφύγιο τις πάμπολλες σπηλιές και εγκαταλελειμμένα σπίτια, που υπάρχουν στους πρόποδες του βουνού, καθώς και στις κουφάλες των αιωνόβιων πλατάνων. Δυστυχώς τα είδη τους δεν έχουν καταγραφεί, υπάρχουν όμως σίγουρα οι νανονυκτερίδες (Pipistrellus pipistrellus), οι νυχτερίδες του Nathusius, η τρανομυωτίδα (Myotis myotis), ο νυκτοβάτης (Nyctalus ποεtυlα) και o μικρορινόλοφος (Khinoloplus hipposideros).
Καταστροφές κίνδυνοι και προστασία του δάσους
  Το δασικό σύμπλεγμα του όρους έχει έκταση 19.985 εκτάρια. Μέρος αυτού είναι καταφύγιο θηραμάτων, πράγμα που φαίνεται να αγνοείται από πολλούς ασυνείδητους κυνηγούς της περιοχής, αφού δεν ελέγχεται καμία δραστηριότητα στο βουνό. Οι συχνές πυρκαγιές, η διάνοιξη δασικών δρόμων, η υλοτομία και η ανεξέλεγκτη βοσκή των γιδοπροβάτων στην περιοχή, έχουν συντελέσει στην υποβάθμιση της χλωρίδας και της πανίδας. Στους πρόποδες του βουνού, αλλά και ψηλότερα τα δεκάδες λατομεία σχιστόλιθων χαράσσουν αθεράπευτες πληγές στο βουνό και τη ζωή του. Αυτά, μαζί με τη μόλυνση του κάμπου του Παγγαίου από τα λιπάσματα και τα φυτοφάρμακα, καθώς και τις φόλες που βάζουν οι κτηνοτρόφοι στην προσπάθειά τους να εξοντώσουν τους λιγοστούς λύκους που θεωρούν απειλή για τους ίδιους και τα κοπάδια τους, έχουν αποδεκατίσει την πανίδα της περιοχής.
'Αρης Χρηστίδης - Μέλος του ΕΟΣ Καβάλας και μέλος της Εταιρίας Προστασίας Αγρίων Ζώων και Πουλιών. Πηγές: 1) Ελληνική Χλωρίδα: 'Ελμουντ Μπάουμαν. 2) Σημαντικές περιοχές για τα πουλιά της Ελλάδας: Ε.Ο.Ε. 3) Δασαρχείο Καβάλας. 4) Τα λουλούδια της Ελλάδας: Τ. Σφήκας. 5) Δένδρα και θάμνοι της Ελλάδας: Γ. Σφήκας

Τα μονοπάτια του Παγγαίου
  Τα γραφικά χωριά και τα πανέμορφα μονοπάτια του Παγγαίου προσφέρουν σε κάθε πεζοπόρο τη δυνατότητα να επισκεφτεί και ν' ανέβει το βουνό απ' όλες του τις πλευρές και όλες τις εποχές του χρόνου. Η κάθε ανάβαση αποτελεί μια ξεχωριστή εμπειρία και γεμίζει με την ομορφιά της τον άνθρωπο της πόλης που τόσο έχει ανάγκη την επαφή με την ορεινή φύση. Υπάρχουν στο Παγγαίο μονοπάτια που θα πρέπει να τα ξέρεις για να τα περπατήσεις και τα μονοπάτια που έχουν σήμανση. Αυτά τα σηματοδοτημένα μονοπάτια είναι μέχρι στιγμής μόνο τρία και τη σήμανσή τους, που επιδέχεται βελτίωση, την έχουν κάνει Σύλλογοι της περιοχής μας. Τα εθνικά αυτά μονοπάτια είναι βαμμένα με κόκκινο και άσπρο χρώμα και φέρουν το γράμμα Ο και τον αριθμό 4 (O4).
Μονοπάτι Αμφίπολης-Ροδολίβους
  Το πρώτο μονοπάτι ξεκινάει από την Αμφίπολη, συνεχίζει στην περιοχή του χωριού Ροδολίβους που ανηφορίζει το βουνό προς την κορυφή Μάτι, όπου βρίσκονται οι κεραίες των ραδιοτηλεοπτικών σταθμών. Τη χάραξη και τη σήμανσή του την πραγματοποίησε ο Ελληνικός Ορειβατικός Σύλλογος Ροδολίβους. Το μονοπάτι αυτό στο μεγαλύτερο μέρος του είναι γυμνό και εκτεθειμένο, αλλά με καταπληκτική θέα ανατολικά και νότια. Προσφέρει τη δυνατότητα να βλέπει ο πεζοπόρος το όρος Αθως, το νησί της Θάσου, τις παραλίες της Εγνατίας έως το Στριμωνικό κόλπο. Ακόμα τα χωριά Μουσθένη και Μεσορόπη, το όρος Σύμβολο και τον κάμπο που παρεμβάλλεται. Η διαδρομή από το καταφύγιο του Ε.Ο.Σ. Ροδολίβους έως την κορυφή Μάτι διαρκεί 3 ώρες και 30 λεπτά. Η προτεινόμενη ώρα είναι η απογευματινή γιατί σου δίνει τη δυνατότητα να απολαύσεις και να χαρείς από Ψηλά το ηλιοβασίλεμα. Το μονοπάτι αυτό βρίσκεται στη νοτιοδυτική πλευρά του βουνού.
Μονοπάτι Αυλής
  Η δυτική πλευρά προσφέρει τη δυνατότητα να δει κανείς το όρος Μενίκιο, τα όρη της Βροντού έως το Φαλακρό. Από την κορυφή Μάτι σου δίνεται η δυνατότητα να δεις τα πάντα γύρω από το βουνό Παγγαίο και με καλές καιρικές συνθήκες βλέπεις τα βουνά στη γειτονική Βουλγαρία αλλά και το ψηλότερο βουνό της Ελλάδας, το μεγαλοπρεπή Όλυμπο. Από εδώ τη σήμανση του μονοπατιού θα συνεχίσει ο Σύλλογος Χιονοδρομίας Ορειβασίας Καβάλας. Η ορειβατική συντροφιά, αφού αφήσει τη φιλοξενία του σταθμού των ραδιοτηλεοπτικών δικτύων, κατηφορίζοντας ανατολικά προς την κοιλάδα του Ορφέα, σε μισή ώρα φτάνει στο καταφύγιο του Σ. Χατζηγεωργίου που τις περισσότερες φορές, αν όχι όλες, το βρίσκουμε κλειστό. Συνεχίζοντας, ακολουθούμε και πάλι τη σήμανση, που τώρα είναι πάνω στο δρόμο, μέσα από το όμορφο δάσος με τις οξιές, σε 20' φτάνουμε στο πέτρινο, ετοιμόρροπο αλλά πανέμορφο και γεμάτο αναμνήσεις, καταφύγιο Πεταλούδα (1500 μ.). Γύρω στα 5 λεπτά πριν από το καταφύγιο συναντάμε και τη μοναδική βρυσούλα που τρέχει όλες τις εποχές του χρόνου ανάλογα με τα κέφι του "άρχοντα των νερών" πότε πολύ και πότε λίγο. Από εδώ το δάσος της οξιάς είναι πολύ ψηλό και περπατώντας από κάτω χάνεσαι πραγματικά μέσα στον παχύ ίσκιο τους και στο παχύ φύλλωμά τους. Δεν είναι λίγες οι φορές που χώνεται κανείς στο πλούσιο φύλλωμα μέχρι τα γόνατα και αυτό είναι, βέβαια, το καλύτερο μέρος για "ξάπλες" και για ξεχούραση ψυχής τε και σώματος κυρίως όταν το ανεβαίνουμε το μονοπάτι. Περίπου μια ώρα χρειάζεται για να φτάσουμε από το καταφύγιο Πεταλούδα στο "Γουρουνόνερο", όπου οι ομάδες πάντοτε στέκονται για ξεκούραση όταν ανηφορίζουν το βουνό, αλλά και όταν κατηφορίζουν προς το χωριό Αυλή. Από το Γουρουνόνερο σε μια ώρα και 15 περίπου λεπτά φτάνουμε στο χωριό, αφού πρώτα περάσουμε από την παλιά Αυλή, με τα παλιά πέτρινα σπίτια, ένα γραφικό χωριό που εγκαταλείφθηκε και αποτελεί για μας μια ακόμα καθιερωμένη στάση για ξεκούραση και για φωτογραφήσεις των παλιών σπιτιών του. H ανάβαση από Αυλή για Μάτι απαιτεί περίπου 5.30 ώρες.
Μονοπάτι Εικοσιφοινίσσης
  Το τρίτο και ομορφότερο μονοπάτι ξεκινάει από το χωριό Νικήσιανη και συνεχίζει σε 5 περίπου χιλιόμετρα χωματόδρομο. Κατά τη διάρκεια της ανάβασης μας δίνεται η ευκαιρία να επισκεφτούμε τρία μοναστήρια. Το τελευταίο μοναστήρι που συναντάμε είναι η ιστορική μονή της Εικοσιφοινίσσης. Το μονοπάτι συνεχίζει μέσα από μια μικρή ρεματιά και σε 15 περίπου λεπτά εμφανίζεται μπροστά μας μια παλιά ξύλινη καλύβα κυνηγών. Μετά από λίγο μπαίνουμε στο δάσος. Προχωρούμε, μέσα από έλατα, οξιές και θεόρατες καστανιές και μετά από μισή ώρα ανήφορου "αποζημιωνόμαστε" βγαίνοντας σ' ένα "μπαλκόνι" με καταπληκτική θέα προς τον κάμπο των Φιλίππων που απλώνεται μπροστά μας με τα χωριά του όλα και έχοντας την αίσθηση ότι βρισκόμαστε σε αεροπλάνο. Συνεχίζοντας πάντοτε μέσα στο δάσος όπου θαυμάζουμε τις τεράστιες μυρμηγκοφωλιές και τις ορχιδέες το μονοπάτι μας οδηγεί στην είσοδο της Ασκητότρυπας, μιας πολύ μεγάλης και ιστορικής σπηλιάς που φιλοξενούσε ή αποτελούσε κρησφύγετο για πολλούς μοναχούς. Το μονοπάτι συνεχίζει ομαλά, θα λέγαμε καλύτερα ότι τραβερσάρει κάτω από τα βράχια, πάντοτε μέσα από το δάσος οξιάς με παχύ φύλλωμα, μέσα από πανέμορφα μέρη που μας προσφέρουν τη δυνατότητα να σταματήσουμε για ξεκούραση και να απολαύσουμε πραγματικά το τοπίο και γενικότερα τη φύση. Για να φτάσουμε από το μοναστήρι της Εικοσιφοιννίσης στην μοναδική βρύση κάτω από τις ορθοπλαγιές του δίκορφου, που πάντοτε τρέχει νερό και αποτελεί έναν "υποχρεωτικό" σταθμό στην πορεία μας, χρειάζονται γύρω στις 4 ώρες. Όλο το μονοπάτι είναι μέσα στο δάσος και έτσι έχουμε τη δυνατότητα να περπατάμε πάντα στη σκιά, σε συνθήκες "ιδανικές" για τους πεζοπόρους. Μετά τη βρύση ανηφορίζουμε σε μονοπάτι εκτεθειμένο που όμως μας επιτρέπει να απολαύσουμε την απεραντοσύνη της θέας και τη γύμνια του βουνού. Μετά από 3/4 της ώρας ανήφορο φτάνουμε στο δίκορφο (τρίκορφο). Από εδώ, ανάλογα βέβαια με τις καιρικές συνθήκες, βλέπουμε όλα όσα υπάρχουν γύρω από το Παγγαίο: Θάσο, Σαμοθράκη, Αγιο Όρος (Αθως), Φαλακρό έως και τον Όλυμπο. Μέχρι το καταφύγιο του Χατζηγεωργίου μας χωρίζει μια διαδρομή 3/4 της ώρας από κακοτράχαλο, κατηγορικό μονοπάτι. Στο μονοπάτι αυτό, από την "Εικοσιφοίννισα", είναι το ομορφότερο και το μεγαλύτερο του Παγγαίου. Για τη σηματοδότησή του δούλεψε ο Ε.Ο.Σ. Καβάλας.
Αλέκος Τσιλογεώργης - Εκπαιδευτής ορειβασίας, οδηγός βουνού.

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιανουάριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Πρώτης


Σελίδες μη-κερδοσκοπικών οργανισμών

Harpers Dictionary of Classical Antiquities

Pangaeum

(Pangaion) or Pangaeus (Pangaios). A mountain range in Macedonia between the Strymon and the Nestus. It was famous for its mines of gold and silver, and for its roses.

Perseus Project

Pangaion, Pangaeum, Pangaeon

Greek & Roman Geography (ed. William Smith)

  Pangaeum, Pangaeus (to Pangaion or Pangaion oros, ho Pangaios, Herod. v. 16, vii. 112, 113; Thuc. ii. 99; Aesch. Pers. 494; Pind. Pyth. iv. 320; Eurip. Rhes. 922, 972; Dion Cass. xlvii. 35; Appian, B.C. iv. 87, 106; Plin. iv. 18; Virg. Georg. iv. 462; Lucan i.679), the great mountain of Macedonia, which, under the modern name of Pirndri, stretching to the E. from the left bank of the Strymon at the pass of Amphipolis, bounds all the eastern portion of the great Strymonic basin on the S., and near Pravista meets the ridges which enclose the same basin on the E. Pangaeume produced gold as well as silver (Herod. vii. 112; Appian, B.C. iv. 106); and its slopes were covered in summer with the Rosa centifolia. (Plin. xxi. 10; Theoph. H. P. vi. 6; Athen. xv. p. 682.) The mines were chiefly in the hands of the Thasians; the other peoples who, according to Herodotus (l. c.), worked Pangaeum, were the Pieres and Odomanti, but particularly the Satrae, who bordered on the mountain. None of their money has reached us; but to the Pangaean silver mines may be traced a large coin of Geta, king of the Edones. (Leake, Northern Greece, vol. iii. pp. 176, 190, 212.)

This text is from: Dictionary of Greek and Roman Geography (1854) (ed. William Smith, LLD). Cited August 2004 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks


Έχετε τη δυνατότητα να δείτε περισσότερες πληροφορίες για γειτονικές ή/και ευρύτερες περιοχές επιλέγοντας μία από τις παρακάτω κατηγορίες και πατώντας το "περισσότερα":

GTP Headlines

Λάβετε το καθημερινό newsletter με τα πιο σημαντικά νέα της τουριστικής βιομηχανίας.

Εγγραφείτε τώρα!
Greek Travel Pages: Η βίβλος του Τουριστικού επαγγελματία. Αγορά online

Αναχωρησεις πλοιων

Διαφημίσεις

ΕΣΠΑ