Εμφανίζονται 1 τίτλοι με αναζήτηση: Ιστορία για το τοπωνύμιο: "ΓΥΘΕΙΟ Πόλη ΛΑΚΩΝΙΑ".
Το Γύθειο κατά την Αρχαιότητα
Το Γύθειο έχει κατοικηθεί από τα Προϊστορικά χρόνια (σπήλαιο στη θέση
Λακωνίς κοντά στη πόλη του Γυθείου), όπως μαρτυρούν και τα ευρήματα που βρίσκονται
στο μουσείο του και το χρησιμοποιούσαν και οι Φοίνικες για να συλλέγουν την "πορφύρα".
Σύμφωνα με την παράδοση όταν ο Θεός Απόλλωνας μάλωσε με τον Ηρακλή
για τον μαγικό τρίποδα του μαντείου
των Δελφών και στο τέλος συμφώνησαν, ο τόπος της συμφωνίας ονομάσθηκε "Γύη
Θεών"' δηλαδή Γύθειο. Ήταν το επίνειο και ο ναύσταθμος της αρχαίας Σπάρτης.
Στο μικρό νησάκι που βρίσκεται στο Γύθειο, σύμφωνα με τον Όμηρο έδεσε
το πλοίο του ο Πάρις ερχόμενος από την Τροία
για την Σπάρτη. Όταν έκλεψε την
Ωραία Ελένη, στο νησάκι αυτό, πέρασαν την πρώτη τους νύκτα πριν την αναχώρησή
τους για την Τροία. Φεύγοντας δε, σύμφωνα με την παράδοση, ο Πάρις ξέχασε το κράνος
του. Έτσι μέχρι και σήμερα το νησάκι ονομάζεται Κρανάη.
Στα Ρωμαϊκά χρόνια (195 π.Χ.) το Γύθειο ήταν η πρωτεύουσα του Κοινού
των Ελευθερολακώνων, με πληθυσμό πάνω από 25.000 και γνώρισε μεγάλη άνθηση. Τότε
κατασκευάσθηκαν το θέατρο της πόλης, η ακρόπολή της, το βαλανείο (δημόσια λουτρά),
ναοί και αρκετά σπίτια με πλούσιο διάκοσμο και ψηφιδωτά και η πόλη διακοσμήθηκε
με περίτεχνα αγάλματα. Αργότερα η πόλη καταστράφηκε από σεισμό (το 375 μ.X.),
τμήματα των ερειπίων της αρχαίας πόλεως του Γυθείου βρίσκονται στο βόρειο άκρο
της σημερινής πόλης. Ο επισκέπτης μπορεί να τα δει βυθισμένα στο βυθό της θάλασσας
ανατολικά του σταδίου της.
Το Γύθειο στα Νεότερα Χρόνια
Η περιοχή κατοικήθηκε ξανά λίγο πριν την επανάσταση του 1821 και πήρε
το όνομα Μαραθονήσι. Από τα χρόνια εκείνα διατηρείται μόνο ο πύργος της οικογενείας
Τζανήμπεη Γρηγοράκη στο νησί Κρανάη που σήμερα λειτουργεί σαν μουσείο.
Στα τέλη του προηγούμενου και στις αρχές του αιώνα μας η πόλη γνώρισε
μεγάλη εμπορική, οικονομική και πολιτιστική άνθηση. Στα χρόνια αυτά κατασκευάσθηκε
το πρώτο λιμάνι και διαμορφώθηκε η μαρμάρινη παραλία που υπάρχει σε αυτό, ο μαρμάρινος
οκταγωνικός φάρος στο νησάκι Κρανάη το οποίο συνδέθηκε με δρόμο με την απέναντι
παραλία, το Δημαρχείο, το Παρθεναγωγείο της πόλης (έργα του Βαυαρού αρχιτέκτονα
Τσίλερ το 1891), η Κεντρική Αγορά της πόλης (έργο του ιδίου αρχιτέκτονα) εκεί
που σήμερα βρίσκεται το Κέντρο Υγείας.
Σ' αυτή την περίοδο κτίσθηκαν τα παραδοσιακά διώροφα και τριώροφα
νεοκλασικά προσδίδοντας στη στεριανή πόλη νησιώτικο χαρακτήρα.
Η βόλτα στην μαρμάρινη παραλία, με τα νεοκλασικά κτίρια, το λιμάνι
με τα καΐκια και τις βάρκες σε αυτό ανταμείβουν τον επισκέπτη που έρχεται εδώ.
Μετά την ένταξη της Μάνης στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος, τα νεώτερα υπερτοπικά
στοιχεία αντικατέστησαν τα παλιότερα παραδοσιακά πρότυπα ή αναμετρήθηκαν μ' αυτά.
Ήδη από το 1830 οι νέες κρατικές αρχές κατέστρωσαν διάφορα σχέδια
για "εσωτερική μεταρρύθμιση" της ιδιόρρυθμης ταραγμένης Μάνης αλλά και
για μετοίκηση μανιατών σε άλλες περιοχές, όπου θα τους παραχωρούσαν "εθνική
γη" για καλλιέργεια.
Το βασικό για όλη τη Μάνη, αλλά και για τη Λακωνία, λιμάνι του Γυθείου
(Μαραθονησίου), του οποίου η αναβίωση έγινε στα προεπαναστατικά χρόνια, αποτέλεσε
πόλο εντατικού εκσυγχρονισμού. Ανάμεσα στα 1840 -1900 ο οικισμός, πρωτεύουσα της
ομώνυμης επαρχίας, πενταπλασίασε τον πληθυσμό του και ξεπέρασε τα 5.000 άτομα.
Ο βασικός πυρήνας γύρω από το "καραβοστάσι" επεκτάθηκε γρήγορα προς
το λόφο και κατά μήκος των 2 κυρίων δρόμων. Ένα "Ιπποδάμειο" πολεοδομικό
σχέδιο (1861) ρύθμισε την επέκταση της πόλης προς την ομαλή βορεινή περιοχή. Στα
1865 - 1870 το παλιό λιμάνι στο καραβοστάσι, μετατράπηκε σε πλατεία, με επίχωση.
Τότε διαμορφώθηκε, με μόλωση, και η βασική παραλιακή λεωφόρος με τη μαρμάρινη
προκυμαία. Τα οικόπεδα που δημιουργήθηκαν στη παραλιακή ζώνη πουλήθηκαν σε ιδιώτες
που έκτισαν αρχοντόσπιτα και καταστήματα νεοκλασικού ρυθμού. Στα 1898 η παραλιακή
λωρίδα κι η προκυμαία επεκτάθηκαν και προς το νότο. Για να προστατευθεί καλύτερα
το λιμάνι, ενώθηκε με κρηπίδωμα το νησάκι της Κρανάης με την ξηρά. Πάνω στο νησάκι
της Κρανάης το 1873 στην άκρη της νησίδας υψώθηκε ένας εξαίρετος επιβλητικός,
οκταγωνικός φάρος, ύψους 23μ.
Παράλληλα η οικοδομική δραστηριότητα βρισκόταν σε μεγάλη έξαρση. Σ'
αυτό το διάστημα κατασκευάστηκαν αρκετά δημόσια κτίρια, λέσχες, ξενοδοχεία, πλατείες
κ.λπ. Γύρω στα 1850 κατασκευάστηκε το πρώτο Δημοτικό σχολείο, το 1866 το διδακτήριο
του Παρθεναγωγείου, το 1891 το Δημοτικό Μέγαρο (έργα του γνωστού αρχιτέκτονα Τσίλλερ).
Νεώτερα κτίρια είναι το τριώροφο μέγαρο της Μητρόπολης (1912), το γυμνάσιο (1914),
το εργοστάσιο ύδρευσης και ηλεκτροφωτισμού (1927), τα θερμά θαλάσσια λουτρά κ.λπ.
Κατά την επόμενη περίοδο 1912 - 1940, το παραδοσιακό σύστημα γνώρισε
πιο ριζικές μεταβολές: ο πληθυσμός αρχίζει και γνωρίζει μια ελαφρά κάμψη. Από
48.000 σε 47.000. Το 1912 οι 10 τέως Δήμοι διασπάστηκαν σε 60 (κατόπιν 62) κοινότητες
με 1 - 15 οικισμούς και 200 - 2000 κατοίκους η καθεμία. Από το 1937 οι 29 βόρειες
κοινότητες της επαρχίας Οιτύλου
του νομού Λακωνίας υπήχθησαν στην επαρχία Καλαμών. Η βασισμένη στην ελαιοκαλλιέργεια
οικονομία γνώρισε μεγάλη ακμή. Πολλά νοικοκυριά διατηρούσαν μόνιμες εστίες τόσο
στα χωριά όσο και στα αστικά κέντρα. Μολονότι η εποχή της μεγάλης ανοικοδόμησης
είχε παρέλθει, πολλοί ακόμη επεδίωκαν να αγοράσουν γη και να χτίσουν σπίτι στα
χωριά και στις κωμοπόλεις.
Το Γύθειο Σήμερα
Την επόμενη περίοδο 1940 - 1951 η περιοχή της Μάνης έχασε το 25% του
πληθυσμού της (από 47.000 έμειναν 35.000 κατ). Οι πολεμικές αναστατώσεις και ιδιαίτερα
ο εμφύλιος πόλεμος συρρίκνωσαν τον πληθυσμό και περιόρισαν ριζικά τις δυνατότητες
να συνεχιστούν οι γεωργικές, κτηνοτροφικές, μεταποιητικές και εμπορικές δραστηριότητες.
Το 1981 απογράφηκαν 21.800 κατ. (μείωση μεταξύ 1951 - 1981, 38%). Ο μεγάλος όγκος
του πληθυσμού κατευθύνθηκε στην Αθήνα
και ειδικότερα στον Πειραιά και
λιγότερο προς τις πόλεις της Πελοποννήσου (Καλαμάτα,
Σπάρτη, Πάτρα).
Πολλά χωριά ερήμωσαν εντελώς και η Μάνη έγινε μία από τις δραματικότερα
εκκενούμενες - προβληματικές επαρχίες στην Ελλάδα. Η ντόπια έκφραση: "σπίτι
με κουζίνα και άντρα στην Αθήνα", φανερώνει τη νοοτροπία και την πραγματικότητα
εκείνης της εποχής. Έκτοτε, τα τελευταία χρόνια διάφορες αναπτυξιακές και χωροταξικές
μελέτες, αναζητούν τον αναχαιτίσιμο της πληθυσμιακής διαρροής, την ανάπτυξη πρόσφορων
παραγωγικών κλάδων, την αναδιάρθρωση και εξυγίανση του οικιστικού πλέγματος, τονίζουν
την ανάγκη για προστασία και αξιοποίηση της μοναδικής ιστορικής και παραδοσιακής
κληρονομιάς, αναγνωρίζοντάς την ως βασικό τοπικό πόρο εθνικής σημασίας.
Λάβετε το καθημερινό newsletter με τα πιο σημαντικά νέα της τουριστικής βιομηχανίας.
Εγγραφείτε τώρα!