gtp logo

Πληροφορίες τοπωνυμίου

Εμφανίζονται 25 τίτλοι με αναζήτηση: Ιστορία  στην ευρύτερη περιοχή: "ΜΑΓΝΗΣΙΑ Νομός ΘΕΣΣΑΛΙΑ" .


Ιστορία (25)

Ανάμεικτα

ΙΩΛΚΟΣ (Χωριό) ΒΟΛΟΣ
  O Δήμος Ιωλκού έχει το εξαιρετικό προνόμιο να είναι από τους λιγοστούς Αυτοδιοικητικούς σχηματισμούς της χώρας, που διατηρεί ως τα σήμερα αναλλοίωτα, τόσο τα γεωγραφικά, όσο και τα ιστορικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά του. Ενας Δήμος, του οποίου ελάχιστα ή καθόλου μεταλλάχτηκε η φυσιογνωμία από τη φθορά του χρόνου και τις ενίοτε επελθούσες διοικητικές μεταβολές. Αυτή η συνοχή των χαρακτηριστικών του, κάνει το Δήμο Ιωλκού ζωντανό φορέα μιας πάρα πολύ παλιάς κληρονομιάς, που, μέσα στο ρου της ιστορίας, μετασχηματίσθηκε ομαλά, εμπλουτίσθηκε και έφθασε ίσα με μας.
  Πριν δούμε και μιλήσουμε για τον σύγχρονο Δήμο Ιωλκού, θα πρέπει να γυρίσουμε πίσω στα χρόνια. Μέσα απ' την ανάστροφη αυτή πορεία, θα δούμε ότι το όνομα που φέρει σήμερα ο Δήμος είναι ο συνεκτικός του κρίκος με την ίδια την ιστορία του, είναι η «γέφυρα» που ενώνει το απώτερο παρελθόν αυτού του τόπου -και το παρελθόν της ευρύτερης περιοχής- με το σήμερα.
  Το όνομα «Ιωλκός», έστω κι αν, με τους σχολαστικούς τοπωνυμικούς όρους που επ' ακριβώς ορίζονται απ' τα επιστημονικά (αρχαιολογικά) δεδομένα ασφαλώς αποκλίνει (αν και κατ' ελάχιστον) της πραγματικής θέσης της θρυλικής Ιωλκού, εκφέρει, εν τούτοις, με ακρίβεια τη γεωπολιτική σημειολογία του Δήμου της Ιωλκού και -όπως θα δούμε- αιτιολογεί απόλυτα και όχι αυθαίρετα τη σημερινή ονοματοδοσία του.
  Αφήνοντας, εν τέλει, τους ειδικούς να προσδιορίσουν τις αρχαίες θέσεις και να τις αντιστοιχίσουν προς τα πολεοδομικά και οικιστικά δεδομένα του σήμερα, θα μιλήσουμε για την ιστορία αυτής της περιοχής. Θα δούμε, ωστόσο, πως παρά την στενότητα του επισκοπούμενου εδαφικού χώρου, πρόκειται για την ιστορική επισκόπηση της άρρηκτα δεμένης με το Δήμο, ευρύτερης περιοχής (Παγασές, Δημητριάδα, Βόλος και όλα τα «πάνω από το Βόλο χωριά»), όπως τ' αναφέρει, στο βιβλίο του «Ιστορία της επαρχίας Βόλου και Αγιάς» ο Γιάννης Κορδάτος.
  Σωζόμενα μνημεία, αλλά και πάμπολλες γραπτές μαρτυρίες και ιστορικά κείμενα, βεβαιώνουν και αποδείχνουν ότι η (χωρική) επικράτεια του Δήμου Ιωλκού, υπήρξε αδιάλειπτα κατοικημένη, σε όλες τις μεγάλες χρονικές και ιστορικές περιόδους. Στις Παγασές, στη Γορίτσα, στον Ανω Βόλο, στην Ανωμαλιά, οι οποίες και αποτελούν ακραίες εδαφικές οριοθετήσεις της, υπάρχουν απτά δείγματα της ιστορικής αλληλουχίας, του περάσματος διαδοχικών πολιτισμών απ' την «Ιωλκό».
  Ιδιαίτερα, για την εποχή της τουρκοκρατίας, την πλέον «κοντινή» προς το σήμερα, υπάρχει πλούσιο πληροφοριακό υλικό, πληθώρα ιστορικών στοιχείων.
  Απ' τον ερανισμό των στοιχείων αυτών, απομονώσαμε -ως αποδίδοντα, κατά τη γνώμη μας, με ιδιαίτερη πιστότητα την εικόνα αυτής της περιοχής και το «προφίλ» των κατοίκων της, τα σημειούμενα στο παραπάνω βιβλίο του Γιάννη Κορδάτου, στοιχεία, βασισμένα, με τη σειρά τους στις επισημάνσεις σημαντικών λογίων της εποχής, αλλά και ξένων περιηγητών, που αποτύπωσαν ό,τι είδαν, στα ταξιδιωτικά τους δελτάρια.
   Αυτοί, λοιπόν, μιλώντας για τον Ανω Βόλο (όπως λεγόταν τότε ο σημερινός Δήμος της Ιωλκού), κάμνουν λόγο για μία κωμόπολη, («καλοχτισμένη χώρα» την αποκαλεί ο Ι. Λεονάρδος, γράφοντας τις εντυπώσεις του), που την αποτελούσαν πέντε ευδόμητοι μαχαλάδες (Ανω Βόλος, Ανακασιά, Αγιος Ονούφριος, Αλλη Μεριά και Μπαξέδες), με σπίτια όλα πέτρινα, όμορφα και υψηλά και με κατοίκους «ζωντανούς», νοικοκυραίους, αν και ερίζοντες μεταξύ τους, με το τελευταίο αυτό, μάλιστα, ιδίωμα των κατοίκων, να εκλαμβάνεται απ' τον Αργύρη Φιλιππίδη (έτερο Μηλιώτη λόγιο) και ως αιτία για το «χώρισμα των μαχαλάδων τους», και τη διάσπαση, έτσι, της χώρας τους, που «έως ένα καιρόν είχεν ένα κουμάντο». (Σ.σ.: Παρατήρηση χρήσιμη και διδακτική, ως τις μέρες μας).
  Αλλά και καλοδιοικούμενη ήταν η χώρα και εύπορη, με δρόμους ευπρεπισμένους και κλίμα «ευφορότατον και δροσερόν» (Αργ. Φιλιππίδης), ενώ πνιγόταν, στις «υψηρώφους δασυσκίους λεύκας, καρυδιάς, πλατάνους, και κυπαρίσσια, τα οποία, με το κελάδημά των ευφραίνουν τους ακροατάς» (Ι. Λεονάρδος).
  Ειδικώς για τη διοικητική κατάσταση (πολιτική και θρησκευτική), μαθαίνουμε πάλι απ' τον Γιάννη Κορδάτο, που παραθέτει σχετικά στοιχεία απ' τη «Γεωγραφία Μερική» του Αργ. Φιλιππίδη, ότι ο «Ανω Βόλος είναι η πρώτη χώρα της Δημητριάδος. Διαιρείται εις μαχαλάδες πέντε. και έχει κάθε μαχαλάς τον τζορμπατζήν του (προύχοντα, διοικητήν) και τον ξιλτάριν του. Ο βοϊβοντάρης είναι ένας. Κάθεται εις τον μαχαλάν της Ανακασιάς, επάνω εις ένα τεπέν (λεξ. Τούρκ.= ύψωμα) πέτρινον και έχει μπροστά του όλον τον Βόλον. Απέναντι του βοϊβόντα, κατανατολάς, είναι τεπές, υψηλότερα από τον Βόλον. Κι εδώ είναι η Επισκοπή, εδώ κάθονταν πρώτα ο Επίσκοπος Δημητριάδος. Εχει εκκλησίαν και κονάκια περιτριγυρισμένη με κάστρο».
  Πολύ σημαντικά είναι εξάλλου τα όσα επίσης λέγει ο Κορδάτος, επικαλούμενος τους Δημητριείς (σ.σ. Δανιήλ Φιλιππίδη και Γρηγόριο Κωνσταντά):
  « Αμα οι Τούρκοι μπήκαν στη θεσσαλία και την έκαναν τουρκική επαρχία, εγκαταστάθηκαν στη μικρή πολιτεία -τη Δημητριάδα- που λεγόταν στα χρόνια αυτά Γόλος.
  Οι Χριστιανοί που διώχτηκαν από τη Δημητριάδα - Γόλο, τραβήχτηκαν λίγο ψηλότερα, στην περιοχή του Αη Νούφριου («Η παλιά εκκλησία του μέρους αυτού ήταν απ' τις παλαιότερες της βυζαντινής εποχής», υποσημειώνει ο Ι. Κορδάτος), χτίσανε εκεί σπίτια και καλλιεργούσαν, όπως και πριν, τα αμπέλια τους και τα χωράφια. Τη βορειοανατολική όμως του κάστρου περιοχή την κράτησαν οι Τούρκοι και την ονομάσανε Μπαξέδες. Ο νέος αυτός συνοικισμός για πολλά χρόνια λεγόταν Γόλος και Βόλος, άμα, όμως, στις αρχές του 19ου αιώνα άρχισε να χτίζεται δίπλα στο κάστρο η νέα χριστιανική πόλη που ονομάστηκε και αυτή Βόλος, για να ξεχωρίζονται οι δυο πόλεις, η παλαιά πήρε το όνομα Ανω Βόλος.
  Το χωριό αυτό, που πρώτα ήταν μικροί σκόρπιοι συνοικισμοί, σ' όλην την περιοχή, που απλώνεται κάτω από τη Μακρινίτσα και Πορταριά, με τον καιρό μεγάλωσε και ενώθηκαν οι συνοικισμοί του.» (Ι. Κορδάτου, Ιστορία της Επαρχίας Βόλου και Αγιάς, σελ 258).
  Εξ όλων των παραπάνω, βλέπουμε πάρα πολύ καθαρά, ότι η σημερινή Ιωλκός, μέσα στο χρόνο, είναι άρρηκτα δεμένη με την ιστορία της ευρύτερης περιοχής, ότι το σημερινό της όνομα είναι «μετακύλισμα» ιστορίας, διαδοχικών καταλυτικών γεγονότων που έκαμαν να «μετακομίσουν», ν' «ανηφορίσουν» θα λέγαμε κατά κάποιον τρόπο, τα ιστορικά δρώμενα της άλλοτε Ιωλκού - Δημητριάδας - Βόλου, λίγο πιο πάνω!

Το κείμενο παρατίθεται τον Δεκέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του Δήμου Ιωλκού


Links

Iolcos

ΙΩΛΚΟΣ (Αρχαία πόλη) ΒΟΛΟΣ
Iolcos. City of southern Thessalia. Iolcos was famous for being the birthplace of Jason, the leader of the Argonauts in their quest for the Golden Fleece.
  Iolcos was founded by Cretheus, a son of Aeolus. Cretheus married his niece Tyro, whom he had raised in his house. Aeson is the son of Cretheus who succeeded his father on the throne of Iolcos. He married Polymede, the daughter of Autolycus and, from her, had a son named Jason. But Pelias and Neleus both wanted Aeson's throne. In their fight for the throne, Pelias won and became king of Iolcos. Pelias married Anaxibia, daughter of his nephew Bias, and had a son named Acastus.
  Meanwhile, Jason was being raised in Mount Pelion (a mountain near Iolcos) by Chiron the wise Centaur until he was old enough to go back to Iolcos claim the kingdom of his father. But when he did come, dressed with a panther's hide, and with a bare left foot, Pelias, reminded of an oracle that had told him to be wary of the man wearing one single shoe, sent him in an expedition to bring him the Golden Fleece back from Colchis, hoping that he would die along the way.

Bernard Suzanne (page last updated 1999), ed.
This extract is cited July 2003 from the Plato and his dialogues URL below, which contains interesting hyperlinks.


Ελληνική Επανάσταση (1821-1829)

Εθνική εξέγερση του Πηλίου

ΜΗΛΙΕΣ (Κωμόπολη) ΝΟΤΙΟ ΠΗΛΙΟ
7/5/1821
Με πρωτεργάτη τον αρχιμανδρίτη Ανθιμο Γαζή, ύψωσαν τη σημαία της επανάστασης και αποφάσισαν την πολιορκία του Βόλου.

Ιστορικές προσωπικότητες

Αγνων

ΑΓΝΩΝΤΑΣ (Λιμάνι) ΣΚΟΠΕΛΟΣ
Μερικοί παραδέχονται ότι όταν ο Πεπαρήθιος Ολυμπιονίκης Αγνων, επέστρεφε στο νησί μετά τη νίκη του στο Στάδιο, στην 53η Ολυμπιάδα το 568 π.Χ., επειδή φυσούσαν ισχυροί Β άνεμοι το πλοίο άραξε στον λιμάνι που μετά πήρε το όνομά του.

Ιστορικό διάγραμμα

Η πόλη του Βόλου

ΒΟΛΟΣ (Πόλη) ΜΑΓΝΗΣΙΑ
   Ο Βόλος είναι η αρχαία Ιωλκός, γνωστή από την Αργοναυτική Εκστρατεία, και το όνομα είναι παραφθορά του αρχαίου Γόλος το οποίο παραδίδεται από τα μεσαιωνικά κείμενα. Ο Βόλος μετά από την ανεξαρτησία του από την οθωμανική αυτοκρατορία και την προσάρτηση του στο ελληνικό κράτος το 1881 είχε πληθυσμό μόνο 4.900 κατοίκους, αλλά γρήγορα αυξήθηκαν μέσα στις επόμενες 4 δεκαετίες. Οι έμποροι, οι επιχειρηματίες, οι βιοτέχνες και οι ναυτικοί κινήθηκαν από την περιβάλλουσα περιοχή προς τον Βόλο. Στη δεκαετία του '20 και στις αρχές της δεκαετίας του '30 ο Βόλος δοκίμασε μια μεγάλη εισροή προσφύγων από τη Μικρά Ασία, ειδικά από την Ιωνία (έτσι δημιουργήθηκε και η Νέα Ιωνία Βόλου) και έγινε γρήγορα σημείο αναφοράς για την επιχειρηματική τους δραστηριότητα. Οι μικρές συντεχνίες του Βόλου εξελίχτηκαν γρήγορα σε βιομηχανίες που έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στον ελληνικό καπνό, στην κλωστοϋφαντουργία και την επεξεργασίας ακατέργαστο υλικών. Το 1955 οι ισχυροί σεισμοί κατεδάφισαν την πόλη και ο Βόλος ξαναχτίστηκε σε σχέδια που άλλαξαν την όψη του. Η ανάπτυξη της πόλης περιέλαβε μια ραγδαία βιομηχανική αύξηση, την αναβάθμιση του λιμένα και την ανάπτυξη υποδομών για την υποστήριξη του τουρισμού καθώς η πόλη είχε εξελιχθεί σε σπουδαίο τουριστικό προορισμό λόγω της γεωγραφικής θέσης που έχει στο κέντρο μιας ευρύτερης τουριστικής περιοχής (Πήλιο, Σποράδες, Ευβοϊκός κόλπος). Ο Βόλος υπέστη εκτενή ζημία και κατά τη διάρκεια των σεισμών του 1975, όταν καταστράφηκαν πολλά κτίρια, επανοικοδομήθηκε γρήγορα, εντούτοις, και σήμερα είναι μια από τις ομορφότερες ελληνικές πόλεις.
   Πρωτεύουσα του νομού με 114.000 κατοίκους μαζί με το Δήμο Νέας Ιωνίας. Είναι μια από τις μεγαλύτερες πόλεις της Ελλάδας, εμπορικό λιμάνι, σημαντική βιομηχανική περιοχή και έδρα του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Χτισμένη γύρω από το βαθύ λιμάνι της στο μυχό του Παγασητικού κόλπου, απλώνεται ως πάνω στα ριζώματα του Πηλίου. Η καλή ρυμοτομία της είναι το ένα χαρακτηριστικό και το δεύτερο, ότι είναι νεόχτιστη πόλη.
  Ο Βόλος έχει ξεχωριστή γοητεία. Το λιμάνι του σε καλεί για μακρινά ταξίδια και το καταπράσινο Πήλιο σε ορεινές εξορμήσεις. Μέσα, η πόλη σώζει αρκετά μνημεία και έχει όμορφες γωνιές για περιπάτους, για ξεκούραση και περιήγηση. Τα πάρκα, το μουσείο, η προκυμαία, τα εργαστήρια κεραμικής και υφαντικής. ο σιδηροδρομικός σταθμός, είναι ορισμένα. Ενδιαφέρον επίσης παρουσιάζουν το αρχοντικό του Γιάννη Κοντού που στεγάζει το μουσείο Θεόφιλου και βέβαια το αρχαιολογικό μουσείο της πόλης. Η παραλία του Βόλου είναι κατάλληλη για βραδινό περίπατο. Την άκρη του Βόλου διαρρέει ο Αναυρος, γνωστό από τα ομηρικά έπη ποτάμι. Κοντά στις εκβολές του γινόταν, στην αρχαιότητα, η πανήγυρη «Πηλιακή» ή «Πελιακή».

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιανουάριο 2005 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, της Γενικής Γραμματείας Περιφέρειας Θεσσαλίας


Καταστροφές του τόπου

Σεισμός

ΑΛΟΝΝΗΣΟΣ (Νησί) ΒΟΡΕΙΟΙ ΣΠΟΡΑΔΕΣ
1965

Από τις επιδρομές του Μπαρμπαρόσα

Λικίνιος Κράσσος, 171 π.Χ.

ΠΤΕΛΕΟΣ (Αρχαία πόλη) ΑΛΜΥΡΟΣ

By the Persians

ΦΕΡΕΣ (Αρχαία πόλη) ΡΗΓΑΣ ΦΕΡΡΑΙΟΣ
(...) And first Pharnabazus put in at Pherae and laid waste this region.

Καταστροφή & τέλος της πόλης

Από τον Φίλιππο Ε', 217 π.Χ.

ΠΥΡΑΣΟΣ (Αρχαία πόλη) ΒΟΛΟΣ

Μάχες

Η μάχη στις Κυνοσκεφαλές, 197 π.Χ.

ΧΑΛΚΟΔΟΝΙΟΝ ΟΡΟΣ (Βουνό) ΡΗΓΑΣ ΦΕΡΡΑΙΟΣ
Ηττα των Μακεδόνων από τον Ρωμαίο Φλαμίνιο.

Μετακινήσεις πληθυσμών

Ορχομενός - Ιωλκός

ΙΩΛΚΟΣ (Αρχαία πόλη) ΒΟΛΟΣ
Η πόλη οικίστηκε από κατοίκους του Ορχομενού, που λεγότανε από τον Όμηρο Μινύειος, γι' αυτό και ο Όμηρος λέει τους Αργοναύτες Μινύας (9,2,40)

Ναυμαχίες

ΣΗΠΙΑΣ (Αρχαία πόλη) ΝΟΤΙΟ ΠΗΛΙΟ
Ήττα του Περσικού στόλου, υπό τον Ξέρξη.

Ξένες κυριαρχίες

Από Ρωμαίους

ΑΛΟΝΝΗΣΟΣ (Νησί) ΒΟΡΕΙΟΙ ΣΠΟΡΑΔΕΣ
Το 146 π.Χ.

Από Σπαρτιάτες

Το 403 π.Χ.

Από Ενετούς

Το 1453 μ.Χ.

Σελίδες επίσημες

  Η σημερινή Αλόννησος έλαβε αυτό το όνομα στα πρώτα χρόνια της απελευθέρωσης της Ελλάδας και δεν ταυτίζεται με την Αλόννησο των αρχαίων. Το νησί κατά την αρχαιότητα ονομαζόταν Ικος, ενώ Αλόννησο ονόμαζαν οι αρχαίοι Ελληνες, πιθανόν το γειτονικό προς τα βόρεια νησί της Κυρά-Παναγιάς. Η ιστορία του νησιού χάνεται μέσα στην παλαιολιθική εποχή, τότε που πιθανολογείτε ότι ήταν ενωμένο με τα άλλα νησιά και τη Θεσσαλία. Η παράδοση αναφέρει ότι Κρήτες με αρχηγό το μυθικό ήρωα Στάφυλο έκαναν αποικίες στην Πεπάρηθο (σημερινή Σκόπελο) και στην Ικο. Ο αποικισμός αυτός έγινε το 16ο αιώνα π.Χ., κατά τη διάρκεια της μινωϊκής θαλασσοκρατίας στο Αιγαίο. Την εποχή αυτή αρχίζει και η καλλιέργεια της ελιάς και της αμπέλου.
  Η μινωϊκή αποικία αποκτά αργότερα μυκηναϊκό χαρακτήρα. Η μυκηναϊκή πόλη τοποθετείται στη σημερινή θέση Κοκκινόκαστρο, στην ανατολική πλευρά του νησιού. Στο τέλος της μυκηναϊκής εποχής έρχεται στο νησί ο πατέρας του Αχιλλέα, ο Πηλέας και μένει έως το τέλος της ζωής του. Σύμφωνα πάντα με την παράδοση, στο νησί υπήρχε ο τάφος του Πηλέα.
  Ιστορικά πάντως βέβαιο είναι ότι οι γεωμετρικοί χρόνοι βρίσκουν την Ικο κάτω από την εξουσία των Δολόπων. Οι Δόλοπες φαίνεται ότι αποτελούσαν ένα τμήμα της μεγάλης φυλής των Πελασγών. Με τον καιρό μεταβλήθηκαν σε επικίνδυνους πειρατές και μάστιγα του Αιγαίου. Για την αντιμετώπιση τους κινήθηκε αργότερα ο αθηναϊκός στόλος υπό τη διοίκηση του Κίμωνα, ο οποίος τους κατετρόπωσε και προσάρτησε όλα τα νησιά στην Αθήνα. Έτσι το 476 π.Χ. το νησί προσχωρεί στην Α' Αθηναϊκή Συμμαχία.
  Κατά την κλασική εποχή η Ικος πρέπει να είχε δύο πόλεις (ο γεωγράφος Σκύλαξ τον 5ο αιώνα π.Χ., την ονομάζει 'δίπολιν'). Η μία πρέπει να βρισκόταν στη θέση Κοκκινόκαστρο, όπου σώζονται μέχρι σήμερα υπολείμματα του τείχους και η άλλη στη θέση που είναι χτισμένο το σημερινό Χωριό ή Παλιά Αλόννησος. Την εποχή αυτή το νησί φημίζεται για την καλλιέργεια της αμπέλου και το εκλεκτό κρασί. Το κρασί εξαγόταν μέσα σε αμφορείς, οι οποίοι σε μία από τις δύο λαβές τους έφεραν την επιγραφή ΙΚΙΩΝ. Την εποχή αυτή φαίνεται ότι η γεωγραφική θέση του νησιού είναι πολύ σημαντική. Αυτό επιβεβαιώνεται και από το πλήθος των αρχαίων ναυαγίων που έχουν εντοπισθεί στην περιοχή. Η σημαντική αυτή θέση κατέστησε το νησί βάση του αθηναϊκού στόλου για τους αγώνες εναντίων του Φιλίππου.
  Το 190 π.Χ. το νησί καταλαμβάνεται από το Ρωμαϊκό στόλο. Καμμιά σχεδόν πληροφορία δεν έχουμε στο εξής για την ιστορία της Ικου έως την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους το 1204 μ.Χ., οπότε και αυτή και τα γειτονικά νησιά περιήλθαν στην κατοχή των Φράγκων. Μαζί με τη Σκόπελο και η Αλόννησος θα αποτελέσει φέουδο εναλλασόμενων κατακτητών.
  Μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους, το 1453, τα νησιά περιήλθαν στην κατοχή των Ενετών. Εμειναν ενετικά έως το 1538, όταν ο τουρκικός στόλος, υπό τον Χαϊρεδίν Βαρβαρόσσα, επέβαλε την τουρκική εξουσία. Κατά την διάρκεια της Επανάστησης του 1821 και κατά τα πρώτα έτη της απελευθέρωσης του Ελληνικού Εθνους, κατέφυγαν στην Αλόννησο Ελληνες από διάφορα μέρη της Ελλάδας. Αυτοί, μαζί με τους αυτόχθονες του νησιού αποτέλεσαν τη σύνθεση του σημερινού πληθισμού της Αλοννήσου.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του Δήμου Αλοννήσου


ΑΡΓΑΛΑΣΤΗ (Δημοτική ενότητα) ΝΟΤΙΟ ΠΗΛΙΟ
  Η περιοχή του Νοτίου Πηλίου αποτέλεσε σημείο αναφοράς σε κάθε χρονική περίοδο της Ιστορίας. Αλλωστε σε ολόκληρη την Μαγνησία υπάρχει έντονη οικονομική και πολιτιστική δραστηριότητα από τη νεολιθική εποχή, όπως μαρτυρούν τα αρχαιολογικά ευρήματα του Διμηνίου και του Σέσκλου.
  Στην ευρύτερη περιοχή που σήμερα αναπτύσσεται ο Δήμος Αργαλαστής υπήρξαν αρκετές συγκροτημένες κοινότητες κατά το παρελθόν όπως η Ολιζώνα, η Σηπιάδα και τα Σπάλαθρα, που παρουσίασαν σημαντική ανάπτυξη κατά τους ομηρικούς, κλασσικούς και ελληνιστικούς χρόνους. Συγκεκριμένα τα αρχαία Σπάλαθρα, που η τοποθεσία τους εντοπίζεται στην παραλιακή ζώνη μεταξύ Χόρτου και Μηλίνας, αποτελούσαν διακομιστικό σταθμό της περιοχής για την μεταφορά προϊόντων από τα λιμάνια του Παγασητικού στο εσωτερικό της Μαγνησίας. Υπάρχουν πολλές ιστορικές αναφορές από γεωγράφους και ιστορικούς όπως ο Σκύλαξ, ο Πλίνιος και μεταγενέστερα ο Στράβων και ο Στέφανος Βυζάντιος. Εξάλλου πλήθος αρχαιολογικών ευρημάτων όπως αγγεία, νομίσματα, αγάλματα μαρτυρούν την οικονομική ανάπτυξη των αρχαίων Σπαλάθρων, ιδιαίτερα κατά τον 6ο αιώνα π.Χ.
   Η ανάπτυξη της περιοχής επηρεάστηκε άμεσα από την ιστορική πορεία ολόκληρου του Ελλαδικού χώρου και έτσι μετά την ακμή των κλασσικών χρόνων ακολούθησε η Ρωμαϊκή κυριαρχία, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία και στη συνέχεια η Τουρκοκρατία.
  Ήδη από τα τέλη του 17ου αιώνα το κέντρο οικονομικής δραστηριότητας είναι η Αργαλαστή. Η πρώτη αναφορά που υπάρχει, είναι σε ένα τουρκικό φιρμάνι του 1653. Οι κάτοικοί της είναι κυρίως γεωργοί και κτηνοτρόφοι και πολλοί από αυτούς προέρχονται από την Ήπειρο, τη Στερεά Ελλάδα και την υπόλοιπη Θεσσαλία. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι η Αργαλαστή αποτελούσε την πρωτεύουσα των βακουφίων (χωριά χαρισμένα σε τουρκικές εκκλησίες), με το όνομα "Αργαλάστ-Μουκαντισί " δηλαδή "Υποδιοίκηση αστυνομίας του Αργαλάστ", μέχρι το 1697, όταν μεταφέρθηκε στη Μακρυνίτσα. Ο 18ος αιώνας βρίσκει την Αργαλαστή να αποτελεί ένα ανεπτυγμένο κεφαλοχώρι του Πηλίου, με μεγάλη παραγωγή σε πολλά αγροτικά προϊόντα και με έντονη δραστηριότητα στον τομέα της σηροτροφίας. Επίσης είναι μέλος του ιστορικού Συνεταιρισμού των Αμπελακίων. Κατά τη διάρκεια της Επαναστάσεως ολόκληρη η περιοχή υφίσταται τα δεινά της αγριότητας των Τούρκων, με αποτέλεσμα να ανακοπεί το ρεύμα οικονομικής και πολιτιστικής ανάπτυξης.
  Πρόδρομος του σημερινού Δήμου ήταν ο Δήμος Σπαλάθρων , ο οποίος σχηματίστηκε με το Βασιλικό Διάταγμα της 31ης Μαρτίου 1883 (ΦΕΚ 126) "Περί της εις δήμου διαιρέσεως της εν τω νομώ Λαρίσης επαρχίας Βόλου". Ο συνολικός πληθυσμός του Δήμου ήταν 3731 κάτοικοι και συμμετείχαν η Αργαλαστή, η Ξινόβρυση, η Συκή, η Καλλιθέα και το Μετόχι.
Τοπωνύμια
  
Η σημαντική ανάπτυξη της περιοχής του Νοτίου Πηλίου, ιδιαίτερα κατά τον 18ο αιώνα, προσέλκυσε το ενδιαφέρον πολλών ιστορικών και μελετητών της εποχής εκείνης. Παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον η ιστορία των τοπωνυμίων τόσο της Αργαλαστής, όσο και των άλλων κοινοτήτων και οικισμών, αφού τις περισσότερες φορές αποτελούν πηγή γνώσης για την δημιουργία και την εξέλιξή τους μέσα στο χρόνο.
Αργαλαστή: η πρώτη εκδοχή αφορά τις λέξεις "Αργώ" και "ελαύνω" αφού κατά την παράδοση, η περιοχή αποτέλεσε το πέρασμα των Αργοναυτών στο Αιγαίο Πέλαγος ώστε να ξεκινήσουν την εκστρατεία. Η άλλη εκδοχή αναφέρει ότι το όνομα είναι τουρκικό και προέρχεται από την παράφραση της λέξης "ραστ" που στα τουρκικά σημαίνει συγχώρεση.
Καλλιθέα: παλιά ονομαζόταν Μπιρ (πιθανότατα από το όνομα κάποιου Ιμίρ Μπέη). Οφείλει το όνομά της στην πολύ καλή τοποθεσία στην οποία είναι κτισμένη και προσφέρει εξαίρετη θέα.
Κάλαμος: η πρώτη ονομασία ήταν Κάναλος, από ένα μικρό ποτάμι που οδηγούσε στην θάλασσα και με το πέρασμα του χρόνου μετατράπηκε στη σημερινή ονομασία.
Πάου: κυριότερη εκδοχή είναι ότι προέρχεται από το σλαβικό "μπάουμ" που σημαίνει κήπος δέντρων. Πάλτση: από το τουρκικό "μπάλτσι" δηλαδή ο τόπος μελισσοτροφίας.
Αύρα: η παλαιότερη ονομασία ήταν Ζάσταινη και είναι πιθανόν σλαβικής προέλευσης. Το σημερινό όνομα οφείλεται στη θαλάσσια αύρα , που είναι έντονη, ιδιαίτερα το καλοκαίρι.
Μυριοβρύτη : ονομασία που δόθηκε επειδή η περιοχή διαθέτει πολλά καλά (μύρια - βρίθω). Κατά τους κατοίκους το όνομα οφείλεται στα πολλά νερά.
Λεφόκαστρο: υπάρχουν πολλές εκδοχές για το συγκεκριμένο τοπωνύμιο. Η πρώτη αποδίδει το όνομα σε κάποιον οικιστή που λεγόταν Λέφας ή Λεφές. Μια δεύτερη εκδοχή αναφέρεται στη σύνθεση των λέξεων "κάστρο" και "γλείφω" αφού ο οικισμός είναι πολύ κοντά στην θάλασσα. Τέλος δεν αποκλείεται να ήταν κάστρο χτισμένο από ένα σλαβικό φύλο του Λεχούς (ίδια ετυμολογική αρχή με τα Λεχώνια).
Χόρτο: οφείλει την ονομασία του στην πλούσια χλωρίδα της περιοχής.
Μετόχι: πολύ παλιά το μέρος αυτό ήταν "μετόχι" δηλαδή περιοχή εξαρτημένη από κάποιο μεγάλο μοναστήρι.
Ξινόβρυση: η παλιά ονομασία της ήταν Μπεστινίκα (επειδή ήταν χτισμένη μέσα σε στένωμα). Τη σημερινή της ονομασία την οφείλει στο υπόξινο νερό μιας πηγής κοντά στη θάλασσα.
Ποτιστικά: η ονομασία δόθηκε επειδή στον οικισμό υπάρχουν πολλές καλλιεργούμενες εκτάσεις που αρδεύονται.

Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Αργαλαστής


ΖΑΓΟΡΑ (Κωμόπολη) ΜΑΓΝΗΣΙΑ
  Το Πήλιο και ιδίως η ανατολική του πλευρά, μνημονεύεται σαν κατοικημένο από αυτούς ακόμα τους μυθικούς χρόνους. Ιστορικά είναι γνωστά και τα ονόματα των κυριότερων πόλεων ή χωριών, τις θέσεις των οποίων επισήμαναν οι νεώτεροι από υπολείμματα φρουρίων ή βάσει πληροφοριών αρχαίων ιστορικών συγγραφέων. Πότε όμως οι πόλεις αυτές καταστράφηκαν και από ποια αιτία, δεν είναι ακόμη καθορισμένο. Αυτό όμως που μπορεί να θεωρηθεί βέβαιο είναι ότι τα περισσότερα, αν όχι όλα τα χωριά που βρίσκονται στην ανατολική πλευρά του Πηλίου, ήταν αρχικά παραλιακά και οι κάτοικοί τους ασχολούνταν με την ναυτιλία και την καλλιέργεια μικρής ακτίνας γής που επεκτείνονταν συν τω χρόνο στα ψηλότερα σημεία του βουνού. Συχνά όμως αυτά απέβαιναν στόχος ληστοπειρατών, οπότε οι κάτοικοι αναγκάζονταν να απομακρύνονται και να μετοικούν ψηλότερα. Προτιμητέες περιοχές κατά τις μετοικήσεις αυτές ήταν κοντά σε μοναστήρια, με τα οποία ήταν κατάσπαρτη η προς το Αιγαίο πλευρά του Πηλίου. Σύμφωνα με τον παραπάνω τρόπο φαίνεται να δημιουργήθηκε και το μεγαλύτερο και αξιολογότερο χωριό του Πηλίου, η Ζαγορά.
  Απόλυτα εξακριβωμένες ιστορικές πληροφορίες για τον χρόνο ίδρυσης της Ζαγοράς δεν υπάρχουν. Μισή ώρα περίπου Ν.Α. του σημερινού χωριού προς την θάλασσα, υψώνεται ένας λόφος δενδρόκλειστος γνωστός με το όνομα "Παληόκαστρο", στην επίπεδη κορυφή του οποίου σώζονται ερείπια οχυρώσεων, ενετικών κατά πάσα πιθανότητα. Γύρω επίσης από τον λόφο παρατηρούνται ερείπια βυζαντινών και αρχαιότερων κτισμάτων, κατά καιρούς δε, στις κοντινές στα σημεία αυτά εκτάσεις, έχουν βρεθεί από καλλιεργητές αρχαίοι τάφοι, πήλινα αγγεία, ξίφη και νομίσματα με παραστάσεις της Αργώς. Τα ευρήματα αυτά δείχνουν πως στην περιοχή ήταν χτισμένη κάποια προχριστιανική πόλη που σύμφωνα με τον ιστορικό Νικόλαο Γεωργιάδη, είναι οι αρχαίες Μύραι που αναφέρει ο Σκύλαξ.
  Ο πρώτος πυρήνας του σημερινού χωριού ήταν το μοναστήρι της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος. Η μονή αυτή που ιδρύθηκε στα 1160 μ.Χ., κτίσμα των Χριστιανών αυτοκρατόρων, ήταν προικοδοτημένη με μεγάλη περιουσία και είχε πολλούς μοναχούς, καταστράφηκε δε για τελευταία φορά από τυχαία πυρκαγιά τον Αύγουστο του 1887. Γύρω από το μοναστήρι αυτό έγινε η πρώτη οίκηση των κατοίκων της παληάς Ζαγοράς, η οποία όπως φαίνεται για διάκριση ονομάστηκε Σωτήρα Ζαγορά, και σιγά-σιγά, ιδίως κατά τους μετέπειτα χρόνους της ανάπτυξης και της ακμής της, δημιουργήθηκαν και προστέθηκαν οι υπόλοιπές συνοικίες: του Αγίου Γεωργίου, της Αγίας Κυριακής και της Αγίας Παρασκευής. Το όνομα Σωτήρα-Ζαγορά επικρατούσε μέχρι το δεύτερο ήμισυ του 18ου αιώνα σαν επίσημο όνομα της Ζαγοράς, αναφερόμενο σε διάφορα πατριαρχικά σιγίλλια και άλλα επίσημα έγγραφα, σώζονται δε και σφραγίδες με την διπλή αυτή ονομασία.
  Η νέα Ζαγορά, που είχε πλέον πάρει την παραπάνω μορφή από τα τέλη του 16ου αιώνα, άρχισε να αναπτύσσεται γρήγορα. Σ΄ αυτό μάλιστα συνετέλεσαν και τα σχετικά προνόμια που δόθηκαν στην περιοχή επί σουλτάνου Μεχμέτ του Δ' στα 1669, βασικότερο των οποίων ήταν να μην κατοικούν μονίμως τούρκοι στην περιοχή.
  Η γεωργία και το εμπόριο άκμαζαν. Η Ζαγορά κατείχε τα σκήπτρα στην μεταξοπαραγωγή (μέχρι και 30.000 οκάδες τον χρόνο) με μέγιστες εξαγωγές στην Βενετία, Δαλματία, Γερμανία και άλλες περιοχές της Ευρώπης. Σύμφωνα δε με ορισμένους ξένους περιηγητές το Ζαγοριανό μετάξι ήταν περιζήτητο στις Ευρωπαϊκές αγορές και αντάξιο αυτού που παράγονταν στην Γαλλία. Παράλληλα αναπτύχθηκαν και οι εγχώριες βιοτεχνίες. Μεγάλες ήταν οι ποσότητες μαλλιού που εισήγε η αγορά της Ζαγοράς από διάφορες περιοχές της Ελλάδος (συγκεκριμένα η Λειβαδιά έδινε σχεδόν το σύνολο της παραγωγής της) και αφού τις επεξεργάζονταν με ντόπιες ποσότητες στα ξακουστά "αργαστήρια" της, παρήγε τις ονομαστές "καπότες της Ζαγοράς".
  Για την ευχερέστερη διεξαγωγή αυτού του εξαγωγικού και εισαγωγικού εμπορίου ήταν φυσικό να αποκτήσει και αξιόλογο εμπορικό στόλο, τα περίφημα Ζαγοριανά καράβια για τα οποία πάμπολλα ποιήματα και τραγούδια έχει αφήσει η Λαϊκή Μούσα. Τα Ζαγοριανά καράβια διασχίζοντας την Μεσόγειο μετέφεραν τα προϊόντα της κωμόπολης στην Κωνσταντινούπολη, την Σμύρνη και σ΄ όλα τα μεγάλα λιμάνια της Ευρώπης. 'Έτσι δημιουργήθηκε στην ανατολική πλευρά του Πηλίου ένα σπουδαιότατο και ακμαιότατο εμπορικό κέντρο. Πλούσιοι έμποροι Ζαγοριανοί ήταν εγκατεστημένοι σε πολλές πόλεις του εξωτερικού και αυτοί που ήταν στην Ζαγορά διατηρούσαν υποκαταστήματα και αντιπρόσωπους σ΄ όλα τα εμπορικά κέντρα της εποχής. Η οικονομική λοιπόν αυτή ευρωστία και η συνεχής επικοινωνία με την Δύση δημιούργησαν το έδαφος και για την πνευματική ανάπτυξη και ακμή της Ζαγοράς.
  Επί τουρκοκρατίας στην Ζαγορά υπήρχαν δύο σχολεία. Το πρώτο, άγνωστο πότε ιδρύθηκε, λειτουργούσε σε κελλιά του μοναστηριού του Σωτήρος και λέγονταν απλά Σχολείο. Σ΄ αυτό διδάσκονταν τα πρώτα ("κοινά") γράμματα. Το δεύτερο, που ονομάσθηκε Ελληνομουσείο, ιδρύθηκε γύρω στα 1702 στο μοναστήρι του Αγίου Προδρόμου.
  Στην Σχολή αυτή, η οποία έγινε πασίγνωστη για τους διαπρεπείς δασκάλους της και για τους διαπρέψαντες μαθητές της, διδάσκονταν εκτός από την Ελληνική γλώσσα, μαθηματικά, φυσικά, αστρονομία, γεωγραφία, φιλοσοφία, ιστορία και ξένες γλώσσες. Ο Πατριάρχης Καλλίνικος ο Γ', που επέστρεψε στην ιδιαίτερη πατρίδα του στα 1762, με την συνδρομή του Ιωάννου Πρίγκου, Ζαγοριανού έμπορου εγκατεστημένου στην Ολλανδία, καθώς και άλλων εύπορων Ζαγοριανών, ανοικοδόμησε το Σχολείο το οποίο από την περίοδο αυτή κι΄ έπειτα λειτουργεί και σαν οικοτροφείο έχοντας την δυνατότητα να στεγάσει και να συντηρήσει αρκετούς μαθητές από τα γύρω χωριά κι΄ άλλες πιο απομακρυσμένες περιοχές. Με τις φροντίδες επίσης του Πατριάρχου Καλλινίκου και των δωρεών του Ιωάννου Πρίγκου, η Σχολή πλουτίσθηκε με πολλά σπάνια και αξιόλογα βιβλία, απαραίτητα για την λειτουργία της. Κατ΄ αυτόν τον τρόπο τέθηκαν οι βάσεις της Βιβλιοθήκης της Ζαγοράς στην οποία συνεισέφεραν βιβλία και χρήματα πολλοί άλλοι επώνυμοι Ζαγοριανοί. Σ΄ αυτούς δε που σπούδασαν στην Σχολή συναριθμούνται ο Ανθιμος Γαζής, ο Γρηγόριος Κωνσταντάς, ο Ρήγας Φεραίος, ο Φίλιππος Ιωάννου κ.ά.
  Κατά την Επανάσταση του 1821 οι Ζαγοριανοί υπό την αρχηγία του οπλαρχηγού τους Κυριάκου Μπασδέκη συγκεντρώθηκαν στις 5 Μαΐου του 1821 στου "Μπασδέκη το καλύβι" (σημερινό "Χάνι του Ζήση") και με την συμμετοχή του Φιλίππου Ιωάννου κατέβηκαν νοτιότερα και αφού συνδέθηκαν με τους πολεμιστές των άλλων χωριών, πρωτοστάτησαν στην πολιορκία του φρουρίου του Βόλου στην οποία πληγώθηκε βαρύτατα ο Κυριάκος Μπασδέκης. Στην επανάσταση δε του Πηλίου, κατά τον Ιανουάριο του 1878, η Ζαγορά υπήρξε η έδρα της επαναστατικής κυβερνήσεως των εξεγερμένων περιοχών της οποίας πρόεδρος εξελέγη ο Ιερώνυμος Κασσαβέτης. Και η επανάσταση μεν εκείνη κατεστάλη, με πρωτοβουλία της Αγγλίας, είχε όμως σαν αποτέλεσμα την παραχώρηση της Θεσσαλίας στην Ελλάδα με την συνθήκη του Βερολίνου του 1878.
  Η Ζαγορά υπήρξε πατρίδα, τόσο κατά τους χρόνους της τουρκοκρατίας όσο και αργότερα, επιφανών ανδρών που διακρίθηκαν στα γράμματα, στις επιστήμες, στο εμπόριο και στην φιλανθρωπία. Εκτός του Πατριάρχου Καλλινίκου του Γ', του αδελφού του Γρηγορίου αρχιεπισκόπου Δημητριάδος-Ζαγοράς και του Ιωάννου Πρίγκου μεγαλέμπορου στο Αμστερνταμ και μεγάλου ευεργέτου της Ζαγοράς, πρέπει να αναφερθούν επίσης και οι: Μωϋσής Κρήτσκης ιδρυτής του Κρητσκείου Σχολείου Ζαγοράς, Νικόλαος Κρήτσκης, αντιναύαρχος του Ρωσικού στόλου και κληροδότης μεγάλου ποσού στην Ελληνική Κυβέρνηση για υποτροφίες μαθητών, Ιωάννης Δ. Κασσαβέτης ιδρυτής της Σχολής Θηλέων (Παρθεναγωγείου) της Ζαγοράς (πρώτου Παρθεναγωγείου στο Πήλιο).
  Επίσης ο Φίλιππος Ιωάννου, γνωστός σαν "o από καθέδρας 'Έλλην φιλόσοφος του 19ου αιώνος", καθηγητής Ελληνικών της Βασίλισσας Αμαλίας και πάνω από σαράντα χρόνια καθηγητής της συστηματικής φιλοσοφίας στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο, ο Νικόλαος Κωστής καθηγητής φαρμακολογίας και μαιευτικής στο ίδιο Πανεπιστήμιο και ιδιαίτερος γιατρός της Αμαλίας και του Όθωνος, ο Θεόδωρος Αφεντούλης, καθηγητής φαρμακολογίας και μετέπειτα ιατρικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ο Αλέξανδρος Πάντος ιδρυτής της Παντείου Σχολής και πολλοί άλλοι.
  Ευεργέτες όμως, και μάλιστα πολλοί απ΄ αυτούς εθνικοί, αναδείχθηκαν και από τους Ζαγοριανούς ξενητεμένους στην Αίγυπτο, ένα άλλο μεγάλο και λαμπρό κεφάλαιο της ιστορίας της Ζαγοράς. Φιλόπονοι, ακούραστοι, φιλοπρόοδοι, πρωτοστάτησαν κι΄ αυτοί σε όλους τους τομείς, στις καλλιέργειες, στις βιομηχανίες, στο εμπόριο, στις επιστήμες, στα γράμματα, προσφέροντας ευεργεσίες όχι μόνον στην ιδιαίτερη πατρίδα τους αλλά και στο Ελληνικό κράτος γενικότερα.
  Όμως και σήμερα η Ζαγορά έχει σημαντικότατη δραστηριότητα, κυρίως μέσα από την καλλιέργεια του περίφημου Ζαγοριανού μήλου. Ο Αγροτικός Συνεταιρισμός της, ένας απ΄ τους πρώτους Συνεταιρισμούς της Ελλάδος (έτος ίδρυσης 1916) και "πρότυπος" από το 1982, είναι ο κύριος συντελεστής της σημερινής άνθησης. Συγκεντρώνει, συντηρεί, συσκευάζει και διακινεί το 90% της παραγωγής των μήλων της περιοχής (8.000 - 12.000 τόνους ετησίως), εξάγοντας μέχρι και το 40% των ποσοτήτων αυτών και έχοντας παράλληλα στόχο την επέκταση των επενδυτικών και αναπτυξιακών δραστηριοτήτων στην μεταποίηση προϊόντων, τον αγροτοτουρισμό κ.λπ. Ακολουθώντας λοιπόν, όπως και παλιότερα, την πορεία του Ζαγοριανού μεταξιού, σήμερα τα Ζαγοριανά μήλα εξάγονται στις μεγάλες αγορές της Ευρώπης θεωρούμενα δίκαια από τα καλύτερα στον κόσμο.
  Η φυσική ομορφιά του τόπου επίσης, που παρά τις αναπτυσσόμενες τουριστικές δραστηριότητες έχει μείνει σχεδόν άθικτη και ο μοναδικός συνδυασμός βουνού και θάλασσας, καθιστούν την Ζαγορά ένα από τα ομορφότερα θέρετρα της Ελλάδος.

Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Ζαγοράς


Η Ιστορία του Νομού Μαγνησίας

ΜΑΓΝΗΣΙΑ (Νομός) ΘΕΣΣΑΛΙΑ
   Ο νομός Μαγνησίας συνδέεται με τους μυθικούς Κένταυρους - άνθρωπος και άλογο, πανάρχαια σχέση - το βασίλειο του Πελία, τους λαμπρούς γάμους του Πηλέα με τη νύμφη Θέτιδα, όπου παραβρέθηκαν οι θεοί του Ολύμπου, τον Ιάσονα και την περίφημη Αργοναυτική Εκστρατεία. Η περιοχή ήταν πυκνοκατοικημένη από την Νεολιθική Εποχή, με σημαντικότερα κέντρα το Σέσκλο (7000 π.Χ.) και το Διμήνι (5000 π.Χ.). Οι άρτια οργανωμένοι αυτοί οικισμοί, χτισμένοι σε χαμηλούς λόφους, με άφθονα νερά και εύφορη γη για καλλιέργεια, ανέπτυξαν σπουδαίο πολιτισμό, για τον οποίο μαρτυρούν τα ευρήματα που θαυμάζουμε στο μουσείο του Βόλου. Στη Μαγνησία έχουν εντοπιστεί γύρω στους 40 προϊστορικούς οικισμούς. Εκτός από το Σέσκλο και το Διμήνι έχουν ερευνηθεί η Μαγούλα Ζερέλια του Αλμυρού, η Πύρασος, τα Πευκάκια (Παγασές), το Κουφόβουνο, ο Πύργος, η μαγούλα Βισβίκη, η μαγούλα Αγροκηπίου, η Χατζημισιώτικη μαγούλα. Τα ευρήματα δίνουν πληροφορίες όχι μόνο για το νεολιθικό πολιτισμό της Θεσσαλίας, αλλά της Ελλάδας ολόκληρης. Για τις πρώτες περιόδους της Χαλκοκρατίας, την Πρώιμη ή Πρωτοελλαδική (ΠΕ) 3000 - 2000 π.Χ. και τη Μέση ή Μεσοελλαδική (ΜΕ) 2000 - 1600 π.Χ. οι εικόνες που προέρχονταν από του ανασκαμμένους οικισμούς δείχνουν ότι τα κτίσματα, όπως και στη Νεολιθική Εποχή, διακρίνονται σε κατοικίες, εργαστήρια και αποθήκες. Στη Μέση Χαλκοκρατία βρέθηκαν σπίτια μεγάλα, με παράσπιτα γύρω και δωμάτια με εστίες στη μέση, που φανερώνουν τη συγκέντρωση μεγάλου αριθμού ατόμων - όχι μόνο συγγενών - κάτω από την ίδια στέγη.
   Η ακμή της Μυκηναϊκής Εποχής - Ύστερη Χαλκοκρατία ή Υστεροελλαδική Εποχή (ΥΕ) 1600 - 800 π.Χ. έρχεται σαν φυσικό επακόλουθο των προηγούμενων δημιουργικών εποχών. Ο τελευταίος κατάλογος ανεβάζει τις μυκηναϊκές θέσεις στις 17. Ασφαλώς είναι περισσότερες, εκτιμούν οι επιστήμονες, αφού συνεχώς έρχονται στο φως ταφές, σε σημεία που δεν έχουν εντοπιστεί κτίσματα. Σημαντικότερα κέντρα της εποχής είναι τα Παλιά του Βόλου, τα Πευκάκια και το Διμήνι, όπου σώζεται θολωτός τάφος. Οι μελέτες οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι τα τρία κέντρα αποτελούν ένα σύνολο, που μας παραδόθηκε με τον όρο «Ιωλκός». Το Διμήνι ήταν κατάλληλο για την ανάπτυξη της γεωργίας, στα Πευκάκια θα μπορούσαν να αναπτυχθούν η αλιεία και το εμπόριο, ενώ τα κοντινά στο Πήλιο, Παλιά, θα μπορούσαν να αναπτύξουν τη ναυπηγική, εξασφαλίζοντας ξυλεία από τα δάση. Η Αργοναυτική Εκστρατεία δίνει το χαρακτήρα της πάλης για την επικράτηση, τη δύσκολη εκείνη την εποχή. Το 12ο αι. π.Χ., σε εποχή ακμής, το Διμήνι και τα Πευκάκια εγκαταλείπονται, γεγονός που ίσως σχετίζεται με την ανατροπή του κατεστημένου από τις παραγωγικές τάξεις. Συνεχίζει όμως η ακμή στα Παλιά και παράλληλα αναπτύσσονται οι κόλποι του Βόλου, του Αλμυρού, του Πτελεού, η περιοχή του Βελεστίνου και οι Φθιώτιδες Θήβες, που βρίσκονταν πάνω στο δρόμο για την λίμνη Βοιβηίδα και τον Παγασητικό.
   Από τα τέλη του 9ου αι. π.Χ., ίσως και αργότερα, η Μαγνησία διέρχεται «φάση συγκρούσεων» όπως ονομάζεται, και τα πολιτιστικά στη Γεωμετρική και την Αρχαϊκή Εποχή είναι σπάνια. Από τους παλαιούς δραστήριους οικισμούς μόνο ο κόλπος του Βόλου (Παλιά) παρουσιάζει ίχνη προϊστορικά. Στην ίδια περιοχή ανακαλύφθηκε το αρχαϊκό ιερό του Απόλλωνα - στην θέση «Σωρός» - σημαντικό λατρευτικό κέντρο της Θεσσαλίας και οχυρωμένος οικισμός που ταυτίζεται με το αρχαίο πόλισμα (πολίχνη) Αμφανές, στο οποίο ανήκε το ιερό. Ιδιαίτερη σημασία έχει η οχύρωση του οικισμού, που φανερώνει την ανάγκη των κατοίκων να προστατευθούν από επιθέσεις. Στα 590 π.Χ. οι Μάγνητες συμμετείχαν στη Δελφική αμφικτιονία με δύο ψήφους, αλλά αυτό δεν εμπόδισε τη σύγκρουση και την υποταγή τους στους Θεσσαλούς. Είχαν κάποιες ελευθερίες, αλλά ως περίοικος λαός ήταν υπό την διακυβέρνηση του Φεραίου ταγού Ιάσονα. Την εποχή της βοιωτικής κυριαρχίας (363-352 π.Χ.) η Μαγνησία απαγκιστρώθηκε από τους Θεσσαλούς για να παραδοθεί στο Φίλιππο Β' της Μακεδονίας, όταν ενοποίησε της ελληνικές πόλεις κατά των Περσών. Μεγάλη ιστορική στιγμή για τη Μαγνησία πρέπει να θεωρηθεί το 293 π.Χ., όταν ο Δημήτριος ο Πολιορκητής «συνοικίζει» τα μικρά ή μεγάλα παρακμασμένα πολίσματα και ιδρύει τη Δημητριάδα. Η πόλη έγινε κέντρο οικονομικό και στρατιωτικό φυλάκιο των Μακεδόνων. Το 224 π.Χ. οι κάτοικοι εκδηλώνοντας τη δυσφορία τους, πήραν μέρος στη συμμαχία που υπέγραψε ο Αντίγονος με τους Αιτωλούς. Μετά τη νίκη των Ρωμαίων στις Κυνός Κεφαλές, το 197 π.Χ., οι Μαγνήτες μαζί με όλους τους Έλληνες υποδουλώθηκαν στους Ρωμαίους. Τα ισχυρά τείχη της Δημητριάδας κατεδαφίστηκαν και στα 196 π.Χ. ο περίεργος φιλέλληνας Φλαμινίνος ίδρυσε το πρώτο «κοινό των Μαγνητών». Τέσσερα χρόνια αργότερα η Μαγνησία περιήλθε και πάλι και πάλι στους Μακεδόνες, δώρο των Ρωμαίων στο Φίλιππο Ε' - αντίπαλο στις Κυνός Κεφαλές - για τη βοήθειά του κατά του Αντιόχου. Το 192 π.Χ. επικράτησε το φιλοαιτωλικό κόμμα, με αρχηγό τον Ευρύλοχο, το «κοινό» διαλύθηκε και η Μαγνησία πέρασε με όρους υποτέλειας στην Αιτωλική Συμμαχία. Ο Αντίοχος επισκεύασε τα τείχη της Δημητριάδας, αλλά νικήθηκε στις Θερμοπύλες από τους Μακεδόνες, οι οποίοι ξαναπήραν τη Μαγνησία. Το 169 π.Χ. ο Περσέας, στην επισκευή των οχυρώσεων της Δημητριάδας, χρησιμοποίησε τις χρωματιστές επιτύμβιες στήλες - έτσι διατηρήθηκαν τα χρώματα - που κοσμούν το Αρχαιολογικό Μουσείο του Βόλου.
   Η μετάδοση της Χριστιανικής θρησκείας στη Μαγνησία ξεκίνησε από τα μεγάλα αστικά κέντρα, Δημητριάδα και Θήβες. Θήβες είχε ονομαστεί πολύ πριν από τα Χριστιανικά Χρόνια η ομηρική Πύρασος, από το όνομα της γειτονικής πόλης Μικροθήβες, που άκμασε και στη Ρωμαϊκή Εποχή, αλλά φαίνεται ότι εξακολουθούσε να κατοικείται από την Παλαιοχριστιανική Περίοδο. Η Δημητριάδα και οι Φθιώτιδες Θήβες (Νέα Αγχίαλος) αύξησαν την αίγλη τους στα χρόνια του Ιουστινιανού (527-565). Τότε επισκευάστηκαν και τα τείχη τους, καθώς και σε πολλές άλλες θεσσαλικές πόλεις. Στα τέλη του 6ου αι. με αρχές 7ου, οι εχθροί της βυζαντινής αυτοκρατορίας πλήττουν τον ελλαδικό χώρο και από το β' μισό του 7ου αι. οι Θήβες δεν αναφέρονται στις πηγές και δεν υπάρχουν αξιόλογα ευρήματα. Αντίθετα, η Δημητριάδα εξακολούθησε να ευημερεί σε όλη τη διάρκεια της Βυζαντινής Εποχής. Αρχισε να παρακμάζει μετά την Τουρκική κατάκτηση και στα τέλη του 16ου αι. όλος ο πληθυσμός έχει μετοικίσει στο Βόλο αλλά και κυρίως στα χωριά του Πηλίου. Εκτός από τις Θήβες και τη Δημητριάδα και πολλοί άλλοι αρχαίοι οικισμοί εξακολούθησαν το βίο τους και τα Παλαιοχριστιανικά Χρόνια, στην ίδια θέση όπως η Ίτων ή Ίτωνος (ΝΔ του Αλμυρού), ο Πτελεός, η Ιωλκός (συνοικία Παλιά), η Ολιζών (Μηλίνα), τα Σπάλαυθρα (Χορτόκαστρο), η Μεθώνη (Πλατανίδια και Παλαιόκαστρο), οι Φερές (Βελεστίνο).
   Τους τελευταίους Βυζαντινούς Χρόνους αναπτύχθηκε η μοναστηριακή ζωή στο Πήλιο και γύρω οικιστικοί πυρήνες που εξελίχθηκαν, στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, σε ακμαίους οικισμούς. Αυτής της κατηγορίας είναι τα Μοναστήρια της Θεοτόκου στη Μακρινίτσα, της Παναγίας Πορταρέας, στην Πορταριά, του Αγίου Λαυρεντίου, στον Αγιο Λαυρέντιο, της Αγίας Σωτήρας, στη Ζαγορά. Μοναχοί και ιερωμένοι λόγιοι δίδαξαν τα ελληνικά γράμματα στα μοναστήρια και στις εκκλησίες, διατηρώντας τη φλόγα για λευτεριά. Δυο ήταν τα μεγάλα σχολεία: το «Ελληνομουσείο της Ζαγοράς και η «Σχολή Μηλέων». Το Πήλιο απολάμβανε ελευθεριών, γιατί ανήκε, λένε, στη μάνα του σουλτάνου. Στην πραγματικότητα οι Τούρκοι απέφευγαν τις κακοτοπιές. Το Πήλιο ανέπτυξε σε μεγάλο βαθμό την οικοτεχνία και το εμπόριο, δραστηριότητες που ευνοούσε ο εχθρός, για δικό του όφελος βεβαίως. Στα τέλη του 17ου αι. με αρχές του 18ου, η οικονομία άρχισε να αναπτύσσεται, χάρη στην παραγωγή του μεταξιού και των μάλλινων επενδυτών που γέμιζαν τις αγορές. Στη Δύση το μετάξι, στην Ανατολή οι επενδύτες. Στον κάμπο του Βελεστίνου και του Αλμυρού κύριο προϊόν υπήρξε από την αρχαιότητα το σιτάρι. Εκεί αναπτύχθηκε η υφαντική, ενώ στα ορεινά της 'Οθρης οι κάτοικοι ασχολήθηκαν με την κτηνοτροφία και την υλοτομία και ανέπτυξαν την υφαντική και την ποιμενική ξυλογλυπτική. Η ναυτιλία ήταν ένα άλλο μεγάλο κεφάλαιο στην οικονομία της Μαγνησίας, που μας παραδίδεται από τα μυθικά κιόλας χρόνια με την Αργοναυτική Εκστρατεία. Στα χρόνια της Φραγκοκρατίας - 12ος αι. - ο Αλμυρός γνώρισε μεγάλη άνθηση και το λιμάνι του ήταν το σπουδαιότερο της Θεσσαλίας. Στα ναυτικά επαγγέλματα στράφηκαν και οι κάτοικοι του Τρικεριού, με προτίμηση στη σπογγαλιεία, ενώ το εμπόριο κρατούσαν τα περίφημα «ζαγοριανά καράβια», που ξεκινούσαν από το Χορευτό για τις μεγάλες αγορές του κόσμου (17ος - 18ος αι.). Τα ίδια αυτά καράβια τάχθηκαν στον Αγώνα, όταν ήρθε η κατάλληλη ώρα. Το Μάιο του 1821 στις Μηλιές κηρύχθηκε επίσημα η Επανάσταση και η περιοχή ενσωματώθηκε στο νέο ελληνικό κράτος το 1881.

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιανουάριο 2005 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Γενικής Γραμματείας Περιφέρειας Θεσσαλίας


ΜΑΚΡΙΝΙΤΣΑ (Χωριό) ΒΟΛΟΣ
  Στις πλαγιές του Πηλίου, του θεϊκού βαθύσκιου βουνού, αναπαύεται νωχελικά η Μακρινίτσα, κεφαλοχώρι πασίγνωστο, που δεσπόζει για τη θέση και τη θέα της προς το Βόλο, για την μοναδική οικιστική της ιδιαιτερότητα, για το πλήθος των αρχοντικών και των νοικοκυρόσπιτων, για τις εκκλησίες, τις βρύσες, τα καλντερίμια.
  Η Μακρινίτσα κτίστηκε από το 1204-1215 γύρω από την υπάρχουσα ήδη "φωνή της Μακρινίτσης της επ' ονόματι τιμωμένης της Θεομήτορος της οξείας Επισκέψεως" από τη Βυζαντινή οικογένεια των Μαλιασσηνών. Ο μικρός οικισμός που δημιουργείται στους πρώτους αιώνες της τουρκοκρατίας αναπτύσσει οικονομικές δραστηριότητες στα Βαλκάνια και στην Ευρώπη λόγω της καλλιέργειας του μεταξοσκώληκα και της κατεργασίας δέρματος. Το 1878 η Μακρινίτσα πρωτοστατεί στην επανάσταση κατά των Τούρκων, κατά την οποία διακρίνεται η Μακρινιτσιώτισσα οπλαρχηγός Μαργαρίτα Μπασδέκη. Μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους η Μακρινίτσα γίνεται δήμος απ' τους πιο μεγάλους του νομού σε έκταση, κατοίκους και δραστηριότητες. Με το τέλος του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου, ο αγροτικός χαρακτήρας της Μακρινίτσας αλλάζει, ο τουρισμός ανοίγει νέους ορίζοντες για τους κατοίκους.

Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Κοινότητας Μακρινίτσας


Ιστορία της Σκιάθου

ΣΚΙΑΘΟΣ (Νησί) ΒΟΡΕΙΟΙ ΣΠΟΡΑΔΕΣ
ΠΡΟΙΣΤΟΡΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ(1100π.χ.)
  Σύμφωνα με όσα γράφονται στην "Περιήγησιν" το νησί κατά τους προϊστορικούς χρόνους,κατοικήθηκε από τους Πελασγούς, λαό προελληνικό που κατέβηκε από την Θράκη. Δεν αποκλείται όμως πριν την εγκατάσταση των Πελασγών στη Σκιάθο το νησί να είχε κατοικηθεί από Κάρες που όπως μας λέει ο Θουκιδίδης,σε πολλά ελληνικά νησιά στα παλιά εκείνα χρόνια ήρθαν και εγκαταστάθηκαν. Αλλά πολύ πιθανόν φαίνεται ότι το νήσι κατοικήθηκε και από άλλους λαούς μετά την εγκατάσταση των Πελασγών. Πιθανότατα να είχα έρθει Κρήτες που γνωρίζουμε ότι είχαν καταλάβει την γειτονική Πεπάρηθο (σημερινή Σκόπελος). Στην υπόθεση αυτή συνηγορεί και το γεγονός ότι ένα από τα λατρευτικά ονόματα το θεού Διόνυσου ο οποίος λατρεύοταν στα νησιά που κατέλαβαν οι Κρήτες ήταν το "Σκιάνθιος", επίθετο που μοιάζει με το όνομα του νησιού.

ΑΡΧΑΪΚΑ ΚΑΙ ΚΛΑΣΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ (11ΟΟ-338 π.χ.)
  Έπειτα από τους παλιούς αυτούς κατοίκους, τη Σκιάθο κατοίκησαν Χαλκιδείς. Οι Χαλκιδείς ήταν Ίωνες που ήρθαν στη Σκιάθο την περίοδο της αποικιακής τους δραστηριότητας που αρχίζει από τον Η' αιώνα και μετά. Φαίνεται ότι έφτασαν στο νησί τον Ζ' ή ΣΤ' αιώνα σε κάποια από τις πορείες τους για να ιδρύσουν αποικίες στη Χαλκιδική. Έκτισαν την πόλη τους στα νοτιοανατολικά του λιμανιού πάνω στο ύψωμα, ώστε να κυριαρχεί σ' ολόκληρο το μεγάλο όρμο και το εσωτερικό διπλό λιμάνι. Η πόλη ήταν περιτειχισμένη με τείχος από τετράγωνους μαρμάρινους λίθους, μεγάλους και ακατέργαστους και επικοινωνούσε με την ενδοχώρα και το λιμάνι με δύο πύλες. Η πόλη αυτή έζησε σ' όλη τη διάρκεια των κλασικών, ελληνιστικών και βυζαντινών χρόνων μέχρι την εποχή που δημιουργήθηκε η μεσαιωνική πόλη, το Κάστρο, στο βόρειο τμήμα του νησιού.
   Η Σκιάθος παρουσιάζεται πάλι στο ιστορικό προσκήνιο την περίοδο των Περσικών Πολέμων όπως μας λέει ο Ηρόδοτος, το 480 π.χ., όταν ο περσικός στόλος κατέβαινε από τη Θεσσαλονίκη, οι Έλληνες που τον περίμεναν στο Αρτεμίσιο της Εύβοιας ειδοποιήθηκαν με πυρσούς από τη Σκιάθο. Φαίνεται λοιπόν ότι η Σκιάθος την περίοδο αυτή βοήθησε τους Έλληνες και ίσως να ήταν από τις λίγες πόλεις που δε "εμήδισαν" . Όταν το 478/7 π.χ. συστήθηκε η Α'Αθηναϊκή Συμμαχία, η γνωστή ως συμμαχία της Δήλου, η Σκιάθος ακολούθησε τους Αθηναίους. Για την καταβολή του φόρου, οι Αθηναίοι χώρισαν τις συμμαχικές πόλεις σε περιοχές και όπως διαπιστώνεται από τους " φορολογικούς καταλόγους" που σώζονται σε αττικές επιγραφές, η Σκιάθος συμπεριλαμβανόταν στη Θρακική περιοχή ή στον "από Θράκης φόρον" και πλήρωνε χίλιες δραχμές το χρόνο, ποσό πολύ μικρό, που φανερώνει ότι η Σκιάθος ήταν φτωχή τα χρόνια εκείνα. Την περίοδο αυτή της Αθηναϊκής συμμαχίας η Σκιάθος όπως και οι άλλες πόλεις της,συμμαχίας είχε αυτονομία και δημοκρατική διοίκηση. Είχε δηλαδή Βουλή, εκκλησία του δήμου και επώνυμο άρχοντα. Αλλά όπως είναι γνωστό, τελικά,η συμμαχία εξελίχτηκε σε ηγεμονία και κυριαρχία των Αθηναίων σε βάρος των συμμάχων.
   Με το τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου το 404 π.χ., την ήττα των Αθηναίων και την επικράτηση των Σπαρτιατών, η Σκιάθος ήρθε στα χέρια της Σπάρτης και το πολίτευμα της έγινε ολιγαρχικό. Το 386 π.χ. με την Ανταλκίδειο ή Βασίλειο ειρήνη, σύμφωνα με την οποία όλα τα νησιά εκτός τη Λήμνο, Ίμβρο και Σκύρο στα οποία οι Αθηναίοι είχαν στείλει κληρούχους, απόκτησαν την αυτονομία τους, κηρύχτηκε και η Σκιάθος επίσημα ανεξάρτητη. Οι Σπαρτιάτες όμως παραβίασαν τις διατάξεις της ειρήνης και σύντομα κατέλαβαν πάλι τη Σκιάθο μαζί με άλλα νησιά, όπου τοποθέτησαν στρατιωτική φρουρά και επέβαλαν βαριά φορολογία.
   Το 378/7 π.χ. όταν η Αθήνα συστήνει την Β' Αθηναϊκή συμμαχία, μια πραγματικά αμυντική συμμαχία αυτή τη φορά, με σκοπό ν' αντικρούσει τις επεκτατικές διαθέσεις των Σπαρτιατών, η Σκιάθος τάχτηκε και πάλι μαζί της. Στη Β' αυτή Αθηναϊκή ηγεμονία με τους δημοκρατικούς θεσμούς και την αυτονομία, η Σκιάθος παρέμεινε περίπου 40 χρόνια. Και φαίνεται ότι στο διάστημα αυτό η οικονομική κατάστασή της βελτιώθηκε τόσο, ώστε στα μέσα περίπου του Δ' π.χ. αιώνα έκοψε χάλκινα νομίσματα με την παράσταση της κεφαλής του Ερμή από τη μία πλευρά και του κηρύκειου με τη λέξη CΚΙΑΘΙ από την άλλη. Αργότερα το νησί χρησιμοποιήθηκε από τους Αθηναίους ως ναύσταθμος και βάση στις επιχειρήσεις τους κατά του Φιλίππου Β' της Μακεδονίας.
   Το 338 π.χ. μετά τη μάχη της Χαιρώνειας, που ουσιαστικά έφερε το τέλος της ανεξαρτησίας στα κράτη της Ν. Ελλάδας και την επικράτηση των Μακεδόνων, η Σκιάθος περιήλθε στην κυριαρχία τους.

ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΡΩΜΑΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ (338 π.Χ.-330 μ.Χ.)
  Οι Μακεδόνες εγκατέστησαν στη Σκιάθο πολίτευμα ολιγαρχικό και το νησί έζησε ανενόχλητο για πολλά χρόνια. Ιστορικά εμφανίζεται πάλι από την εποχή του Φιλίππου Ε' (238-279π.Χ.) του Μακεδόνα βασιλέα που την εποχή εκείνη βρισκόταν σε πόλεμο με τους Ρωμαίους. Η Σκιάθος εκείνα τα χρόνια δεινοπαθεί αρκετά γιατί οι πολεμικές επιχειρήσεις διαδραματίζονται στις γύρω περιοχές. Όταν αρχίζει ο Β' Μακεδονικός πόλεμος το 200/199 π.χ. ο Φίλιππος δίνει διαταγή να καταστραφούν η Σκιάθος και Σκόπελος ώστε να μην πέσουν στα χέρια του εχθρικού ναυτικού και χρησιμοποιηθούν εναντίον του. Και πραγματικά το ίδιο έτος φτάνει στο νησί ο Ρωμαϊκός στόλος και ο στόλος του Αττάλου Α' της Περγάμου που ήταν σύμμαχος της Ρώμης και παίρνουν σαν λεία ό,τι είχε απομείνει από την ερήμωση του Φιλίππου. Παρά τη μεγάλη έκταση της καταστροφής η πόλη γρήγορα συνήλθε και μετά την ήττα του Φιλίππου στις Κυνός Κεφαλές το 197 π.χ. αποκαταστάθηκε το δημοκρατικό πολίτευμα.
   Με την κατάλυση του Μακεδονικού κράτους το 168 π.χ. οι Ρωμαίοι παρεχώρησαν στις Ελληνικές πόλεις-κράτη κάποιες ελευθερίες. Τελικά όμως το 146 π.χ. ολόκληρη η Ελλάδα υποδουλώθηκε στους Ρωμαίους και η Σκιάθος ακολούθησε την ίδια τύχη. Το 42 π.χ. μετά τη μάχη των Φιλίππων ο νικητής Αντώνιος χάρισε τη Σκιάθο μαζί με κάποια άλλα νησιά στους Αθηναίους ως ένδειξη ευχαριστίας για τη φιλική προς αυτόν συμπεριφορά τους. Κοντά στους Αθηναίους με δημοκρατικό πάλι πολίτευμα έζησε η Σκιάθος έως και αρκετά χρόνια.

ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΚΑΙ ΕΝΕΤΟΚΡΑΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ (330-1538)
   Οι πληροφορίες που έχουμε για τη Σκιάθο από την πρώτη βυζαντινή περίοδο είναι ελάχιστες. Γνωρίζουμε μόνο ότι διοικητικά υπαγόταν στην επαρχία Θεσσαλίας που αποτελούσε τμήμα του Μακεδονικού θέματος και ότι με την εξάπλωση του Χριστιανισμού στο νησί,δημιουργήθηκε έδρα επισκόπου που ανήκε στη μητρόπολη Λάρισας. Το 758 μ.Χ. επί Κων/νου του Κοπρώνυμου, στο λιμάνι της Σκιάθου ήταν αγκυροβολημένος ο Βυζαντινός στόλος οποίος έσπευσε να βοηθήσει τη Θεσσαλονίκη που επρόκειτο να της επιτεθούν οι Βούλγαροι και οι Σλάβοι. Τον Ζ' μ.Χ. αιώνα η Σκιάθος υποφέρει πολύ από τις πειρατικές επιδρομές των Σαρακηνών στο Αιγαίο.
   Όταν καταλύθηκε η Βυζαντινή Αυτοκρατορία από τους Φράγκους το 12Ο4 και τα νησιά του Αιγαίου δόθηκαν στους Ενετούς, η Σκιάθος, η Σκόπελος όπως και άλλα νησιά των Κυκλάδων καταλήφθηκαν από τους αδελφούς Ανδρέα και Ιερεμία Γκίζι, βενετσιάνους επιχειρηματίες. Οι Γκίζι έδωσαν στους κατοίκους αυτοδιοίκηση με αρκετά προνόμια που αναφέρονται στα γνωστά " CΑΡΙΤULΑ SCΙΑΤΙ ΕΤ SCΟΡULΙ" και ίσχυσαν και στη Β' Ενετοκρατία, κατάργησαν όμως την Ορθόδοξη επισκοπή. Για κατοικία τους και ασφάλεια της πόλης έκτισαν στην Σκιάθο ένα καινούργιο κάστρο στο Μεγάλο λιμάνι, το λεγόμενο Μπούρτζι. Οι αδελφοί Γκίζι εξουσίαζαν τα νησιά μέχρι το 1259 και οι διάδοχοί τους για 17 ακόμα χρόνια, μέχρι τα 1276 που ο Βυζαντινός στόλος τους έδιωξε από τις Β.Σποράδες.
   Η Σκιάθος έμεινε στο Βυζαντινό κράτος μέχρι το 1453. Η Βυζαντινή κυριαρχία όμως ήταν μάλλον τυπική καθώς οι πειρατικές επιδρομές που μάστιζαν το Αιγαίο τα χρόνια εκείνα δεν άφησαν την Κων/πολη να επιβληθεί ουσιαστικά στα νησιά που είχε ανακαταλάβει. Έτσι φαίνεται ότι στα μέσα περίπου του ΙΔ' αιώνα οι Σκιαθίτες, απελπισμένοι πλέον από τις αλεπάλληλες επιδρομές τόσο των πειρατών όσο και των Τούρκων, εγκαταλείπουν την παραλιακή πόλη τους και κτίζουν καινούργια, πιο ασφαλή το Κάστρο στα βόρεια του νησιού σ' έναν απότομο βράχο που αποτελούσε και φυσικό φρούριο.
   Οταν το 1453 πέφτει η Κων/πολη στα χέρια των Τούρκων, οι Σκιαθίτες προτιμούν την ενετική κατοχή καθώς αντιλαμβάνονται ότι η Βενετία από δω και στο εξής θα είναι η μόνη δυνατή προστασία εναντίον των Τούρκων. Ζητούν λοιπόν από τους Ενετούς να καταλάβουν το νησί με την προϋπόθεση όμως να επικυρωθούν τα προνόμια που είχαν δώσει στο νησί οι Γκίζι και να διατηρηθεί η έδρα του Ορθόδοξου Επίσκοπου, αιτήματα τα οποία γίνονται δεκτά. Έτσι αρχίζει Β' Ενετοκρατία στη Σκιάθο που διήρκεσε μέχρι το 1538. Αλλά η ζωή των κατοίκων δεν φαίνεται να καλλιτέρευσε. Οι πειρατικές επιδρομές συνεχίζονται, οι δε Ενετοί τους καταπιέζουν τόσο πολύ, ώστε όταν το 1538 το Κάστρο πολιορκούνταν από τον Μπαρμπαρόσσα, βρέθηκαν κάποιοι που προκειμένου να απαλλαγούν από την τυρρανία τους, δεν δίστασαν να του το παραδώσουν.

ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ (1538 - 1821)
   Η τουρκική κυριαρχία της Σκιάθου αρχίζει το 1538 και επισημοποιείται το 1540 με την υπογραφή της ενετοτουρκικής ειρήνης. Την περίοδο αυτή το νησί κυβερνιόταν από Τούρκο διοικητή, τον Βοεβόδα, τον οποίο βοηθούσαν οι δημογέροντες ή προεστοί που εκλέγονταν κάθε χρόνο και ήταν στην αρχή ένας ή δύο κι έπειτα περισσότεροι. Η Σκιάθος όπως και τα άλλα νησιά του Αιγαίου ανήκε στον Καπουδάν Πασά, δηλαδή στον Ναύαρχο του τουρκικού στόλου. Κάθε χρόνο οι κάτοικοι πλήρωναν χρηματικό ποσό ως φόρο, το χαράτσι. Στο νησί υπήρχε επίσης Καδής για τις δικαστικές υποθέσεις, αγάς για τις διοικητικές, ζαμπίτης για τη φορολογία. Οι Σκιαθίτες όπως και όλοι οι νησιώτες γενικά, ήταν υποχρεωμένοι να υπηρετούν για κάποιο διάστημα στον τουρκικό στόλο. Αργότερα η υποχρεωτική τούτη Θητεία μετατράπηκε σε χρηματική εισφορά τα «μελαχικά». Στα προεπαναστατικά χρόνια όμως η ναυτολογία ξαναήρθε. Στα μέσα του ΙΖ' αιώνα, το 1660 ο ενετός ναύαρχος Φραγκίσκος Μοροζίνης καταλαμβάνει το Κάστρο και επαναφέρει για τρίτη φορά την ενετική κυριαρχία η οποία όμως δεν κράτησε πολύ γιατί οι τούρκοι το ξαναπήραν σύντομα και συνεχίστηκε έτσι η κυριαρχία τους μέχρι την έναρξη της ελληνικής επανάστασης.
   Με το πέρασμα των χρόνων οι Τούρκοι που ζούσαν στη Σκιάθο λιγόστευσαν. Το αξίωμα του Βοεβόδα εξαγοράζονταν από τους ντόπιους, οι άλλες δε τουρκικές αρχές τις περισσότερες φορές δεν υπήρχαν στο νησί κι οι υπηρεσίες τους εκτελούνταν από τους δημογέροντες που έτσι,σιγά-σιγά, απέκτησαν περισσότερα δικαιώματα. Οι κάτοικοι όμως εξακολουθούν να υποφέρουν από την πειρατεία που δεν έπαψε ούτε τα χρόνια αυτά. Παρ' όλες όμως τις δοκιμασίες οι Σκιαθίτες δεν ελησμόνησαν τη ναυτιλία. Έτσι από τις αρχές του ΙΗ' αιώνα άρχισαν να ναυπηγούν μικρά πλοία και να διεξάγουν μεταφορές και εμπόριο στα κοντινά μέρη. Αργότερα με μεγαλύτερα πλοία έφτασαν ως την Αίγυπτο και τη Μαύρη θάλασσα.
   Το αίσθημα όμως της Ελευθερίας έμεινε άσ6εστο στους κατοίκους της Σκιάθου. Έτσι το 1770 συμμετέχουν στη νικηφόρα ναυμαχία του Τσεσμέ στο πλευρό του Ρώσου ναυάρχου Αλεξίου Ορλώφ και λίγο αργότερα προσφέρουν άντρες και πλοία στο θρυλικό έλληνα θαλασσομάχο Λάμπρο Κατσώνη που δρούσε την εποχή αυτή εναντίον των Τούρκων με επιδρομές στα τουρκικά παράλια και επιθέσεις εναντίον τουρκικών πλοίων.
Ενα γεγονός με μεγάλη σημασία για το νησί και όλη την Ελλάδα ήταν η δημιουργία της πρώτης Ελληνικής Σημαίας με άσπρο σταυρό σε γαλάζιο φόντο τον Σεπτέμβριο του 1807 στην Ιερά Μονή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ 1821
   Η Σκιάθος παρά το γεγονός ότι ήταν μακριά από το κέντρο των επιχειρήσεων και αποτελούσε εύκολη λεία για τον τούρκικο στόλο, σύντομα τάχτηκε υπέρ της ελληνικής επανάστασης. Την εποχή εκείνη διέθετε έναν ικανό αριθμό εξοπλισμένων πλοίων με γυμνασμένα πληρώματα από τους προηγούμενους θαλάσσιους αγώνες των οπλαρχηγών του Ολύμπου στους οποίους μέχρι το 1816 είχε λάβει μέρος. Έτσι τα Σκιαθίτικα πλοία βοήθησαν πολύ τον Αγώνα. Την εποχή εκείνη βρήκαν καταφύγιο στη Σκιάθο πολλοί πρόσφυγες που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις πατρίδες τους, όταν έσβησαν τα επαναστικά κινήματα στα μέρη αυτά. Σε 30.000 περίπου υπολογίζονται οι πρόσφυγες από τα χωριά του Πηλίου, του Ολύμπου, την Εύβοια, την Ήπειρο που ζήτησαν καταφύγιο στις Β. Σποράδες. Η συγκέντρωση όμως τόσο πολλών ανθρώπων σ' ένα τόσο μικρό μέρος δημιούργησε προβλήματα στέγασης και διατροφής και καθώς υπήρχαν και οπλισμένοι μεταξύ τους δεν άργησε να διασαλευτεί η τάξη και να επικρατήσει αναρχία. Το αποτέλεσμα ήταν το νησί να ταλαιπωρηθεί για χρόνια από πράξεις βίας και λεηλασίας, των λιάπηδων κυρίως, οι οποίοι παρέμειναν στη Σκιάθο και όταν ακόμα οι περισσότεροι πρόσφυγες ξαναγύρισαν στις πατρίδες τους ή εγκαταστάθηκαν σ' άλλα πιο κατάλληλα μέρη. Το 1823 οι Τούρκοι έκαναν απόπειρα να την ξαναπάρουν μα αποδεκατίστηκαν. Το 1829 μετά την υπογραφή του Πρωτόκολλου του Λονδίνου με το οποίο ιδρυόταν ελληνικό κράτος, υποτελές όμως στους Τούρκους, οι Σκιαθίτες εγκατέλειψαν το Κάστρο και εγκαταστάθηκαν πάλι στο λιμάνι, εκεί που ήταν η αρχαία πόλη Σκιάθος.

Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2002 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Σκιάθου


Σελινούς και Πάνορμος

ΣΚΟΠΕΛΟΣ (Νησί) ΒΟΡΕΙΟΙ ΣΠΟΡΑΔΕΣ
Εκτός από την Πεπάρηθο, στο νησί υπήρχαν δύο άλλες πόλεις, η Σελινούς και ο Πάνορμος. Τα ερείπια της πρώτης διακρίνονται κοντά στο σημερινό Λουτράκι της Γλώσσας και αυτά του Πανόρμου πλησίον του ομώνυμου όρμου στη νότια πλευρά του νησιού. Η τελευταία πόλη αναφέρεται το 361 π.Χ. όταν κατελήφθη από τον τύρρανο των Φερών Αλέξανδρο και κατόπιν πολιορκήθηκε από τους Αθηναίους. Στην αρχή του 4ου αιώνα, η Πεπάρηθος είχε την τύχη να διατελέσει σε ανεξαρτησία για ορισμένα χρόνια και αποτέλεσμα ήταν να κόψει και πάλι χάλκινα νομίσματα, τα οποία έφεραν στην μία πλευρά κεφαλή Διονύσου και στην άλλη σταφύλι, έμβλημα του νησιού ήδη από τους αρχαϊκούς χρόνους. Στα μέσα του 4ου αιώνα τα νησιά των Β. Σποράδων είχαν γίνει ναυτικές βάσεις των Αθηναίων. Πιθανών στους χρόνους αυτούς χτίστηκαν ναοί και πύργοι σε διάφορα επίκαιρα σημεία του νησιού. Την ίδια εποχή, η Πεπάρηθος διεξήγαγε εμπόριο με πόλεις του Ευξείνου Πόντου, όπου εξήγαγε τον φημισμένο «πεπαρήθιο οίνο».

Το 340 π.Χ. ο Φίλιππος Β' της Μακεδονίας κατέλαβε την Αλόννησο (σημ. Κυρά-Παναγιά), την οποία χρησιμοποιούσε σαν βάση για το στόλο του και στην συνέχεια λεηλάτησε την Πεπάρηθο. Στους χρόνους αυτούς, οι Αθηναίοι στους οποίους ανήκαν τα νησιά των Β. Σποράδων δεν είχαν την δύναμη να αντιπαραχθούν στον μακεδονικό επεκτατισμό. Στους χρόνους των διαδόχων του Μ. Αλεξάνδρου, το νησί δεν αναφέρεται στις αρχαίες πηγές και μόνο το 209 π.Χ. γίνεται πεδίο συγκρούσεων κατά τον πόλεμο μεταξύ του Φιλίππου Ε' της Μακεδονίας και του βασιλιά της Περγάμου Αττάλου Α'. Ο δεύτερος την καταλαμβάνει το 209 αλλά στην συνέχεια ο Φίλιππος στέλνει ισχυρή δύναμη και την ανακαταλαμβάνει. Το 199 π.Χ. ο ίδιος καταστρέφει το νησί επειδή δεν επιθυμεί να γίνει πολεμική βάση των Ρωμαίων. Η καταστροφή αυτή δεν φαίνεται να επηρέασε σημαντικά την οικονομία του νησιού αφού δύο χρόνια μετά (197) αναφέρεται σε ψήφισμα ότι οι Πεπάρηθιοι είχαν καθιερώσει το δημοκρατικό και έχτιζαν ναούς.

Συμμαχίες

With the Phocians

ΦΕΡΕΣ (Αρχαία πόλη) ΡΗΓΑΣ ΦΕΡΡΑΙΟΣ
The tyrants of Pherae, Lycophron and Peitholaus, who were destitute of allies after the death of Onomarchus, gave Pherae over to Philip, while they themselves, being protected by terms of truce, brought together their mercenaries to the number of two thousand, and, having fled with these to Phayllus, joined the Phocians as allies. (Diod.+16.37, fr.12-16)

Έχετε τη δυνατότητα να δείτε περισσότερες πληροφορίες για γειτονικές ή/και ευρύτερες περιοχές επιλέγοντας μία από τις παρακάτω κατηγορίες και πατώντας το "περισσότερα":

GTP Headlines

Λάβετε το καθημερινό newsletter με τα πιο σημαντικά νέα της τουριστικής βιομηχανίας.

Εγγραφείτε τώρα!
Greek Travel Pages: Η βίβλος του Τουριστικού επαγγελματία. Αγορά online

Αναχωρησεις πλοιων

Διαφημίσεις

ΕΣΠΑ