gtp logo

Πληροφορίες τοπωνυμίου

Εμφανίζονται 9 τίτλοι με αναζήτηση: Βιογραφίες για το τοπωνύμιο: "ΡΕΘΥΜΝΟΝ Πόλη ΚΡΗΤΗ".


Βιογραφίες (9)

Μουσικοί

Κουμεντάκης Γιώργος

  Ο Γιώργος Κουμεντάκης γεννήθηκε στο Ρέθυμνο το 1959. Σε ηλικία 15 χρονών άρχισε να δημιουργεί τις πρώτες του συνθέσεις.
  Εχει γράψει πάνω από 60 έργα για ορχήστρα, μουσική δωματίου, ορχήστρα δωματίου, όπερες, ορατόριο, μουσική για μπαλλέτο και αρχαίες τραγωδίες.
  Εργα του έχουν παρουσιαστεί εκτός από την Ελλάδα, στην Ιταλία, Γαλλία, Αγγλία, Γερμανία, ΗΠΑ, Χονγκ - Κονγκ, Ολλανδία, Λουξεμβούργο, Σουηδία, Ελβετία, Νορβηγία, Βέλγιο, Ουγγαρία κλπ. στο πλαίσιο μεγάλων Φεστιβάλ Σύγχρονης Μουσικής: Biennale της Βενετίας 1985, World Music Days 1981, 1988, 1989, 1990, Frankfurt Feste 1987, Φεστιβάλ Νάπολης 1987, Φεστιβάλ Ορλεάνης 1987, Middelburg Festival, Ολλανδία 1990, Presences '92 Radio France, Παρίσι 1992, Tage fur Neue Musik Festival, Zurich 1992, Lecce Festival 1992, Palermo Festival 1992 και 1997, New Musica 4, Λονδίνο 1994, Φεστιβάλ Επιδαύρου 1981 και 1989 με το Εθνικό Θέατρο, 1984 με το Θέατρο Τέχνης και το 1996 με το Θέατρο του Νότου, Φεστιβάλ Αργους 1995, 1996 κ.α.
  Εργα του έχουν εκτελεστεί μεταξύ άλλων από το Κουαρτέτο Leonardo, το Ensemble Intercontemporain, την Ορχήστρα Νέων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Νέο Ελληνικό Κουαρτέτο, την Oslo Sinfonietta, την Oslo Filarmonic Chamber Choir, το Divertimento Ensemble, το Xenakis Ensemble, το Νέο Ελληνικό Κουαρτέτο, το Arraymusik Ensemble, την Καμεράτα Μεγάρου Αθηνών, την Ορχήστρα Δωματίου Actis, την Ορχήστρα της Μουσικής Ακαδημίας της Σικελίας, την Ορχήστρα Νέων της Μεσογείου, το Composer's Ensemble, τη Συμφωνική Ορχήστρα της Οξφόρδης.
  Εργα του έχουν διευθύνει μεταξύ άλλων οι Arturo Tamayo, Gunther Schuller, Diego Masson, James Judd, Mathias Bamert, Ingo Metzmacher, Sandro Gorli, Olivier Cuendet, Christian Eggen, Stefan Skold, Henry Kucharzyk, Gaetano Colajanni, Νίκος Τσούχλος, Μίλτος Λογιάδης, Αλέξανδρος Μυράτ, Μάριος Παπαδόπουλος, Henri Gallois.
  Εχει συνεργαστεί έξι φορές με την Ομάδα Εδάφους από το 1992.
  Είναι ο πρώτος Ελληνας συνθέτης που κέρδισε την υποτροφία της Γαλλικής Ακαδημίας "Prix de Rome" και ως υπότροφος της Villa Medici για το 1993 συνέθεσε μια όπερα βασισμένη στις Βάκχες του Ευριπίδη. Το 1994 τιμήθηκε με το βραβείο "Νίκος Καζαντζάκης".
Εργα του που κυκλοφορούν σε CD:
1) Requiem για το Τέλος του Ερωτα και Ιφιγένεια στο Γεφύρι της Αρτας (OES19).
2) Παραμύθια των Αδελφών Γκρίμμ (LYRA).
3) Δράκουλας (E2).

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του Συλλόγου Οι Φίλοι της Μουσικής "Λίλιαν Βουδούρη"


Μανόλης Λαγουδάκης (Λαγός)

1910 - 1981
  Ο Μανόλης Λαγουδάκης (Λαγός) γεννήθηκε το 1910 στα Περβόλια του Ρεθύμνου και το πάθος του για την κρητική λύρα το συναντάμε από τα πρώτα παιδικά του χρόνια. Λένε οι συνομήλικοί του που ζουν ακόμη ότι μαθητής του Δημοτικού Σχολείου είχε καταφέρει να βρει μια μικρή λύρα, στην οποία έπαιζε όποιους σκοπούς άκουγε. Ο πατέρας του βέβαια δεν έβλεπε με καλό μάτι τη μουσική ευαισθησία του γιου του και έκανε ό,τι μπορούσε να την αποθεραπεύσει πριν γίνει επικίνδυνη (φοβόταν ο άνθρωπος ότι θα πεθάνει στην ψάθα). Δεν τα κατάφερε όμως. Μια μέρα μάλιστα, αφηγούνται οι συμμαθητές του στο Δημοτικό, που έλειπε ο πατέρας του από τα Περβόλια, τους μάζεψε σε κάποια γωνιά περβολιανής αλάνας και τους έπαιξε το Θούριο του Ελευθερίου Βενιζέλου «Βενιζέλε μας πατέρα της Ελλάδας...», το οποίο ήταν απαγορευμένο, γιατί βρισκόμασταν προφανώς λίγο μετά το 1920. Αν αξιολογηθούν τα παραπάνω, όπως και η μετέπειτα πορεία του Μανόλη Λαγού, δεν αποτελεί υπερβολή να καταγράψουμε ότι ο εξαίρετος λαϊκός καλλιτέχνης ερωτεύθηκε από τα παιδικά του χρόνια τη λύρα με ένα παθολογικό έρωτα, από τον οποίο δεν λυτρώθηκε ώς το τέλος της ζωής του. Αυτός ο έρωτας ήταν η αφορμή που δεν προχώρησε στα γράμματα ούτε έμαθε ποτέ καμία τέχνη.
  Ακόμη και η επιλογή του να καταταγεί στη Χωροφυλακή -την οποία υπηρέτησε για λίγα χρόνια- έγινε ακριβώς επειδή θα είχε ελεύθερο χρόνο να παίζει λύρα.
  Η «ερασιτεχνική» του ενασχόληση με τη λύρα τον οδήγησε κατά καιρούς σε διάφορα άλλα επαγγέλματα. Έτσι τον βρίσκουμε, μετά την Κατοχή και μέχρι το 1954, να ασχολείται με την αλιεία, διατηρώντας ένα μικρό «στόλο» από καΐκια και τράτες.
  Το 1955, ύστερα από επιμονή των φίλων του, πείθεται και ανοίγει στα Περβόλια μια οικογενειακή ταβέρνα, που κατά τη δεκαετία 1954-1964 άφησε εποχή. Εκεί μαζεύονταν οι φίλοι του από κάθε μεριά της Κρήτης και για χάρη τους έπαιζε λύρα σε γλέντια που, πολλές φορές, κρατούσαν χωρίς διακοπή δυο και τρεις μέρες! Η ταβέρνα όμως δεν φτούρησε επαγγελματικά, γιατί είχε πάντοτε το νου του στη λύρα. Ήξερε ότι οι φίλοι του και πελάτες του πήγαιναν για ν' ακούσουν τις δοξαριές του κι αυτό του χάριζε ιδιαίτερη ικανοποίηση. Έπιανε λοιπόν το λυράκι του και του έδινε να καταλάβει χωρίς ποτέ να τον ενδιαφέρει αν το όμορφο αυτό πάθος του το πλήρωνε την επόμενη με άδειο το συρτάρι που είχε στο «τεζάκι» του.
  Και μη σκεφτείτε ποτέ ότι μπορεί να μην εισέπραττε το μαγαζί αλλά στοιβάζονταν τα χαρτονομίσματα στα γόνατα και στα πόδια του. Τα χρήματα τον πρόσβαλλαν. Ένιωθε να τραυματίζουν το καλλιτεχνικό του μεράκι και την προσωπική του αξιοπρέπεια. Οι Περβολιανοί και όσοι τον γνώριζαν λένε ότι όποιος άλλος στη θέση του θα είχε θησαυρίσει από τον κόσμο που πήγαινε στην ταβέρνα του για να τον ακούσει. Εκείνος όμως ξεκίνησε φτωχός την καθυστερημένη επαγγελματική του σταδιοδρομία και τα κατάφερε να τερματίσει το ίδιο φτωχός, αλλά με αξιοπρέπεια και αρχοντιά.
  Στη δισκογραφία ο Μανόλης Λαγός εμφανίζεται για πρώτη φορά το 1938, με τελευταία ηχογράφησή του γύρω στο 1955. Το δισκογραφικό του έργο δεν είναι μεγάλο σε έκταση, αλλά είναι τεράστιο σε ποιότητα και λάμψη. Από τις πιο χαρακτηριστικές μελωδίες του είναι εκείνη που είναι αφιερωμένη στο συνοικισμό του: Περβόλια μου με τ' άνθη σου, με τσι γαρεφαλιές σου
και με το περιγιάλι σου και με τσι κοπελιές σου.

  Ανάμεσα στο 1938 και το 1955 ηχογράφησε πάνω από είκοσι τραγούδια, σε συνεργασία πάντα με το λαούτο και τη ρωμαλέα φωνή του Γιάννη Μπερνιδάκη (Μπαξεβάνη), με τον οποίο, όπως διηγούνται οι φίλοι του, τον συνέδεε μια βαθειά φιλία, αλλά συγχρόνως ταίριαζαν και ως χαρακτήρες και ως παίξιμο.
  Οι παλιοί Περβολιανοί θυμούνται συχνά το χωριανό τους καλλιτέχνη να κλείνεται πολλά βράδυα με τον Μπαξεβάνη στην ταβέρνα και να παίζουν μόνο για τους εαυτούς τους, για να θρέψουν τους καλλιτεχνικούς δαίμονες -έτσι έλεγαν- που φώλιαζαν μέσα τους. Ακόμη, ο Λαγός έβαζε ένα χτένι στις χορδές της λύρας του, γιατί πίστευε ότι μ' αυτό χαμηλώνουν οι τόνοι και γίνονται γλυκύτεροι. Όσοι έτυχε ν' ακούσουν τους δύο καλλιτέχνες σε αυτές τις προσωπικές τους ώρες λένε ότι άκουγαν αγγελικές μελωδίες!
  Τα τραγούδια του Μανόλη Λαγού που γράφτηκαν με τη συνεργασία του Μπαξεβάνη έμειναν ανεπανάληπτα και κλασικά στην ιστορία της κρητικής μουσικής παράδοσης και ξεχωρίζουν για την άψογη και μερακλίδικη εκτέλεσή τους και την ομορφιά των στίχων τους. Αξίζει να σημειωθεί η σπουδαία εκτέλεση του τραγουδιού «Τη μάνα μου την αγαπώ» από την εξαίρετη και ανεπανάληπτη φωνή της Λαυρεντίας Μπερνιδάκη (αδελφής του Μπαξεβάνη), που είναι η πρώτη Κρητικιά που τραγούδησε σε δίσκο.
  Τα παρακάτω δύο περιστατικά από τη ζωή του Περβολιανού λυράρη μιλούν από μόνα τους για την προσωπικότητά του:
  Κάποτε έσμιξαν πέντε μερακλήδες του Ρεθύμνου, ο Γ. Ψυρρής, ο Σταμάτης Παπαδάκης, ο Σταγουρογιάννης, ο Γιάννης Μπερνιδάκης και ο Μανόλης Λαγός, και πήγαν στην Αίγυπτο, όπου τους είχε προσκαλέσει ο Πολιτιστικός Σύλλογος των ομογενών. Εκεί έμειναν αρκετές μέρες και κυριολεκτικά ξεσήκωσαν τους ομογενείς με τη λύρα, το χορό και τα τραγούδια τους. Έπειτα από αυτές τις πετυχημένες εμφανίσεις έπεσαν βροχή οι προτάσεις του κέντρου ψυχαγωγίας για να εμφανιστούν με πολύ ακριβό κασέ. Ούτε που το συζήτησαν. Επέστρεψαν από την Αίγυπτο με μόνη αντιπαροχή κάποιες φωτογραφίες με τους ομογενείς και τη γνωριμία μιας ξένης χώρας. Την ευκαιρία να γυρίσουν με πολλά λεφτά την περιφρόνησαν. Κάτι ανάλογο συνέβη με την πρόταση που έστειλε πλούσιος ομογενής από την Αμερική στο Μανόλη Λαγό. Τη συνόδευε με ένα πολύ ενδιαφέρον συμβόλαιο. Που μεταφραζόταν σε πολυψήφιο αριθμό δολλαρίων. Η απάντηση ήταν όχι· δεν παίζω για τα λεφτά.
  Μετά το 1964 ο Μανόλης Λαγός εγκαταστάθηκε οικογενειακώς στην Αθήνα και άνοιξε ζαχαροπλαστείο στο Φάληρο. Ήταν παντρεμένος με την Αννα Σταγάκη (την έκλεψε), με την οποία απέκτησε τέσσερις κόρες, που αποκαταστάθηκαν και έμειναν στην Αθήνα. Η κόρη του Φιλίππα, η τρίτη στη σειρά, εξομολογήθηκε με πολλή συγκίνηση:
«Ο πατέρας μου ήταν πάνω απ' όλα άνθρωπος αξιοπρεπής, αισθηματίας και άρχοντας. Τον λατρεύαμε όλες μας. Ήταν τόσο καλός πατέρας και οικογενειάρχης, που πολλές φορές αναρωτιόμαστε αν υπήρχε δεύτερος! Όμως πιο πολύ από μας αγαπούσε με πάθος τη λύρα του. Σ' αυτήν αφιέρωνε κάθε ελεύθερο χρόνο του. Μαζί της ήταν κυριολεκτικά ευτυχισμένος, χωρίς όμως να παραμελεί την οικογένειά του... Ο θάνατός του μας συγκλόνισε. Τη μητέρα μου τη συνέτριψε κυριολεκτικά. Να σκεφτείτε ότι μόλις ένα μήνα μετά το φευγιό του δεν άντεξε και πέθανε κι αυτή. Τόσο πολύ της στοίχισε. Έτσι, μέσα σ' ένα μήνα τους χάσαμε και τους δύο...»
  Ο Μανόλης Λαγουδάκης, ο λυράρης, ο μερακλής, πέθανε το Σεπτέμβρη του 1981 στην Αθήνα.

πηγές: βιογραφικά του Λαγού στους «Πρωτομάστορες», από το Στέλιο Αεράκη και τον εκδότη Γιάννη Χαλκιαδάκη
Το κείμενο παρατίθεται τον Οκτώβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, της cretan-music.gr


Μπερνιδάκη Λαυρεντία

  Η Λαυρεντία Μπερνιδάκη, αδερφή του μεγάλου Μπαξεβάνη (Γιάννης Μπερνιδάκης), είναι η πρώτη γυναίκα στην ιστορία της Κρητικής παραδοσιακής μουσικής που ηχογραφήθηκε δισκογραφικά. Στο διάστημα του μεσοπολέμου, εκείνα τα όμορφα χρόνια της κρητικής μουσικής δημιουργίας, τα όμορφα χρόνια των Ροδινού, Μπαξεβάνη, Καρεκλά, Χαρίλαου, Ψύλλου, κ.α., ηχογραφήθηκαν οι πρώτοι δίσκοι 78 στροφών. Περιζήτητος ήταν ο αδερφός της ο Μπαξεβάνης. Είχε μια πλούσια φωνή κι έπαιζε σπάνιο λαούτο. Είχε ήδη ηχογραφήσει πολλούς δίσκους όταν σκέφτηκε να αξιοποιήσει τη μοναδική φωνή της αδερφής του Λαυρεντίας. Γράφει λοιπόν γράμμα στη δισκογραφική εταιρεία και τους ζητάει να να ακούσουν την αδερφή του. Η απάντηση ήταν θετική και έτσι στην επόμενη ηχογράφηση του Μπαξεβάνη ανεβαίνει μαζί του στην Αθήνα και η Λαυρεντία. Με την πρώτη μαντινάδα που τραγούδησε, οι άνθρωποι της Κολούμπια τη σταματάνε.
"Εντάξει να τραγουδήσει στο δίσκο, η φωνή της είναι πολύ καλή." Έτσι...
Τη μάνα μου την αγαπώ γιατί πονεί για μένα
μα όχι αγάπη μου γλυκειά ως αγαπώ εσένα

  Ήταν η πρώτη φορά που γυναικεία φωνή "έγραφε" τη φωνή της πάνω σε Κρητικό δίσκο. Συνοδευόμενη από τη φωνή και το λαούτο του αδερφού της αλλά και τη λύρα του Μανώλη του Λαγού. Στη φωτογραφία δεξιά διακρίνουμε τη Λαυρεντία, τον αδερφό της Γιάννη και το Μανώλη Λαγό με παραδοσιακή ενδυμασία.
  Η ίδια εξιστορεί πως δέχτηκαν οι Κρητικοί της εποχής το τόλμημα αυτό, μια γυναίκα να ηχογραφεί σε δίσκο:
" Ήταν Μεγαλοβδομάδα όταν πρωτοήρθε ο δίσκος στα Χανιά. Έρχεται ένας από Χανιά και μας λέει ότι ήρθε ο δίσκος της Λαυρεντίας. Εμείς τον ακούσαμε την άλλη μέρα. Σε λίγο ήρθαν οι δίσκοι στον αντιπρόσωπο του Ρεθύμνου, το Λευτέρη το Γαγάνη. Γεμάτη χαρά ξεκίνησα να πάω να τον πάρω. Φτάνω στο μαγαζί και τι να δω; Ουρά ο κόσμος... Όλοι είχαν ενθουσιαστεί! "
  Από τότε έγραψε κι άλλους δίσκους. Όλους με τον αδερφό της. Σε τρεις έπαιζε κι ο Φουσταλιέρης. Η Λαυρεντία είχε πια καθιερωθεί. Ακολουθούσε τον αδελφό της σε γλέντια, σε γάμους, όχι επαγγελματικά βέβαια...
  Η Λαυρεντία έπαιζε και λαούτο που έμαθε από τον αδερφό της. Μικρή φεύγοντας από το φούρνο του πατέρα της, ανέβαινε σπίτι, έπαιρνε το λαούτο και τραγουδούσε...
  Τα χρόνια όμως πέρασαν. Η Κρητική μουσική τη δεκαετία του 50 πέρασε μεγάλη κρίση. Ξεχάστηκαν μαζί και οι μεγάλοι της τεχνίτες. Η δόξα του μεσοπολέμου άρχισε να σβήνει... Έτσι σταμάτησε και η δισκογραφική δουλειά των ανθρώπων αυτών... Κατόπιν ήρθε ο θάνατος. Ο Μπαξεβάνης έσβησε στα 62 του χρόνια. Και η Λαυρεντία ξεχάστηκε. Τώρα πλέον δεν τραγουδά.

Κώστας Βασιλάκης
Το κείμενο παρατίθεται τον Οκτώβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, της cretan-music.gr


Γιάννης Μπερνιδάκης (Μπαξεβάνης)

1910 - 1972
  Ο Γιάννης Μπερνιδάκης ή Μπαξεβάνης γεννήθηκε το 1910 στο Ρέθυμνο και καταγόταν από το Ανω Μαλάκι. Λέγεται ότι ο πατέρας του ήταν κηπουρός στο τσιφλίκι κάποιου Τούρκου και γι' αυτό αποκαλούνταν και «Μπαξεβάνης» (μπαξές=κήπος). Στα 12 του χρόνια άρχισε να παίζει μαντολίνο και μπουλγαρί, αλλά τον κέρδισε τελικά το λαούτο. Η καταπληκτική φωνή του ήταν εκείνη που έκανε όλη την Κρήτη να τον αποκαλεί "το αηδόνι της Κρήτης" και εξαιτίας αυτής έχει μείνει στην ιστορία σαν ένας από τους κορυφαίους τραγουδιστές που έχει βγάλει η Κρήτη. Εμφανίζεται στη δισκογραφία το 1928 με την ηχογράφηση ενός δίσκου με το λυράρη Αλέκο Καραβίτη, ενώ ακολούθησαν συνεργασίες με το Φουσταλιέρη ,το Λαγό, το Ροδινό ,τον Καρεκλά και το Σκορδαλό.
  Ο Μπαξεβάνης την εποχή εκείνη, με την ασύγκριτη φωνή του είχε ξεπεράσει τα στενά όρια της Κρήτης και είχε γίνει γνωστός και στην υπόλοιπη Ελλάδα καθώς τραγούδησε , εκτός από Κρητικά τραγούδια, νησιώτικα αλλά και μικρασιάτικα . Λένε ακόμη ότι οι λυράρηδες της εποχής φιλονικούσαν μεταξύ τους για το ποιός θα τον πάρει στα πανηγύρια και στις ηχογραφήσεις των δίσκων. Από το Γ.Μπερνιδάκη και τον Παναγιώτη Τούντα ηχογραφήθηκε στην Αθήνα το τραγούδι "Ασπρο Περιστέρι Μου" και το "Αμάν Μαριώ" το 1938 (δίσκος 78" Columbia DG6395) και το "Θε να σε κάμω μενεξέ" και το "Ωχ Μικρό Μελαχροινό" το Φλεβάρη του '40 (δίσκος 78" Columbia DG6520). Με το Στ.Φουσταλιέρη ηχογράφησε το "Τα Βάσανά Μου Χαίρομαι", το "Μερακλήδικο Πουλί" (δίσκος 78" His Master's Voice AO2488), και το " Όσο Βαρούν Τα Σίδερα" το 1938 (δίσκος 78" Columbia DG6364), το " Όσο Σιμώνει Ο Καιρός" και το "Πονεμένη Καρδιά" το 1940 (δίσκος 78" His Master's Voice AO 2651). Το 1949 ηχογράφησε συνολικά 6 τραγούδια με το Θανάση Σκορδαλό, εκ των οποίων είναι και το "Βαρύς Πισκοπιανός", "Το Ξεροστερνιανό Νερό", κ.α. *** Το 1947 παντρεύτηκε με την Ελ.Κατσιμπράκη και απέκτησε μια κόρη που ζει στο Ρέθυμνο. Ο Γιάννης Μπερνιδάκης πέθανε στο Ρέθυμνο τον Ιούλιο του 1972.
***τα περισσότερα από τα στοιχεία της παραπάνω παραγράφου προέρχονται από το αναλυτικό φυλλάδιο (επιμέλειας Παναγιώτη Κουνάδη) που δώθηκε στη συναυλία "Μικρασιατικές επιρροές στην Κρητική μουσική παράδοση" από το Μάνο Μουντάκη και μουσικούς από την Κρήτη και την υπόλοιπη Ελλάδα.

Κώστας Βασιλάκης
Το κείμενο παρατίθεται τον Οκτώβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, της cretan-music.gr


Παπαδάκης Αντώνης (Καρεκλάς)

1893 - 1980
  Ο Αντώνης Παπαδάκης (Καρεκλάς) γεννήθηκε στα Περβόλια του Ρεθύμνου το 1893 και άρχισε να ασχολείται με τη λύρα από μικρό παιδί. Είναι ένας από τους σημαντικότερους Ρεθεμνιώτες λυράρηδες των αρχών του 20ού αιώνα.
  Πρωτόπαιξε λύρα σε εποχή που το λαούτο δεν είχε καθιερωθεί ακόμη ως συνοδευτικό όργανο της λύρας στην Κρήτη (ως γνωστόν, η εξάπλωσή του άρχισε από τα Χανιά και σταδιακά προχώρησε ανατολικότερα).Έτσι, στις εμφανίσεις του χρησιμοποιούσε το μπουλγαρί, δημοφιλέστατο την εποχή εκείνη στην περιοχή του Ρεθύμνου (βλ. σχετικά στη βιογραφία του Στέλιου Φουσταλιέρη). Συνεργάτες του ήταν κυρίως οι μπουλγαρίστες Γιώργης Αγιούτης και Βλαδίμηρος και λίγο αργότερα, μαθητής ακόμη στο μπουλγαρί, ο Στέλιος Φουσταλιέρης, που ήταν και ανηψιός του. Με συνοδεία λαούτου πρωτόπαιξε γύρω στα 1928, με τον περίφημο λαουτιέρη Σταύρο Ψυλλάκη (Ψύλλο).
 Αφού πρώτα έμαθε όλα τα μυστικά του οργάνου στον ανηψιό του, το Στέλιο Φουσταλιέρη, συνεργάστηκε μ' εκείνον για πολλά χρόνια. Στη δισκογραφία εμφανίζονται μαζί γύρω στα 1930 ηχογραφώντας τα περίφημα ρεθεμνιώτικα πεντοζάλια. Στην πορεία της μακρόχρονης σταδιοδρομίας του ηχογράφησε αρκετούς δίσκους 48 στροφών, που έγιναν μεγάλες επιτυχίες την εποχή εκείνη. Ξακουστή έγινε η σούστα του Καρεκλά με τα πολλά γυρίσματα (μουσικές φράσεις), που έχει μείνει κλασική για τους σημερινούς λυράρηδες.
  Ο Αντώνης Καρεκλάς υπήρξε χαρακτηριστικός τύπος μποέμ της εποχής του και, χάρη στη θαυμάσια λύρα που έπαιζε, είχε κερδίσει πολλά χρήματα. Όμως, αν και ήταν από τους δοξασμένους λυράρηδες του καιρού του, είχε άδοξο τέλος, αφού έφθασε στο σημείο να ζητιανεύει για τον επιούσιο.
  Πέθανε, έπειτα από πολυκύμαντη ζωή, στο άσυλο Ανιάτων Χανίων το 1980, σε ηλικία 87 χρονών.

πηγή: βιογραφία του Καρεκλά, στη δισκογραφική σειρά «Πρωτομάστορες»
Το κείμενο παρατίθεται τον Οκτώβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, της cretan-music.gr


Ροδινός Aνδρέας

1912 - 1934
  Γεννήθηκε στο Ρέθυμνο το 1912. Ο πατέρας του καταγόταν από το Ατσιπόπουλο Ρεθύμνου και ήταν φούρναρης, η μητέρα του Χρυσούλα Μαμαγκάκη καταγόταν από τα Φραντζεσκιανά Μετόχια. Αρχισε να παίζει λύρα 13 χρονών (υπάρχει μαρτυρία του αδερφού του ότι ο μικρός Ανδρέας κάθονταν και έπαιζε ώρες λύρα με τους συνομήλικους Τουρκοκρητικούς γείτονες του). Η επιθυμία του για ζωή ήταν έντονη και εκδηλώθηκε με συχνές επισκέψεις του στα χωριά του νομού Ρεθύμνου αλλά και στην περιοχή του Αποκόρωνα και των Σφακίων. Διδάχτηκε από παλιούς και έμπειρους λυράρηδες, όπως ο Νικήστρατος (για λίγο καιρό γιατί πέθανε στα πρώτα του βήματα) και ο Πισκόπης και στην ηλικία των 16 δημιούργησε το δικό του συγκρότημα με τον λαουτιέρη Σ. Ψύλλο (από την Επισκοπή Ρεθύμνου, με Σφακιανή όμως καταγωγή). Ήταν πλέον ένας εκπληκτικός και καταξιωμένος λυράρης. Ο Ανδρέας Ροδινός ήταν ερασιτέχνης λυράρης και αυτό ήταν από τα χαρακτηριστικά του καθώς ποτέ δεν είδε τη λύρα ως επάγγελμα και αποστρεφόταν τους φιλάργυρους συναδέλφους του. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι στο μοναδικό γλέντι που δέχτηκε χρήματα (8 Σεπτέμβρη του 1932) στα Μυριοκέφαλα Ρεθύμνου και στο οποίο μαζεύτηκαν 6-7 χιλιάδες δραχμές, έσπευσε να τα δωρίσει στην εκκλησία και με τα οποία χτίστηκε εικονοστάσι που σώζεται ως σήμερα. Θρυλική έχει μείνει η εμφάνιση του μαζί με τον Χαρίλαο Πιπεράκη , ξακουστό λυράρη της εποχής καταγόμενο από το Ξεροστέρνι Αποκορώνου και το γέρο-Καντέρη από τον Αποκορώνα, στην προκυμαία του Ρεθύμνου το καλοκαίρι του 1930. Βραδιά κατά την οποία μετά τους δύο μεγάλους λυράρηδες, ο Ροδινός έδωσε εξετάσεις και ενθουσίασε τα πλήθη παίζοντας λύρα μέχρι τα ξημερώματα.
  Αφού λοιπόν τελείωσε το γυμνάσιο, ασχολήθηκε με πάθος με την Κρητική μουσική, έχοντας ως συνεργάτη τον λαουτιέρη με τη καταπληκτική φωνή Γιάννη Μπερνιδάκη (Μπαξεβάνη). Το 1933 κατατάχθηκε στο στρατό και εκεί καθηλώθηκε για 6 μήνες στο νοσοκομείο ,εξαιτίας μιας πλευρίτιδας που τελικά αποδείχτηκε μοιραία καθώς επιβάρυνε την ήδη άσχημη ψυχολογική του κατάσταση. Λέγεται ότι ήταν ερωτευμένος με μια Αμερικάνα και μάλιστα μεγαλύτερη του, πράγμα μη αποδεκτό από την οικογένειά του σύμφωνα με τα ήθη της εποχής.
  Στη διάρκεια μιας μικρής καλυτέρευσης που παρουσίασε, ύστερα από επιμονή των φίλων του ηχογράφησε δύο δίσκους 78 στροφών που κυκλοφόρησαν από την ODEON με συνοδεία στο λαούτο από το τον Γ.Μπερνιδάκη. Περιελάμβαναν τον «Ρεθυμνιώτικο συρτό», «Αποκορωνιώτικο Συρτό» , «Κισσαμίτικο Συρτό» και τα «Ρεθυμνιώτικα Πεντοζάλια».Ο Ανδρέας Ροδινός πέθανε στο Ρέθυμνο στις 9 Φεβρουαρίου 1934 , μόλις 22 χρονών και την ημέρα της κηδείας του φάνηκε πόσο αγαπητός ήταν καθώς έκλεισαν όλοι τα μαγαζιά τους και όλο το Ρέθυμνο ακολούθησε την νεκρική πομπή .Ο μύθος του όμως έμεινε για πάντα...

Κώστας Βασιλάκης
Το κείμενο παρατίθεται τον Οκτώβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, της cretan-music.gr


Τσαγκαράκης Γιώργος (Τζιμάκης)

1913
  Ο Γιώργος Τζιμάκης (Tζαγκαράκης) το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στο Ρέθεμνος το 1913, απο πατέρα Ρεθεμνιώτη και μητέρα Xανιώτισσα (από το Σέλινο). Δεν θα προλάβει να χαρεί την ξεγνιασιά της παιδικής του ηλικίας καθώς ο πατέρας του πέθανε νωρίς και ο Γιώργης έπρεπε να δουλέψει για να βοηθήσει τη μάνα του και τις τρείς αδερφές του. Σε ηλικία 9 ετών δούλευε σε ένα καφενείο, δίπλα στη Χωροφυλακή Ρεθύμνης κουβαλώντας καφέδες.
  Στο καφενείο σύχναζαν παρέες που έπαιζαν μαντολίνα και τραγουδούσαν. Εκεί θα πάρει τα πρώτα ερεθίσματα για να ασχοληθεί με τη μουσική. Με τις οικονομίες που θα μαζέψει από την δουλεία στο καφενείο θ' αποκτήσει το πρώτο του όργανο, ένα μαντολίνο που το διάλεξε μαζί με τον παιδικό του φίλο Ανδρέα Ροδινό. Κάποιος Καραμπέτης που ζούσε στο Ρέθυμνο και έπαιζε ούτι, θα τον βοηθήσει να κάνει τα πρώτα του βήματα, βασικά όμως ο Τζιμάκης είναι ένας αυτοδίδακτος καλλιτέχνης, όχι μόνο στο μαντολίνο, αλλά και σε όλα τα άλλα όργανα με τα οποία θ' ασχοληθεί στη συνέχεια.
  Στα 14 του χρόνια όχι μόνο παίζει πολύ καλά μαντολίνο, αλλά κάνει και μαθήματα σε άλλους πιτσιρικάδες. Σ' αυτή την ηλικία, "με κοντά παντελονάκια" όπως λέει ο ίδιος, παίζει σε γάμους και πανηγύρια, πότε μόνος του με το μαντολίνο και πότε με το νεαρό τότε λυράρη Αντώνη Καρεκλά. Σε ηλικία 16 ετών γνωρίζει στο Ηράκλειο τον μεγάλο συνθέτη και βιολίστα Στρατή Καλογερίδη και μάλιστα θα τον συνοδεύσει μερικές φορές με το μαντολίνο. Ο Καλογερίδης εντυπωσιάζεται απο το παίξιμο του Τζιμάκη και τον παρακινεί να συνεχίσει με το ίδιο ζήλο.
  Κάποια σιγμή θα λάβει μέρος και σε ηχογράφιση 78 στροφών του Καλογερίδη παίζοντας Κιθάρα. Ταυτόχρονα θα καταπιστεί με τη λύρα και δε θ' αργήσει να γίνει ένας απο τους πιό γνωστούς και καταξιωμένους λυράρηδες της εποχής του. Στη δεκαετία του 39 θα γνωριστεί και θα συνεργαστεί με τους πιό σημαντικούς εκπρόσωπους της Κρητικής μουσικής της περιόδου του μεσοπολέμου.
  Στα 83 του χρόνια σήμερα ο Τζιμάκης ακμαίος και πνευματικά διαυγής, παίζει, χορεύει και τραγουδά με το ίδιο κέφι, και υπηρετεί με το ίδιο ασίγαστο πάθος τη μουσική μα παράδοση. Δίνει συνεντεύξεις σε τοπικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς και τηλεοπτικά κανάλια γι την ανάγκη διατήρησης και διάδοσης της ανόθευτης Κρητικής μουσικής, στη οποία αφιέρωσε ολόκληρη τη ζωή του. Του οφείλουμε ένα μεγάλο ευχαριστώ για τα 75 χρόνια προσφοράς του στην παράδοση.

βιογραφικό από το CD της Cretaphone, "75 Χρόνια Γιώργος Τζιμάκης"
Το κείμενο παρατίθεται τον Οκτώβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, της cretan-music.gr


Φουσταλιεράκης Στέλιος (Ρολογάς)

1911 - 1992
  Το μπουλγαρί είναι το παλαιότερο νηκτό έγχορδο δηλαδή που παιζόταν με κρούση των χορδών με πέννα, μουσικό όργανο που συναντούμε στο νησί. Είναι ο «γενάρχης» μιας πολύ μεγάλης και παλιάς οικογένειας οργάνων, που οι ρίζες της φτάνουν μέχρι την αρχαιότητα. Η αρχαία ονομασία του ήταν «πανδούρα», πέρασε στα βυζαντινά χρόνια με το όνομα πανδουρίς (πανδουρίδα) κι από εκεί με παραφθορά από «ταμπουρίς» εύκολα κατέληξε στον «ταμπουρά» αφού η λέξη ξαναδέχτηκε την αρχαία της κατάληξη όχι όμως και το γένος. Υπάρχει ακόμη η άποψη ότι η ονομασία του οργάνου προέρχεται από την Σουμεριακή ονομασία παν-τουρ (=μικρό τόξο) [...]
  Ο Στέλιος Φουσταλιεράκης (ο γνωστός κι αγαπητός σ' ούλη την πόλη μας μπάρμπα Στέλιος ο ρολογάς, επειδή ασκούσε και τη λεπτή του ρολογά τέχνη) γεννήθηκε στις 19 Ιουνίου 1911 στο Ρέθυμνο. Ο παππούς του ήταν από το Μονοπάρι του Ανω Βαλσαμόνερου, αλλά ο πατέρας του γεννήθηκε στο Ρέθυμνο. Του δώσανε το όνομα του πατέρα του που σκοτώθηκε σε ατύχημα όταν η μάνα του, η Κυριακούλα Κανελλάκη, ήταν πέντε μηνών έγκυος και μόλις έξι μήνες παντρεμένη.
  Δύσκολα εκείνα τα χρόνια για επιβίωση κι ο μικρός Στέλιος ορφανός, πήγε σε νυχτερινό σχολείο κι έβγαλε την Τρίτη Δημοτικού ενώ ταυτόχρονα μαθαίνει την τέχνη του ρολογά. Ο αδερφός της μητέρας του, ο Γιώργης ο Κανελλάκης, έπαιζε μπουλγαρί και ήταν αυτός που κόλλησε το «μικρόβιο» στο Στέλιο. «Μικιό κοπελάκι» μα «ζωντανό» και «ξυπνό», ο Στέλιος Φουσταλιεράκης γύρναγε τις Ρεθεμνιώτικες ταβέρνες και κοίταζε τα μπουλγαριά κρεμασμένα στους τοίχους τους, στην περιοχή της πλατείας Κιουλούμπαση, στου Αμπατζή και στις άλλες όπου μπαίνανε οι Ρεθεμνιώτες κι αποθέτανε με τον κάματο της μέρας «τσοι καημούς και τα πάθιαν τως». Έψαχνε κάποιον να παίζει για να στήσει τ’ αυτί και να δακρύζει από συγκίνηση.
  Το μπουλγαρί γι’ αυτόν ήταν μεράκι, έρωτας! «…Μπρε συ Μανόλη, εβαρέθηκα να τονε γροικώ, πάρε του ένα μπουλγαρί κι ας είναι από άρτικα (ψεύτικο)...» έλεγε η μάνα του στον πατριό του εκείνα τα χρόνια. Με τον πρώτο του μισθό και τη μεσολάβηση του πατριού του αγόρασε από την ταβέρνα του Χοιρομανόλη ένα μπουλγαρί με 75 δρχ. Αυτοδίδακτος με μικρή καθοδήγηση από το θείο του άρχισε να «βγάζει» τις πρώτες του μελωδίες στο μπουλγαρί, τον «Χτικιάρη», το «Σταφιδιανό», το «Πάρε καρότσα κι έλα», κι όσες άλλες το μεγάλο του μεράκι του «δασκάλευγε»!
  Ο Αντώνης Καρεκλάς, ονομαστός κιόλας λυράρης της εποχής του, είχε για συνοδούς του τον καιρό εκείνο στο μπουλγάρι και στο μαντολίνο τους φημισμένους Γιώργη Αγιούτη, Βλαδίμηρο, Γιώργη Τζαγκαράκη ή Τζιμάκη, δεξιοτέχνες. Σ' αυτούς ήρθε να προστεθεί, από τα πρώτα του κιόλας βήματα, ο Φουσταλιέρης που ήταν και ανιψιός του (ο Καρεκλάς είχε παντρευτεί την αδελφή της μητέρας του). " Όσο μεγάλωνα τόσο έμπαινα στον νταλκά του οργάνου", είχε πει ο ίδιος. Στα 15 του συμμετείχε στο πρώτο του γλέντι. «Στα χωριά εζητούσανε τότε χωραΐτικα όργανα (σ.σ. από το Ρέθυμνο δηλαδή). Όμως οι γάμοι ήτονε σκληροί, ζόρικοι. Με τα δάχτυλά εμετρούσα το πότε είχα κοιμηθεί στο σπίτι μου. Το γαμήλιο γλέντι κρατούσε 5 - 6 νύχτες. Στα Σφακιά έφτανε και τις 15! Εγώ 'μουνα χλωμός από τα ξενύχτια..Ττα δάχτυλα μου πρήζουνταν και τα νύχια μου εσκίζουνταν. Έπαιζα και μ' έπαιρνε ο ύπνος απάνω στ’ όργανο. Ο Καρεκλάς τότε - που 'χενε τη μεγαλύτερη αντοχή απ' όλους μας - μου 'παιζε μια με το μπόδαν- του, ξυπνούσα και συνέχιζα... Κι από λεφτά; Λίγα πράγματα... Ο κόσμος τότε ήτονε φτωχός!!! Με τη βία εβγάζαμε σε κάθε γάμο τρία ως οχτώ κατοστάρικα, ούλοι μαζί. Ήτονε σα χαρτζιλίκι. Πού τα λεφτά που παίρνουνε οι σημερινοί! Και μετά περιμέναμε κανένα κάρο για να μασε γυρίσει στο Ρέθυμνο!...».
  Το 1930, αφού πούλησε το πρώτο, αγόρασε το δεύτερο μπουλγαρί του με το οποίο «συναδερφώθηκαν» μέχρι το τέλος της ζωής του: «...εγώ το 'χω από τρίτο χέρι και τό 'χω 52 χρόνια. Πρέπει να είναι πάνω από 130 χρονώ. Το είχε πιο μπροστά ο Λαγός. Κι αυτός το 'χε πάρει μεταχειρισμένο από το ξαδερφό του το Σταύρο το Λαγό, ο οποίος το 'χε πάρει πριν 12 χρόνια επίσης μεταχειρισμένο από κάποιον Τουρκορεθεμνιώτη με το όνομα Χουσάκη. Ο Βασίλης ο Λαγός όμως διορίστηκε το 1930 σε μιαν υπηρεσία στο Ηράκλειο. Έρχεται λοιπόν και με βρίσκει: Στέλιο, μου λέει, έκλεισα την ταβέρνα, μόνο ανε θες το μπουλγαρί να 'ρθεις να τ' αγοράσεις... Πραγματικά το αγόρασα 300 δραχμές τότε. Από τότεσας δεν ξανάφτιαξε κανείς τέτοιο όργανο. Οι παλιοί οργανοποιοί που τα φτιάχνανε πεθάνανε. Τώρα έρχονται καμιά φορά, το βλέπουνε, το μετρούνε, μα κανείς δεν πέτυχε να το φτιάξει».
  Ο Φουσταλιέρης αρχίζει σιγά - σιγά να παίζει απ' όλα: συρτά, πεντοζάλια, καστρινά, ταξίμια, ταμπαχανιώτικα, ακόμα και ρεμπέτικα. Αν και κρατούσε πάντα την τέχνη του ρολογά και δεν υπήρξε ποτέ επαγγελματίας οργανοπαίκτης, ο δεξιοτέχνης που είχε ξυπνήσει μέσα του δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί "κρατώντας μόνο το πάσο του λυρατζή": «Ο Καρεκλάς το καταλάβαινε αυτό και συχνά "αλάφρωνε" το δοξάρι και άνοιγε δρόμο για να περνάω εγώ μπροστά. Σιγά - σιγά πήρα δρόμο, πετάχτηκα, έφυγα, απομακρύνθηκα από τη λύρα κι έκανα δικιά μου κυβέρνηση, δικό μου συγκρότημα!...».
   Ο Φουσταλιέρης αναδεικνύει το μπουλγαρί σε όργανο μελωδικό και σολιστικό, με αποκορύφωμα την είσοδο και καθιέρωσή του στο χώρο της δισκογραφίας των 78 στροφών. Εκτός από τον Καρεκλά συνεργάστηκε και με άλλους λυράρηδες όπως το Σοφοκλή Παπατζανή, το Γιώργο Πατεράκη (από τον Πρινέ), το Γιουλούντα και πολλούς άλλους ακόμα ονομαστούς και μη της εποχής και της Κρήτης, αφού απόκτησε μεγάλη φήμη τουλάχιστον σε κάθε γωνιά που κατοικούνε Κρητικοί. Με τον Καρεκλά έμεινε μαζί συνολικά 25 χρόνια.
   Στη δισκογραφία χρησιμοποίησε επίσης τους Κώστα Καρίπη, Στέλιο Χρυσίνη και Βαγγέλη Φραγκιαδάκη (που κρατούσαν το μπάσο με την κιθάρα), το Στέλιο τον Περπινιάδη στα φωνητικά και τον Ντάβο με τη μαντόλα. Επίσης έπαιζε συχνά με μικρασιάτες μουσικούς που είχαν έρθει εδώ μετά την καταστροφή του '22. Αναφέρεται λοιπόν μια κομπανία που την αποτελούσαν ο Καρεκλάς (λύρα), ο Φουσταλιέρης (μπουλγάρι), ο Γιάννης ο Αρμένης (ούτι), κι ο Μιχαλάκης Αραμπατζόγλου (σαντούρι). Δυστυχώς, δεν διασώθηκαν ηχογραφήσεις από την κομπανία αυτή. Μπορούμε όμως να φανταστούμε το μουσικό αποτέλεσμά της. Από τους τραγουδιστές η πιο γόνιμη συνεργασία ήταν αυτή με το Γιάννη Μπερνιδάκη, το λεγόμενο «Μπαξεβάνη».
  Οι καιροί όμως ήταν δύσκολοι και το 1934 ο Στέλιος Φουσταλιέρης αναγκάστηκε να αναζητήσει την τύχη του στον Πειραιά. Εκεί έπιασε δουλειά ως βοηθός σε ρολογάδικο. Στην πλατεία Καραϊσκάκη, στην "παράγκα" του Γιώργου του Μπάτη (που γνωρίζονταν από τον καιρό που αυτός είχε πάει στο Ρέθυμνο, ως... «κράχτης» πλανόδιου οδοντίατρου!), γνωρίστηκε με μεγάλα ονόματα του λαϊκού και ρεμπέτικου όπως το Μάρκο Βαμβακάρη, τον Παναγιώτη Τούντα, το Γιάννη Παπαϊωάννου, το Στράτο Παγιουμτζή, τον Μπαγιαντέρα, τον Τσιτσάνη, κι όλες τις άλλες δόξες της εποχής. Οι γνωριμίες αυτές στάθηκαν καθοριστικές στη μετέπειτα καλλιτεχνική του πορεία.
  Εδώ στον τοίχο της ταβέρνας ήταν κρεμασμένα στην σειρά τα μπουζούκια, το καθένα με τ' όνομά του: η Μαριγούλη, η Κούλα, η Γυφτοπούλα, η Τσιγγάνα, ο Γέρο - Μάγκας (ο Τζούρας) ...Ανάμεσα σ' αυτά και το μπουλγαρί που παίζει το "Στελλάκι από την Κρήτη" κι ενθουσιάζει τους ρεμπέτες με τη "διπλοπενιά" και την "τριπλοπενιά" του. Στην Αθήνα έμεινε ως το 1937 και η επιρροή του από το ρεμπέτικο ήταν μεγάλη. Εκείνη την περίοδο μπαίνει και στη δισκογραφία με τρεις δίσκους 78 στροφών, συνοδεύοντας τον Καρεκλά. Σε πρωτόγονες συνθήκες, έγραφαν πάνω σε ισπανικό κερί όπως χαρακτηριστικά έλεγε ο Στέλιος Φουσταλιέρης. Στις ετικέτες των δίσκων αναγράφεται ότι παίζει μπουζούκι, καθώς το μπουλγαρί ήταν άγνωστο όργανο για τους υπεύθυνους των δισκογραφικών εταιρειών στην Αθήνα. Να σημειώσουμε εδώ ότι και στην Κρήτη, συχνά το ονόμαζαν μπουζούκι ή και "τουρκομπούζουκο".
  Μετά τον Β' παγκόσμιο πόλεμο τα μουσικά πράγματα άλλαξαν. Οι ανθρώπινες απώλειες ήταν μεγάλες στον πληθυσμό της Κρήτης. Η παλαιά φουρνιά των καλλιτεχνών σίγησε. Το πένθος ήταν μεγάλο. Την ίδια στιγμή μια νέα γενιά καλλιτεχνών ανέτειλε. Σκορδαλός, Μαρκογιάννηδες, Μουντάκης, Μανιάς, Κλάδος, Σταματογιαννάκης, Σηφογιωργάκης, είναι μερικά από τα κορυφαία ονόματα της γενιάς που έρχονταν στο μουσικό προσκήνιο της Κρήτης και ειδικότερα του Ρεθύμνου κι έπαιρνε στα χέρια της τη συνέχεια της κρητικής παράδοσης. Ο Στέλιος Φουσταλιέρης έγραψε 3 δίσκους όλους κι όλους μεταπολεμικά, με το Θεοχάρη Ζωγράφο και το Γιώργο Τζιμάκη στο τραγούδι.
  Οι περιπέτειες της υγείας της γυναίκας του Στέλιου, της Σόνιας, τον κράτησαν μακριά από τα μουσικά δρώμενα όχι μόνο της πόλης. Ταυτόχρονα το μπουλγαρί είχε πλέον εκτοπιστεί από την κρητική ορχήστρα καθώς ούτε όργανα είχαν γλιτώσει από τη μανία του κατακτητή, ούτε οι παλαιοί οργανοπαίκτες (όσοι είχαν απομείνει μετά τον πόλεμο, γιατί πολλοί σκοτώθηκαν, όπως για παράδειγμα ο μεγάλος μάστορας της οργανοποιίας αδερφός του Καρεκλά που σκοτώθηκε στην Αλβανία) είχαν τη διάθεση να ασχοληθούν ξανά.
  Μια άγνωστη σε πολλούς ιστορία θα πρέπει να αναφέρουμε στο σημείο αυτό. Ο γνωστός στιχουργός Μανώλης Ρασούλης εξιστορεί την πρώτη επαφή του Νίκου Παπάζογλου στο «Όσο βαρούν τα σίδερα» σε ερμηνεία των Φουσταλιέρη - Μπαξεβάνη και το πόσο τον εντυπωσίασε. Τρεις μέρες μετά ο Νίκος Παπάζογλου έγραψε το πολύ γνωστό «Κανείς εδώ δεν τραγουδά» ("Ραγίζει απόψε η καρδιά με το μπαγλαμαδάκι") σαφώς επηρεασμένος από το μπουλγαρί του Φουσταλιέρη.
  Στις αρχές της δεκαετίας του 80 ο Κώστας Μουντάκης σε συνεργασία με το Γιώργο Αμαργιαννάκη και το Πανεπιστήμιο Κρήτης συγκέντρωσαν ένα μεγάλο αριθμό καλλιτεχνών με σκοπό την ηχογράφησή τους για την μελέτη της λαϊκής μας παράδοσης. Ένας εκ των καλλιτεχνών ήταν και ο Φουσταλιέρης. Δυστυχώς οι ηχογραφήσεις αυτές παραμένουν «θαμμένες» και ανεκμετάλλευτες στο αρχείο του Πανεπιστημίου στο Ρέθυμνο. Επίσης την δεκαετία του 80 κυκλοφόρησαν οι «Πρωτομάστορες» με πολλές ηχογραφήσεις του Στέλιου Φουσταλιέρη από δίσκους των 78 στροφών. Η κυκλοφορία αυτής της σειράς αποτελεί ορόσημο για την Κρητική μουσική καθώς έφερε στο προσκήνιο ξεχασμένες ηχογραφήσεις, καταδεικνύοντας την επικαιρότητά τους και έδωσε τη δυνατότητα σε πολλούς νεότερους μα και μεγαλύτερους να γνωρίσουν το έργο μεγάλων μουσικών όπως των Ροδινού, Μπαξεβάνη, Καραβίτη, Λαγού, Κουτσουρέληδων, Ναύτη και άλλων αφενός και αφετέρου να ξεδιαλύνουν το μουσικό τοπίο της Κρήτης σε πολλά θέματα.
  Ο Στέλιος Φουσταλιεράκης δεν αποχωρίστηκε ποτέ τη μεγάλη του αγάπη, την ωρολογοποιία. Το μπουλγαρί δεν το έβλεπε ως επάγγελμα. Χαρακτηριστική και ειλικρινής είναι η μαντινάδα του:
"Εγώ λεφτά δεν έκαμα από το μπουλγαρί μου,
έκαμα φίλους μπιστικούς και το 'χω σε τιμή μου".
  Ο Στέλιος Φουσταλιέρης «έφυγε» από τη ζωή τον Απρίλιο του 1992. Η μουσική του αποτελεί ένα ξεχωριστό και ιδιαίτερα σημαντικό κεφάλαιο στην μουσική ιστορία της Μεγαλονήσου. Ελπίζουμε σύντομα το μεγάλο αρχείο που έχει στη διάθεση του ο εγγονός του Στέλιος να αξιοποιηθεί και να εκδοθεί όπως του αρμόζει. Ως ελάχιστο φόρο τιμής θεωρούμε πως πρέπει να καταγράψουμε και να παρουσιάσουμε όσα τραγούδια - συνθέσεις γνωρίζουμε του μεγάλου αυτού μουσικού δημιουργού. Κι ακόμα όσους δίσκους μουσικής γνωρίζουμε να συμμετέχει, να παίζει και να «ομορφαίνει» με την παρουσία του. [...]

Επιμέλεια : Κώστας Βασιλάκης
Το κείμενο παρατίθεται τον Οκτώβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, της cretan-music.gr


Λόγιοι

Markos Musuros

  A learned Greek humanist, born 1470 at Retimo, Crete; died 1517 at Rome. The son of a rich merchant, he went, when quite young, to Italy, where he studied Greek at Florence, under the celebrated John Lascaris, whom he afterwards almost equalled in classical scholarship. In 1503 he became professor of Greek at Padua, where he taught with great success. Later at Venice, he lectured on Greek, at the expense of the republic, and became a member of the Aldine Academy of Hellenists.
  Musuros rendered valuable assistance to Aldus Manutius in the preparation of the earliest printed editions of the Greek authors, and his handwriting formed the model of Aldus's Greek type. He contributed greatly in giving to the Aldine editions the accuracy that made them famous, while his reputation as a teacher was such that pupils came from all countries to hear him lecture. Erasmus, who had attended his lectures at Padua, testifies to his wonderful knowledge of Latin. To his profound scholarship the editions of Aristophanes, Plato, Pindar, Hesychinus, Athenaeus, and Pausanias owed their critical correctness.
  In 1499 he edited the first Latin and Greek lexicon, “Etymologicum Magnum”, printed by Zacharias Callierges of Crete. In 1516 he was invited by Leo X to Rome, where he lectured in the pope's gymnasium and established a Greek printing-press. In recognition of the beautiful Greek poem prefixed to the editio princeps of Plato, Pope Leo appointed him Bishop of Malvasia (Monemvasia) in the Morea, but Musuros died before starting for his distant diocese.
  Besides numerous editions of different authors he wrote several Greek epigrams which with the elegy on Plato published in the Aldine edition (Venice, 1513) are about his only extant writings.

Edmund Burke, ed.
Transcribed by: Douglas J. Potter
This text is cited June 2003 from The Catholic Encyclopedia, New Advent online edition URL below.


Έχετε τη δυνατότητα να δείτε περισσότερες πληροφορίες για γειτονικές ή/και ευρύτερες περιοχές επιλέγοντας μία από τις παρακάτω κατηγορίες και πατώντας το "περισσότερα":

GTP Headlines

Λάβετε το καθημερινό newsletter με τα πιο σημαντικά νέα της τουριστικής βιομηχανίας.

Εγγραφείτε τώρα!
Greek Travel Pages: Η βίβλος του Τουριστικού επαγγελματία. Αγορά online

Αναχωρησεις πλοιων

Διαφημίσεις

ΕΣΠΑ