gtp logo

Πληροφορίες τοπωνυμίου

Εμφανίζονται 81 τίτλοι με αναζήτηση: Βιογραφίες  στην ευρύτερη περιοχή: "ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ Νομός ΕΛΛΑΔΑ" .


Βιογραφίες (81)

Αγωνιστές του 1821

Στράτος Γιαννάκης

ΑΜΦΙΛΟΧΙΑ (Δήμος) ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ
1793 - 1848
  Οπλαρχηγός του 1821 και στρατιωτικός της οθωνικής περιόδου. Πήρε μέρος σε πολλές μάχες εναντίον των Τούρκων στη Δυτική Στερεά Ελλάδα και Ήπειρο. Το 1826 τοποθετήθηκε Φρούραρχος στο Ιτς Καλέ Ναυπλίου και το 1828 ως διοικητής της Γ´ Χιλιαρχίας πολέμησε για την ανακατάληψη της Στερεάς. Πήρε μέρος στις επιχειρήσεις του Αυγουστίνου Καποδίστρια στο Αντίρριο και του Δημ. Υψηλάντη στη Θήβα.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Βουλής των Ελλήνων


Στράτος Σωτήριος

1790 - 1865
  Οπλαρχηγός της Ελληνικής Επανάστασης και στρατιωτικός της οθωνικής περιόδου. Πολέμησε στη Δυτική Στερεά Ελλάδα. Στα χρόνια του ´Oθωνα εντάχτηκε στην Βασιλική Φάλαγγα. Μετά την Eπανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 πολιτεύθηκε στο Βάλτο και εκλέχτηκε πληρεξούσιος στην Α´ Εθνοσυνέλευση.Το 1854 πήρε μέρος στα λυτρωτικά κινήματα των υποδούλων της Θεσσαλίας και της Ηπείρου.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Βουλής των Ελλήνων


Καψάλης Χρήστος

ΜΕΣΟΛΟΓΓΙ (Πόλη) ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ
1751 - 1826
  Πρόκριτος του Μεσολογγίου που το βράδυ της ηρωικής «Εξόδου» ανατίναξε την πυριτιδαποθήκη στην οποία είχαν καταφύγει άρρωστοι και γυναικόπαιδα. H θυσία του Μεσολογγίου ευαισθητοποίησε την Ευρώπη και ενίσχυσε το φιλελληνικό ρεύμα.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Βουλής των Ελλήνων


Γλύπτες

Μέναιχμος και Σοϊδας

ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ (Αρχαία πόλη) ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ
Δημιουργοί του χρυσελεφάντινου αγάλματος της Αρτέμιδος Λαφρίας που βρισκόταν στο Ιερό της θεάς στην ακρόπολη των Πατρών (Παυσ. 7,18,10).

Ζωγράφοι

Σταθόπουλος Γεώργιος

ΚΑΛΛΙΘΕΑ (Χωριό) ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ
16/04/1944
  Ο Γιώργος Σταθόπουλος γεννήθηκε στις 16 Απριλίου του 1944 στην Καλλιθέα Αγρινίου. Ανήκει στη γενιά των σύγχρονων ζωγράφων, δημιουργώντας μια ζωγραφική ελληνική, λαϊκή και ανθρώπινη.
  Σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών και έχει κάνει πολλές ατομικές εκθέσεις, έχει λάβει μέρος σε πολλές ομαδικές στο εσωτερικό και στο εξωτερικό.
  Φιλοτέχνησε εξώφυλλα δίσκων, καλλιτεχνικές αφίσες, εικονογράφησε βιβλία, ποιητικές συλλογές, σκηνικά θεάτρων, χαλκογραφίες, μεταξοτυπίες και χρηστικά καλλιτεχνικά αντικείμενα.

Το κείμενο παρατίθεται τον Νοέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, της Νομαρχίας Αιτωλοακαρνανίας


Θεατρικοί συγγραφείς

Μελάς Σπύρος

ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ (Πόλη) ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ
1882 - 1966
Δημοσιογράφος, πεζογράφος, κριτικός και ακαδημαϊκός

Ιατροί

Βαρδακουλάς Ευθύμιος

1848 - 1923
  Ο Ευθύμιος Βαρδακουλάς υπήρξε γόνος παλαιάς οικογένειας Ναυπακτίων, της οποίας μέλη συναντώνται, εγκατεστημένα στην πόλη μας, αμέσως μετά την απελευθέρωσή της από τον οθωμανικό ζυγό, το 1829. Συμβολαιογραφικές πράξεις, κατά τη μόλις μετά την απελευθέρωση εποχή, όπως και πίνακες των μαθητών του πρώτου αλληλοδιδακτικού σχολείου Ναυπάκτου, εμφανίζουν την οικογένεια Βαρδακουλά ήδη αποκαταστημένη στην πόλη μας και μάλιστα με ικανή οικονομική επιφάνεια, ενώ τέκνα της ξεχωρίζουν ως μαθητές.   Αυτής της οικογένειας υπήρξε τέκνο ο Ευθύμιος Βαρδακουλάς. Γιος του Δημητρίου και της Ευφροσύνης γεννήθηκε στη Ναύπακτο το Δεκέμβριο του 1848. Έχοντας τελειώσει το γυμνασιακό κύκλο σπουδών, γράφτηκε το 1865, σε ηλικία μόλις 17 ετών, στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Από κείμενό του αντλούμε πληροφορίες για τη φοιτητική του ζωή στην πρωτεύουσα. Γράφει σχετικά: «αφού εγεύθην ουχί πλουσιοπαρόχως, ως πάντοτε, ανεχώρησα ίνα συνεχίσω τας μελέτας μου...» που επιβεβαιώνει, ότι από τη μικρή ακόμη ηλικία του ήταν εγκρατής σε σχέση με τα υλικά αγαθά, που τα θεωρούσε αναγκαία για τη συντήρηση και όχι για την απόλαυση, ενδιαφερόμενος για την πνευματική και ηθική του περισσότερο ολοκλήρωση. Τελειώνοντας τις διδακτορικές εξετάσεις του, συνέχισε τις μεταπτυχιακές σπουδές του πρώτα στη Βιέννη και ύστερα στο Παρίσι, διψώντας για την τέλεια επιστημονική του κατάρτιση. Έχοντας ολοκληρώσει τον κύκλο των σπουδών του, εγκαταστάθηκε ως γιατρός στη Ναύπακτο, όπου και παντρεύτηκε την Ασπασία Αθανασιάδη, μέλος της γνωστής οικογένειας Αθανασιάδη Νόβα.
  Μελετητής και ερευνητής, χάρη στις σπουδαίες μεταπτυχιακές του σπουδές, σε ιατρικά θέματα συνέγραψε δύο σπουδαία επιστημονικά συγγράμματα, για την εποχή του: Τη «Φοβοπάθεια» και την «Παιδιατρική» του, της οποίας, δυστυχώς, δεν έχει ανευρεθεί αντίτυπο, παρά τις καταβληθείσες κατά καιρούς προσπάθειες.
  Η «Φοβοπάθεια» υπήρξε πράγματι προδρομικό έργο για την εποχή του. όχι μόνο γιατί γράφει σχετικά στον πρόλογό του: «Εν Ελλάδι δυστυχώς, ουδείς πώποτε εγένετο λόγος περί της νέας ταύτης παθήσεως μέχρις εσχάτων, ούτε εν διατριβαίς επιστημονικαίς, αλλ' ουδέ από διδασκαλίας υπό αρμοδίων προς τούτο», αλλά και διότι η Ιατρική Εταιρεία, πληροφορηθείσα σχετικά, αναζήτησε αντίτυπό της στην πόλη μας, κάνοντας σχετικό λόγο σε επιστημονική της Ημερίδα στην Αίθουσα του Παρνασσού, προ ολίγων χρόνων.
  Ο παθολογικός φόβος υπό την εκδήλωση της αγοραφοβίας, θαλασσοφοβίας, υψοφοβίας, αιματοφοβίας, νεκροφοβίας, κλειστοφοβίας κ.λπ. είναι το αντικείμενο της έρευνάς του, που ολοκληρώνεται με την παθογένεια της ασθένειας και την αιτιολογία της, την πρόγνωση και εξέλιξή της, τη διάγνωση και θεραπεία της, με πλούσια γαλλική και γερμανική βιβλιογραφία και με παραπομπές στον Σολομώντα, τον Όμηρο, τον Ιπποκράτη και το Γαληνό, απ' τις οποίες αποδεικνύεται η ευρύτερη παιδεία και το ερευνητικό του πνεύμα.
  Ο Ευθύμιος Βαρδακουλάς έζησε αδιάλειπτα στη Ναύπακτο ως γιατρός μέχρι το θάνατό του τον Ιανουάριο του 1923. Σ' όλο αυτό το μακρόχρονο διάστημα δεν άσκησε το επάγγελμα, αλλά το υψηλό και ανθρωπιστικό λειτούργημα του γιατρού, από μικρός ακόμη εμπνευσμένος και δεμένος με τα ανθρωπιστικά ιδεώδη, που δίνουν νόημα και περιεχόμενο στη σύντομη αυτή βιωτή μας. Υπεύθυνος έναντι του συνανθρώπου του ασθενούς, στάθηκε πλάι του, κάνοντας τον πόνο του δικό του πόνο μ' ένα πνεύμα αλτρουισμού και αλληλεγγύης. Απλός, λεπτός στους τρόπους και την επικοινωνία με τους συνανθρώπους του, ακτινοβολούσε λεπτότητα και ευγένεια ψυχής. Με το ήθος και την ανθρωπιά του είχε γκρεμίσει τα κοινωνικά διαχωρίσματα και είχε πυργώσει τις γέφυρες της επικοινωνίας με κάθε άνθρωπο. Και όχι μόνο αυτό. Διέθετε όλη την περιουσία του, πληρώνοντας τα φάρμακα κάθε φτωχής οικογένειας, αναλαμβάνοντας τη διατροφή των αδύναμων, βάζοντας κάτω από το προσκέφαλο του ασθενούς, με πολλή διακριτικότητα, το βοήθημα για τη συντήρηση της δοκιμαζόμενης από τη φτώχεια, το χάρο, την ανέχεια οικογένειας, παρακολουθώντας, μέρα και νύχτα, την πορεία της ασθένειας και τις πολλαπλές της ανάγκες, για τις οποίες ήταν ο σιωπηλός παραστάτης και τροφοδότης, μη δεχόμενος την αντιμισθία για τις υπηρεσίες του. Δίδαξε με τον τρόπο, με τη συμπεριφορά του την αγάπη, την αρετή, την κοινωνική ευαισθησία και αλληλεγγύη στην πόλη και τα χωριά, και μάλιστα σε μιαν εποχή, που βασίλευε στους κατέχοντες η ασυγκινησία...
  Μιλώντας στον ιατρικό κόσμο της Κίου ως Νομάρχης ο Θεμιστοκλής Αθανασιάδης και αναφερόμενος στο γιατρό Βαρδακουλά είπε, μεταξύ των άλλων:
«Ήταν σοφός και μετριόφρων. Νεοϊπποκρατικός πολύ πριν εμφανισθεί ο νεοϊπποκρατισμός... είχε πάντοτε στο στόμα του το σύνθημα του Ιπποκράτη "μη βλάπτειν ει μη ωφελέειν..." δεν ήταν απλός γιατρός, ήταν σύμβουλος ψυχών, παρηγορητής και σωτήρ... δεν εθησαύρισε. Υπήρξε απείρως ευτυχέστερος από τους θησαυριστές. Έζησε λιτά και απέθανε πάμπτωχος. Ο θησαυρός του ήταν το σέβας και η τιμή και η συμπάθεια των ανθρώπων. Αμοιβή των θυσιών του η αθανασία της μνήμης του».
  Με αυτά τα προσόντα, με αυτές τις αρετές ανέβηκε τα σκαλοπάτια της κοινωνικής ιεραρχίας, όπως εμπεδώνεται στη συνείδηση του λαού, λόγος για τον οποίο πολιτογραφήθηκε από τους συμπολίτες του ως «ο πλούσιος ιατρός των φτωχών».
  Προς το τέλος της ζωής του, γέροντας που έσερνε με κόπο τα βήματά του, δεν εγκατέλειψε το χρέος του, τους ασθενείς του, παρά τις συστάσεις των φίλων και συναδέλφων του ν' αποσυρθεί, απαντώντας, ότι το καθήκον του είναι ιερό και θα προτιμούσε το θάνατο επί των επάλξεων του λειτουργήματός του. Ακόμη και την τελευταία στιγμή της ζωής του, δέχτηκε στην επιθανάτια κλίνη του φτωχό χωρικό, στον οποίον προσέφερε, ως τελευταίο ασθενή του, τις υπηρεσίες του. Μάλιστα, την τελευταία αυτή συνταγή του ο φαρμακοποιός Ανδρέας Κοζώνης είχε αναρτήσει, μετά το θάνατό του, σε κεντρικό σημείο του φαρμακείου του «εις μνήμην του ιατρού Βαρδακουλά».
  Από τον αθηναϊκό και πατρινό τύπο των πρώτων ημερών του Ιανουαρίου 1923 αντλούμε τις σχετικές με το θάνατο και την κηδεία του πληροφορίες:
«Με πραγματικώς πρωτοφανή οδύνη εδέχθη η κοινωνία της Ναυπάκτου το άγγελμα του θανάτου του ιατρού Ευθυμίου Βαρδακουλά, άμα των οποίων ολόκληρος η πόλις εκινήθη προς την οικίαν του, δια να προσκυνήσει τον σεβαστόν νεκρόν του μεγάλου της αλτρουισμού...».

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Λαογράφοι

Παπαδογεωργόπουλος Γ. Θεόδωρος

ΕΛΑΤΟΒΡΥΣΗ (Χωριό) ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ
1908 - 1988
  Γιος του Γεωργίου και της Bενετίας, γεννήθηκε το 1908 στην Eλατόβρυση (Bοϊτσά) Nαυπακτίας. Aποφοίτησε από το Δημ. Σχολείο Eλατόβρυσης, το Γυμνάσιο Nαυπάκτου και από το Iεροδιδασκαλείο Mεσολογγίου. Στις 5-11-1928 κατατάχτηκε στο 1ο Σύνταγμα Eυζώνων και αφού φοίτησε στη σχολή Eφέδρων Aξιωματικών ονομάστηκε Aνθυπολοχαγός μεταγωγικών στις 3-8-1928. Στις 26-2-1929, και ενώ είχε απολυθεί ως έφεδρος αξιωματικός κατετάγη και πάλι στο στρατό ως έφεδρος λοχίας, εθελοντικά για ένα έτος στην τέταρτη μοίρα αυτοκινήτων. Στη συνέχεια διορίζεται δάσκαλος στο Γρηγόρι Nαυπακτίας. Mαζί με τον αείμνηστο δάσκαλο Kώστα Γεωργίου Σφυρή κατασκευάζουν ένα απλό σχολικό εποπτικό όργανο με το όνομα «πλάκα των προασκήσεων» και λαμβάνουν γι' αυτό το αριθμ. 6688/28-7-37 δίπλωμα ευρεσιτεχνίας. Tην εποχή του πολέμου επανέρχεται στο στρατό και απολύεται την 1η Aπριλίου του 1941.
  Kατά τη διάρκεια της κατοχής και ως το 1947 υπηρετεί ως δάσκαλος στο Δ.Σ. Eλατόβρυσης Nαυπακτίας. Παίρνει μέρος στον αντιστασιακό αγώνα ως μέλος της «EΘNIKHΣ ANTIΣTAΣHΣ» με το ψευδώνυμο Kαπετάν Φαρμάκης. Tο 1947 απομακρύνεται της υπηρεσίας λόγω της επικρατούσας κατάστασης και επανέρχεται το 1951. Eργάζεται ως δάσκαλος στα Δ.Σ. Eλατόβρυσης και Ανω Xώρας. Παράλληλα με τα διδακτικά του καθήκοντα προβαίνει στη συγκέντρωση λαογραφικού υλικού και δημιουργεί αξιόλογη συλλογή. Yποβάλλει την εργασία του στην Aκαδημία Aθηνών, η οποία και τη βραβεύει. (...)
  O Θεόδωρος Παπαδογεωργόπουλος δραστηριοποιείται και στον κοινωνικό τομέα. Προβαίνει σε δεντροφυτεύσεις και επαινείται από το Yπουργείο Γεωργίας, στη δημιουργία εβδομάδας αιμοδοσίας και δέχεται τις ευχαριστίες του Eλληνικού Eρυθρού Σταυρού. Συμβάλλει στην ανέγερση του ιερού ναού της Aγίας Tριάδος Eλατόβρυσης, δημιουργεί σχολικές βιβλιοθήκες προωθώντας τη γνώση. Eίναι ένα ανήσυχο και προοδευτικό πνεύμα που διοχετεύει τη δύναμή του σε ποικίλες δραστηριότητες της τοπικής κοινωνίας. Tιμητική θέση όμως στις όποιες αμοιβές λαμβάνει είναι: Tο μετάλλιο εξαιρέτων πράξεων και το αναμνηστικό μετάλλιο πολέμων Aλβανίας που του έδωσε ο ελληνικός στρατός.
  H δύναμη της γραφίδας του δεν περιορίστηκε στη συλλογή λαογραφικού υλικού, για την οποία και βραβεύτηκε αλλά και στην αρθρογραφία, στον Tύπο της Nαυπακτίας. Eπιστολή του με τίτλο «Aι Φυσικαί Kαλλοναί Oφιονείας» με ημερομηνία 4-6-1953 προς την Nαυπακτιακή επιτίθεται κατά του αρθρογράφου της εφημερίδας κ. Bασδήμ γιατί σε κάποια αναφορά του στις ομορφιές της Nαυπακτίας παρέκαμψε ή αδιαφόρησε για τις ομορφιές της Oφιονείας. Ύψωσε με τη γραφίδα του φωνή στεντόρεια προκειμένου να υπερασπιστεί τον τόπο του, τις ραχούλες, τα βουναλάκια και τις δροσερές πηγές που είναι το καμάρι των ολίγων αλλά δοξασμένων ρουμελιωτών.   Συνταξιούχος πλέον, με ευρύτατη γνώση της ιστορίας της περιοχής, της λαογραφίας και των βοτσαΐτικων οικογενειών συγγράφει το βιβλίο Στα Kαραούλια και στα Λημέρια της Bοϊτσάς.

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Kων/νος Γ. Σφυρής

ΚΑΛΛΟΝΗ (Χωριό) ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ
1905 - 1981
  O Kων/νος Γ. Σφυρής γεννήθηκε στην Kαλλονή (Στρωμίνιανη) Nαυπακτίας το έτος 1905 από γονείς φτωχούς βιοπαλαιστές. Ήταν ο μεγαλύτερος από τα τέσσερα αδέλφια (δυο αγόρια και δυο κορίτσια). Tελείωσε τις τέσσερις πρώτες τάξεις του Δημοτικού Σχολείου στο χωριό του και τις δυο ανώτερες τάξεις στην Eλατόβρυση (Bοϊτσά) Nαυπακτίας. Φοίτησε και τελείωσε το γυμνάσιο στο Mεσολόγγι, το 1922 και στη συνέχεια στο 4/τάξιο Mαράσλειο Διδασκαλείο από το οποίο αποφοίτησε το 1927.
  Tο Nοέμβριο του 1925 κατατάχτηκε ως κληρωτός, στο 2/39 Σύνταγμα Eυζώνων, στο Mεσολόγγι. Aπολύθηκε το Mάρτιο του 1926 (θητεία 5 μηνών) «...απαλλαγείς ως πρεσβύτερος υιός ανικάνου προς εργασίαν πατρός». Στις 29-7-1927 διορίστηκε δάσκαλος στην κενή θέση του θερινού Δημ. Σχολείου Γραμμένης Oξυάς (Σιτίστας) Nαυπακτίας, όπου και υπηρέτησε 21 χρόνια.
  Tο Φεβρουάριο του 1941 κατατάχτηκε, ως έφεδρος, παίρνοντας το βαθμό του λοχία. Mε το τέλος του πολέμου επανήλθε στο Δημ. Σχολείο Γραμμένης Oξυάς όπου υπηρέτησε έως το 1948. Στη συνέχεια μετατέθηκε στο Δημ. Σχολείο Kαλλονής και το 1953 στο Δημ. Σχολείο Bίγλας Mεσολογγίου (σημερινό 4ο Δ.Σ. Mεσολογγίου) και τέλος το 1962 μετατέθηκε στο 2ο Δ.Σ. Mεσολογγίου με το βαθμό του Δ/ντή A΄ όπου υπηρέτησε μέχρι τη συνταξιοδότησή του (1963).
  Για την εξαιρετική και ευδόκιμη υπηρεσία του το Yπουργείο Παιδείας, το 1939, του απένειμε έπαινο και τιμητική διάκριση «μετά πεντασιοδράχμου γέρατος». Συνεργάστηκε με το συνάδελφό του Θεόδωρο Παπαδογεωργόπουλο στη δημιουργία απλού σχολικού εποπτικού οργάνου με το όνομα «πλάκα των προασκήσεων» και έλαβε το με αριθμ. 6688/28-7-37 δίπλωμα ευρεσιτεχνίας. Για την πνευματική και εν γένει συγκρότηση της προσωπικότητάς του γνωμοδοτεί, μεταξύ άλλων Προϊσταμένων του ο Eπιθεωρητής κ. Θεόδωρος Γιαννόπουλος (το 1957) ως εξής: «Tύπος πράος, μειλίχιος, σοβαρός, λίαν αξιοπρεπής εις την συμπεριφορά του και εργατικότατος, τόσο κατά τις εξωσχολικές εκδηλώσεις του, όσο κατά την εν τάξει εργασίαν, αφήνων την εντύπωσιν, ότι είναι "γεννημένος" πράγματι δια το έργο του διδασκάλου, το οποίον εκτελεί από πηγαίον αγάπην και αφοσίωσιν...» . O K. Σφυρής ολόκληρη τη ζωή του, ως δάσκαλος, ως οικογενειάρχης (πατέρας δυο κοριτσιών) και ως άνθρωπος ήταν παράδειγμα προς μίμηση.
  Tο 1965, και ενώ έχει εξέλθει της υπηρεσίας, εξέδωσε το συγγραφικό πόνημα: «Στο δρόμο της Eυεργεσίας», 118 σελίδων, αφιερωμένο στους ευεργέτες αδελφούς Θ. Πάππα (Παπακωνσταντίνου) και στην ιερά μνήμη όλων των παλαιών και νεότερων εθνικών ευεργετών.

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Κωνσταντίνος Σταυρόπουλος

ΚΥΔΩΝΙΑ (Χωριό) ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ
1878 - 1966
  Ο Φιλόλογος Kωνσταντίνος Σταυρόπουλος ως λαογράφος
H ζωή του
  Γεννήθηκε στην Κυδωνιά (Ζηλίστα) Ναυπακτίας το 1878. Ήταν μέλος πολύτεκνης οικογένειας. Τελείωσε το Γυμνάσιο στο Αγρίνιο. Σπούδασε στο Διδασκαλείο Κέρκυρας και τοποθετήθηκε ως δάσκαλος στην Παραβόλα Τριχωνίδας για μικρό χρονικό διάστημα. Κατόπιν έφυγε για την Αθήνα, όπου σπούδασε φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Αμέσως μετά πολέμησε στους Βαλκανικούς πολέμους. Στη συνέχεια, ως νεοδιόριστος καθηγητής τοποθετήθηκε στο Διδασκαλείο της Μυτιλήνης, στο Πλωμάρι. Μετά ήλθε στην Αθήνα και εργάστηκε με απόσπαση στην Ακαδημία Αθηνών, στο Κέντρο Συντάξεως του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης. Το 1936 υπηρέτησε ως καθηγητής στο Θέρμο Τριχωνίδας. Κατά τη διάρκεια της κατοχής έμεινε στο Αγρίνιο, μαζί με τα αδέλφια του Γιώργο, Λεωνίδα, Δημήτρη και Νίκο. Μετά την απελευθέρωση έφυγε για την Αθήνα, όπου παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του, το Μάρτιο του 1966. Η ταφή του έγινε στο Αγρίνιο.
  Υπήρξε τίμιος δημόσιος υπάλληλος που αγωνιζόταν πάντα για τη μόρφωση των μαθητών και των συμπολιτών του. Η συντροφιά του ήταν άνθρωποι των γραμμάτων.
  Το έργο του
•Γλωσσικόν υλικόν συλλεγέν εις Ναυπακτίαν, Φθιώτιδα και Φωκίδα, 1927, Ιστορικόν Λεξικόν Α. Α., χφο αρ. 446, σχ. 8ο, σσ. 196. Στη χειρόγραφη αυτή συλλογή περιλαμβάνονται: άσματα 7, παροιμίαι 87, παραδόσεις 11, τοπωνύμια 112, αραί 12, παιδιαί 3, ευτραπ. διηγ. 2 και ειδήσεις περί δικαίου, κοινων. Οργανώσεως, δημ. Ιατρικής, λαογραφικά και ποικίλα γλωσσικά.
•Υλικόν συλλεγέν εκ της Ναυπακτίας, Δωρίδος, Φθιώτιδος, Ευρυτανίας τον Σεπτέμβριον 1928, Ιστορ. Λεξ., χφο αρ. 455, 8ο, σσ. 41 και
•Ο κεκρυμμένος θησαυρός των Λαϊκών παραδόσεων, Αθήναι 1953.
κείμενο: NIKOΛAOΣ TPIΨIANOΣ

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Λόγιοι

Νικόλαος Σπυρόπουλος

ΑΙΤΩΛΙΚΟ (Πόλη) ΙΕΡΑ ΠΟΛΙΣ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ
1893 - 1958
Γιατρός, καθηγητής Πανεπιστημίου και λόγιος. Γεννήθηκε στο Αιτωλικό. Σπούδασε Ιατρική και Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και μετεκπαιδεύτηκε στο εξωτερικό. Υπήρξε έκτακτος καθηγητής στην Ιατρική Σχολή. Στα 1948 εξέδωσε μεταφρασμένα και σχολιασμένα αποσπάσματα από το έργο του πρώτου στον κόσμο υλιστή φιλοσόφου, του Ηράκλειτου. Έγραψε και τύπωσε σε βιβλία και δύο θεατρικά έργα: Πάντα ρει και Βελλερεφόντης (1952).

Τραυλαντώνης Αντώνης

ΜΕΣΟΛΟΓΓΙ (Πόλη) ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ
1867 - 1943
  Σπούδασε φιλολογία στην Αθήνα και υπηρέτησε στην εκπαίδευση ως καθηγητής, Γυμνασιάρχης, Επιθεωρητής, Εκπαιδευτικός Σύμβουλος. Θεωρήθηκε από τους πιο ονομαστούς εκπαιδευτικούς της εποχής του. Υπηρέτησε στα ελληνικά σχολεία - από την Μερσίνα της Μ. Ασίας, ως την Κέρκυρα - μελέτησε την ψυχολογία των απλών ανθρώπων και τους καημούς τους, που τροφοδότησαν την πεζογραφία του. Με αφήγηση ζηλευτή, με πηγαίο και αγαθό χιούμορ, μα προπαντός με αγάπη και κατανόηση για τον άνθρωπο μας χάρισε διηγήματα με έντονο ηθογραφικό - όχι εθιμογραφικό - χαρακτήρα. Στο έργο του προβάλλεται ένας ανώτερος ανθρωπισμός. Το 1931 τιμήθηκε από την Ακαδημία Αθηνών με το βραβείο Βικέλα.

Το κείμενο παρατίθεται τον Νοέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, της Νομαρχίας Αιτωλοακαρνανίας


Τραυλαντώνης Αντώνης

1867 - 1943
Διηγηματογράφος , μυθιστοριογράφος, εκπαιδευτικός και βιβλιοκριτικός

Λογοτέχνες

Χατζόπουλος Κωνσταντίνος

ΑΓΡΙΝΙΟ (Πόλη) ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ
1868 - 1920
  Φοίτησε στο σχολαρχείο Αγρινίου και στο Γυμνάσιο Μεσολογγίου. Σπούδασε Νομικά, άσκησε πολύ λίγο τη δικηγορία, γιατί τον κέρδισε η λογοτεχνία. Εξέδωσε το περιοδικό "Τέχνη", όργανο του δημοτικισμού, που σφράγισε τη Ν. Αθηναϊκή Σχολή και την πνευματική ζωή της εποχής του. Από το 1900 μέχρι το 1914 έζησε στην Ευρώπη. Σπούδασε στο Μόναχο, στη Δρέσδη, στη Λειψία, εντρυφώντας στην φιλολογία και την ποίηση των Βόρειων λαών, που επηρέασαν το έργο του. Σ' αυτό συνέβαλε στα μέγιστα και ο γάμος του με τη Φινλανδή Σάννυ Χαίγγμαν (Sanny Haggman). Ενστερνίστηκε τις σοσιαλιστικές ιδέες και προσπάθησε να τις διαδώσει στην Ελλάδα .
  Στην ποίηση υπήρξε εισηγητής του συμβολισμού (υπέγραφε με το φιλολογικό ψευδώνυμο Πέτρος Βασιλικός), ενώ στην πεζογραφία τις αρχές του ρεαλισμού και του νατουραλισμού. Ο ίδιος, από το έργο του, ξεχώριζε τις μεταφράσεις του Γερμανών και Σκανδιναβών συγγραφέων που μαρτυρούν ευαισθησία ποιητική και εξαιρετικές εκφραστικές ικανότητες. Τα άπαντά του εκδόθηκαν το 1955 από τις εκδόσεις "Ίκαρος".

Το κείμενο παρατίθεται τον Νοέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, της Νομαρχίας Αιτωλοακαρνανίας


Χατζόπουλος Μήτσος (Μποέμ)

1872 - 1936
  Αδελφός του Κώστα Χατζόπουλου, σπούδασε νομικά στην Αθήνα και στη Γερμανία, αλλά ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία και τη δημοσιογραφία. Φανατικός αντιψυχαριστής, εξέδωσε με τον Καμπύση το περιοδικό "Διόνυσος" για να χτυπήσει την προγονοπληξία και τη στείρα μίμηση των Γάλλων λογοτεχνών. Το περιοδικό αυτό αποτελεί σταθμό στην ιστορία των ελληνικών γραμμάτων γιατί, εκτός των άλλων, εγνώρισε στην Ελλάδα τα φιλοσοφικά, φιλολογικά και καλλιτεχνικά ρεύματα του Βορρά. Την πεζογραφία υπηρέτησε με τα "Αγριολούλουδα" (1894) και τις "Ντόπιες ζωγραφιές" (1896) συντελώντας στη στη διάδοση της φυσιολατρείας και των εκδρομικών περιηγήσεων. Ως δημοσιογράφος εσφράγισε την ιστορία του εργατικού κινήματος στην Ελλάδα με τα άρθρα του στην εφημερίδα "Αστυ" για τα ανθυγιεινά επαγγέλματα και για τις άθλιες συνθήκες εργασίας των εργατών.

Το κείμενο παρατίθεται τον Νοέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, της Νομαρχίας Αιτωλοακαρνανίας


Παπασταμάτης Πάνος

ΑΙΤΩΛΙΚΟ (Πόλη) ΙΕΡΑ ΠΟΛΙΣ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ
  Γιατρός και λογοτέχνης με αξιόλογη συγγραφική και πολιτιστική δραστηριότητα στην ελληνική επαρχία. Γεννήθηκε στο Αιτωλικό. Φοίτησε στη Στρατιωτική Ιατρική Σχολή. Πήρε μέρος στον πόλεμο του 1940-41 και αποστρατεύθηκε με το βαθμό του Αρχίατρου. Κατόπιν εγκαταστάθηκε μόνιμα στη Φλώρινα όπου αφιερώθηκε στο λογοτεχνικό του έργο, με το οποίο είχε αρχίσει να ασχολείται από τη νεανική του ηλικία.
  Από το 1965 εξέδιδε το περιοδικό Αριστοτέλης. Έγραψε φιλολογικά, ιστορικά και κοινωνιολογικά μελετήματα: Μορφές από τον Μακεδονικό Αγώνα (Ιστοριογράφημα), Ανθρωπος - Κοινωνία - Πολιτισμός (Κοινωνιολογικό δοκίμιο), θεατρικά: Ξυπνήσανε οι σκλάβοι, Σαλίγκαρος, Πίσω από τις Σημαίες, Ιδρώτας και Αμαρτία, Η Γιάτρισσα, Το Λάθος, ποιητικά: Ο Ηλιοφώτιστος, Ο Στρατοκόπος, Ρυθμοί και Σκέψεις, καθώς και πεζογραφήματα: Αγναντέματα, Μορφές.
  Σ' όλο το έργο του αθόρυβου αυτού πνευματικού εργάτη επικρατεί ένας έντονος κοινωνικός προβληματισμός, μια ακέραια συναίσθηση της ευθύνης του απέναντι στον άνθρωπο και στα προβλήματά του.
Το κείμενο αυτό είναι παρμένο από το βιβλίο «ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ ΤΗΣ ΛΙΝΜΟΘΑΛΑΣΣΑΣ» που εκδόθηκε από την Παπαχαραλάμπειο Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Ναυπάκτου το 2002.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Τριανταφύλλου Γιώργος

ΓΟΥΡΙΑ (Χωριό) ΙΕΡΑ ΠΟΛΙΣ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ
1929
  Γεννήθηκε το 1929 στη Γουριά Μεσολογγίου. Τέλειωσε την Παλαμαϊκή σχολή της Ιερής Πόλης και εν συνεχεία πήρε πτυχίο Παντείου και Νομικής (Πολιτικών Επιστημών) καθώς και πτυχίο Βυζαντινής Μουσικής.
  Το 1948-50 υπηρέτησε ως υπάλληλος στη Βουλή των Ελλήνων και το 1955 διορίστηκε μόνιμος υπάλληλος στο Υπουργείο Εργασίας. Υπηρέτησε επίσης στα Υπουργεία Κοινωνικών Υπηρεσιών και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Είναι ιδρυτικό μέλος στη Διεθνή Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών (Δ.Ε.Ε.Λ.) και μέλος της Ένωσης Ελλήνων Λογοτεχνών, μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών (Π.Ε.Λ.) από το 1984 και μέλος στην Ένωση Αιτωλοακαρνάνων Λογοτεχνών (Ε.Α.Λ.). Τέλος, είναι τακτικό μέλος της Διεθνούς Ακαδημίας LUTECE των Παρισίων από το 1982.
Έργα του:
Ποίηση: Aλικα Τριαντάφυλλα (Αθήνα 1981, β΄εκδ. 1983), Στων ονείρων τη χαίτη (Αθήνα 1982, β΄εκδ. 1987), Πνοές Μαϊστραλιού (Αθήνα 1983, β΄εκδ. 1987), Φύλλων θροϊσματα (Αθήνα 1992), Πηγής Κελαρύσματα (Αθήνα 1992).
Πεζογραφία: Θέρμο-Προυσός-Αργοστόλι (Ταξιδιωτικό, Αθήνα 1988), Μικρή προσωπική πεζογραφική Ανθολογία (τόμος Α΄: πεζοτράγουδα κ.λ.π., Αθήνα 1989), Μικρή προσωπική πεζογραφική Ανθολογία (τομ. Β΄: Διηγήματα, Δοκίμια, Ταξιδιωτικά κ.λ.π., Αθήνα 1992), Μικρή προσωπική πεζογραφική Ανθολογία (τομ. Γ΄: αφηγήματα, φιλοσοφήματα, κριτικές μελέτες κ.λπ., Αθήνα 1997).
  Έχει δε αρκετά ανέκδοτα ποιήματα καθώς και πεζογραφήματα (άρθρα, διηγήματα, αφηγήματα, δοκίμια, μυθιστόρημα κ.λ.π.), πολλά από τα οποία έχουν δημοσιευθεί σε λογοτεχνικά περιοδικά και εφημερίδες της Αθήνας και της Επαρχίας. Ποιήματά του περιέχονται σε πολλές Ανθολογίες: «Πολύπτυχον», «Ανθολογία του "ΔΑΥΛΟΥ"», «ΙΝΤΕΡΝΑΣΙΟΝΑΛ: Ηλία Πολύδωρα», Ποιητική Ανθολογία Μιχ. Σταφυλά (περιοδ. Πνευματική Ζωή) Ανθολογία Π.Ε.Λ. κ.λπ. Το όλο μέχρι τώρα έργο του έτυχε ευμενέστατης κριτικής στο εσωτερικό με προεξάρχουσες κριτικές στο εξωτερικό του Γάλλου Ελληνιστή Gaston Henry Aufrere. (Δουνκέρκη) του Γερμανού Horst Westrom (Οβερχάουζεν), του Έλληνα διανοούμενου στην Πολωνία Νίκου Χατζηνικολάου και της Προέδρου του «Πνευματικού Πρακτορείου» του Γιοχάννεσμπουργκ κας Ντόλλης Νταλκά. Διακρίθηκε με βραβεία στην πατρίδα μας και στο εξωτερικό (Παρίσι, Γιοχάννεσμπουργκ).
  Τέλος, το 2001 ο Διονύσης Χατζίδης εξέδωσε για το έργο του το δοκίμιο με τίτλο «Ο Μεσολογγίτης ποιητής και πεζογράφος Γιώργος Τριανταφύλλου».

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Ακακία Κορδόση

ΜΕΣΟΛΟΓΓΙ (Πόλη) ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ
  Η Ακακία Κορδόση γεννήθηκε στο Μεσολόγγι. Σπούδασε κλασική Γαλλική Φιλολογία στην Ελλάδα και μοντέρνα φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Ντιζόν, στη Γαλλία. Υπηρέτησε στη Μέση Εκπαίδευση ως καθηγήτρια. Με τα γράμματα ασχολείται από το 1967. Έχει γράψει μυθιστορήματα, νουβέλες, διηγήματα, δοκίμια και μελέτες.
  Το 1979 βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών για γλωσσική μελέτη της και το 1991 της απονεμήθηκε από την Ακαδημία της Γαλλίας το Μέγα Βραβείο των Γαλλικών Γραμμάτων - τιμή που έγινε για πρώτη φορά σε Έλληνα συγγραφέα- για τη συλλογή διηγημάτων της με τον τίτλο Δεκατρείς φωνές της σιωπής, που είχε κυκλοφορήσει στη Γαλλία.
  Η Ακακία Κορδόση έχει μεταφράσει για γνωστούς εκδοτικούς οίκους (Καστανιώτη, Ζαχαρόπουλο, Κάκτο) κλασσικά έργα Γάλλων συγγραφέων καθώς και την Ιστορία της Πολιορκίας του Μεσολογγίου, του Αύγουστου Φαμπρ. Έχει δημοσιεύσει πλήθος χρονογραφήματα και άρθρα σε εφημερίδες και λογοτεχνικά περιοδικά και έχει κάνει πολλές εκπομπές στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό.
  Είναι ιδρύτρια της Κινηματογραφικής Λέσχης Μεσολογγίου, πρόεδρός της επί 10 χρόνια και μόνιμο μέλος του Δ. Σ. του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Μεσολογγίου. Είναι μέλος του διεθνούς Κολεγίου μεταφραστών λογοτεχνίας, του Διεθνούς Οργανισμού Θεατρικής Έρευνας και του Πανελλήνιου Συνδέσμου για τα Δικαιώματα της Γυναίκας. Έχει λάβει μέρος σε δεκάδες συνέδρια στην Ελλάδα και στο Εξωτερικό όπως και στο Παγκόσμιο Συνέδριο Ευρωπαϊκού Θεάτρου του οποίου ήταν εισηγήτρια.
  Της έχουν απονεμηθεί πολλά μετάλλια και τιμητικές διακρίσεις, μεταξύ των οποίων και το χρυσό μετάλλιο της Ιερής Πόλης του Μεσολογγίου. Το 2001 η Ακακία Κορδόση επελέγη, μαζί με άλλους 45 Έλληνες συγγραφείς να εκπροσωπήσει τη χώρα στη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου Φρανκφούρτης, όπου τιμώμενη χώρα ήταν η Ελλάδα.

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Στάμος Μπράνιας

1876 - 1967
  Ο Μπράνιας γεννήθηκε στο Μεσολόγγι (γόνος ιστορικής οικογένειας της πόλεως). Μαθητής ακόμα δημοσιεύει στον τοπικό τύπο λογοτεχνικά και λαογραφικά κείμενα. Τελειώνει το Γυμνάσιο κι ανεβαίνει στην Αθήνα και γράφεται στη Νομική, λίγους μήνες μετά, όμως, επιστρέφει στην πατρίδα γιατί δεν βρίσκει μια απασχόληση για να βγάζει το ψωμί του. Η φτώχεια του γίνεται υποφερτή όταν διορίζεται το 1894 γραφέας στη Νομαρχία. Συγχρόνως συνεργάζεται με μεσολογγίτικες και πατρινές εφημερίδες ως επαγγελματίας. Κάνει ρεπορτάζ, στέλνει ανταποκρίσεις, γράφει άρθρα, χρονογραφήματα, διηγήματα. Αγαπάει με πάθος την πόλη του και τους ψαράδες της, αγαπάει τα πανηγύρια και συχνάζει στα φημισμένα μουσικά καφενεία του Βλάχου και του Καλλιαντέρη. Οι Μεσολογγίτες τον αγαπάνε και τον θαυμάζουν αλλά ο Στάμος Μπράνιας ονειρεύεται την Αθήνα. Το 1904 τον ανακαλύπτει ο πολύς Βλάσης Γαβριηλίδης και του γράφει ν' ανεβεί αμέσως στην Αθήνα και να γίνει ένας ακόμα του επιτελείου της Ακροπόλεως. Ξεχωρίζει αμέσως σαν ρεπόρτερ και στη συνέχεια σαν χρονογράφος. Οι κύκλοι της δημοσιογραφίας και της λογοτεχνίας εντυπωσιάζονται για τη γλώσσα και το στυλ του, αλλά και τη βαθειά του γνώση των κοινωνικών θεμάτων. Γίνεται περιζήτητος.
   Το 1905 εγκαταλείπει την Ακρόπολη. Τα επόμενα 30 χρόνια θα συνεργαστεί με τις περισσότερες από τις σημαντικές εφημερίδες, κυρίως σαν πρώτος χρονογράφος: Αλήθεια (1906), Σκριπ (1906-1907), Νέον Αστυ (1907-1908), Αθήνα (1909-1911), Νέα Ημέρα (1912-1913), Νέα Ελλάς (1913-1915), Θάρρος (1916), Σημαία (1917-1918), Ελεύθερος Τύπος (1919-1927), Η Καθημερινή (1929-1934). Θα συνεργαστεί και με την εφημερίδα του Στέφανου Γρανίτσα Αστραπή και σε σπουδαία περιοδικά της εποχής όπως ο Παρνασσός, η Πινακοθήκη του Μεσολογγίτη Δ. Ι. Καλογερόπουλου και το Μπουκέτο, το οποίο διευθύνει ο επαχτίτης Χάρης Σταματίου.
  Έκανε και μεταφράσεις από τα γαλλικά. Το αριστουργηματικό θεατρικό έργο του Αλμπέρ Σαμαίν Πολύφημος σε δική του μετάφραση παίχτηκε από το Εθνικό θέατρο και γνώρισε μεγάλη επιτυχία.
   Τα χρονογραφήματά του υπέγραφε με το ψευδώνυμο Μπραν.
Το κείμενο αυτό είναι παρμένο από το βιβλίο «ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ ΤΗΣ ΛΙΝΜΟΘΑΛΑΣΣΑΣ» που εκδόθηκε από την Παπαχαραλάμπειο Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Ναυπάκτου το 2002.

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Θωμάς Λαλαπάνος

ΠΕΝΤΑΛΟΦΟ (Κωμόπολη) ΙΕΡΑ ΠΟΛΙΣ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ
1903 - 1989
  Πεζογράφος και ποιητής γεννήθηκε στην Πεντάλοφο του Μεσολογγίου και σπούδασε γιατρός.
  Από πολύ νέος άρχισε να δημοσιεύει τους πρώτους στίχους και τα πεζογραφήματά του σε τοπικά περιοδικά κι εφημερίδες, ενώ στα 1930 εξέδωσε την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο Βήματα στη Χλόη, την οποία προλόγισε ο Κωστής Παλαμάς. Ύστερα από μακρόχρονη σιωπή εξέδωσε τα ακόλουθα βιβλία: Ψίθυροι (1961), Χαμένα Κύθηρα (1964), Χρυσά Κύπελλα (1967). Στα ποιήματά του κυριαρχεί ο λυρισμός και η ευαισθησία. Έχει μεταφράσει ακόμη πολλές τραγωδίες του Ευριπίδη, ενώ άλλη του φιλολογική εργασία βρίσκεται σκορπισμένη σε περιοδικά κι εφημερίδες.
Το κείμενο αυτό είναι παρμένο από το βιβλίο «ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ ΤΗΣ ΛΙΝΜΟΘΑΛΑΣΣΑΣ» που εκδόθηκε από την Παπαχαραλάμπειο Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Ναυπάκτου το 2002.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Μάντεις

Amphilytus

ΑΚΑΡΝΑΝΙΑ (Αρχαία περιοχή) ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ
Amphilytus (Amphilutos), a celebrated seer in the time of Peisistratus. Herodotus (i. 62) calls him an Acarnanian, but Plato (Theag.) and Clemens Alexandrinus (Strom. i.) speak of him as an Athenian. He may have been originally an Acarnanian, and perhaps received the franchise at Athens from Peisistratus. This supposition removes the necessity of Valckenaer's emendation.

Μουσικοί

Σφέτσας Κυριάκος

ΑΜΦΙΛΟΧΙΑ (Πόλη) ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ
  Ο Κυριάκος Σφέτσας γεννήθηκε στην Αμφιλοχία το 1945 και έζησε από πολύ μικρός στη Λευκάδα όπου και πήρε τα πρώτα μαθήματα μουσικής, στην μπάντα και το ωδείο της πόλης.
  Συνέχισε το πιάνο και ανώτερα θεωρητικά στο Εθνικό Ωδείο Αθηνών, απ' όπου και αποφοίτησε το 1965.
  Το 1967 εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Παρίσι. Εκεί, χάρη σε υποτροφία της Γαλλικής Κυβέρνησης (1968-1972), συνέχισε τις σπουδές του - σύνθεση και μουσική ανάλυση - με τον καθηγητή MAX DEUTSCH, ο οποίος υπήρξε μαθητής του Α. SCHONBERG.
  Η επαγγελματική του σταδιοδρομία αρχίζει το 1968, όταν παίχτηκε για πρώτη φορά δημόσια το έργο του "Επεισόδια" για σόλο πιάνο, στην αίθουσα της Λατινικής Αμερικής, στο Παρίσι. Από τότε, η μουσική του παρουσιάζεται στα Διεθνή Φεστιβάλ, στις αίθουσες συναυλιών, στις Ραδιοφωνίες.
  Στο Παρίσι συνεργάστηκε με διάφορα συγκροτήματα σύγχρονης μουσικής, χορού, θεάτρου και αρκετά από τα έργα του γράφτηκαν ύστερα από παραγγελία της Ο.R.T.F., της ορχήστρας ARS NOVA, του συγκροτήματος μοντέρνου χορού του VITRY και άλλων οργανισμών. Ενα μεγάλο μέρος των έργων του έχει εκδοθεί από τους μουσικούς οίκους EDITIONS TRANSATLANTIQUES και Φ. Νάκα.
  Το 1975 ο Κ. Σφέτσας επιστρέφει στην Ελλάδα. Εδώ συνεργάζεται αρχικά με τη Ραδιοφωνία σαν έκτακτος παραγωγός μουσικών προγραμμάτων. Αργότερα το 1978, αναλαμβάνει διαδοχικά τη διεύθυνση του μουσικού τμήματος του Α' και Β' Προγράμματος της Ραδιοφωνίας, ενώ από το καλοκαίρι του 1982 έως το 1994 είναι Διευθυντής του Γ' Προγράμματος της ΕΡΑ.
  Στο έργο του περιλαμβάνεται ένας σημαντικός αριθμός μουσικών συνθέσεων: Συμφωνική μουσική, μουσική δωματίου για διάφορα σύνολα, χορωδιακά έργα, κομμάτια για σόλο όργανα και μικρά σύνολα, σκηνική μουσική, μουσική μπαλέτου, έργα ηλεκτρονικής μουσικής, συνθέσεις jazz, τραγούδια σε ποίηση Ελλήνων ποιητών. Τα τελευταία χρόνια, στον κατάλογο αυτό ήρθε να προστεθεί και ένα ακόμα είδος μουσικής έκφρασης: η μουσική για τον κινηματογράφο. Στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης του 1980, πήρε το βραβείο καλύτερης μουσικής ταινίας μεγάλου μήκους, για την ταινία του Π. Τάσιου "Παραγγελιά". Το 1982 γράφει τη μουσική για το "Στίγμα" του ίδιου σκηνοθέτη και το 1986 για την ταινία του Δ. Παναγιωτάτου "Η νύχτα με τη Σιλένα".
  Μέχρι σήμερα έχουν κυκλοφορήσει από την ΕΜΙ, CBS, SOUND WAVE, ENM, αρκετοί δίσκοι με έργα του τα οποία η κριτική υποδέχτηκε με θαυμαστά σχόλια.
  Η μουσική του Κυριάκου Σφέτσα περιλαμβάνει ποικιλία ειδών και συγκεράζει την δυτικότροπη τεχνική της γραφής μαζί με στοιχεία που προέρχονται από την Ελληνική και Ανατολική μουσική παράδοση και τρόπο ζωής.

Το κείμενο παρατίθεται τον Απρίλιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του Συλλόγου Οι Φίλοι της Μουσικής "Λίλιαν Βουδούρη"


Πεζογράφοι

Παναγιωτόπουλος Ιωάννης

ΑΙΤΩΛΙΚΟ (Πόλη) ΙΕΡΑ ΠΟΛΙΣ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ
1901 - 1982
Ποιητής και δοκιμιογράφος

Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος

  Στη γραφική νησιώτικη γη του Αιτωλικού, που βρίσκεται στη μέση περίπου της λιμνοθάλασσας Μεσολογγίου - Αιτωλικού - Σταμνάς, γεννήθηκε το 1901 ο Γιαννάκης Παναγιωτόπουλος, πρώτος γιος του Μιχάλη και της Ειρήνης (το γένος Γιώργου Καραμούζα). Ο Γιαννάκης κάθισε στα μαθητικά θρανία του Δημοτικού Σχολείου Αιτωλικού. Ο αυστηρότατος, σύμφωνα με τις μαρτυρίες των μαθητών του, δάσκαλος Κυριάκος Μονοκρούσιος, μνημόνευε -πολλά χρόνια μετά- την άριστη επίδοση του μικρού Γιαννάκη ως παράδειγμα προς μίμηση. Το μαυριδερό κι' αχαμνούλι εκείνο παιδάκι, με τα κοντά πανταλονάκια, που κατέβαιναν κάτω από το γόνατο, το θυμούνται ακόμα αρκετοί απ' τους σημερινούς ηλικιωμένους Αιτωλικιώτες. Ο πατέρας του, ο Μιχάλης Παναγιωτόπουλος, ήταν ένας έντιμος μικρέμπορος, εύπιστος, καλοκάγαθος, φίλος των γραμμάτων και των ακολουθιών της Εκκλησίας μας. Με τα μοναδικά, ίσως, εφόδια της εντιμότητας, της ευπιστίας και της καλοκαγαθίας δεν ήταν δυνατό να προκόψει επαγγελματικά. Έτσι αποφάσισε το 1910 την μετοικεσία όλης της οικογένειας στην περιοχή της πρωτεύουσας. Στην Αθήνα εγκαταστάθηκαν σ' ένα παλιό σπίτι της οδού Κωλέττη (αριθμός 16), στα Εξάρχεια. Στο σπίτι εκείνο έμειναν πολλά χρόνια εκτός από ένα σύντομο διάστημα, στην περίοδο των Βαλκανικών Πολέμων, που είχαν μετακομίσει στον Πειραιά. Στο ίδιο σπίτι, ο μετέπειτα γνωστός ως Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος έζησε τα δεύτερα παιδικά, τα εφηβικά και τα πρώτα νεανικά του χρόνια...
  Ύστερα όμως από μια δεκαετία (και συγκεκριμένα στα 1921) κατέβηκε ένας άριστος φοιτητής της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, που κρατούσε στα χέρια του τα χειρόγραφα μιας ομιλίας του για «Το ποιητικό έργο του Κωστή Παλαμά» η οποία εκφωνήθηκε απ' τον ίδιο στη λέσχη της «Φοιτητικής Συντροφιάς». Αυτή ήταν η πρώτη επίσημη εμφάνιση στα Γράμματα του Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου, αλλά και η απαρχή μιας μακράς λογοτεχνικής και στοχαστικής διαδρομής, που καλύπτει έξι δεκαετίες και εκφράστηκε με λεπταίσθητα ποιήματα, θαυμάσια αφηγήματα, συναρπαστικές συνθέσεις μύθου και ιστοριών, βαθυστόχαστα δοκίμια προβληματισμού, ακριβοδίκαιες και διεισδυτικές λογοτεχνικές κριτικές, θελκτικές ταξιδιωτικές εντυπώσεις, εμπεριστατωμένες φιλολογικές μελέτες και γοητευτικές ομιλίες. Πριν όμως από κάθε αναφορά μας στα βιβλία του Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου, θα πρέπει να μνημονεύσουμε τη δραστηριότητά του στη δεύτερη περίοδο συνέκδοσης και συνδιεύθυνσης του περιοδικού Μούσα που έβγαινε στην Αθήνα από τον Αύγουστο του 1920 ως το Σεπτέμβριο του 1923. Η συμμετοχή του στην έκδοση και στη διεύθυνση του περιοδικού Μούσα θεωρείται ως σημαντικό επίτευγμα, αν λάβουμε υπόψη ότι ο εικοσάχρονος εκείνος φοιτητής της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου δεν διέθετε τίποτε άλλο εκτός απ' την αξιοσύνη του την πνευματική, την γραμματολογική του ενημέρωση και την ταλαντούχο συγγραφική - λογοτεχνική του ικανότητα. Μη έχοντας γραφεία, το περιοδικό στεγαζόταν στο σπίτι ενός απ' τους υπεύθυνους, του Παύλου Καλλιγά, εγγονού του γνωστού απ' το πεζογράφημα Θάνος Βλέκας συγγραφέα. Εκεί, μια συντροφιά όλο πάθος και νιάτα, μαζευόταν κάθε βράδυ και φρόντιζε την έκδοση, την αλληλογραφία και την διεκπεραίωση του περιοδικού. Αυτή η συντροφιά φαίνεται πως αποτέλεσε τον αρχικό κορμό των μετέπειτα γνωριμιών κι επαφών του Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου με ανθρώπους των Γραμμάτων, της Τέχνης της Επιστήμης. Το περιοδικό Μούσα με την ακαταπόνητη εργατικότητα του Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου και τη ζωογόνο δημιουργική πνοή του, που μεταδόθηκε και στους άλλους συνεργάτες, αποτέλεσε τον πόλο έλξης αρκετών λογοτεχνών, δημιούργησε παράδοση κι άφησε εποχή σε μια δύσκολη εθνικά περίοδο, που άνοιξε με μια ελπίδα, για την απελευθέρωση του Ελληνισμού της Μικρασίας, κι έκλεισε με μια οδυνηρή καταστροφή. Η λογοτεχνική γενιά της Μούσας θέλησε να εκφράσει την αντίστοιχη της εποχής της, που πέρασε την εφηβεία της αντικρίζοντας τις καταστροφές και τις σφαγές του πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου και που διαψεύσθηκε στις προσδοκίες της για μια διεθνή τακτοποίηση των προβλημάτων.
  Το πρώτο βιβλίο του Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου κυκλοφόρησε στα 1924, με τον τίτλο: Το βιβλίο της Μιράντας. Πρόκειται για μια συλλογή είκοσι έξι ποιημάτων που χωρίζονται σε δύο σειρές και που τα περισσότερα γράφτηκαν στα 1922...
  Στα 1925 κυκλοφόρησε το δεύτερο βιβλίο του. Πρόκειται για μια σειρά αφηγημάτων με τον γενικό τίτλο: Ο Χανς κι άλλα πεζά. Τα πεζά εκείνα κείμενα, που στον πυρήνα τους ήταν ποιητικά, ήταν μια πρώτη ένδειξη της εκφραστικής πολυμέρειας του Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου.
  Την ίδια περίπου χρονική περίοδο αρχίζει να συνεργάζεται στη σύνταξη της Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαίδειας του «Πυρσού», στην οποία καταχωρήθηκαν τρεις χιλιάδες περίπου άρθρα του για ποικίλα θέματα.
  Ακολουθούν οκτώ βαρυσήμαντα χρόνια σιγής και το 1933 εκδίδεται το δεύτερο ποιητικό του βιβλίο με τον τίτλο Λυρικά Σχέδια. Την ίδια χρονιά άρχισε η συνεργασία του με την μεγάλη Αθηναϊκή εφημερίδα Πρωία. Στα 1936 θα κυκλοφορήσει σε βιβλίο ένα ειδικό μελέτημά του γύρω από τα Νεοελληνικά λογοτεχνικά πράγματα που επιγράφεται: Στοιχεία Ιστορίας της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Στο πόνημα τούτο -καρπό μόχθου κι ευθύνης - δίνει τα απαραίτητα στοιχεία για την παρακολούθηση της πορείας της λογοτεχνίας μας, ενώ παράλληλα δημιουργεί ερεθίσματα για αξιολογήσεις κι αποτιμήσεις των επιτευγμάτων της έως την εποχή της συγγραφής του...
  Στα 1937 και στα 1940 τυπώνει αντίστοιχα δύο τόμους ταξιδιωτικών εντυπώσεων με τους τίτλους: Μορφές της ελληνικής γης και Ελληνικοί ορίζοντες. Στις σελίδες των βιβλίων αυτών βρίσκουμε περιγραφικά κείμενα διάφορων περιοχών της χώρας μας, μεστά γνώσεων και διαποτισμένα από την λυρική ευαισθησία του συγγραφέα.
  Στα μαύρα χρόνια της κατοχής εμφάνισε μια εντυπωσιακή συγγραφική παραγωγή. Στα 1943 έγραψε και τύπωσε τα αφηγηματικά κείμενα με τον τίτλο Τα Χειρόγραφα της μοναξιάς, και δύο τόμους από το κριτικό μελέτημα, Τα Πρόσωπα και τα Κείμενα με τους επιμέρους τίτλους: Δρόμοι Παράλληλοι και Ανήσυχα Χρόνια.
  Στα 1944 εξέδωσε το μυθιστόρημα Οι δύο και η νύχτα και τον τρίτο τόμο από τα Πρόσωπα και τα Κείμενα που επιγράφεται Κωστής Παλαμάς. Η εμπεριστατωμένη και διεισδυτική αυτή μελέτη τιμήθηκε με το «Έπαθλο Παλαμά» του 1944. Το έπαθλο εκείνο αποτέλεσε και την πρώτη επίσημη αναγνώριση της αξίας του έργου του, που στη συνέχεια αξιώθηκε κι άλλων τεσσάρων μέγιστων τιμητικών βραβεύσεων.
  Την πρώτη μεταπελευθερωτική χρονιά (1945) παρουσίασε δύο μυθιστορήματα. Αρχικά την Αστροφεγγιά κι ύστερα από λίγο τη Χαμοζωή.
  Ύστερα από τρία χρόνια, στα 1949, τυπώνει τον πέμπτο τόμο της σειράς των Προσώπων και των Κειμένων με το γενικό τίτλο Λυρικός λόγος, ενώ παράλληλα, την ίδια χρονιά, κυκλοφορεί την τρίτη ποιητική του συλλογή, την Αλκυόνη...
  Στα 1950 κυκλοφορεί ένα τρίτο βιβλίο εντυπώσεων, που το εμπνεύσθηκε από το ταξίδι του στα 1949 στην Αίγυπτο, με τον χαρακτηριστικό τίτλο Σκαραβαίος ο ιερός.
  Την επόμενη χρονιά (1951) τυπώνεται το μυθιστόρημα Αιχμάλωτοι που μαζί με την Χαμοζωή και την Αστροφεγγιά κλείνουν ένα κύκλο τριών αφηγηματικών λόγων.
  Η λογοτεχνική εισφορά του Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου συνεχίζεται με την έκδοση ενός άλλου ποιητικού βιβλίου, τέταρτου σ' αυτό το είδος. Πρόκειται για τη συλλογή που κυκλοφόρησε στα 1952 με τον τίτλο Ο κύκλος των ζωδίων, και απαρτίζεται από είκοσι τρία ποιήματα χωρισμένα σε πέντε ενότητες. Ο ποιητής αγρυπνώντας συνειδησιακά, αγωνιά για το παρόν και το μέλλον της ανθρώπινης μοίρας.
Η συγγραφική, όμως, διαδρομή του Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου δεν τερματίζεται ούτε εδώ. Στα 1977 εκδίδεται στη Νέα Υόρκη το βιβλίο του Οι νέοι βάρβαροι και η κατάρρευση της αυθεντίας. Την άλλη χρονιά (1978) δίνει σ' εκδοτικό οίκο της Αθήνας μια συλλογή διηγημάτων την Ασφυξία. Το 1979 κυκλοφόρησε ένας ακόμη τόμος με δοκίμια με το γενικό τίτλο Η Ηθική του συμφέροντος. Το 1980 εκδόθηκε το βιβλίο του Όρθιες ψυχές κι άλλα παράλληλα θέματα.
  Πτυχιούχος της Φιλοσοφικής Σχολής, σταδιοδρόμησε επαγγελματικά ως εκπαιδευτικός της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Δίδαξε, παράλληλα, στο «Διδασκαλείο της Μέσης Εκπαίδευσης» και στο «Αθήναιον». Με τις ικανότητές του και την ευσυνείδητη εργασία του επέτυχε να δημιουργήσει άριστη φήμη συνειδητού εκπαιδευτικού επιχειρηματία με καλές οικονομικές απολαβές.
  Παράλληλα, ανάπτυξε πολύπτυχη δημοσιογραφική, πολιτιστική και κοινωνική δραστηριότητα που πολλές φορές τον έφερε στο προσκήνιο της ζωής και του γενικού ενδιαφέροντος. Συνεργάσθηκε με τις εφημερίδες Πρωία κι Ελευθερία της πρωτεύουσας και μ' όλα σχεδόν τα αξιόλογα λογοτεχνικά και πολιτιστικά περιοδικά του κέντρου και των επαρχιών. Ίδρυσε μαζί μ' άλλους έντεκα, την πασίγνωστη «Λογοτεχνική Ομάδα των Δώδεκα». Διατέλεσε μέλος Διοικητικού Συμβουλίου της «Εθνικής Πινακοθήκης» κι αντιπρόεδρος του αντίστοιχου Συμβουλίου «Εθνικού Θεάτρου». Συμμετέσχε στην Επιτροπή της «Βασικής Βιβλιοθήκης» και για ένα διάστημα ήταν πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΡΤ.
  Στην πρώτη μεταδικτατορική Υπηρεσιακή Κυβέρνηση έγινε Υπουργός Πολιτισμού και Επιστημών. Στα 1976, το Πανεπιστήμιο της Αθήνας τον ανακήρυξε τιμητικά διδάκτορα της Φιλοσοφικής Σχολής του.

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Γαλάζης Νίκος

1912
  Φιλολογικό ψευδώνυμο του πεζογράφου Νίκου Μαυροσκότη. Γεννήθηκε στο Αιτωλικό κι ακολούθησε τη στρατιωτική σταδιοδρομία. Στα Γράμματα εμφανίστηκε πολύ νέος, το 1927, με δημοσιεύματα διηγημάτων του στη Φιλολογική Πρωτοχρονιά του Μαυρίδη, στο Ρουμελιώτικο Ημερολόγιο κι αλλού. Το 1948 τύπωσε το πρώτο του πεζογράφημα με τίτλο Η πίπα του πατέρα μου και το 1961 το μυθιστόρημα Ο ιταλικός λόφος. Την ίδια χρονιά εξέδωσε και το θεατρικό του έργο Η επιστροφή των Αργοναυτών. Η πεζογραφία του χαρακτηρίζεται από άμεσο λυρισμό. Το σύγχρονο ύφος του με τη κοφτή φράση και την άμεση εικόνα κερδίζει τον αναγνώστη.
Το κείμενο αυτό είναι παρμένο από το βιβλίο «ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ ΤΗΣ ΛΙΝΜΟΘΑΛΑΣΣΑΣ» που εκδόθηκε από την Παπαχαραλάμπειο Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Ναυπάκτου το 2002.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Αντώνης Τραυλαντώνης

ΜΕΣΟΛΟΓΓΙ (Πόλη) ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ
1867 - 1943
  Ο Αντώνης Τραυλαντώνης ήταν Μεσολογγίτης. Γεννημένος στο Μεσολόγγι το 1867, ήταν οκτώ χρόνια νεώτερος από τον Παλαμά και τρία χρόνια μεγαλύτερος από τον Μαλακάση. Μαζί με την «Πίκρα» του Παλαμά και τα «Μεσολογγίτικα» του Μαλακάση, η «Εξαδέλφη» του Τραυλαντώνη μας μεταφέρει στον κυματισμό και την μαγεία της μεγάλης Λιμνοθάλασσας.
  Το Μεσολόγγι ήταν τότε, όπως και τώρα, μια αξιόλογη επαρχιακή πόλη που την αγκαλιάζει η Λιμνοθάλασσα και την κοσμεί ο δρόμος της Τουρλίδας, δρόμος περιδιάβασης και ρεμβασμού. Αυτόν τον δρόμο πορευόταν νέος ο Τραυλαντώνης, όπως διαβάζομε στο έργο του Διετής Θητεία. «Το μεγαλειώδες εσπερινόν λυκόφως και της λίμνης η παντελής ακινησία καθίστων τον περίπατόν μου εκείνον πολύ μελαγχολικόν. Ήμην κατά το σύνηθες μόνος. Προυχώρουν εις τον στενόν δρόμον τον κρεμάμενον εν μέσω του ουρανού και της θαλάσσης».   Σ' αυτό το περιβάλλον του Μεσολογγίου μεγάλωσε ο Τραυλαντώνης. Τον συναντούμε ως Χρυσικόπουλον στα μαθητολόγια του Γυμνασίου Μεσολογγίου 1879-1880 στην Β΄ τάξη με βαθμολογία «Κάλλιστα». Με το όνομα Χρυσικόπουλος θα πάρει αργότερα και το Δίπλωμα της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών με «Aριστα». Στην Στρατολογική Υπηρεσία όμως φέρεται εγγεγραμμένος ως Τραυλαντώνης (ίσως παρόνομα), και το όνομα αυτό θα διατηρήσει στην κατοπινή επαγγελματική του σταδιοδρομία και τη λογοτεχνία. Θα υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία ως έφεδρος αξιωματικός και από τις αναμνήσεις της περιόδου αυτής θα προέλθει το χαριτωμένο έργο του Διετής Θητεία. Με το απολυτήριο του στρατού και το δίπλωμα της Φιλοσοφικής είναι έτοιμος «να εισέλθει εις τον αγώνα της αυθυπαρξίας», όπως γράφει ο ίδιος.
  Ακολουθεί τον εκπαιδευτικό κλάδο που τον υπηρέτησε υποδειγματικά, όπου και αν ετάχθη. Νέος, στην αρχή της σταδιοδρομίας του, τον Ιανουάριο του 1897 (σημαδιακό έτος για την ελληνική Ιστορία) βρέθηκε υπηρεσιακώς στην πόλη Μερσίνα της Μικράς Ασίας, τότε που ήκμαζαν οι ελληνικές κοινότητες. Εκεί, στη γιορτή των Τριών Ιεραρχών, εξεφώνησε λόγο εορταστικό σημαντικότατο. Στο λόγο του βλέπει κανείς τις γνώσεις του, τον πατριωτισμό και τον ενθουσιασμό του και διακρίνει τον εκπαιδευτικό που θα λαμπρύνει την Ελληνική Παιδεία.   Η υπηρεσιακή του σταδιοδρομία, αλλά και οι συνεχείς επιστρατεύσεις των επόμενων χρόνων τον έφεραν σε πολλές πόλεις και χωριά της Ελλάδος. Μετά τον πόλεμο του 1897 υπηρετεί στη Ζωσιμαία Σχολή των Ιωαννίνων, όταν η πόλη ήταν ακόμη τουρκική. Αργότερα πηγαίνει καθηγητής στο Πύργο Ηλείας και το 1911 στο Αίγιο με Γυμνασιάρχη τον Γρυπάρη. Προήχθη στη θέση του Γυμνασιάρχη και αργότερα, όταν έγινε σχολικός επιθεωρητής, μετετέθη στην Κέρκυρα. Εκεί έζησε κοντά στην αγαπημένη του μητέρα και την αδελφή του Βασιλική, σύζυγο του Κερκυραίου φαρμακοποιού Στέλιου Μαναρρίζη.
  Ο Τραυλαντώνης ως εκπαιδευτικός άσκησε το έργο του με έμπνευση, υποδειγματικά. Όσοι υπήρξαν μαθητές του δεν ξέχασαν ποτέ την διδασκαλία του (Νέα Εστία 1943). Πίστευε στην Παιδεία και υπηρετούσε την εκπαίδευση ως αποστολή. Έταξε τον εαυτό του στη μόρφωση της ελληνικής νεότητας. Αναγνωρίζεται η αξία του και μόλις συστήθηκε το Εκπαιδευτικό Συμβούλιο (1914) αποτέλεσε μέλος του με διακεκριμένους συνεργάτες. Με τη διδακτική πείρα που διέθετε κομίζει νέες ιδέες και προσπαθεί να αναμορφώσει τα Νεοελληνικά Αναγνωστικά. Οι εισηγήσεις του προς το Εκπαιδευτικό Συμβούλιο ήσαν πραγματικά πρωτοποριακές. «Δεν πρέπει, γράφει, μετά τόσης στυγνής αυστηρότητος να αποκλείεται εκ των συλλογών των Αναγνωστικών, παν λογοτέχνημα χειριζόμενον το θέμα των σχέσεων των δύο φύλων, αρκεί να το χειρίζεται μετά τέχνης αληθούς, ανωτέρας πάσης υλικής πνοής, όπως το χειρίζεται η αληθής τέχνη, η και τα ταπεινότερα και τα χυδαιότερα εξευγενίζουσα». Ο Τραυλαντώνης ζητούσε την ανύψωση των νέων προς την αλήθεια της ζωής. Για τούτο ζητούσε την ανάγκην πνευματικής τροφής των νέων απ' ευθείας από τις πηγές.
  Η ταχεία άνοδος του Τραυλαντώνη και οι προοδευτικές αντιλήψεις του γεννούν αντιδράσεις. Κατηγορήθηκε ότι δεν είχε πτυχίο! Πτυχίο στο όνομα Τραυλαντώνης δεν υπήρχε και για τούτο καλείται να απολογηθεί! Αποδεικνύεται γρήγορα η ταυτότητα των ονομάτων και εισπράττει την συγγνώμη του Υπουργού. Αργότερα διετέλεσε και Πρόεδρος του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου μέχρι το 1926 οπότε παραιτήθηκε, πολύ πριν φθάσει στο όριο ηλικίας. Έμμεσος και εύσχημος ο λόγος που τον ανάγκασε σε παραίτηση. Δεν είχε σπουδές στο εξωτερικό που κρίθηκαν απαραίτητες για τη θέση αυτή. Δεν είχε σπουδές στην Ευρώπη, γιατί πέρασε τη ζωή του μορφώνοντας τα παιδιά της Ελλάδας. Παραιτήθηκε, αλλά πικράθηκε πολύ. Έκτοτε έζησε στην Αθήνα, στη συνοικία Ζωγράφου, χωρίς οικογένεια, με το Μεσολόγγι και τα παιδιά της αδελφής του στην καρδιά του. Έζησε αθόρυβα και απλά, με συντροφιά τους τόμους των βιβλίων του και τη λάμπα του πετρελαίου να φωτίζει τις ώρες της περισυλλογής του...
  Η συγγραφική δράση του Τραυλαντώνη διήρκεσε περίπου 40 χρόνια και κατέλειπε τους εξής τόμους διηγημάτων: Τόμος Α΄, 1921, περιλαμβάνει σε επανέκδοση και την Εξαδέλφη. Τόμος Β΄, 1922, Η Κρουσταλλένια και άλλα διηγήματα. Τόμος Γ΄, 1923, Η Ηλιοστάλλαχτη. Τόμος Δ΄, 1925, Τρεις Λόγοι. Τόμος Ε΄, 1930, Απολογία Μισανθρώπου και άλλα διηγήματα. Τόμος ΣΤ΄, 1935, Λεηλασία μιας ζωής, μυθιστόρημα. Επίσης είχε δημοσιεύσει πολλά, είτε με το όνομά του είτε με το ψευδώνυμο Κλεάνθης, στον Παρνασσό, περιοδικό του ομώνυμου Συλλόγου, την Τέχνη, την Εθνική Αγωγή, τα Γράμματα Αλεξανδρείας, στην Κυριακή του Ελεύθερου Βήματος, όπου δημοσιεύθηκε το μυθιστόρημα η Κόρη του Προδότη και άλλού. Επίσης κατέλειπε πολλά ανέκδοτα έργα. Μετά τον θάνατό του από τα ανέκδοτα έργα του δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Νέα Εστία το σχεδόν τελειωμένο μυθιστόρημά του Λουκάς Σαματάς. Τα υπόλοιπα εξακολουθούν να μένουν άγνωστα και αδημοσίευτα. Ο Θ. Ξύδης που τα κατέγραψε (Νέα Εστία, 1943) μας πληροφορεί ότι παρουσιάζουν ενδιαφέρον και είναι ωριμότατα. Μεταξύ αυτών είναι το μυθιστόρημα Η πατρική θυσία βασισμένο σε πληροφορίες από τον Αππιανό, τον Πλούταρχο και τον Αρριανό, και η τραγωδία Το τέλος του Ωραίου.
  Επίσης αξιοπρόσεκτα είναι τα διηγήματα: Ο θησαυρός μου, Πετρέλαιο - πετρέλαιο, Ο Τροχός της τύχης. Διαφορετική εικόνα θα έδινε ο Τραυλαντώνης εάν επιμελείτο και τελείωνε το έργο του, ειδικά αν τελείωνε τα θεατρικά του έργα.
  Στα χρόνια της δημιουργικής δράσης του Τραυλαντώνη συνέβησαν σημαντικά πολεμικά και πνευματικά γεγονότα και σημειώθηκαν ιστορικές αλλαγές. Τέσσερα χρόνια πριν από την Διετή Θητεία έχει εκδοθεί το 1888 το Ταξίδι μου του Ψυχάρη που ανέτρεψε τα καθιερωμένα της γλώσσας και δημιούργησε αντιδράσεις. Το γλωσσικό ζήτημα οδήγησε σε διαφοροποίηση του ελληνικού πνευματικού κόσμου. Από την μια οι δημοτικιστές -με πρωτεργάτη τον Παλαμά- και από την άλλη οι καθαρευουσιάνοι -Μιστριώτης. Αποτέλεσμα. συγκρούσεις και διαμάχες για το γλωσσικό ζήτημα. Ο Τραυλαντώνης πορεύεται προς την Δημοτική. Τα πρώτα έργα του (Διετής Θητεία - Ολυμπία) τα έγραψε στην καθαρεύουσα. Έκτοτε διαπιστώνει την ευελιξία της Δημοτικής και την παραστατικότητά της και την υιοθετεί. Μια δημοτική στρωτή, ευχάριστη που διαβάζεται και σήμερα, ζωντανή και νέα. Ο Μαβίλης, σε γράμμα του προς τον Παλαμά στις 5 Ιουλίου 1902, μεταξύ των οπαδών της δημοτικής και ενδεχομένως ιδρυτών και συνεργατών περιοδικού «Εθνικής Γλώσσας» αναφέρει και τον Τραυλαντώνη. Και ο Παλαμάς τον συναριθμεί μεταξύ των επιφανέστερων πεζογράφων μας.

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Περίφημες οικογένειες

Παπαστράτος

ΑΓΡΙΝΙΟ (Πόλη) ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ

Βαλτινού

ΧΑΛΚΙΟΠΟΥΛΟΙ (Οικισμός) ΑΜΦΙΛΟΧΙΑ

Ποιητές

Τσαρούχης Σπύρος

ΒΟΜΒΟΚΟΥ (Χωριό) ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ
1910 - 1992
  O Tσαρούχης γεννήθηκε το 1910 στην Bομβοκού όπου και τελείωσε το Δημοτικό. Eίχε δασκάλους τους αείμνηστους Παπα-Λελούδα (Παπάς και δάσκαλος) και Στούμπο Aνδρέα.
  Όταν τελείωσε το Δημοτικό, αν και ήταν άριστος μαθητής, δεν υπήρχαν οι προϋποθέσεις να συνεχίσει τις σπουδές. Έτσι συνέχισε να περιφέρεται στις λαγκαδιές και τις ραχούλες του χωριού του βόσκοντας πρόβατα, γίδια και αγελάδες. Συνέχισε να περιφέρεται στις αγαπημένες του τοποθεσίες: στη Σκανδαλόλακα, στα Γούπατα, στη Xρυσοσπηλιά, στο Πέρα Δένδρο, στις Zαγάδες, στις Σάρες, στο Ξάγναντο, στου Λαγαρού το Mύλο, στο Tρίκορφο, στον Πλατανιά, στ' Aλώνια, στη Γκαρτσούλα, στον Αη Γιάννη, στον Aη Λιά, παντού.
  Mη νομίζετε ότι βόσκοντας τα ζωντανά ο μικρός Tσαρούχης, έπαψε να μαθαίνει και να προβληματίζεται. Aντίθετα αφουγκραζόταν με τις ώρες τις διηγήσεις -αληθινές και ψεύτικες- από μπαρουτοκαπνισμένους γερο-βοσκούς... Συζητούσε επίσης με τα άλλα τσοπανόπουλα του χωριού, και για θέματα, πέρα από τα παιχνίδια και τα ζωντανά. Aλλά ο μικρός Tσαρούχης δεν περιοριζόταν στο να αφουγκράζεται γεροντοτέρους και να συζητάει με τους συνομίληκους. Διάβαζε και στοχαζόταν πολύ!...Ήθελε να μάθει! Ήθελε να ερμηνεύσει όλα όσα γίνονταν μέσα του και γύρω του! Ήθελε κάτι περισσότερο! Tα γεγονότα που γίνονταν στην Πατρίδα, η Mικρασιατική Kαταστροφή και η προσωπικότητα του Eλευθερίου Bενιζέλου, τον εντυπωσίασαν και τον προβλημάτισαν πολύ. Kαθώς περνούσαν τα χρόνια, ο χώρος που κινούνταν, του γινόταν ασφυκτικά μικρός. Δεν τον ικανοποιούσε. Δεν τον βόλευε. Δεν αρκούνταν στο να διαβάζει τα λιγοστά βιβλία που έφταναν στα χέρια του. Kουράστηκε ν' αγναντεύει τα διπλανά χωριά: Σκάλα, Nιόκαστρο, Mαμουλάδα, Φροξυλιά, τα Kαμποχώρια, τη θάλασσα, το Mοριά... H αγαπημένη του φλογέρα μέρα με τη μέρα τον ενθουσίαζε όλο και λιγότερο. Aντίθετα του μεγάλωνε τη μελαγχολία.    Eκεί γύρω στα 1928 ένα συνηθισμένο περιστατικό έγινε αφορμή, για να εκδηλωθεί μια σημαντική καμπή στη ζωή του. (...)
  Kαι πήγε -όπως συνηθιζόταν τότε για τη φτωχολογιά- τσοπάνος στον Mοριά.Kαι εκεί όμως τα πράγματα δεν ήταν καλύτερα για τον ευαίσθητο συναισθηματικό και πνευματικό κόσμο του Tσαρούχη. Πέρασε πολύ δυσκολότερες μέρες, βόσκοντας ξένα γιδο-πρόβατα στα ξένα μέρη. Tο γεγονός ότι καθημερινά αγνάντευε και διέκρινε «αχνά» τα βουνά του χωριού του που τόσο τα είχε περπατήσει και τόσο είχε αγαπήσει, του μεγάλωνε υπερβολικά τον πόνο στα σωθικά του... Γρήγορα άρχισε να σχεδιάζει μια νέα φυγή. Nα φύγει για κάποιο άλλο μέρος. Για κάπου, που να μην υπήρχε πόνος. Για κάπου που θα υπάρχει προοπτική της προκοπής. Για γυρισμό στο χωριό, ούτε κουβέντα να γίνεται. Δεν ήθελε να γυρίσει: νικημένος, αποτυχημένος, ανεπρόκοπος. Tελικά κάτι κατάφερε. Mπόρεσε το 1931 και έγινε χωροφύλακας. Για κακή του(;) τύχη όμως διορίστηκε πολύ μακριά. Kάπου στην μακρινή Θράκη. Στα Δίκαια Διδυμοτείχου. Aλλά ο Tσαρούχης, ευαίσθητος ατίθασος και ανήσυχος καθώς ήταν, έφυγε από χωροφύλακας, και έγινε Δημοτικός Yπάλληλος, πάλι στην Oρεστιάδα Έβρου.
  Tελικά το 1970 έρχεται και εγκαθίσταται μόνιμα στον Eύοσμο Θεσσαλονίκης μέχρι το θάνατό του, το 1992. Όσο ο Tσαρούχης ήταν υπάλληλος, είχε την ελπίδα ότι θα τα κατάφερνε να εγκατασταθεί σαν συνταξιούχος, κάπου στη γενέτειρα... Όταν όμως γύρω στα 1970, το χώνεψε ότι στα ξένα θ' αφήσει τα κόκαλά του, άρχισε τουλάχιστο να γράφει σε ποιήματα τα συναισθήματά του. Tα ποιήματα που μου παρέδωσε ένα απογιοματάκι του Aυγούστου του 1993 ο καλός φίλος Aριστείδης Tρομπούκης, Aξ/κός ε.α., τ. Kοινοτάρχης Bομβοκούς, ήταν η πρώτη μου γνωριμία με τον Tσαρούχη. Tα ποιήματα κυριολεκτικά με συγκλόνισαν. Zήτησα αμέσως από τον διακεκριμένο φίλο μου Δικηγόρο και τ. Διευθυντή της Bουλής κ. Παπαδούλα Eυθύμιο, περισσότερες πληροφορίες για τον Σπύρο Tσαρούχη. Oι πληροφορίες που μου έδωσε με συγκλόνισαν ακόμα περισσότερο... Mου είπε ανάμεσα στα άλλα ο κ. Παπαδούλας: «Πολύ τακτικά, γεροντάκι πλέον ο Tσαρούχης, με έπαιρνε τηλέφωνο στη Bουλή και μου ζήταγε συνήθως δυο πράγματα: νέα από το χωριό, και βιβλία και πληροφορίες από τη Bουλή. Ήταν πολύ ανήσυχος και πολύ πνευματώδης».

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Αγγελική Παυλοπούλου

ΕΥΗΝΟΧΩΡΙ (Κωμόπολη) ΙΕΡΑ ΠΟΛΙΣ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ
1936
  Η Αγγελική Παυλοπούλου, ποιήτρια με αξιόλογο έργο, γεννήθηκε στο Ευηνοχώρι και ζει στην Πάτρα.
  Παρουσιάστηκε στα γράμματα το 1962 με την ποιητική συλλογή Ο Δρόμος με τα τριαντάφυλλα. Η κριτική, ομόφωνα, υποδέχθηκε με ενθουσιασμό τη νέα ποιήτρια. Ακολούθησαν κι άλλα βιβλία που δικαίωσαν την ενθουσιώδη υποδοχή: Ερωτικές νηοψίες (1964), Οι προτάσεις μου (1966), «CΑΝΤΟ» (1967), Για το φταίξιμο της Ανοιξης (1972), Προσπέραση (1972), Σαράντα οκτώ ερωτικές επιστολές (1974), Χαρίλαε (1974), Ο φόβος 1967-1974 (1975), Η περίπολος (1976), Ο θόλος (1977), Οι πρωτόπλαστοι (1978), Η γέννα μέσα στο ωραίο (1980), Ο άλλος (οκτάστιχα) (1981), Δίστιχα (1981). Έχει συμπεριληφθεί σε πολλές ανθολογίες και ποιήματά της μεταφράστηκαν στη Γαλλική, Αγγλική, Γερμανική και Ιταλική γλώσσα. Στα ποιήματα της Αγγελικής Παυλοπούλου συναντάμε ένα λυρισμό δροσερό και δυνατό που πηγάζει από τη γυναικεία της ευαισθησία και γίνεται τραγούδι πρωτόγνωρο της ζωής, της φύσης και του έρωτα σε όλες του τις εκδηλώσεις και μορφές.(...)

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Ασημακόπουλος Χρ. Βασίλειος (Victor H. Semos)

ΚΑΤΩ ΧΩΡΑ (Χωριό) ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ
1898 - 1974
  Ο Βασίλειος Ασημακόπουλος ή Victor Semos, του Χρήστου και της Μαρίας, γεννήθηκε στην Κάτω Χώρα (Μικρή Λομποτινά) Ναυπακτίας στις 7-8-1898. Λόγω του επαγγέλματος του πατέρα του, που ήταν τελωνοφύλακας, εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Πάτρα, όπου φοίτησε στο Δημοτικό Σχολείο και εγγράφηκε στο Ε΄ Ελληνικό Σχολείο. Στις 16 Νοεμβρίου 1909 μετεγγράφηκε στο Ελληνικό Σχολείο Ευπαλίου (Σουλέ), πιθανότατα εξαιτίας μετάθεσης του πατέρα του στο Μοναστηράκι Δωρίδας. Φοίτησε στην Α΄ και Β΄ τάξη του Ελληνικού Σχολείου εν Σουλέ και παρακολούθησε τα μαθήματα της Γ΄ τάξης μέχρι την 1η Μαΐου 1912. Από το 1912 εγκαταστάθηκε στις Η.Π.Α., όπου εργάστηκε ως δημοσιογράφος στην ελληνική εφημερίδα «Ατλαντίς» της Νέας Υόρκης. Το 1922 συνέστησε εταιρεία καφέ. Κατά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο υπηρέτησε στο Αμερικανικό Πολεμικό Ναυτικό και για τις υπηρεσίες του τιμήθηκε με το βαθμό του πλοιάρχου. Διετέλεσε Διοικητής της Πολιτείας του Τέξας για την έκδοση των Ομολογιών (1940-5) και άμισθος Επιθεωρητής Τροφίμων στο Ντάλας. Διακρίθηκε ως εστιάτορας με το περίφημο Torch Restaurant.
  Υπήρξε συνεργάτης της εφημερίδας «Dallas Times Herald», εκδότης της εφημερίδας «The Torch News» του Ντάλας και ανταποκριτής των εφημερίδων «Εθνικός Κήρυξ» και «Ατλαντίς» της Νέας Υόρκης. Ήταν μέλος της Ενώσεως Συντακτών του Ντάλας, της Τεκτονικής Στοάς και πολλών άλλων σωματείων. Συμπεριλήφθηκε μεταξύ των 300 ανδρών που πρόσφεραν τις ύψιστες υπηρεσίες για την ανάπτυξη της Πολιτείας του Τέξας σε επίσημο ιστορικό σύγγραμμα. Υπήρξε επίσης ιδρυτικό μέλος και πρώτος Πρόεδρος της Ναυπακτιακής Αδελφότητας Ντάλας Τέξας. Για τις υπηρεσίες του προς τον Ελληνισμό της Αμερικής και την Ορθόδοξη Εκκλησία τιμήθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως επί Πατριάρχου Αθηναγόρα, από τον οποίο χειροθετήθηκε Eπίλεκτος της Ορθοδοξίας. Πέθανε στο Ντάλας το 1974.
  Το έργο του
Ποιητικές Συλλογές:
•Καρδιάς ερείπια, 1918,
•Τα ψιθυρίσματα του χωριού μου, 1926,
•Αναμνήσεις και όνειρα, Τύποις «Κόσμου», Νέα Υόρκη 1945, 1960 (δίγλωσση έκδοση στην ελληνική και αγγλική)
•Από τα όνειρα στην πραγματικότητα, 1963,
•Αναδρομή, Αθήναι 1965, 1969, και
•Η επιστροφή μου στην Ελλάδα.

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Μπάυρον, Τζώρτζ Γκόρντον Νόελ

ΜΕΣΟΛΟΓΓΙ (Πόλη) ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ
1788 - 1824
(Λονδίνο, 1788 - Μεσολόγγι, 1824)
  ´Aγγλος λυρικός ποιητής και φιλέλληνας. Αποδέχτηκε την πρόταση του Φιλελληνικού Κομιτάτου του Λονδίνου να γίνει εκπρόσωπός του στην Ελλάδα, φόρτωσε το μπρίκι «Ηρακλής» με όπλα, τρόφιμα και φαρμακευτικό υλικό και έφτασε στο Αργοστόλι τον Αύγουστο του 1823. Παρέμεινε για πέντε μήνες στο χωριό Μεταξάτα και τον Ιανουάριο του 1824 πήγε στο Μεσολόγγι. Εκεί έγινε δεκτός με ενθουσιασμό απ’ όλους τους Έλληνες και η παρουσία του τροφοδότησε ευεργετικά το φιλελληνικό κίνημα. Επιχείρησε να οχυρώσει το Μεσολόγγι και να δημιουργήσει πυρήνα πυροβολικού. Συγκρότησε σώμα Σουλιωτών με το οποίο σχεδίαζε την κατάληψη της Ναυπάκτου, η απειθαρχία όμως που εκδηλώθηκε οδήγησε στη ματαίωση της επιχείρησης. Διορίστηκε συνταγματάρχης πυροβολικού, του απονεμήθηκε η ιδιότητα του Έλληνα πολίτη, οι Μεσολογγίτες τον ανακήρυξαν πολίτη και ευεργέτη της πόλης τους και το Φιλελληνικό Κομιτάτο τον εξέλεξε μέλος της επιτροπής για τη διαχείριση του πρώτου δανείου. Τα ποικίλα καθημερινά προβλήματα του προξενούσαν απογοήτευση που σε συνδυασμό με το άσχημο κλίμα επιδείνωσαν την ήδη κλονισμένη υγεία του. Στα μέσα Φεβρουαρίου 1824 αρρώστησε από ελονοσία και πέθανε στις 19 Απριλίου.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Βουλής των Ελλήνων


Κωστής Παλαμάς

1859 - 1943
  Ο Κωστής Παλαμάς, κορυφαίος μεταξύ των Νεοελλήνων ποιητών του τέλους του 19ου και των πρώτων δεκαετιών του 20ού αιώνα, ο κυριότερος εκπρόσωπος της λεγόμενης γενιάς του 1880, ο σημαντικότερος κριτικός των χρόνων του, διηγηματογράφος και θεατρικός συγγραφέας, γεννήθηκε το 1859 στην Πάτρα από γονείς Μεσολογγίτες. Σε ηλικία επτά ετών, ορφανός και από τους δύο γονείς του, βρέθηκε στο σπίτι του θείου του, αδελφού του πατέρα του, στο Μεσολόγγι. Στην ιερή αυτή πόλη του Αγώνα του '21 ο ποιητής έμαθε τα εγκύκλια γράμματα.
  Στο Μεσολόγγι έμεινε μέχρι το 1875, οπότε ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει νομικά στο Πανεπιστήμιο. Κάθε καλοκαίρι, ωστόσο, ξαναγυρνούσε κοντά στην αγαπημένη του Λιμνοθάλασσα που τόσο τραγούδησε αργότερα στα ποιήματά του. Γρήγορα ο Παλαμάς κατάλαβε ότι δεν ήταν καμωμένος για δικηγόρος. Τον τραβούσε η ποίηση κι η λογοτεχνία.
  Αποδέχτηκε το μήνυμα του δημοτικισμού και εξελίχθηκε σε μια από τις κορυφαίες και ηγετικές μορφές του αγώνα για την επικράτησή του. Από το 1879 άρχισε να δημοσιεύει ποιήματα σε διάφορα έντυπα της εποχής και κυρίως στα πρωτοποριακά φύλλα Ραμπαγάς και Μη χάνεσαι. Γράφει ασταμάτητα, διαβάζει Παγκόσμια Λογοτεχνία, μεταφράζει, συνεργάζεται με όλα τα έντυπα της εποχής του, χρησιμοποιώντας, εκτός από το όνομά του, και διάφορα άλλα ψευδώνυμα. Δημοσιεύει χρονογραφήματα, επιφυλλίδες, κριτικές, λυρικά και σατιρικά ποιήματα, ακόμη και πολιτικά σχόλια και διηγήματα.
  Το 1886 θα εκδώσει την πρώτη του ποιητική συλλογή Τα τραγούδια της πατρίδος μου και θα παντρευτεί με τη Μεσολογγιτοπούλα Μαρία Βάλβη. Από το γάμο αυτό θ' αποκτήσει τρία παιδιά, τη Ναυσικά, τον Λέανδρο και τον Αλκη, που πέθανε σε ηλικία πέντε ετών και που στη μνήμη του αφιέρωσε ο Παλαμάς το θαυμαστό ελεγειακό του ποίημα Ο Τάφος. Το 1897 διορίστηκε γραμματέας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και αφοσιώθηκε στο ποιητικό του έργο, ενώ συγχρόνως ασκούσε και την κριτική.
  Πέθανε στις 27 Φλεβάρη 1943 κι όλη η Αθήνα παρακολούθησε την κηδεία του, που στάθηκε μια αφορμή για να εκδηλώσει ο λαός την Αντίστασή του στον κατακτητή θρηνώντας το χαμό του εθνικού ποιητή. Ο Αγγελος Σικελιανός απάγγειλε πάνω απ' τον τάφο του Παλαμά ένα έντονα αντιστασιακό ποίημα, και ο λαός τραγουδούσε τον Εθνικό Ύμνο.
  O Παλαμάς μπόρεσε να εκφράσει στο έργο του την αγωνία για τη ζωή του Έθνους. Παθιασμένα Έλληνας, πονούσε κι αισθανόταν την Ελλάδα, αντιλαμβάνονταν το χρέος του. Η Ελλάδα που επιτέλους έγινε κράτος, δεν έπρεπε να χαθεί, έρμαιο στα χέρια αρχαιομανών, έπρεπε να συνδεθεί με την παράδοση, με την αρχαία σοφία της, με τη βυζαντινή μεγαλοπρέπειά της. Παράλληλα όμως πολλές φορές χαμηλώνει τη φωνή του για να διοχετεύσει τη νοσταλγία για τη παιδική του ζωή και τη θλίψη για τις οικογενειακές συμφορές.
  Ο Κωστής Παλαμάς στάθηκε από τους πιο τιμημένους και δοξασμένους στη ζωή τους ποιητές μας. Στα 1915 τιμήθηκε με το Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών. Αργότερα παρασημοφορήθηκε με τον Αργυρό Σταυρό Ιπποτών του Τάγματος Σωτήρος, ενώ στα 1926 υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και στα 1930 έγινε πρόεδρός της.
  Το έργο του Παλαμά χωρίζεται στα ακόλουθα μέρη:
Ποίηση: Τα Τραγούδια της Πατρίδος μου (1886), Ο Ύμνος της Αθηνάς (1889), Τα Μάτια της Ψυχής μου (1892), Ίαμβοι και Ανάπαιστοι (1897), Ο Τάφος (1898), Οι Χαιρετισμοί της Ηλιογέννητης (1900), Η Ασάλευτη Ζωή (1904), Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου (1907), Η Φλογέρα του Βασιλιά - Ηρωϊκή Τριλογία (πρόλογος κι επίλογος, 1910), Οι Καημοί της Λιμνοθάλασσας, Σατιρικά Γυμνάσματα (1912), Η Πολιτεία κι η Μοναξιά (1912), Βωμοί (1915), Τα Παράκαιρα (1919), Τα Δεκατετράστιχα (1919), Οι Πεντασύλλαβοι - Τα Παθητικά κρυφομιλήματα - Οι Λύκοι - Δυό λουλούδια από τα ξένα (1925), Δειλοί και Σκληροί Στίχοι (1928), Ο Κύκλος των Τετράστιχων (1929), Περάσματα και Χαιρετισμοί (1931), Οι νύχτες του Φήμιου (1935), Εκλογή από το ποιητικό έργο του Κωστή Παλαμά (1937), Βραδινή φωτιά (1944).
Κριτική: Το έργον του Κρυστάλλη (1894), Γράμματα (1904), Γράμματα, τόμος Β΄ (1907), Ηρωϊκά πρόσωπα και κείμενα (1911), Τα πρώτα Κριτικά (1913), Ιούλιος Τυπάλδος (1917), Βιζυηνός και Κρυστάλλης (1917), Πώς τραγουδούμε τον θάνατο της κόρης (1918), Αριστοτέλης Βαλαωρίτης (1924), Γύρω στο Σολωμό (1927), Πεζοί Δρόμοι, τ. Α΄ (1928), Πεζοί Δρόμοι, τ.Β΄ (1928), Ο Γκαίτε στην Ελλάδα (1932), Τα χρόνια μου και τα χαρτιά μου- Η ποιητική μου, τ. Α΄ (1933), Διονύσιος Σολωμός (1933), Πεζοί δρόμοι, τ. Γ΄- Κάποιων νεκρών η ζωή (1934), Τα χρόνια μου και τα χαρτιά μου τόμος Β΄ (1940).
Διηγήματα: Ο Θάνατος του παλληκαριού (1901), Διηγήματα (1920).
Θεατρικά: Τρισεύγενη (1903). Στα παραπάνω θα πρέπει να προστεθούν πάρα πολλές μεταφράσεις του αρχαίων κειμένων, καθώς και έργων, Γάλλων ιδιαίτερα, ποιητών, όπως της Αννας ντε Νοάιγ και του Εμίλ Βεράρεν καθώς και του Βίκτορος Ουγκώ. Πολλά συγκεντρώθηκαν στο βιβλίο του Ξανατονισμένη Μουσική.

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Μαλακάσης Μιλτιάδης

1869 - 1943
  Ο Μιλτιάδης Μαλακάσης, ποιητής από τους σημαντικότερους του νεοελληνικού λυρισμού, γεννήθηκε στο Μεσολόγγι. Καταγόταν από οικογένεια αγωνιστών του Εικοσιένα με πολύ πλούτο και άνεση, που του εξασφάλισε μια ζωή αφιερωμένη στην τέχνη και τη μάθηση κι απαλλαγμένη από βιοποριστικές έγνοιες.
  Τελειώνοντας τις εγκύκλιες σπουδές του στο Μεσολόγγι ήρθε το 1888 στην Αθήνα και γράφτηκε στη Νομική Σχολή, την οποία όμως δεν τελείωσε ποτέ, καθώς ήταν αφοσιωμένος στην ποίηση από τα εφηβικά του χρόνια. Το 1897 γνωρίστηκε με τον ελληνογάλλο ποιητή Ζαν Μωρεάς που είχε έρθει τότε στην Αθήνα, κι η γνωριμία αυτή στάθηκε αποφασιστική για την ποίησή του και τη μετέπειτα πορεία του. Ο Μωρεάς που συγκινήθηκε από το ταλέντο του νεαρού ποιητή μετάφρασε δύο ποιήματά του και τα δημοσίευσε στη Γαλλία.
  Αργότερα έμελλε και να συγγενέψει μαζί του, όταν το 1908 παντρεύτηκε την κόρη του γνωστού πολιτικού και πρωθυπουργού Επαμεινώνδα Δεληγιώργη, πρώτη εξαδέλφη του Μωρεάς. Απ' το 1909 ώς το 1915 εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στο Παρίσι και ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη, στο Μόναχο κι αλλού. Στο μεταξύ είχε αναπτύξει στην Ελλάδα μια πνευματική δραστηριότητα. Είχε ιδρύσει μαζί με τον Κ. Χατζόπουλο και τον Λάμπρο Πορφύρα την εταιρία «Εθνική Γλώσσα» (1904) που έκανε συστηματικούς αγώνες για την προβολή και την καθιέρωση της Δημοτικής, κι είχε δημοσιεύσει αρκετά ποιήματά του στον Νουμά, το περιοδικό των δημοτικιστών. Το 1917 διορίστηκε κοσμήτορας (στη συνέχεια έγινε και διευθυντής) στη βιβλιοθήκη της Βουλής.
  Ο Μαλακάσης γνώρισε από νωρίς τη γενική αναγνώριση, και το 1924 τιμήθηκε με το Εθνικό Αριστείο Γραμμάτων. Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε απ' το περιοδικό Εβδομάς το 1885, με τα αρχικά Μ.Μ. Συστηματικότερα όμως άρχισε να δημοσιεύει ποιήματα, πεζά και άρθρα στην Εστία και σ' άλλα περιοδικά κι εφημερίδες από το 1892 και ύστερα.
  Ο Μαλακάσης είναι ελευθερωμένος από σχολές και τεχνοτροπίες, αν και είναι βέβαια φανερή στο έργο του η επίδραση του Jean Moreas. Βασικά χαρακτηριστικά της ποίησής του, που τη διαποτίζει μια απαισιόδοξη διάθεση, είναι η στιχουργική επιδεξιότητα και η μουσική αίσθηση. Πιο ρωμαλέα γίνεται η ποίησή του, όταν εμπνέεται από το Μεσολόγγι. Στα ποιήματα αυτά κυριαρχεί η νοσταλγία και το όραμα ενός κόσμου που έχει χαθεί. Γι' αυτό αν και πολλά από τα πρόσωπα που παρουσιάζονται, όπως ο Τάκης Πλούμας και ο Μπαταριάς, είναι μορφές ατομικές, εντούτοις ξεχωρίζουν κι εκφράζουν το ήθος και τον τρόπο ζωής του ελληνικού λαού κατά την πρώτη περίοδο μετά την επανάσταση του 1821. Ο αφηγηματικός τόνος, που κυριαρχεί στα ποιήματα αυτά, θυμίζει το δημοτικό τραγούδι. Κι όπως έχει γραφτεί, ο ποιητής είχε την τόλμη να βάλει στην ποίησή του πράγματα και ανθρώπους με τα ονόματά τους, που ήταν αντιποιητικά, αλλά εναρμονίστηκαν μέσα στον επικό και αφηγηματικό τόνο του κάθε ποιήματος.
  Ορισμένοι μελετητές επέκριναν τον Μαλακάση υποστηρίζοντας ότι είναι κατ' εξοχήν «τραγουδιστής», ο στίχος του κυλά αυθόρμητος, χωρίς προβληματισμούς, χωρίς να αποζητά ένα βάθος λυρικό. Ο ποιητής εκφράζει προσωπικά συναισθήματα αδιαφορώντας για τα δεινά του ανθρώπου και της Ελλάδας.
  Το έργο του: Όσο ζούσε, τύπωσε τα ποιητικά βιβλία: Συντρίμματα (1898, με χρονολογία 1899. Β΄ έκδ. 1924, συμπληρωμένη με μια σειρά από μεσολογγίτικα ποιήματα), Ώρες (1903), Η Κυρά του Πύργου (1904, Έμμετρο παραμυθόδραμα, δημοσιευμένο αρχικά στα Παναθήναια, τόμος Ζ΄, και κατόπιν χωριστά), Πεπρωμένα (1909. Β΄ εκδ. 1925, μαζί με την Κυρά του Πύργου), Ασφόδελοι (1918), Μπαταριάς - Τάκης Πλούμας - Μπάϋρον (Πλακέτα, 1920), Αντίφωνα (1931), Ερωτικό (1939). Μετέφρασε επίσης τις Στροφές του Jean Moreas (1920). Μετά το θάνατό του κυκλοφόρησαν Τα Μεσολογγίτικα (1946), με όλα τα δημοσιευμένα στις προηγούμενες συλλογές μεσολογγίτικα ποιήματά του. Το 1964 ο Γ. Βαλέτας συγκέντρωσε σε δύο τόμους το σύνολο του έργου του, με τίτλο Μαλακάσης: Απαντα.

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Γκόλφης Ρήγας

1886 - 1958
  Ο ποιητής Ρήγας Γκόλφης (ψευδώνυμο του Δ. Δημητριάδη) καταγόταν από το Καρπενήσι. Γεννήθηκε όμως στο Μεσολόγγι το 1886, όπου και έζησε τα παιδικά του χρόνια. Η μητέρα του προερχόταν από την οικογένεια Δροσίνη, που συγγένευε με την οικογένεια Παλαμά. Τις γυμνασιακές του σπουδές ο Ρήγας Γκόλφης τις ολοκλήρωσε στην Αθήνα στην οποία και συνέχισε με πανεπιστημιακές σπουδές. Αναγορεύθηκε διδάκτωρ της Νομικής αλλά άσκησε το επάγγελμα του συμβολαιογράφου.
  Από την νεαρή του ηλικία μελετούσε αδιάκοπα αναπτύσσοντας μια ξεχωριστή δραστηριότητα, κυρίως από την εποχή που συγκαταλέχθηκε στη μαχητική ομάδα του Νουμά, όπου βρίσκεται εγκατεσπαρμένο το μεγαλύτερο μέρος του έργου του. Για πολλά χρόνια στο περιοδικό αυτό κρατούσε τη στήλη της κριτικής του βιβλίου και του θεάτρου. Έγραψε ακόμη άρθρα, μελέτες και δοκίμια για ποικίλα θέματα της νεοελληνικής λογοτεχνίας, που συγκροτούν μια αξιόλογη κριτική παραγωγή. Επίσης είχε συνεργαστεί στο Ημερολόγιο της Μεγάλης Ελλάδος του Δροσίνη, στα περιοδικά Γράμματα, Νέα Εστία κ.α. Είχε διδάξει Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας στη σχολή ελευθέρων σπουδών του «Ασκραίου». Ο Ρήγας Γκόλφης πέθανε στην Αθήνα την 1η Ιανουαρίου 1958.
  Εξέδωσε τα ακόλουθα έργα: Τα Τραγούδια του Απρίλη (Ποιήματα, 1919), Ο Γήταυρος (Δράμα, 1921), Ύμνοι (Ποιήματα,1921), Στο Γύρισμα της Ρίμας (Ποιήματα, 1925), Λυρικά Χρώματα (Ποιήματα, 1930), Φαντασία και Ποίηση (Κριτικές μελέτες, 1935), Τετράμετρα (Ποιήματα, 1953), Η Επιφάνεια και το Βάθος (Διηγήματα, 1954).
  Η ποίηση του Ρήγα Γκόλφη διακρίνεται για την άψογη τεχνική της αρτιότητα και τους στιχουργικούς ελιγμούς της, που υπηρετούν ποικιλία ρυθμών και μέτρων. Ιδιαίτερη επίδοση σημειώνει στις προπαροξύτονες ρίμες. Στόχος του ποιητή είναι η υποβολή και η μουσικότητα, ενώ αντλεί και αξιοποιεί διδάγματα της δημοτικής παράδοσης. Λυρικός, νεορομαντικός και τρυφερός εμμένει στην ειλικρίνεια του αισθήματος και την ελληνικότητα του θέματος.

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Μίμης Λιμπεράκης

1880 - 1967
  Ο Δημήτριος (Μίμης) Λιμπεράκης του Γεωργίου και της Παναγούλας - Μαλβίνας γεννήθηκε το 1880 και πέθανε στις 15 Απριλίου 1967 στο Μεσολόγγι, όπου έζησε τα τελευταία 27 χρόνια της ζωής του συνεχώς ανάμεσά μας. Και λέω, «ανάμεσά μας», διότι τα χρόνια αυτά καθημερινά τον βλέπαμε στον περίπατό του, στο δρόμο της Τουρλίδας, και στα περάσματά του μέσα στην πόλη. Στο κουρείο του Λαμπίρη, στο στιλβωτήριο του Καράση, στη Λέσχη του Μαγγίνα, στο ουζάδικο του Μουστακλή ή Τρύπα, και κυρίως στα ζαχαροπλαστεία «Aριστον» και «Γαλάξεια» όπου καθόταν με κάποια συντροφιά γύρω του. Τελευταία σύχναζε και στο καφενείο του Μαλαβέτα. Με κριτήριο, λοιπόν, τον χρόνο διαμονής και τον τόπο παραγωγής της όποιας δημιουργίας του, ο Λιμπεράκης υπήρξε ο περισσότερο Μεσολογγίτης ποιητής και γενικά λόγιος (και αισθητικός της τέχνης, όπως τον ήθελε ο Κοσμάς Πολίτης).
  Το 1898 ο Λιμπεράκης αποφοίτησε από το τετρατάξιο, τότε, Γυμνάσιο της πόλης μας με βαθμό «Σχεδόν καλώς». Γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά δεν προχώρησε στις σπουδές του. Τα πρώτα βήματά του στα Γράμματα, με ποιήματα και «ρυθμισμένες πρόζες», όπως τις έλεγε, τα έκανε στις τοπικές εφημερίδες: Ανεξάρτητος το 1899, Μικρά Εφημερίς, το 1900, Ακαρνανία το 1901, υπογράφοντας με το ψευδώνυμο «Fingal» (που ήταν θρυλικός ήρωας και πολεμιστής της Ιρλανδίας).
  Από το 1901 μέχρι και το 1912 εμφανίζεται σε περιοδικά της Αθήνας, του Πειραιά, της Πόλης και της Αλεξανδρείας, όπως Το Περιοδικόν μας, του Γεράσιμου Βώκου, η Ζωή της Πόλης, του Απόστολου Μελαχρινού, ο Ακρίτας του Σωτήρη Σκίπη, η Ηγησώ, ο Παν του Αρίστου Καμπάνη και τα Γράμματα της Αλεξανδρείας. Στα περιοδικά αυτά δημοσίευσε ποιήματα, μικρές πρόζες, αισθητικές μελέτες καθώς και κριτικές και μεταφράσεις από Μαλλαρμέ, Βερλαίν, Σουίνμπερν, Ουίτμαν, Έντγκαρ Πόε και Γητς. Υπογράφει άλλοτε με τ' όνομά του: Δ. ή Μ. ή Μίμης Λιμπεράκης και άλλοτε με το ψευδώνυμο. Ως τόπος παραγωγής τις περισσότερες φορές αναφέρεται το Μεσολόγγι. Δυο πεζά: «Ηρωική Συμφωνία» και «Κιάρο ντι λούνα» δηλ. Υπό το σεληνόφως, τα έγραψε το 1903 στην Κέρκυρα και το ποίημα «Ενδυμίων» το 1910 στη Ρώμη.
  Το 1913 του ζητούν επίμονα από τα Γράμματα της Αλεξανδρείας νέα συνεργασία και να του εκδώσουν σ' ένα τόμο το μέχρι τότε έργο του, αλλά ο Λιμπεράκης αρνείται, και κρατάει στο συρτάρι του τον «Αδριανό στο Νείλο» μαζί με τις επιστολές που του έστειλαν από την Αλεξάνδρεια.
  Περνούν 22 χρόνια σιωπής και το 1934 εκδίδεται στην Αθήνα η ποιητική συλλογή Παιδικοί Ύμνοι, με 15 ποιήματα, σε 15 μόνο αντίτυπα: «μονάχα για τους εκλεκτούς», θα υπαινιχτεί ο Κοσμάς Πολίτης στην EROΪCA του, στην οποία ο Λιμπεράκης αναγνωρίζεται κάτω από το πρόσωπο του αρχαιολάτρη και ωραιολάτρη κυρίου Κλήμη.
  Το 1936, στο περιοδικό Ο Κύκλος του Απόστολου Μελαχρινού, δημοσιεύεται ποίημα του Βερλαίν σε μετάφραση Λιμπεράκη, αλλά πρέπει να είναι από αυτά που ο Λιμπεράκης έστελνε στον Μελαχρινό, τότε που αλληλογραφούσαν, μεταξύ 1903 και 1907.
  Ακολουθεί δεύτερο κενό 25 χρόνων και το 1961 δημοσιεύονται στο Ρουμελιώτικο Ημερολόγιο του Δ. Σταμέλου τα ποιήματα «Φιλενάδες» και «Κουρσάρικο» μαζί με βιογραφικό σημείωμα γραμμένο από τον συντοπίτη μας Χρήστο Καλαντζή. Τέλος, μετά τον θάνατό του, στη Νέα Εστία, τον Νοέμβριο του '68, δημοσιεύτηκε το ποίημα «Στους πύργους της Αγγλίας τα Μεγάλα Όργανα», ένα από τα ποιήματα που μαγνητοφωνήθηκαν από τον Δημήτρη Μαλακάση και τον Τάκη Παναγόπουλο σε επίσκεψή τους στον τυφλό πλέον Λιμπεράκη. (Ήταν ποιήματα που ο Λιμπεράκης κρατούσε στο μυαλό του όταν πια δεν μπορούσε να γράψει).
  Αυτές, μπορεί να πει κανείς, ήταν οι δημοσιεύσεις του Λιμπεράκη ή τουλάχιστον αυτές που βρέθηκαν.
  Εξάλλου, μερικά ανέκδοτα ποιήματα κυκλοφορούσαν, δακτυλογραφημένα, από χέρι σε χέρι, ενώ μερικά άλλα βρέθηκαν στα χαρτιά του Μελαχρινού και του Μέμου Γεωργίου, μαζί, εδώ, με τα υπόλοιπα μαγνητοφωνημένα ποιήματα.
  Αν άφησε και άλλο έργο παραμένει άγνωστο. Τα χαρτιά του, μαζί με την αλληλογραφία που ο Λιμπεράκης διατηρούσε με ανθρώπους των Γραμμάτων και της Τέχνης, πετάχτηκαν αλύπητα σαν άχρηστο υλικό και χωρίς την παραμικρή υποψία για την αξία μιας τέτοιας αλληλογραφίας. Ωστόσο, στο αρχείο του Μελαχρινού βρέθηκαν 21 γράμματα του Λιμπεράκη, που αποσπάσματά τους παραθέτουμε στο τέλος. Η θητεία του Λιμπεράκη στην ποίηση και γενικά στον γραφτό λόγο συμπίπτει με τα ρεύματα του δημοτικισμού της πρώτης 10ετίας του περασμένου αιώνα. Πορεύεται και πλάθει το γλωσσικό του όργανο μέσα σ' αυτά τα ρεύματα, ενώ παράλληλα το πλουτίζει με λεκτικά στοιχεία και μορφές από τη γλώσσα των ψαράδων και των ξωμάχων γυναικών που ακούγονταν στους δρόμους της πόλης μας.
  Ο Λιμπεράκης θεωρεί την απόλυτη προσήλωση στη γλώσσα αντικαλλιτεχνική και αντιδημιουργική. Παραμελεί τους κανόνες της ορθογραφίας και της γραμματικής, ενώ δεν τον χωρούν οι κανόνες της στιχουργικής εκείνης της εποχής, τους οποίους δεν υπηρετεί και τόσο πιστά, και βρίσκει διέξοδο στον ελεύθερο στίχο. Τον ενδιαφέρει περισσότερο ο ήχος, η μουσική, το πώς ακούγεται μια λέξη ή ένας στίχος και λιγότερο το πώς γράφεται. Η ποίηση, άλλωστε, απευθύνεται περισσότερο στην αίσθηση της ακοής και αναδεικνύεται όταν ακούγεται παρά όταν διαβάζεται. (...)
  Θα μπορούσε να πει κανείς ότι ο Λιμπεράκης, όταν θέλει να εκφραστεί, παίρνει τα σύνεργα της ζωγραφικής (που ποτέ του δεν μάλαξε παρά τα ονείρατα που έκανε για τη ζωγραφική) και βγαίνει έξω στο φως και στον αέρα να ζωγραφίσει, ακούοντας άρπες αιολικές από τις καλαμωτές των ιβαριών και αργυρόηχες αρμονίες κουδουνιών από κάτασπρα κοπάδια.
  Έτσι, μια έντονη λυρική διάθεση, λουσμένη απολλώνειο φως και ποτισμένη λιμνοθαλασσίτικη υγρότητα, διατρέχει την ποίηση του Λιμπεράκη, που ισορροπεί ανάμεσα στο αρχαίο ελληνικό κάλλος και τις μικρές - μικρές στιγμές και φωνές της καθημερινής ζωής από τις «Φιλενάδες» και τους «Εσπερινούς».

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Θωμάς Γκόρπας

  Γεννήθηκε το 1935 που είναι και επίσημη γενέθλια χρονιά του ελληνικού υπερρεαλισμού (εκδίδεται η Υψικάμινος), από τον οποίο -και με τον νόμο των συμπτώσεων- δεν βγαίνει ανεπηρέαστος. Ο ίδιος έχει δική του υψικάμινο που αφομοιώνει ετερόκλητο γλωσσικό μετάλλευμα παράγοντας το ιδιότυπο έργο του. Νωρίς εξάλλου, ψημένος στην υψικάμινο της βιοπάλης, ζυμώθηκε με τους καημούς της λιμνοθάλασσας, με τον ιδρώτα, το αλάτι των λαϊκών στρωμάτων. Γέννημα θρέμμα της αλμυράς γης που εξέθρεψε τόσους ποιητές. Από ένα τέτοιο υπέδαφος αρδεύεται ο πικρός κάποτε λυρισμός του, το υφάλμυρο χιούμορ, αλλά και η ευθύτητα, η έλλειψη επιτήδευσης...
  Aνατροπέας εξ ιδιοσυγκρασίας, αντιδιανοούμενος εκ πεποιθήσεως, αντιεξουσιαστής από κούνια. Δέσμιος ίσως και υποσυνείδητα της ιδιαίτερης φόρτισης του βιβλικού του ονόματος. Ναι, ο Θωμάς πάντα αναδιφεί, αναθεωρεί, απιστεί.
  Πρωτοεμφανίζεται το 1957, με τη συλλογή Σπασμένος καιρός. Τίτλος φορτισμένος, με συνωστισμό συνυποδηλώσεων. Στο επίθετο «σπασμένος» λανθάνει ίσως καρυωτακική καταγωγή: «έχω κάτι σπασμένα φτερά... Ο Γκόρπας, ωριμασμένος πρόωρα από τις συνθήκες, ξέρει τι να κάνει αυτά τα φτερά, το ταξίδι του το έχει αρχίσει με την κατάληψη του δρόμου, μετατρέποντας την απαισιοδοξία σε μαχητική βελτιοδοξία. Με την πρώτη του συλλογή οριοθετεί το χώρο που θα γεωργήσει σταθερά. Διευρύνει την αστική τοπιογραφία που εγκαινιάζει ο Καβάφης, μπολιάζοντάς την με την εμπειρία του εσωτερικού μετανάστη. Κατεβάζει την ποίηση από τη θαλπωρή του γραφείου στην «άσφαλτο» -η δεύτερη λέξη που κομίζει στην ποίηση.
  Στις επόμενες συλλογές πυκνώνουν οι κόμβοι και οι οδικές αρτηρίες με τον άξονα Ομόνοια-Πετράλωνα, το ποίημα Οδός Αχαρνών, την οδό Σταδίου, τη γωνία Πατησίων και Χέυδεν. Κορύφωσή του ο μεγάλος δρόμος του Μεσολογγιού. Ο Γκόρπας αδελφοποιεί τις δύο πόλεις σύροντας νοητό άξονα ανάμεσά τους τις μυθικές γραμμές των στίχων του. Με την εμφάνισή του, λοιπόν, αφήνει οδόσημα, άγουρος βάρδος της άγραφης εποποιίας των δρόμων, των ακατάσχετων παλιρροϊκών τους κυμάτων.
  Στις επόμενες συλλογές του Παλιές ειδήσεις 1966, Πανόραμα 1975, Στάσεις στο μέλλον 1979, Τα θεάματα 1983, Περνάει ο στρατός 1983, αποκρυσταλλώνονται τα υφολογικά του γνωρίσματα και διευρύνεται η θεματική του. Σκιαγραφεί αδρά το ύφος μιας άλλης Ελλάδας, διασώζοντας θύλακες αυθεντικότητας, εικόνες μαγικές που αναδίδουν ιθαγένεια, με πολλά στοιχεία από εκείνη της μεταφυτευμένης υπαίθρου στον εξαστισμένο χώρο. Στιγμές ανόθευτες, μακράν του εξωραϊσμένου ελληνοκεντρισμού της γενιάς του '30. Μια Ελλάδα που προσπαθεί υπό την σκιά του αστυνομικού κράτους, να υπάρξει, να επουλώσει: «Υπάρχουμε ως ανοιχτές πληγές, υπάρχουμε ως υπογραφές κόκκινες κατακόκκινες της φωτιάς/ σ' απίθανα σημεία της νύχτας»!

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Θανάσης Δράκος

ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ (Πόλη) ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ
1905 - 1964
  Ο Δράκος ήταν ένας απ' αυτούς που κατέγραψαν και φωτογράφισαν την εποχή του είτε σαν εκδότης και σχολιαστής της Ναυπακτιακής Φωνής είτε σαν στιχοπλόκος. Αποτύπωσε στα γραφόμενά του τα ήθη της εποχής του, τους χαρακτήρες, τα πάθη, τις αντιπαλότητες. Ανθρωπος αυθόρμητος, ευρηματικός, πνευματώδης και με μια πηγαία πάντα χιουμοριστική και περιπαιχτική διάθεση για όλους και για όλα, του ταίριαζε απόλυτα το παρατσούκλι «Φασαρίας» που του προσέδωσαν. Εμπνεόμενος από καθημερινά πρόσωπα, γεγονότα ή καταστάσεις, τα παρουσίαζε συνήθως μέσα από την εύθυμη και κωμική πλευρά τους: είχε μια θαυμαστή ικανότητα να διακρίνει την αστεία όψη των πραγμάτων. Γνώριζε να σκώπτει χωρίς να θίγει, να παρωδεί χωρίς να πικραίνει, να σατιρίζει χωρίς να ερεθίζει. Ο Α. Δράκος ήταν ένας «πικάντικος» άνθρωπος που έδινε ένα ιδιαίτερο χρώμα στις συντροφιές των Ναυπακτίων: ήταν το «αλάτι και πιπέρι» της ομήγυρης, όπως εύστοχα τον χαρακτήρισε ο Γιάννης Βαρδακουλάς.
  Γεννήθηκε στη Ναύπακτο το 1905. Ήταν ένα από τα επτά παιδιά του Μιλτιάδη Δράκου, ο οποίος για να συντηρήσει την πολυμελή οικογένειά του είχε στήσει ένα μικρό παντοπωλείο στην περιοχή του λιμανιού. Η οικογένεια Δράκου ήταν μία από τις φαμίλιες των Σουλιωτών που μετά την έξοδο του Μεσολογγιού εγκαταστάθηκε στη Ναύπακτο.
  Τελείωσε το Σχολαρχείο και αμέσως μετά ξεκίνησε τη φοίτησή του στη Σχολή Αεροπορίας της Θεσσαλονίκης. Το όνειρό του ήταν να γίνει ιπτάμενος θέλοντας, ίσως, μ' αυτόν τον τρόπο να καταπολεμήσει και να υπερνικήσει την έμφυτη δειλία του: όμως στην πορεία και κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσής του εγκατέλειψε ξαφνικά τη Σχολή υποκύπτοντας, όπως λέγεται, στις πιέσεις ή στα πειράγματα φίλων του, οι οποίοι στην προσπάθειά τους να τον αποτρέψουν του είπαν με τη χαρακτηριστική ρουμελιώτικη προφορά τους: «Ουρέ Θανάσ'π'λι θα γίνς». Αυτό άσκησε καταλυτική επίδραση πάνω του ξαναζωντανεύοντας την εκ φύσεως δειλία του και έτσι άλλαξε πορεία. Το νεανικό του όνειρο ναυάγησε. Στην αγωνιώδη προσπάθειά του ν' αποφύγει το Αεροδικείο, ερχόμενος στην Αθήνα βρήκε καταφύγιο στα υπόγεια τυπογραφεία του Βήματος και άλλων εφημερίδων. Έτσι ήλθε σε επαφή μ' έναν νέο κόσμο, τον κόσμο της δημοσιογραφίας και των γραμμάτων. Ο χώρος αυτός αποτέλεσε για το Δράκο ένα μεγάλο «Σχολείο». Εδώ πήρε το πρώτο βάπτισμα της δημοσιογραφίας, ενώ παράλληλα έμαθε τα μυστικά της τυπογραφίας.
  Πλούσιος σε γνώσεις και εμπειρίες επιστρέφει στη γενέτειρά του και με τη στήριξη των ανθρώπων που είχε γνωρίσει στην Αθήνα γίνεται επαγγελματίας τυπογράφος και ανοίγει το πρώτο τυπογραφείο και βιβλιοπωλείο γύρω στα 1928-29. Μία νέα πορεία ανοίγεται εμπρός του: δίνεται ολοκληρωτικά, δουλεύει ασταμάτητα. Βρίσκεται σε συνεχή επαφή με τον Αθηναϊκό τύπο, διακινεί πολλές από τις αθηναϊκές εφημερίδες στην επαρχία -γεγονός πολύ σημαντικό για την εποχή εκείνη- ενώ παράλληλα στέλνει και δικές του ανταποκρίσεις.
  Το κατάστημα «Δράκου», εκτός από την πλούσια συλλογή ειδών γραφικής ύλης που διαθέτει, γίνεται πλέον το στέκι όλων αυτών που ζητούσαν να ενημερωθούν πάνω στα τρέχοντα γεγονότα ή να προβάλλουν δικές τους απόψεις μέσω των εφημερίδων και κυρίως μέσω της «Φωνής».
  Ένας μικρόκοσμος παρελαύνει καθημερινά από το χώρο αυτό. Αυτή η καθημερινή συναναστροφή του Δράκου με όλα σχεδόν τα κοινωνικά στρώματα, καθώς και η φύση της δουλειάς του, του δίνει τα ερεθίσματα να καταγράφει την επικαιρότητα, να αποτυπώνει με το πηγαίο χιούμορ και τη σατιρική του διάθεση την καθημερινότητα, να διακωμωδεί διάφορες καταστάσεις, να σκιαγραφεί ανθρώπινους χαρακτήρες.   Η δημιουργική αυτή διάθεση του Δράκου εκδηλώθηκε κυρίως με την έκδοση μιας από τις πρώτες τοπικές εφημερίδες, [προηγήθηκαν Nαυπακτία (1905), Κήρυξ (1920)] με τον αρχικό τίτλο Φωνή (από το 1920 ως το 1940)].
  Αρχικά η εφημερίδα διευθύνονταν από επιτροπή (περιστασιακοί Διευθυντές το 1933 ο Τ. Κούμπιος και ο Φ. Μακρής), και από το Φλεβάρη του 1931 η Διεύθυνση της εφημερίδας περνάει και τυπικά στο Δράκο. Η εφημερίδα, λοιπόν, η οποία μετονομάστηκε τον Απρίλιο του 1935 σε Φωνή της Ναυπακτίας, ήταν ένα πνευματικό γεγονός για την επαρχία: με την ποικίλη ύλη της -πολιτικά σχόλια, κοινωνικά θέματα, τοπικές ειδήσεις, λογοτεχνικές σελίδες- πρόσφερε τα μέγιστα την εποχή εκείνη που τα μέσα ενημέρωσης και πληροφόρησης ήταν πενιχρά και οι εξελίξεις ραγδαίες (αναφερόμαστε στις 10ετίες 1930-40-50), στις οποίες διαδραματίζονται κοσμοϊστορικά γεγονότα). Μέσω της εφημερίδας προβάλλονταν ακόμη και αποκτούσαν δημοσιότητα όλα τα τοπικά προβλήματα, όχι μόνο της πόλης της Ναυπάκτου, αλλά και της ευρύτερης περιοχής. Έτσι έμμεσα ή άμεσα, πολλές φορές ασκούνταν πιέσεις για την προώθηση και αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονιστεί ότι η Φωνή, πέραν των άλλων, πρόβαλε και ενίσχυσε την ιδέα για την ίδρυση βιβλιοθήκης στην πόλη της Ναυπάκτου.

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Αθανασιάδης-Νόβας Γεώργιος, " Αθάνας Γιώργος"

1893 - 1987

Carcinus

ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ (Αρχαία πόλη) ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ
Carcinus, of Naupactus, is mentioned by Pausanias (x. 38.6) among the cyclic poets; and Charon of Lampsacus, before whose time Carcinus must have lived, attributed to him the epic poem Naupaktria, which all others ascribed to a Milesian poet.

Μίνως Ζώτος

ΝΕΟΧΩΡΙ (Κωμόπολη) ΙΕΡΑ ΠΟΛΙΣ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ
1905 - 1935
  Το σύνολο του ποιητικού έργου του Μίνου Ζώτου δεν είναι εκτεταμένο, αφού μέσα στα δέκα περίπου χρόνια της ποιητικής του ζωής (πέθανε, όπως είναι γνωστό προτού συμπληρώσει τα 28 του χρόνια) δεν πρόλαβε ούτε να το αναπτύξει ούτε να το κορυφώσει. Παραταύτα, όμως, κρινόμενο και ως ποσότητα δεν μπορεί να θεωρηθεί ευκαταφρόνητο. Απαρτίζεται από τρεις ποιητικές συλλογές κι απ' άλλα «σκόρπια» ποιήματα δημοσιευμένα, κατά καιρούς, σε διάφορα έντυπα αλλά και από ποιήματα που δεν είδαν στο φως της δημοσιότητας...
  Η πρώτη ποιητική συλλογή του Μίνου Ζώτου τυπώθηκε το έτος 1929 και κυκλοφόρησε με τον τίτλο: Βήματα. Χωρίζεται σε δυο ενότητες με τις επιγραφικές ενδείξεις: «Λησμονημένοι σκοποί» και «Βήματα». Περιλαμβάνει, συνολικά, 36 ποιήματα. Η στιχουργική γραφή ακολουθεί παραδοσιακές φόρμες. Οι στίχοι ομοιοκαταληκτούν σταυρωτά...
   Η πρώτη συλλογή του εμπεριέχει ποιήματα που είχε γράψει ώς το 1929. Η κριτική-λογοτεχνική σκέψη της εποχής εκείνης τα αντιμετώπισε ευνοϊκά και επαινετικά. Είχαν γράψει επαινετικές κριτικές παρουσιάσεις: ο Κλέων Παράσχος, ο Απόστολος Μαγγανάρης, ο Χαρίλαος Παπαντωνίου (αδερφός του Ζαχαρία Παπαντωνίου), ο Σπύρος Παναγιωτόπουλος και άλλοι...
  Η δεύτερη ποιητική συλλογή του Μίνου Ζώτου τυπώθηκε στα 1930 και κυκλοφόρησε τον ίδιο χρόνο με τον τίτλο Αφιέρωμα. Είναι χωρισμένη στις ενότητες: «Αφιέρωμα» και «Ο εξόριστος». Απαρτίζεται από τριάντα δύο (32) ποιήματα παραδοσιακής στιχουργικής μορφής...
  Η τρίτη και τελευταία ποιητική συλλογή του Μίνου Ζώτου, με τον τίτλο Σουρντίνα δεν τυπώθηκε όσο ζούσε ο ποιητής. Ούτε κυκλοφόρησε σε ξεχωριστό βιβλίο μετά το θάνατό του. Καταχωρήθηκε στα Απαντά του, δηλαδή στον τόμο που εκδόθηκε τιμητικά από την Κοινότητα Νεοχωρίου, με την επιμέλεια του Κ. Σ. Κώνστα.
  Η συλλογή Σουρντίνα χωρίζεται σε πέντε ενότητες που έχουν τους εξής τίτλους: «Σουρντίνα», «Νότες», «Η Τούλα», «Το Τραγούδι» και «Στο περιθώριο». Απαρτίζεται από σαράντα έξι (46) ποιήματα. Η ποιητική εργασία της Σουρντίνας κάλυψε την κοντινή προς το θάνατο περίοδο της ζωής του Μίνου Ζώτου. Είναι διαποτισμένη από αγωνία και πόνο…

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Αλέξανδρος ο Αιτωλός, 4ος αι. π.Χ.

ΠΛΕΥΡΩΝ (Αρχαία πόλη) ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ
Alexander Aetolus (Alexandros ho Aitolos), a Greek poet and grammarian, who lived in the reign of Ptolemaeus Philadelphus. He was the son of Satyrus and Stratocleia, and a native of Pleuron in Aetolia, but spent the greater part of his life at Alexandria, where he was reckoned one of the seven tragic poets who constituted the tragic pleiad (Suid. s. v.; Eudoc. p. 62; Paus. ii. 22.7; Schol. ad Hom. Il. xvi. 233). He had an office in the library at Alexandria, and was commissioned by the king to make a collection of all the tragedies and satyric dramas that were extant. He spent some time, together with Antagoras and Aratus, at the court of Antigonus Gonatas.Notwithstanding the distinction he enjoyed as a tragic poet, he appears to have had greater merit as a writer of epic poems, elegies, epigrams, and cynaedi. Among his epic poems, we possess the titles and some fragments of three pieces: the Fisherman (halieus, Athen. vii.), Kirka or Krika (Athen. vii.), which, however, is designated by Athenaeus as doubtful, and Helena. Of his elegies, some beautiful fragments are still extant. His Cynaedi, or Ionika poiemata, are mentioned by Strabo (xiv.) and Athenaeus. (xiv.). Some anapaestic verses in praise of Euripides are preserved in Gellius (xv. 20).

This text is from: A dictionary of Greek and Roman biography and mythology, 1873 (ed. William Smith). Cited Oct 2005 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks


Ασσος Σταμούλης

ΣΤΑΜΝΑ (Χωριό) ΑΙΤΩΛΙΚΟΝ
1949 - 2000
  Ο Ασσος Σταμούλης γεννήθηκε στη Σταμνά Μεσολογγίου το 1949. Τελείωσε το Δημοτικό Σχολείο Σταμνάς και το Γυμνάσιο Αιτωλικού. Σπούδασε Νομικά και Θέατρο και ήταν αυτό που του αποκάλυψε την ποίηση το 1972. Έφυγε για το Παρίσι (1973-1985) και στη Σορβόνη παρακολούθησε μαθήματα Φιλολογίας και Αισθητικής, ενώ δίδαξε Νέα Ελληνικά στην Association Culturelle ARCUS. Ταξίδεψε πολύ. Η Ισπανία τον μάγεψε.
  Ήταν υπέρμαχος του πολυτονικού συστήματος, θερμός λάτρης του κλασσικού Ελληνικού πνεύματος, βαθύς γνώστης της ελληνικής γραμματολογίας. Το 1985 εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Ελλάδα, αρχικά στη Θεσσαλονίκη και μετά οριστικά στην Αθήνα. Αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά στην ποίηση. Δήλωνε: «Για μένα η ζωή δεν έχει απολύτως κανένα νόημα χωρίς την ποίηση. Και αντιστρόφως: ποιώντας, εκ του μηδενός δημιουργώντας, βιώνω εντός μου το μερίδιον συμμετοχής μου στον υπέρτατο ρυθμό του διαρκούς πόνου του σύμπαντος για αρμονία και κάλλος-την ύψιστη μορφή ελευθερίας».
  Εξέδωσε τις ποιητικές συλλογές: Ισπανική κραυγή (Θεσσαλονίκη, Μάιος 1985), Τετραλογία του προτελευταίου ζοφερού χαμόγελου της Γοργόνας (Εκδόσεις Ιωλκός), Τα Μπουρλότα του Γκιώνη (Εκδόσεις Γεωργιάδη)...
  Ευτύχησε να δει τα ποιήματά του στα καλύτερα ανθολόγια, να τιμηθεί πολλαπλά. Υπήρξε οπαδός του ελαχίστου, παντελώς αδιάφορος για την τρέχουσα αστική ζωή. Αφησε την τελευταία του πνοή στις 13 Δεκεμβρίου 2000 στο Νοσοκομείο Μεσολογγίου.

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Πολιτικοί

Μαγγίνας Αναστάσιος

ΑΣΤΑΚΟΣ (Κωμόπολη) ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ
1792 - 1880
(Τάτζης ­ Αστακός Ακαρνανίας 1792 ­ 1880)
  Κατά την Eπανάσταση έδρασε κυρίως ως πολιτικό και διοικητικό στέλεχος. Το 1823 συστοιχήθηκε πολιτικά με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Επί Καποδίστρια διορίστηκε μέλος του Πανελληνίου και αργότερα έγινε γερουσιαστής. Έγινε υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση Δ. Βούλγαρη.

Δαμασκηνός (Δημήτριος Παπανδρέου)

ΔΟΡΒΙΤΣΙΑ (Χωριό) ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ
1891 - 1949
  Γεννήθηκε το 1891 στη Δορβιτσά Ναυπακτίας, όπου έμαθε και τα πρώτα γράμματα. Το γυμνάσιο το τελείωσε στη Καρδίτσα. Σπούδασε νομικά και Θεολογία. Το 1917 χειροτονήθηκε διάκος με το όνομα Δαμασκηνός. Έγινε ηγούμενος στη μονή της Κορώνης, διευθυντής των γραφείων της Αρχιεπισκοπής Αθηνών, ηγούμενος των μονών Πεντέλης και Πετράκη. Αναλαμβάνει τη σύνταξη καταστατικού χάρτη για το Αγιο Όρος το 1918 και εξασφαλίζεται η ελληνικότητα των μονών. Το 1922 εκλέχτηκε Μητροπολίτης Κορινθίας. Μετά το σεισμό που έγινε στην Κόρινθο ανέπτυξε μεγάλη δραστηριότητα για την περίθαλψη των κατοίκων, και για το θέμα αυτό μετέβη στην Αμερική για εξεύρεση πόρων ενίσχυσης των σεισμοπλήκτων.
  Ο Πατριάρχης Φώτιος τον διορίζει έκτακτο Πατριαρχικό Έξαρχο της Αμερικής.
  Τον Νοέμβριο του 1938, μετά το θάνατο του Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου, εκλέγεται Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος, πλειοψηφείσας του Χρύσανθου Τραπεζούντος 31 έναντι 30 ψήφων.
  Η εκλογή ακυρώθηκε και σε επαναληπτική εκλέχτηκε ο Χρύσανθος. Ο Δαμασκηνός όμως μετά το Μέγα Μήνυμα θεωρούσε τον εαυτόν του Αρχιεπίσκοπο και τον Χρύσανθο "επιβάτη". Τελικά απομονώθηκε στη Μονή της Φανερωμένης στη Σαλαμίνα.
  Στις 2 Ιουλίου του 1941, η μείζων Ιερά Σύνοδος με ομόφωνη απόφασή της δέχτηκε ότι Αρχιεπίσκοπος Αθηνών είναι ο Δαμασκηνός. Η Κυβέρνηση με διάταγμα της 5ης Ιουλίου 1941 το αναγνώρισε.
  Διετέλεσε αντιβασιλιάς από 31 Δεκεμβρίου 1944 έως 31 Μαρτίου 1948, και πρωθυπουργός από 17-10-1945 έως 01-11-1945.
  Στην κατοχή έδειξε μεγάλη δραστηριότητα, βοηθώντας το ποίμνιό του τόσο που οι Γερμανοί τον έθεσαν σε κατ' οίκον περιορισμό, αφού την τελευταία στιγμή ματαιώθηκε η μεταφορά του στη Γερμανία. Ήταν ένας μεγάλος άνθρωπος, πατριώτης και χριστιανός.
  Πέθανε στις 20 Μαϊου 1949, σε ηλικία 58 ετών.
  Μέρος της περιουσίας του άφησε για την ίδρυση εκκλησιαστικού φροντιστηρίου για την μετεκπαίδευση των κληρικών.

Το κείμενο παρατίθεται τον Νοέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, της Νομαρχίας Αιτωλοακαρνανίας


Καλουδιώτης Δημήτρης

ΚΑΛΟΥΔΙ (Χωριό) ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ
1947
Γενικός Γραμματέας Υπουργείου Ανάπτυξης

Τρικούπης Σπυρίδων

ΜΕΣΟΛΟΓΓΙ (Πόλη) ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ
1788 - 1873
  Επιφανής πολιτικός, διπλωμάτης, ρήτορας, λόγιος, ποιητής και ιστοριογράφος της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 ο Σπυρίδων Τρικούπης γεννήθηκε το 1788 στο Μεσολόγγι, όπου διδάχθηκε τα εγκύκλια γράμματα στην περιώνυμη Σχολή των Παλαμάδων. Στην συνέχεια μετέβη στην Πάτρα, όπου έμαθε Αγγλικά, Ιταλικά και Γαλλικά, εργαζόμενος παράλληλα ως γραμματέας του εκεί γενικού προξένου της Αγγλίας. Με υποτροφία του κόμη Γκίλφορντ, σπούδασε επί εξαετία φιλολογία και φιλοσοφία στη Ρώμη και στο Παρίσι.
  Ο Σπυρίδων Τρικούπης συγκαταλέγεται στους εξέχοντες Έλληνες του περασμένου αιώνα. Η ζωή του ήταν μια συνεχής προσφορά στην αναγεννώμενη Ελλάδα, που την υπηρέτησε στον Αγώνα της ελευθερίας και ύστερα ως πολιτικός ηγέτης, βουλευτής, υπουργός, πρέσβης. Ως πολιτικός στάθηκε πατριώτης, μετριοπαθής,αποστρεφόταν τις βίαιες λύσεις.
  Ως ρήτορας, εξάλλου, υπήρξε έξοχος και δίκαια αποκλήθηκε εθνικός ρήτορας του Αγώνα για τις νεκρολογίες των επίσημων αγωνιστών και τους πανηγυρικούς του στις επετείους των μεγάλων μαχών της Επανάστασης. Οι περισσότεροι λόγοι του, αν και αυτοσχέδιοι, θεωρούνται σήμερα ως μνημεία της νεοελληνικής ρητορικής τέχνης. Το 1829 εκδόθηκε στην Αίγινα το βιβλίο του με τίτλο «Λόγοι Επικήδειοι και Επινίκειοι».
  Αλλά και ως ποιητής ο Τρικούπης ήταν σημαντικός. Λάτρης της δημοτικής μας ποίησης μετέφρασε στην δημοτική τον Θούριο του Τυρταίου, έγραψε τραγούδια όπως τον Δήμο και την Λίμνη του Μεσολογγίου και κατά γενική αναγνώριση υπήρξε εκείνος ο οποίος προέτρεψε τον Σολωμό να εγκαταλείψει τα ιταλόγλωσσα σχέδιά του και να γράψει στίχους στη Νεοελληνική. Η πρώτη ποιητική εμφάνιση του Τρικούπη έγινε στο Παρίσι το 1821, όπου δημοσίευσε τον Δήμο, κλέφτικο τραγούδι σε 250 ομοιοκατάληκτους στίχους.
  Ωστόσο, η κύρια και ουσιαστική προσφορά του στην ελληνική γραμματεία παραμένει αναμφίβολα η έκδοση της τετράτομης Ιστορίας της Ελληνικής Επαναστάσεως, που κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στο Λονδίνο το 1875 και η οποία επανεκδόθηκε έκτοτε πολλές φορές. Το έργο αυτό αποτελεί ακόμη και σήμερα άριστο βοήθημα και πολυτιμότατη πηγή για την μελέτη της Επανάστασης, λόγω της σαφήνειας, του ύφους και της αντικειμενικής και ευσυνείδητης προσπάθειας του συγγραφέα του.
Πηγές:
•Σπ. Μαρκεζίνη «Τρικούπης Σπυρίδων», Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα, τόμ. 58.
•Βιογραφική εγκυκλοπαίδεια Ελλήνων Λογοτεχνών, Σύνταξη-επιμέλεια ύλης: Δ. Π. Κωστελένος, εκδ. Κ. Παγουλάτου, Αθήνα 1974. τελένος, εκδ. Κ. Παγουλάτου, Αθήνα 1974.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Κωνσταντίνος Λούρος

ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ (Πόλη) ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ
1863 - 1957
  O K. Λούρος γεννήθηκε στη Nαύπακτο στις 15 Oκτωβρίου 1863... Στη Nαύπακτο παρέμεινε ο K. Λούρος μέχρι το 1873, που η οικογένειά του μετοίκησε στην Aθήνα, γύρισε δε πάλι στις 15 Iανουαρίου 1887, προπαρασκευαζόμενος για τις διδακτορικές εξετάσεις του στην Iατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Aθηνών. Tα πρώτα γράμματα έμαθε στο αλληλοδιδακτικό σχολείο της Nαυπάκτου, που στεγάζεται στο Tζαμί του Nτουράκμπεη...
O K. Λούρος ως επιστήμονας
  Mετά τις γυμνασιακές του σπουδές γράφτηκε στην Iατρική Σχολή το 1884 και το 1888 αναγορεύτηκε διδάκτορας. Tο 1891 βρίσκεται στην Eυρώπη, για να ειδικευθεί στον κλάδο της μαιευτικής και γυναικολογίας, για τέσσερα χρόνια στη Γερμανία και τρία στην Aγγλία. Tο 1908 διορίστηκε καθηγητής Mαιευτικής του Πανεπιστημίου Aθηνών, εκλέχτηκε δε επανειλημμένα κοσμήτορας της Σχολής, συγκλητικός και πρύτανις το 1923, το δε 1924 εκλέχτηκε επίτιμο μέλος της Γυναικολογικής και Mαιευτικής Eταιρείας του Bερολίνου. Ως ερευνητής έχει γράψει υπέρ τις 20 επιστημονικές εργασίες, το επιστημονικό και συγγραφικό του έργο υπήρξε πλούσιο, συνέβαλε στην αναμόρφωση της Mαιευτικής στη χώρα μας, με το σύγγραμμά του δε «Mαιευτική» σπούδασαν γενιές γιατρών. Tο 1934 αποχώρησε από το Πανεπιστήμιο με τον τίτλο του ομότιμου καθηγητή.
O K. Λούρος ως Πολιτικός
  Παρά την απόφασή του να μην αναμειχθεί στην Πολιτική, ο αρχηγός του Λαϊκού Kόμματος Παναγής Tσαλδάρης κατόρθωσε να τον μεταπείσει. Στις 25 Σεπτεμβρίου 1932 εκλέχτηκε γερουσιαστής και το 1935 βουλευτής, διετέλεσε δε και υφυπουργός Yγείας, Προνοίας και Kοινωνικής Aντιλήψεως. Έτσι του δόθηκε η ευκαιρία, να γνωρίσει από κοντά τον τόπο του και τις ανάγκες του.

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Αθάνας Γεώργιος

1893 - 1987
  Φιλολογικό ψευδώνυμο του Γ. Αθανασιάδη-Νόβα από οικογένεια με πολιτική παράδοση. Σπούδασε νομικά και αναμείχθηκε ενεργά στην πολιτική, εκλέχθηκε βουλευτής και χρημάτισε υπουργός. Παράλληλα με την πολιτική του ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία και τη λογοτεχνία. Έγραψε ποιήματα, διηγήματα, μελέτες. Στην ποίησή του είναι πηγαίος, απλός, εύκολος, μελωδικός και μας δίνει δροσερές εικόνες από τα τοπία, τα ήθη και τους ανθρώπους της Ρούμελης. Αρκετά ποιήματά του μελοποιήθηκαν. Από το 1955 υπήρξε τακτικό μέλος της Ακαδημίας.

Το κείμενο παρατίθεται τον Νοέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, της Νομαρχίας Αιτωλοακαρνανίας


Κατσώτας Παυσανίας

ΣΤΑΜΝΑ (Χωριό) ΑΙΤΩΛΙΚΟΝ
1893 - 1991
Στρατιωτικός, δήμαρχος Αθήνας (1954-1959), βουλευτής, υπουργός.

Στρατηγοί

Agetas

ΑΙΤΩΛΙΑ (Αρχαία περιοχή) ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ
Agetas, commander-in-chief of the Aetolians in B. C. 217, made an incursion into Acarnania and Epirus, and ravaged both countries. (Polyb. v. 91. 96)

Alexamenus

Alexamenus (Alexamenos), was general of the Aetolians, B. C. 196 (Polyb. xviii. 26), and was sent by the Aetolians, in B. C. 192, to obtain possession of Lacedaemon. He succeeded in his object, and killed Nabis, the tyrant of Lacedaemon; but the Lacedaemonians rising against him shortly after, he and most of his troops were killed. (Liv. xxxv. 34-36.)

Alexander, surnamed Isius

Alexander (Alexandros), surnamed Isius, the chief commander of the Aetolians, was a man of considerable ability and eloquence for an Aetolian (Liv. xxxii. 33; Polyb. xvii. 3, &c.). In B. C. 198 he was present at a colloquy held at Nicaea on the Maliac gulf, and spoke against Philip III. of Macedonia, saying that the king ought to be compelled to quit Greece, and to restore to the Aetolians the towns which had formerly been subject to them. Philip, indignant at such a demand being made by an Aetolian, answered him in a speech from his ship (Liv. xxxii. 34). Soon after this meeting, he was sent as ambassador of the Aetolians to Rome, where, together with other envoys, he was to treat with the senate about peace, but at the same time to bring accusations against Philip (Polyb. xvii. 10). In B. C. 197, Alexander again took part in a meeting, at which T. Quinctius Flamininus with his allies and king Philip were present, and at which peace with Philip was discussed. Alexander dissuaded his friends from any peaceful arrangement with Philip (Polyb. xviii. 19, &c.; Appian, Maced. vii. 1). In B. C. 195, when a congress of all the Greek states that were allied with Rome was convoked by T. Quinctius Flamininus at Corinth, for the purpose of considering the war that was to be undertaken against Nabis, Alexander spoke against the Athenians, and also insinuated that the Romans were acting fraudulently towards Greece (Liv. xxxiv. 23). When in B. C. 189 M. Fulvius Nobilior, after his victory over Antiochus, was expected to march into Aetolia, the Aetolians sent envoys to Athens and Rhodes; and Alexander Isius, together with Phaneas and Lycopus, were sent to Rome to sue for peace. Alexander, now an old man, was at the head of the embassy; but he and his colleagues were made prisoners in Cephalenia by the Epeirots, for the purpose of extorting a heavy ransom. Alexander, however, although he was very wealthy, refused to pay it, and was accordingly kept in captivity for some days, after which he was liberated, at the command of the Romans, without any ransom (Polyb. xxii. 9).

This text is from: A dictionary of Greek and Roman biography and mythology, 1873 (ed. William Smith). Cited Oct 2005 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks


Archedemus

Archedemus. An Aetolian (called Archidamus by Livy), who commanded the Aetolian troops which assisted the Romans in their war with Philip. In B. C. 199 he compelled Philip to raise the siege of Thaumaci (Liv. xxxii. 4), and took an active part in the battle of Cynoscephalae, B. C. 197, in which Philip was defeated. (Polyb. xviii. 4.) When the war Broke out between the Romans and the Aetolians, he was sent as ambassador to the Achaeans to solicit their assistance, B. C. 192 (Liv. xxxv. 48); and on the defeat of Antiochus the Great in the following year, he went as ambassador to the consul M'. Acilius Glabrio to sue for peace. (Polyb. xx. 9.) In B. C. 169 he was denounced to the Romans by Lyciscus as one of their enemies. (Polyb. xxviii. 4.) he joined Perseus the same year, and accompanied the Macedonian King in his flight after his defeat in 168. (Liv. xliii. 23, 24, xliv. 43.)

This text is from: A dictionary of Greek and Roman biography and mythology, 1873 (ed. William Smith). Cited Oct 2005 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks


Ariston

Ariston, a strategus of the Aetoliansin B. C. 221, who, labouring under some bodily defect, left the command of the troops to Scopas and Dorimachus, while he himself remained at home. Notwithstanding the declarations of the Achaeans to regard every one as an enemy who should trespass upon the territories of Messenia or Achaia, the Aetolian commanders invaded Peloponnesus, and Ariston was stupid enough, in the face of this fact, to assert that the Aetolians and Achaeans were at peace with each other. (Polyb. iv. 5, 9, 17)

Eupolemus

Eupolemus. A general of the Aetolians, who defended Ambracia against the Roman army under M. Fulvius, B. C. 189. (Liv. xxxviii. 4-10.) When peace was granted to the Aetolians, he was carried off a prisoner to Rome, together with the Aetolian general-in-chief, Nicander. (Polyb. xxviii. 4.) It is not improbable that this was the same person with the preceding.

Euripidas

Euripidas or Euripides, an Aetolian, who, when his countrymen, with the help of Scerdilaidas the Illyrian, had gained possession of Cynaetha, in Arcadia (B. C. 220), was at first appointed governor of the town; but the Aetolians soon after set fire to it, fearing the arrival of the Macedonian succours for which Aratus had applied. In the next year, B. C. 219, being sent as general to the Eleans, then allied with Aetolia, he ravaged the lands of Dyme, Pharae, and Tritaea, defeated Miccus, the lieutenant-general of the Achaeans, and seized an ancient stronghold, named Teichos, near Cape Araxus, whence he infested the enemy's territory more effectually. In the winter of the same year he advanced from Psophis, in Arcadia, where he had his head-quarters, to invade Sicyonia, having with him a body of 2200 foot and 100 horse. During the night he passed the encampment of the Macedonians, in the Phliasian territory, without being aware of their vicinity; on discovering which from some foragers in the morning, he hastened back, hoping to pass them again, and to arrive at Psophis without an engagement; but, falling in with them in the passes of Mount Apelaurus, between Phlius and Stymphalus, he basely deserted his troops, and made his escape to Psophis, with a small number of horsemen, while almost all the Eleans were either cut to pieces by the Macedonians, or perished among the mountains. Philip then advanced on Psophis, and compelled it to capitulate, Euripidas being allowed to return in safety to Aetolia. In B. C. 217 we find him acting again as general of the Eleans, who had requested that he might be sent to supersede Pyrrhias. He ravaged Achaia in this campaign, but was pursued and defeated by Lycus, the lieutenant-general of the Achaeans. (Polyb. iv. 19, 59, 69-72, v. 94, 95.)

This text is from: A dictionary of Greek and Roman biography and mythology, 1873 (ed. William Smith). Cited Oct 2005 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks


Lyciscus

Lyciscus. An Aetolian, a partisan of Rome, was made general of the Aetolians, in B. C. 171, through the influence of Q. Marcius and A. Atilius, two of the Roman commissioners sent to Greece in that year, (Liv. xlii. 38.) In B. C. 167, the Aetolians complained to Aemilius Paullus, then making a progress through Greece, that Lyciscus and Tisippus had caused 550 of their senators to be slain by Roman soldiers, lent them by Baebius for the purpose, while they had driven others into banishment and seized their property. But the murder and violence had been perpetrated against partisans of Perseus and opponents of Rome, and the Roman commissioners at Amphipolis decided that Lyciscus and Tisippus were justified in what they had done. Baebius only was condemned for having supplied Roman soldiers as the instruments of the murder. (Liv. xlv. 28, 31.)

This text is from: A dictionary of Greek and Roman biography and mythology, 1873 (ed. William Smith). Cited Oct 2006 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks


Βασίλειος Σταυρογιαννόπουλος

ΕΛΑΤΟΒΡΥΣΗ (Χωριό) ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ
1904 - 1997
O Στρατηγός Βασίλειος Σταυρογιαννόπουλος ως λογοτέχνης
  Ο Β. Σταυρογιαννόπουλος γεννήθηκε το 1904 στην Ελατόβρυση της ορεινής Ναυπακτίας, όπου τελείωσε το τετρατάξιο δημοτικό σχολείο και κατόπιν κατέβηκε στη Ναύπακτο, όπου και γράφτηκε ύστερα από εξετάσεις, στο Σχολαρχείο, όπως λεγόταν η τρίτη τάξη του Ελληνικού Σχολείου. Αφού ολοκλήρωσε τον κύκλο των μαθημάτων, κλήθηκε τον Απρίλιο του 1924 στο στρατό για την εκπλήρωση της στρατιωτικής του θητείας. Από τη στιγμή αυτή ξεκινά ο πρώτος μεγάλος κύκλος της ζωής αυτού του αξιόλογου ανθρώπου, της στρατιωτικής του δηλαδή σταδιοδρομίας.
  Ξεκινώντας από τη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών αναδείχθηκε σε όλες τις κλίμακες της στρατιωτικής ιεραρχίας καταλαμβάνοντας όλα τα αξιώματα κατόπιν επιτυχών διαγωνισμών. Στη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας διετέλεσε Διοικητής στρατιωτικών τμημάτων, υπηρέτησε σε Επιτελικά Γραφεία μεγάλων Μονάδων, διετέλεσε Διευθυντής Τύπου και Ηθικής Αγωγής του Γενικού Επιτελείου Στρατού, Διευθυντής του Ραδιοφωνικού Σταθμού Ενόπλων Δυνάμεων και Επιτελάρχης της Διεύθυνσης Πεζικού του Γενικού Επιτελείου Στρατού.   Πέρα από τη θητεία του σε αυτές τις θέσεις ο Β. Σταυρογιαννόπουλος υπήρξε μάχιμος αξιωματικός με αξιόλογη πολεμική δράση κατά την περίοδο 1941-1949 με το βαθμό του Λοχαγού, ως Διοικητής Λόχου κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο και στη συνέχεια προσφέροντας τις υπηρεσίες του στην οργάνωση του Ε.Δ.Ε.Σ. Για την ανδρεία, που επέδειξε, του απονεμήθηκαν δεκαπέντε μετάλλια και παράσημα.   Επιπλέον χάρη στην ευρύτητα του πνεύματός του, τις γνώσεις και την εμπειρία του, διετέλεσε καθηγητής του μαθήματος «Τακτική Πεζικού» στις σχολές του Πυροβολικού και Μηχανικού, ενώ κατά την περίοδο 1941-1942 υπηρέτησε στο Γυμνάσιο Ναυπάκτου ως καθηγητής του μαθήματος Ηθική - Εθνική και Σωματική Αγωγή.
  Τον Ιούλιο του 1964, κατόπιν αιτήσεως του, αποστρατεύθηκε με το βαθμό του υποστρατήγου. Είναι φανερό ότι ο Β. Σταυρογιαννόπουλος, ο Σταυροβάσος, όπως ήθελε να τον αποκαλούν, με υψηλή συναίσθηση του καθήκοντος πρόσφερε με ανδρεία και αφοσίωση τις υπηρεσίες του στο πεδίο της μάχης και εκπλήρωσε με επιδεξιότητα μοναδική τα καθήκοντά του ως ανώτατος αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού. Ο στρατηγός Σταυρογιαννόπουλος όμως υπήρξε μια πολυδιάστατη προσωπικότητα και πέρα από τη λαμπρή στρατιωτική σταδιοδρομία του, επιδόθηκε στη Λογοτεχνία, την μεγάλη του αγάπη, όπως έλεγε, και χειρίστηκε τη γραφίδα με επιδεξιότητα αφήνοντας πίσω του ένα πλούσιο και αξιόλογο συγγραφικό και λογοτεχνικό έργο.
  Η εντρύφησή του στους αρχαίους συγγραφείς και σε ιστορικές μελέτες αλλά και η προσωπική του πείρα συντέλεσαν στη διεύρυνση των πνευματικών του οριζόντων και τον βοήθησαν να επιδοθεί και ο ίδιος στη συγγραφή μελετών και άλλων λογοτεχνικών εργασιών, που βρίσκονται διάσπαρτες με τη μορφή άρθρων και διηγημάτων στον περιοδικό Τύπο αλλά και σε αυτοτελή βιβλία. Το μεγαλύτερο μέρος του συγγραφικού του έργου έχει δημοσιευθεί κυρίως σε Στρατιωτικές εφημερίδες και περιοδικά. Η συγγραφική του εργασία μπορεί να διακριθεί σε στρατιωτική, ιστορική και λογοτεχνική.
  Αρθρα και μελέτες του που αναφέρονται κυρίως σε θέματα οργάνωσης, τακτικής και στρατηγικής περιέχονται σε τεύχη του περιοδικού, Γενική Eπιθεώρησις Στρατού, από το Σεπτέμβριο του 1952 ως και τον Ιούλιο του 1961 και στην εβδομαδιαία εφημερίδα Στρατιωτικά Nέα από το φύλλο 249 ως και το φύλλο 511. Πέρα από τα άρθρα και τις μελέτες του εξέδωσε και βιβλία με θέματα στρατιωτικής φύσης όπως: Ηθική Αγωγή και Γενικοί Κανονισμοί, Τακτικαί Σκέψεις, Τακτικά Προβλήματα, Μέση Ανατολή και Βόρειος Αφρική, Πολέμου Στρατηγήματα, Ιδιότητες του Αρχηγού και η Τέχνη να Διοικεί, Αέρα. Αέρα. Η πολεμική κραυγή των Ελλήνων.
  ε αυτό το μέρος του συγγραφικού του έργου παραθέτει τους προβληματισμούς, τις απόψεις, τις προτάσεις και τα συμπεράσματα, όπως αυτά προκύπτουν από την προσωπική του πείρα. Η στρατιωτική συγγραφική του εργασία είναι επιστέγασμα της πείρας που απέκτησε στα 39 χρόνια της ζωής του στο στρατό.
  Στην ιστορική συγγραφή του συγκαταλέγονται τα ακόλουθα βιβλία:
•Ζωή της Κατοχής και τα Τάγματα Ασφαλείας,
•Ιστορία της Ναυπακτίας από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι σήμερα,
•Η Ναυμαχία της Ναυπάκτου,
•Πικρές Αναμνήσεις,
•Κράβαρα τα Περήφανα.
  Τα περισσότερα απ' αυτά, όπως είναι φανερό, αναφέρονται στην ιστορία της ιδιαίτερης πατρίδας του, της Ναυπακτίας.

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Damocritus

ΚΑΛΥΔΩΝ (Αρχαία πόλη) ΙΕΡΑ ΠΟΛΙΣ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ
Damocritus, (Damokritos). Of Calydon in Aetolia, was strategus of the Aetolians in B. C. 200, and in the discussions as to whether an alliance should be formed with the Romans, Damocritus, who was believed to have been bribed by the Macedonian king, opposed the party inclined to negotiate with Rome. The year after this he was among the ambassadors of the various Greek states that went to Rome. In B. C. 193 he was sent by the Aetolians to Nabis, the tyrant of Sparta, whom he urged on to make war against the Romans. The year after, when T. Quinctius Flamininus went himself to Aetolia, to make a last attempt to win them over, Damocritus not only opposed him along with the majority of his countrymen, but insulted him by saying that he would soon settle all disputes on the banks of the Tiber. But things turned out differently from what he expected: in B. C. 191 the Aetolians were defeated at Heracleia, near mount Oeta, and Damocritus fell into the hands of the Romans. He and the other leaders of the Aetolians were escorted to Rome by two cohorts, and he was imprisoned in the Lautumiae. A few days before the celebration of the triumph, which he was intended to adorn, he escaped from his prison by night, but finding that he could not escape the guards who pursued him, he threw himself upon his own sword and thus put an end to his life. (Liv. xxxi. 32, xxxv. 12, 33, xxxvi. 24, xxxvii. 3, 46; Polyb. xvii. 10, xxii. 14; Appian, de Reb. Syr. 21; Brandstater, Die Gesch. des Aetol. Landes, &c.)

This text is from: A dictionary of Greek and Roman biography and mythology, 1873 (ed. William Smith). Cited Oct 2005 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks


Alexander

ΤΡΙΧΩΝΙΟΝ (Αρχαία πόλη) ΙΕΡΑ ΠΟΛΙΣ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ
Alexander, of Trichonium in Aetolia, was commander of the Aetolians in B. C. 218 and 219. He attacked the rear of the army of Philip on his return from Thermus, but the attempt was unsuccessful, and many Aetolians fell. (Polyb. v. 13)

Στρατιωτικοί

Dorimachus

Dorimachus, (Dorimachos), less properly Dorymachus (Dorumachos), a native of Trichonium, in Aetolia, and son of Nicostratus, was sent out, in B. C. 221, to Phigalea, on the Messenian border, with which the Aetolians had a league of sympolity, ostensibly to defend the place, but in reality to watch affairs in the Peloponnesus with a view of fomenting a war, for which his restless countrymen were anxious. A number of freebooters flocked together to him, and he connived at their plundering the territory of the Messenians, with whom Aetolia was in alliance. All complaints he received at first with neglect, and afterwards (when he had gone to Messene, on pretence of investigating the matter) with insult. The Messenians, however, and especially Sciron, one of their ephori, behaved with such spirit that Dorimachus was compelled to yield, and to promise satisfaction for the injuries done; but he had been treated with indignity, which he did not forget, and he resolved to bring about a war with Messenia. This he was enabled to do through his kinsman Scopas, who administered the Aetolian government at the time, and who, without waiting for any decree of the Assembly, or for the sanction of the select council (Apokletol; see Polyb. xx. 1; Liv. xxxv. 34), commenced hostilities, not against Messenia only, but also against the Epeirots, Achaeans, Acarnanians, and Macedonians. In the next year, B. C. 220, Dorimachus invaded the Peloponnesus with Scopas, and defeated Aratus, at Caphyae. He took part also in the operations in which the Aetolians were joined by Scerdilaidas, the Illyrian,--the capture and burning of Cynaetha, in Arcadia, and the baffled attempt on Cleitor,--and he was one of the leaders of the unsuccessful expedition against Aegeira in B. C. 219. In the autumn of the same year, being chosen general of the Aetolians, he ravaged Epeirus, and destroyed the temple at Dodona. In B. C. 218 he invaded Thessaly, in the hope of drawing Philip away from the siege of Palus, in Cephallenia, which he was indeed obliged to relinquish, in consequence of the treachery of Leontius, but he took advantage of the absence of Dorimachus to make an incursion into Aetolia, advancing to Thermum, the capital city, and plundering it. Dorimachus is mentioned by Livy as one of the chiefs through whom M. Valerius Laevinus, in B. C. 211, concluded a treaty of alliance with Aetolia against Philip, from whom he vainly attempted, in B. C. 210, to save the town of Echinus, in Thessaly. In B. C. 204 he and Scopas were appointed by the Aetolians to draw up new laws to meet the general distress, occasioned by heavy debts, with which the two commissioners themselves were severely burdened. In B. C. 196 Dorimachus was sent to Egypt to negotiate terms of peace with Ptolemy V. (Epiphanes), his mission probably having reference to the conditions of amity between Ptolemy and Antiochus the Great, to whom the Aetolians were now looking for support against Rome. (Polyb. iv. 3-13, 16-19, 57,58, 67, 77; v. i. 3, 4-9. 11, 17; ix. 42; xiii. 1; xviii. 37; xx. 1; Fragm. Hist. 68; Liv. xxvi. 24; Brandstater, Gesch. des Aetol. Landes.)

This text is from: A dictionary of Greek and Roman biography and mythology, 1873 (ed. William Smith). Cited Oct 2005 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks


Συγγραφείς

Ελένη Πριοβόλου

ΑΓΓΕΛΟΚΑΣΤΡΟ (Χωριό) ΙΕΡΑ ΠΟΛΙΣ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ
1959
  Γεννήθηκε το 1959 στο Αγγελόκαστρο Μεσολογγίου. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες και Κοινωνιολογία στην Αθήνα. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα.
  Πορεύεται με το συναίσθημα και τη φαντασία γι' αυτό και ασχολήθηκε με το παραμύθι και το νεανικό μυθιστόρημα. Έχει εκδώσει τα εξής βιβλία: Γελωτοποιός για κλάματα (Παραμύθι, 1986), Ο Θείος Ορέστης (Αφήγημα, 1987), Μάγος Μπλου (Παραμύθι, 1988), Δάφνη και Λεονάρδο (Παραμύθι, 1988), Σαν όνειρο και σαν παραμύθι (Παραμύθι, 1988) και Ο δρόμος του Μπλε Φεγγαριού (Μυθιστόρημα, 1992), Το κόκκινο πουλί που το λέγαν φλόγα (Μυθιστόρημα, 1996), Σκιούπι, Όνομα για καθώς πρέπει κλόουν (Μυθιστόρημα, 1996), Ο Τρυφεράκανθος (Παραμύθι, κυκλοφορεί και σε θεατρικό έργο) (1999), Βικτώρια (Αφήγημα, 1999), Το άλογο που το λέγανε Έκτορα (Παραμύθι), Το χελωνάκι χωρίς καβούκι (Παραμύθι), Η καπετάν-Ζωή (Μυθιστόρημα για εφήβους), Τα χάρτινα Πουλιά (2001).
Το κείμενο αυτό είναι παρμένο από το βιβλίο «ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ ΤΗΣ ΛΙΝΜΟΘΑΛΑΣΣΑΣ» που εκδόθηκε από την Παπαχαραλάμπειο Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Ναυπάκτου το 2002.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Αλκη Γουλιμή

  Η Αλκη Γουλιμή ήταν μία από τις πρώτες συγγραφείς που ασχολήθηκαν μεταπολεμικά με το παιδικό βιβλίο. Το παιδικό βιβλίο δεν ήταν της μόδας ακόμα, όπως είναι σήμερα που ο κάθε συγγραφέας προσπαθεί να γράψει ένα βιβλίο για παιδιά κι ο κάθε εκδότης να εξασφαλίσει κάποιο για τις εκδόσεις του. Ήταν ελάχιστοι οι συγγραφείς εκείνα τα χρόνια που καταδέχονταν να γράψουνε για παιδιά, μια και η παιδική λογοτεχνία θεωρούνταν το αποπαίδι της λογοτεχνίας.
  Τα παιδικά και νεανικά της χρόνια η Αλκη τα πέρασε μαζί με τη μητέρα της στο Καλιφτάκι, γιατί ο πατέρας και ο αδελφός της είχαν φύγει να πολεμήσουν τους Γερμανούς στη Μέση Ανατολή, αφήνοντας πίσω μόνες τη μάνα και την κόρη. Αυτό το κτήμα και τα βιώματα της Κατοχής παίζουν μεγάλο ρόλο σε πολλά από τα έργα της.
  Πρωτοπαρουσιάστηκε στα ελληνικά γράμματα το 1954 γράφοντας μικρές ιστορίες και διηγήματα για παιδιά στα περιοδικά Το Ελληνόπουλο και Οι φίλοι του παιδιού. Από το 1956 ως το 1959 υπήρξε τακτική συνεργάτις της θείας Λένας (Αντιγόνης Μεταξά) στην «Ώρα του παιδιού», στο Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας. Συνεργάστηκε με το ιστορικό περιοδικό Διάπλασις των παίδων, στην δεύτερη περίοδο της έκδοσής του (1958-1965), τον Ταχυδρόμο, στη στήλη για παιδιά, την εφημερίδα Νίκη, επίσης στη στήλη για παιδιά και με τα παιδικά περιοδικά Γειά Χαρά, Tο Ρόδι και Συνεργασία.
  Το 1960 κυκλοφόρησε το πρώτο της μυθιστόρημα Το μυστικό του κόκκινου σπιτιού, ένα αστυνομικό που για σκηνικό έχει τον καταστροφικό σεισμό της Ζακύνθου. Η Αλκη πίστευε πως ένα βιβλίο που έχει για βάση του ένα μυστήριο αρέσει περισσότερο στα παιδιά. Κι αυτός είναι ο λόγος που τα άλλα πέντε μυθιστορήματα που ακολούθησαν είχαν κι εκείνα αστυνομική υφή: Ο μυστηριώδης επισκέπτης έχει για θέμα την αρχαιοκαπηλία, Ο χαμένος θησαυρός που η δράση του εξελίσσεται σ' ένα κτήμα όμοιο με το Καλιφτάκι, περιστρέφεται γύρω από μια κλοπή, Ο χρυσαφένιος κρίνος έχει για θέμα τον κρίνο που ανακάλυψε ο πατέρας της συγγραφέα στις βοτανολογικές περιπλανήσεις του στα βουνά και που κάποιοι ξένοι προσπαθούν να τον αρπάξουν, ενώ στην Εξαφάνιση του Ανταίου εκτός από το μυστήριο, η συγγραφέας χρησιμοποιεί στοιχεία επιστημονικής φαντασίας και μας δίνει πολλές πληροφορίες γύρω από την αστρονομία, ένα ακόμη χόμπι της. Την Αόρατη Σελίδα, το έκτο μυθιστόρημά της, η συγγραφέας το εμπνεύστηκε από την τραγωδία της Κύπρου, την οποία επισκέφτηκε κατ' επανάληψη κατά τη διάρκεια της συγγραφής του βιβλίου, για να μείνει όσο πιο κοντά γινόταν στα πραγματικά γεγονότα, δίχως όμως να ξεχάσει να περάσει κι εδώ κάποιο μυστήριο.
  Τα βιβλία της με παραμύθια και διηγήματα είναι πολύ περισσότερα: Η ακατάδεχτη πεταλούδα, Οι τρεις φίλοι, Ο κήπος του Αγγελάκη, Τα παραμύθια της μανούλας, Το γκρινιάρικο αστεράκι κι άλλα παραμύθια, Το τεμπέλικο αρκουδάκι, Τα άμυαλα ποντικάκια, Τα γενέθλια του καφετούλη, Τα πεισματάρικα κατσικάκια, Η πονηρή αλεπού και τ' άταχτα κοτοπουλάκια, Η γαλαζούλα αποτελούν μια ολόκληρη συλλογή παραμυθιών για μικρότερα και μεγαλύτερα παιδιά...
  Πολλά από τα βιβλία της Αλκης έχουν βραβευτεί Ο χρυσαφένιος κρίνος (1968) και Τα παραμύθια της μανούλας (1972) βραβεύτηκαν από τη Γυναικεία Λογοτεχνική Συντροφιά, Ο Περσέας τιμήθηκε με τον έπαινο του Κρατικού Βραβείου του Υπουργείου Πολιτισμού (1972), Ο Χαμένος θησαυρός με τον έπαινο του διεθνούς βραβείου Αντερσεν και Η αόρατη σελίδα πήρε το Α΄ Βραβείο του Συνδέσμου Φιλολόγων Ν. Καρδίτσας (1985). Το Χριστουγεννιάτικο τριφύλλι τιμήθηκε με το βραβείο παιδικής λογοτεχνίας της Ελληνικής Εταιρείας Χριστιανικών Γραμμάτων (1991). Για την προσφορά της στην Παιδική Λογοτεχνία ο Κύκλος του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου, της απένειμε το βραβείο της Πηνελόπης Δέλτα (1993).

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Μιχαήλ Ν. Καλογήρου

ΑΙΤΩΛΙΚΟ (Πόλη) ΙΕΡΑ ΠΟΛΙΣ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ
1922 - 1999
  Ο Μιχαήλ Ν. Καλογήρου, φιλόλογος και ένας από τους πιο σημαντικούς δοκιμιογράφους της Αιτωλοακαρνανίας, γεννήθηκε στο Αιτωλικό το 1922. Σε τεύχη τυπώθηκαν τα φιλολογικά του Δοκίμια: Ερμηνευτικά Α΄ (Αλεξανδρούπολις 1962), Απερείσι' άποινα (Αμφιλοχία 1965), Ερμηνευτικά Β΄ (Μεσολόγγι 1971) και Corona Vallaris (Mεσολόγγι 1975). Σε βιβλία τυπώθηκαν τα σπουδαία φιλολογικά του Δοκίμια με τους τίτλους: Τραγική Aγνοια (Μεσολόγγι 1988) και Σχόλια Ομηρικά (Μεσολόγγι 1991).
Το κείμενο αυτό είναι παρμένο από το βιβλίο «ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ ΤΗΣ ΛΙΝΜΟΘΑΛΑΣΣΑΣ» που εκδόθηκε από την Παπαχαραλάμπειο Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Ναυπάκτου το 2002.

Το κείμενο παρατίθεται τον Αύγουστο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Κώνστας Σ.Κ.

ΓΟΥΡΙΑ (Χωριό) ΙΕΡΑ ΠΟΛΙΣ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ
1911 - 1987
  Φιλόλογος, ερευνητής και συγγραφέας. Γεννήθηκε και πέθανε στη Γουριά Μεσολογγίου. Τέλειωσε την Παλαμαϊκή Μέση Σχολή στο Μεσολόγγι και σπούδασε Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940-1941 πήρε μέρος ως απλός στρατιώτης στην πρώτη γραμμή, κι έχασε και τα δυο του πόδια από τη μέση της κνήμης. Το γεγονός αυτό σημάδεψε όλο τον μετέπειτα βίο του. Δεν απόκτησε δική του οικογένεια. Αφοσιώθηκε στη μελέτη, στην έρευνα και στη συγγραφή. Ο πόνος του για το ατύχημα έγινε πηγή δημιουργίας. Το δημοσιευμένο έργο του είναι εκτεταμένο και καλύπτει διάφορα θεματικά είδη. Εκτός από τα οκτώ (8) βιβλία του και τα εικοσιένα (21) τομίδια με ανάτυπα μελετημάτων του, δημοσίευσε από το 1940 ώς το 1987 σε περιοδικά, εφημερίδες και τόμους εγκυκλοπαίδειας εννιακόσια εξήντα επτά (967) κείμενα με την εξής ειδολογική αναλογία: Ιστορικά 456, Φιλολογικά 196, Λαογραφικά 142, Αρχαιολογικά 37, Γλωσσολογικά 14, Κριτικά 26, ποικίλα σε εγκυκλοπαίδεια 78 και Νεκρολογικά 10. Τα κείμενά του που διακρίνονται για το πρωτότυπο υλικό που προσκομίζουν, την επιστημονική υπευθυνότητα και ακρίβεια, αλλά και την περιγραφική ζωντάνια, είναι καταχωρημένα σε 31 περιοδικά και 22 εφημερίδες...
  Αν και δεν ανήκει στον κλάδο των ειδικών επιστημόνων αρχαιολόγων, η συμβολή του στην έρευνα και στην προβολή των μνημείων της Αιτωλοακαρνανίας υπήρξε μεγάλη. Παρότι τα κάτω άκρα του δεν του επέτρεπαν πολύωρες πορείες, περπάτησε αρκετά, είδε και περιέγραψε πολλά από τα προϊστορικά, τα κλασσικά και τα χριστιανικά μνημεία της Αιτωλοακαρνανίας...
  Οι τίτλοι και μόνο των δημοσιευμένων ανακοινώσεών του είναι αψευδείς μάρτυρες των άοκνων προσπαθειών του για την αποκάλυψη και προβολή των μνημείων αυτών.
  Επιμελήθηκε επίσης τα Aπαντα του ποιητή Μίνου Ζώτου (1972) και παρουσίασε ανέκδοτα ποιήματα του Κωστή Παλαμά, για το έργο και τη ζωή του οποίου έχει κάνει πολλά δημοσιεύματα.
  Υπήρξε μέλος της Λαογραφικής Εταιρείας, της Εταιρείας Στερεοελλαδικών Μελετών και της Εταιρείας Ιστορικών Σπουδών επί του Νεωτέρου Ελληνισμού. Για την πνευματική του προσφορά τιμήθηκε με το Χρυσό Μετάλλιο της Ι. Π. Μεσολογγίου.
Το κείμενο αυτό είναι παρμένο από το βιβλίο «ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ ΤΗΣ ΛΙΝΜΟΘΑΛΑΣΣΑΣ» που εκδόθηκε από την Παπαχαραλάμπειο Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Ναυπάκτου το 2002.

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Σκαλτσάς Χρ. Κώστας

ΕΛΑΤΟΥ (Χωριό) ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ
1901 - 1941
  Γεννήθηκε το 1901 στην Eλατού. Παππούς του είναι ο ξακουσμένος Σκαλτσογιάννης που έκλεψε «εις γάμου κοινωνίαν» την Mαργαρίτα Iωάν. Kαλαντζοπούλου. Tο κλέψιμο της νύφης ήταν συνηθισμένο κοινωνικό φαινόμενο τον περασμένο αιώνα. O πατέρας του Xρήστος παντρεύτηκε την Eλευθερία I. Γκολιοπούλου ή Σαραμαντάνη από την Tερψιθέα αφού «έθεσε εκτός μάχης» Tερψιθιώτη επίδοξο αντεραστή του. O Kώστας όμως ορφάνεψε μικρός κι έτσι ο πατέρας του παντρεύτηκε πάλι από την πλανεύτρα Tερψιθέα την Eλένη Aθ. Σταμάτη ή Σταλίδα. Έτσι απέκτησε τρεις ετεροθαλείς αδελφές την Aικατερίνη, την Mαργαρίτα και την Bασιλική. O πατέρας του για να ζήσει την οικογένειά του ξενιτεύτηκε στην Aμερική, με τα μπουλούκια των μεταναστών στις αρχές του εικοστού αιώνα.
  Mε την υποστήριξη της θείας του Bασιλικής I. Σκαλτσά συζύγου Γιάννη Kαρτέρη φοίτησε στο Eλληνικό Σχολείο (Σχολαρχείο Tερψιθέας. Ένα Σχολαρχείο που όπως αποδείχτηκε στην ιστορία του ήταν φυτώριο ανθρώπων που διέπρεψαν σε πολλούς τομείς της κοινωνίας). Eκτός του K. Σκαλτσά μερικοί απ’ αυτούς απασχολούν και το Συμπόσιό μας: όπως οι Tερψιθιώτες Δ. Kοντογιάννης, A. K. Σκαλτσάς, Aριστοτέλης Στ. Παπασταύρου και από Zωριάνου οι αδελφοί Kώστας και Γιάννης Δ. Kαραβίδας που αργότερα πολιτογραφήθηκαν Nαυπάκτιοι.
  Στη συνέχεια ο Kώστας έρχεται τέλη του 1919 στην Aθήνα και κατατάσσεται στη χωροφυλακή. Aργότερα δίνοντας εξετάσεις γίνεται ενωματάρχης. Διορίζεται στη Bόρ. Eλλάδα όπου και αρχίζει τις αχόρταγες περιηγήσεις του. Tο 1923 τον βρίσκει ο συμπατριώτης του Σπ. Mαυραγάνης στη Θεσσαλονίκη. Mετά από λίγο φεύγει από τη χωροφυλακή (άγνωστο γιατί) και έρχεται στην Kαβάλα όπου και παντρεύεται (από το γάμο του απόκτησε μια κόρη). Έτσι εξηγείται και το πρώτο βιβλίο που δημοσίευσε το 1930 με τίτλο Iστορία της Kαβάλας. Ένα μικρό βιβλίο γραμμένο σε απλό ύφος που πρέπει να θεωρείται πηγή στην βιβλιογραφία για την Kαβάλα. Aπό την πόλη αυτή αρχίζει δειλά-δειλά και τις πρώτες ανταποκρίσεις του στην εφημερίδα Έθνος το 1937. Γίνεται ανταποκριτής Bορείου Eλλάδος και έρχεται πάλι στη Θεσσαλονίκη. Aναλαμβάνει ανταποκρίσεις και ρεπορτάζ παντός τύπου. O μεγαλύτερος ανταγωνιστής του (ίσως και ο μεγαλύτερος δάσκαλός του) στις ανταποκρίσεις του είναι ο συμπατριώτης και φίλος του Σταμάτης Σταματίου (ο γνωστός μας Σταμ-Σταμ). Πάντως ο Kώστας αυξάνοντας τους πόντους του δημοσιογραφικού του αναστήματος υποκύπτει στη σαγήνη της πρωτεύουσας όπου εγκατεστάθηκε γύρω στο 1934.
  Σαν δημοσιογράφος πρέπει να θήτευε κοντά στον Xάρη Σταματίου διότι τον βλέπουμε να ασχολείται με αρχαιολογικά θέματα, που όπως είδαμε από τις συλλογές του Xάρη ήταν η αδυναμία του. Eκτός από την φιλομάθειά του ήταν φίλος της προόδου και γενικά ήταν μοντέρνος άνθρωπος αυτό φαίνεται και μέσα από τα άρθρα του στο Έθνος. Tο 1938 γράφει και το πολύ πρωτότυπο βιβλίο «Oλυμπία». Eίναι ένα ρεπορτάζ για το χώρο και την ιστορία του κάπως σαν χρονογράφημα.

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Παντελής Μπουκάλας

ΛΕΣΙΝΙ (Χωριό) ΙΕΡΑ ΠΟΛΙΣ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ
1957
  Ο Παντελής Σπ. Μπουκάλας γεννήθηκε το 1957 στο Λεσίνι του Μεσολογγίου. Αποφοίτησε από την Οδοντιατρική Αθηνών. Από το 1989 επιμελείται την εβδομαδιαία σελίδα του βιβλίου στην εφημερίδα Καθημερινή, όπου επίσης δημοσιεύει κάθε μέρα επιφυλλίδες κοινωνικού και πολιτικού σχολιασμού. Είναι διορθωτής και επιμελητής εκδόσεων. Μετέχει στο Διοικητικό Συμβούλιο του Μορφωτικού Ιδρύματος της Ένωσης Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών.
  Από το 1980 έχει δημοσιεύσει στις Εκδόσεις «Αγρα» τα βιβλία ποίησης Αλγόρυθμος (1980), Ο μέσα πάνθηρας (1985), Σήματα λυγρά (1992), Η εκδρομή της Ευδοκίας (1993), Ο μάντης (1994), έναν τόμο δοκιμίων και βιβλιοκριτικών υπό τον τίτλο Ενδεχομένως -Στάσεις στην ελληνική και ξένη τέχνη του λόγου (1996), Οπόταν πλάτανος (1999), και τον τόμο Υποθέσεις- Επιφυλλίδες στην Καθημερινή (2001). Έχει μεταφράσει, για τον ίδιο εκδοτικό οίκο, τον ελληνιστικό Επιτάφιο Αδώνιδος του Βίωνος του Σμυρναίου και τα ποιήματα του τόμου Επιτάφιος λόγος -Αρχαία ελληνικά επιτύμβια επιγράμματα.
  Υπό έκδοση είναι ένα βιβλίο με μεταφρασμένα αρχαιοελληνικά Συμποτικά Επιγράμματα της «Παλατινής Ανθολογίας», κι ένα ακόμη όπου μεταφράζεται και παρουσιάζεται το έργο του «τελευταίου Έλληνα ποιητή» Παλλαδά του Αλεξανδρέως (4ος αι. μ.Χ.).
Το κείμενο αυτό είναι παρμένο από το βιβλίο «ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ ΤΗΣ ΛΙΝΜΟΘΑΛΑΣΣΑΣ» που εκδόθηκε από την Παπαχαραλάμπειο Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Ναυπάκτου το 2002.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Δημοσθένης Βουτυράς

ΜΕΣΟΛΟΓΓΙ (Πόλη) ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ
  Ο Δημοσθένης Βουτυράς είναι ένας από τους σημαντικότερους λογοτέχνες του 20ου αιώνα με επιβλητικό έργο σε όγκο και ποιότητα. Ο λογοτέχνης αυτός έχει άμεσους δεσμούς με την πόλη του Μεσολογγίου, αφού η μητέρα του Θεώνη Παπαδή ή Παπαγιάννη ήταν Μεσολογγίτισσα και ο ίδιος έζησε ένα μέρος από τα παιδικά του χρόνια στο Μεσολόγγι. Ο δεσμός της οικογένειας Βουτυρά με το Μεσολόγγι ανανεώθηκε με το γάμο της κόρης του με τον Μεσολογγίτη τραπεζικό υπάλληλο Ανδρέα Κυριακόπουλο.
  Ο Δημοσθένης Βουτυράς γεννήθηκε στις 25-3-1872 στο πλοίο με το οποίο ταξίδευαν οι γονείς του για την Κωνσταντινούπολη, όπου έμειναν τρία χρόνια. Στη συνέχεια η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στο Μεσολόγγι μέχρι που ο πατέρας του, λίγα χρόνια αργότερα, διορίσθηκε συμβολαιογράφος στον Πειραιά.
  Μια σοβαρή αρρώστια, επιληψία με συχνές κρίσεις, καθόρισε την πορεία της ζωής του. Τον ανάγκασε να σταματήσει τη φοίτησή του στο Γυμνάσιο και να γίνει αυτοδίδακτος. Η φοβερή του θέληση να νικήσει τις συνέπειες της αρρώστιας του τον οδήγησε στη συγγραφική εργασία, όπου έβρισκαν διέξοδο οι πόθοι του και διοχέτευε τη μεγάλη ζωτικότητα που τον χαρακτήριζε. Πριν αφιερωθεί ολοκληρωτικά στη λογοτεχνία ο πατέρας του χρεοκόπησε και αυτοκτόνησε και η περιουσία του κατασχέθηκε, γι' αυτό ο Δημοσθένης αναγκάστηκε να εργασθεί σε σκληρές χειρωνακτικές εργασίες. Έτσι γνώρισε τη ζωή και την ψυχολογία των ανθρώπων του μόχθου και της βιοπάλης. Η γνώση αυτή και το έμφυτο ταλέντο του τον ανάδειξαν σε εισηγητή του ρεαλιστικού διηγήματος στην Ελλάδα.
  Ο Βουτυράς είναι από τους πρώτους λογοτέχνες των αρχών του 20ου αιώνα που έγραψε κοινωνικό διήγημα. Σ' όλα τα διηγήματά του ασχολείται με κοινωνικά θέματα και οι ήρωές του είναι άνθρωποι από τη σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα. Η εκμετάλλευση των εργαζομένων στις πρώτες εργατικές φάμπρικες, οι νέες κοινωνικές συνθήκες που δημιουργούνταν στην Ελλάδα στις αρχές του εικοστού αιώνα, η απανθρωπιά και η δυστυχία της καπιταλιστικής κοινωνίας καυτηριάζονται μέσα από το έργο του. Όλοι οι κοινωνικοί θεσμοί, κράτος, θρησκεία, εκπαίδευση, δικαιοσύνη, και ο πόλεμος έγιναν αντικείμενο κριτικής και σάτιρας στο έργο του. Κτυπώντας το άδικο και παράλογο, ξεσκεπάζοντας τις πληγές της κοινωνίας που στηρίζεται στην εκμετάλλευση ο Βουτυράς, πότε έμμεσα και πότε άμεσα, πρόβαλε την ανάγκη της αλλαγής και μάλιστα της επαναστατικής κοινωνικής αλλαγής. Με το έργο του Δημοσθένη Βουτυρά η νεοελληνική πεζογραφία υποπτεύεται και αρχίζει να συνειδητοποιεί την ύπαρξη του κοινωνικού προβλήματος με τη μορφή που το αντιλαμβανόμαστε σήμερα. Το γεγονός αυτό κάνει τον Βουτυρά αντιπρόσωπο μιας ολόκληρης εποχής. Το έργο του διαβάστηκε με πάθος και διαπαιδαγώγησε χιλιάδες αναγνώστες με τις ανθρωποκεντρικές ιδέες που προέβαλε. Οι ιδέες αυτές αποτέλεσαν για μεγάλο χρονικό διάστημα πνευματική τροφή για το προοδευτικό κίνημα της χώρας μας.
  Επίσης, ο Δημοσθένης Βουτυράς θεωρείται ως συγγραφέας των αποτυχημένων της ζωής. Χρεοκοπημένοι μικροαστοί, μικροϋπάλληλοι, απλοϊκοί άνθρωποι του λαού χτυπημένοι από τη φτώχεια και τη δυστυχία, άτομα με ψυχικά τραύματα αποτελούν τους ήρωες του διηγηματογράφου. Ο συγγραφέας, άτομο με σοβαρά προβλήματα υγείας και έχοντας νοιώσει στο πετσί του πολλές αποτυχίες στη ζωή, φαίνεται να διάκειται ευνοϊκά προς τους ανθρώπους εκείνους που βιώνουν τον κοινωνικό ρατσισμό και να επιδιώκει με την προβολή και τη δικαίωσή τους, τη δικαίωση τής ίδιας του ζωής και των αντιλήψεών του.
  Πρωτοεμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα το 1901 με το μεγάλο του αντιπολεμικό διήγημα Ο Λαγκάς. Από το 1901 μέχρι το 1950, που δημοσιεύθηκε το τελευταίο του διήγημα με τίτλο Αργό ξημέρωμα, δημοσίευσε 30 τόμους διηγημάτων με περισσότερα από 400 διηγήματα. Τα κυριότερα είναι: Παπάς ειδωλολάτρης (1920), Οι αλανιάρηδες (1921), Το γκρέμισμα των Θεών (1922), Ο θρήνος των βοδιών (1923), Αριστοκρατική γειτονιά (1924), Μέσα στους ανθρωποφάγους (1927), Στους άγνωστους θεούς (1927), Ύστερα από εκατομμύρια χρόνια (1932), Ο έρωτας στους τάφους (1943) καθώς και τα μυθιστορήματα Το σπίτι των ερπετών (1933) και Τρικυμίες (1945).

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Αθανασιάδης-Νόβας Θεμιστοκλής

ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ (Πόλη) ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ
1896 - 1961
Ποιητής, δημοσιογράφος και θεατρικός κριτικός., αδελφός του πολιτικού.

Κώστας Οικονόμου

  Το όνομα του Κώστα Οικονόμου είναι συνδεδεμένο κυρίως με την Παπαχαραλάμπειο Βιβλιοθήκη, στην οποία υπηρέτησε εικοσιτέσσερα χρόνια και συνέβαλε αποφασιστικά στην οργάνωση, την επέκταση, την προβολή και γενικότερα στην καθιέρωσή της ως ένα πνευματικό κέντρο πανελλαδικής ακτινοβολίας.
  «Καλό Επαχτίτη, φλογερό πατριδολάτρη, αφοσιωμένο από τα παιδικά του χρόνια στη μελέτη, παράλληλα με διάφορα θέματα της ιστορίας και των προβλημάτων του αγαπημένου του Έπαχτου» τον θεωρούσαν οι Επαχτίτες. Το μεγάλο πάθος του Κώστα Οικονόμου ήταν η Παπαχαραλάμπειος Βιβλιοθήκη. Όσοι τον γνώρισαν εντυπωσιάστηκαν από αυτό του το πάθος και την αφοσίωση. Όταν ο διακεκριμένος λογοτέχνης Πέτρος Χάρης τον Αύγουστο του 1967 επισκέφτηκε τη Βιβλιοθήκη της Ναυπάκτου τόσο εντυπωσιάστηκε από την οργάνωση της, που δημοσίευσε στο περιοδικό ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ άκρως επαινετικό σχόλιο για τη Βιβλιοθήκη και τον τότε διευθυντή της Κώστα Οικονόμου. Και ο Χαράλαμπος Χαραλαμπόπουλος συμπληρώνει : «Ο ιεραποστολικός του ζήλος, η θερμουργή φλόγα που τον κατέκαιε, η εργατικότητα και η μεθοδικότητά του μετέβαλαν τη Βιβλιοθήκη σε πνευματικό φάρο. Εκθέσεις, προβολές μορφωτικών ταινιών, διαλέξεις, ήταν στο κέντρο των δραστηριοτήτων της Βιβλιοθήκης».
  Ο Κώστας Οικονόμου κατείχε καλά το επαγγελματικό του αντικείμενο. Αγωνιζόταν για τη σωστή οργάνωση των Βιβλιοθηκών και εξέδωσε σε συνεργασία με τον μετεκπαιδευθέντα στη Βιβλιοθηκονομία σε Πανεπιστήμιο των Η.Π.Α., καθηγητή Φώτη Παίξο, συντομευμένη μετάφραση του βιβλιοθηκονομικού συστήματος δεκαδικής ταξινόμησης DEWEY, που βοήθησε τους 'Eλληνες βιβλιοθηκάριους στα πρώτα τους βήματα. Υπήρξε πρωταγωνιστής στην ίδρυση του Συλλόγου Βιβλιοθηκαρίων Δημοσίων Βιβλιοθηκών στον οποίο εκλέχθηκε και πρόεδρος. Από τη θέση αυτή άρχισε ένα συστηματικό και σπουδαίο έργο. Με την ιδιότητα του Προέδρου, σε συνέντευξη τύπου που πραγματοποίησε στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων με θέμα την κατάσταση και τα προβλήματα των Βιβλιοθηκών, ανάμεσα στα άλλα τόνισε και τα εξής: «Δυστυχώς, δεν έχει ακόμα στη χώρα μας συνειδητοποιηθεί η ζωτική αναγκαιότητα των βιβλιοθηκών και ο πρωταρχικός ρόλος τους στην υποδομή της υποτονικής εξωσχολικής παιδείας. Επιβάλλεται οι Βιβλιοθήκες να περάσουν ταχύρρυθμα στη μέριμνα, πρακτική και ενίσχυση του Κράτους και να θεσπιστούν μέτρα νομοθετικής, οργανωτικής και οικονομικής φύσεως, για να μπορέσουν να γίνουν ζωντανά κέντρα πνευματικής, μορφωτικής και πολιτιστικής δραστηριότητας. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στην ισόρροπη χωροταξική κατανομή των Βιβλιοθηκών με τη βαθμιαία ίδρυση νέων στην ελληνική ύπαιθρο».
  Η "πληθωρική" πνευματική φυσιογνωμία του Κώστα Οικονόμου, ξεπέρασε τα στενά όρια της επαρχίας και καταξιώθηκε σ' ένα ευρύτερο κύκλο ανθρώπων. Την αγωνία του αυτή για την πορεία των θεμάτων που αφορούσαν τη ζωή, τον άνθρωπο, την κοινωνία και κυρίως την επαρχία Ναυπακτίας, ο Κώστας Οικονόμου εξέφραζε συχνά μέσα από τα γραφόμενα του τόσο στις στήλες των τοπικών εφημερίδων όσο και στα δύο του βιβλία που πρόλαβε να εκδόσει. Ένα δείγμα του λογοτεχνικού του ταλέντου μας έδωσε με το ιστορικό του αφήγημα «Το Φλεγόμενο Φλάμπουρο», μια αναφορά στη δράση και τη μαρτυρική θυσία του Γιάννη Ανεμογιάννη. Σε κριτική του για το συγκεκριμένο έργο γράφει ο συγγραφέας Κ.Π. Παπαρούνης: «Σας γράφω γιατί με γοητεύσατε. Σας γνώρισα διευθυντή της βιβλιοθήκης με κάποια ευρύτερα ενδιαφέροντα. Ότι είσθε ένας έξοχος λογοτέχνης, αυτό το εμπιστευτήκατε στα βιβλία σας- Στο «Φλεγόμενο Φλάμπουρο» είστε ένας θαυμάσιος λογοπλάστης με άνετη γραφή κι ανεπανάληπτους διάλογους και προπάντων με συνθετική ικανότητα ρομαντισμού, λυρισμού και επικής παραστατικότητας». Στη συγγραφική του δράση συγκαταλέγεται και ο «Ιστορικός και Τουριστικός οδηγός της Ναυπάκτου», που εκδόθηκε το 1980. Πρόκειται για ένα πολύ ενδιαφέρον πόνημα με λακωνική διεισδυτική ικανότητα στον αρχαιολογικό και ιστορικό χώρο, που είναι χρήσιμο για τους επισκέπτες της πόλης μας. Φαίνεται, ότι στα σχέδιά του ήταν και η διάσωση του υλικού, που αναφέρονται σε διάφορες προσωπικότητες της πόλης μας. Έτσι δικαιολογείται και η έκδοση του βιβλίου για το γιατρό Ευθύμιο Βαρδακουλά, που προλογίζει με συγκίνηση.
  Πολύ σημαντική ήταν η συνεισφορά του στην τοπική κοινωνία με την αξιόλογη τοπική εφημερίδα «Ναυπακτίδα». Πρόκειται για μια εφημερίδα ιδιαίτερα επιμελημένη και στη μορφή και στο περιεχόμενο, με μια σπάνια αισθητική για τοπική εφημερίδα, αμερόληπτη, έξω από πολιτικές διαμάχες, και με την ποικιλία των θεμάτων της «Η Ναυπακτίδα» δεν άργησε να κατακτήσει το αναγνωστικό κοινό και να αποκτήσει πολλούς φίλους, αν και η έκδοσή της ήταν βραχύβια (Ιανουάριος 1966- Απρίλιος 1967). Ψυχή της εφημερίδας, ο Κώστας Οικονόμου, που ήταν συντάκτης και των περισσοτέρων κειμένων της. «Οι επίκαιρες μολυβιές» ήταν το χρονογράφημα που κοσμούσε την εφημερίδα, στο οποίο ο Κώστας Οικονόμου σχολίαζε την επικαιρότητα με κριτική σκέψη και ευαισθησία μέσα από την στήλη αυτή αναδείκνυε πολλές φορές τα τοπικά προβλήματα, προτείνοντας και συγκεκριμένες λύσεις.
  Μερικά από τα θέματα που τον απασχόλησαν ήταν η αναγκαιότητα της γεφύρωσης Ρίου - Αντιρρίου, η κατασκευή παρακαμπτηρίου δρόμου για να «σωθεί η πόλη από το θανάσιμο κίνδυνο των αυτοκινήτων και την υποβάθμιση», όπως έγραφε, ενώ σε άλλα κείμενά του εκφράζει την αγωνία του για την ερήμωση της επαρχίας, την αποξένωση του σύγχρονου ανθρώπου και τη συμβατικότητα των σημερινών ανθρώπινων σχέσεων, και προτρέπει τους Ναυπάκτιους να αντισταθούν και να ενωθούν απέναντι σ' αυτόν τον κίνδυνο, που κάνει τον άνθρωπο αδιάφορο για το συνάνθρωπό του. Αξίζει να σημειωθεί ότι πολύ σημαντική ήταν και η Λογοτεχνική - Ιστορική και Λαογραφική σελίδα της εφημερίδας, στην οποία κάθε φορά, εκτός των άλλων, γίνονταν αναφορά σε κάποιο από τα χωριά της Ναυπακτίας, όπως Ελατού, Τερψιθέα, Αμπελακιώτισσα, Λιμνίστα, Κάτω Βασιλική, κ.α., αναδεικνύοντας έτσι αυτές τις ξεχασμένες περιοχές και στηρίζοντας την τοπική ιστορία και παράδοση. Ακόμα η πέννα του από καυστική γίνεται συχνά λυρική και γλαφυρή, όταν υμνεί τις ομορφιές της φύσης στους «Φθινοπωρινούς Ψιθύρους» ή τις χαρές της ζωής και το ξεφάντωμα της Αποκριάς στο με βακχικό τίτλο χρονογράφημα του «Ευοί - Ευάν». Με την στήλη του «Αξέχαστοι τύποι της Ναυπάκτου» ξεδίπλωνε μπροστά μας με κωμικοτραγικό τρόπο αξέχαστους χαρακτηριστικούς τύπους και φυσιογνωμίες, όπως ο Τσάκαλος, ο Γκάγκας ο Φτεροπόδαρος, ο Μήτρος ο Ρήτωρ, διατηρώντας έτσι στη μνήμη των μεταγενέστερων Ναυπακτίων τις γραφικές αυτές και παράλληλα τραγικές φιγούρες. Τέλος, με τη μακρόχρονη ενασχόλησή του, από τη θέση του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου του Παπαχαραλάμπειου Εθνικού Σταδίου, συνέβαλε αποτελεσματικά στον εκσυγχρονισμό και την καλύτερη δυνατή λειτουργία του Σταδίου.
   Ο πρόωρος θάνατός του, στην πιο δημιουργική φάση της ζωή του, το καλοκαίρι του 1984, άφησε ένα δυσαναπλήρωτο κενό, "ορφάνεψε τον Έπαχτο και όλους τους Επαχτίτες", όπως χαρακτηριστικά γράφτηκε.
  Ο Κώστας Οικονόμου σχεδίαζε πολλές μελέτες για τη Ναύπακτο. Τα συρτάρια του ήταν γιομάτα υλικό σχετικά με τη ναυμαχία της Ναυπάκτου του 1571, τη λαογραφία και την αρχαιολογία της επαρχίας, όπως έχει γραφεί. Τα χειρόγραφά του αυτά περιήλθαν μετά το θάνατό του στην οικογένεια του αδελφού του. Όπως ήταν φυσικό η Παπαχαραλάμπειος Βιβλιοθήκη τέλεσε μνημόσυνο στη μνήμη του, που παρευρέθηκαν πολλοί από τους παλιούς φίλους του. Επίσης η Βιβλιοθήκη οργάνωσε πνευματική εκδήλωση στη μνήμη του με ομιλητή το φίλο του Γιάννη Βαρδακουλά.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Ιωάννης Κουφός

ΝΕΟΧΩΡΙ (Κωμόπολη) ΙΕΡΑ ΠΟΛΙΣ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ
1934 - 2002
  Συγγραφέας, ποιητής, δημοσιογράφος, ιστοριογράφος και εκδότης ο Ιωάννης Κουφός (λογοτεχνικό ψευδώνυμο: Γιάννης Νικάνθης) γεννήθηκε στο Νεοχώρι, φοίτησε στο Γυμνάσιο Αιτωλικού και στην Παλαμαϊκή Σχολή Μεσολογγίου και σπούδασε νομικά στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Αγαπούσε με πάθος το Νεοχώρι και την ευρύτερη περιοχή. Δραστηριοποιήθηκε επαγγελματικά στο δημοσιογραφικό και εκδοτικό χώρο. Υπήρξε εκδότης και διευθυντής τοπικών εφημερίδων, βιβλίων και περιοδικών.
  Εξέδωσε την Αιτωλοακαρνανική και Ευρυτανική Εγκυκλοπαίδεια και από το 1963 ήταν επιμελήτης και συντάκτης της μεγάλης εγκυκλοπαίδειας Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα. Εξέδωσε επίσης Τα Ελληνικά Δημοτικά Τραγούδια, ανθολογία σχολιασμένη (εκδ. Σείριος Αθήνα 1970) καθώς και τα μελετήματα: Μεσολόγγι, Τρεις μορφές της Ρούμελης: Κατσαντώνης- Κοσμάς ο Αιτωλός- Μακρυγιάννης και Κρήτη: Από τους Βυζαντινούς Χρόνους μέχρι τη Μάχη της Κρήτης. Τελευταίο του βιβλίο Η Αιτωλική Παραχελωίτιδα (1997) για το οποίο τιμήθηκε με «Εύφημο μνεία» από την Ακαδημία Αθηνών.
  Απεβίωσε στην Αθήνα στις 13 Απριλίου 2002 και ετάφη στο αγαπημένο του Νεοχώρι.
Το κείμενο αυτό είναι παρμένο από το βιβλίο «ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ ΤΗΣ ΛΙΝΜΟΘΑΛΑΣΣΑΣ» που εκδόθηκε από την Παπαχαραλάμπειο Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Ναυπάκτου το 2002.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Παπανικολάου Ν. Χρήστος

ΝΕΟΧΩΡΙ (Χωριό) ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ
1909 - 1984
  O Xρήστος Παπανικολάου γεννήθηκε το 1909 στο Nεοχώρι Nαυπακτίας. Γιος του Iερέα Nικολάου Παπαευθυμίου, αλλά ορφανός από μικρής ηλικίας μετά το θάνατο του πατέρα του.
  Φοίτησε στην Iερατική Σχολή - Iεροδιδασκαλείο Kορίνθου και πήρε το πτυχίο του δασκάλου. Yπηρέτησε ως δάσκαλος για 2 χρόνια στη Mακεδονία και στο Nεοχώρι για πολύ περισσότερα. Mετεκπαιδεύτηκε στη Γεωργική Σχολή Λάρισας. Πέθανε στη Λαμία 24-12-84 και ετάφη στο χωριό του.
  Στο Nεοχώρι υπηρέτησε για περισσότερα από 30 χρόνια στο εκεί Δημοτικό Σχολείο, ακολουθώντας τις περιπέτειες της περιοχής και του χωριού. Aκάματος εργάτης της παιδείας. Aνήσυχο πνεύμα παρακολουθεί όλα τα τοπικά και γενικά θέματα με συμμετοχή στα σημαντικά γεγονότα. Eκτός από το διάβασμα και τη μελέτη είχε την ευχέρεια του λόγου και της γραφής. Έχει δημοσιεύσει άρθρα παιδαγωγικού περιεχομένου και γενικότερα αναφερόμενα στην εκπαίδευση τα οποία δυστυχώς δεν έχουν ταξινομηθεί, ούτε καν βρεθεί όλα. Eκτός αυτών υπάρχουν δυο βιβλία του το ένα, το μεγαλύτερο ιστορικό με τίτλο H Nαυπακτία στο δύσκολο και ανηφορικό δρόμο του Έθνους κατά τα έτη 1940-1950 και το άλλο Ένας Bράχος νείρεται. Στην ταραγμένη δεκαετία 1940-50 κυριαρχούν τρία γεγονότα Eθνικής εμβέλειας με αντίκτυπο και στη Nαυπακτία που αποτελεί αντικείμενο του βιβλίου. O πόλεμος του 40-41, η Eθνική αντίσταση, ο εμφύλιος πόλεμος και η ανταρτοπληξία σαν επακόλουθο του εμφυλίου. Mε αυτά ασχολείται στο βιβλίο του ο Xρήστος Παπανικολάου. Γεγονότα στη δεκαετία που έζησε ο ίδιος έντονα και από κοντά. Tο βιβλίο εκδόθηκε το 1969.
  Στο πρώτο μέρος αναφέρει πολύ συνοπτικά ορισμένα γεωγραφικά και ιστορικά στοιχεία για την επαρχία της Nαυπακτίας. Στη συνέχεια αναφέρεται στο μεγάλο έπος του 1940. Στον πόλεμο αυτό, ορόσημο της νεώτερης ιστορίας της χώρας, ο ίδιος έλαβε μέρος ως έφεδρος λοχίας και ήταν από τους τελευταίους που γύρισε από το μέτωπο και όπως τόσες χιλιάδες μαχητές με το αίσθημα του ταπεινωμένου νικητή. Aμέσως μετά διεκτραγωδεί την κατάσταση ιδιαίτερα της ορεινής Nαυπακτίας από την έλλειψη τροφίμων και μέσων επιβίωσης και περιγράφει με τα μελανότερα χρώματα τη δράση των μαυραγοριτών.
  Στο δεύτερο μέρος περιγράφονται οι πρώτες κινήσεις για αντίσταση κατά των κατακτητών και αναφέρονται κινήσεις των Nαυπακτίων προς την κατεύθυνση αυτή. Aναφέρεται διεξοδικά στο σημείο αυτό στο κλίμα που υπάρχει στο λαό και στην ψυχολογική κατάσταση ως προς το ενδεχόμενο οργάνωσης αντίστασης κατά του εχθρού. Xαρακτηριστικά σ' ένα σημείο γράφει «ο λαός αναζητεί τους αρχηγούς του». Περιγράφει τη συγκρότηση του EAM-EΛAΣ και άλλων ανταρτικών ομάδων όπως EΔEΣ και πρώτη εμφάνιση των ανταρτικών ομάδων στη γειτονική Eυρυτανία αρχικά και στη Nαυπακτία στη συνέχεια. Για την ανατίναξη του Γοργοποτάμου σημειώνει ότι είναι η μεγαλύτερη στρατιωτική επιτυχία της κατοχής με τη συνεργασία του EΛAΣ και του EΔEΣ και των Αγγλων σαμποτέρ. Aναφέρεται εκτενώς στη συνύπαρξη στην επαρχία μας των δυό κυριοτέρων οργανώσεων EΛAΣ και EΔEΣ, αλλά και σύγκρουση και δυστυχώς στα θύματα της αδελφοκτόνου αυτής σύγκρουσης, μεταξύ των οποίων ο εύελπις Nίκος Σκεπαρνιάς.

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Σχετικές με τον τόπο

Asopius

ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ (Αρχαία πόλη) ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ
Asopius, son of Phormion, was, at the request of the Acarnanians who wished to have one of Phormion's family in the command, sent by the Athenians in the year following his father's naval victories, B. C. 428 (the 4th of the Peloponnesian war), with some ships to Naupactus. He fell shortly after in an unsuccessful attempt on the Leucadian coast. (Thuc. iii. 7.)

Τύραννοι

Evarchus

ΑΣΤΑΚΟΣ (Αρχαία πόλη) ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ
Evarchus, (Euarchos), tyrant of the Acarnanian town of Astacus in the first year of the Peloponnesian war, B. C. 431, was ejected by the Athenians in the summer and reinstated in the winter by the Corinthians. (Thuc. i. 30, 33.) Nothing is mentioned further either of him or of Astacus, but it is probable that the Athenian interest was soon restored. (Comp. i. 102.)

Φιλόσοφοι

Κωνσταντίνος Δημητρόπουλος

ΑΝΩ ΧΩΡΑ (Χωριό) ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ
1899 - 1962
O Kωνσταντίνος Δημητρόπουλος γεννήθηκε το 1899 στη Mεγάλη Λομποτινά Nαυπακτίας, σημερινή Ανω Xώρα. Mετά τις εγκύκλιες σπουδές του, γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Aθηνών, απ' όπου αποφοίτησε κατά το 1922. Στην αρχή της σταδιοδρομίας του εδίδαξε ως σχολάρχης στο Eλληνικό Σχολείο Πλατάνου Nαυπακτίας και κατόπιν στο Eλληνικό Σχολείο Nαυπάκτου. Ύστερα από επιτυχείς εξετάσεις, αναχώρησε για τη Γερμανία για ευρύτερες σπουδές ως υπότροφος του Eλληνικού Δημοσίου. Mετά από επιτυχείς, επί έτη, σπουδές στα Πανεπιστήμια Bερολίνου και Λειψίας, αναγορεύτηκε Διδάκτωρ της Φιλοσοφίας. Mε την επιστροφή του στην Eλλάδα, εδίδαξε σε γυμνάσια των Πατρών, Aθηνών και Θεσσαλονίκης, και σε νεαρή σχεδόν ηλικία, προήχθη σε Γυμνασιάρχη. Στη συνέχεια ανέλαβε τη διεύθυνση των Παιδαγωγικών Aκαδημιών Aθηνών και Πατρών της Φιλεκπαιδευτικής Eταιρείας, εκλεγείς την ίδια εποχή Yφηγητής της Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Aθηνών, όπου και εδίδαξε Φιλοσοφία ως εντεταλμένος Yφηγητής. Tο μοιραίο τον βρήκε παραμονές της εκλογής του ως τακτικού καθηγητού της Φιλοσοφίας.
Oγκώδες είναι το συγγραφικό έργο που κατέλιπε ο αοίδιμος καθηγητής.

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Μάρτιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου


Χαράκτες

Κατράκη Βάσω

ΑΙΤΩΛΙΚΟ (Πόλη) ΙΕΡΑ ΠΟΛΙΣ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ
1914 - 1988
  Σπούδασε στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών από το 1936 ως το 1940 ζωγραφική με καθηγητή τον Κωνσταντίνο Παρθένη και χαρακτική κοντά στον Γιάννη Κεφαλληνό τα χρόνια 1937-40. Ασχολήθηκε και με την εικογράφηση βιβλίων. Η Κατράκη, στα πλαίσια ενός ρεαλισμού αρχικά, προχωρεί, αξιοποιώντας μια δικής της έμπνευσης τεχνική κατεργασίας σκληρής πέτρας (κριτικού ψαμμίτη) σε εξπρεσιονιστικές διατυπώσεις.
  Από τις σημαντικότερες Ελληνίδες χαράκτριες είναι η Βάσω Κατράκη (1914-1988). Μαθήτρια του Κεφαλληνού, δεν έμεινε μόνο στις γνωστές τεχνικές και στους καθιερωμένους τύπους της χαρακτικής. Αρχισε τις προσπάθειές της με την ξυλογραφία και έδωσε μια χαρακτική, στην οποία συνδυάζονται η προσήλωση στην πραγματικότητα με την έμφαση στα εξπρεσιονιστικά στοιχεία. Οι πιο προσωπικές όμως και ολοκληρωμένες προσπάθειές της βρίσκονται σε έργα που βασίζονται στο σκάλισμα της πέτρας, μια τεχνική που δεν έχει καμιά σχέση με τη λιθογραφία. Η χρησιμοποίηση του ψαμμίτη της Σητείας, σκληρής πέτρας με αδρές επιφάνειες, και η συνύπαρξη της σχηματοποίησης και του αποσπασματικού, του μνημειακού και του τοπικού χαρίζουν στις ανθρώπινες μορφές, που αποτελούν και το πιο αγαπημένο της θέμα, μια εκπληκτική εκφραστική φωνή. Μιλώντας για τη δουλειά της στην τεχνική αυτή, η ίδια η χαράκτρια έλεγε: "Η επαφή μου με την τραχεία αυτή Κρητική πέτρα με οδήγησε και στην αναζήτηση καινούργιων εργαλείων. Ο μαντρακάς και τα καλέμια των γλυπτών με βοήθησαν σ' αυτό. Με βαθιές εγκοπές, με σκληρά γδαρσίματα, με απότομα ή ελαφρά περάσματα από τα μαύρα στα άσπρα και αντίθετα προσπαθώ να κατακτήσω την άγνωστη γλώσσα του καινούργιου αυτού υλικού μου και να του αποσπάσω τα μυστικά που θα με βοηθήσουν στην έκφραση των αναγκών μου".

Το κείμενο παρατίθεται τον Νοέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, της Νομαρχίας Αιτωλοακαρνανίας


Κατράκη Βάσω

1914 - 1988
Αξιόλογο λήμμα του Χρ. Χρήστου για τη ζωή και το έργο της στην Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα.

Έχετε τη δυνατότητα να δείτε περισσότερες πληροφορίες για γειτονικές ή/και ευρύτερες περιοχές επιλέγοντας μία από τις παρακάτω κατηγορίες και πατώντας το "περισσότερα":

GTP Headlines

Λάβετε το καθημερινό newsletter με τα πιο σημαντικά νέα της τουριστικής βιομηχανίας.

Εγγραφείτε τώρα!
Greek Travel Pages: Η βίβλος του Τουριστικού επαγγελματία. Αγορά online

Αναχωρησεις πλοιων

Διαφημίσεις

ΕΣΠΑ