gtp logo

Πληροφορίες τοπωνυμίου

Εμφανίζονται 50 τίτλοι με αναζήτηση: Κεντρικές σελίδες  στην ευρύτερη περιοχή: "ΗΡΑΚΛΕΙΟ Νομός ΚΡΗΤΗ" .


Κεντρικές σελίδες (50)

Ανάμεικτα

ΑΓΙΑ ΠΕΛΑΓΙΑ (Λιμάνι) ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ολόκληρη η περιοχή χαρακτηρίζεται από ομαλούς λόφους όπου κυριαρχούν οι ελαιώνες, ενώ στις περιοχές των όρμων της Αγίας Πελαγίας και της Λυγαριάς υπάρχουν αμμώδεις παραλίες για θαλάσσια μπάνια και κυριαρχούν οι τουριστικές δραστηριότητες. Η θάλασσα και η γεωμορφολογία των λόφων κρίνεται ότι αποτελούν τα σημαντικότερα φυσικά δεδομένα της περιοχής γεγονός που έχει αισθητά συμβάλλει στην αναβάθμιση του παρεχόμενου τουριστικού προϊόντος. Η Αγία Πελαγία, η Λυγαριά, το Παλαιόκαστρο, θεωρούνται από τις ομορφότερες τουριστικές περιοχές του Δήμου μας , που προσελκύουν χιλιάδες τουρίστες κάθε καλοκαίρι ,έλληνες και ξένους ενώ έχουν εξελιχθεί σε κέντρα παραθεριστικής κατοικίας.

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Οκτώβριο 2002 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Γαζίου


Αμμουδάρα

ΑΜΜΟΥΔΑΡΑ (Παραλία) ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Στην Αμμουδάρα θα συναντήσετε μια από τις πιο οργανωμένες παραλίες του Νομού Ηρακλείου. Αμμώδης παραλία μήκους 5 χλμ, βραβευμένη με γαλάζια σημαία, κατάλληλη και για αθλοπαιδιές. Τα καλοκαίρια σφύζει από ζωή καθώς δέχεται χιλιάδες τουρίστες. Εκεί θα βρείτε εκπληκτικές ταβέρνες με παραδοσιακή κουζίνα, καφετέριες, μπαρ, κλαμπ για μια υπέροχη νυχτερινή ζωή μέχρι πρωίας.

ΑΜΟΥΡΓΕΛΛΕΣ (Χωριό) ΑΡΚΑΛΟΧΩΡΙ
  Χωριό πάνω στον οδικό άξονα Αλάγνι - Πανόραμα - Στείρωνας - Αμουργιέλες. Απέχει από τα Ηράκλειο περίπου 38 χιλιόμετρα και είναι χτισμένο πάνω στην ανατολική πλευρά του λόφου «Αμυγδαλοκεφάλα» πάνω στην οποία έγιναν μεγάλες συγκρούσεις μεταξύ των Κρητών επαναστατών και των αιγυπτιακών στρατευμάτων τόσο κατά τον δεκάχρονο επαναστατικό αγώνα του 1821 (Αύγουστο του 1823), όσο και κατά την επανάσταση του 1866.
  Για πρώτη φορά συναντάμε το όνομα του χωριού με τη γραφή Amurgielle σε έγγραφο του Δουκικού αρχείου του Χάντακα. Έκτοτε το όνομα του χωριού βρίσκεται καταγεγραμμένο σε όλες τις απογραφές. Κατά την εποχή της Οθωμανοκρατίας το χωριό κατοικείται μόνο από μουσουλμάνους και φαίνεται πως είναι από εκείνα τα χωριά που εξισλαμίστηκαν μαζικά για να μπορέσουν να διατηρήσουν τις περιουσίες τους οι κάτοικοι.
  Σε όλες σχεδόν τις απογραφές παρουσιάζει σταθερό αριθμό κατοίκων εκτός από αυτές μετά το 1928, οπότε ο πληθυσμός παρουσιάζει σταθερή αυξητική πορεία. Στην τελευταία απογραφή μάλλον και αυτό το χωριό δεν ξεφεύγει από την «μοίρα» των άλλων που μετά από μια σταθερότητα αρχίζει η μείωση των κατοίκων. Πάντως το σχολείο του χωριού είναι ένα από τα ελάχιστα των χωριών που συναντήσαμε με φωνές και παιχνίδια των παιδιών.
  Με την ανταλλαγή των πληθυσμών ήρθαν και εγκαταστάθηκαν πολλοί πρόσφυγες που ασχολήθηκαν με την αμπελοκαλλιέργεια, κάνοντας τη σταφίδα και τα σταφύλια το πρώτο προϊόν του χωριού σε ποσότητα και οικονομικές προσόδους.
  Τα προϊόντα του πλούσιου χωριού σήμερα είναι το λάδι, τα αμπελουργικά, τα κτηνοτροφικά, αλλά και τα κηπευτικά που καλλιεργούνται σε αρδευόμενους κήπους και περιβόλια από τις πολλές πηγές που βρίσκονται διάσπαρτες στην περιφέρεια του χωριού.
  Από το χωριό εδώ, καθώς και από τις ρεματιές που βρίσκονται σε ολόκληρη την πλαγιά των βουνών που βρίσκονται πίσω από τα χωριά ξεκινάει ο κύριος όγκος των νερών που τροφοδοτούν τον ποταμό Νίσπητα, έναν από τους κύριους παραπόταμους του Αναποδάρη.

Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του Δήμου Αρκαλοχωρίου


ΑΝΑΛΗΨΗ (Χωριό) ΗΡΑΚΛΕΙΟ
  Ένα παλιός οικισμός που έχει γνωρίσει ραγδαία τουριστική ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια. Διαθέτει πανέμορφες και καταγάλανες παραλίες πολλές απ’ τις οποίες είναι βραβευμένες και οι οποίες εκτείνονται ως τις εκβολές του Αποσελέμη.
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται το Φεβρουάριο 2004 από τουριστικό φυλλάδιο του Δήμου Χερσονήσου.

ΑΝΩ ΚΑΣΤΕΛΛΙΑΝΑ (Οικισμός) ΑΡΚΑΛΟΧΩΡΙ
  Τα Καστελιανά είναι ένα άλλο κεφαλοχώρι του Δήμου στη βόρεια ρίζα των Αστερουσίων. Αποτελούσε τη σημαντικότερο χωριό στο οποίο είχαν εγκατασταθεί οι εργαζόμενοι στα κτήματα των αρχόντων που διέμεναν στο Castel de Belvendere που ήταν χτισμένο στο ύψωμα Κάστελος που αυτόνομο εποπτεύει στην ανατολική πεδιάδα της Μεσαράς.
  Το περίεργο είναι ότι το χωριό δεν αναφέρεται σε έγγραφα της εποχής που και το φρούριο βρισκόταν στην ακμή του. Όμως οι «βούργοι» του φρουρίου όπως αναφέρονται θα πρέπει να ήταν διάσπαρτα οικοδομήματα στην περιοχή ή συστάδες οικιών οι οποίες συνενώθηκαν για να αποτελέσουν τα Καστελιανά.
  Και τα δύο χωριά (Πάνω και Κάτω Καστελιανά) όπως ήδη αναφέραμε αποτελούσαν τους «βούργους» της καστελανίας και στις βενετσιάνικες απογραφές αναφέρονται μαζί με κοινό το όνομα Καστελιανά και μόνο στην απογραφή του 1900 γίνεται ο διαχωρισμός τους. Στην οθωμανική απογραφή το χωριό έχει το όνομα Nefs Rizu και 45 χαράτσια ενώ με την παλιότερη ονομασία του το ξανασυναντάμε στην αιγυπτιακή απογραφή του 1834.
  Το χωριό Πάνω Καστελιανά που μπορεί κανείς να το επισκεφτεί συνεχίζοντας ευθεία από τον δρόμο που φέρνει από τη Γαρίπα είναι όμορφο και δεμένο με την κρητική παράδοσή χωρίς να διαθέτει ιδιαίτερα πλούσια χωράφια. Η κτηνοτροφία και η ελαιοπαραγωγή είναι οι βασικότερες ασχολίες των κατοίκων του χωριού, αλλά και ολόκληρου του διαμερίσματος.
  Ο ποταμός Αναποδάρης που φαίνεται από την πανοραμική θέα που προσφέρει ο Κάστελος αρδεύει (κατά την εποχή που έχει νερό τα κτήματα των φιλόπονων κατοίκων. Στην περιφέρεια του χωριού διασώζεται το τοπωνύμιο «Αποστόλοι[1]» στο οποίο πριν από 40 χρόνια έγιναν οι πρώτες εφαρμογές της γραμμικής καλλιέργειας αμπελώνων και της συστηματικής άρδευσης των, δίνοντας έτσι νέα ώθηση στην αγροτική ανάπτυξη και παραγωγή.
[1] Το τοπωνύμιο διασώζει το παλιό Σιναϊτικο μοναστήρι των Αγίων Αποστόλων που σήμερα δεν υφίσταται. Σε άλλο σημείο γίνεται η σχετική αναφορά για το μοναστήρι των Αγίων Αποστόλων.

Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του Δήμου Αρκαλοχωρίου


Δημοτικό Διαμέρισμα Αρκαλοχωρίου

ΑΡΚΑΛΟΧΩΡΙ (Κωμόπολη) ΗΡΑΚΛΕΙΟ
  Είναι το κεντρικό δημοτικό διαμέρισμα και αποτελείται από έξι συνολικά χωριά. Το Χουμέρι, το Αρχοντικό, το Αρκαλοχώρι, το Γάσι, τη Μουσούτα και την Αγία Σεμνή. Μαζί με το δημοτικό διαμέρισμα του Πατσιδέρου ο πληθυσμός ανέρχεται σε 3943 κατοίκους και είναι το μόνο διαμέρισμα που παρουσιάζει θετικό πρόσημο στην πληθυσμιακή μεταβολή της δεκαετίας του 1980. Ο πληθυσμός αυξήθηκε κατά 400 κατοίκους (11,3%).
  Στο Χουμέρι, που είναι το πρώτο χωριό του διαμερίσματος ο επισκέπτης μπορεί να βρει ένα θαυμάσιο τόπο αναψυχής στην πηγή του χωριού που βρίσκεται κάτω ακριβώς από τη «Χουμεριανή Κεφάλα». Το νερό που κατεβαίνει από τα σπλάχνα του βουνού είναι υγιεινό και πεντακάθαρο. Συνεχίζοντας λίγο βορειότερα το χωματόδρομο σε απόσταση περίπου 100 μέτρων αριστερά βρίσκεται η σπηλιά που πολλές φορές έσωσε τους κατοίκους στις δύσκολες στιγμές της Οθωμανοκρατίας και της Γερμανικής κατοχής.
  Το Αρχοντικό που παλιότερα λεγόταν Αλιτζανή και δυστυχώς άλλαξε το όνομά του είναι χτισμένο πάνω στην απέναντι ράχη της λοφοσειράς. Για να πάει κανείς εκεί πρέπει να περάσει από την Καβαλαρά. Ένα περίεργο τοπωνύμιο που σχετίζεται άμεσα με τη βενετοκρατία.
  Το Αρκαλοχώρι απλώνεται στους πρόποδες του λόφου του Προφήτη Ηλία και αποτελεί συνέχεια του αρχαίου αρκαδικού χωριού που ερείπιά του βρίσκουμε στις πλαγιές του λόφου. Το Αρκαλοχώρι είναι η έδρα του δήμου και το μεγαλύτερο χωριό της ανατολικής περιοχής του Νομού Ηρακλείου. Μετά τις Μοίρες είναι το δεύτερο μεγαλύτερο χωριό του Νομού. Διαθέτει υπηρεσίες και ανέσεις σε καλό επίπεδο οι οποίες όμως καθημερινά αναβαθμίζονται και βελτιώνονται με ραγδαίους ρυθμούς ακολουθώντας την οικονομική ανάπτυξη της κωμόπολης.
  Διασχίζοντας από τη μέση το Αρκαλοχώρι οδηγούμαστε μέσα από τη μεγάλη ευθεία στο Γάσι. Σήμερα τα όρια των δυο χωριών είναι δυσδιάκριτα αφού η επέκταση του Αρκαλοχωρίου οδήγησε στην ένωση των δυο χωριών. Στην οθωμανική εποχή το χωριό ήταν φημισμένο και πλούσιο. Και σήμερα διακρίνονται τα πλουσιόσπιτα των οθωμανών, τα κονάκια με τους μεγάλους χώρους και τα πολλά σοβαντισμένα και πολύχρωμα δωμάτια, ίχνη των οποίων ακόμα σώζονται.
  Το επόμενο χωριό που ανήκει στο δημοτικό διαμέρισμα του Αρκαλοχωρίου είναι η Μουσούτα. Στο χωριό πηγαίνουμε ακολουθώντας το νότιο οδικό άξονα. Πρόκειται για ένα χωριό που η αφετηρία του χάνεται στους πριν από το 14ο αιώνες. Πιθανά το όνομά του να είναι αραβικής προέλευσης. Δυστυχώς οι κάτοικοι του χωριού έχουν απορροφηθεί από το Αρκαλοχώρι, αλλά αν κανείς παρατηρήσει τα εγκαταλελειμμένα σπίτια και τις άλλες εγκαταστάσεις θα διαπιστώσει ότι οι κάτοικοι του χωριού ευημερούσαν σε παλιότερες εποχές. Πολύ όμορφη είναι η βενετσιάνικη βρύση του χωριού που λειτουργεί ακόμη και σήμερα και αποτελεί στολίδι της πλατείας που βρίσκονται τα γραφεία του δραστήριου πολιτιστικού συλλόγου του χωριού.

ΑΡΧΟΝΤΙΚΟ (Χωριό) ΑΡΚΑΛΟΧΩΡΙ
  Χωριό πολύ κοντά στο Αρκαλοχώρι (περίπου δύο χιλιόμετρα προς βορρά) σκαρφαλωμένο στο χείλος της λοφοσειράς που οδηγεί από το πρόσφατα ανασκαμμένο αρχαίο μινωικό ανάκτορο του Γαλατά με πανοραμική θέα, σπουδαία ιστορία και σημαντική πνευματική, πολιτιστική και κοινωνική παρουσία ανάμεσα στα χωριά του Δήμου. Με ιστορική παρουσία και δράση που χάνεται στα πρώτα βυζαντινά χρόνια το Αρχοντικό συνεχίζει να κατοικείται εδώ και αρκετούς αιώνες χωρίς διακοπή.
  Το παλιό όνομα του χωριού ήταν Αλιτζανή ( από τη λέξη «άλικος = ροδόχρωμος» χρώμα που έχουν ακόμη τα χώματα του χωριού ή από την προσωνυμία της Παναγίας αλικιανής). Αλλη εκδοχή για την προέλευση του ονόματος σύμφωνα με τις προφορικές παραδόσεις είναι ότι το όνομα δόθηκε από το βενετσιάνο φεουδάρχη που ονομαζόταν Τζανής και αμέσως μετά την κατάκτηση της Κρήτης από τους Οθωμανούς ασπάστηκε το μουσουλμανισμό για να μη χάσει τις περιουσίες του.
  Το καινούργιο όνομα που πήρε ο βενετσιάνος φεουδάρχης ήταν Αλής. Έτσι από το όνομά του Αλή Τζανής ονομάστηκε και το χωριό του Αλιτζανή. Το δυσεξήγητο στην περίπτωση αυτή είναι η ορθογραφία του ονόματος όπως αυτή μας παραδίδεται από τα έγγραφα με τη γραφή Αλιτζανή και όχι Αλητζανή. Με τη μόδα που παράσυρε και πολλά άλλα χωριά κατά τη δεκαετία του 1960 άλλαξε το όνομά του σε Αρχοντικό, θάβοντας έτσι ένα μεγάλο μέρος της ιστορίας του.
  Στην περιφέρεια του χωριού διακρίνεται ο λιθόστρωτος δρόμος που ξεκινούσε από το ανάκτορο του Γαλατά και μέσω του Αρκαλοχωρίου διέσχιζε την πεδιάδα και την «Περατόστρατα» της Παναγιάς, ενώνοντας το ανάκτορο του Γαλατά με το Ιερό σπήλαιο του Αρκαλοχωρίου και τις άλλες κώμες ή οικισμούς που φαίνεται να αφθονούσαν στην περιοχή του σημερινού Δήμου.
  Το χωριό φιλοξένησε αρκετούς πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία μετά την καταστροφή του 1922 όπως και άλλα χωριά του Δήμου. Οι περιουσίες των οθωμανών μοιράστηκαν διατηρώντας μόνο στα ονόματα των τοπωνυμίων τους πρώην ιδιοκτήτες τους.
  Κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής ο ιερέας του χωριού ήταν ο σημαντικότερος πυρήνας αντίστασης ο οποίος με τη βοήθεια και των άλλων χωριανών, αλλά και των οργανωμένων ομάδων της εθνικής αντίστασης περιέθαλψε και διέσωσε πολλούς άγγλους και νεοζηλανδούς στρατιώτες που δεν πρόφτασαν να διαφύγουν στη Μέση Ανατολή.
  Ο δραστήριος πολιτιστικός σύλλογος του χωριού κάθε Ιούλιο οργανώνει τη γνωστή πια εκδήλωση της «χοχλιδοβραδιάς» με προσφορά μαγειρεμένων σαλιγκαριών με πολλούς τρόπους και με ιδιαίτερη νοστιμιά στους επισκέπτες.

Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του Δήμου Αρκαλοχωρίου


Δημοτικό Διαμέρισμα Αχλάδας

ΑΧΛΑΔΑ (Χωριό) ΓΑΖΙ
Τηλέφωνο: +30 2810 811255
  Το Δημοτικό Διαμέρισμα της Αχλάδας, απέχει από το Ηράκλειο 23 χλμ. Χαρακτηρίζεται ορεινή περιοχή, και το μέσο υψόμετρο της περιοχής είναι 189 μέτρα. Ο οικισμός της Αχλάδας που βρίσκεται στη κορυφή του λόφου που δεσπόζει της Αγίας Πελαγίας, αποτελεί τυπικό παράδειγμα αγροτοκτηνοτροφικού οικισμού. Παρά το γεγονός της ύπαρξης ενός πολύ ενδιαφέροντος παλαιού τμήματος και της εκπληκτικής του θέας, παρατηρείται μια μετακίνηση των παραγωγικών δραστηριοτήτων των κατοίκων του, στη παράλια περιοχή του Δημοτικού Διαμερίσματος.
  Ολόκληρη η περιοχή χαρακτηρίζεται από ομαλούς λόφους όπου κυριαρχούν οι ελαιώνες, ενώ στις περιοχές των όρμων της Αγίας Πελαγίας και της Λυγαριάς υπάρχουν αμμώδεις παραλίες για θαλάσσια μπάνια και κυριαρχούν οι τουριστικές δραστηριότητες. Η θάλασσα και η γεωμορφολογία των λόφων κρίνεται ότι αποτελούν τα σημαντικότερα φυσικά δεδομένα της περιοχής γεγονός που έχει αισθητά συμβάλλει στην αναβάθμιση του παρεχόμενου τουριστικού προϊόντος. Η Αγία Πελαγία, η Λυγαριά, το Παλαιόκαστρο, θεωρούνται από τις ομορφότερες τουριστικές περιοχές του Δήμου μας, που προσελκύουν χιλιάδες τουρίστες κάθε καλοκαίρι, Έλληνες και ξένους ενώ έχουν εξελιχθεί σε κέντρα παραθεριστικής κατοικίας.

Δημοτικό Διαμέρισμα Γαζίου

ΓΑΖΙ (Κωμόπολη) ΜΑΛΕΒΙΖΙΟ
Μόλις 7 χλμ από το Ηράκλειο, βρίσκεται στη δεξιά όχθη του Γαζανού ποταμού, του αρχαίου Τρίτωνος. Η περιοχή του Γαζίου κατοικείται ήδη από τα Μινωικά χρόνια, και σήμερα φιλοξενεί την έδρα του Δήμου στο νεοαναγερθέν Δημαρχείο που βρίσκεται στην Πλατεία Ελευθερίας. Πρόκειται για μια πραγματική πόλη θέρετρο που με τους 12 οικισμούς της γνωρίζει ραγδαία οικιστική ανάπτυξη διατηρώντας ταυτόχρονα το ιδιαίτερο πολιτιστικό της ενδιαφέρον.

Δημοτικό Διαμέρισμα Γαρίπας

ΓΑΡΙΠΑ (Χωριό) ΑΡΚΑΛΟΧΩΡΙ
Τηλέφωνο: +30 28910 93350
  Η Γαρίπα είναι ένα από τα κεφαλοχώρια του Δήμου. Στις αρχές του 20ου αιώνα ήταν αγροτικός Δήμος (έτσι μας παραδίδεται στην απογραφή του 1900) και αργότερα κοινότητα. Βρίσκεται πάνω στον οδικό άξονα Αρκαλοχώρι - Μουσούτα - Πάνω - Κάτω Πουλιές - Γαρίπα - Καστελιανά και σε απόσταση δεκαπέντε περίπου χιλιόμετρα από την έδρα του Δήμου. Το χωριό έχει πλούσια ιστορία που κρύβεται και κάτω από το όνομά του.
  Με το ίδιο όνομα συναντάμε και άλλους οικισμούς σε άλλους Νομούς της Μεγαλονήσου. Δεν είμαστε όμως σε θέση να μιλήσουμε με σιγουριά για την προέλευση του ονόματος παρά το γεγονός ότι μαρτυρείται όνομα Garipu σε έγραφα του 1368. Πιθανόν το όνομα να προέρχεται από κάποιον (τον πρώτο;) οικιστή του με το προαναφερθέν όνομα.
  Το πρώτο χωριό βρίσκεται λίγο ψηλότερα από τη θέση του σημερινού (το Πάνω χωριό) ενώ ήδη από τα χρόνια της Οθωμανοκρατίας χτίστηκε και το κάτω χωριό, αφού στην αιγυπτιακή απογραφή καταγράφεται το όνομα του χωριού σε αρσενικό γένος ως Απάνω και Κάτω Γαρίπας.
  Το χωριό σήμερα παρά το γεγονός ότι δεν παρουσιάζει πληθυσμιακή αύξηση παρουσιάζει ανθηρή οικονομική ζωή (βιοτεχνίες, κηπευτικά, αγροτοκτηνοτροφικά, και άλλα προϊόντα), αλλά και παραδοσιακή ζωή με τα γραφικά καφενεία στην πλατεία του χωριού μπροστά στην εκκλησία.

ΓΑΣΙ (Οικισμός) ΑΡΚΑΛΟΧΩΡΙ
  Ο οικισμός που σήμερα έχει ήδη ενωθεί με το Αρκαλοχώρι μετά τη ραγδαία ανάπτυξη της έδρας του Δήμου. Βρίσκεται χτισμένο στα νότια του λόφου του Προφήτη Ηλία πάνω σε ένα χαμηλότατο χωματόλοφο και σε απόσταση ενός περίπου χιλιομέτρου από το Αρκαλοχώρι στον οδικό άξονα προς Μουσούτα.
  Οι προφορικές παραδόσεις που κατόρθωσαν να διασωθούν από την ανταλλαγή των πληθυσμών θέλουν το χωριό να είναι τόπος κατοικίας «αρχαίων ανθρώπων». Εξάλλου στην περιφέρεια του χωριού έχουν κατά το παρελθόν έρθει στο φως ευρήματα μινωικών χρόνων. Η γειτνίαση με τον Ιερό λόφο του Αρκαλοχωρίου δεν αποκλείει την πιθανότητα αυτή.
  Πάντως με το σημερινό του όνομα συναντάμε το Γάσι για πρώτη φορά στην καταγραφή του Barozzi το 1577 με τη γραφή Gassi στις βενετσιάνικες απογραφές και με το κανονικό σημερινό του όνομα σε όλες τις επόμενες μέχρι το 1961. Στην τελευταία μάλιστα αυτή απογραφή το χωριό κατοικείται από 265 κατοίκους. Στις επόμενες απογραφές του 1971, 1981, όπως αναφέρει ο Σ. Σπανάκης το χωριό δεν αναφέρεται. Δικαίως, λοιπόν, ο Σ. Σπανάκης αναρωτιέται: «τι έγινε ένας οικισμός με 265 κατοίκους τη δεκαετία 1971 - 1981;» Η απάντηση προφανώς είναι ότι το χωριό συγχωνεύτηκε με το Αρκαλοχώρι αφού τα όρια των δύο χωριών έχουν ήδη καταργηθεί από τότε.
  Κατά την εποχή της οθωμανικής κατοχής το Γάσι κατοικείται μόνο από μουσουλμάνους. Μόνο στην απογραφή του 1881 βλέπουμε να κατοικεί ένας μόνο χριστιανός εν μέσω των 171 μουσουλμάνων. Και όπως δείχνουν ακόμη τα ερείπια των σπιτιών τους θα πρέπει να ήταν πλούσιοι γιατί τα σπίτια τους μοιάζουν με αρχοντικά περισσότερο με αυλές πλακόστρωτες, με πολλά δωμάτια, με οντάδες και πολυτελείς χώρους διαμονής, με φούρνους και παραστιές με άνετους και αρκετούς βοηθητικούς χώρους παρά με απλά αγροτόσπιτα.
  Στα ερείπια των σπιτιών μπορεί να παρατηρήσει κανείς μεγάλες πετρόχτιστες αψίδες και με διάφορα αρχιτεκτονικά στοιχεία που περισσότερο θυμίζουν την αρχιτεκτονική της Βενετοκρατίας και ίσως αυτήν της δεύτερης βυζαντινής περιόδου παρά την Οθωμανική εποχή, γεγονός που δηλώνει ότι το χωριό κατοικείται αρκετούς αιώνες πρωτύτερα από την οθωμανική κυριαρχία στη Μεγαλόνησο.
  Γι' αυτό και μετά τη μικρασιατική τραγωδία έρχονται και κατοικούν στο χωριό πρόσφυγες και μάλιστα ενός ανώτερου πνευματικού επιπέδου οι περισσότεροι. Σήμερα το χωριό όπως έχουμε ήδη αναφέρει έχει ενωθεί με το Αρκαλοχώρι, αλλά θα πρέπει να προσεχτεί και να διατηρηθεί το όνομά του που έχει άγνωστη ετυμολογική προέλευση.

Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του Δήμου Αρκαλοχωρίου


Δημοτικό Διαμέρισμα Γωνιών

ΓΩΝΙΕΣ (Χωριό) ΧΕΡΣΟΝΗΣΟΣ
Τηλέφωνο: +30 28970 51372
  Ιστορικό και γραφικότατο χωριό, χτισμένο στους πρόποδες των Λασιθιώτικων βουνών με πολλές φυσικές ομορφιές όπως τα μεγάλα φαράγγια με σπουδαιότερο αυτό της Αμπέλου, τα σπήλαια με τον πλούσιο διάκοσμο, τα δάση των βελανιδιών κ.α. Στοιχεία που συνθέτουν ένα φανταστικό τοπίο με πανοραμική θέα που προσφέρεται για εξερευνήσεις και ήρεμους περιπάτους.
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται το Φεβρουάριο 2004 από τουριστικό φυλλάδιο του Δήμου Χερσονήσου.

Δημοτικό Διαμέρισμα Δεματίου

ΔΕΜΑΤΙ (Χωριό) ΑΡΚΑΛΟΧΩΡΙ
Τηλέφωνο: +30 28910 71071
  Το Δεμάτι είναι ένα χωριό στη ρίζα των Αστερουσίων απέναντι από το ύψωμα Κάστελος όπου βρίσκονταν η αρχαία Πριανσός. Απέχει από τα Αρκαλοχώρι περίπου τριάντα τέσσερα (34) χιλιόμετρα στον οδικό άξονα Αρκαλοχώρι - Μουσούτα - Ανω - Κάτω Πουλιές - Ίνι - Σκινιάς - Δεμάτι.
  Πρώτη έγγραφη αναφορά του χωριού έχουμε στην απογραφή του Barozzi το 1577 και από τότε περιλαμβάνεται σε όλες τις απογραφές. Η ονομασία του χωριού σύμφωνα με τον φιλίστορα δάσκαλο που κατάγεται από το χωριό κ. Μιχάλη Στυλιανάκη προέρχεται από την πρωτοβουλία των κατοίκων των οικισμών που υπήρχαν στην περιοχή να ιδρύσουν ένα κεφαλοχώρι και έτσι δημιουργήθηκε το Δεμάτι από τη συνένωση των γύρω οικισμών οικισμών. Μια άλλη ερμηνεία του ομόμνατος που επιχειρεί ο ίδιος είναι από την υπέροχη θέα που πραγματικά προσφέρει στο μάτι η θέση του χωριού (δες - μάτι = Δεμάτι)
  Στο χωριό ζουν ακόμα οι μύθοι και τα παλιά τραγούδια, τα συνδεμένα με την ιστορία και τα πάθη του τόπου. Μαρτυριάρικα τα ονόματα των τοπωνυμίων γύρω από το χωριό αποκαλύπτουν στον επισκέπτη τους την όμορφη μνήμη και το παραμύθι που ζει ακόμη στις κρυφές πτυχές τους. οι γεωργοκτηνοτροφικές ασχολίες των κατοίκων διατηρούν την παραδοσιακή κρητική ψυχή και φιλοξενία, τον παραδοσιακό τρόπο ζωής και αντίληψης.
  Στο βυζαντινό μοναστήρι του 15ου αιώνα αφιερωμένο στη τιμή των Αγ. Παρασκευής - Ταξιαρχών και Αγ. Μάρκου λειτουργούσε κατά την παράδοση το ένα «κρυφό σκολειό». Η τοποθεσία είναι θαυμάσια όπως την έχει διαμορφώσει ο πολύ δραστήριος πολιτιστικός σύλλογος του χωριού.
  Στα πόδια του χωριού φιδοστρίβει ο Αναποδάρης ποταμός που με την τρομερή ροή του μερικές φορές απομονώνει το χωριό από τον υπόλοιπο Νομό και παρασέρνει τους κόπους των κατοίκων που τολμούν να αψηφήσουν την περιστασιακή του οργή. Βορειοδυτικά του χωριού η Δεματιανή Καμάρα (μοναδικό αρχιτεκτόνημα της βενετσιάνικης αρχιτεκτονικής) σημαδεύει το χρόνο με τα τραγούδια και τις παραδόσεις της.
  Βασικά προϊόντα του χωριού είναι σήμερα τα ελαιοκομικά, τα κτηνοτροφικά και τυροκομικά, ενώ είναι φημισμένο το περίφημο μέλι που παράγεται στα Αστερούσια όρη τα οποία ορθώνονται πίσω του. Δυστυχώς όμως και στο χωριό αυτό Παρουσιάζεται το φαινόμενο της εγκατάλειψης τα τελευταία χρόνια.

ΔΡΑΠΕΤΙ (Χωριό) ΑΡΚΑΛΟΧΩΡΙ
  Είναι ένα όμορφο χωριό που βρίσκεται χτισμένο στην κορυφή ενός λόφου ο οποίος δεσπόζει στην περιοχή. Απέχει από το Αρκαλοχώρι περίπου 15 χιλιόμετρα στον άξονα ΑρκαλοχώριΠάρτιραΜπαδιάς – δεξιά στη διακλάδωση μετά το χωριό προς Πυράθι και τελικά αριστερά μετά το πέρασμα της κοίτης του ποταμού Αναποδάρη.
  Το πρώτο όνομα του χωριού όπως αναγράφεται στις απογραφές του Barozzi (1577) του Καστροφύλακα (1583) και του Basilicata (1630) είναι Truloti. Στην οθωμανική απογραφή του 1671 δεν αναφέρεται όπως δείχνουν οι κατάλογοι της απογραφής. Το ξαναβρίσκουμε στην αιγυπτιακή (1834) και σε όλες στις μετέπειτα απογραφές μέχρι σήμερα.
  Αρχικά υπάγονταν στην επαρχία Ρίζου και μετά το 1867 στην επαρχία Μονοφατσίου. Στη διοικητική διαίρεση του 1878 συμπεριλαμβάνεται στον αγροτικό Δήμο Σκινιά και λίγο αργότερα στην απογραφή του 1900 υπάγεται στο δήμο Παρτήρων κι αργότερα στην ίδια κοινότητα.
  Το όνομα του χωριού προέρχεται από την κρητική λέξη «τρούλα» και «τούρλα» που σημαίνει το ύψωμα, την καμπούρα, τον ύβο (παράβαλε τη λέξη τρούλος των εκκλησιών). Δόθηκε στο χωριό εξαιτίας ακριβώς της θέσης του χωριού πάνω στην «τρούλα» της λοφογραμμής στην οποία είναι χτισμένο.
  Σήμερα το χωριό αποτελεί το δυτικότερο τμήμα του Δήμου Αρκαλοχωρίου κατέχει μια ευρεία εύφορη περιφέρεια και παράγει κυρίως αμπελουργικά και ελαιοκομικά προϊόντα.

Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του Δήμου Αρκαλοχωρίου


ΖΙΝΤΑ (Οικισμός) ΑΡΚΑΛΟΧΩΡΙ
  Το χωριό βρίσκεται φωλιασμένο πάνω στο φρύδι της δυτικής λοφοσειράς που ορίζει τον εύφορο κάμπο του Χουμερίου - Αγίας Σεμνής. Απέναντι ακριβώς από τον ιερό λόφο του Αρκαλοχωρίου μοιάζει με αετοφωλιά με την υπέροχη θέα του. Το χωριό κατοικείται από το 14ο μ. Χ. αιώνα και μετά αδιάκοπα. Το όνομά του το οφείλει κατά πάσα πιθανότητα στον πρώτο οικιστή της μιας και υπήρξε φέουδο της ομώνυμης βενετσιάνικης οικογένειας.
  Μια άλλη άποψη για το όνομα του χωριού καταθέτει ο καθηγητής κ. Κ. Αμαντος που το συνδέει με τη δωρική λέξη σίδα ή (αττικά) σίδη που σημαίνει ρογδιά. Μια ακόμη, τέλος άποψη είναι αυτή που ίσως συνδέει το όνομα του χωριού με την αρκαδική πόλη Ζοίτειον ή Ζήτια και Ζήτα της πελοποννησιακής Αρκαδίας με δεδομένη την παρατήρηση των στενών τοπωνυμιακών τουλάχιστον σχέσεων της Αρκαδικής Κρήτης με αυτήν της Πελοποννήσου. Με μια πιο τολμηρή ακόμη υπόθεση στο όνομα του χωριού με τη γραφή Ζήντα (παραδίδεται και αυτή) ανιχνεύεται και το όνομα του Δία του πατέρα των θεών.
  Στην περιφέρεια του χωριού υπάρχουν δυο σπηλιές με σταλακτίτες στις οποίες έχουν ανιχνευτεί στοιχεία προϊστορικής ζωής. Επίσης έχουν έρθει στο φως κατά καιρούς από αγρότες τυχαία κατά την καλλιέργεια των αγρών τους ή από λαθρανασκαφείς σημαντικά ευρήματα. Ένα μάλιστα κυκλαδίτικο μαρμάρινο ειδώλιο που περιήλθε στα χέρια της αστυνομίας εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Ηρακλείου.
  Πρώτη επίσημη καταγραφή του χωριού με το όνομα που έχει σήμερα συναντάται σε έγγραφο του 1380 που βρίσκεται στο αρχείο του Δούκα του Χάντακα . 'Εκτοτε σε όλες τις απογραφές συναντάται με το ίδιο όνομα, δηλαδή Sinda. Στην Οθωμανική απογραφή γράφεται Zide και Zida στην αιγυπτιακή του 1834. Mέχρι το 1881 κατοικείται αποκλειστικά από μουσουλμάνους και με τη νέα διοικητική οργάνωση της αυτόνομης Κρητικής πολιτείας ορίζεται έδρα του αγροτικού Δήμου Ζήντας.
  Στο χωριό μετά τη μικρασιατική καταστροφή ήρθαν κι εγκαταστάθηκαν πολλοί πρόσφυγες στους οποίους διανεμήθηκαν οι μουσουλμανικές ιδιοκτησίες που περιήλθαν στα χέρια του δημοσίου μετά την αποχώρηση των ιδιοκτητών τους.
  Κατά τους αγώνες της Εθνικής Αντίστασης το χωριό ήταν κέντρο κατασκοπείας αφού η θέση του χωριού προσφέρεται για παρακολούθηση του αεροδρομίου του Καστελίου και των δραστηριοτήτων του. Στο χωριό εύρισκαν καταφύγιο και περίθαλψη οι αντάρτες από τον Πατσίδερο και από τα άλλα χωριά και από τις γύρω σπηλιές εξορμούσαν για τις δολιοφθορές εναντίον των κατακτητών.
  Δυστυχώς σήμερα και στο χωριό αυτό παρατηρείται πληθυσμιακή μείωση . Το Δημοτικό Σχολείο που πριν είκοσι χρόνια έσφυζε από ζωή και ζωντάνευε από τις φωνές των παιδιών σήμερα στέκει άφωνο και με τις πόρτες κλειστές όλο το χρόνο.

Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Αρκαλοχωρίου


ΗΡΑΚΛΕΙΟ (Νομός) ΚΡΗΤΗ
  Ένα ταξίδι στον Νομό Ηρακλείου, σε μια γη ανεπανάληπτων αντιθέσεων και εκπληκτικής ομορφιάς, σε ένα τόπο που ορίζεται από δύο θάλασσες, αυτό που κυριαρχεί είναι η αίσθηση μιας φύσης που έχει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά τα οποία η ανθρώπινη ευφυία και δράση οφείλει να αναζητά ή η εκφραστικότητα της τέχνης οφείλει να μιμείται.
  Ο ταξιδιώτης που θέλει να γνωρίσει σε βάθος την αληθινή Κρήτη δεν πρέπει να περιοριστεί μόνο στην απόλαυση που του προσφέρουν οι υπέροχες παραλίες του Κρητικού και του Λιβυκού Πελάγους. Οφείλει να αναζητήσει τις αιώνιες ρίζες μιας εξαιρετικής ανθρώπινης συμπεριφοράς και παρουσίας που επέζησε χάρι στη γενναιοδωρία μιας υπέροχης φύσης. Μόνο έτσι νέες αισθήσεις θα πλημμυρίσουν το σώμα του σ’ αυτό το ταξίδι με ρυθμούς και συγκινήσεις πρωτόγνωρες ανάμεσα σε ελαιώνες πυκνούς, αμπελώνες πανάρχαιους, βουνίσια αρώματα και ομιλητικότατα ερείπια, μάρτυρες μιας αρχαιότατης καθημερινότητας. Βουνά πανύψηλα, φαράγγια επιβλητικά, κατάφυτα από μια πολυποίκιλη βλάστηση συνθέτουν εξαιρετικής ομορφιάς τοπία. Αλλού άγρια και γυμνή, αλλού δασωμένη η φύση του Ηρακλείου προσφέρει άπειρες εκπλήξεις στον επισκέπτη της. Χωριά μοναστήρια, ξερολιθιές, σκαρφαλωμένα στα βουνά κάστρα και ξωκλήσια, αρχαιότητες, όλα μάρτυρες μια ανόθευτης ακόμα από τον σύγχρονο πολιτισμό ζωής. Παράλληλα όμως με όλα αυτά που απλόχερα η φύση και η ιστορία διαθέτει ο τόπος προσφέρει στον ταξιδιώτη μια άλλη μεγάλη πρόκληση: τους ανθρώπους του, που η κρητική φιλοξενία τους επιβεβαιώνει ότι οι γνησιότεροι απόγονοι του Ξένιου Δία κατοικούν ακόμα και σήμερα σ’ αυτόν τον τόπο. Μ’ αυτούς τους ανθρώπους συντροφιά θα απολαύσεις όλα αυτά που η σύγχρονη Κρήτη έχει κληρονομήσει από την παλαιότερη και τα προσφέρει απλόχερα. Σε αναπτυγμένες τουριστικά περιοχές του Νομού Ηρακλείου με πλούσια υποδομή, και άρτιες εγκαταστάσεις, άνθρωποι με εμπειρία και ευαισθησία θα σε καθοδηγήσουν να ανακαλύψεις τα μυστικά του τόπου και του κόσμου του. Θα σου αποκαλύψουν τον τρόπο να αφουγκραστείς αυτούς τους πανάρχαιους ρυθμούς ζωής που υπάρχουν στις πιο απλές καθημερινές δραστηριότητες. Θα δοκιμάσεις λιχουδιές της πιο υγιεινής Μεσογειακής διατροφής. Θα συμμετάσχεις σε αναρίθμητες γιορτές και πανηγύρια που γίνονται καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου με ρυθμούς και μελωδίες πανάρχαιους που συνοδεύονται με γεύσεις και μυρωδιές από την ευωδιαστή κρητική γη. Θα αφεθείς στη μαγική αίσθηση μιας νύχτας με πανσέληνο και ξάστερο ουρανό, κάτω από το μεθυστικό άρωμα ενός γιασεμιού ή στη μοναξιά μιας ήσυχης παραλίας του Λιβυκού Πελάγους. Θα απολαύσεις την ανθρώπινη ζεστασιά του Κρητικού πίνοντας τον καφέ σου στο καφενείο κάποιου ορεινού χωριού ή στις ευρύχωρες βεράντες ενός πολυτελούς ξενοδοχείου. Στα μεγάλα τουριστικά κέντρα του βορρά και στην πόλη του Ηρακλείου ο επισκέπτης θα μπορέσει να απολαύσει την σύγχρονη ζωή διασκεδάζοντας και κάνοντας τις αγορές του σε πολυάριθμα καταστήματα με εντυπωσιακά πολύτιμα κοσμήματα, εξαιρετικής αισθητικής ρουχισμό ή έργα λαϊκής τέχνης, όλα προϊόντα μιας πανάρχαιας λαϊκής παράδοσης.
  Αυτόν τον τόπο σας προσκαλούμε να ανακαλύψετε και απολαύσετε: το Νομό Ηρακλείου. Καλό σας ταξίδι στη γη του Μύθου και του Ονείρου.
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται το Φεβρουάριο 2004 από τουριστικό φυλλάδιο της Νομαρχιακής Επιτροπής Τουριστικής Προβολής Ηρακλείου.

Δημοτικό Διαμέρισμα Ηρακλείου

ΗΡΑΚΛΕΙΟ (Πόλη) ΚΡΗΤΗ
  Το μεγαλύτερο αστικό συγκρότημα της Κρήτης που είναι η πρωτεύουσα της περιφέρειας Κρήτης αλλά και το μεγαλύτερο οικονομικό κέντρο του νησιού ήταν κατά την Μινωική αρχαιότητα λιμάνι της Κνωσσού.
  Από τότε μέχρι σήμερα γνώρισε πολλούς και διαφορετικούς λαούς και πολιτισμούς. Γνώρισε στιγμές μεγάλης δόξας αλλά και παρακμής, δεδομένου ότι συγκέντρωνε κατά καιρούς ό,τι καλό και ό,τι κακό έφεραν μαζί τους οι διάφοροι κατακτητές του.
  Σήμερα μέσα σε ένα πολύμορφο δομημένο περιβάλλον (με μια περίεργη συνύπαρξη του όμορφου με το άσχημο, του παλιού με το καινούργιο), η πόλη ζει σε ρυθμούς σύγχρονους και προφέρει έντονες συγκινήσεις στον επισκέπτη της. Στην περιτριγυρισμένη από τα βενετσιάνικα τείχη παλιά πόλη μέσα σε ένα φαινομενικό χάος, η ιστορία είναι συνέχει παρούσα. Αρχιτεκτονικές μνήμες διαφορετικών πολιτισμών κάνουν το Ηράκλειο μια πολύ ενδιαφέρουσα πόλη παρά το φαινομενικό χάος που επικρατεί.
  Αλλά και το παρόν προσφέρεται για απλές καθημερινές απολαύσεις στους χώρους όπου εκφράζεται ο σύγχρονος πολιτισμός του νησιού. Στους δρόμους και στις πλατείες της πόλης, στην αγορά και στο βενετσιάνικο λιμάνι, στα μουσεία και τις εκκλησίες του, στα καταστήματα και τις ταβέρνες του θα ανακαλύψει ο επισκέπτης ότι το Ηράκλειο είναι μια ζωντανή πόλη που έχει πολλά να δώσει. Η έντονη νυκτερινή ζωή της πόλης συνδυάζεται με υψηλής ποιότητας πολιτιστικές εκδηλώσεις στη διάρκεια όλου του χρόνου που κορυφώνονται το καλοκαίρι με το διεθνούς φήμης "Ηράκλειο - Καλοκαίρι", όπου παρουσιάζονται επιλεγμένες δημιουργίες της μουσικής, του θεάτρου και του χορού. Μια πόλη που δέχεται το παρελθόν αλλά αναζητεί το καινούργιο. Μια πόλη που προσφέρει για όσους αναζητήσουν την ανάμεικτη εικόνα κρυμμένης μαγείας, ζωής και ζωντάνιας.
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται το Φεβρουάριο 2004 από τουριστικό φυλλάδιο της Νομαρχιακής Επιτροπής Τουριστικής Προβολής Ηρακλείου.

Δημοτικό Διαμέρισμα Ινίου

ΙΝΙ (Χωριό) ΑΡΚΑΛΟΧΩΡΙ
Τηλέφωνο: +30 28910 91432
  Μεγάλο και ζωντανό κεφαλοχώρι του δήμου βρίσκεται σε προνομιακή θέση πάνω σε ένα εύφορο κάμπο που υψώνεται σε ένα μεσοποτάμιο χώρο όπως εύκολα διακρίνεται από τους ψηλούς λόφους που βρίσκονται στα βόρεια.
  Απέχει από το Αρκαλοχώρι περίπου δεκατρία χιλιόμετρα στον οδικό άξονα Αρκαλοχώρι - Μουσούτα - Πουλιές - Μοναστηράκι - Ίνι - Σκινιάς.
  Το χωριό έχει πανάρχαια ιστορία όπως πανάρχαιο (και με άγνωστη σε μας σημασία) είναι και το όνομα του χωριού.
  Στην περιφέρεια του χωριού βλέπει ο επισκέπτης υπολείμματα οικιών και τειχών, θεμελιώσεις οικοδομημάτων και έντονη την αρχαία παρουσία. Στο ύψωμα «Κεφάλα» θεωρείται ότι ήταν το κέντρο της ελληνιστικής Αρκαδίας.
  Τελευταία σε μια δοκιμαστική ανασκαφή ο αρχαιολόγος κ. Αντώνης Βασιλάκης εντόπισε και ανάσκαψε μερικά την μεγάλη μητροπολιτική βασιλική της αρχαίας πρωτοχριστιανικής Αρκαδίας (η οποία πιθανολογείται να αποτελούσε την έδρα της πρώτης μητρόπολης Αρκαδίας)
  Το σημερινό χωριό είναι πλούσιο και σε κατοίκους και σε παραδόσεις και σε παραδοσιακή ζωή. Στην περιφέρεια του χωριού (στις κοίτες του ποταμού Ινιώτη ή Αθλιώτη) στέκουν ακόμη και σήμερα επιβλητικά τα ερείπια των νερόμυλων που κινούνταν από τα νερά του ποταμού.
  Στη θέση Ζωοδόχος Πηγή, όπου το γραφικό και περιποιημένο εκκλησάκι της Παναγίας και πάνω στον ισοπεδωμένο χώρο μέσα σε ένα υπέροχο φυσικό περιβάλλον ο δραστήριος πολιτιστικός σύλλογος έχει καθιερώσει την ωραία εκδήλωση με τίτλο «Συνάντηση της Μικρασιατικής και Κρητικής Κουζίνας» κάθε Σεπτέμβρη.
  Στην δυτική περιφέρεια του χωριού σήμερα κατασκευάζεται ένα πολύ μεγάλο υδροσυλλεκτικό φράγμα το οποίο θα επιλύσει βασικά προβλήματα άρδευσης της περιοχής.

Καβροχώρι

ΚΑΒΡΟΧΩΡΙ (Χωριό) ΓΑΖΙ
Τρία χιλιόμετρα μετά το Γάζι θα συναντήσετε τον οικισμό του Καβροχωρίου, ο οποίος χαρακτηρίζεται από έντονο παραδοσιακό χαρακτήρα και γραφικότητα. Στενά σοκάκια, παλιές φάμπρικες και πετρόκτιστα σπίτια, με οντάδες και ξύλινες σκάλες. Αξίζει να αναφερθεί το παλιό Ελαιοτριβείο (Φάμπρικα) του χωριού το οποίο χρονολογείται τουλάχιστον 200 χρονών.

Δημοτικό Διαμέρισμα Καλεσσών

ΚΑΛΕΣΙΑ (Χωριό) ΓΑΖΙ
  Μικρό γραφικό χωριό με παραδοσιακό οικισμό από πετρόχτιστα σπίτια, χτισμένο σε λόφο. Θυμίζει εποχές του 1900 με την παλιά συνοικία και τα στενά δρομάκια που δίνουν την αίσθηση της ηρεμίας και της απλότητας. Στα καφενεία που υπάρχουν προσφέρεται τσικουδιά και κρητικά παξιμάδια με ελιές από την ντόπια παραγωγή, αλλά και κρασί από τα φημισμένα σταφύλια των Καλεσσών. Στην πλατεία του χωριού υπάρχει η εκκλησία του Ευαγγελισμού, χαρακτηριστικό δείγμα της ενετοκρατούμενης Κρήτης του 13ου αιώνα. Aλλη σπουδαία εκκλησία, εκείνη του Αη Γιώργη, πετρόχτιστη με ρυθμό Βασιλικής, χρονολογείται το 1300.
  Η διαδρομή στα Καλέσσα έχει χαρακτηρισθεί φυσιολατρική αλλά και ιστορική λόγω των μνημείων της περιοχής. Η πορεία που ακολουθείται ως το χωριό, διασχίζει αμπέλια και ελαιώνες με φόντο τη θάλασσα από τη μια κατεύθυνση και τα βουνά από την άλλη. Τα Καλέσσα είναι χτισμένα πάνω σε λόφο, η βάση του οποίου έχει πολλές σπηλιές γνωστές από την Μινωική εποχή οι οποίες αξιοποιήθηκαν αργότερα από τους Ενετούς και διαμορφώθηκαν με λαξευτές καμάρες.

Δημοτικό Διαμέρισμα Καραβάδου

ΚΑΡΑΒΑΔΟΣ (Χωριό) ΑΡΚΑΛΟΧΩΡΙ
  Η παλαιά και άρα σωστή ονομασία του χωριού είναι σε γενική πτώση πληθυντικού αριθμού «Των Καραβάδων» και όχι ο Καραβάδος ή όπως αλλιώς κατά καιρούς αναγράφτηκε, αλλά δε γνωρίζω ποιος «φαεινός νους» άλλαξε το όνομα του χωριού - φυσικά όχι από τους σύγχρονους γιατί το όνομα σε ονομαστική πτώση αναγράφεται για πρώτη φορά το 1928 σε ονομαστική πληθυντικού «Καραβάδοι» και σε ονομαστική ενικού «Καραβαδος» από το 1940. Το χωριό βρίσκεται κυριολεκτικά κρυμμένο μέσα στους λόφους στους οποίους απολήγει η δυτική βουνοσειρά του οροπεδίου της Εμπάρου.
  Το χωριό δεν αναφέρεται σε καμιά απογραφή των βενετών πράγμα που σημαίνει ότι ή δεν υπήρχε, ή είχε άλλο όνομα. Για πρώτη φορά το χωριό με το όνομά του αναγράφεται στην απογραφή του 1881. Το όνομά του χωριού προέρχεται (αυτή είναι η πιθανότερη εκδοχή) από το όνομα των πρώτων οικιστών του (Καραβάδων , από το μαρτυρημένο επώνυμο Καραβάς) που κατέφθασαν μετά το 1630 σύμφωνα με την προφορική παράδοση του χωριού από τον οικισμό «Βουλγάρα», «Βουλγάρο» και «Βουλγάρα» όπως καταγράφεται στις βενετσιάνικες απογραφές.
  Οι πηγές πάντως σιωπούν και η μόνη αναφορά του ονόματος του χωριού στο διάστημα από το 1630 μέχρι και το 1881 γίνεται από το Χουρμούζη Βυζάντιο στα «Κρητικά» του το 1843 όπου ο συγγραφέας επιχειρεί μια ανεπίσημη απογραφή των χωριών και των κατοίκων της Μεγαλονήσου. Πάντως η θέση του χωριού ακριβώς στα νότια της αρχαίας Αρκαδίας και τα όστρακα αγγείων που εύκολα μπορεί κανείς να διακρίνει στην ευρύτερη περιφέρειά του (στου Πλάκα, στο φράγμα, στο ύψωμα πάνω από του Καραβαλή το δέτη, κ.τ.λ.) υποδηλώνουν αρχαίες οικιστικές θέσεις πράγμα που πρέπει να διερευνηθεί από την αρχαιολογική υπηρεσία.
  Οι κάτοικοι ασχολούνται με την ελαιοκαλλιέργεια και την κτηνοτροφία κυρίως, καθώς και με την καλλιέργεια δημητριακών και λίγων κηπευτικών, όσοι βέβαια απομένουν μετά την γενική εγκατάλειψη της υπαίθρου που παρατηρείται την εποχή μας και που πλήττει και αυτό το χωριό. Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι το Δημοτικό Σχολείο του χωριού λειτούργησε και κατά τη σχολική χρονιά 2000 - 2001 με εφτά μαθητές.
  Στους εθνικούς αγώνες οι κάτοικοι του χωριού έχουν δώσει εντυπωσιακό παρόν παρά το γεγονός ότι κανένα ηρώο τιμής δεν έχει στηθεί στη μνήμη των πεσόντων του. Αλλά και στην περίοδο της γερμανικής κατοχής και της εθνικής αντίστασης κατάθεσε το χωριό στο βωμό της πατρίδας τη δική του θυσία.

Δημοτικό Διαμέρισμα Κασάνου

ΚΑΣΑΝΟΣ (Χωριό) ΑΡΚΑΛΟΧΩΡΙ
Τηλέφωνο: +30 28910 61434
  Χωριό που απλώνεται στις εσχατιές του δυτικού πρανούς των Λασηθιώτικων βουνών με πανοραμική θέα πάνω από την κοίτη του Αναποδάρη που φτάνει μέχρι τη θάλασσα στο βάθος της μεσαρίτικης πεδιάδας. Το σούρουπο και τη νύχτα η εικόνα είναι υπέροχη με τα χωριά στις ρίζες των βουνών να ανάβουν την παρουσία τους και να λαμπυρίζουν σαν μικρές ελπίδες στην απεραντοσύνη της νυχτερινής καταχνιάς. Το χωριό είναι χτισμένο σε υψόμετρο 310 μέτρων, ενώ χαμηλά ρέει ο ποταμός που συγκεντρώνει τα νερά από τις πηγές Μιγκιλίσι της Αυλής και βορειότερα από τα υψώματα των Ρουσοχωρίων και του Νηπηδητού.
  Η πρώτη αναφορά του χωριού γίνεται σε έγγραφα του Δουκικού Αρχείου το 1380 με το όνομα «Κασάνοι», ενώ σε άλλο έγγραφο της ίδιας χρονολογίας το όνομα μας παραδίδεται «Κασάνους». Το όνομα του χωριού αποδίδεται από το μεγάλο μελετητή της κρητικής Βενετοκρατίας Στέργιο Σπανάκη στους πρώτους οικιστές του, αφού αναφέρεται οικογενειακό επώνυμο εβραϊκής καταγωγής στην Κρήτη σε έγγραφα του 1368 και 1389. Μια άλλη υπόθεση που μπορεί να ισχύει είναι ότι στο χωριό κα ήρθαν άποικοι από την Ιταλία όπου υπάρχουν μερικές πόλεις με αυτό το όνομα κατά τις επανειλημμένες προσπάθειες των βενετσιάνων για τον αποικισμό της Μεγαλονήσου ιδιαίτερα τους πρώτους αιώνες 13ο και 14ο της βενετσιάνικης εγκατάστασης.
  Το χωριό περιέχεται σε όλες τις καταγραφές από την εποχή των Ενετών και μάλιστα με αρκετούς κατοίκους (ο Καστροφύλακας στην καταγραφή του 1583 αναφέρει ότι στο χωριό κατοικούν 84 κάτοικοι). Τα έγγραφα το παρουσιάζουν ως πλούσιο χωριό και πράγματι δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετική η αλήθεια αφού πέρα από την εργατικότητα των κατοίκων η περιοχή είναι εύφορη και παραγωγική.
  Στην περιφέρεια του χωριού υπάρχουν πολλές εκκλησίες της υστεροβυζαντινής περιόδου με σημαντικές τοιχογραφίες, ενώ γύρω από το χωριό έχουν κατά καιρούς έρθει στο φως διάφορα αρχαιολογικά ευρήματα κυρίως από λαθρανασκαφείς. Σε μερικές από τις εκκλησίες έχουν γίνει και συνεχίζουν να γίνονται αποκαταστάσεις από ειδικά συνεργεία της Εφορείας Βυζαντινών αρχαιοτήτων. Αξιολογότερες από αυτές είναι η εκκλησία του Σωτήρος που βρίσκεται μέσα στο χωριό, και οι τοιχογραφημένες της Αγίας Κυριακής και της Παναγίας στα περίχωρα.
  Το χωριό είναι συνδεμένο με τη νεότερη ιστορία του τόπου, αφού αποτέλεσε φωλιά ανταρτών και αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης, πράγμα που μερικοί κάτοικοί του πλήρωσαν ακριβά. Η θέση του που πρόσφερε προστασία, αλλά και έδινε τη δυνατότητα μιας άμεσης επόπτευσης και κατασκόπευσης του χώρου του πολεμικού αεροδρομίου στο γειτονικό Καστέλι έκανε το χωριό κατάλληλο για τη σχεδόν μόνιμη παρουσία ανταρτών στο χωριό. Στην αρχή του εμφυλίου πολέμου το χωριό έζησε την εμφύλια τραγωδία και πυρπολήθηκε ένα σπίτι.
  Τα βασικότερα προϊόντα του χωριού σήμερα είναι το λάδι, τα φημισμένα εσπεριδοειδή και κηπευτικά και λίγα κτηνοτροφικά. Οι Κασάνοι φημίζονται επίσης για τα νόστιμα και πασίγνωστα στην περιοχή κασανιώτικα κρεμμύδια. Από το χωριό αυτό καταγόταν επίσης ο περίφημος δρομέας, ο γνωστός Παπατζιρίτης με τη σπουδαία δράση και τις πολλές προφορικές παραδόσεις που διάσπαρτες υπάρχουν γεννιούνται και κυκλοφορούν σε όλα τα χωριά της περιφέρειας, δηλωτικά του θαυμασμού και της έκπληξης που συνοδεύουν το όνομά του.

Δημοτικό Διαμέρισμα Καστελλιανών

ΚΑΤΩ ΚΑΣΤΕΛΛΙΑΝΑ (Χωριό) ΑΡΚΑΛΟΧΩΡΙ
Τηλέφωνο: +30 28910 71290
  Αποτελείται από τα χωριά Πάνω και Κάτω Καστελιανά, τα Φαβριανά και το χωριό Φιλίππου στις παρυφές της νοτιοανατολικής Μεσαράς και το χωριό Τσούτσουρος (η αρχαία Ίνατος) στη νότια πλευρά των Αστερουσίων. Όλα τα χωριά του διαμερίσματος είναι χτισμένα στη βόρεια ρίζα των Αστερουσίων. Τα δυο πρώτα χωριά βρίσκονται (ιδιαίτερα το χωριό Κάτω Καστελιανά) κάτω από τον επιβλητικό και αρχαιοκατοικημένο Κάστελο, στην κορυφή του οποίου ακόμη στέκονται τα ερείπια του περίφημου Castel de Belvedere της Βενετοκρατίας, πάνω το οποίο ήταν η έδρα της ομώνυμης καστελανίας Belvedere ή Ρίζου ή Ριζόκαστρου και διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο κατά τους πρώτους αιώνες του αγώνα για εδραίωση της βενετσιάνικης κυριαρχίας στην Κρήτη.
   Στην κορυφή του Κάστελου επίσης τοποθετείται η αρχαία δωρική πόλη Πριανσός ισχυρή και μεγάλη με δικό της νόμισμα και με το επίνειό της την ιερή Ίνατο. Η Πριανσός αναφέρεται ως σπουδαίο κέντρο πολιτιστικής δράσης κατά τους ιστορικούς χρόνους και κατά τους χρόνους των εμφυλίων πολέμων στην αρχαία δωρική προρρωμαϊκή Κρήτη.
  Από το χωριό Πάνω Καστελιανά ο δρόμος με δυτική κατεύθυνση οδηγεί στο χωριό «Φιλίππου» το οποίο εμφανίζεται σε έγγραφο του 1248[1] για πρώτη φορά με αυτό το όνομα. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η αναγραφή του ονόματος από τον Καστροφύλακα (Κ 237) ως Μάζα Φιλίππου Χάμπαθα (Maxa Filipu Gandassa) και ως (Cambothomassa Filipu) (K242) το 1583. Το όνομα Μαζα (Μαζάς όπως και άλλα με αυτήν την ετυμολογία και κατάληξη ) είναι δηλωτικό ιερών κορυφής κατά την άποψη του αρχαιολόγου Νικόλαου Πλάτωνα[2].
  Επιστρέφουμε στα Πάνω Καστελιανά για να ακολουθήσουμε το δρόμο που από τα Κάτω Καστελιανά μέσα από μια θαυμάσια διαδρομή που διασχίζει τα Αστερούσια όρη μας φέρνει το επίνειο του Δήμου στον Τσούτσουρο. Ο δύσκολος χωματόδρόμος μετά από πολλά χρόνια επιτέλους παρέχει ασφάλεια, γρήγορη διάβαση των βουνών και άνετη άφιξη μέχρι το γιαλό με το ωραίο θέρετρο. Ο Τσούτσουρος είναι πασίγνωστος για το σπήλαιο της προελληνικής θεάς Ειλείθυιας (θεάς των τοκετών), με τα σπουδαία αρχαιολογικά ευρήματα στην ευρύτερη περιοχή του, με την υπέροχη φύση του που συνδυάζει την αγριότητα του βουνού και τη δροσιά της θάλασσας, με το μοναδικό ξηρό κλίμα του, με τη σχεδόν σταθερή θερμοκρασία του σε όλες τις περιόδους του χρόνου, με την άνετη διαμονή και τις υποδομές του, τις γραφικές ταβέρνες του, το φρέσκο ψάρι και τα ντόπια φρούτα και λαχανικά του, αλλά κυρίως την καλή καρδιά και φιλοξενία των κατοίκων του, στοιχεία ελκυστικά και ικανά να προσφέρουν ωραία, απολαυστική ξεκούραστη και ποιοτική διαμονή. Η νέα μαρίνα που κατασκευάζεται είναι ικανή να προσφέρει καταφύγιο και να ανεφοδιάζει μικρά πλεούμενα, ακτοπλοϊκά και ιστιοφόρα κρουαζιέρας.
  Φεύγοντας από τον Τσούτσουρο και επιστρέφοντας στα Κάτω Καστελιανά ο δρόμος οδηγεί με ανατολική κατεύθυνση στα Φαβριανά. Το χωριό χτισμένο πάνω στο λόφο που δεσπόζει στην περιοχή παρέχει θαυμάσια θέα μέχρι τη λοφογραμμή που χωρίζει την πεδιάδα της Μεσαράς από την πεδιάδα του Αρκαλοχωρίου και του Καστελίου Πεδιάδος. Τους χειμερινούς μήνες βρυχάται στα πόδια του ο Αναποδάρης ποταμός, ενώ το καλοκαίρι ένα διαρκές δροσιστικό αεράκι δεν επιτρέπει στη δυσφορία του καύσωνα να εγκατασταθεί στα σπίτια του χωριού.
  Τα ευρήματα όμως στην περιφέρεια του χωριού και η γειτνίασή του με την επικράτεια της αρχαίας Πριανσού δεν πρέπει να μας αφήνουν ανυποψίαστους για τη μακρά ιστορία του τόπου.
  Ο δρόμος που περνά μέσα από το χωριό αποτελεί την πρώτη χάραξη του νότιου οδικού άξονα της Κρήτης που εδώ και χρόνια παραμένει ανολοκλήρωτος και ημιτελής. Συνεχίζοντας το δρόμο αυτόν φτάνουμε στο πρώτο χωριό του επόμενου δημοτικού διαμερίσματος Σκινιά.
[1] «Κατάστιχο Εκκλησιών και Μοναστηριών του Κοινού» Ζαχαρία Τσιρπανλή Έκδοση Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Ιωαννίνων 1985 σελ.191
[2] Βλ. «ΤΟ ΙΕΡΟΝ ΜΑΖΑ (Καλού χωριού Πεδιάδος) ΚΑΙ ΤΑ ΜΙΝΩΙΚΑ ΙΕΡΑ ΚΟΡΥΦΗΣ» Κρητικά χρονικά Τόμος 5ος 1952 σελ. 96 κ.ε.
Χωριό Κάτω Καστελλιανά
  Οικισμός του δημοτικού διαμερίσματος των Καστελιανών που απέχει ελάχιστα από τα Πάνω Καστελιανά. Γιαυτό και οι ιστορικές αναφορές είναι κοινές για το δυο χωριά μέχρι το 1940.
  Τα χωριά πρόσφεραν πολλά στον εθνικό αγώνα της Αντίστασης κατά τον τελευταίο μεγάλο πόλεμο αφού και η θέση τους ευνοεί την αντάρτική δράση και οι κάτοικοι συνολικά συμμετείχαν είτε με πρωτόβουλη δράση και προσωπική συμμετοχή στις ανταρτικές ομάδες, είτε με κατασκοπευτική δράση και ασχολούμενοι με την προστασία και φυγάδευση των συμμάχων.
  Η ευκολία και η γνώση των περασμάτων των βουνών, των κόλπων και των προσβάσεων στα νότια παράλια σε συνδυασμό με το θάρρος και τη παλικαριά των κατοίκων υπήρξαν οι σωτήριες προϋποθέσεις για την διεξαγωγή των επιχειρήσεων διάσωσης του συμμαχικού στρατού, εξοπλισμού των αντάρτικων ομάδων, προστασία και διατήρηση του αγώνα.
  Δεν θα ήταν καθόλου υπερβολή να αναφέρουμε στο σημείο αυτό ότι οι κάτοικοι όλων των χωριών της Αστερουσιανής ρίζας με τη δράση τους, την αίσθηση του πατριωτικού καθήκοντος και την αποφασιστικότητα που τους διακρίνει ήταν οι βασικοί συντελεστές που κράτησαν το μεγαλύτερο μέρος της νότιας επικράτειας του Δήμου σχεδόν ελεύθερο κατά το μεγαλύτερο διάστημα της γερμανικής κατοχής

ΚΑΤΩ ΠΟΥΛΙΑ (Οικισμός) ΑΡΚΑΛΟΧΩΡΙ
  Μικρό και όμορφο προσφυγοχώρι φημισμένο παλιότερα για την ομόνοια και σύμπνοια των κατοίκων του. Σήμερα κι αυτό ανήκει στην κατηγορία των χωριών που εγκαταλείπεται από τους νεότερους.
  Η αρχαιότερη αναφορά του χωριού συναντάται στη συλλογή έγγραφων του 1271 που ανήκαν στο συμβολαιογράφο Pietro Scardon. Όμως η ζωή του χωριού - αν στηριχτεί κανείς στις παραδόσεις και συσχετίσει κάποια στοιχεία που κρύβουν τα χώματα και τα τοπωνύμιά του τότε θα πρέπει να οδηγηθεί αρκετά πίσω, στην εποχή της αρχαίας Αρκαδίας.
  Σύμφωνα με κάποιες προφορικές παραδόσεις η ονομασία του προήλθε από την ύπαρξη και λειτουργία εκτροφείων πουλιών κατά την περίοδο της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Σωροί από οστά πουλιών βρίσκονται στην περιοχή με το τοπωνύμιο «Λούτρες».
  Μια άλλη πιθανή εκδοχή για την προέλευση του ονόματος του χωριού είναι η σύνδεσή του με το όνομα του αστερισμού της Πούλιας. Μια τρίτη και πιθανότατα η περισσότερο έγκυρη κατά τη γνώμη μου, αφού δεν έχουμε προγενέστερες γραπτές αναφορές στο χωριό είναι η προέλευση του ονόματος από τους πρώτους οικιστές του χωριού στη θέση που βρίσκεται αυτό σήμερα. Γνωρίζουμε ότι στην περιοχή της Καλαβρίας στην Κάτω Ιταλία και συγκεκριμένα στην περιοχή του Monte Bianco υπάρχει μια μεγάλη κωμόπολη και ολόκληρη περιοχή που ονομάζεται Πούλια.
  Κάποιοι άποικοι, λοιπόν, από την Πούλια της Καλαβρίας (ερχόμενοι κατά την πρόσκληση των βενετσιάνων που επιθυμούσαν να εκλατινίσουν τη Μεγαλόνησο εφαρμόζοντας την πολιτική του στρατιωτικού αποικισμού) πιθανότατα να είναι οι πρώτοι οικιστές του χωριού στο οποίο έδωσαν και το όνομα. Γι' αυτό και οι πρώτες καταγραφές του χωριού είναι σε ενικό αριθμό «Πουλέα» και «Πουλιά». Η «βάφτιση» της νέας πατρίδας με το όνομα της παλιάς είναι πολύ συνηθισμένο φαινόμενο στην ιστορία των λαών και των αποικισμών.
  Στην περιφέρεια του χωριού αναφέρεται ότι είχε το φέουδό του ο βενετσιάνος ευγενής (Venetus Nobile) Γαβλιήλ Βενιέρος (ή Βενιέρης). Πιθανόν του δικού του αρχοντικού να είναι τα λείψανα και οι θεμελιώσεις οικοδομημάτων που βρίσκονται στο μικρό ύψωμα στα νοτιοδυτικά του χωριού που ονομάζεται «Τεπές » και σήμερα βρίσκεται κάτω από το μικρό πευκόδασος που είναι φυτεμένο εκεί.
  Τον βενετσιάνο ευγενή Γαβριήλ Βενιέρη και αφού τον ανέκρινε με τις μεθόδους της εποχής τον εκτέλεσε με απαγχονισμό ο αρχιστράτηγος των δυνάμεων της αυτόνομης δημοκρατίας του Αγίου Μάρκου Ιωάννης Καλλέργης. Μαζί του «...ηυχένισε και τινας συνεταίρους του.»
  Το χωριό κατοικήθηκε από πρόσφυγες αποκλειστικά μετά τη μικρασιατική καταστροφή που ήρθαν από την περιοχή του Τσεσμέ της μικρασιατικής παραλίας. Η προοδευτικότητα των κατοίκων δείχτηκε από τον πρώτο καιρό της εγκατάστασής τους. Στα πρώτα κιόλας χρόνια της εγκατάστασής τους οι πρόσφυγες του χωριού είναι οι πρώτοι που έφτιαξαν αγροτικό συνεταιρισμό στην ύπαιθρο χώρα του Νομού Ηρακλείου.
  Πρώτοι επίσης ίδρυσαν συνεταιριστικό αλευρόμυλο και ελαιοτριβείο μηχανοκίνητο το οποίο σήμερα εκσυγχρονισμένο λειτουργεί σε χέρια ιδιωτών.

Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του Δήμου Αρκαλοχωρίου


Δημοτικό Διαμέρισμα Κεράς

ΚΕΡΑ (Χωριό) ΧΕΡΣΟΝΗΣΟΣ
Τηλέφωνο: +30 28970 51497
  Αποτελείται από δυο παλαιότατους οικισμούς οι οποίοι διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο κατά τις επαναστάσεις των χριστιανών, τον περασμένο ιδίως αιώνα και είναι ζωσμένο από οργιώδη-άγρια βλάστηση και γάργαρα νερά προσφέροντας στον επισκέπτη μοναδικές περιπατητικές διαδρομές. Το ιστορικό μοναστήρι της Παναγίας της Κεράς Καρδιώτισσας ήταν το σημείο φρούρησης του πλούσιου οροπεδίου στα χρόνια των κρητικών αγώνων.
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται το Φεβρουάριο 2004 από τουριστικό φυλλάδιο του Δήμου Χερσονήσου.

Δημοτικό Διαμέρισμα Λευκοχωρίου

ΛΕΥΚΟΧΩΡΙ (Χωριό) ΑΡΚΑΛΟΧΩΡΙ
Τηλέφωνο: +30 28910 22529
  Το παλιό όνομα του χωριού ήταν Βουτουφού με άγνωστη ετυμολογική προέλευση. Απέχει από το Αρκαλοχώρι εξίμιση (6,5) χιλιόμετρα στον οδικό άξονα Αρκαλοχώρι - Αγία Σεμνή - Λευκοχώρι - Γαρίπα - Τσούτσουρος.
  Για πρώτη φορά το όνομα του χωριού αναγράφεται το 1388 σε έγγραφο του Δουκικού Αρχείου του Χάντακα. Το 1577 περιλαμβάνεται στην απογραφή του Barozzi με το όνομα Vutufu και από τον Καστροφύλακα το 1588 με 32 κατοίκους. Με το ίδιο όνομα καταγράφεται σε όλες τις απογραφές μέχρι το 1951. Τότε οι κάτοικοι αποφάσισαν και μετονόμασαν δυστυχώς το χωριό τους σε Λευκοχώρι.
  Το παλιό χωριό είναι χτισμένο πάνω στην κορυφή ενός λόφου με απόκρημνες πλαγιές στη νότια, νοτιοανατολική και νοτιοδυτική πλευρά του. Μπροστά στα πόδια του απλώνεται ένα μικρό αλλά εύφορο οροπέδιο όπου καλλιεργούνται κυρίως αμπέλια για σταφίδα, για σταφύλια και για κρασί.
  Στην οθωμανική κατοχή στο χωριό φαίνεται ότι κατοικούσαν πάντα και χριστιανοί, ενώ κατά τον περασμένο αιώνα στο χωριό έγιναν σκληροί αγώνες για την ελευθερία και την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα. Στην επανάσταση του 1897 το χωριό κάηκε για άλλη μια φορά από τους Οθωμανούς των Παρτήρων, ενώ στην περιοχή δυτικά του χωριού Πάνω Πουλιές ολόκληρη μάχη ξέσπασε μεταξύ των μουσουλμάνων του χωριού και μουσουλμάνων από άλλα χωριά γι ασήμαντη αφορμή.
  Μια άλλη σκληρή μάχη μεταξύ μουσουλμάνων και χριστιανών στην επανάσταση του 1897 στο εξωκλήσι του Αγίου Γεωργίου που συναντάμε έξω από το χωριό στο δρόμο από Αρκαλοχώρι - Αγία Σεμνή - Λευκοχώρι.
  Σε όλους τους εθνικούς αγώνες οι κάτοικοι έδωσαν το δικό τους παρών και προς τιμή τους οι δυο πολιτιστικοί σύλλογοι του χωριού έστησαν ένα καλαίσθητο ηρώο στην πιο όμορφη θέση του χωριού, στο «Πορτάλι» με την υπέροχη θέα προς τον κάμπο της Μεσαράς.
  Στις προηγούμενες δεκαετίες το χωριό απλώθηκε στα χαμηλότερα μέρη του κάμπου που εκτείνεται μπροστά του εγκαταλείποντας την ευάερη κορυφή του λόφου με την απολαυστική θέα και δροσιά των καλοκαιρινών μηνών του έτους.
  Στην περιφέρεια του χωριού στο τοπωνύμιο με το όνομα «Κοκολιανό» υπάρχει ο Γεροντόσπηλιος δεμένος με ωραίες παραδόσεις και θρύλους, ενώ στο ρουμάνι χαμηλά προς τα βορειοανατολικά η φημισμένη τόσο για τις ιαματικές της ιδιότητες, όσο και για τις ωραίες παραδόσεις και θρύλους της τρέχει αιώνες τώρα η νερομάνα «Σαρακήνα». Λίγο πιο πάνω από την πηγή το ξωκλήσι των υστεροβυζαντινών χρόνων με τις ημικατεστραμένες τοιχογραφίες και τους θρύλους του Αφέντη Χριστού.

Μονή Αγίου Γεωργίου Επανωσήφη

ΜΟΝΗ ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΕΠΑΝΩΣΗΦΗ (Μοναστήρι) ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ
Τηλέφωνο: +30 2810 51231, 51093
Οδοιπορικό
  Ένα από τα μεγαλύτερα μοναστήρια της Κρήτης. Απέχει από το Ηράκλειο 32 χιλιόμετρα και αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα Μονής που αναπτύχθηκε και μεγάλωσε κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Πριν από το 1669 ήταν μικρό και ασήμαντο μοναστήρι. Εκείνη την εποχή κυριαρχούσε στην περιοχή μια άλλη Μονή έρημη σήμερα. Η Μονή Αηστράτηγου (Μιχαήλ Αρχαγγέλου) στον Αγαλαντέ.
  Η Μονή Αηστράτηγου βρίσκεται κοντά στο χωριό Καρκαδιώτισσα και απέχει 4,5 χιλιόμετρα από τον Επανωσήφη. Σώζεται μόνον ο Ναός και ελάχιστα κτίσματα τα οποία χρησιμοποιούνται ως κατοικίες κτηνοτρόφων. Στους τοίχους της Μονής, όμως, μπορεί να δει κανείς θαυμάσιες βυζαντινές τοιχογραφίες. Η παράδοση αναφέρει ότι ο Ναός του Αηστράτηγου χτίστηκε από το Βυζαντινό στρατηγό και μετέπειτα Αυτοκράτορα Νικηφόρο Φωκά, όταν ο τελευταίος ελευθέρωσε την Κρήτη από τους Αραβες Σαρακηνούς το 961. Δεν υπάρχουν βέβαια στοιχεία που να αποδεικνύουν αυτή την άποψη, αλλά η ευρύτερη περιοχή σχετίζεται με τη δράση του σπουδαίου αυτού Βυζαντινού. Στο ύψωμα Ρόκα είχε υψώσει φρούριο και είχε εγκαταστήσει το στρατηγείο του. Η Μονή ερημώθηκε κατά τα πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Λίγο πριν και πιο συγκεκριμένα το.1655 εκδηλώθηκε μια επιδημία πανώλους στην Κρήτη η οποία και αφάνισε οριστικά τους κατοίκους ενός κοντινού χωριού του Αγαλαντέ. Για πολλά χρόνια τα σπίτια του χωριού παρέμεναν άδεια, ακατοίκητα μέχρι που καταστράφηκαν. Μέχρι και τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα σώζονταν τα περιβόλια τους, τα καρποφόρα δέντρα ανάμεσα στα αγριόχορτα. Λέγεται πως τότε ερημώθηκε και το μοναστήρι. Οι νεώτερες έρευνες, όμως, έδειξαν πως αυτό δεν ευσταθεί. Είχε Ηγούμενο τουλάχιστον ως το 1672. Πιθανότατα ερημώθηκε λόγω μείωσης του προσωπικού του, λόγω της γρήγορης ανάπτυξης της άλλης Μονής, εκείνης του Απανωσήφη, αλλά και λόγω των ποικίλων τουρκικών καταπιέσεων (μόνον οι μεγάλες Μονές μπορούσαν να πληρώνουν τη βαρύτατη φορολογία).
  Η εκπληκτική ταχύτητα με την οποία αναπτύχθηκε η Μονή Αγίου Γεωργίου Επανωσήφη, οφείλεται, κατά κύριο λόγο στην επιδημία πανώλους του 1655. Ο Αγιος Γεώργιος θεωρήθηκε προστάτης του ντόπιου πληθυσμού από τη φοβερή αρρώστια που σκότωνε κατά δεκάδες τους ανθρώπους. Σε λίγα χρόνια ήταν ένα μεγάλο προσκύνημα. Οι πιστοί αφιέρωναν στον Αγιο χρήματα και περιουσίες. Στο μοναστήρι σώζονται ακόμη και σήμερα εξαιρετικής σημασίας χειρόγραφα με ύμνους προς τον Αγιο Γεώργιο τον Απανωσήφη. Μέσα από τους ύμνους αυτούς οι πιστοί ζητούσαν τη βοήθεια του Αγίου για την εξάλειψη της πανούκλας αλλά και των τουρκικών επιδρομών που εκείνα τα χρόνια αποτελούσαν μάστιγα για την περιοχή. Μπορούμε να φανταστούμε πως οι Τούρκοι που είχαν στρατοπεδεύσει για 22 χρόνια έξω από το σημερινό Ηράκλειο και προσπαθούσαν να καταλάβουν την πόλη, λεηλατούσαν συχνά τα κοντινά χωριά και μοναστήρια, ανάμεσα στα οποία ήταν και η Μονή Επανωσήφη. Ο Ύμνος του Αγίου Γεωργίου είναι σημαντικό κείμενο. Εκτός από την ωραία γλώσσα του δίνει και ιστορικές πληροφορίες για την εποχή του.
  Η μορφή του κτιριακού συγκροτήματος είναι ενδεικτική της εποχής κατά την οποία χτίστηκε η Μονή. Δεν είναι φρουριακής μορφής επειδή μετά το 17ο αιώνα η μοναστηριακή αρχιτεκτονική ακολουθούσε στην Κρήτη το δικό της ρυθμό. Αλλωστε τα μοναστήρια δεν κινδύνευαν πια από πειρατικές επιδρομές για να περιτειχίζονται αλλά και η οχύρωση δεν ήταν ικανή να προστατέψει τους μοναχούς από τους παντοδύναμους τότε Οθωμανούς. Η δομή της Μονής θυμίζει τη λαϊκή κρητική αρχιτεκτονική εκείνης της περιόδου με ανεξάρτητα σπίτια (στο μοναστήρι κελιά), χτισμένα το ένα δίπλα στο άλλο. Η Τράπεζα βρίσκεται ως συνήθως δυτικά του Ναού, εκεί που βρίσκεται και το ηγουμενείο.
  Το κενό των σχετικών με την ίδρυση πληροφοριών προσπαθεί να καλύψει η λαϊκή παράδοση. Αναφέρει πως το μοναστήρι χτίστηκε από ένα οδοιπόρο καλόγηρο που κοιμήθηκε εκεί που είναι σήμερα χτισμένος ο Ναός. Κι άλλες παραδόσεις και θρύλοι προσδίδουν στη Μονή μια μεταφυσική αίγλη. Οι παραδόσεις μιλούν για θαύματα του Αγίου Γεωργίου. Λέγεται πως ένας βοσκός είχε ζητήσει την βοήθεια του Αγίου και του είχε τάξει τα καλύτερα κριάρια από το κοπάδι του. Όταν έφθασε η ώρα να εκπληρώσει το τάμα του πήγε στη Μονή τα κριάρια αλλά όχι τα καλύτερα. Το επόμενο πρωί είδε όλα τα ζώα να έρχονται μόνα τους στο Επανωσήφη.
  Η Μονή γνώρισε ημέρες μεγάλης ακμής μετά το 18ο αιώνα. Μετά το 1750 γίνεται ένα από τα πιο αξιόλογα πνευματικά κέντρα του νησιού. Τα χειρόγραφα εκείνης της περιόδου είναι σημαντικά και περιέχουν εκτός από τα κείμενα και ωραία εικονογράφηση. Ένα τέτοιο χειρόγραφο κατέληξε στο Λονδίνο μετά την επανάσταση του 1821. (Σήμερα βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο). Ένα άλλο βρίσκεται στο Ηράκλειο στο εκθετήριο εικόνων της Αγίας Αικατερίνης, και αρκετά άλλα σώζονται στη Μονή. Τα τελευταία χρόνια, μάλιστα, δημιουργήθηκε εκεί ένα μικρό μουσείο εκκλησιαστικής τέχνης που φιλοξενεί κειμήλια της Μονής.
  Στην επανάσταση του 1821 η Μονή διεδραμάτησε σημαντικό ρόλο. Τα πολύτιμα κειμήλιά της, τα χρυσά και τα αργυρά φορτώθηκαν σε ένα πλοίο και μεταφέρθηκαν στο νησί Ύδρα όπου πουλήθηκαν για να αγοραστούν όπλα με τα οποία συντηρήθηκε ο αγώνας της κρητικής ελευθερίας. Στην επανάσταση αυτή σκοτώθηκαν 18 καλόγηροι του Επανωσήφη. Το μοναστήρι ερημώθηκε. Ο Ναός ανοικοδομήθηκε επί Αιγυπτιοκρατίας (1830-1840), τότε που ο χαλίφης της Αιγύπτου Μεχμέτ Αλής (Μωχάμετ Αλι) έλαβε φιλελεύθερα μέτρα διοίκησης της Κρήτης για να αποφύγει τους σηκωμούς και τις επαναστάσεις. Δεν άργησε όμως να έρθει και άλλη κρητική επανάσταση, εκείνη του 1866. Το μοναστήρι ερημώθηκε για μια ακόμα φορά...
  Εκείνη την περίοδο η Μονή Επανωσήφη συντηρούσε με την τεράστια περιουσία της δεκάδες σχολεία στο Νομού Ηρακλείου. Ο μεγάλος αριθμός των μοναχών που ζουν σήμερα εκεί.(ανάμεσά τους και ο καλλιγράφος καλόγηρος Γαβριήλ Μαμουγιώργης) αποτελεί εξαιρετικό παράδειγμα επιβίωσης της μοναστικής παράδοσης του νησιού.
(Από το Βιβλίο του Ν. Ψιλάκη "Βυζαντινές Μνήμες της Κρήτης" Ηράκλειο 1994)

Μονή Αγίου Ιωάννου Θεολόγου Ανωπόλεως

ΜΟΝΗ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ (Μοναστήρι) ΓΟΥΒΕΣ
Τηλέφωνο: +30 2810 781349
  Νοτιοανατολικά της Ανώπολης, σε μικρή απόσταση, μέσα σε καταπράσινη κοιλάδα, βρίσκεται η μονή του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου.
  Αρχικά, ήταν μετόχι της μονής του Αγ. Γεωργίου κτισμένης στις εκβολές του ποταμού Αποσελέμη. Εξ αιτίας όμως του φόβου των πειρατών πού συχνά έκαναν επιδρομές κατά τον15ο και16ο αιώνα, οι καλόγηροι του Αγ.Γεωργίου, πήραν την εικόνα του, πού σώζεται και σήμερα, και εγκαταστάθηκαν στο μετόχι της μονής Αγ. Ιωάννου του Θεολόγου στην Ανώπολη.
  Ο Νικολ. Παπαδάκης, στο βιβλίο του "Η Εκκλησία της Κρήτης", αναφέρει, ότι η μονή αυτή καθώς και η μονή του Αγ. Ιωάννη του Θεολόγου στην Κριτσά, ανήκαν στην μονή Αγ. Ιωάννου Θεολόγου της Πάτμου.
  Σύμφωνα με μαρτυρίες και παραδόσεις, εκεί λειτούργησε κρυφό σχολειό. Σίγουρα πάντως η μονή αυτή ανέπτυξε εθνική δράση τον τελευταίο αιώνα της Τουρκοκρατίας. Από το 1840 μέχρι το 1908 λειτούργησε στη Μονή σχολείο στο οποίο φοιτούσαν τα παιδιά της περιοχής. Στο σχολείο αυτό δίδαξε και ο μετέπειτα μητροπολίτης Κρήτης Τίτος Ζωγραφίδης.
  Σημαντική υπήρξε επίσης η δράση της μονής στις επαναστάσεις για την απελευθέρωση της Κρήτης. Για την δράση της αυτή, οι Τούρκοι, τον Ιούλιο του 1896, έσφαξαν όσους καλογέρους και λαικούς βρήκαν στη μονή και στο χωριό Ανώπολη, και κατάστρεψαν την μονή. Ο πρώτος μετά την καταστροφή ηγούμενος Καλλίνικος Δασκαλάκης (1904-1936) επανίδρυσε την μονή.

Μονή Αγίου Παντελεήμονος Φόδελε Αγ. Παντελεήμονος

ΜΟΝΗ ΑΓΙΟΥ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΟΣ (Μοναστήρι) ΓΑΖΙ
Τηλέφωνο: +30 2810 521266, 521281
Διαδρομή περίπου πέντε χλμ , δίπλα από τον ποταμό και μέσα από πορτοκαλιές και πλατάνια. Χτισμένο την τελευταία περίοδο της Ενετοκρατίας, βρίσκεται σε πλήρη αρμονία με το κατάφυτο τοπίο. Κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας το μοναστήρι αποτέλεσε κέντρο της επαναστατικής δράσης και παρόλο που γνώρισε σοβαρές καταστροφές και λεηλασίες, διατηρήθηκε η παραδοσιακή μοναστηριακή αρχιτεκτονική του.

Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου Αγκαράθου

ΜΟΝΗ ΑΓΚΑΡΑΘΟΥ (Μοναστήρι) ΘΡΑΨΑΝΟ
Τηλέφωνο: +30 2810 771218, 771621, 771874
Οδοιπορικό
  Βρίσκεται σε ένα μάλλον πετρώδες ύψωμα ανάμεσα στα χωριά Σγουροκεφάλι και Σαμπάς και απέχει από Ηράκλειο 23 χιλιόμετρα. Ο επισκέπτης μπορεί να φτάσει ως εδώ ακολουθώντας το δρόμο Ηράκλειο - Αμνισός - Επισκοπή - Σγουροκεφάλι - Αγκάραθος, μπορεί όμως και να πάει από την κεντρική οδική αρτηρία της επαρχίας Πεδιάδος, από Ηράκλειο προς Καστέλι και να στρίψει αριστερά αρκετά μετά το χωριό Αγιές Παρασκιές.
  Πρόκειται για ένα παλαιότατο μοναστήρι που υπήρχε από το 15ο αιώνα, αλλά δεν αποκλείεται να είχε ιδρυθεί και στα χρόνια της Β΄ Βυζαντινής περιόδου. Δεν υπάρχουν όμως οι πηγές εκείνες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε τέτοια συμπεράσματα. Στην αρχή ήταν μικρό μοναστήρι που ανήκε στη μεγάλη κρητική οικογένεια των Καλλεργών, οικογένεια επιφανών ανδρών, με σπουδαία επαναστατική δράση εναντίον των Ενετών κατακτητών της Κρήτης. Ο πρώτος γνωστός Ηγούμενος της μονής ονομαζόταν Νήφων Νοταράς. Όπως δείχνουν τα στοιχεία που σώθηκαν ο Νήφων ήταν εκείνος που αναδιοργάνωσε και ανέδειξε το μικρό ως τότε μοναστήρι. Η οικογένεια Καλλέργη προσέφερε αρκετά ακίνητα, τα οποία πολλαπλασιάστηκαν αργότερα με δωρεές των πιστών και αγορές.
  Η ανάπτυξη της μονής συνεχίστηκε και κατά τα επόμενα χρόνια. Από τα μέσα του 16ου αιώνα άρχισε να οχυρώνεται η μονή και να αποκτά φρουριακή μορφή, με τρεις εισόδους, από τις οποίες κεντρική ήταν εκείνη της νότιας πλευράς. Σήμερα σώζονται αρκετά στοιχεία από το παλαιό φρουριακό συγκρότημα, όπως οι δύο πύλες, τα θολοσκεπή κτήρια των παλαιών βορδοναρείων κ.α. Στα τέλη του 16ου αιώνα το κτήριο είχε αποπερατωθεί και η μονή κυριαρχούσε στην ευρύτερη περιοχή, όπου βρίσκονταν δεκάδες μικρότερα μοναστήρια, τα περισσότερα από τα οποία έγιναν εξαρτήματα της Αγκαράθου. Την εποχή εκείνη οι ηγούμενοι της μονής κατάγονταν από τη νήσο Κύθηρα, που βρίσκεται κοντά στην Κρήτη. Ο πρώτος Κρητικός ηγούμενος της μονής ονομαζόταν Μάξιμος Λούκαρις και ήταν αδελφός του μεγάλου εκκλησιαστικού άνδρα και Οικουμενικού Πατριάρχη, του Κυρίλλου Λούκαρη. Ο Μάξιμος ανέλαβε τη διακυβέρνηση της μονής το 1619,σε μια δύσκολη περίοδο με πολλές οικονομικές δυσκολίες. Ήταν, όμως, άνθρωπος με οργανωτικές δυνατότητες και κατάφερε να ανακόψει την άσχημη οικονομική πορεία της μονής. Ο επισκέπτης της μονής μπορεί να δει μια κτητορική επιγραφή που βρίσκεται στην Αγκάραθο και φέρει το όνομα του. Βρίσκεται αριστερά μόλις εισέλθει κάνεις στο μοναστηριακό περίβολο από τη σημερινή κεντρική είσοδο.
  Το 1637 η μονή είχε 60 μοναχούς και πολλά εισοδήματα από αγροτικές καλλιέργειες (σιτηρά, κρασί, λάδι, ελιές, όσπρια και λαχανικά)και ήταν ένα από τα πλουσιότερα μοναστήρια της Κρήτης. Η ορθή διοίκηση του Μάξιμου είχε επιφέρει αποτελέσματα...
  Η θέση της μονής στο κέντρο της Κρήτης δημιούργησε τις προϋποθέσεις ώστε να διαδραματίσει έναν ουσιαστικό ρόλο για την κρητική ορθοδοξία. Για το λόγο αυτό επελέγη μετά το θάνατο του Μάξιμου Λούκαρη, μια σημαντική εκκλησιαστική προσωπικότητα της Ενετοκρατούμενης Κρήτης για την ηγουμενία της Αγκαράθου. Πρόκειται για τον μέχρι τότε ηγούμενο της Μονής Ακρωτηριανής Σητείας (σήμερα Τοπλού) Μελέτιο Παντόγαλο. Δεν γνωρίζομε πόσο καιρό έμεινε ηγούμενος της Αγκαράθου ο Μελέτιος, η θητεία του συνέπεσε, όμως, με τα χρόνια πριν από την επίθεση των Τούρκων εναντίον της Κρήτης.
  Πιστεύεται σήμερα ότι η Μονή Αγκαράθου ήταν επί Ενετοκρατίας κέντρο παιδείας στο οποίο σπούδαζαν νεαροί μαθητές, ιερωμένοι ή και λαϊκοί, και αντίγραφαν τα χειρόγραφα βιβλία. Μοναχοί ή Ηγούμενοι της ανέβηκαν όλες τις βαθμίδες της εκκλησιαστικής ιεραρχίας και έγιναν μέχρι και Πατριάρχες (Κύριλλος, Λούκαρις, Μελέτιος Πηγάς, Σύλβεστρος ο Κρης).
  Οι Τούρκοι επιτέθηκαν εναντίον της Κρήτης τον Ιούνιο του 1645. Τον ίδιο χρόνο κατέλαβαν τα Χανιά και τον επόμενο το Ρέθυμνο. Όταν έφτασαν πια στην ενδοχώρα του Ηρακλείου, Ηγούμενος στην Αγκάραθο ήταν ο Αθανάσιος Χριστόφορος, ένας δυναμικός ιερομόναχος που δεν δίστασε να σηκώσει τα όπλα εναντίον των εισβολέων και να σχηματίσει επαναστατικό σώμα με το οποίο πολέμησε λυσσαλέα τους Τούρκους. Η δράση του είναι γνωστή από το έργο του ποιητή και ιστορικού Μαρίνου τζάνε Μπουνιαλή, ο οποίος μας πληροφορεί ότι ο Αθανάσιος σχημάτισε αψίδα με κεφάλια Τούρκων στρατιωτών για να περάσει ο Ενετός στρατηγός Ντολφίν!
  Λίγο μετά τη λυσσαλέα αντίσταση του Αθανάσιου οι Τούρκοι είχαν καταλάβει ολόκληρη την ύπαιθρο της Κρήτης και πολιορκούσαν την πρωτεύουσά της τον Χάνδακα (σήμερα Ηράκλειο). Ο πολεμιστής Ηγούμενος πρόλαβε και έφυγε απ’ το νησί. Βρήκε καταφύγιο στην Ιταλία, όπου μετέφερε και πολλά εκκλησιαστικά κειμήλια για να μην πέσουν αυτά στα χέρια των Οθωμανών. Οι Ενετοί τον καλοδέχτηκαν και έζησε εκεί τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του.
  Ο τελευταίος Ηγούμενος της περιόδου της Ενετοκρατίας ονομαζόταν Μελέτιος Καλλονάς και καταγόταν από τα Κύθηρα. Δεν είναι γνωστό πότε ακριβώς διαδέχτηκε τον Αθανάσιο, πρέπει, όμως, να θεωρείται βέβαιο ότι απλώς έφερε τον τίτλο του Ηγουμένου χωρίς να προλάβει να ασκήσει τα καθήκοντά του. Το πέρασμά του από τη Μονή ήταν σημαντικό επειδή πρόλαβε και φυγάδεψε στην ιδιαίτερη πατρίδα του (στα Κύθηρα) τις ιερές εικόνες κειμήλια, βιβλία και έγγραφα. Τα κειμήλια αυτά παρέμειναν στα Κύθηρα για περισσότερα από 300 χρόνια. Ανάμεσα σ’ αυτά τα κειμήλια ήταν και η εικόνα της Παναγίας που οι Κυθήριοι την ονόμασαν "Παναγία Ορφανή", θέλοντας να πουν ότι η εικόνα αυτή ήταν ορφανή, αφού το μοναστήρι της είχε ήδη πέσει στα χέρια των Τούρκων. Το 1970 οι αρχές των Κυθήρων παρέδωσαν στους μοναχούς της Αγκαράθου όσα από τα κειμήλια είχαν διασωθεί. Ανάμεσα σ’ αυτά ήταν και η εικόνα της Παναγίας, που δεν είναι πια ορφανή, αφού βρίσκεται πάλι στο μοναστήρι της. Μπορεί κανείς να την θαυμάσει μέσα στον ιερό Ναό.
  Η κατάκτηση της Κρήτης από τους Τούρκους δημιούργησε πολλά προβλήματα στη Μονή. Είναι βέβαιο ότι θα τη κατέστρεφαν και θα δήμευαν τα ακίνητά της, αλλά η παρέμβαση του πρώτου Μητροπολίτου Κρήτης Νεόφυτου Πατελάρου ήταν σωτήρια. Οι Τούρκοι δεν κατέστρεψαν το μοναστήρι απαγόρευσαν όμως την επισκευή του. Εκείνα τα χρόνια εγκαταστάθηκε στην Αγκάραθο ο Μητροπολίτης Κρήτης Νεόφυτος, ο πρώτος ύστερα από πολλά χρόνια ορθόδοξος Μητροπολίτης της Κρήτης (οι Ενετοί είχαν καταργήσει τις ορθόδοξες επισκοπές). Τα χρόνια που ακολούθησαν ήταν δύσκολα. Η φορολογία που επέβαλαν οι κατακτητές ήταν βαριά και η καταπίεση αφόρητη. Παρ’ όλα αυτά συνέχισε να λειτουργεί με αρκετούς μοναχούς οι οποίοι ασχολούνταν μόνο με αγροτικές εργασίες, ενώ ελάχιστοι μοναχοί μπορούσαν πλέον να αποκτήσουν παιδεία και να μάθουν ανάγνωση και γραφή. Η Αγκάραθος δε θύμιζε σε τίποτα το παλιό κέντρο παιδείας και πολιτισμού.... Από ότι φαίνεται, η Μονή ενίσχυε και τα επαναστατικά κινήματα και τους μαχητές της κρητικής ελευθερίας.
  Στην επανάσταση του 1821 οι Τούρκοι έσφαξαν τους μοναχούς και έβαλαν φωτιά στα κτήρια. Ένα μεγάλο τμήμα καταστράφηκε. Η Μονή παρέμεινε έρημη για λίγα χρόνια και μετά το τέλος της επανάστασης εγκαταστάθηκαν ξανά εκεί οι μοναχοί που είχαν σωθεί από τη σφαγή. Φαίνεται πως οι μοναχοί περίμεναν την καταστροφή του 1821. Για το λόγο αυτό έκρυψαν σε ένα σπήλαιο τις καντήλες και άλλα εκκλησιαστικά σκεύη. Αλλά ο μοναχός που τα έκρυψα σφαγιάστηκε από τους κατακτητές και κανείς δεν έμαθε που τα είχε κρύψει. Ύστερα από 150 περίπου χρόνια ένας καλόγηρος βοσκός της Μονής βρήκε μέσα στο σπήλαιο μια καντήλα!
  Κατά τις τελευταίες δεκαετίες της Τουρκοκρατίας η Αγκάραθος άρχισε να ξαναβρίσκει την παλιά της αίγλη. Μετά το 1860 ίδρυσε σχολείο στο οποίο φοιτούσαν οι μαθητές από τα γύρω χωριά. Η τουρκική κυριαρχία είχε αρχίσει να γίνεται απαλότερη...
  Οι Κρήτες ξεσηκώθηκαν πάλι το 1866 ζητώντας την ελευθερία τους. Η Αγκάραθος έγινε ορμητήριο ενός σπουδαίου κρητικού ήρωα, του Αντωνίου Τριφύτσου ο οποίος σκοτώθηκε κοντά στη Μονή. Το φυλακτό του και άλλα κειμήλια που είχε φυλάσσονται σήμερα στο μοναστήρι.
  Το 1894 ανοικοδομήθηκε ο Ναός. Η Τουρκοκρατία τελείωσε το 1898 και από τότε άρχισε μια καινούργια περίοδος για την Κρήτη και τα μοναστήρια της. Η Αγκάραθος συγκαταλέγεται ανάμεσα στις Μονές εκείνες που επιβίωσαν και διατηρήθηκαν ως τις μέρες μας. Τα τελευταία χρόνια, που ο μοναχισμός προσέλαβε μια καινούργια πιο πνευματική διάσταση, η Μονή Αγκαράθου έγινε πόλος έλξεως νέων μορφωμένων μοναχών, πτυχιούχων πανεπιστημιακών σχολών και άλλων που έχουν ξαναδώσει στο μοναστήρι την παλιά του μορφή.
  Ο επισκέπτης της Μονής μπορεί να δει τα σωζόμενα τμήματα του παλιού μοναστηριού, τον κατανυκτικό Ναό με τις σύγχρονες τοιχογραφίες που εικονίζουν κρητικούς Αγίους, αλλά και τη ρογδιά της Αγκαράθου. Πρόκειται για ένα μικρό δέντρο που φύτρωσε μπροστά από το ιερό και οι μοναχοί ανάβουν πάντα ένα καντήλι στο κορμό του. Η παράδοση λέει κάτω από το δέντρο αυτό βρέθηκε η εικόνα της Παναγίας και για το λόγο αυτό χτίστηκε η Μονή. Λέγεται πως στην αρχή ήταν αγριόθαμνος αλλά οι πρώτοι μοναχοί το κέντρισαν ρογδιά - παρά τους φυσικούς νόμους - και το "μπόλι" έπιασε. Από τότε το δέντρο είναι ιερό.

(Από το Βιβλίο του Ν. Ψιλάκη "Βυζαντινές μνήμες της Κρήτης", Ηράκλειο 1994)

  Σήμερα το Μοναστήρι είναι ιδιόρρυθμο και έχει 19 αδελφούς.

Μονή Οδηγήτριας

ΜΟΝΗ ΟΔΗΓΗΤΡΙΑΣ (Μοναστήρι) ΜΟΙΡΕΣ
Τηλέφωνο: +30 28920 42364

Μονή Παλιανής

ΜΟΝΗ ΠΑΛΙΑΝΗΣ (Μοναστήρι) ΠΑΛΙΑΝΗ
Τηλέφωνο: +30 2810 791331

Μονή Γενεσίου Θεοτόκου Σαββαθιανών

ΜΟΝΗ ΣΑΒΒΑΘΙΑΝΩΝ (Μοναστήρι) ΓΑΖΙ
Τηλέφωνο: +30 2810 841296, 220579
Βρίσκεται σε μια κατάφυτη λαγκάδα του όρους Βασιλικός κοντά στη Ροδιά. Είναι αφιερωμένη στο προστάτη των μοναχών Aγιο Αντώνιο προς τιμήν του οποίου χτίστηκε ο παλαιός σπηλαιώδης ναός. Από τις σημαντικότερες ιστορικές μονές στην περίοδο της τουρκοκρατίας στην οποία βρήκαν καταφύγιο οι μοναχοί του Αγίου Σάββα (παραλία Αλμυρού) εξαιτίας της δυσπρόσιτης θέσης της. Η Μονή γνώρισε σοβαρές ζημιές κατά την τουρκική επίθεση το 1648, αλλά το 1745 άρχισε η ανασυγκρότησή της.

ΜΟΥΣΟΥΤΑ (Χωριό) ΑΡΚΑΛΟΧΩΡΙ
  Πάνω στον οδικό άξονα Αρκαλοχώρι - Γάσι - Μουσούτα και στο τρίτο χιλιόμετρο από την έδρα του Δήμου προς νότο. Περιβάλλεται από όμορφη φύση και η περιφέρεια του χωριού έχει γόνιμη γη αλλά δύσκολη στην καλλιέργειά της. Τα βασικότερα προϊόντα σήμερα του χωριού είναι το λάδι και τα αμπελουργικά προϊόντα. Τελευταία οι κάτοικοι έχουν επιδοθεί και στην κτηνοτροφία.
  Το χωριό για πρώτη φορά αναφέρεται γραπτά σε έγγραφο του 1373 του Δουκικού αρχείου του Χάντακα. Με το όνομα Μουζούτα. Η σίγουρη βενετσιάνικη παρουσία στο χωριό επιβεβαιώνεται από την ωραία βενετσιάνικη βρύση στην πλατεία του χωριού με τις ανάγλυφε κεφαλές λεόντων και τους επίσης ανάγλυφους κίονες στις γωνιές του κτίσματος.
  Το χωριό καταγράφεται σε όλες τις βενετσιάνικες απογραφές με το όνομα Musuta ενώ στην οθωμανική απογραφή του 1671 γράφεται με το όνομα Mesuta. Στην αιγυπτιακή του 1834 αναγράφεται εσφαλμένα με τη γραφή Nusuta με μια (1) χριστιανική και δώδεκα (12) μουσουλμανικές οικογένειες. Στην απογραφή του 1881 ανήκει στο Δήμο Αρκαλοχωρίου με 16 χριστιανούς κατοίκους και 63 μουσουλμάνους.
  Γι' αυτό στο χωριό εγκαταστάθηκαν αρκετοί πρόσφυγες μετά την τραγωδία και την ήττα στη Μικρά Ασία. Σήμερα ο πολιτιστικός σύλλογος αναπτύσσει σημαντική δράση αλλά οι κάτοικοι εγκαταλείπουν το χωριό κυρίως λόγω της στενής γειτνίασης του με την έδρα του δήμου. Τελευταία όμως παρατηρείται μια προσπάθεια ανακαίνισης κάποιων παλιών σπιτιών που φανερώνουν μια τάση για επιστροφή αν όχι για μόνιμη κατοίκηση πάντα, τουλάχιστον για τις καλές στιγμές του χρόνου.

Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του Δήμου Αρκαλοχωρίου


ΜΠΑΔΙΑΣ (Χωριό) ΑΡΚΑΛΟΧΩΡΙ
  Το χωριό βρίσκεται πάνω στον οδικό άξονα που έρχεται από τα Πάρτηρα και είναι χτισμένο καταμεσής ενός εύφορου κάμπου με αμπέλια και ελιές.
  Το όνομα του χωριού ανευρίσκεται σε έγγραφα ήδη από το 1379 σε έγγραφο του Δουκικού αρχείου του Χάντακα. Ευρίσκεται επίσης σε όλες τις βενετσιάνικες απογραφές με το όνομα Pandea και Βadia το 1630. Στην απογραφή των Οθωμανών του 1671 το όνομα του χωριού αναγράφεται Badye και στην αιγυπτιακή απογραφή πλέον απογράφεται Bathia με το σημερινό του όνομα.
  Κατοικείται κυρίως από μουσουλμάνους και μάλλον ανήκει στην ομάδα των χωριών που εξισλαμίστηκαν ομαδικά αμέσως μετά την οθωμανική κατάκτηση της Μεγαλονήσου. Γι' αυτό και μέχρι την απογραφή του 1881 δεν έχουμε κανένα χριστιανό κάτοικο στο χωριό, οπότε βρίσκουμε μια χριστιανική και δεκατρείς μουσουλμανικές οικογένειες.
  Από το 1920 ως το 1928 παρουσιάζει μια εντυπωσιακή μείωση των κατοίκων του (από 96 μειώνονται σε 59) κι αμέσως μετά αυξάνονται με γρήγορους ρυθμούς φτάνοντας τον αριθμό 137 στην απογραφή του 1961, οπότε και πάλι αρχίζει η φθίνουσα πληθυσμιακή πορεία.
  Η προέλευση του ονόματος είναι άγνωστη. Η προσπάθεια να ετυμολογηθεί και να συνδεθεί το χωριό με τους Αμπαδιώτες μουσουλμάνους μάλλον θα πρέπει να κριθεί ατυχής αφού το όνομα του χωριού υπάρχει πολύ πριν από την εγκατάσταση των Αμπαδιωτών της Κρήτης στην περιοχή του Μυλοποτάμου. Εκτός κι αν γίνει Δεκτή η άποψη ότι οι Αμπαδιώτες ήταν υπολείμματα των Αιγυπτίων - Σαρακηνών που το 825 ως γνωστόν κατέλαβαν την Κρήτη.
  Σήμερα το χωριό αν και διαθέτει πλούσια εδάφη με συστηματικές καλλιέργειες και ποικιλία παραγωγής προϊόντων εντούτοις δεν μπορεί να συγκρατήσει και τους νέους να παραμείνουν στο χωριό.

Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του Δήμου Αρκαλοχωρίου


Δημοτικό Διαμέρισμα Νιπιδιτού

ΝΙΠΙΔΙΤΟΣ (Χωριό) ΑΡΚΑΛΟΧΩΡΙ
Τηλέφωνο: +30 28910 61204
  Μεγάλο χωριό σκαλωμένο στις δυτικές πλαγιές των Λασιθιώτικων βουνών. Στην παλιότερη γεωγραφική διαίρεση ανήκε στην επαρχία Πεδιάδος. Χτισμένο σε υψόμετρο 367 μέτρων απέχει από το Αρκαλοχώρι λίγο περισσότερο από εφτάμισι χιλιόμετρα, παρακάμπτοντας στο τοπωνύμιο «του Γαζέπη ο Μύλος» αριστερά από τον οδικό άξονα προς Βιάννο.
  Το όνομα του χωριού εικάζεται ότι είναι προελληνικό και πιθανόν ο αρχικός τύπος να ήταν Ιπηδητός, αφού με τη γραφή Ipidhito το συναντάμε στα βενετσιάνικα έγγραφα. Δεν γνωρίζουμε τη σημασία της προελληνικής ονομασίας του. Ο Νικόλαος Πλάτων στις δοκιμαστικές ανασκαφές που έκανε στο χωριό το 1956 ανάσκαψε εκτός από τον επιμήκη λακκοειδή τάφο με τα σημαντικά ευρήματα και ένα κτήριο μεγαλιθικό τετραγώνου σχήματος της Υστερομινωικής Ι εποχής (1560 - 1460 π.χ.) και από αυτό συμπεραίνει την προελληνική προέλευση του ονόματος που κατά την άποψή του ήταν εξ αρχής Νηπηδητός.
  Υπάρχει όμως η άποψη (περιοδικό ΟΝΟΜΑΤΑ Τεύχος 13 σελ 167 Αθήνα 1989 - 90) που δημοσιεύει ο μελετητής Γ. Μαλεφιτσάκης ότι η προέλευση του ονόματος είναι καθαρά ελληνική μιας και διακρίνονται οι λέξεις από τις οποίες παράγεται. Αυτές είναι το αρνητικό μόριο νη (=στερητικό μόριο) και τη λέξη πηδή = πηγή. Από τη σύνθεση των λέξεων αυτών προέρχεται το επίθετο νηπηδής = ο ξερός, ο άνυδρος, αυτός που δεν έχει πηγές. Επομένως το όνομα πρέπει να γράφεται με Η και όχι με Ι και σημαίνει τον τόπο που δεν έχει νερό, δηλαδή τον ξερότοπο.
  Η ιστορία του χωριού συνδέεται με τη γενικότερη ιστορική πορεία του τόπου και ακολουθεί αυτήν της ευρύτερης περιοχής. Δυστυχώς αν και τα ευρήματα από τις ανασκαφές δείχνουν ότι το χωριό υπάρχει από τα υστερομινωικά χρόνια δεν έχουμε καμία αναφορά σε πινακίδες ή σε κείμενα συνθηκών που να ταυτίζονται με τον αρχαίο οικισμό. Η πιθανότητα βέβαια να ονομαζόταν διαφορετικά ο οικισμός και να μην έχει ακόμη προσδιοριστεί το όνομά του είναι μεγάλη. Και αυτός ο οικισμός θα πρέπει να ανήκε στη χώρα των Αρκάδων.
  Οι πρώτες γραπτές πηγές που αναφέρονται στο χωριό είναι οι βενετσιάνικες του 1577 από τον Fr. Barozzi και έκτοτε αναφέρεται σε όλες τις απογραφές βενετσιάνικες και οθωμανικές και φυσικά τις ελληνικές. Θαυμάσιο επίσης είναι το περιβάλλον του χωριού με τα πλούσια δώρα της φύσης. Η οικονομία του χωριού σήμερα στηρίζεται κυρίως στα αγροτικά και ιδιαίτερα στα ελαιουργικά προϊόντα.

Δημοτικό Διαμέρισμα Παναγίας

ΠΑΝΑΓΙΑ (Χωριό) ΑΡΚΑΛΟΧΩΡΙ
Τηλέφωνο: +30 28910 61309
  Μεγάλο και ιστορικό χωριό βρίσκεται πάνω στον οδικό άξονα προς την Έμπαρο και τη Βιάννο. Η ιστορία του χωριού αρχίζει από τα βαθύτατα χρόνια μιας και στην περιφέρειά του βρέθηκαν νεολιθικά εργαλεία.
  Το σύγχρονο χωριό θα πρέπει να οικοδομήθηκε στις αρχές του 13ου αιώνα, τότε που οι Βενετσιάνοι προσπαθούσαν να κυριαρχήσουν στο νησί. Η σημαντικότητα της Βιάννου για τους Βενετούς, όπως αποδείχνουν οι εγκαταστάσεις και η εκμετάλλευση του Βιαννίτικου οροπεδίου προκάλεσε το ενδιαφέρον των κατακτητών για τη διατήρηση των υπαρχόντων δρόμων που εξασφάλιζαν την επικοινωνία στο εσωτερικό του νησιού. Η θέση του χωριού, πάνω στο δρόμο αυτόν σίγουρα θα προκάλεσε το ενδιαφέρον των Βενετσιάνων.
  Ίσως για το λόγο αυτό να δημιουργήθηκε ισχυρό βενετσιάνικο κέντρο στην περιοχή που απαιτούσε και φύλαξη και εγκατάσταση στρατού ή δύναμης τήρησης της τάξης. Τα κτίρια και τα άλλα οικοδομήματα που συναντά κανείς στο χωριό αποδείχνουν του λόγου το αληθές.
  Στην περιφέρεια του χωριού βρίσκονται πολλά εξωκλήσια άλλα διατηρημένα και άλλα ερειπωμένα με πλούσιες παραδόσεις και θρύλους, ενώ τα τοπωνύμια προκαλούν το μελετητή σε γόνιμες υποθέσεις για την ιστορία της περιοχής.
  Χτισμένο στο ανατολικό πρανές μιας λοφοσειράς που κλείνει από τα νοτιοανατολικά την πλούσια ελαιοπαραγωγική λεκάνη με τα χιλιάδες ελαιόδεντρα, το χωριό δεσπόζει πάνω στον οδικό άξονα Αρκαλοχώρι - Παναγιά - Έμπαρος - Βιάννος. Βρίσκεται σε υψόμετρο περίπου 360 μέτρων στους δυτικούς πρόποδες των Λασιθιώτικων βουνών και απέχει από το Αρκαλοχώρι περίπου δέκα χιλιόμετρα.
  Η περιοχή του χωριού φαίνεται ότι έχει κατοικηθεί από τα αρχαιότατα χρόνια πολύ πριν από το μινωικό κόσμο από αυτόχθονες κατοίκους της μεγαλονήσου. Στην περιφέρεια που χωριού ανακαλύφτηκε νεολιθικός χρηστικός πέλεκυς από σερπεντινίτη λίθο. Εξάλλου εξαιτίας της πολύ κοντινής απόστασης που χωρίζει το χωριό από την αρχαία έδρα των Αρκάδων θα ήταν παράξενο να μην υπήρχε κάποιος οικισμός, ή μια αρκαδική κώμη στην περιοχή σε όλα τα ιστορικά χρόνια.
  Σύμφωνα με την παλιότερη την κοινοτική διοικητική διαίρεση η Παναγιά αποτελούσε ξεχωριστή κοινότητα και ανήκε στην επαρχία Πεδιάδος του νομού Ηρακλείου, ενώ κατά την εποχή της Οθωμανοκρατίας, αλλά και τα χρόνια της Κρητικής Πολιτείας αργότερα η Παναγιά ήταν έδρα ξεχωριστού και ομώνυμου Δήμου.
  Από το 1577 και μετά το χωριό αναφέρεται σε όλες τις απογραφές και από όλους τους Βενετσιάνους και Οθωμανούς απογραφείς. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι κατά την απογραφή του 1583 στο χωριό κατοικούν 278 κάτοικοι, ενώ στην πρώτη τουρκική απογραφή του 1671 στην Παναγιά χρεώνουνται 87 χαράτσια.
  Το όνομα του χωριού κατά πάσα πιθανότητα οφείλεται, στο μοναστήρι της Παναγιάς της Ψωμοπούλας. Στην παλαιά αυτή εκκλησία διακρίνονται σπαράγματα μωσαϊκών βυζαντινής εποχής που θεωρούνται ότι ανήκουν στη δεύτερη βυζαντινή περίοδο (δηλαδή μετά το 961) και ίσως ακόμη παλιότερης εποχής. Αν αποδειχτεί αυτό τότε μπορούμε να αναζητήσουμε την ίδρυση του χωριού στα χρόνια της πρωτοβυζαντινής περιόδου.
  Σε όλες τις περιπέτειες της Μεγαλονήσου μέχρι και την τελευταία περίοδο της δικτατορίας το χωριό πρόσφερε στους εθνικούς αγώνες θυσίες. Οι κάτοικοί του είναι φιλόξενοι, περιποιητικοί και πρόθυμοι να εξυπηρετήσουν τον περαστικό. Μεταξύ τους υπάρχει ζηλευτή αγάπη και σύμπνοια, ενώ ο πολιτιστικός σύλλογος του χωριού είναι από τους πιο δραστήριους στην περιοχή του Δήμου.
  Στο κέντρο του σημερινού χωριού υπάρχουν ακόμη βενετσιάνικα κτίρια που χρησιμοποιούνται από τους κατοίκους και είναι ενταγμένα στη σύγχρονη ζωή του χωριού. Ο «Θόλος» η «Βρύση», οι «Δεξαμενές» είναι μερικά από αυτά τα βενετσιάνικα κτίρια. Υπάρχουν όμως και νεότερα που διασώζουν την πιο πρόσφατη ιστορία και ανάπτυξη του χωριού, όπως η ερειπωμένη τώρα φάμπρικα, το παλιό εργοστάσιο με τα διατηρητέα του μηχανήματα που μπορεί να αποτελέσει σημαντικό για το χωριό κόσμημα αν φροντιστεί κατάλληλα.
  Στην περιφέρεια του χωριού υπάρχουν πολλά και παλαιά εξωκλήσια που τα συνοδεύουν πολλοί μύθοι και θρύλοι του παρελθόντος. Ονομαστό ερείπιο βυζαντινής εκκλησίας είναι το εξωκλήσι του Αγίου Γεωργίου του Αγριμολόγου με το γραφικό μύθο που το συνοδεύει. Αλλα αξιόλογα και όμορφα μέρη που αξίζει κανείς να γνωρίσει είναι το παλαιό εξωκλήσι του Αγίου Νικολάου και το χάνι του Μούλεφε πάνω στην Περατόστρατα που οδηγεί έξω από το λεκανοπέδιο του χωριού.
  Η Περατόστρατα είναι ο πανάρχαιος δρόμος που ένωνε την περιοχή της ανατολικής Μεσαράς με την επαρχία Βιάννου και τα ιερά της Σύμης του Μύρτου και της Ιεράπετρας. Έρχεται από την περιοχή του Γαλατά και του Αρκαλοχωρίου, διασχίζει τα Ρουσοχώρια, περνά κάτω από το Νιπηδητό και από το μεσόφρυδο του βουνού οδηγεί στο λεκανοπέδιο της Εμπάρου κι από κει είτε στο οροπέδιο του Λασιθίου (σπήλαιο Ψυχρού) είτε στα ιερά της Σύμης, της Μύρτου και της Ιεράπετρας.
  Την Περατόστρατα με στάση στο Μούλεφε χρησιμοποιούν ακόμη και σήμερα καραβάνια αυτοκινήτων για να προσφέρουν στους τουρίστες μια εντυπωσιακή διαδρομή και εμπειρία πάνω από τον αρχαίο μινωικό δρόμο και την ανάβαση στα Λασηθιώτικα βουνά από μια δύσκολη αλλά πανέμορφη παρθένα φύση.

Δημοτικό Διαμέρισμα Πανοράματος

ΠΑΝΟΡΑΜΑ (Χωριό) ΑΡΚΑΛΟΧΩΡΙ
Τηλέφωνο: +30 28910 93643
  Στον ίδιο οδικό άξονα Αλάγνι - Πανόραμα - Στείρωνας , συνεχίζοντας φτάνουμε στο χωριό Πανόραμα που είναι χτισμένο στις νοτιοανατολικές πλαγιές του ομώνυμου λόφου. Πάνω στο λόφο διακρίνονται ακόμη απομεινάρια θεμελιώσεων που φανερώνουν ότι η «Γουρνιανή Κεφάλα» φιλοξενεί κάποιον άγνωστο αρχαίο οικισμό.
  Το παλιό όνομα του χωριού προέρχεται ακριβώς από τις θεμελιώσει αυτές (όπως και στον ομώνυμο μινωικό οικισμό της επαρχίας Ιεράπετρας). Σε συνδυασμό μάλιστα και με τις προφορικές παραδόσεις που υποστηρίζουν την ύπαρξη δυο σπηλαίων που δεν γνωρίζουν σε ποιο σημείο βρίσκονται οι σημερινοί κάτοικοι και στα οποία είναι κρυμμένοι θησαυροί παρέχονται οι αποχρώσες ενδείξεις ώστε να υποστηριχτεί η άποψη πως στην περιφέρεια του χωριού πρέπει να υπήρχε κάποιος (σημαντικός ή όχι δεν είναι δυνατόν να χαρακτηριστεί) αρχαίος οικισμός.
  Πάντως το όνομα του χωριού το συναντάμε για πρώτη φορά στις «βενετσιάνικες απογραφές» των ετών 1577 και 1583 και στη συνέχεια αναφέρεται σε όλες τις γνωστές μας καταγραφές των χωριών της Κρήτης. Θεωρείται πως ήταν ή ανήκε ως φέουδο είτε στη βενετσιάνικη οικογένεια του Basadona ή στην βενετοκρητική μεγάλη γενιά των Abramo. Αυτό εικάζεται από το ανάγλυφο οικόσημο που βρίσκεται στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου που είναι στο χωριό.
  Το σημερινό όνομα του Πανοράματος οφείλεται στην πραγματικά υπέροχη θέα που παρέχει η θέση του. Μετονομάστηκε το 1951 κι αυτό, παρασυρμένο από τη δίνη μιας αλλαγής που φύσηξε τότε με στόχο την εξαφάνιση των παλιών ονομάτων των χωριών. Θα πρέπει διορθωθεί αυτό το μέγα ιστορικό σφάλμα από τη δημοτική αρχή και να επανέλθουν τα παλιά ονόματα των χωριών με την αρχική τους μορφή.
  Στο χωριό αναφέρεται ότι κατοικούσαν μόνο οθωμανοί κατά την περίοδο της Οθωμανοκρατίας και με την ανταλλαγή των πληθυσμών ήρθαν κι εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες οι οποίοι επιδόθηκαν στην αμπελοκαλλιέργεια κυρίως που αποτελούσε το κυρίαρχο προϊόν παραγωγής για αρκετές δεκαετίες. Σήμερα και πάλι η βάση της οικονομίας του χωριού είναι τα αμπελουργικά προϊόντα, αλλά παράγει και δημητριακά, λάδι και κτηνοτροφικά σε ικανοποιητικό βαθμό.

Δημοτικό Διαμέρισμα Παρτίρων

ΠΑΡΤΙΡΑ (Χωριό) ΑΡΚΑΛΟΧΩΡΙ
Τηλέφωνο: +30 28910 22837
  Ένα από τα κεφαλοχώρια του δήμου με σημαντική ιστορία και πλούσιες παραδόσεις που συγκεντρώνονται από όλη την περιφέρεια στην οποία δεσπόζει. Απέχει από το Αρκαλοχώρι περίπου εξίμιση χιλιόμετρα στον οδικό άξονα Αρκαλοχώρι - Αγία Σεμνή - Πάρτι(η)ρα συνεχίζοντας ευθεία μετά την Αγία Σεμνή το δρόμο προς Πάρτι(η)ρα - Μπαδιά.
  Στο χωριό που πρέπει να κατοικείται από τα αρχαιότατα χρόνια ίσως σε κάποια κοντινή θέση έχουν βρεθεί κατά καιρούς σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα. Στη θέση «Περιστεράς» έχει βρεθεί σαρκοφάγος νεολιθικών χρόνων, ενώ στον κεντρικό δρόμο στην έξοδο του χωριού προς Μπαδιά διακρίνονται ακόμη τα ίχνη του προμινωικού τάφου με τα σημαντικά κτερίσματα - αγγεία που βρέθηκε σε βάθος τεσσάρων μέτρων. Τα αγγεία αυτά χαρακτηρίζουν ένα ξεχωριστό κεραμεικό ρυθμό τον λεγόμενο «ρυθμό των Παρτήρων».
  Στα βόρεια του χωριού πίσω από τους λόφους βρίσκονται σήμερα τα ερείπια των Πάνω Παρτίρων, οικισμός που έχει εγκαταλειφτεί από τον περασμένο αιώνα, ενώ ακόμη βορειότερα ο χωματόδρομος που ξεκινά από την είσοδο των Παρτίρων οδηγεί προς το χωριό Μικρή Επισκοπή.
  Τα πρώτα χρόνια της Βενετοκρατίας το χωριό αποτελούσε την έδρα πεζικού φέουδου του φεουδάρχη Andrea Cauco. Αυτό φαίνεται από το πρώτο έγγραφο στο οποίο μας παραδίδεται το όνομα του χωριού το 1388 και βρίσκεται στο Δουκικό αρχείο του Χάντακα. Αργότερα όμως το χωριό περίπου στα μέσα του 15ου αιώνα θα πρέπει να κατοικήθηκε από πιστούς της βενετσιάνικης εξουσίας ελεύθερους χωρικούς (contantini) αφού το φέουδο του αποστάτη δημεύτηκε και διανεμήθηκε ως «αντίδωρο» της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας σε όσους παρέμειναν πιστοί στην αρχή της.
  Στην εποχή της Οθωμανοκρατίας το χωριό ήταν έδρα αγάδων και ισχυρών γενιτσάρων. Εδώ θα πρέπει να ήταν η έδρα ενός από τους 18 γενιτσαρικών ορτάδων της υπαίθρου με αρχηγό τον περίφημο Χουσεΐν Νταγασάνη που αναφέρεται να δρα σε ολόκληρο το πρώτο μισό του 19ου αιώνα ως αρχηγός κρητομουσουλμανικού σώματος στρατού που πολεμά λυσσαλέα εναντίον των Κρητικών στις επαναστάσεις των χρόνων αυτών. Φυσικά αυτό έχει να κάνει με τα όσα «πάρτερναν» οι χριστιανοί, περνώντας από το χωριό για το Χάνδακα, όπως διατηρεί η παράδοση, αλλά δεν σχετίζεται το όνομα του χωριού το οποίο θα πρέπει να έχει αρχαιότατη την προέλευση. Στο όνομα Πάρτηρα μπορεί κανείς να ανιχνεύσει πολλές ρίζες λέξεων. (Πάταρα, Πάρτα - πάρτη = (μέρος), του Ρα, κ.τ.λ.).
  Το χωριό σε ολόκληρη την Οθωμανοκρατία κατοικούνταν από σκληρούς τουρκοκρητικούς, αλλά και χριστιανούς,. Στις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα οι οθωμανοί εγκατέλειψαν το χωριό αφού πούλησαν τις περιουσίες τους σε κρητικούς που κατέβηκαν από το Λασήθι και το Μοχό κυρίως, αλλά και από άλλα χωριά και περιοχές.
  Στα νεότερα χρόνια το χωριό έχει προσφέρει πολλά στους εθνικούς αγώνες. Νεκρούς, τραυματίες, εξόριστους, δολοφονημένους, αλλά και αποφασιστικούς αγωνιστές έχει να επιδείξει σε ολόκληρη την ιστορική του πορεία.

ΠΑΤΣΙΔΕΡΟΣ (Χωριό) ΑΡΚΑΛΟΧΩΡΙ
  Ένας από τους αρχαιότερους οικισμούς του Δήμου και πρωτοπόρος στη δημιουργία του είναι ο Πατσίδερος. Τον επισκέπτη καλωσορίζει μια ωραία πλατεία που διατηρεί την παραδοσιακή οργά­νωση της «πλατείας του χωριού» με την κανονική διαρρύθμιση των σπιτιών, τα γραφικά καφενεία στο γύρω της πλατείας, τα γραφικά παρτέρια με τα λουλούδια και τους βασιλικούς, με τα ασπρισμένα πεζοδρόμια και τις άλλες απλές χωριάτικες παραδοσιακές φροντισμένες πινελιές της νοικοκυροσύνης και της απλής αισθητικής.
  Τα ζεστά βράδια κάθε μέρας οι κάτοικοι συγκεντρώνονται σε παρέες και στη δροσιά του απογεύματος πίνουν τη ρακή τους, συζητούν για τα προβλήματά τους, καταθέτουν τη γνώση και την εμπειρία τους στους νεότερους και βιώνουν την κρητική ζωή και παράδοση χωρίς να μένουν αμέτοχοι των εξελίξεων και των εκσυγχρονιστικών τάσεων.
  Του λόγου το αληθές αποδείχνει η ίδια η εικόνα του χωριού που φαίνεται να απλώνεται προς την κορυφή του λόφου, αφήνοντας πίσω του τα ερείπια, σαν ιστορία και σαν παρελθόν. Στον Πατσίδερο με την επιμονή και το ζήλο των κατοίκων στήθηκε και λειτούργησε ένα από τα ελάχιστα σχολεία που ιδρύθηκαν μετά την έκδοση του Χάτι Χουμαγιούν (1878) στην ύπαιθρο του Νομού Ηρακλείου, αλλά και στην Κρήτη ολόκληρη. Τα ερείπιά του όρθια ακόμη και σήμερα ζητούν την ανακατασκευή του σχολείου και τη δημιουργία εδώ ενός πρωτότυπου εκπαιδευτικού μουσείου.
  Το ένδοξο καπετανοχώρι της επαρχίας του Ριζόκαστρου με τους ονομαστούς καπεταναίους και χαΐνηδες του καμαρώνει πάνω στο χείλος της ρεματιάς έχοντας στο νότο την τιμημένη κορυφή των ανταρτών (την Κορακιά) και γύρω - γύρω τοποθεσίες και τοπωνύμια με πλήθος τους θρύλους και τις ιστορίες που κρέμονται ακόμη ζωντανές στα χείλη των γερόντων, πρόθυμες να κυλήσουν και να πλουτίσουν όποιον κατέχει την τέχνη να ακούει.
  Σύμφωνα με την προφορική παράδοση στη θέση Κορακιά βρισκόταν το θερινό ανάκτορο του βασιλιά «Ροδάμανθου». Μάλιστα βρέθηκε από ένα γεωργό που όργωνε το χωράφι του με ένα τρακτέρ μια «πλάκα» από μαύρη πέτρα που πάνω της ήταν «ακαταλαβίστικα γράμματα». Αυτήν την επιγραφή - το βεβαιώνουν πολλοί χωριανοί - την πήρε μια εγγλέζα αρχαιολόγος όπως τους είπε που βρέθηκε στο χωριό τότε.
  Στην περιφέρεια του χωριού ανήκει το τοπωνύμιο Ελληνικά όπου ένα συγκρότημα οικοδομημάτων με θολωτές στέγες στέκουν ακόμα ακέραιες προκαλώντας τη μέχρι σήμερα μη ανταποκρινόμενη στο κάλεσμα αρχαιολογική σκαπάνη. Γύρω από τα οικοδομήματα αυτά (το πιθανότερο να ανήκουν στην ελληνιστική περίοδο) πλήθος ευρημάτων έρχονται στο φως από τους καλλιεργητές.
  Βόρεια των Ελληνικών είναι ο Κρουσαμός. Ένα πέρασμα ανάμεσα σε ανάμεσα από το βραχώδη τοίχο που μπορεί να θεωρηθεί φυσική οχυρωματική γραμμή. Από τον Κρουσαμό - λέει η ντόπια προφορική παράδοση - μπήκαν ξαφνικά οι πειρατές και έσφαξαν, έκαψαν και ρήμαξαν τον ανθηρό οικισμό που δεν ξανακατοικήθηκε από τότε. Αν αληθεύει ιστορικά αυτή η παράδοση θα πρέπει να αναφέρεται στην αντίσταση του Λασθένη εναντίον των Ρωμαίων όπως μαρτυρούν οι πηγές.
  Ο κρητικός στρατηγός μετά την απώλεια της πατρίδας του της Κνωσού αποσύρθηκε στο εσωτερικό του νησιού για να οργανώσει την αντίσταση. Κατέφυγε αρχικά στην Αρκαδία και εδώ αφού συγκέντρωσε στρατό από τους αποφασισμένους να αντισταθούν Αρκάδες έδωσε σκληρές μάχες σε όλη την περιοχή υποχωρώντας σπιθαμή τη σπιθαμή μπροστά από την ορμή και οργάνωση των Ρωμαίων.
  Περίεργη όμως είναι η επίσης προφορική παράδοση που αναφέρεται στο γεγονός ότι οι (ποιοι;) επιδρομείς έκαψαν τη γη με μεγάλους φακούς, εκμεταλλευόμενοι τις ηλιακές αχτίνες και γιαυτό είναι τα χώματα μαύρα.

Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Αρκαλοχωρίου


ΠΙΣΚΟΠΙΑΝΟ (Χωριό) ΧΕΡΣΟΝΗΣΟΣ
  Στους πρόποδες του Χάρακα, συναντούμε και το γραφικό Πισκοπιανό. Παραδοσιακός οικισμός με πολλές ομορφιές που τις συναντά ο επισκέπτης μέσα και έξω απ’ αυτόν. Ζωντανό μνημείο της όμορφης παράδοσης, είναι το πλούσιο σε εκθέματα Αγροτικό Μουσείο. Τ’ όνομά του συνδέεται με το γεγονός ότι εκεί ιδρύθηκε η Επισκοπή Χερσονήσου.
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται το Φεβρουάριο 2004 από τουριστικό φυλλάδιο του Δήμου Χερσονήσου.

Δημοτικό Διαμέρισμα Ροδιάς

ΡΟΔΙΑ (Κωμόπολη) ΓΑΖΙ
Τηλέφωνο: +30 2810 841221
  Ο ιστορικός οικισμός της Ροδιάς αναπτύσσεται στην απότομη πλαγιά που δεσπόζει στον κόλπο του Hρακλείου και τα τελευταία χρόνια αναπτύσσεται ραγδαία σε οικιστικό κέντρο υψηλής ποιότητας κατοικίας. Η Ροδιά απέχει από το Ηράκλειο 16χλμ και η ονομασία της οφείλεται στο παλαιό ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Οι απότομες πλαγιές δημιουργούν εξαιρετικής ομορφιάς τοπία κυρίως στην ακτογραμμή και στις παρυφές της Κοιλάδας και του φαραγγιού που ξεκινάει από τον όρμο του Παλιόκαστρου και καταλήγει βορειοδυτικά του οικισμού της Ροδιάς. Ο επισκέπτης μένει έκπληκτος από την πανέμορφη διαδρομή και από το υψόμετρο των 240 μέτρων με θέα το Λιμάνι του Ηρακλείου, την παραλία της Αμμουδάρας και το κατάφυτο τοπίο.

Δημοτικό Διαμέρισμα Σκινιά

ΣΚΙΝΙΑΣ (Χωριό) ΑΡΚΑΛΟΧΩΡΙ
Τηλέφωνο: +30 28910 91444
  Ο Σκινιάς (ή Σκοινιάς, όπως καταγράφεται από τον Χουρμούζη Βυζάντιο στα «Κρητικά» του) είναι ένα από τα κεφαλοχώρια του Δήμου, με σημαντική ιστορία και παράδοση. Απέχει περίπου 28,5 χιλιόμετρα από το Αρκαλοχώρι και είναι χτισμένο στο ανατολικό πρανές ενός λόφου που στέκει ισοϋψής περίπου με τον «Κάστελο» που βρίσκεται στα δυτικά του πάνω από τα Καστελιανά.
  Σύμφωνα με την προφορική παράδοση στη στέγη της εκκλησίας του χωριού που τιμάται η μνήμη του Αγίου Αντωνίου είχε φυτρώσει ένας σκίνος (το γνωστό αρωματικό σκληρό φυτό των κρητικών βουνών) ο οποίος κατά την εποχή της Οθωμανοκρατίας προειδοποιούσε τους κατοίκους για τα γεγονότα που επρόκειτο να συμβούν στο χωριό. Όταν, λοιπόν, επρόκειτο να συμβούν δυσάρεστα και άσχημα γεγονότα που θα προκαλούσαν πόνο και δυστυχία στους κατοίκους ο σκίνος πενθώντας μαραίνονταν και παρέμενε έτσι όσο διαρκούσαν τα γεγονότα αυτά. Όταν παρέρχονταν τα λυπηρά γεγονότα και έρχονταν τα ευχάριστα τότε ο σκίνος γινόταν και πάλι θαλερός και «εξαναζωνντάνευε».
  Το αρχαιότερο όνομα του χωριού μας παραδίδεται Σκινέας (Schinea) σε έγγραφο του Δουκικού αρχείου του Χάντακα το 1373. Με το ίδιο όνομα το συναντάμε σε όλες τις βενετσιάνικες απογραφές, ενώ στην πρώτη Οθωμανική απογραφή καταγράφεται με το όνομα Iskinya (=Ισκινγιά) και χρεώνονται στο χωριό 24 χαράτσια. Στην απογραφή του 1881 το χωριό καταγράφεται ως έδρα ομώνυμου αγροτικού δήμου στη διοικητική περιφέρεια του οποίου υπάγονται δεκαοχτώ χωριά με 2151 κατοίκους συνολικά από τους οποίους οι 1064 είναι χριστιανοί (278 οικογένειες) και οι υπόλοιποι (274 οικογένειες) 1078 κάτοικοι, μουσουλμάνοι.
  Η περιοχή του χωριού φαίνεται ότι κατοικείται από τα αρχαιότατα χρόνια. Κι αυτό είναι φυσικό αφού βρίσκεται πολύ κοντά στην αρχαία Πριανσό. Τα διάφορα αρχαιολογικά ευρήματα που κατά καιρούς έρχονται στο φως από καλλιεργητές ή λαθρανασκαφείς μαρτυρούν εγκαταστάσεις από τη μινωική εποχή (χρηστικός χάλκινος διπλός πέλεκυς), τα ελληνιστικά χρόνια (ζώδιο ταύρου, κεφαλή γυναικείου ειδωλίου, κ.τ.λ.) τη βυζαντινή περίοδο και μαρτυρούν ότι η περιοχή κατοικείται αδιάκοπα.
  Σήμερα στο χωριό υπάρχει Αστυνομικός σταθμός και λειτουργεί ακόμη τριτάξιο Γυμνάσιο, δημιούργημα της πρωτοβουλίας των κατοίκων του το οποίο όμως κινδυνεύει να κλείσει λόγω του γενικότερου γνωστού δημογραφικού προβλήματος, της υπογεννητικότητας δηλαδή, και της εγκατάλειψης των χωριών από τους κατοίκους τους.

ΣΤΙΡΟΝΑΣ (Χωριό) ΑΡΚΑΛΟΧΩΡΙ
  Χτισμένο στην λοφοσειρά που αποτελεί το όριο του Δήμου Αρκαλοχωρίου με το Δήμο Αστερουσίων και το Δήμο Νίκου Καζαντζάκη, στο ανατολικό πρανές μοιάζει σαν ένα τεράστιο πρόβατο ξαπλωμένο στον ήλιο που ανατέλλει.
  Το χωριό ανήκε σύμφωνα με την παλαιότερη διοικητική διαίρεση στην κοινότητα Γουρνιών (σήμερα Πανόραμα) πάνω στο δρόμο Ηράκλειο - Αλάγνι - Στείρωνας ο οποίος τρίβει δεξιά αμέσως μετά το χωριό Αλάγνι.
  Το όνομα του χωριού με τη γραφή Στείρωνας πιθανολογείται ότι προέρχεται από τον ποιμενικό όρο «στείρωνας» που σημαίνει τον τόπο στον οποίο σταλίζονταν τα νεαρά αιγοπρόβατα του κοπαδιού που απογαλακτίζονταν.
  Ο Ξανθουδίδης όμως αποδίδει την ονομασία του χωριού στον πολιούχο του καθώς υποθέτει ότι η εκκλησία του χωριού ήταν αφιερωμένη στον Αγιο Γεώργιο Στύρωνα, οπότε η γραφή του ονόματος θα πρέπει να είναι διαφορετική.
  Πάντως η πρώτη γραπτή μορφή του ονόματος μας παραδίδεται σε έγγραφο του Δουκικού αρχείου κατά το 1369 με τη γραφή Stirona. Σε όλες τις βενετσιάνικες απογραφές διατηρείται η ορθογραφία του ονόματος ενώ στην οθωμανική απογραφή του 1671 το χωριό καταγράφεται με το όνομα Istrona και χρεώνονται στο χωριό 34 χαράτσα. Μόνο στην απογραφή του 1881 το χωριό καταγράφεται με υ (Στύρωνας).
  Στο χωριό και στην περιφέρειά του υπάρχουν γραφικά εξωκλήσια, αλλά και παλιές της υστεροβυζαντινής περιόδου (όπως της Παναγίας) με σπαράγματα τοιχογραφιών.
  Στην περίοδο της Οθωμανικής κατοχής κατοικούσαν μόνο οθωμανοί στο χωριό σύμφωνα με τα στοιχεία της απογραφής του 1881. Γιαυτό και κατά την ανταλλαγή των πληθυσμών μετά τη μικρασιατική καταστροφή το χωριό κατοικήθηκε αποκλειστικά από πρόσφυγες της περιοχής του Ικονίου και επιδόθηκαν στην αμπελοκαλλιέργεια με την οποία προόδευσαν και ευημερούν.
  Δυστυχώς το χωριό εγκαταλείπεται κι αυτό παρά το γεγονός ότι τα πλούσια εδάφη του είναι σε θέση να προσφέρουν σημαντικά οικονομικά οφέλη.

Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του Δήμου Αρκαλοχωρίου


ΤΟΥΡΛΩΤΗ (Οικισμός) ΑΡΚΑΛΟΧΩΡΙ
  Είναι ένα όμορφο χωριό που βρίσκεται χτισμένο στην κορυφή ενός λόφου ο οποίος δεσπόζει στην περιοχή. Απέχει από το Αρκαλοχώρι περίπου 15 χιλιόμετρα στον άξονα ΑρκαλοχώριΠάρτιραΜπαδιάς – δεξιά στη διακλάδωση μετά το χωριό προς Πυράθι και τελικά αριστερά μετά το πέρασμα της κοίτης του ποταμού Αναποδάρη.
  Το πρώτο όνομα του χωριού όπως αναγράφεται στις απογραφές του Barozzi (1577) του Καστροφύλακα (1583) και του Basilicata (1630) είναι Truloti. Στην οθωμανική απογραφή του 1671 δεν αναφέρεται όπως δείχνουν οι κατάλογοι της απογραφής. Το ξαναβρίσκουμε στην αιγυπτιακή (1834) και σε όλες στις μετέπειτα απογραφές μέχρι σήμερα.
  Αρχικά υπάγονταν στην επαρχία Ρίζου και μετά το 1867 στην επαρχία Μονοφατσίου. Στη διοικητική διαίρεση του 1878 συμπεριλαμβάνεται στον αγροτικό Δήμο Σκινιά και λίγο αργότερα στην απογραφή του 1900 υπάγεται στο δήμο Παρτήρων κι αργότερα στην ίδια κοινότητα.
  Το όνομα του χωριού προέρχεται από την κρητική λέξη «τρούλα» και «τούρλα» που σημαίνει το ύψωμα, την καμπούρα, τον ύβο (παράβαλε τη λέξη τρούλος των εκκλησιών). Δόθηκε στο χωριό εξαιτίας ακριβώς της θέσης του χωριού πάνω στην «τρούλα» της λοφογραμμής στην οποία είναι χτισμένο.
  Σήμερα το χωριό αποτελεί το δυτικότερο τμήμα του Δήμου Αρκαλοχωρίου κατέχει μια ευρεία εύφορη περιφέρεια και παράγει κυρίως αμπελουργικά και ελαιοκομικά προϊόντα.

Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του Δήμου Αρκαλοχωρίου


ΤΣΟΥΤΣΟΥΡΟΣ (Χωριό) ΑΡΚΑΛΟΧΩΡΙ
  Είναι το επίνειο του Δήμου προς τη νότια θάλασσα, το Λιβυκό πέλαγος. Γραφικό και πανέμορφο ψαροχώρι σήμερα με σημαντική τουριστική υποδομή και υπέροχη θάλασσα. Τόπος ιδανικός για καλοκαιρινές διακοπές και με κάθε προοπτική για τη λειτουργία του ως τουριστικού θέρετρου για όλη τη διάρκεια του χρόνου.
  Στο υπέδαφος της γραφικής παραλίας και στην ευρύτερη περιοχή του οικισμού βρίσκονταν άλλοτε χτισμένη η αρχαία ισχυρή και πολιτεία Ίνατος, τόπος λατρείας της θεάς των τοκετών. Στο ιερό της σπήλαιο βρέθηκαν πλήθος αρχαιολογικών ευρημάτων, πλακιδίων, ειδωλίων (Νιοβιδών), αναθηματικών αντικειμένων και άλλων ευρημάτων μερικά των οποίων φιλοξενούνται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου. Ολόκληρη η περιοχή σήμερα ζει με την έντονη παρουσία των μύθων και των λαϊκών διηγήσεων, των παραμυθιών για Δράκους, θεριά, Σαραντάπηχους, με αφηγήσεις για λαθρανασκαφές του παρελθόντος, αλλά και σύγχρονες, για φανταστικές διηγήσεις και παραδοξολογίες.
  Το αρχαίο όνομα της πολιτείας είναι άγνωστης προέλευσης και ετυμολογίας, όπως και αρκετά προελληνικά ονόματα που σώζονται ακόμη και σήμερα στην Ελλάδα. Ο Στέφανος Βυζάντιος μας πληροφορεί ότι στην πολιτεία αυτή (την Είνατο) υπήρχε το ονομαστό σπήλαιο της Εινατίας Ειλείθυιας «Είνατος, πόλις Κρήτης ως Ξενίων φησί, το εθνικόν Εινάτιος, τινές δε όρος και ποταμός εν των τιμάσθαι την Ειλειθυίαν Εινατείην» Γράφει το όνομα της πολιτείας με ει ενώ ο Πτολεμαίος μας παραδίδει το όνομα με τη γραφή Ίνατος.
  Οι διάφοροι περιηγητές που επισκέφτηκαν την Κρήτη στις περιόδους της Βενετοκρατίας και Οθωμανοκρατίας και εξέδωσαν τις εντυπώσεις που κατέγραψαν, τοποθετούν την αρχαία Ίνατο στο σημερινό χωριό Ίνι του ίδιου Δήμου που απέχει από τον Τσούτσουρο περίπου 23 - 25 χιλιόμετρα επίσης. Να σημειώσουμε εδώ ότι και στην περιφέρεια του χωριού Ίνι υπάρχουν και διακρίνονται ακόμη και σήμερα στο λόφο Κεφάλα ερείπια αρχαίας πολιτείας και υπολείμματα εγκατάστασης.
  Στη θέση του σημερινού Τσούτσουρα οι διάφοροι πορτολάνοι και χάρτες που είχαν εκδοθεί στην Ιταλία από τον 14ο μέχρι και τον 17ο αιώνα τοποθετούν μια πόλη με το όνομα Αντρόπολη. Επίσης ο Domenico Niger κατά τον 16ο αιώνα στο έργο του "Geographiae Commentariorum libri XI Βασιλεία 1557" συνδυάζοντας τις αναφορές και περιγραφές του καθολικού μοναχού - περιηγητή Buondelmonti της Κρήτης κατά το 1514, ο οποίος αναφέρει την Ινατόπολη ή Ανατόσπολη στα νότια παράλια του νομού Ηρακλείου, γράφει χαρακτηριστικά: «...eam quidam Amyseum vocant in qua Diomedes regnavit, habuitque portum difficilem in quo Ilithias antrum.»(= αυτήν την ονομάζουν Αμύσεον (= Αμνισό) στην οποία ήταν βασιλιάς ο Διομήδης και είχε δύσκολο λιμάνι στο οποίο (βρίσκεται) το άντρο της Ειλείθυιας).
  Είναι προφανές ότι ο συγγραφέας συγχέει την Αμνισό, τον τρωικό ήρωα Διομήδη με το σπήλαιο της Ειλείθυιας προφανώς συγχέοντας πληροφορίες της εποχής του με τις πληροφορίες του Χριστόφορου Buondelmonti, ο οποίος επισκεπτόμενος την παραλία του Τσουτσούρου γράφει στο έργο του Descripio isule Crete etc: «Εκεί ήταν η αρχαία πολιτεία Ίνατος, που τα ερείπιά της έχουν σχεδόν εξαφανιστεί, εκτός από κάποιους μεγάλους ναούς που είναι χτισμένοι με τούβλα και που μπορεί να δει κανείς ακόμη σήμερα».
  Για πρώτη φορά αναφέρεται με το σημερινό του όνομα το χωριό με 8 κατοίκους στην ελληνική απογραφή του 1940. Μέχρι τότε ο όρμος του Τσουτσούρου που τα χωράφια του ανήκαν σε ιδιοκτήτες κυρίως από τον Αγιο Βασίλειο της Βιάννου κατοικούνταν μόνο κατά τους καλοκαιρινούς μήνες όπου έρχονταν οι αγρότες να θερίσουν τα δημητριακά που έσπερναν κάθε Φθινόπωρο. Έτσι κατά το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου η περιοχή ήταν έρημη και μόνο κάποιοι ψαράδες που έριχναν τα δίχτυα τους στα ανοιχτά έβγαιναν στο γιαλό πότε - πότε, καθώς διηγούνται οι γεροντότεροι του οικισμού.
  Η Margarita Gyarducci στο έργο της για την Κρήτη «Inscriptiones Creticae» Τόμος Ι Σελ. 98 αναφέρει: «Inatos urbem hanc in litore Libyci maris atque in sinu illo qui appelatur Tsutsuro». Το τοπωνύμιο χωρίς όμως να αναφέρονται κάτοικοι σ’ αυτό καταγράφεται για πρώτη φορά από το βενετσιάνο μηχανικό Fr. Basilicata, το 1615 ο οποίος σχεδίασε μάλιστα την παραλία, σημειώνοντας το όνομα Zuzuro και γράφοντας ότι ο όρμος προσφέρεται για εύκολη αποβίβαση εχθρικών στρατευμάτων. Γράφει επιπλέον στην έκθεσή του το 1630 ότι στη θέση «Σμαριδάκι» (σήμερα στο Μαριδάκι) που βρίσκεται ανατολικά του όρμου «Τσούτσουρος» τρέχει μια πηγή με πολύ και καλό πόσιμο νερό.
  Αυτές είναι οι πρώτες γραπτές μαρτυρίες που έχουμε μέχρι σήμερα για το τοπωνύμιο. Λίγο αργότερα ο Trivan στο χρονικό του το 1644 καταγράφει το όνομα Zunzura στον κατάλογο των ονομάτων που καταγράφει τους κατοίκους των Χανίων. Όπως υποθέτουμε ότι έχει συμβεί και για άλλα χωριά που πήραν το όνομά τους από τον πρώτο οικιστή τους έτσι πιθανόν και ο όρμος να ονομάστηκε από κάποιον Zunzura που πρώτος πιθανά να εγκαταστάθηκε εδώ. Μια άλλη προσπάθεια ετυμολόγησης του ονόματος επιχειρήθηκε από την πληροφορία που μας παραδίδει ο Θεόφραστος για μια αρχαία πολιτεία με το όνομα Τίσυρος ή Τίτυρος. Ο Σβορώνος όμως θεωρεί ότι η αναφορά αυτή είναι αβάσιμη αφού δεν παραδίδεται η πηγή της και πιθανολογεί ότι η ονομασία αυτή ίσως να ήταν το αρχαιότερο όνομα της Γόρτυνας.
  Ο Ν. Πλάτωνας στη μελέτη που δημοσίευσε στον πρώτο τόμο των Κρητικών Χρονικών του 1948 σελ 20 - 26 με τίτλο «Δυο ονόματα ανύπαρκτων κρητικών πόλεων» θεωρεί ότι δεν υπάρχει πολιτεία με το όνομα αυτό στην Κρήτη, ενώ και ο Στέφανος Βυζάντιος γι την ονομασία αυτής της πόλης αναφέρει: «... τετάρτη χερρόνησος κατά Κρήτην νήσον, έχουσα πολισμάτιον ομώνυμον», προσδιορίζοντας έτσι ότι το συγκεκριμένο πόλισμα θα πρέπει να βρίσκονταν πάνω στο ακρωτήριο Τίτυρος (σημερινό Σπάθα) όπου υπήρχε και το περίφημο Δικτυνναίο, ο πασίγνωστος στην αρχαιότητα ναός της Δίκτυννας - Αρτεμης.
  Κατά συνέπεια το όνομα Τσούτσουρος δεν πρέπει να συνδέεται με αυτήν την πληροφορία Σύμφωνα με τις πληροφορίες που μπορεί να συγκεντρώσει κανείς από τους ίδιους τους κατοίκους το όνομα του χωριού είναι ηχοποίητο. Προήλθε από τη λέξη «σούσουρο» ή «Σούσουρος». Στην πρώτη περίπτωση οι κάτοικοι εξηγούν ότι ο χείμαρρος στα δυτικά σύνορα του χωριού κατά το χειμώνα δημιουργεί έναν φοβερό «σούσουρο», δηλαδή θόρυβο από τα νερά που κατεβαίνουν ορμητικά από τα βουνά στη θάλασσα. Στην άλλη περίπτωση η ονομασία του χωριού προέρχεται από την ονομασία του ποταμού που ονομαζόταν «Σούσουρος που στα «ξένα» - όπως λένε οι κάτοικοι - γράφεται Susuros και διαβάζεται Ζούζουρος από την οποία ονομασία εύκολα οδηγούμαστε στη σημερινή Τσούτσουρος». Από τις λέξεις, λοιπόν, αυτές είτε έτσι, είτε αλλιώς προήλθε η σημερινή ονομασία του κατά την άποψη των κατοίκων του χωριού.

Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του Δήμου Αρκαλοχωρίου


ΦΑΒΡΙΑΝΑ (Χωριό) ΑΡΚΑΛΟΧΩΡΙ
  Όμορφο χωριό χτισμένο σ’ ένα πλάτωμα που κάνουν οι πρόποδες των Αστερουσίων «καμαρώνει» για τους ωραίους και φιλόξενους κατοίκους του και την ωραία θέα καθώς απλώνεται στα πόδια του η πεδιάδα της Μεσαράς ανεμπόδιστα.
  Το όνομα του χωριού αναφέρεται για πρώτη φορά στην αιγυπτιακή απογραφή του 1881 στον αγροτικό Δήμο Σκινιά, ενώ από το 1920 συγκαταλέγεται με τα χωριά του αγροτικού επίσης Δήμου Καστελιανών και στη συνέχεια από το 1940 στην ίδια κοινότητα. Ετυμολογείται από τον Στέργιο Σπανάκη από το επαγγελματικό επώνυμο των πρώτων κατοίκων του που προέρχονται (όπως υποστηρίζει ο σπουδαίος μελετητής) από την οικογένεια των Φάβρο, Φαβριάνι που παράγεται από τη βενετσιάνικη λέξη favro (= βενετσιάνικος τύπος της λέξης fabro) και σημαίνει σιδηρουργός, χαλκιάς.
  Αν αυτή η υπόθεση αληθεύει τότε το χωριό θα πρέπει να ιδρύθηκε στα τελευταία χρόνια της Βενετοκρατίας ή στα πρώτα της οθωμανικής κατάληψης του νησιού. Σίγουρα όμως η περιοχή του χωριού θα αποτελούσε αρχαίο οικισμό του κράτους της Πριανσού. Γνωρίζουμε ότι σύμφωνα με τη δημοσίευση της ανακοίνωσης από την εφορεία Αρχαιοτήτων Ηρακλείου βρέθηκε και περισυλλέχτηκε ένας λύχνος «ρωμαϊκών χρόνων» στη θέση Πρασοκέφαλο, ενώ σε άλλη θέση, στην «Πατέλα» βρέθηκε και περιείλθε εις χείρας της υπηρεσίας ένα χρυσό σκουλαρίκι σε σχήμα κέρατος». Και άλλα όμως ευρήματα ξεθάφτηκαν από τα εδάφη της περιοχής του χωριού, στοιχεία που μας οδηγούν να δεχτούμε την αρχαιότατη - τουλάχιστον μέχρι την κλασική εποχή κατοίκηση του χώρου.
  Λόγω της θέσης του το χωριό πρόσφερε πολλά στους αγώνες της Κρήτης, παλαιούς και νεότερους. Ιδιαίτερα στην περίοδο της Οθωμανοκρατίας υπήρξε κατάλυμα Χαΐνηδων, ενώ στη γερμανική κατοχή ευρισκόμενο μέσα στην «ελεύθερη ζώνη» που είχαν ανακηρύξει οι αντιστασιακές οργανώσει φιλοξένησε και διέσωσε πολλούς συμμαχικούς στρατιώτες που δεν κατόρθωσαν να φύγουν από την Μεγαλόνησο με τη μεγάλη επιχείρηση εγκατάλειψης του νησιού.

Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του Δήμου Αρκαλοχωρίου


Δημοτικό Διαμέρισμα Φόδελε

ΦΟΔΕΛΕ (Χωριό) ΓΑΖΙ
Τηλέφωνο: +30 2810 521233
Διαδρομή προς Φόδελε
   Στο 25ο χλμ της Εθνικής οδού Ηρακλείου - Ρεθύμνου συναντάμε τη διασταύρωση για το Φόδελε, έχοντας αριστερά μας τις δυο από τις τρεις παραλίες της περιοχής που τις χωρίζει η εκβολή του ποταμού Πανδωμάνδρη. Ο δρόμος ακολουθεί το ποτάμι και μετά από μια διαδρομή τριών χλμ μέσα από πορτοκαλιές φτάνει στο χωριό. Το Φόδελε χαρακτηρίζεται ορεινή περιοχή με υψόμετρο 60 μέτρα πάνω από τη θάλασσα. Τόσο ο παλιός πυρήνας του οικισμού στη δυτική πλαγιά της μικρής κοιλάδας, όσο και ο νεώτερος στις όχθες του μικρού ποταμού, συνθέτουν ένα πολύ αξιόλογο δομημένο περιβάλλον, που σε συνδυασμό με τη πλούσια βλάστηση και τους πορτοκαλεώνες δημιουργούν ένα μοναδικό για την Κεντρική Κρήτη τοπίο.
Φόδελε Χωριό
  Το χωριό αποτελεί μια όαση δροσιάς, ειδικά τις ζεστές μέρες του καλοκαιριού. Η πλατεία του προσφέρεται για ξεκούραση και δίνεται στον επισκέπτη η ευκαιρία να απολαύσει τον καφέ του ή ακόμα και να γευματίσει δίπλα στο ποτάμι και κάτω από τα αιωνόβια πλατάνια. Λίγο μακρύτερα από την πλατεία, στον οικισμό Αρχοντικό, βρίσκεται το Μουσείο Αντιγράφων του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου το οποίο στεγάζεται στο σπίτι όπου εικάζεται ότι γεννήθηκε ο μεγάλος ζωγράφος. Στον ίδιο οικισμό βρίσκεται και η μικρή βυζαντινού ρυθμού εκκλησία της Παναγίας (τα εισόδια της Θεοτόκου) που όπως λέγεται έδωσε το ερέθισμα στο "ΓΚΡΕΚΟ" να ασχοληθεί με την αγιογραφία. Η εκκλησία αυτή είναι χτισμένη πάνω στα ερείπια παλιότερης τρίκλητης επίσης βυζαντινού ρυθμού, έχει ωραιότατες τοιχογραφίες και γλυπτά.   Εκτός από την ανεπτυγμένη τουριστικά παραλία, και την ύπαρξη μεγάλου ξενοδοχειακού συγκροτήματος, στον οικισμό του Φόδελε έχουν αναπτυχθεί αξιόλογες δραστηριότητες στον τομέα της χειροτεχνίας και εμπορίας ειδών λαϊκής τέχνης, παράλληλα με την παροχή υπηρεσιών από ταβέρνες και εστιατόρια. Σημαντική είναι επίσης η δραστηριότητα εμπορίας ντόπιων προϊόντων και κυρίως πορτοκαλιών. Περιοχή ιδιαίτερου φυσικού κάλους είναι η περιοχή που περιβάλλει το σπίτι του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου και τη βυζαντινή εκκλησία στις Λουμπινιές. Επίσης σε παραπλήσια τοποθεσία στην περιοχή Γαλήνοι υπάρχει ένα ρυάκι που έχει επιφανειακά νερά μέχρι τον Ιούλιο, κατάφυτο από πλατάνια, το οποίο καταλήγει σε ένα μοναδικής ομορφιάς φυσικό λιμάνι - περιοχή με σπάνια αισθητική αξία και πολλές αρχαιότητες, που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί και Εθνικός δρυμός.

ΧΑΝΔΡΟΥ (Οικισμός) ΑΡΚΑΛΟΧΩΡΙ
  Πάνω στην ανατολική πλαγιά μιας όμορφης πτυχής του κρητικού εδάφους, από όπου παλιότερα πλούσιες οι πηγές του παραπόταμου του ποταμού Κασσανιώτη ξεκινούσαν το νερένιο τους ταξίδι προς τη θάλασσα διασχίζοντας ολόκληρη την ανατολική είναι χτισμένο το χωριό με το παράξενο όνομα Χαντρού.
  Βρίσκεται σε υψόμετρο 380 μέτρων και απέχει περίπου 3 χιλιόμετρα από το Αρκαλοχώρι στον οδικό άξονα Αρκαλοχώρι - Μουσούτα - Πουλιές. Μετά τη Μουσούτα σε απόσταση περίπου ένα χιλιόμετρο αριστερά ένας χωματόδρομος μήκους πεντακοσίων ή εξακοσίων μέτρων φέρνει στο χωριό. Διασχίζοντας το χωριό από ένα απότομο κατηφορικό δρόμο, κατεβαίνουμε σε ένα πλάτωμα όπου μπορούμε να απολαύσουμε τα πλούσια δώρα της φύσης. Δεξιά κατεβαίνοντας συναντάμε το γραφικό εκκλησάκι του Αη Γιάννη, που γιορτάζει, όχι πια με τη λαμπρότητα του παρελθόντος.
   Σήμερα το χωριό είναι εγκαταλελειμμένο σχεδόν, αφού ένας μόνο κάτοικος παραμένει να φρουρεί τα υπόλοιπα ερείπια του χωριού. Ενός χωριού με πλούσια ιστορία και παράδοση με όμορφη φύση και πλούσια παρθένα βλάστηση.
  Στον επισκέπτη του το χωριό δεν έχει να προσφέρει τίποτε από τα καταναλωτικά επιτεύγματα της εποχής μας. προσφέρει μόνο την ομορφιά της φύσης, το κελάηδημα των πουλιών, το θρόισμα του αγέρα μέσα από τα πλατανόφυλλα, το κελάρυσμα του πηγαίου δροσερού νερού και την απέραντη γαλήνη της ψυχής που τόσο έχουμε ανάγκη.
  Το όνομα του «Χαντρού» είναι θηλυκού γένους και πιθανότατα να προέρχεται από την πρώτη οικίστρια του χωριού. Το όνομα είναι καταγεγραμμένο στην απογραφή του Fr. Barozzzi με το όνομα Chandru κατά το 1577 και από τότε αναφέρεται διαρκώς στις καταγραφές τόσο των Βενετσιάνων όσο και των Οθωμανών μέχρι και την απογραφή του 1991.
  Συνδέεται με το ιστορημένο επώνυμο Χαντράς, επώνυμο συναντάμε και σε έγγραφο του 1320 που ανήκε σε κάτοικο του Χάντακα. Σε άλλο έγγραφο του 1368 του Δουκικού Αρχείου του Χάντακα ξανασυναντάμε το επώνυμο Χαντράς να ανήκει σε κάτοικο του Χάρακα της Μεσαράς όπως αναφέρει η El. Santschi, στο έργο της Regestes des arrets civilis etc.).Το πιθανότερο, λοιπόν, είναι ότι το χωριό χτίστηκε μετά τον 14 αιώνα από κάποια γυναίκα της οικογένειας των Χαντράδων, στους οποίους θα πρέπει να ανήκε η περιοχή αυτή.
  Η πρώτη αναφορά στους κατοίκους του χωριού γίνεται από τον Καστροφύλακα που καταγράφει στο χωριό 40 κατοίκους στα 1583. Ο Φρ. Βασιλικάτα που το καταγράφει στα 1630 το αποδίδει διοικητικά στην περιφέρεια του Καστελίου Πεδιάδας στην οποία ανήκουν και άλλα 66 χωριά.
  Η πρώτη οικίστρια του χωριού, της οποίας το πραγματικό κύριο όνομα δεν μας διασώθηκε, αφού με το οικογενειακό της έδωσε το όνομα στο τοπωνύμιο θα πρέπει να ήταν εκλεκτική, με ωραίο γούστο, αν κρίνει κανείς από την επιλογή του τόπου στον οποίο έχτισε τις εγκαταστάσεις του αρχοντικού της. Δυστυχώς τα ερείπια του πρώτου αυτού οικοδομήματος δεν έχουν αποκαλυφτεί, αλλά οι βάσεις με τους ωραίους τετράγωνους λαξευμένους πωρόλιθους διακρίνονται κάτω από τα σημερινά ερείπια των μεταγενέστερων κατοικιών, πράγμα που σημαίνει ότι το παλιό οικοδομικό υλικό χρησιμοποιήθηκε για τις μεταγενέστερες οικοδομικές εργασίες.
  Σε όλη τη διάρκεια τα Βενετοκρατίας το χωριό κατοικείται από σταθερό σχετικά αριθμό κατοίκων που κυμαίνεται μεταξύ 30 και 40 ατόμων μέχρι και την εποχή της οθωμανικής κατάληψης του νησιού. Στην εποχή αυτή το χωριό αποδίδει στην διοίκηση το φόρο 5 χαρατσιών, καθώς αναφέρει ο Ν. Σταυρινίδης. Συγκεκριμένα αναφέρει η οθωμανική απογραφή ότι στο χωριό κατά το 1671 κατοικούσαν τρεις (3)κάτοικοι που ανήκαν στην τάξη των πλουσίων, ένας (1) στη μεσαία τάξη και ένας (1) ακόμη στην τάξη των πτωχών εργαζομένων. Επομένως η Χαντρού ήταν πλουσιοχώρι κατά την Οθωμανοκρατία, διατηρώντας την βενετσιάνικη παράδοσή του.
  Στα νεότερα χρόνια (εποχή της γερμανικής κατοχής) το χωριό λόγω της θέσης του που εξασφάλιζε την εύκολη διαφυγή ήταν λημέρι ανταρτών αφού εκεί διέμενε και η οικογένεια των Μουρτζάκηδων που υπηρέτησαν ως ομαδάρχες και υπεύθυνοι της περιοχής (ο Αλέξανδρος και ο Γρηγόρης) των Μπαντουβάδων.
  Δυστυχώς σήμερα είναι σχεδόν ακατοίκητο αφού οι κάτοικοί του απορροφήθηκαν από τα γύρω χωριά (Καλό Χωριό, Πάνω Πουλιές, Μουσούτα) κυρίως στο Αρκαλοχώρι. Διαθέτει καθάρια και δροσερά νερά, όμορφη και άγρια φύση, ήχους και κελαηδήματα που γαληνεύουν την ψυχή, που ο επισκέπτης μπορεί να απολαύσει ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες.

Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του Δήμου Αρκαλοχωρίου


ΧΟΥΜΕΡΙ (Οικισμός) ΑΡΚΑΛΟΧΩΡΙ
  Χωριό που ανήκε στην κοινότητα Αρκαλοχωρίου πριν ακόμη εφαρμοστεί το σχέδιο αναδιάρθρωσης της υπαίθρου με το όνομα Καποδίστριας. Χτισμένο πάνω στον οδικό άξονα που έρχεται στο Αρκαλοχώρι από το Ηράκλειο απέχει από την έδρα του Δήμου λιγότερο από τρία χιλιόμετρα προς βορά.
  Την πρώτη ονομασία Kato Chumeri του χωριού τη συναντάμε το 1364 σε έγγραφο του Δουκικού αρχείου του Χάντακα. Ήταν φέουδο της μεγάλης οικογένειας των Querino ή Quirino. Το όνομα του χωριού περιλαμβάνεται σε όλες τις βενετσιάνικες απογραφές με τη γραφή Cumeri. Στην οθωμανική απογραφή το βρίσκουμε Humeri και στην αιγυπτιακή Kumeri.
  Η προέλευση του ονόματος του χωριού μας είναι άγνωστη. Ο Στέφανος Ξανθουδίδης υποθέτει ότι το όνομα ίσως να είναι αραβικό και να έμεινε από την εποχή της Αραβοκρατίας.
  Βορειοδυτικά του χωριού βρίσκεται η «Χουμεριανή Κεφάλα» πάνω στην οποία έχουν κατά καιρούς βρεθεί διάφορα αρχαιολογικά αντικείμενα μερικά των οποίων βρίσκονται ακόμη και σήμερα σε χέρια ιδιωτών, ενώ αρκετά έχουν παραδοθεί στην Αρχαιολογική Υπηρεσία Ηρακλείου.
  Στην περιφέρεια επίσης του χωριού υπάρχουν δυο σπηλιές οι οποίες κατά τις δύσκολες εποχές της ιστορικής πορείας του τόπου πρόσφεραν καταφύγιο και κρυψώνα στους κατοίκους. Σημαδιακό έμεινε το πέρασμα του καπετάν Μιχάλη Κόρακα από το χωριό και οι συμπλοκές των κρητικών επαναστατών με τον οθωμανικό και αιγυπτιακό στρατό.
  Γύρω από το χωριό υπάρχουν αρκετά τοπωνύμια που διατηρούν τις μνήμες και τις γραφικές παραδόσεις του τόπου και της ιστορίας.
  Σήμερα το χωριό που βρίσκεται σε εύφορα εδάφη δυστυχώς δεν ξεφεύγει από τη γενική πορεία των χωριών της ελληνικής υπαίθρου. Το δημοτικό σχολείο του χωριού έχει κλείσει εδώ και αρκετά χρόνια.

Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Αρκαλοχωρίου


Έχετε τη δυνατότητα να δείτε περισσότερες πληροφορίες για γειτονικές ή/και ευρύτερες περιοχές επιλέγοντας μία από τις παρακάτω κατηγορίες και πατώντας το "περισσότερα":

GTP Headlines

Λάβετε το καθημερινό newsletter με τα πιο σημαντικά νέα της τουριστικής βιομηχανίας.

Εγγραφείτε τώρα!
Greek Travel Pages: Η βίβλος του Τουριστικού επαγγελματία. Αγορά online

Αναχωρησεις πλοιων

Διαφημίσεις

ΕΣΠΑ